Ο Αόρατος πόλεμος
ΟΣΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Κ΄ Ἡ ψυχή ἀφοῦ ἀπογυμνωθῆ ἀπό τήν θέλησί της, πρέπει νά στέκεται ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ
Ελπίζοντας,
αδελφέ, στον ίδιο τον Θεό, που σε προσκαλεί λέγοντας: «Δεύτε προς με
πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι, καγώ αναπαύσω υμάς» (Ματθ.
11,29), δηλαδή ελάτε όλοι εσείς που είσθε κουρασμένοι και φορτωμένοι κι
εγώ θα σάς αναπαύσω, σ αυτό το κάλεσμα λέγω του Θεού πρέπει να ακολουθής
προσμένοντας τον ερχομό του Αγίου Πνεύματος. Και ρίξε τον εαυτό σου
αποφασιστικά με κλεισμένα μάτια στο πέλαγος της θείας προνοίας και της
αιώνιας ευδοκίας, σε τρόπο που να φέρεσαι σαν άψυχο αντικείμενο μόνον
από τα δυνατώτατα κύματα της θελήσεως του Θεού, χωρίς να προβάλης κάποια
αντίστασι σ αυτά με την δική σου θέλησι, για να μεταφερθής στο λιμάνι
της τελειότητος και σωτηρίας σου. Κάνοντάς το λοιπόν αυτό πολλές φορές
την ημέρα, αγωνίσου και φρόντισε με όση ασφάλεια μπορείς, εσωτερική και
εξωτερική, να πλησιάσης με όλες σου τις ψυχικές δυνάμεις, στις πράξεις
εκείνες που σε παρακινούν να αγαπήσης τον Θεό, και αυτές είναι η
προσευχή και η παντοτινή μνήμη του γλυκυτάτου ονόματός του, τα δάκρυα
που προέρχονται από την αγάπη, η θερμή ευλάβεια και χαρά προς αυτόν και
τα άλλα πνευματικά έργα.Και αυτές οι πράξεις ας γίνωνται πάντοτε χωρίς
την βία και την καταπίεσι της καρδιάς σου, για να μη σε αδυνατίσουν μέσω
των αδιάκριτων και ενοχλητικών γυμνασμάτων και ίσως σε σκληρύνουν και
σε κάνουν άτομο που δεν μπορεί να δεχθή και να χωρέση κάτι πνευματικό
μέσα του. Γι αυτό το πράγμα δέξου και την συμβουλή των εμπείρων και
προπάθησε να συνηθίζης πάντοτε να βρίσκεσαι με επιθυμία στην μνήμη της
αγαθότητος του Θεού, από την αρχή μέχρι το τέλος, και στην θεωρία των
συνεχών και αξιαγάπητων ευεργεσιών του. Και να δέχεσαι με ταπείνωσι τις
σταγόνες και γλυκύτητες που θα κατεβούν στην ψυχή σου από την ανέκφραστη
αγαθότητά του. Όλα αυτά, και ιδιαιτέρως τα δάκρυα (114), μην τα ψάχνης
εσύ με την βία, αλλά παράμενε ήσυχος στην εσωτερική σου μοναξιά,
παρακαλώντας γι αυτά και προσμένοντας να γίνη το θέλημα του Θεού. Και
όταν εκείνος σου τα δώση, τότε θα είναι γλυκά και καρποφόρα χωρίς δικό
σου κόπο. Γι αυτό και θα τα δεχθής με κάθε ευχαρίστησι. Και περισότερο
από όλα με κάθε ταπείνωσι. Το δε κλειδί με το οποίο ανοίγονται τα
απόκρυφα ταμεία των πνευματικών θησαυρών της γνώσεως και της θείας
αγάπης, είναι το να γνωρίζης να απαρνήσαι τον εαυτό σου σε κάθε καιρό
και σε κάθε περίπτωσι. Και με αυτό το ίδιο κλειδί κλείνει και η θύρα της
αγνωσίας και της ψυχρότητος που είχαμε μέχρι τότε.
Όσο
μπορείς, να αγαπάς να στέκεσαι μαζί με την Θεοτόκο στα πόδια του
Χριστού, και άκουγε εκείνο που θα σου λέγει ο Θεός. Πρόσεχε, οι εχθροί
σου (ο μεγαλύτερος από τους οποίους είσαι εσύ ο ίδιος) να μη σου
εμποδίσουν αυτήν την αγία σιωπή. Και όταν εσύ ζητάς με το νού σου να
βρής τον Θεό για ν αναπαυθής σ αυτόν, μη ζητάς τόπους και σύνορα με την
αδύνατη και στενή φαντασία σου (115). Γιατί αυτός είναι ασύγκριτα
άπειρος και βρίσκεται παντού σε όλα, μάλλον όλα τα πράγματα βρίσκονται
σαυτόν. Εσύ θα τον βρής μέσα στην ψυχή σου (116) κάθε φορά που πράγματι
θα τον αναζητήσης, δηλαδή για να βρής μόνον αυτόν και όχι τον εαυτό σου.
Διότι η χαρά του Θεού είναι να βρίσκεται με μας τους υιούς των
ανθρώπων, όπως προείπαμε, για να μας κάνη αντάξιους του εαυτού του,
χωρίς να έχη από εμάς κάποια ανάγκη.
Όταν
διαβάζης ή μελετάς τις Άγιες Γραφές, μην το κάνης αυτό μόνο για να τις
ξεφυλλίζης, αλλά στα λόγια εκείνα που θα βρής κατάνυξι ή αγάπη θεϊκή ή
πνευματική χαρά, εκεί να σταματήσης και να απολαύσης τον Θεό με κάθε
τρόπο που αυτός θέλει να επικοινωνήση μαζί σου. Και αν εγκαταλείψης να
μελετήσης εκείνο που είχες προγραμματίσει, μην ανησυχήσης γι αυτό, διότι
ο σκοπός και το τέλος όλων αυτών των ασκήσεων είναι να απολαύσης τον
Θεό. Μέ γνώμη όμως να μην επιλέξης ως κύριο σκοπό σου αυτήν την παρόμοια
απόλαυσι του Θεού, αλλά καλύτερα, για να αγαπήσης το άγιο θέλημά του,
επιθυμώντας να μιμηθής τα έργα του σε ό,τι μπορείς. Έτσι, όταν βρής εσύ
τον σκοπό, δεν πρέπει να φροντίζης πλέον για τα μέσα τα οποία
υποδεικνύονται, όχι για άλλο λόγο, αλλά για να αποκτηθή αυτός ο σκοπός.
Παρόμοια και όταν μελετάς κάποιο από τα πάθη του Χριστού ή κάποιο από τα
έργα του, σε εκείνο που κατανύγεσαι περισσότερο, σε εκείνο να
σταματήσης, και να μελετήσης τον περισσότερο καιρό. Ένα από τα πολλά
επόδια της ειρήνης και της ησυχίας, αδελφέ, είναι το να φροντίζης και να
αναγκάζης τον λογισμό σου ότι πρέπει να διαβάσης κάθε μέρα τόσα
καθίσματα του Ψαλτηρίου, τόσα κεφάλαια αναγνώσεως από τα ιερά Ευαγγέλια ή
τις Επιστολές, και να ταράσσεσαι αν δεν τα περάσης μόνο, χωρίς να
φροντίζης να κατανυχθή η καρδιά σου από αυτά που διαβάζεις ή να λάβη ο
νους σου κάποιο πνευματικό νόημα (117), πράγμα το οποίο δεν είναι τίποτε
άλλο, παρά το να αναζητάς τον Θεό φεύγοντας από τον Θεό και να θέλης να
υπηρετήσης τον Θεό, χωρίς να κάνης το θέλημά του.
Αν
πράγματι επιθυμής στη ζωή αυτή να ζήσης ενάρετα και να φθάσης στο τέλος
που επιθυμείς, μην έχης άλλο σκοπό παρά να βρής τον Θεό· και όπου θέλει
αυτός, εκεί ας φανερωθή. Και τότε εγκατάλειψε το κάθε πράγμα και μη
προχωράς μπροστά πλέον, όπου εσύ δεν έχεις θέλημα· αλλά λησμόνησε κάθε
άλλο και να αναπαύεσαι μόνο στον Θεό σου· και πάλι όταν θέλη η
μεγαλειότητα του Θεού να κρυφθή και να μη σου φανερωθή πλέον με τον
τρόπο εκείνον, τότε μπορείς πάλι να επιστρέψης και να τον γυρεύης
ακολουθώντας τα γυμνάσματά σου και πάλι με τον ίδιο σκοπό και την ίδια
επιθυμία, δηλαδή δια μέσου αυτών να βρής αυτόν που αγαπάς και βρίσκοντάς
τον, να κάνης αυτά που είπαμε, εγκαταλείποντας κάθε πράγμα και
αναπαυόμενος μόνο στον Θεό, γνωρίζοντας καλά ότι τότε εκπληρώνεται η
επιθυμία του. Και να γνωρίζης καλά και το εξής, ότι δηλαδή πολλά
πνευματικά πρόσωπα δεν έχουν καρπό πνευματικό και ησυχία, διότι αυξάνουν
τόσο πολύ τις πνευματικές τους ασκήσεις και νομίζουν ότι δεν κάνουν
τίποτε, αν δεν τα τελειώσουν όλα, τοποθετώντας σ αυτό την τελειότητα και
γινόμενοι ιδιόρρυθμοι και ακολουθούν έτσι την θέλησί τους: βασανίζονται
οι ταλαίπωροι και πολύ κοπιάζουν, ποτέ όμως δεν φθάνουν στην αληθινή
ανάπαυσι και εσωτερική ησυχία, στην οποία αληθινά βρίσκεται και
αναπαύεται ο Θεός.
114.
Άλλο είναι πένθος και άλλο δάκρυα. Πένθος είναι λυπηρός λογισμός και
ένας πόνος της καρδιάς, με τον οποίο λυπούμαστε και πονούμε: α) διότι
λυπήσαμε και παραπικράναμε τον Θεό με τις επιθυμίες μας και παραβήκαμε
τις εντολές του, β) διότι στη ζωή αυτή στερηθήκαμε την χάρι του και μετά
θάνατο μπορεί να στερηθήκαμε και την βασιλεία του και γ) διότι με τις
αμαρτίες μας κάναμε τον εαυτό μας υπεύθυνο γά την αιώνια κόλασι. Ο πόνος
αυτός και η σκέψις γίνεται σαν ένα βάρος και πλακώνει την καρδιά ή σαν
ένα κεντρί που την κεντά και από αυτό ακολουθούν οι εκ βάθους στεναγμοί:
όταν αυξηθή πολύ το πλάκωμα και το κέντρισμα αυτό, τότε κατανύγεται η
καρδιά και πηδούν δάκρυα από τα μάτια, δια μέσου όμως της συνεργίας της
χάριτος του Θεού, που μας χαρίζει αυτά για να πλύνουμε τις αμαρτίες μας
και για να ξανακερδίσουμε την χάρι του. Διότι όπως αναφέρεται ο Θεός με
την στέρησι της χάριτός του σκληρύνει τις καρδιές: «Σκλήρυνες τις
καρδιές μας ώστε να μη σε φοβούμαστε» (Ησ. 63,17). Έτσι αναφέρεται ότι
με την ενέργεια και χορηγία της χάριτός του κατανύγει τις καρδιές (Ρωμ.
11,8 και Ψαλμ. 59,3. Ησ. 29,10). Λοιπόν εμείς πρέπει πάντοτε να
ασχολούμαστε με το πένθος, διότι εξαρτάται από εμάς και μοιάζει με την
επιστροφή και μετάνοια του Ασώτου. Τα δάκρυα όμως πρέπει να τα ζητούμε
από τον Θεό σαν ένα χάρισμα δικό του, και παρομοιάζουν με τους
εναγκαλισμούς και ασπασμούς του Θεού πατρός προς τον Άσωτο, όπως λέγει ο
Γρηγόριος Θεσσαλονίκης.
115.
Γι αυτό και ο ιερός Αυγουστίνος στις ερωτικές του ευχές, αφού ρώτησε
τους φωστήρες τα άστρα, την άβυσσο και τα άλλα κτίσματα αν αυτά έχουν το
Θεό του, και όταν έμαθε ότι δεν κατοικεί σ αυτά, στο τέλος αφού
στράφηκε στον εαυτό του βρήκε τον Θεό να κατοική μέσα του. Και έτσι
ελεεινολογεί τον εαυτό του που ζητούσε τον Θεό στα εξωτερικά πράγματα,
ενώ αυτός βρισκόταν μέσα του.
116.
Σημείωσε ότι ο Θεός βρίσκεται μέσα στην ψυχή και μετέχεται, όχι κατά
την αληθινή του ουσία, μακριά μία τέτοια σκέψι, αλλά κατά την δική του
χάρι και ενέργεια, όπως λέγουν οι ιεροί θεολόγοι: βρίσκεται μάλιστα, όχι
μόνο στην ενέργεια της ψυχής, αλλά πολύ περισσότερο στην ουσία της.
Διότι εφόσον μόνον ο Θεός είναι δημιουργός ουσιών, κατά συνέπεια αυτός
είναι μόνον που ενώνεται και δια μέσου των ουσιών και με τις ουσίες,
τόσο των σωμάτων, όσο και των πνευμάτων, όπως αναφέρει με λεπτομέρεια ο
υψινούστατος εκείνος Γρηγόριος Θεσσαλονίκης στην επιστολή του προς τον
Βαρλαάμ. Μάλλον για να μιλήσουμε πιο συγκεκριμένα, αυτός είναι το κέντρο
όλο στο οποίο βρίσκονται και στερεώνονται όλες οι ουσίες των όντων,
σύμφωνα με το γραφικό χωρίο «εν αυτώ ζώμεν και κινούμεθα και εσμέν»
(Πράξ. 7,28). Βλέπε και το κδ΄ κεφάλαιο του α΄ μέρους. Είπα ότι μόνον ο
Θεός ενώνεται με τις ουσίες, επειδή κανένα κτίσμα, είτε είναι πνεύμα
είτε σώμα, δεν ενώνεται με την ουσία άλλου κτίσματος, αλλά με μόνη την
ενέργεια: ώστε και ο σατανάς δεν μπορεί να ενωθή με την ουσία της ψυχής,
αλλά επικοινωνεί με μόνη την ενέργειά της κατά συζυγία, όπως λέγει ο
ανωτέρω άγιος Γρηγόριος.
No comments:
Post a Comment