Showing posts with label Π. Στέφανος Αναγνωστόπουλος-Protopresbyter Stephanos K. Anagnostopoulos. Show all posts
Showing posts with label Π. Στέφανος Αναγνωστόπουλος-Protopresbyter Stephanos K. Anagnostopoulos. Show all posts

Thursday, 4 June 2015

«Τά Σά ἐκ τῶν Σῶν»



Στά Τίμια Δῶρα δέν ἔχουμε κρυμμένον τόν Χριστό (δέν ὑποκρύπτεται, δέν εὐρίσκεται ἁπλᾶ μέσα, οὔτε εἶναι ἁπλᾶ σύμβολα ὁ ἄρτος καί ὁ οἵνος αὐτοῦ τοῦ Σώματος καί τοῦ αἷματος τοῦ Χριστοῦ, ὅπως ἰσχυρίζονται οἱ προτεστάντες) καί, πολύ περισσότερο, δέν ἔχουμε ἁπλή μυστική ἕνωσι τῆς ψυχῆς τοῦ κάθε πιστοῦ μετά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὄχι! Θά μποροῦσα νά φωνάξω χίλιες φορές: ὄχι! Στήν πραγματική καί ἀληθινή Μεταβολή βρίσκεται Ο ΧΡΙΣΤΟΣ! καί μόνον ὁ Χριστός. Γι᾿ αὐτό λέμε «ἐσθίομεν καί πίνομεν», καί ἔτσι γινόμεθα σύσσωμοι καί σύναιμοι καί χριστοφόροι καί ἀποτελοῦμε μέ τόν Ἰησοῦ Χριστό, πού λαμβάνουμε μέσα μας, ἕνα σῶμα καί ἕνα αἷμα. Ἔχουμε τόν Θεάνθρωπο Κύριο Ἰησοῦ Χριστό «κατοικοῦντα καί μένοντα σύν τῷ Πατρί καί τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι», ὅπως μᾶς βεβαιώνει ὁ Μέγας Βασίλειος σέ μιά Λειτουργική του Εὐχή.Βέβαια, τά μάτια μας βλέπουν ἄρτο καί οἵνο, καί ἡ γλῶσσα μας ἔχει γεῦσι ψωμιοῦ καί κρασιοῦ, ἀλλά δέν εἶναι ἔτσι. Καί θά τολμήσω νά πῶ: πολλοί ἥταν ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι δέν ἐμάσησαν, δέν ἔφαγαν, δέν κατάπιαν ψωμί καί κρασί, ἀλλά Σῶμα καί αἷμα, Σάρκα καί αἷμα Χριστοῦ, γιά νά ἀκολουθήση ἀπέραντη εὐφροσύνη τῆς ψυχῆς τους καί γενικά ψυχοσωματική ἀλλοίωσις διά Πνεύματος Ἁγίου.


Friday, 25 April 2014

The Story of a Pious Priest and the Angel Who Served with Him in the Altar

“There once lived a most devout priest; (this incident was narrated to me by the blessed departed Gerontas (Spiritual Elder) Gabriel, who for a great period of time was the Abbott at the Holy Monastery of Dionysios on Mount Athos). Even though he barely knew how to read and write, he was a priest, a clergyman of strong faith, great virtue and of many spiritual struggles. He used to stand up-right for hours during the Proskomedia, despite the fact that the veins of his feet had been affected and were hemorrhaging. There were times when one could see the blood running down since he was standing up-right commemorating the names of numerous people. He was a man of sacrifice to his last breath; in fact, his soul departed just after the Divine Liturgy.

As he barely knew how to read and write, by some misundertsanding he did not place the portions on the Holy Diskos properly.

When we place the portion of the All-Holy (Panagia) Theotokos on top of the Holy Diskos, we say: “The queen stood at thy right hand…” The gerontas priest was under the impression that, since he said “at thy right hand”, the portion of the All-Holy (Panagia) Mother of God must be placed on the right side of the Lamb (as he was looking at the Holy Diskos); in other words, he was placing the portions backwards.

Wednesday, 26 February 2014

Η ΦΟΒΕΡΗ ΩΡΑ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ...


Το αληθινό γεγονός πού καταγράφουμε έγινε γύρω στο 1940, πριν από την έναρξη του πολέμου.

Ένας ιερεύς ο παπά-Θεόδωρος κλήθηκε για να κοινωνήσει δύο χριστιανούς ετοιμοθάνατους. Έναν πλούσιο, σκληρό και φιλάργυρο και μια ενάρετη χήρα, πού μεγάλωσε μόνη της, με τιμιότητα και σωφροσύνη, σκληρό αγώνα και φτώχεια πολλή, εκείνα τα χρόνια, οκτώ παιδιά!!!
Ο παπά-Θεόδωρος πήρε μαζί τον διάκονο του, τον πατέρα Λαυρέντιο. Μπροστά ο νεωκόρος, στο πλάι ο διάκονος και ο ιερεύς με το άγιο Ποτήριο, ασκεπής και με τον Αέρα στους ώμους, (όπως εσυνηθίζετο τότε), πήγαν πρώτα στο σπίτι του πλούσιου, αλλά αυτός ούτε καν ήθελε να ακούσει για Θεία Κοινωνία! Μόνο φώναζε:

-Δεν είμαι εγώ για θάνατο!
Έγινε ένας διάλογος, όσο ήταν δυνατόν, μεταξύ του ιερέως και του άρρωστου, αλλά αυτός ήταν ανένδοτος, δεν ήθελε να κοινωνήσει.

Λέγει τότε ο διάκονος, ο πατήρ Λαυρέντιος:

-Πάτερ Θεόδωρε, μου δίνετε, σας παρακαλώ το άγιο Ποτήριο, να πάω να κοινωνήσω την ετοιμοθάνατη κυρία Μαρία και εσείς να συζητήσετε με τον ασθενή μέχρι να γυρίσω! και, εάν έχει πεισθεί, να τον κοινωνήσομε μετά;

-Να πας παιδί μου, με τις ευχές μου.

Ο νεωκόρος μπροστά με το λαδοφάναρο και πίσω ο διάκονος με την Θεία Κοινωνία έφθασαν σε ένα φτωχικό σπιτάκι. Μπήκαν μέσα και είδαν γύρω από το κρεβάτι της κυρα-Μαρίας να παρευρίσκονται τα παιδιά, τα εγγόνια, οι λοιποί συγγενείς της και όλοι να κλαίνε για την υπέροχη αυτή μητέρα, γιαγιά και συγγενή.

Μόλις προχώρησε λίγο ο διάκονος, έμεινε ακίνητος! Τι είδε; Ανείπωτο θέαμα! Περικυκλωμένη δεν ήταν μόνο από ανθρώπους ή αγιασμένη αυτή ψυχούλα, αλλά και από δεκάδες Αγγέλους και Αρχαγγέλους, πού συνωστίζονταν μέσα στο δωμάτιο ποιος θα πρώτο-χαϊδέψει και ποιος θα πρώτο-απαλύνει και θα πρώτο-σφουγγίσει τον ίδρωτα αυτής της υπερευλογημένης μάνας!

Και δεν ήταν μόνο αυτό!!! Ακριβώς πάνω από το κεφαλάκι της, στο προσκεφάλι της δηλαδή, ήταν ή Υπεραγία Θεοτόκος, η οποία με ένα θεοΰφαντο μαντήλι της σκούπιζε τον ίδρωτα του πυρετού από το μέτωπο της. Τα δε χείλη της ετοιμοθάνατης ψιθύριζαν: «Χαίρε, Νύμφη ανύμφευτε».

Και-ω του θαύματος- όλοι οι Άγγελοι έπεσαν «μπρούμυτα» και προσκύνησαν το εισερχόμενο πανάγιο Ποτήριο πού είχε μέσα το τίμιο Σώμα και το Αίμα του υρίου! Όλες οι Αγγελικές Δυνάμεις!

Και η Υπεραγία Θεοτόκος, κατά έναν ακατάληπτο τρόπο, ασπάσθηκε το άγιο Ποτήριο και οδήγησε τον διάκονο να κοινωνήσει την ετοιμοθάνατη.

Μετά τη Θεία Κοινωνία οι Άγγελοι πήραν, την ψυχή αυτής της ευλογημένης μάνας, την παρέδωσαν στα χέρια της Παναγίας και όλοι μαζί ανήλθαν στον Ουρανό.

Άστραψε ο τόπος, μοσχοβόλησε το δωμάτιο και ο διάκονος με φόβο και χαρά απερίγραπτη και αγαλλίαση έφυγε ...;και επέστρεψε στο σπίτι του πλουσίου ...; Μπήκε μέσα και τον κατέλαβε ρίγος! γιατί γύρω από το κρεβάτι, του φιλάργυρου αυτού ανθρώπου, βρίσκον­ταν εκατοντάδες δαίμονες, οι όποιοι με τρίαινες φοβερές κατατρυπούσαν το σώμα του σε διάφορα σημεία: στα γόνατα, στα πόδια, στα χέρια, στις παλάμες, στην κοιλιά, στο λάρυγγα, στα μάτια, στο κεφάλι ...; Με όσα μέλη αμάρτησε, πάνω σ' αυτά τρυπούσαν οι δαίμο­νες. Ούρλιαζε, φώναζε ο ταλαίπωρος πλούσιος.

Παρέδωσε το άγιο Ποτήριο τρέμοντας, στα χέρια του ιερέως, ο διάκονος, και από τον τρόμο του λιποθύμησε ...;

O ιερεύς εις μάτην προσπαθούσε να πείσει τον πλούσιο να «ετοιμαστεί» για το τέλος! Αυτός τίποτα! Πέθανε τελικά χωρίς Θεία Κοινωνία και χωρίς Εξομολόγηση.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: ΓΝΩΣΙΣ ΚΑΙ ΒΙΩΜΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΙΣΤΕΩΣ. ΠΡ. ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ

Thursday, 23 January 2014

Η συγχώρηση....


Πριν πολλά χρόνια και μετά την λήξη του εμφυλίου σπαραγμού και του αδελφοκτόνου πολέμου, σε κάποιο χωριό, έγινε ένας φόνος, για πολιτικούς μάλλον λόγους και εξαιτίας του μεγάλου φανατισμού, που επικρατούσε εκείνη την εποχή. Κατηγορήθηκε, λοιπόν κάποιος χωριανός, ο Πέτρος και με τις μαρτυρίες πέντε συγχωριανών του δικάστηκε και καταδικάστηκε σε 30 χρόνια φυλάκιση. Ο κατηγορούμενος όμως ισχυρίζετο συνεχώς ότι ήτο αθώος… Κλείσθηκε σε αγροτικές φυλακές, αλλά μέρα-νύχτα διαλαλούσε και μονολογούσε ότι ήτο αθώος.
Σ’ αυτές τις φυλακές πήγαινε μια φορά τον. μήνα ένας ευλαβέστατος ιερεύς και λειτουργούσε στο εκκλησάκι που υπήρχε και κατόπιν εδέχετο για εξομολόγηση όσους εκ των φυλακισμένων το επιθυμούσαν
Ύστερα από 5-6 μήνες, πήγε και ο εν λόγω χωριανός στον ευλαβή εκείνον ιερέα και εξομολόγο, και ενώπιον του Αγίου Θεού και μπροστά στο πετραχήλι του Πνευματικού, βεβαίωνε με όρκους ότι ήταν αθώος.
Από τότε που εξωμολογήθηκε μέσα στις φυλακές ο Πέτρος Γ., άλλαξε τελείως διαγωγή και έγινε ο άνθρωπος της προσευχής και της μελέτης του Ευαγγελίου, που του δώρισε εκείνος ο καλός ιερεύς. Μέσα σ’ έναν χρόνο αλλοιώθηκε τόσο πολύ, που όλοι οι συγκρατούμενοί του και βαρυποινίτες άρχισαν να τον σέβονται και να του φέρονται φιλικά. Και με την Χάρι και τον φωτισμό του Θεού γρήγορα -πείσθηκε ο ευλαβής ιερεύς για την αθωότητα του, ώστε του επέτρεπε να κοινωνά κάθε φορά που λειτουργούσε στις φυλακές.
Ο ιερεύς προσπάθησε κάτι να κάμει μέσω κάποιων δικηγόρων, αλλά οι μάρτυρες ήσαν απολύτως κατηγορηματικοί, γιατί ήσαν δήθεν παρόντες στον φόνο.
Παρά ταύτα ο εξομολόγος πίστευε ότι όντως ήτο αθώος και θύμα σκευωρίας.
Ο Πέτρος Γ. όχι μόνο προσηύχετο με το Όνομα του Ιησού Χριστού, που το έμαθε από το βιβλίο «Οι περιπέτειες ενός προσκυνητού», αλλά μελετούσε το Ευαγγέλιο και κοινωνούσε των αχράντων Μυστηρίων, σκορπώντας σε όλους τους συγκρατουμένους του πολλή καλοσύνη. Συγχωρούσε δε με όλη του την καρδιά και τους κατηγόρους του και αυτόν ακόμα τον άγνωστο φονιά.
- Δεν φταίνε, οι καημένοι, έλεγε. Φταίει το πολιτικό και ιδεολογικό πάθος, φταίει και ο διάβολος που τους σκοτείνιασε το μυαλό κι έτσι κρύψανε την αλήθεια. Θεέ μου, συγχώρεσε τους… και από μένα να’ ναι συγχωρεμένοι… και χάρισε τους πλούτη και αγαθά πολλά, αλλά χάρισε τους προπαντός και ιδιαιτέρως φωτισμό και υγεία.
Έτσι πέρασαν 19 χρόνια. Κατόπιν, λόγω της καλής και αρίστης διαγωγής και επειδή έκανε και στις τότε αγροτικές φυλακές, όπου εμειώνετο η ποινή, αποφυλακίσθηκε. Ήτο πλέον 50 ετών.
Στο χωριό όμως δεν έγινε δεκτός, επειδή τον πίστευαν όλοι για φονιά και κυρίως οι συγγενείς του φονευμένου. Έτσι, μετακόμισε σε μια γειτονική πόλη και έκαμε τον εργάτη, τον οικοδόμο και κυρίως τον μαραγκό, δουλειά που την έμαθε στην φυλακή.
Η ζωή του όμως εξακολουθούσε να είναι ζωή ενός αληθινού χριστιανού, με την ακριβή συμμετοχή στα Μυστήρια, με την σωστή τήρηση των ευαγγελικών εντολών και ιδιαιτέρως με την προσευχή. Η προσευχή ήταν το οξυγόνο της ζωής του. Η Ευχή και το Ευαγγέλιο ήσαν γι’ αυτόν «άρτος ζωής» και «ύδωρ ζων».
Μία κοπέλα 42 ετών, θεολόγος σε κάποιο Γυμνάσιο της περιοχής, πληροφορήθηκε από τον Πνευματικό των φυλακών, που ήτο και δικός της Πνευματικός, τα πάντα για τον Πέτρο Γ. και ιδιαιτέρως για το πόσο ήτο αφοσιωμένος στον Χριστό και στην Εκκλησία Του. Πήγε, τον βρήκε και κατόπιν τον ζήτησε η ίδια σε γάμο!… Από τον ευλογημένο αυτό γάμο προήλθαν δυο παιδιά, υγιέστατα.
Ύστερα από μερικά χρόνια, στο χωριό που έγινε ο φόνος, κάποιος αρρώστησε βαρεία με ανεξήγητους φοβερούς πόνους σε όλο του το σώμα. Η επιστήμη με τους γιατρούς και τις κλινικές εξετάσεις, που ήσαν προηγμένες, στάθηκαν αδύνατον να τον βοηθήσουν!!! Ούτε καν την αιτία δεν μπόρεσαν να εντοπίσουν!
Έτσι, μια βραδιά στο σπίτι του, αφού επέστρεφε από το νοσοκομείο, σ’ αυτήν την φοβερή κατάσταση, άρχισε να κραυγάζει μέσα στους φοβερούς του πόνους ότι αυτός ήτο ο φονιάς και με τους 4 ψευδόμάρτυρες, τους οποίους εξηγόρασε με μεγάλα χρηματικά ποσά, κατηγόρησαν τον Πέτρο Γ., που συμπτωματικά περνούσε από εκείνο το σταυροδρόμι, την ώρα που έγινε ο φόνος.
Φώναξαν τον αστυνόμο του τμήματος του χωριού, υπέγραψε την ομολογία του κατονομάζοντας και τους 4 ψευδομάρτυρες και συνεργούς του. Ποιά νομική διαδικασία ακολουθήθηκε μετά, δεν γνωρίζω. Η ομολογία του όμως έκανε κρότο στο χωριό, προκαλώντας σύγχυση, ταραχές και πολλές κατάρες, οι οποίες βάραιναν τον φονιά. Παρά ταύτα, η ψυχή του φονιά δεν έφευγε Κι αυτός εξακολουθούσε να τσιρίζει και να κραυγάζει. Ο Πέτρος Γ., όπως ήτο επόμενον, το έμαθε. Δεν κίνησε όμως καμιά διαδικασία για την αποκατάσταση της τιμής του με αναθεώρηση της δίκης, με μηνύσεις κατά των ενόχων και άλλων ενδίκων νομίμων μέσων. Αλλά τί έκανε; Πήγε στο σπίτι του φονιά!…
Οι πάντες πάγωσαν Οι περισσότεροι χωρικοί, όταν τον είδαν να περνά μέσα από το χωριό, από την ντροπή τους κρύφθηκαν. Πάγωσε και ο φονιάς όταν τον αντίκρισε, και με γουρλωμένα τα μάτια από την έκπληξη και την φρίκη, τον άκουσε να του λέει:
- Γιώργο, σε συγχωρώ με όλη μου την καρδιά… Και σ’ ευχαριστώ, γιατί ήσουν η αιτία να γνωρίσω τον Χριστό με την Εκκλησία Του και τα άγια Μυστήριά της. Εύχομαι να Τον γνωρίσεις κι εσύ, με μετάνοια και προσευχή!
Τον αγκάλιασε τον φίλησε και έφυγε, ενώ κάποια δάκρυα κρυφά έτρεχαν από τα μάτια του.
Ο θρίαμβος της δικαιοσύνης του Θεού ήλθε, ύστερα από 35 χρόνια! Αλλά υπήρξε και θρίαμβος εμπιστοσύνης, της πίστεως και της αδιαλείπτου προσευχής του αδικημένου Πέτρου Γ. στην Πρόνοια του Θεού. Και ταυτόχρονα στέφανος δόξης στην υπομονή και μακροθυμία, που έδειξε τόσα χρόνια.
Ευλογήθηκε η μετέπειτα ζωή του, όπως προείπαμε, μ’ έναν χριστιανικό γάμο και με οικογένεια που ήτο «κατ’ οίκον εκκλησία» και με δύο τρισευλογημένα παιδιά. Και μάλιστα, μετά την ολοκάρδια συγχώρηση που έδωσε και την αγάπη που έδειξε προς όλους, πολλαπλασιάσθηκε η ευλογία του θεού στο σπιτικό του. Είχε την Χάρι του Θεού πάνω του, την ευλογία της Παναγίας, την προστασία των Αγίων και την συμπαράσταση των Αγγέλων.
Εκοιμήθη οσιακώς σε ηλικία 80 ετών, το 1999. Παρών στην κοίμηση του ήτο και ο εννενηντάχρονος ιερεύς των φυλακών, που μου διηγήθηκε αυτό το γεγονός, για να με διαβεβαίωση ότι λίγο πριν το τέλος του Πέτρου Γ., Άγγελοι και Αρχάγγελοι πλημμύρισαν το δωμάτιό του, τους οποίους έβλεπε όχι μόνο ο ψυχορραγών με τα μάτια του, αλλά και ο εν λόγω ιερεύς.
Αυτοί και παρέλαβαν την ψυχή του, μετά το τελευταίο σημείο του σταυρού που έκανε ο Πέτρος Γ., λέγοντας:
- Άγγελε μου! Άγγελε μου…, δεν την αξίζω αυτή την τιμή… Και τούτο ειπών, εκοιμήθη!
Ο άνθρωπος αυτός, παρ’ όλο που ήταν έγγαμος και ζούσε μέσα στον σημερινό κόσμο, μετά από την τεράστια και άδικη δοκιμασία και ταλαιπωρία του στην φυλακή, μαζί με βαρυποινίτες, είχε καρπούς της Ευχής, της Θείας Κοινωνίας και της ευαγγελικής ζωής. Η έγγαμη ζωή του δεν τον εμπόδισε να λέγει μέρα-νύχτα την Ευχή, όπως την έμαθε από το βιβλίο «Οι περιπέτειες ενός προσκυνητού».

Από το βιβλίο «Η ευχή μέσα στον Κόσμο» του Πρωτοπ. Στεφάνου Αναγνωστοπούλου

Monday, 2 September 2013

Π. Στέφανος Αναγνωστόπουλος-ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ ΤΟΥ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΥ..


Όταν ήμουν στον Άγιο Βασίλειο στην περίοδο 1970 - 1980 είχα γνωρίσει μια οικογένεια, μέλος της οποίας ήταν και η υπέργηρη κυρία Κατερίνα, την οποία περιποιείτο η κόρη της Καλλιρρόη. Ο σύζυγος της κυρίας Καλλιρρόης ήταν δικηγόρος και λεγόταν Χριστόφορος Σταμάτουζας.
Η κυρία Κατερίνα, λόγω της ηλικίας της, ήταν συνεχώς σε μια καρέκλα, όπου καθόταν με πολλή δυσκολία. Δεν βάδιζε. Άρχισε να μη βλέπει κιόλας. Ήταν όμως χριστιανή που έκανε τα θρησκευτικά της καθήκοντα: το πρωί την προσευχή της, το βράδυ το Απόδειπνο, τους Χαιρετισμούς…
Όταν άρχισε να μη βλέπει, μου έλεγε: Στενοχωρούμαι, γιατί δεν ξέρω τώρα πώς να περάσω όλη την ήμερα, πώς να διαβάσω τις προσευχές μου.
Της είπα λοιπόν:
-Να λες το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με».
Της έδωσα κι ένα κομποσχοινάκι κι όπως καθόταν σε μια πολυθρόνα απ’ αυτές τις πάνινες, που έχουν και χερούλια, έλεγε την ευχή. Κι αυτό την είχε γλυκάνει και πολύ ευχαριστιόταν.
–Α, όλη την ήμερα, ούτε καταλαβαίνω πώς περνάει λέγοντας συνεχώς το «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησον με»! Ευχαριστιέμαι μ’ αυτό, ευχαριστιέμαι πολύ, γλυκαίνεται το στόμα μου. Όλο έτσι έλεγε.
Κάποτε με ρώτησε:
–Θα με βοηθήσει αυτό, όταν θα έρθει ή ώρα να φύγω απ’ αυτόν εδώ τον κόσμο;
–Βεβαίως, της λέω, και να μη στενοχωριέσαι. Αν λες συνεχώς την ευχούλα να μην ανήσυχεις καθόλου! Θα έρθω εγώ και θα σου δώσω το κλειδί για ν’ ανοίξεις την πόρτα του Παραδείσου.
(Εγώ αυτό το είπα για να της δώσω ελπίδα και να της αφαιρέσω τον φόβο του θανάτου).
Αρρώστησε και βάρυνε πολύ. Πήγαινα και την κοινωνούσα σχεδόν κάθε εβδομάδα για να παίρνει δύναμη.
Ένα βράδυ κατά τις 2.00 ή ώρα, ξυπνάει την κόρη της και λέει:
–Ετοιμάσου. Όπου να ναι έρχεται ο πατήρ Στέφανος να με κοινωνήσει.
–Ο πατήρ Στέφανος θα κοιμάται τώρα στο σπίτι του, της απάντησε ή κόρη της.
–Όχι, όχι, θα ΄ρθει, θα έρθει τώρα! Σε παρακαλώ, ετοίμασε το τραπεζάκι. Βάλε το θυμιατό, βάλε και το κερί.
(Έτσι έκαμαν πάντοτε. Ετοίμαζαν ένα τραπεζάκι στρογγυλό, με άσπρη πετσέτα και επάνω το καντήλι, το κηροπήγιο και το θυμιατό δίπλα, αναμμένα όλα. Άπλωνα το «μάκτρο», ακουμπούσα πάνω τα τίμια Δώρα, έκανα την ένωση και την κοινωνούσα.)
–Τα ετοίμασες; ρώτησε την κόρη της.
–Τα ετοίμασα.
–Χτυπάει ή πόρτα. Πήγαινε να ανοίξεις.
Έκανε ή κόρη της ότι πήγαινε να ανοίξει. Αυτή περίμενε. Έκανε το σταυρό της, πήρε το «μάκτρο», (υποθετικά), το έβαλε κάτω από το σαγόνι της, άνοιξε το στόμα της, κατάπιε, σκουπίστηκε, έδωσε πίσω το «μάκτρο», έκανε με ευλάβεια το σημείο του σταυρού, σταύρωσε τα χέρια της και περίμενε να φύγω. Ποιος ξέρει; Προφανώς Άγγελος την κοινώνησε στο πρόσωπο το δικό μου. Αποκλείεται να ήταν παραίσθησις. Ήταν ένα γεγονός πραγματικό, όπου κοινώνησε των άχραντων Μυστηρίων αλλά σε πνευματική μορφή.
Την άλλη μέρα με ειδοποίησαν, πήγα, και μου είπαν ιδιαιτέρως τι συνέβη.
Πλησίασα την άρρωστη και μου είπε:
– Σ’ ευχαριστώ πού ήρθες τη νύχτα… Το κλειδί που είναι;…
–Μη στενοχωριέσαι κυρία Κατερίνα και το κλειδί θα πάρεις! Την επομένη το βράδυ με ειδοποίησαν ότι εκοιμήθη.
Πήγα στο σπίτι και μου διηγήθηκαν τα εξής:
Ήρθε η στιγμή να φύγει και έλεγε: Πάτερ Στέφανε, φεύγω! Ήρθαν οι Άγγελοι! Που είσαι; που είσαι; Έλα… ήδη με έφεραν μπροστά στην πόρτα του Παραδείσου και είναι κλειστή… Θέλω το κλειδί, το κλειδί, πού μου υποσχέθηκες, το κλειδί, το κλειδί… Α, ευχαριστώ…
Άπλωσε το χέρι της και φάνηκε σαν να πήρε ένα μεγάλο παλαιό κλειδί, γύρισε το χέρι της, όπως κάνουμε όταν ανοίγουμε με κλειδί μια πόρτα, κατέβασε το χέρι της, έκανε το σημείο του σταυρού, «σ’ ευχαριστώ…» είπε και εκοιμήθη. Έτσι έφυγε ή κυρία-Κατερίνα με το κλειδί του Παραδείσου στο χέρι!

Του Πρωτ. Στέφανου Αναγνωστόπουλου

Wednesday, 17 July 2013

Η μεγάλη πλάνη: “Εγώ πάτερ μου είμαι πολύ καλός χριστιανός​,ταπεινός και δίκαιος”


 Του π. Στεφάνου Αναγνωστοπούλου

Πριν από τέσσερα χρόνια, ή πέντε, δεν ενθυμούμαι καλά, σας είχα αναφέρει ένα γεγονός, δεν ξέρω πόσοι από σας το είχατε ακούσει, το ξαναεπαναλαμβάνω, διότι έχει άμεση σχέση με το σημερινό Ευαγγελικό Ανάγνωσμα.

Ήρθε κάποιος χριστιανός, επαναλαμβάνω πριν από τέσσερα χρόνια, πέντε, δεν θυμούμαι, μου είπε το όνομά του, και ήλθε σε μένα επειδή είχε πεθάνει ο πνευματικός του, – γνωστός, από το Λοιμωδών, – και αμέσως μετά μου είπε: «Εγώ πάτερ μου, για να ξέρεις είμαι πολύ καλός χριστιανός, είμαι και ταπεινός, είμαι και δίκαιος», και τον ρώτησα από πού αυτό το συμπέρασμα.

Και μου απαντάει: «Έχω πολύτεκνη οικογένεια, είμαι τμηματάρχης στη Άλφα Δημόσια Υπηρεσία, πηγαίνω κάθε Κυριακή και γιορτή στην Εκκλησία, κάνω την προσευχή μου πρωί και βράδυ, δίνω πολλές ελεημοσύνες, και μάλιστα φτάνω μέχρι και την εντολή που δίνει ο Θεός, να δίνουμε μέχρι και το δέκατο από το μισθό μας, επισκέπτομαι τους αρρώστους στα νοσοκομεία, κατάκοιτους στα σπίτια, νηστεύω Τετάρτες και Παρασκευές και όλες τις Σαρακοστές, εξομολογούμαι τακτικά, κοινωνώ επίσης …»

Όλα αυτά μου θύμισαν αμέσως τον Φαρισαίο, διότι τίποτε περισσότερο από το Φαρισαίο δεν είπε, όχι ο Φαρισαίος όλα τα έκαμεν,«Διαβάζω την Καινή Διαθήκη», κι ο Φαρισαίος ήξερε τον Νόμον του Θεού,«Και μάλιστα πολύ καλά, και πολλά όλα ωραία βιβλία, όπου κι αν πάω, όπου κι αν σταθώ, μιλάω για τον Αντίχριστο, για το φοβερό ΕΚΑΜ, για το εξακόσια εξήντα έξι, και καυτηριάζω το κακό, κάνω αυστηρές παρατηρήσεις στο όνομα του δικαίου, και καυτηριάζω το κακό, και του Ευαγγελίου, σε όλους, στη γυναίκα μου, στα παιδιά μου, στους συγγενείς μου, στους υφισταμένους μου, στους γειτόνους μου, στους εργάτες μου, στους συγκάτοικούς μου, σ’ αυτούς που είναι στο δρόμο, παντού, σε όλους, σε όλους, …» δεν τον άφησα να, συνεχίσει βέβαια, διότι είχα καταλάβει αρκετά, και κείνη τη στιγμή, με φώτισε ο Θεός, αν και είμαι αμαρτωλός, όντως αμαρτωλός είμαι, αμαρτωλός και άθλιος και του είπα τα εξής :

«Αν θέλεις να μάθεις συ ο ίδιος, πόσο καλός άνθρωπος είσαι, και τι είδους χριστιανός είσαι, και αν αυτό που νομίζεις ότι είσαι, αρέσει στο Θεό, θα πας αμέσως τώρα μόλις φύγεις από δω, στη γυναίκα σου, και στα παιδιά σου, και αύριο μεθαύριο στους συγκατοίκους της πολυκατοικίας, στους συγγενείς, στους συναδέλφους και λοιπά, και θα τους ρωτήσεις να σου πουν με απόλυτη ειλικρίνεια, τι γνώμη έχουν για σένα. Και μάλιστα τι μουρμουρίζουν πίσω από την πλάτη σου, και τι γνώμη έχουν για τον Χριστιανισμό που εσύ αντιπροσωπεύεις. Αυτός είναι ο κανόνας που σου βάζω. Και θα ’ρθείς ύστερα από μερικές μέρες να μου απαντήσεις. Μέχρι τότε δεν έχει Θεία Κοινωνία. Και μόνον την αλήθεια, και όσοι διστάζουν να σου την γράψουν ανώνυμα, να την τυπώσουν στην γραφομηχανή, και στα κομπιούτερς που υπήρχαν τότε, και να στα παραδώσουν μέσε σε κλειστά φάκελλα για να ξέρεις. Και όταν βέβαια θα ακούσεις και θα διαβάσεις τις γνώμες των συνανθρώπων σου, να σταθείς, να πάς στην Εκκλησία και να σταθείς μπροστά στην εικόνα του Χριστού, και να Τον ρωτήσεις, ύστερα από όσα μου είπαν, και από όσα διάβασα, αν πεθάνω σήμερα Χριστέ μου, κληρονομώ την Βασιλεία Σου;»

Βέβαια, έφυγε θιγμένος, θυμωμένος, στεναχωρημένος και προβληματισμένος. Γύρισε όμως ύστερα από τρεις εβδομάδες. Έπεσε στα γόνατα και ομολόγησε φωνάζοντας:

«Πάτερ μου είμαι αμαρτωλός, είμαι εγωιστής, μού ’παν ότι είμαι σκληρόκαρδος, θυμώδης, καβγατζής, γκρινιάρης, άδικος, κουτσομπόλης, υπερήφανος, καινοδοξής, λαίμαργος, φιλάργυρος, άπιστος, άθεος, και όλοι μηδενός εξαιρουμένου μου είπαν ότι είμαι υποκριτής, υποκριτής. Και αν πεθάνω σήμερα, δεν έχω κανένα ίχνος μετανοίας, διότι έρχεται η εβδομάδα της Κυριακής των Απόκρεω, και ξέρω ότι εκείνη την Κυριακή διαβάζεται το Ευαγγέλιον της Κρίσεως. Αν πεθάνω που θα πάω;»

Δυστυχώς αδελφοί μου οι πιο πολλοί από μας, άλλος λιγότερο και άλλος περισσότερο του μοιάζουν. Πιστεύουμε ότι είμαστε καλοί άνθρωποι και καλοί χριστιανοί αλλά κάνουμε μεγάλο λάθος. Η πορεία μας στη ζωή μας, όπως αυτή αποκαλύπτεται μέσα στην οικογένειά μας, και στον εργασιακό χώρο και στο κοινωνικό περιβάλλον, είναι απορία που ικανοποιεί τα πάθη, και δεν είναι πορεία για την κάθαρση, για τον αγιασμό, για την θέωση, για τη σωτηρία.

Όσο μας ξέρει ο σύντροφος της ζωής μας, δεν μας ξέρει κανένας άλλος. Και καμιά φορά όσο μας ξέρουν τα παιδιά μας, και όσο μας ξέρουν συνεργάτες, υφιστάμενοι και προϊστάμενοι, και τόσοι άλλοι, που γνωρίζουν και βλέπουν τα στραβά μας και τα λάθη μας και τις κακίες μας, τόσο καλά ώστε να ’μαστε εμείς τυφλοί και να μη τις βλέπουμε. Μόνον βέβαια ο Θεός γνωρίζει καλύτερα από όλους, ποιοι είμεθα στο βάθος του είναι μας, διότι Αυτός βλέπει μέσα στις καρδιές μας.

Μέσα μας βλέπει ο Θεός, δε βλέπει από έξω. Και δυστυχώς αν κρατήσουμε αυτήν την στάση, θα ακούσομε αυτό που είπε ο Κύριος: «Υπάγετε απ’ εμού κατηραμένοι, εις το πυρ το αιώνιον, το ητοιμασμένω τω διαβόλω και τοις αγγέλοις αυτού».

Γι’ αυτό και χρειάζεται η καθημερινή μετάνοια και η αλλαγή της ζωής μας, να μάθουμε από τώρα να ζούμε την αιώνια ζωή, ή μάλλον την ίδια ζωή που έζησε ο Χριστός πάνω στη γη. Να παλεύουμε λοιπόν και να αγωνιζόμαστε κάθε μέρα, για την κάθαρση, τον φωτισμό και τον αγιασμό. Και αν δεν τα καταφέρνουμε, άνθρωποι είμαστε, κι αν λυγίζουμε, και αν κάθε μέρα πέφτουμε, να σηκωνόμεθα, να ομολογούμε ότι είμεθα αμαρτωλοί, ότι είμεθα ένα τίποτα, μπροστά στον αγιασμό των αγίων και μπροστά στην Παναγιότητα και Παναγαθότητα του Αγίου μας Θεού. Πρέπει να μάθουμε να ζούμε όπως έζησε ο Χριστός, και πρέπει να μάθουμε να τρεφόμεθα καθημερινά από τον άρτον της ζωής, απ’ τον άρτον της δικαιοσύνης, απ’ τον καθημερινό άρτο της κάθε αρετής που πρέπει να καλλιεργούμε.




«Μακάριοι οι πεινώντες και διψώντες» είπε ο Κύριος, «ότι αυτοί χορτασθήσονται.» Και δεν είναι δικός μας μόνον χορτασμός. Είναι και χορτασμός του Χριστού, αλλά είναι και χορτασμός του πλησίον. Αν εγώ χορτάσω από αγάπη, θα την προσφέρω πρώτα στον Θεόν, και ύστερα θα την προσφέρω στον πλησίον. Θα αναπαυθεί ο Θεός, και θα πολλαπλασιάσει τις δωρεές Του μέσα μου. Και έτσι, δι’ αυτών των δωρεών, και δι’ αυτών των χαρισμάτων, θα χορτάσω με τον Άρτον του Χριστού, της δικαιοσύνης και της κάθε αρετής. Και τον πλησίον μου θα Τον ξεδιψάσω με τον λόγον του Θεού, τον αληθινόν λόγον, που θα βγαίνει μέσα από την πείρα της ζωής μου και της ζωής σου. Όχι μόνο από αυτά που διαβάζουμε, καλά είναι αυτά που διαβάζουμε, και καλώς πολύ καλά κάνουμε να τα μεταφέρουμε συχνά πυκνά στους δικούς μας, στα παιδιά μας, στις συντροφιές μας. Αλλά όμως πέρα από τις πείνες και τις δίψες τις υλικές που υπάρχουν γύρω μας, και τις οποίες κατά τον άλφα ή βήτα τρόπο ας πούμε ότι καλύπτονται είτε από μας, είτε από την κοινωνική πρόνοια, αυτό είναι καθήκον όμως, υπάρχει πείνα και δίψα για αληθινό λόγο Θεού, και τον λόγον του Θεού ΔΕΝ τον συζητάμε στα σπίτια μας, δεν τον συζητάμε μεταξύ μας στις συντροφιές μας, δεν τον συζητάμε τον λόγον του Θεού και τους βίους των Αγίων και τα γεγονότα που περιγράφονται στα γεροντικά όταν συναντόμεθα μεταξύ μας, φιλικά απ’ το ένα σπίτι στο άλλο. Θα πείς, μας κοροϊδεύουν. Να μας κοροϊδέψουν αλλά εμείς να πούμε τον λόγον του Θεού.

Και ο αγώνας ο δικός μας, και των κληρικών και των λαϊκών, είναι να ομοιάσουμε τον Χριστό. Όλες οι ευχές της Θείας Λειτουργίας, αν τις προσέξτε καλά, γιατί σαν εδώθησαν προς μελέτη, οι ευχές αυτές της Θείας Λειτουργίας, με πάρα πολύ καλή ανάλυση και μέσα από την πράξη της ζωής, αγίων ανθρώπων, αγίων πιστών, αγίων απλών εφημερίων, κληρικών και ασκητών, σας εδόθη η ερμηνεία της Θείας Λειτουργίας. Αν λοιπόν προσέξουμε καλά, θα δούμε ότι ο σκοπός είναι ο αγιασμός της ψυχής μας, είναι να χορταίνουμε από τον ίδιο τον Χριστό, και αυτό που περισσεύει, να το δίνουμε στους άλλους.

Έχω αγάπη; Θα σας δώσω.

Δεν έχω; Δε θα σας δώσω.

Έχετε αγάπη; Θα τη δώσετε.

Έχετε υπομονή; Θα τη δώσετε, κάνοντάς την.

Έχετε πραότητα και ειρήνη; Θα τη δώσετε!

Δηλαδή έχετε χάρη Θεού; Θα δώσετε.

Έχουμε Χάρη; Θα δώσουμε.

Δεν έχουμε; Δεν θα δώσουμε.

Μας παρασέρνουν πότε το ένα πάθος και πότε το άλλο, και έτσι λοιπόν αντί να προσφέρουμε την ταπείνωση και την πραότητα που ζητάει ο Θεός από μας, εμείς προσφέρουμε αγριότητα, θυμό, νεύρα, αντιλογία, αντιρρήσεις, και χαλάμε την ειρήνη του σπιτιού μας. Και ξεχνάμε αυτό που μας είπε ο Πανάγιος Θεός «μάθετε απ’ εμού, ότι πράος ειμί και ταπεινός τη καρδία και ευρήσετε ανάπαυσιν ταις ψυχαίς ημών». Δεν έχουμε ειρήνη μέσα μας. Δεν έχουμε ανάπαυση. Δεν έχουμε γαλήνη, όχι επειδή είμαστε άρρωστοι, – οι αρρώστιες βέβαια είναι αλήθεια ότι προσφέρουν ταραχή, δεν αφήνουν ήσυχο και το σώμα, οι πολλές και ποικίλες που έχουμε – αλλά όμως όταν υπάρχει μέσα μας ειρήνη, η ειρήνη του Θεού που υπερέχει, κάθε σκέψη και κάθε νουν που φτάνει μέχρι τον ουρανό, αυτή η ειρήνη ειρηνεύει και το σώμα, ειρηνεύει τις αισθήσεις, ειρηνεύει τους λογισμούς και άμα αυτή η ειρήνη πλημμυρίσει την ψυχή μας ύστερα από προσευχή, η ειρήνη επικρατεί και στο σπίτι. Η ειρήνη επικρατεί και στο περιβάλλον. Η ειρήνη επικρατεί και την ώρα που οδηγείς το αυτοκίνητο. «Μάθετε απ’ εμού λοιπόν ότι πράος ειμί και ταπεινός τη καρδία».

“Γυμνός και δε με ντύσατε ή με ντύσατε”; Και κανένας ντύνεται με αρετές, δεν ντύνεται κανένας μονάχα δίνοντας κάλτσες και παπούτσια και ρούχα, χρειάζονται και αυτά, διότι όπως μας λένε οι στατιστικές και οι πολιτικοί μας, ένα πολύ μεγάλο μέρος του Ελληνικού λαού ζει κάτω από τα όρια της φτώχειας, και αυτοί έχουν τις ανάγκες μας, αλλά όμως μαζί με το φαγητό, μαζί με το ψωμί και το νερό, μαζί με τη θέρμανση, μαζί με τον ρουχισμό και μαζί με τα πρώτα είδη ανάγκης, τα φάρμακα και τα λοιπά, χρειάζεται να του προσφέρουμε την αγάπη της καρδιάς μας. Να του προσφέρουμε τον λόγον του Θεού, να του προσφέρουμε αυτό το μάννα, που έθρεψε εμάς, να το βγάλουμε απ’ την καρδιά μας, για να του δώσουμε και αυτόν να χορτάσει. Αυτό το δίνουμε; Αυτό είναι το ερωτηματικό.

Το να τηρούμε πέντε δέκα εντολές και να νομίζουμε ότι είμαστε κάτι επειδή πηγαίνουμε στην Εκκλησία, δεν λέει πολλά πράγματα. Πρέπει να έχουμε αληθινή μετάνοια, και να την διδάσκουμε και έμπρακτα στους άλλους. Και την αληθινή μετάνοια δεν την βλέπω ούτε στον εαυτόν μου, αλλά ούτε και στους περισσοτέρους απ’ αυτούς που έρχονται να εξομολογηθούν.


Πηγή: proskynitis.blogspot.gr

Wednesday, 26 June 2013

π. Στέφανος Ἀναγνωστόπουλος: "Πῶς πάει ὁ ζῆλος σου";

  π. Στέφανος Ἀναγνωστόπουλος
Σ’ ἕνα ἄρθρο ἀπὸ τὸ περιοδικὸ «ΕΦΗΜΕΡΙΟΣ» (1-11-1956), τὸ ὁποῖο εἶχε φυλάξει στὸ ἀρχεῖο του ὁ ἀείμνηστος Γέροντας, πατὴρ Ἀρσένιος Κομπούγιας, τοῦ ἡσυχαστηρίου «Παναγία ἡ Γοργοεπήκοος» στὴ Ναύπακτο, γράφει τὸ ἑξῆς σημαντικὸ γεγονός:



Ἕνας ἱερεὺς ζηλωτὴς, μὲ πλούσια δράση, εἶδε κάποτε ἕνα ὄνειρο. Ὁ ἴδιος μᾶς τὸ ἔχει περιγράψει ὡς ἑξῆς:



«Καθόμουνα στὴν πολυθρόνα μου, κουρασμένος κι ἐξαντλημένος ἀπὸ τὴν ἐργασία. Τὸ σῶμα μου πονοῦσε ἀπ’ τὴ μεγάλη κόπωση.



Πολλοὶ στὴν ἐνορία μου ζητοῦσαν τὸν πολύτιμο «Μαργαρίτη». Καὶ πολλοὶ τὸν εἶχαν βρεῖ. Ἡ ἐνορία μου προόδευε ἀπὸ κάθε ἄποψη. Ἡ ψυχὴ μου πλημμύριζε ἀπὸ χαρά, ἐλπίδα καὶ θάρρος. Τὰ κηρύγματά μου ἔκαναν μεγάλη ἐντύπωση. Πολλοὶ προσήρχοντο στὴν Ἐξομολόγηση. Ἡ ἐκκλησία μου ἦταν πάντοτε ἀσφυκτικὰ γεμάτη. Εἶχα κατορθώσει νὰ κινητοποιήσω ὁλόκληρη τὴν ἐνορία.



Ἱκανοποιημένος ἀπ’ ὅλα, ἐργαζόμουνα κάθε μέρα μέχρις ἐξαντλήσεως. Ἐνῷ σκεπτόμουνα ὅλα αὐτὰ, χωρὶς νὰ τὸ καταλάβω, μὲ πῆρε ὁ ὕπνος. Τότε συνέβη τὸ ἑξῆς, ποὺ θὰ σᾶς περιγράψω:



Ἕνας ξένος μπῆκε στὸ δωμάτιο χωρὶς νὰ χτυπήσει τὴν πόρτα. Τὸ πρόσωπό του ἦταν γλυκὸ κι εἶχε μεγάλη πνευματικότητα. Ἦταν καλὰ ντυμένος καὶ κρατοῦσε στὸ χέρι του μερικὰ ὄργανα χημικοῦ ἐργαστηρίου. Ἡ ὅλη του ἐμφάνιση προκαλοῦσε παράξενη ἐντύπωση. Ὁ ξένος μὲ πλησίασε. Κι ἐνῷ μοῦ ἅπλωνε τὸ χέρι του γιὰ νὰ μὲ χαιρετήσει, μὲ ρώτησε:



-Πῶς πάει ὁ ζῆλος σου;



Ἡ ἐρώτηση αὐτὴ μοῦ προξένησε μεγάλη χαρά. Γιατὶ ἤμουν πολὺ ἱκανοποιημένος μὲ τὸ ζήλο μου. Καὶ δὲν εἶχα καμία ἀμφιβολία, πὼς κι αὐτὸς ὁ ξένος θὰ ἦταν πολὺ χαρούμενος, ἄν τὸν γνώριζε.



Τότε, ὅπως θυμᾶμαι ἀπ’ τὸ ὄνειρό μου, γιὰ νὰ τοῦ δείξω πόση ἀξία ἔχει ὁ ζῆλος μου, σὰν νὰ ἔβγαλα ἀπ’ τὸ στῆθος μου μιὰ συμπαγῆ μᾶζα, ποὺ ἀκτινοβολοῦσε σὰν χρυσάφι. Τοῦ τὴν ἔβαλα στὸ χέρι καὶ τοῦ λέω:



-Αὐτὸς εἶναι ὁ ζῆλος μου.



Ἐκεῖνος τὴν πῆρε καὶ τὴ ζύγισε προσεκτικὰ πάνω στὴ ζυγαριὰ του:



-Ζυγίζει πενῆντα κιλά, μοῦ λέει σοβαρά.



Ἐγὼ μόλις ποὺ μποροῦσα νὰ συγκρατήσω τὴ χαρὰ μου γιὰ τὸ βάρος αὐτό. Ἐκεῖνος ὅμως μὲ σοβαρότητα, σημείωσε τὸ βάρος σ’ ἕνα χαρτὶ καὶ συνέχισε τὴν ἐξέτασή του.



Ἔσπασε τὴ μᾶζα ἐκείνη σὲ κομμάτια καὶ τὴν ἔβαλε μέσα σ’ ἕνα χημικὸ τηγάνι πάνω στὴ φωτιά. Ὅταν ἡ μᾶζα ἔλειωσε καὶ καθαρίστηκε, τὴν ἔβγαλε ἀπ’ τὴ φωτιά. Ξεχώρισε τὰ διάφορα στοιχεῖα. Ὅταν αὐτὰ κρύωσαν, σχηματίσθηκαν διάφορα κομμάτια. Τὰ ἄγγιζε μ’ ἕνα σφυράκι καὶ ζύγιζε τὸ βάρος κάθε κομματιοῦ πάνω στὸ χαρτί.



Ὅταν τελείωσε, μοῦ ἔριξε μιὰ ματιὰ γεμάτη ἀπὸ συμπόνια καὶ μοῦ λέει:



-Εὔχομαι νὰ σὲ λυπηθεῖ ὁ Θεὸς καὶ νὰ σωθεῖς.



Κι ἀμέσως, ἐγκατέλειψε τὸ δωμάτιο.



Στὸ χαρτὶ ποὺ μοῦ ἄφησε στὸ τραπέζι, ἦταν γραμμένα τὰ ἑξῆς:



Ἀνάλυσις τοῦ ζήλου τοῦ ἱερέως Χ.



Συνολικὸν βάρος: 50 κιλὰ



Ἡ προσεκτικὴ ἀνάλυσις παρουσιάζει τὰ ἑξῆς στοιχεῖα:

• Φανατισμός: 5 κιλά.

• Προσωπικὴ φιλοδοξία: 15 κιλά.

• Φιλοχρηματία: 12 κιλά.

• Τάση πρὸς ἐπιβολὴ καὶ κυριαρχία πάνω στὶς ψυχές: 8 κιλά.

• Ἐπίδειξις: 10 κιλὰ παρὰ 20 γραμμάρια.

• Ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό: 10 γραμμάρια.

• Ἀγάπη πρὸς τοὺς ἀνθρώπους: 10 γραμμάρια.



Σύνολον: 50 κιλά.



Ἡ παράξενη συμπεριφορὰ τοῦ ξένου καὶ ἡ ματιὰ μὲ τὴν ὁποία μὲ ἀποχαιρέτησε, μοῦ μετέδωσαν κάποια ἀνησυχία. Μὰ ὅταν εἶδα τὸ ἀποτέλεσμα τῆς ἐξετάσεώς του, ἔνοιωσα τὰ γόνατά μου νὰ λυγίζουν.



Θέλησα στὴν ἀρχὴ ν’ ἀμφισβητήσω τὴν ὀρθότητα τῶν ἀριθμῶν. Μὰ ἐκείνη τὴ στιγμὴ ἄκουσα ἕναν ἀναστεναγμὸ τοῦ ξένου, ποὺ εἶχε φθάσει στὴν ἐξώπορτα. Ἠρέμησα κι ἄρχισα νὰ σκέπτομαι πιὸ ψύχραιμα. Μὰ καθὼς σκεπτόμουν, σκοτείνιασε μπροστὰ μου. Δὲν μποροῦσα νὰ διαβάσω τὸ χαρτί, ποὺ κρατοῦσα στὰ χέρια μου. Ἀγωνία καὶ φόβος μὲ κατέλαβαν. Στὰ χείλη μου ἦλθε ἡ κραυγή:



-Κύριε, σῶσον με…



Ἔριξα πάλι μιὰ ματιὰ στὸ χαρτί. Ξαφνικά, μεταμορφώθηκε αὐτὸ σ’ ἕναν ὁλοκάθαρο καθρέπτη, ποὺ καθρέπτιζε τὴν καρδιὰ μου. Ἔνοιωσα καὶ ἀνεγνώρισα τὴν κατάστασή μου. Μὲ δάκρυα στὰ μάτια παρακαλοῦσα τὸν Κύριο νὰ μ’ ἐλευθερώσει ἀπ’ τὸ ΕΓΩ μου. Τέλος, ξύπνησα μὲ μιὰ κραυγὴ ἀγωνίας.



Στὰ περασμένα χρόνια, παρακαλοῦσα τὸν Θεὸ νὰ μὲ σώσει ἀπὸ διαφόρους κινδύνους. Μὰ ἀπὸ τὴν ἡμέρα ἐκείνη, ἄρχισα νὰ παρακαλῶ τὸν Θεὸ νὰ μ’ ἐλευθερώσει ἀπὸ τὸ δικὸ μου ΕΓΩ.



Γιὰ πολὺ καιρὸ ἔνοιωθα ταραγμένος. Τέλος, ὕστερα ἀπὸ ἐπίμονες προσευχές, ἔνοιωσα τὸ φῶς τοῦ Κυρίου νὰ πλημμυρίζει τὴν καρδιὰ μου καὶ νὰ καίει τ’ ἀγκάθια τοῦ ἐγωκεντρισμοῦ μου. Ὅταν ὁ Κύριος μὲ καλέσει κοντὰ Του, θὰ Τὸν εὐχαριστήσω ὁλόθερμα γιὰ τὴν ἀποκάλυψη ἐκείνης τῆς ἡμέρας, γιατὶ μοῦ φανέρωσε τότε τὸν ἀληθινὸ ἑαυτὸ μου καὶ ὁδήγησε τὰ πόδια μου στὸν πιὸ στενό, ἀλλὰ καὶ πιὸ ὄμορφο δρόμο. Ἀπὸ τότε κάθε μέρα ἀνανέωνα τὶς ἀποφάσεις μου.



Ἐκείνη ἡ ἐπίσκεψη ποὺ μοῦ ἔκανε Ἐκεῖνος ποὺ «ἐτάζει καρδίας καὶ νεφρούς» (πρβλ. Ψαλμ. 7:10), μὲ ἔκανε ἄλλον ἄνθρωπο καὶ ὠφέλησε πολὺ τὴν ἐργασία μου».



--------------------------------------------------------------------
πηγή: Ἀναγνωστόπουλος Στέφανος (Πρεσβύτερος), "Οἱ Ἀναβαθμοὶ στὴν ἐν Χριστῷ πορεία", Πειραιᾶς, 2011.

Monday, 1 April 2013

Η Οσία Μαρία η Αιγυπτία καί η άκτιστος Θεία Χάρις




Tην πέμπτη Κυριακή των Νηστειών, μνήμη της Οσίας μητρός ημών Μαρίας της Αιγυπτίας, που εκοιμήθη εν ειρήνη την πρώτην Απριλίου.

Ολόκληρη η Θεία Λειτουργία χριστιανοί μου, είναι μια δοξολογική προσφορά των πάντων, στον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν, στον Θεόν Πατέρα και στο Άγιον Πνεύμα. Είναι όμως και μια συνεχής ευχαριστία για όλα τα αγαθά πού ακόμα και χωρίς να το γνωρίζουμε μας παρέχει η αγάπη Του. Ιδιαίτερα για την δυνατότητα που μας δίνει ο Θεός, μέσα από τα Πανάχραντα Μυστήρια, να ξαναγίνουμε και πάλι παιδιά του, να μπορούμε να μετέχουμε πλούσια στη Θεία Του Χάρη.

Έτσι και η Οσία Μαρία η Αιγυπτία κατάπληκτη από το μεγαλείο της μακροθυμίας, και της αγάπης του Θεού, δεν έπαψε ούτε για μια στιγμή να μην εκφράζει την ευγνωμοσύνη και ευχαριστία της προς την άπειρη ευσπλαχνία Του.
Σαράντα οκτώ ολόκληρα χρόνια σκληρή άσκηση, νηστεία, αγρυπνία, προσευχή, και πνευματική λατρεία.
Μέσα στην έρημο, ηγωνίζετο σκληρά η Οσία Μαρία η Αιγυπτία, και η έρημος πλημμύριζε από ζωή. Η άμμος γέμιζε από λουλούδια και η φοβερή (ζέστη) και ο άρρητος εκείνος καύσωνας μεταβάλλονταν σε ουράνια δροσιά.
Για φίλους και συντροφιά, είχε τα άγρια θηρία. Και τα πάντα γύρω της πλημμύριζαν από το φως της τρισηλίου Θεότητος. Γι’ αυτό και ζούσε μέσα το αρχαίον κάλλος των Πρωτοπλάστων, πριν από την πτώση τους.
Και έτι περισσότερον ζούσε στη φυσική εκείνη κατάσταση, που με τα μάτια της ψυχής της ανοικτά, μέσα από την πνευματική διαφάνεια του φωτισμένου νοός της, εβίωνε και ησθάνετο με την καρδιά της την ενέργειαν και τους ανασασμούς του Παναγίου Πνεύματος.
Έτσι ζούσε η Οσία Μαρία. Τα πάντα γύρω της και μέσα της ήταν Παράδεισος. Η αμαρτία όμως πολεμήθηκε σώμα με σώμα. Ιδιαίτερα στην πάλη με τους λογισμούς, μέσα στο νου. Και ειδικότερα τα πρώτα δεκαεπτά χρόνια, τα οποία ήσαν και τα σκληρότερα στην άσκησή της.
Εμείς όλοι άραγε οι σημερινοί Νεοέλληνες χριστιανοί πως ζούμε; Ακούμε τη φωνή της αρετής ή τη φωνή της αμαρτίας; Ακούμε την φωνή του Ευαγγελικού λόγου, ή τα συνθήματα του κόσμου του σημερινού της αμαρτίας;
Με την κάθε μας αμαρτία, με την κάθε μας δηλαδή άρνηση, στο να ακούσουμε, τη φωνή του Χριστού και της Εκκλησίας Του, που απευθύνεται στις καρδιές μας από τους αντιπροσώπους Του επί της γης, δηλαδή τους επισκόπους και πρεσβυτέρους, είναι σα να βρίζουμε τον εν Τριάδι Θεόν, να προσβάλλουμε το Ευαγγέλιο και τους ιερούς κανόνες και να υποτιμάμε ακόμα και τους ίδιους τους εαυτούς μας, επειδή είμαστε πλασμένοι κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν δική Του. Αν με πείσμα και με τη θέλησή μας παραβλέπουμε τις εντολές του Θεού, και ικανοποιούμε εγωιστικά τις επιθυμίες των διαφόρων παθών μας, τότε είμεθα άξιοι κολάσεως. Είμεθα άξιοι της μαύρης χάριτος. Όταν μας παρασέρνουν χριστιανοί μου τα διάφορα συνθήματα των ημερών μας, δαιμονοκρατούμεθα, και δεχόμεθα το σκοτάδι σαν φως και το φως σαν σκοτάδι.
Πρώτη έρχεται σε αξία η Εκκλησία και ύστερα η πολιτεία με τους νόμους της. Διότι πρώτα είμεθα πολίτες της Βασιλείας των ουρανών, και ύστερα πολίτες αυτής της γης. Η Αγία Γραφή που είναι η αδιάψευστος αλήθεια, μας βεβαιώνει ότι «ημών γαρ το πολίτευμα εν ουρανοίς υπάρχει».
Κάθε αμαρτία είναι όχι μόνον μια βρισιά στην ανθρώπινη φύση μας που πλάστηκε κατ’ εικόνα Θεού, αλλά και φανερή ανταρσία κατά του Αγίου Θεού. Η φυσική όμως κατάσταση του βαπτισμένου ανθρώπου, είναι να ζει σύμφωνα με το Πανάγιο Θέλημα του Θεού, διότι Αυτός τον έπλασε. Όπως εκφράζεται από τους Αποστόλους, τους διαδόχους των Αποστόλων, τους διαδόχους αυτών και τους διαδόχους αυτών, μέχρι και σήμερα που είμεθα εμείς οι ιερωμένοι, με γνώμονα πάντοτε το Ευαγγέλιο και τους ιερούς κανόνες, που πηγάζουν μέσα από το πηδάλιον της Εκκλησίας.
Η Οσία Μαρία η Αιγυπτία, πρότυπο μετανοίας μέσα στους αιώνες, προτίμησε να υποστεί αφάνταστες ταλαιπωρίες, κακουχίες και στερήσεις μέσα στην έρημο, παρά να βρεθεί ξανά δούλη στην φρικτή αμαρτία.
Γιατί είναι όντως η αμαρτία φρικτή και πηγή κάθε δυστυχίας για τον κάθε Ορθόδοξο χριστιανό που με αυτήν βρωμίζει τον Χριστό και την πίστη Του. Η αμαρτία είναι κρίσις με τον Θεόν. Είναι ανταρσία κατά του Θεού. Η αμαρτία λερώνει και κουρελιάζει τον χιτώνα του Αγίου Βαπτίσματος. Γι’ αυτό και απαιτείται η μετάνοια που αποκαθιστά τις σχέσεις μας με τον Θεόν, μας δικαιώνει μέσα από το έμπρακτο μυστήριο της Ιεράς Εξομολογήσεως, και μας καθιστά πάλι παιδιά του, παιδιά της Βασιλείας των Ουρανών.
Η Εκκλησία μας αδελφοί μου, μέσα στην πατρίδα μας αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο, ιδιαίτερα όμως σε μας, έχει ναούς, ναούς και ναούς και εξωκκλήσια και παρεκκλήσια σε κάθε γωνιά της γης μας. Έχει όμως αρχιερείς, έχει πρεσβυτέρους, έχει διακόνους, έχει τα πανάγια σωστικά μυστήρια, αλλά έχει και ιερούς κανόνας, όπως και την Ιεράν Παράδοσιν. Έχει το Ευαγγέλιο, την Αγία Γραφή, έχει Αγίους, έχει μάρτυρας, ιεράρχες και οσίους. Και όλως ιδιαιτέρως έχει το Αίμα του Ιησού Χριστού, το εκχυθέν υπέρ του κόσμου ζωής και σωτηρίας. Όποιος χριστιανός τα αρνείται όλα αυτά που είπαμε, είναι σαν να προδίδει τον Χριστόν, όπως ο Ιούδας.
Η Οσία όμως Μαρία δεν πρόδωσε το Βάπτισμά της. Αγωνίστηκε γενναία, υπέφερε απερίγραπτους πειρασμούς, και δυσκολίες, ακριβώς για να μην ολιγοψυχήσει, και γυρίσει πίσω στην αμαρτία, στον ίδιον ξέραμα. Γι’ αυτό πόνεσε, ίδρωσε, έλειωσε, μάτωσε και υπέφερε μέχρι εξαντλήσεως. Όχι για μια μέρα, όχι για μια βδομάδα για ένα μήνα, για ένα χρόνο, αλλά για σαράντα οχτώ ολόκληρα χρόνια. Τα έδωσε όλα, ακόμα και τη ζωή της, για να μην προδώσει τον Χριστόν, με κάποια αμαρτία έστω και μέσα στο μυαλό, με τη σκέψη και με τον λογισμό της. Έδωσε το αίμα της, και έλαβε την χάριν του Αγίου Πνεύματος. Το βεβαιώνουν και οι Πατέρες, «Δώσε αίμα και λάβε πνεύμα». Και αυτή η Θεία Χάρη που παίρνει ο κάθε χριστιανός με το Άγιον Βάπτισμα, είναι η ίδια που τον φρουρεί, που τον φωτίζει, που τον οδηγεί στη σωστή πίστη, στο ορθό δόγμα, στις ορθές πράξεις, στην άσκηση, στο αγγελικό πολίτευμα ή στον σώφρονα γάμο, στην ομολογία, ακόμα και στο μαρτύριο. Αυτή η Χάρις, είναι η άκτιστη Θεία Χάρις του εν Τριάδι Θεού. Αυτή η άκτιστη Χάρις είναι το φως εκείνο το γλυκύτατο, που καταυγάζει και φωτίζει ψυχές και σώματα ακόμα δε και αυτήν την άψυχον κτίσιν. Ιδιαιτέρως καταυγάζει τις ψυχές και τα σώματα, εκείνων εκ των αγωνιζομένων πιστών χριστιανών, που όχι μόνον αγαπούν και ποθούν ειλικρινά τη Βασιλεία των Ουρανών, αλλά είναι έτοιμοι να χύσουν και το αίμα τους για την αγάπη του Χριστού την Αγία.
Αυτή η Θεία Χάρις αδελφοί μου, είναι αναστάσιμη χαρά, που προσφέρει πνεύμα ζωής, και τροφή αθανασίας. Είναι δύναμις πνευματική, που με χαρά υπομένει θλίψεις, στεναχώριες, αρρώστιες, βάσανα, πρόωρους θανάτους και αναπηρίες και πειρασμούς της ζωής. Είναι φως στο δρόμο της ζωής μας. Είναι σιγουριά και ασφάλεια στις επιθέσεις της κακίας του κόσμου και στο φθόνο των δαιμόνων. Και όλα αυτά που είπαμε, δεν είναι κάποια έτσι ωραία λόγια, για να κάνουμε καλή εντύπωση και να πούμε «τι ωραία τα είπε ο παπάς», ή έτσι τα είπαμε για να περάσει η ώρα, και να πούμε ότι κάναμε ένα κήρυγμα δήθεν σπουδαίο, όχι. Όλα αυτά είναι πνευματικές εμπειρίες με θεία γνώση, που προσφέρει η Εκκλησία μας, μέσα από την κάθε Θεία Λειτουργία, όπως την προσέφερε και σήμερα, και θα την προσφέρει σε λίγο με την Θεία Κοινωνία. Έτσι αποφεύγοντες την αμαρτία, - πόσοι από μας την αποφεύγουμε –ζούμε από τώρα τον αρραβώνα της τελειότητος της Βασιλείας των Ουρανών. Γι’ αυτό άλλωστε ερχόμεθα στην Εκκλησία, για να λάβουμε την παντοδυναμία και τον φωτισμό της Θείας Χάριτος, ώστε αποτελεσματικά να αντιμετωπίσουμε το τριπλό κακό της ζωής. Τον κόσμο, τη σάρκα, το διάβολο. Και πολεμώντας ειδικά το διάβολο, πολεμούμε και όλους τους εχθρούς της πίστεως, με την μάχαιρα του πνεύματος ό εστί ρήμα Θεού, δηλαδή, ο φωτεινός και κοφτερός πνευματικός λόγος του Θεού.
Η Θεία Χάρις είναι ακόμα χριστιανοί μου, και ουράνια πνευματική αφή, διότι όπως κάποιος αισθάνεται τα ρούχα που φοράει επάνω του, και όλοι μας αισθανόμαστε τα ρούχα που φοράμε επάνω μας αυτή τη στιγμή και γω μαζί με τα ρούχα και τα ιερά άμφια, έτσι και ο χαριτωμένος χριστιανός αισθάνεται ντυμένος από το ένδυμα της χάριτος του Παναγίου Πνεύματος, και είναι όλος φως.
Σε κάποια ιδιαίτερη στιγμή πνευματικής προσευχής, και ειδικότερα της νοεράς καρδιακής προσευχής, ή και της θείας μεταλήψεως ύστερα από λίγο, αισθάνεται βιωματικά την ακατάληπτη αυτή ουράνια αφή, ως άλλο ένδυμα να τον καταλαμβάνει ολόκληρο. Είναι σαν να ενδύεται λαμπερά ενδύματα φωτός, σαν και αυτά που φορούσε η Οσία Μαρία η Αιγυπτία στην έρημο, τα τελευταία 30 χρόνια της ζωής της.
Αυτό το θείον άκτιστο φώς, η δόξα και η βασιλεία και η μεγαλοσύνη, του θεανθρωπίνου προσώπου, του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, που περιέλαμψε και τους τρείς μαθητάς, στο όρος Θαβώρ, τον Πέτρο τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη, την ώρα της μεταμορφώσεως, είναι το ίδιο που συνοδεύει όπως προείπαμε την ασκητική ζωή της Οσίας Μαρίας, που φώτιζε το δρόμο της ερήμου και που της έδινε δύναμη και πίστη για να υπομένει αγόγγυστα τους πειρασμούς και τις θλίψεις, και προπαντός την ατέλειωτη μοναξιά μέσα στον αφόρητο καύσωνα της ερήμου.
Είναι το ίδιο άκτιστο φως, που την δρόσιζε την ημέρα και την θέρμαινε την νύχτα, όχι όμως χωρίς κόπο και δάκρυα.
Είναι το ίδιο που της έτρεφε το μαραμένο σώμα και της γλύκαινε τα διψασμένα χείλη της.
Είναι εκείνο το ίδιο που διαποτίζει και τα ιερά λείψανα και τα ενδύματα των αγίων, για προσέξτε το, γιατί όταν προσκυνάμε και ασπαζόμεθα τα Ιερά Λείψανα, μπορεί η ψυχή απ’ αυτά να έχει φύγει, έμεινε όμως η άκτιστος χάρις του Παναγίου Πνεύματος, και προσκυνούντες αυτά τα ιερά λείψανα, ή το ιερό σκήνωμα ενός αγίου, προσκυνούμε την Χάρη του Παναγίου Πνεύματος, γι’ αυτό και ευωδιάζουν.
Είναι το ίδιο φως, που και σε όλους εμάς που είμεθα γνήσια παιδιά της Ορθοδόξου Εκκλησίας, δίνει ζωή και δύναμη, κουράγιο και νόημα, νόημα της αληθινής εν Χριστώ ζωής στην ύπαρξή μας. Γιατί μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία οι χριστιανοί δεν καλούνται να γίνουν μόνον καλοί άνθρωποι, καλούς ανθρώπους έχουμε πολλούς, δόξα σοι ο Θεός, και πιστεύω ότι όλοι μας εδώ μέσα, είμαστε πολύ καλοί άνθρωποι. Αμ δέν χρειαζόμαστε καλούς ανθρώπους. Θέλουμε αγίους χριστιανούς, που να γίνουν θεοφόροι και πνευματοφόροι. Καλούνται δηλαδή να γίνουν συμμέτοχοι στο θεομένο Σώμα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, και συμμέτοχοι στο Σώμα της Εκκλησίας.
Και έτσι να τρέφονται απ’ την αστείρευτη πηγή του Θείου Λόγου, το Ιερόν Ευαγγέλιον, και να αναπνέουν το άκτιστο οξυγόνο της αιωνιότητος, τη Χάρη δηλαδή του Αγίου Πνεύματος, που μεταδίδεται ειδικότερα από το ιερό μυστήριο της Θείας Μεταλήψεως, της Θείας Ευχαριστίας, της Θείας Μεταλαβιάς. Και όταν κοινωνούν τα παιδιά σας, κοινωνάτε και σεις. Είστε το ίδιο αίμα..
Για προσέξτε καλά τους λογισμούς, και τις σκέψεις σας εκείνη τη στιγμή. Ο ιερεύς στέκεται μπροστά στην Ωραία Πύλη, ή στο πλάι και μεταδίδει την Θεία Κοινωνία. Προσέξτε σας παρακαλώ. Πόσο πολύ εύκολα φεύγει η Χάρις του Παναγίου Πνεύματος απ’ το Άγιο Ποτήριο και μπορεί να εισέλθει στις ψυχές σας. Αρκεί να φωνάζετε το «ήμαρτον» και το «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με».
Η σημερινή εορταζομένη Αγία Μαρία η Αιγυπτία, καλεί όλους τους σημερινούς νεοέλληνες Ορθοδόξους χριστιανούς, και μας, εδώ που είμαστε σήμερα εκκλησιαζόμενοι στο ναό της Αγίας Βαρβάρας να την μιμηθούμε. Όχι βέβαια στην ασκητική ζωή της ερήμου, αλλά στην πνευματική ζωή, στον πνευματικό αγώνα κατά των παθών και των δαιμόνων, και ιδιαιτέρως να την μιμηθούμε στην μετάνοια. Διότι μόνον με την μετάνοια, θα γεμίσουμε από φως και Θεία Χάρη. Η μετάνοια αληθινή θα ανοίξει τον δρόμο της σωτηρίας.

Χριστιανοί μου, μετανοείτε, μετανοείτε,
ήγγικεν γαρ η Βασιλεία των Ουρανών.
Χριστιανοί μου, ο Κύριος εγγύς,
Αμήν.

Απομαγνητοφωνημένα (και ηχητικά) κηρύγματα του Πρωτοπρεσβυτέρου π. Στεφάνου Αναγνωστοπούλου

Saturday, 16 March 2013

π.Στέφανος Αναγνωστόπουλος-Οι μάρτυρες και η Εποχή μας

Ιερός Ναός Παντανάσσης Πατρών Ομιλία του πρωτοπρεσβύτερου π Στέφανου Αναγνωστόπουλου Θέμα : «Οι μάρτυρες και η Εποχή μας» Δευτέρα 11-3-2013 Λύχνος TV

Tuesday, 12 March 2013

Η ομολογία πίστεως, δρόμος σωτηρίας καί αγιασμού

Συζητούν χριστιανοί μου ένας άνδρας, που μόλις πριν από λίγες μέρες είχε γίνει χριστιανός, μ' έναν παλιό του φίλο.
- Ώστε βαπτίστηκες, του είπε, κι έγινες χριστιανός Ορθόδοξος, ε;
Του λέει, «μάλιστα».
- Μα τότε θα ξέρεις πολύ καλά, όλα τα σχετικά με το πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Αλήθεια που Γεννήθηκε;
- Δεν ξέρω ...;
- Πόσο χρονών ήταν όταν βγήκε στη μεγάλη Του δράση;
- Δεν ξέρω ...;
- Πότε πέθανε; Πότε σταυρώθηκε;
- Δεν ξέρω.
- Σε πόσες μέρες αναστήθηκε;
- Μάλλον σε τρείς, αλλά δεν θυμάμαι.
- Ποια ήταν η κυριότερη θεϊκή Του διδασκαλία;
- Δεν ξέρω.
- Ποιοί ήσαν οι Απόστολοι που έγραψαν τα Ευαγγέλια;
- Δεν ξέρω.
- Ο Χριστός τι ήταν; Ήταν Θεός, ήταν άνθρωπος, ήταν Υιός Θεού, τι ήτανε;
- Δεν ξέρω.
- Αυτό που λένε ότι πιστεύετε εσείς οι χριστιανοί οι Ορθόδοξοι στην Αγία Τριάδα, τι σημαίνει;
- Δεν ξέρω.
- Από ό,τι βλέπω, είπε ο φίλος του, πολύ λίγα πράγματα θα έμαθες για τον Ιησού Χριστό, και την θεϊκή Του διδασκαλία. Απορώ όμως, αφού ξέρεις τόσα λίγα, τι σε έκαμε και έγινες χριστιανός;
- Έχεις δίκιο. Πολύ λίγα ξέρω και ειλικρινά ντρέπομαι γι' αυτό. Αλλά ξέρω και κάτι. Και αυτό το κάτι το ομολογώ.
- Τι είναι αυτό;
- Να! Πριν λίγα χρόνια ήμουν αλκοολικός. Όλο έπινα. Όλο μεθούσα. Πότε με ούζα, πότε με ρετσίνα, πότε με κρασί, πότε με ουίσκι, πότε με το ένα, πότε με το άλλο, άσε που όπως ξέρεις έπαιζα συνέχεια και χαρτιά. Έτσι χρωστούσα πάρα πολλά χρήματα, πολλά, πολλά... Η οικογένειά μου υπέφερε και οδηγούμεθα σιγά σιγά στην τελεία καταστροφή. Τα παιδιά μου με εφοβούντο. Μόλις έμπαινα στο σπίτι μεθυσμένος έτρεμαν τα καημένα, και τα πιο μικρά κατουριόντουσαν επάνω τους απ' το φόβο. Τώρα πια δεν πίνω. Δεν μεθάω. Δεν παίζω ούτε χαρτιά ούτε ζάρια. Και δεν χρωστάω σε κανέναν. Στο σπίτι όλοι με αγαπάνε. Και η ζωή μου είναι γεμάτη πλέον από χαρά. Τώρα ομολογώ την πίστη μου στον Χριστόν χωρίς να ντρέπομαι γι' αυτήν. Εξομολογήθηκα καθαρά και με ειλικρίνεια, και από τότε, όπως και σήμερα πετάω. Και όλα αυτά ήρθαν πολύ ήρεμα στη ζωή μου, χωρίς να το καταλάβω ...; πώς; Από τη στιγμή που πίστευσα αληθινά στο Χριστό. Ήμουν τυφλός, όπως κάποιος τυφλός που άκουσα στο Ευαγγέλιον. Και είδα, ανέβλεψα. Ήμουνα παράλυτος και ο Χριστός με λύτρωσε, με έστησε στα πόδια μου, στάθηκα στα πόδια μου. Ήμουν νεκρός πνευματικά, ηθικά, σωματικά και ο Χριστός με ανέστησε. Πίστεψα και είδα το Χριστό και αυτό μου φτάνει. Πηγαίνω στην Εκκλησία, κοινωνώ των Αχράντων Μυστηρίων, διαβάζω το Ευαγγέλιο, προσεύχομαι πρωί και βράδυ, κάνω το Σταυρό μου ελεύθερα. Εργάζομαι κάθε μέρα και αυτό με γεμίζει χαρά. Είμαι πλέον χρήσιμος, πρώτα για τον εαυτόν μου, για την οικογένειά μου πρώτα, και ύστερα για ολόκληρη την κοινωνία. Και όλα αυτά είναι δώρα Του. Δώρα του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού. Και αυτά τα δώρα Του τα χρωστάω. Αυτό το ξέρω, το ξέρω πολύ καλά, και το ομολογώ.
Αυτό το κάτι χριστιανοί μου, που είπε και ομολόγησε και που ομολογεί ο νεοβαπτιζόμενος χριστιανός, σημαίνει ότι ξέρω κάτι από πείρα. Είναι το βίωμά μου. Το έζησα. Το ζω και σήμερα και κατάλαβα τι αξία έχει το βίωμα απέναντι μονάχα στις ξερές γνώσεις.

Απομαγνητοφωνημένα κηρύγματα του Πρωτοπρεσβυτέρου π. Στεφάνου Αναγνωστοπούλου

Thursday, 21 February 2013

Ομιλία π. Στέφανος Αναγνωστόπουλος-Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΩΝ ΔΑΙΜΟΝΩΝ

Παρακολουθείστε την ομιλία του π. Στεφάνου Αναγνωστοπούλου με θέμα «Ο αόρατος πόλεμος των δαιμόνων» η οποία πραγματοποιήθηκε την Δευτέρα, 12 Νοεμβρίου 2012 στον Ιερό Ναό Κοιμήσεως της Θεοτόκου Παραλίας Πατρών στα πλαίσια των εσπερινών ομιλιών της ενορίας. Η τηλεοπτική κάλυψη της ομιλίας πραγματοποιήθηκε από τον σταθμό ''ΛΥΧΝΟΣ'' τον τηλεοπτικό σταθμό της Ι. Μ. Πατρών.

Monday, 22 October 2012

SOMETIMES EVEN THE DEVIL TELLS THE TRUTH


A certain hermit once had a conversation with the devil. During the course of the conversation the devil revealed certain truths which are very beneficial for all Christian’s to keep in mind.
They will hopefully assist us to better comprehend how precious the Mystery of Holy Communion is, especially when partaken of with a clean and pure heart.


The devil once appeared to a certain hermit. The hermit mustered up the courage and asked the devil:

‘What things are you most scared of?’

The devil answered:

‘There are some things that are dreadful and unbearable to us.’

‘Which are they?’ The Elder asked once again.

‘The first and foremost dreadful thing is Baptism, with which we lose dominion and right over you. Then there is the wood, (he means the Holy Cross and the sign of the cross) whose mark torments us, pushes us away and makes us disappear…’

‘However, the most dreadful of all is that which you eat, your Communion…. 
It is more dreadful than the fire of hell...more dreadful than the hell we live in. ‘Those’, the devil continued ‘who are clean and worthily partake of Holy Communion, not only can we not approach them but we also fear to even look upon.’

And he immediately added:

‘Even though these things persecute and destroy us, we are nonetheless grateful towards people, especially those Christians who are careless; whose own passions willfully pull themselves away from God’s power, energy and Divine Grace of the Mysteries. Subsequently, these Christians, of their own accord, provide us with the right to captivate their hearts and prevent them from ever repenting.’

Experiences During the Divine Liturgy
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...