Friday 31 October 2014

“Ἀνεξήγητο”


Μερικοί άνθρωποι διαθέτουν  τόσο μεγάλη πίστη, τόσο μεγάλη αγάπη και εμπιστοσύνη στον Θεό, ώστε η ζωή τους αποτελείται από μία σειρά θαυμαστών γεγονότων. Αν εμείς οι άνθρωποι συγκινούμαστε όταν κάποιος μας δείχνει εμπιστοσύνη και φροντίζουμε να ανταποκριθούμε, πόσο μάλλον ο Άγιος Θεός!
Μία τέτοια ψυχούλα επισκέφθηκε το Μοναστήρι φέτος το καλοκαίρι. ‘Ήταν μητέρα δύο παιδιών ενηλίκων. Παρ’ ότι δε η γυναίκα αυτή ήταν στη μέση ηλικία, είχε στο πρόσωπό της τη δροσιά της νεότητος. Το δε χαμόγελό της συχνά έδειχνε την καλωσύνη της ψυχής της. Όταν διηγήθηκε πόσες σοβαρές ασθένειες είχε περάσει και ξεπεράσει με την προσευχή και την πίστη της, έμενε κατάπληκτος όποιος την άκουγε. Μεταξύ των άλλων είπε:
“Όταν ξεκινούσα για κάποια σοβαρή εξέτασι ή εγχείρησι (είχε εγχειρισθεί για καρκίνο των σπλάγχνων) έπαιρνα μαζί μου μια εικονίτσα του Χριστού που έχω και Του έλεγα: “Έλα, Χριστέ μου, πάμε μαζί στο νοσοκομείο. Άνθρωπο δεν έχω να έρθει μαζί μου!” ( Ο σύζυγός μου δούλευε και ζούσαμε όλοι από ένα μεροκάματο. ) Και όλα πήγαιναν καλά. Τη βοήθειά Του την ένιωθα και την έβλεπα συνεχώς.


On Celebrating Halloween...



It is at this time of the year that the secular society in which we live is preparing for the festival of Halloween. Throughout the whole month of October, school children are engaged in various projects connected with the attributes of this festival: they draw witches, black cats, ghosts, make jack-o’lanterns, etc. For the entire month all the stores are overflowing with similar paraphernalia. Gradually a great excitement grows among the children, an expectation of joy, which culminates on the last day of the month in school parties, costumes, evening sorties for treats. All this masquerade is presented to society as a fun-filled event, as a merry and innocent children’s holiday.

But let us examine whether this holiday is really for children and whether it is really innocent. Let us look at why the Church forcefully tells us that is absolutely impossible for Orthodox Christians to participate in this event at an level. The issue involved is simple - faithfulness to God and to our holy Orthodox faith. Halloween has its roots in paganism and continues to be a form of idolatry in which Satan, the angel of death, is worshipped. As we know, our holy Church is founded upon the blood of martyrs, who refused to offer sacrifices or worship idols, even under the penalty of cruel torture and death. For this reason the Church calls us to follow their good example, to reject worship of the forces of evil in any way whatsoever, and to always remain faithful to God and the Church.

In order to understand why we cannot participate in the pagan festival of Halloween, we must understand its spiritual danger. For this we must turn to the history of this anti-Christian holiday. The feast of Halloween began in pre-Christian times among the Celtic peoples of Great Britain, Ireland and northern France. These pagan peoples believed that physical life was born from death. Therefore, they celebrated the beginning of the new year in the fall (on the eve of October 31st and into the day of November 1st), when, as they believed, the season of cold, darkness, decay and death began. A certain deity, whom they called Samhaim, was believed by the Celts to be the Lord of Death, and it was he whom they honored at their New Year’s festival.

Το ξερό...αντίδωρο


Η ιστορία, που θα σας αφηγηθώ είναι πέρα για πέρα αληθινή, όσα απίστευτα στοιχεία και αν έχει. Συνέβη στις αρχές Δεκέμβρη 2007. 
 
Οι έννοιες και οι φροντίδες της καθημερινότητας με είχαν καταβάλει εκείνο τον καιρό και ιδιαίτερα κάποιες οικογενειακές υποθέσεις μου είχαν προκαλέσει μεγάλη στεναχώρια. Τέλος πάντων σκεφτόμουν, τα έχει αυτά η ζωή. Αυτό, όμως, που ένοιωσα εκείνο το πρωί ήταν για μένα -έτσι σκεφτόμουν τότε- τελειωτικό. 
  Από την προηγούμενη είχα κάποιες εκκρεμότητες να φέρω σε πέρας και μάλιστα οικονομικές, που με είχαν στενοχωρήσει και με είχαν αγχώσει πολύ. Είχα πάει στο ταμείο των υπαλλήλων της υπηρεσίας που εργάζομαι και είχα εισπράξει το ποσό ενός δανείου 20.000 ευρώ, προκειμένου να εξοφλήσω την τράπεζα η οποία μας έβγαλε το εξοχικό σπίτι σε πλειστηριασμό και προχώρησε σε κατάσχεση. Ήμουν πολύ στεναχωρημένη, γιατί αυτό το σπίτι είχε φτιαχτεί με πολύ μόχθο και κάθε καλοκαίρι πηγαίναμε με τα παιδιά εκεί για διακοπές.
Δεν ήθελα με κανένα τρόπο να το χάσω, αν και οικονομικά ήμουν σε πολύ δύσκολη κατάσταση, αφού βασιζόμουν μόνο στο μισθό μου. Τέλος πάντων ζήτησα από την υπηρεσία δάνειο, για το οποίο μου κρατάνε κάθε μήνα 250 ευρώ από το μισθό.

Μόλις το εισέπραξα σε μετρητά πήγα στην τράπεζα και έστειλα 6.000 ευρώ σε έναν θείο, που είχε καταβάλει εγγύηση για να μη γίνει η κατάσχεση και τα υπόλοιπα 14.000 θα τα έβαζα σε λογαριασμό της τράπεζας, τον οποίο όμως δεν είχα και έπρεπε να τηλεφωνήσω να μου τον πουν. Και ώσπου να τελειώσω με όλα αυτά η τράπεζα έκλεισε. 

Thursday 30 October 2014

π Ανδρέας Κονάνος- Αν πάσχεις από αϋπνίες…


Η προσευχή είναι ένα πολύ ωραίο μυστικό ύπνου.Και κει είναι μπέρδεμα με τον διάβολο.Όταν έχεις αϋπνία, ο καλύτερος τρόπος για να κοιμηθείς είναι να κάνεις προσευχή. Γιατί; Επειδή μπερδεύεις τον διάβολο. Πώς τον μπερδεύεις; Ο διάβολος σε βλέπει που προσεύχεται και λέει: «
Αυτός τώρα προσεύχεται. Κάνει μεγάλη ζημιά στην δικιά μου παρουσία. Αν τον αφήσω να συνεχίσει να προσεύχεται, μου κάνει κακό. Τι διάβολος είμαι; Θα τον πολεμήσω». Σε πολεμάει. Και πώς σε πολεμάει, όταν προσεύχεσαι; Με την υπνηλία.
 
Εσένα, όμως, εκείνη την ώρα η υπνηλία σου χρειάζεται. Πρέπει να κοιμηθείς. 
Οπότε ο διάβολος μπερδεύεται και λέει: «Αν τώρα του φέρω ύπνο, θα κοιμηθεί. Αλλά ούτε έτσι θέλω να τον δω ευχαριστημένο. Εγώ θέλω να είναι άϋπνος. Να’ναι τα νεύρα του κουρασμένα. Αλλά η προσευχή που κάνει, πιο πολύ με εκνευρίζει. Λοιπόν, ας κοιμηθεί. Με συμφέρει απ’τα δυο αυτό». Οπότε εμείς είμαστε κερδισμένοι.
 
Όταν είμαστε άϋπνοι,θα μας μείνει το κέρδος της προσευχής. Αν μας πάρει ο ύπνος, είναι κάτι που το θέλαμε. Οπότε πάλι κερδισμένοι είμαστε!Γι’αυτό, όταν ξαπλώνουμε το βράδυ, να μην μας παίρνει ο ύπνος με άλλα πράγματα στο κεφάλι. Μονάχα με την προσευχή…
 
(απόσπασμα από ομιλία του π.Ανδρέα Κονάνου [(από εκπομπή Αθέατα περάσματα)
 
Πηγή: Αόρατη γωνιά

ST. GREGORY OF SINAI - On Prayer



Sometimes, and most often, you should sit on a stool, because it is more arduous; but sometimes, for a break, you should sit for a while on a mattress. As you sit be patient and assiduous, in accordance with St. Paul's precept, "Cleave patiently to prayer" (Colossians 4:2). Do not grow discouraged and quickly rise up again because of the strain and effort needed to keep your intellect concentrated on its inner invocation. It is as the prophet says: "The birth-pangs are upon me, like those of a woman in travail" (Isaiah 21:3). You must bend down and gather your intellect into your heart -- provided it has been opened -- and call on the Lord Jesus to help you. Should you feel pain in your shoulders or in your head -- as you often will -- endure it patiently and fervently, seeking the Lord in your heart. For "the kingdom of God is entered forcibly, and those who force themselves take possession of it" (Matthew 11:12). With these words the Lord truly indicated the persistence and labor needed in this task. Patience and endurance in all things involve hardship in both body and soul.

-- Some of the fathers advise us to say the whole prayer, "Lord Jesus Christ, Son of God, have mercy," while others specify that we say it in two parts -- "Lord Jesus Christ, have mercy," and then "Son of God, help me" -- because this is easier, given the immaturity and feebleness of our intellect. For no one on his own account and without the help of the Spirit can mystically invoke the Lord Jesus, for this can be done with purity and in its fullness only with the help of the Holy Spirit (I Corinthians 12:3). Like children who can still speak only falteringly, we are unable by ourselves to articulate the prayer properly. Yet we must not out of laziness frequently change the words of the invocation, but only do this rarely, so as to ensure continuity. Again, some fathers teach that the prayer should be said aloud; others, that it should be said silently with the intellect. On the basis of my personal experience I recommend both ways. For at times the intellect grows listless and cannot repeat the prayer, while at other times the same thing happens to the voice. Thus we should pray both vocally and in the intellect. But when we pray vocally we should speak quietly and calmly and not loudly, so that the voice does not disturb and hinder the intellect's consciousness and concentration. This is always a danger until the intellect grows accustomed to its work, makes progress and receives power from the Spirit to pray firmly and with complete attention. Then there will be no need to pray aloud -- indeed, it will be impossible, for we shall be content to carry out the whole work with the intellect alone.


from The Philokalia: Volume IV, edited and translated by G. E. H. Palmer, Philip Sherrard, and Bishop Kallistos Ware, (London: Faber and Faber, 1995), pp. 275 - 276.

Wednesday 29 October 2014

O ΠΟΝΤΙΚΟΣ ΚΑΙ Ο ΚΑΛΟΓΕΡΟΣ.....


Κάποτε χριστιανοί μου κάποιος μοναχός, έφυγε από το κοινόβιο και την ευλογημένη υπακοή και πήγε στην έρημο να γίνει ησυχαστής. Ο λογισμός του απαιτούσε να αφοσιωθεί μέρα νύχτα στη μελέτη και θεωρία του ονόματος του Ιησού Χριστού και μάλιστα στο μυστήριο της Τριαδικότητος του Αγίου Θεού.
Έτσι πίστευε ότι θα μπορούσε μέσα στην ερημιά και στη γαλήνη της ησυχίας να ενωθεί με τον Θεόν χωρίς μέριμνες και χωρίς σκοτούρες.
Ύστερα όμως από δύο τρεις ημέρες, δεν μπορεί κανένας να αντέξει και παραπάνω εδώ που τα λέμε, σε κάποια στιγμή των ιερών του στοχασμών, αισθάνθηκε κοντά του την παρουσία κάποιου;
Τι ήταν; Ένα μικρό ποντίκι.
Είχε ανεβεί στην μπαλωμένη και τρύπια παντούφλα του, και μύριζε το μεγάλο δάκτυλο του ποδιού του. Έτσι αποσπάσθηκε η προσοχή του και ήταν αδύνατον να κρατήσει αμετακίνητο το νου του, στην ενθύμηση του Θεού και στην προσευχή του.
Το είδε και είπε μέσα του, τι είπε μέσα του τώρα,
«Εγώ άφησα τα πάντα για να επικοινωνώ αμέριμνα και σωστά με τον Θεόν και να έρχεται τώρα να μου την χάλασε ένας ποντικός. Ε, αυτό δα, παρατραβάει το κορδόνι, και λέγει νευριασμένος στο ποντίκι, δυνατά τώρα:
-«Γιατί βρε σιχαμένο μου διακόπτεις την προσευχή μου;»
-«Γιατί πεινάω, απάντησε το ποντίκι».
Και ο ησυχαστής ανταπάντησε με αγανάκτηση, χωρίς να αναρωτηθεί, πως το ποντίκι μίλησε με ανθρώπινη φωνή,
-«Φύγε από δω βρε μαγαρισμένο, εγώ προσπαθώ με χίλιους κόπους να δω πως θα ενωθώ με τον Θεό, και συ ήρθες να μου ζητήσεις να ασχοληθώ με την κοιλιά σου;» και φραπ, τίναξε το πόδι του και πέταξε τον ποντικό στην απέναντι γωνία της σπηλιάς του.
Και τότε το ποντίκι γυρίζει και με πολύ ηρεμία, αφού τον κοίταξε στα μάτια, του απάντησε, με ανθρώπινη γλώσσα:

- «Μάθε το μία για πάντα, πάτερ, αν δεν μπορέσεις με τους γύρω συνασκητάς σου και με τον γέρο Αββακούμ, που ψήνεται στον πυρετό, και πεθαίνει από την πείνα μέσα σε μία διπλανή σου σπηλιά, αλλά και με τον κάθε Αββακούμ, δηλαδή τον πλησίον σου, που πονάει και υποφέρει, που πεινάει και διψάει και κείται γυμνός και πληγιασμένος, και δεν τον συμπονέσεις, και δεν του σταθείς, στα προβλήματά του, τότε, ποτέ, μα ποτέ δεν θα μπορέσεις να ενωθείς με τον Θεόν της αγάπης και του ελέους. »
Και χάθηκε ο ποντικός.

  π. Στέφανος Αναγνωστόπουλος, από το Γεροντικό.

Μη φοβάσαι δεν είσαι μόνος. Μόνος είναι εκείνος που δεν γνωρίζει τον Θεό

 
Μη φοβάσαι δεν είσαι μόνος. Μόνος είναι εκείνος που δεν γνωρίζει τον Θεό ακόμα και αν όλοι οι άνθρωποι συναναστρέφονται μαζί του.
Αυτός, και στην πιο πολυάριθμη κοινωνία, θα έλεγε – όπως και τώρα λένε κάποιοι – «βαριέμαι, δεν ξέρω τι θέλω να κάνω με τον εαυτό μου, όλα είναι βαρετά».
Αυτές είναι ψυχές άδειες από τον Θεό, φλοίδες χωρίς κουκούτσι, στάχτη χωρίς κάρβουνο. Αλλά εσύ δεν είσαι μόνος αφού είσαι πλάι στον Κύριο και ο Κύριος δίπλα σου.
Άκουσε πώς ο μεγάλος Παύλος, ο απόστολος της οικουμένης, ήταν κάποτε εγκαταλελειμμένος απ’ όλους, και πώς μιλά:
«᾿Εν τῇ πρώτῃ μου ἀπολογίᾳ οὐδείς μοι συμπαρεγένετο, ἀλλὰ πάντες με ἐγκατέλιπον· μὴ αὐτοῖς λογισθείη· ὁ δὲ Κύριός μοι παρέστη καὶ ἐνεδυνάμωσέ με, ἵνα δι” ἐμοῦ τὸ κήρυγμα πληροφορηθῇ καὶ ἀκούσῃ πάντα τὰ ἔθνη· καὶ ἐρρύσθην ἐκ στόματος λέοντος » ( Β’ Τιμ. 4, 16-17 ).
Βλέπεις, λοιπόν, πόσο άγια σκέφθηκε και μίλησε ο δούλος του Χριστού Παύλος σ’ εκείνες τις πρώτες μέρες, όταν στον κόσμο δεν υπήρχε ακόμα ούτε ένας χριστιανικός ναός, ούτε ένας χριστιανός άρχοντας! Ενώ σήμερα όλη η γη είναι στολισμένη με χριστιανικούς ναούς και οι χριστιανοί απαριθμούνται σε κάτι εκατοντάδες εκατομμύρια.
Μη λυπάσαι, λοιπόν, επειδή αισθάνεσαι μοναξιά στον δικό σας τόπο. Αν αισθάνεσαι σαν να είσαι στην έρημο, όπως γράφεις, γνώριζε ότι πολλοί στην έρημο σώθηκαν. Αλλά όλοι αυτοί οι ερημίτες του Θεού ανήλθαν στη μεγάλη κοινωνία του Θεού και των αγγέλων του Θεού.
Υπήρχαν άνθρωποι που για πενήντα ολόκληρα χρόνια δεν είδαν ανθρώπινο πρόσωπο και όμως δεν έλεγαν «είμαστε μόνοι»! Αφού ο Θεός ήταν μαζί τους και αυτοί με τον θεό. Μπορείς να ζήσεις χωρίς κανέναν και χωρίς τίποτα∙ χωρίς τον Θεό όμως δεν μπορείς. Αυτή είναι η δική τους μαρτυρία που την παρέδωσαν στην Εκκλησία ως κάποιο κεφάλαιο δικό της.
Δεν είναι γνωστό εάν κάποιος άθεος μπόρεσε να επιζήσει επί πενήντα χρόνια σε πλήρη μοναξιά στην έρημο. Αυτό δεν έχει σημειωθεί στην ιστορία του ανθρώπινου γένους. Δεν είναι σε θέση ένας άθεος να πράξει κάτι τέτοιο. Σε κάποιον σαν αυτόν είναι βαρετό να ζει μέσα στην κοινωνία των ανθρώπων και ακόμα πιο μονότονο – ακόμα και αδύνατο – έξω από την κοινωνία.
Διότι ο άθεος αναζητά τους ανθρώπους για να τους κεντρίσει την καρδιά με την αθεΐα του και να θρέψει τον εαυτό του με τον πόνο τους. Αλλά στην έρημο ποιόν να βρει να φάει παρά μόνον τον ίδιο του τον εαυτό; Και με ποιανού τον πόνο να τραφεί παρά με τον δικό του;
Γι’ αυτό απογείωσε τις σκέψεις σου στα πνευματικά ύψη όπου κατοικεί Εκείνος που μόνος Του είναι η μεγαλύτερη και τρυφερότερη κοινωνία από κάθε ανθρώπινη κοινωνία.
Εκείνον να υπηρετείς, μ’ Εκείνον να συναναστρέφεσαι, σ’ Εκείνον να μιλάς , για Εκείνον αγωνίσου, Εκείνον αγάπα με όλη σου την καρδιά, με όλον τον νου σου.
Εκείνος θα βρει τρόπους να ανοίξει τα μάτια των γειτόνων σου και την καρδιά τους, ώστε να εμφανίσει σ’ αυτούς τη ζωντανή πίστη σ’ Αυτόν. Τότε στον τόπο σου θα ψάλλεται η δόξα του Θεού όχι μόνον από έναν σολίστ, όπως τώρα, αλλά από μία χορωδία.
Ειρήνη και υγεία από τον Θεό.
 
 «ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ, Δεν φτάνει μόνο η πίστη…
ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ Β΄» εκδόσεις «εν πλω
 
Πηγή-proskynitis.blogspot.com

Tuesday 28 October 2014

Ὅσιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης - Περὶ ἡδονῆς



Η ΦΕΥΓΩΝ ΦΕΥΓΕ, Η ΕΜΠΑΙΖΩΝ ΕΜΠΑΙΖΕ
ΤΟΝ ΜΑΤΑΙΟΝ ΚΑΙ ΑΠΑΤΕΩΝΑ ΚΟΣΜΟΝ...
 

Δὲν ὑπάρχουν ἰσχυρότεροι μαγνῆτες καὶ θελκτικότεροι ἐξουσιαστὲς καὶ ποθεινότερες ἁλυσίδες γιὰ τὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου, ἀπὸ τὶς ἡδονὲς τῶν πέντε αἰσθήσεων. Πόσο ἀρεστὲς καὶ πόσο βλαβερὲς εἶναι! Καὶ ὁ καλύτερος ρήτορας δὲν θὰ μποροῦσε νὰ παρουσιάσει ποτὲ τὴν κακία τους καὶ τὴν βλάβη ποὺ προξενοῦν στὴν ψυχή. Ἂν ὁ διάβολός μας ἔδινε τὸ φαρμάκι του μὲ κάποιο πικρὸ βότανο, δὲν θὰ τὸ πίναμε. Ἐπειδὴ ὅμως μας τὸ δίνει μὲ τὸ μέλι τῶν ἡδονῶν, τὸ παίρνουμε εὐχάριστα.

Ἀπὸ τὶς ἡδονές, οἱ σαρκικὲς – δηλαδὴ ἡ πορνεία, ἡ μοιχεία καὶ ὅλα τὰ σχετικὰ πάθη – τυφλώνουν τὴν καρδιὰ καὶ κολλᾶνε τὴν καρδιά μας στὰ παρόντα πράγματα περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλη ἁμαρτία, γι᾿ αὐτὸ εἶναι ἀπὸ τὰ μεγαλύτερα ἐμπόδια της σωτηρίας μας. Καὶ ἀληθεύει ἐκεῖνο ποὺ εἶπε ἕνας ἅγιος, ὅτι, ἐκτὸς ἀπὸ τὰ βρέφη, λίγοι μόνο φτάνουν στὸν παράδεισο, ἐξαιτίας τῶν σαρκικῶν ἁμαρτημάτων.

Ἄλλες μορφὲς ἡδονῶν εἶναι ὁ πολὺς ὕπνος, τὰ καλὰ φαγητά, τὰ ὡραῖα φορέματα, τὰ μαλακὰ στρώματα καὶ γενικὰ ὅλες οἱ ἱκανοποιήσεις τῶν αἰσθήσεων.

Οἱ ἄνθρωποι τῶν ἡδονῶν, ἀφοῦ χορτάσουν τὸν ὕπνο καὶ τὴν ἀνάπαυση, τρέχουν στὰ συμπόσια καὶ στὰ ξεφαντώματα, στὰ τραγούδια τὰ ἄσεμνα, στὶς κακὲς συναναστροφές, στὶς κωμῳδίες καὶ στὰ πανηγύρια. Γενικά, δὲν ἀφήνουν ποτὲ νὰ τοὺς ξεφύγει καμία εὐκαιρία ἀπολαύσεως. Κι ἐνῷ ἡ ζωή τους εἶναι γεμάτη ἀπὸ ἀσωτίες καὶ ματαιότητες, αὐτὴ τὴν θεωροῦν καλὴ καὶ ἀθῴα.

Ἂν μάλιστα κατακρίνει τὴν πολιτεία τους, τὸν κατηγοροῦν σὰν ἄξεστο καὶ χωριάτη, καὶ λένε πὼς θέλει νὰ μεταβάλλει τὶς πόλεις σὲ ἐρήμους καὶ τοὺς κοσμικοὺς σὲ καλόγερους. Αὐτὰ ὅμως τὰ λένε γιὰ νὰ δικαιολογηθοῦν. «Μετὰ γὰρ κιθάρας καὶ ψαλτηρίου καὶ τυμπάνων καὶ αὐλῶν τὸν οἶνον πίνουσι, τὰ δὲ ἔργα Κυρίου οὐκ ἐμβλέπουσι», κατὰ τὸν προφήτη (Ἡσ.5:12). Τὸ μόνο ποὺ γνωρίζουν καλά, εἶναι νὰ ξοδεύουν τὸν καιρό τους σὲ ξεφαντώματα. Ἀπὸ τὸ κρεβάτι πηγαίνουν στὸ τραπέζι, ἀπὸ τὸ τραπέζι στὶς παρέες, ἀπὸ τὶς παρέες στὰ σεργιάνια, καὶ γίνεται ἡ ζωή τους σὰν μία ἁλυσίδα, ὅπου ἡ μία ἀπόλαυση εἶναι δεμένη μὲ τὴν ἄλλη, ὅπως οἱ κρίκοι μεταξύ τους.

Τὸ πανάγιο Πνεῦμα δὲν μᾶς λέει ὅτι ὅποιος κυνηγάει τὶς κοσμικὲς ἡδονὲς γκρεμίζεται ἀμέσως στὸν Ἅδη. Ἀλλὰ τί λέει μὲ τὸ στόμα τοῦ Δαβίδ; Ὅτι κατεβαίνει στὸν ᾅδη, πλησιάζει δηλαδὴ σιγὰ-σιγά: «πάντες οἱ καταβαίνοντες εἰς ᾅδου» (Ψαλμ.113:25). Γιατὶ ἡ μαλθακὴ καὶ ἡδονικὴ ζωὴ ποὺ ζεῖ, τὸν προετοιμάζει ἀργὰ ἀλλὰ σταθερὰ γιὰ τὴν ἀπώλεια.

Οἱ τρυφὲς καὶ οἱ ἡδονὲς φθείρουν καὶ ἀδυνατίζουν καὶ τοὺς πιὸ δυνατούς. Γι᾿ αὐτὸ μερικοὶ καταντοῦν σὲ τέτοια ἀδυναμία, ποὺ καὶ ὁ ἴσκιος ἀκόμα τῶν πειρασμῶν εἶναι ἀρκετὸς γιὰ νὰ τοὺς ρίξει. Κι ἀφοῦ, ἐξομολογηθοῦν, μὲ τὸν πρῶτο πειρασμὸ ξεχνοῦν τὴν καλή τους ἀπόφαση νὰ μὴν ξαναμαρτήσουν, καὶ πέφτουν ἀμέσως πάλι στὴν ἁμαρτία.

Λοιπόν, μὲ τὸ νὰ λὲς ὅτι δὲν εἶναι ἁμαρτίες ὁ πολὺς ὕπνος καὶ τὰ φαγοπότια καὶ οἱ διασκεδάσεις καὶ τὰ ξεφαντώματα, προσπαθεῖς ἁπλὰ νὰ δικαιολογηθεῖς. Γιατὶ μπορεῖ αὐτὰ καθεαυτὰ νὰ μὴν εἶναι ἁμαρτίες, ἀλλὰ προετοιμάζουν γιὰ τὶς ἁμαρτίες καὶ σ᾿ ἐμποδίζουν νὰ γευθεῖς τὰ πνευματικὰ ἀγαθά του Θεοῦ. Καὶ θὰ πάθεις κάτι ἀνάλογο, μ᾿ ἐκεῖνο ποὺ ἔπαθε ὁ Σολομῶν: Νομίζοντας πὼς μποροῦσε ν᾿ ἀπολαμβάνει χωρὶς κίνδυνο τὶς ἡδονές, κατάντησε στὴν εἰδωλολατρία. Καὶ μ᾿ ἐκεῖνο ποὺ ἔπαθαν οἱ Σοδομῖτες: Γιὰ νὰ τρῶνε καὶ νὰ πίνουν μὲ τρυφὲς καὶ ξεφαντώματα, ἔφτασαν νὰ πέσουν σὲ παρὰ φύση πάθη καὶ ἀσέλγειες. Πολὺ σωστὰ εἶπε ὁ Τερτυλλιανός, ὅτι οἱ χριστιανοὶ πρέπει ν᾿ ἀποφεύγουν τὶς τρυφές, γιατὶ αὐτὲς ἀδυνατίζουν τὴν πίστη καὶ τὴν ἀρετή τους.

Ἡ χαυνότητα καὶ ἡ ἀδυναμία, ποὺ προξενοῦνται στὴν ψυχὴ ἀπὸ τὶς ἡδονές, δὲν ταιριάζουν στὸν προορισμό μας, ποὺ εἶναι νὰ μοιάσουμε στὸν Ἰησοῦ Χριστό. Ὅπως διδάσκει ὁ ἀπόστολος, ὁ Θεός μας «προώρισε συμμόρφους τῆς εἰκόνος τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ» (Ρωμ. 8:29). Καὶ ὁ Χριστός, γιὰ νὰ φτάσει στὴν δόξα, πέρασε στὴν ἐπίγεια ζωὴ Τοῦ μέσα στὴν φτώχεια, τὴ θλίψη καὶ τὴν καταφρόνηση. Οἱ τρυφηλοὶ ἄνθρωποι ὅμως φοβοῦνται τὴ σκληραγωγία καὶ τὴν μετάνοια. Μήπως βρῆκαν ἄλλο Εὐαγγέλιο ἢ μήπως κατέβηκε γι᾿ αὐτοὺς κανένας ἄλλος Χριστός, ποὺ νὰ τοὺς ὑπόσχεται ἀνέσεις, ὡραία ἐνδύματα, ἀπολαύσεις, διασκεδάσεις καὶ δόξες; Ξεχνοῦν ὅτι «διὰ πολλῶν θλίψεων δεῖ ἡμᾶς εἰσελθεῖν εἰς τὴν βασιλεία τοῦ Θεοῦ» (Πράξ. 14:22), καὶ ὅτι «στενὴ ἡ πύλη καὶ τεθλιμμένη ἡ ὁδὸς ἡ ἀπάγουσα εἰς τὴν ζωήν» (Ματθ. 7:14)

Ἄκου καὶ τοῦτο τὸ ὠφέλιμο: Κάποτε ἕνας εὐγενὴς καὶ πλούσιος ἄρχοντας, παραδομένος στὶς ἡδονές, ἄκουσε πολλὰ γιὰ τὴν ἀρετὴ ἑνὸς πνευματικοῦ ἀνθρώπου, καὶ πῆγε νὰ τὸν συμβουλευθεῖ. Ὁ πνευματικὸς ἐκεῖνος ἄνδρας τοῦ εἶπε τοῦτα μόνο: «Ὁ Χριστὸς ἦταν φτωχός, ἐνῷ ἐσὺ πλούσιος. Ὁ Χριστὸς ἦταν νηστικός, ἐνῷ ἐσὺ χορτασμένος. Ὁ Χριστὸς ἦταν σχεδὸν γυμνός, ἐνῷ ἐσὺ καλὰ ντυμένος. Ὁ Χριστὸς ὑπέμεινε θλίψεις καὶ πάθη, ἐνῷ ἐσὺ ἀπολαμβάνεις τρυφές, ἀναπαύσεις καὶ μαλακὰ στρώματα». Ὅταν τ᾿ ἄκουσε αὐτὰ ὁ ἄρχοντας, ἦρθε σὲ κατάνυξη, μετανόησε, ζήτησε μὲ δάκρυα συγνώμη ἀπὸ τὸ Θεὸ γιὰ τὴν ζωὴ ποὺ ἔκανε, καὶ ἀποφάσισε νὰ ζήσει πιὰ μὲ μετάνοια.

Κατάλαβε καλά, πὼς ὅποιος ἔχει ἀνάπαυση σ᾿ αὐτὸν τὸν κόσμο, δὲν θὰ γευθεῖ τὴν αἰώνια ἀνάπαυση τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Αὐτὸ τονίζει καὶ ὁ Μέγας Ἀθανάσιος: «Ὁ ἔχων ἀνάπαυσιν ἐν τῷ κόσμῳ τούτῳ, τὴν αἰώνιον ἀνάπαυσιν μὴ ἐλπιζέτω λαβεῖν· ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν οὐκ ἐστὶ τῶν ἀναπαυομένων ἐνθάδε, ἀλλ᾿ ἐκείνων ἐστὶ τῶν ἐν θλίψει πολλῇ καὶ στεναχωρίᾳ διαγόντων τὸν βίο τοῦτον»(λόγ. περὶ παρθενίας). Πρόσεξε λοιπὸν μὴν ἀκούσεις τότε τὸ φοβερὸ λόγο τοῦ Χριστοῦ: «Τέκνον, μνήσθητι ὅτι ἀπέλαβες σὺ τὰ ἀγαθά σου ἐν τῇ ζωῇ σου» (Λουκ. 16:25).

Τέλος πάντων, μάθε πὼς ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν δὲν κερδίζεται μὲ τὴν ἀργία καὶ τὴν ἄνεση, ἀλλὰ μὲ τὸν κόπο καὶ τὴν βία, ὅπως εἶπε ὁ Κύριος:

 «Ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν βιάζεται καὶ βιαστὲς ἁρπάζουσιν αὐτήν» (Ματθ. 11:12).


Monday 27 October 2014

Ὑπεράγαθε Δέσποινα Θεοτόκε...


Ἐπάκουσον τῆς οἰκτρᾶς μου δεήσεως καί μή καταισχύνῃς με ἀπό τῆς προσδοκίας μου, ἡ μετά Θεόν ἐλπίς πάντων τῶν περάτων τῆς γῆς. Τόν βρασμόν τῆς σαρκός μου κατάσβεσον.
Τόν ἐν τῇ ψυχῇ μου ἀγριώτατον· κλύδωνα κατεύνασον.

Τόν πικρόν θυμόν καταπράϋνον.
Τόν τύφον καί τήν ἀλαζονείαν τῆς ματαίας οἰήσεως ἐκ τοῦ νοός μου ἀφάνισον.
Τάς νυκτερινάς φαντασίας τῶν πονηρῶν πνευμάτων καί τάς μεθημερινάς τῶν ἀκαθάρων ἐννοιῶν προσβολάς ἐκ τῆς καρδίας μου μείωσον.
Παίδευσόν μου τήν γλῶσσαν λαλεῖν τά συμφέροντα.
Δίδαξον τούς ὀφθαλμούς μου βλέπειν ὀρθῶς τῆς ἀρετῆς τήν εὐθύτητα.
Τούς πόδας μου τρέχειν ἀνυποσκελίστως ποίησον τήν μακαρίαν ὁδόν τῶν τοῦ Θεοῦ ἐντολῶν.
Τάς χεῖράς μου ἁγιασθῆναι παρασκεύασον, ἵνα ἀξίως αἵρω αὐτάς πρός τόν Ὕψιστον.
Κάθαρόν μου τό στόμα, ἵνα μετά παῤῥησίας ἐπικαλῆται Πατέραν, τόν φοβερόν Θεόν καί πανάγιον.
Ἄνοιξόν μου τά ὦτα, ἵνα ἀκούω αἰσθητῶς καί νοητῶς τά ὑπέρ μέλι καί κηρίον γλυκύτερα τῶν ἁγίων Γραφῶν λόγια, καί βιῶ κατ᾿ αὐτά ἀπό Σοῦ κραταιούμενος.
Διά γάρ Σου, πανύμνητε καί ὑπεράγαθε Δέσποινα, περισώζεται πᾶσα βροτεία φύσις αἰνοῦσα καί εὐλογοῦσα Πατέρα, Υἱόν καί Ἅγιον Πνεῦμα, τήν παναγίαν Τριάδα καί ὁμοούσιον, πάντοτε, νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. »
Ἀμήν!

Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ

The Feast of the Holy Protection of the Theotokos



Note: the Church of Greece has moved the celebration of Agia Skepi to the 28th of October ("Oxi Day": http://en.wikipedia.org/wiki/Ohi_Day) in commemoration of the great help and protection of the Theotokos to the Greek nation throughout its history, and especially during World War II:

"The role of faith in Virgin Mary in Epirus is also outstanding during the Second World War. Her role was catalytic not only because she constituted the basis of people’s faith, but also because, with her miraculous interventions, she proved to have been the greatest ally of the Greek army on the snowy and rough mountains of Epirus.

Of course, miracles and apparitions were reported in many regions of Greece during the war, but at the front, at the Greek – Albanian borders and on Pindus, Virgin Mary was the protector and the leader of those who fought for their country under difficult circumstances. Their faith was so strong that they could see her encouraging them and “covering” them protectively, while they were fighting on the snowy mountains of Pindus and Albania.

The account given by Vassililki Bouri, niece of Spyridon Houliaras, who fought at the borders, is characteristic. According to it, Spyridon Houliaras used to narrate incidents of the war to his relatives before he died. The one that affected him the most, however, was a miracle of Virgin Mary. While the soldiers were fighting under really adverse conditions, Virgin Mary appeared in front of them and as a protector “covered” them with her mantle and led them towards their enemy, ready to confront them.

This miracle is also corroborated by the accounts of other soldiers of that time who fought on the mountains of Pindus. At the front, Greek soldiers saw the same vision everywhere: at nights, they could see a tall, slim woman figure walking with her kerchief resting on her shoulders. For the soldiers she was no other than Virgin Mary, the defender general of Greeks.

Tasos Rigopoulos, a soldier in 1940, reports from the front: I’m writing from an eagle’s nest 400 metres higher than the top of Parnitha. Everything around me is snowwhite. The reason I’m writing […] is to share with you what I’ve experienced, what I saw with my own eyes; something that I’m afraid you won’t believe if you hear it from others. A few moments before dashing against the blockhouses of Morova we saw a tall woman dressed in black standing still some 13 metres away. The guard yelled: “Identify yourself”. There was no answer. He yelled angrily once more. At that moment, as if struck by electricity, we all whispered: “Panaghia!”. She hurled herself at the enemy as if she had eagle wings. We followed her. We could constantly sense the bravery she was transmitting to us. We fought hard for a whole week until we finally took the Ivan-Morova blockhouses. […] She was always dashing forth. And when, victorious at last, we were advancing to defenseless Koritsa, our Defender turned into steam, smooth smoke, and vanished into thin air”. [11] On the mountain ridge of Ronteni, the soldiers of the 51st independent battalion, under the commands of major Petrakis also witnessed a miracle. From the 22nd of January and on, every evening at half past nine the enemy’s heavy artillery commenced fire against the battalion and the road that was used by transport vehicles. There was a lot of nervousness and heavy casualties. The daring scouts were unable to locate the enemy’s artillery. Apparently, the enemy was changing its position every evening. The situation was really desperate. It was an evening in February when the enemy artillery was heard firing once again. “Panaghia, help us, save us”, shouted the major spontaneously. Suddenly, a bright cloud came into sight from a distance, something like a halo was formed and the image of Virgin Mary appeared. She started bending towards the ground and stopped right over a ravine. Everybody in the battalion shivered as they witnessed the miracle. “Miracle!”, they shouted and they prayed. Immediately, they sent a message to the Greek artillery, the Greek canons fired, and right after that there was a silence. The Greek bombs had achieved a perfect strike. [11]

“No matter how faith is expressed during war, it is certain that it offers assistance to the soldier who is tested. And the image of the protector makes him hopeful and optimistic. …People from Arta, fighting at the front, were afraid neither of mortars nor of enemy bullets, as long as they had the image of Panaghia in front of them…”. [12] Yiannis Tsarouchis, after having painted “The Virgin of Victory” on the cap of a box of herring, having in mind a badly painted picture of the Virgin that was going around the camp, he was on his way to the commander of the battalion in order to present his work. The painting had already acquired a fame of being miraculous and on his way to the commander some soldiers from Arta “being in a state of religious excitement, demanded that the miraculous icon spend at least one night at their camp. All the soldiers were shouting: “The Virgin, the Virgin. Leave it here for one night”. Suddenly, the alarm sounded. […] we lied down, according to the orders we had. None of the soldiers from Arta did the same. “Hey! Comrade! How can you be scared when you hold the Virgin in your hands?”, one said”. [12]

It was also characteristic that on the military identification cards, right next to the personal details there was a picture of Virgin Mary. And just moments before they attacked, they would pray, shout “Panaghia mou!” (my Virgin) three times, and dash forth9.

The importance of Virgin Mary’s miraculous interventions was acknowledged right after the end of the Second World War. For this reason, the celebration of Agias Skepis, which in 626 A.D., when Her miraculous intervention saved Constantinople from the Avaroi (Turkish-Mongolian Nomads), was officially established to be celebrated on October 1st, was transferred in 1952 on the 28th of October to remind them of her miraculous intervention during the most difficult period for Greek people." (taken from: http://www.womanway.eu/studies/files/panaghia_teiep_en.pdf)

Apolytikion in the First Tone
O Virgin, we extol the great grace of thy Protection, which thou didst spread out like a bright cloud beyond all understanding; for thou dost invisibly protect thy people from the foe's every assault. Since we have thee as our shelter and certain help, we cry to thee with our whole soul: Glory to thy great deeds, O most pure Maid. Glory to thy shelter most divine. Glory to thy care and providence for us, O spotless one.

Kontakion in the Plagal of the Fourth Tone
Let us the faithful hasten to the Theotokos now and venerate her sacred veil, as we chant unto her, singing hymns to praise and honour her, as is fitting; for she shelt'reth with her shelter and all her faithful flock and preserveth them unharmed from all calamities, as they cry to her: Rejoice, Protection most radiant.
(taken from: http://goarch.org/chapel/saints_view?contentid=738)
   
Most-Holy Theotokos, save us!
 
Source-Fullofgraceandtruth.blogspots.ca

Sunday 26 October 2014

Χίλιες φορές Δόξα Σοι Ο Θεός!!!

Ζούσε κάποτε ένα γεροντάκι, που ήταν εκ γενετής τυφλός. Κάθε μέρα δόξαζε τον Θεό για τα καλά και τα άσχημα της καθημερινότητάς του. Προσευχόταν, έκανε μετάνοιες, κομποσχοίνι και εξομολογούταν συχνά. Ποτέ δεν παραπονέθηκε για το ΄΄πρόβλημά΄΄ του....
Κάποτε τον έπιασε μια βαριά και τρομερή αρρώστια, σφάδαζε από τους πόνους, αλλά και πάλι δόξαζε τον Θεό. Κάθε μέρα που περνούσε ο πόνος μεγάλωνε, αλλά εκείνος δόξαζε τον Θεό. Κάποια στιγμή τον συνάντησαν δυό καλογέρια που τον άκουγαν από μακρυά να επικαλείται την Μεγαλόχαρη.

-Έλα γέροντα, κάνε υπομονή, πες Δόξα Σοι Ο Θεός... Αυτός ξέρει για ποιο λόγο τα επιτρέπει όλα... του είπαν.

Ο γέροντας συνοφρυωμένος και με έντονη φωνή τους απήντησε:
-Μόνο μια φορά Δόξα Σοι Ο Θεός; Χίλιες φορές Δόξα Σοι Ο Θεός... τι νομίζετε δηλαδή;; Για φαντάσου όμως να γίνω καλά, να μου δώσει ο Θεός μάτια και να βλέπω και να μου επιτρέψει σαρκικό πόλεμο, που έχει πετάξει τόσους από τα μοναστήρια.... Θα το άντεχα αυτό τότε;;;; Ξέρει ο Θεός τι μου στέλνει. Βεβαίως Δόξα Σοι Ο Θεός!!!

Ο Θεός γνωρίζει καλύτερα τον λόγο που μας στέλνει κάθε δυσκολία και σε ποιον την στέλνει.... Ας Τον δοξάζουμε καθημερινά και για τα εύκολα και για τα δύσκολα.... Μέσα από τα δύσκολα αποφεύγουμε τα χειρότερα... Δόξα Σοι ο Θεός!

Saturday 25 October 2014

Ἅγιος Μεγαλομάρτυς Δημήτριος ὁ Μυροβλύτης (Ἐγκωμιαστικοὶ Λόγοι)

 
Ἅγιος Νεόφυτος ὁ ἔγκλειστος,
Ἐγκώμιον εἰς τὸν ἅγιον καὶ ἔνδοξον
μεγαλομάρτυρα τοῦ Χριστοῦ, ΔΗΜΗΤΡΙΟΝ
 
Νεοφύτου πρεσβυτέρου μοναχοῦ καὶ ἐγκλείστου ἐγκωμιαστικὸς λόγος στὸν ἅγιο καὶ ἔνδοξο μεγαλομάρτυρα τοῦ Χριστοῦ Δημήτριο καθὼς καὶ σχετικὰ μὲ τὸ μαρτύριο, τὰ θαύματα καὶ τὸ σεβάσμιο ναό του.


1. Ὁ ἔνδοξος Δημήτριος καὶ συμμέτοχος στὴν οὐράνια δόξα, μᾶς χάρισε σήμερα τὴν πανήγυρή του ὡς ὑπέρτατο δῶρο. Ἐμπρὸς λοιπὸν καὶ ἐμεῖς, ποὺ ἀποτελοῦμε τὸ θίασο ἐκείνων ποὺ ἀγαποῦν τὸ μάρτυρα, ἂς τὸν τιμήσουμε μὲ θεόπνευστους ὕμνους καὶ ἐγκώμια, γιὰ νὰ μᾶς ὠφελήσει ὁ φίλος καὶ μάρτυρας ὡς μεσολαβητὴς στὸ βασιλέα Χριστό. Ἂς τονίσουμε λοιπὸν καὶ τὸ θεϊκό του ζῆλο καὶ τὴν ἀγάπη του γιὰ τὸ Χριστὸ καὶ τὰ ἐνάρετα προτερήματα τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἂς γεμίσουμε μὲ θεϊκὴ χαρὰ ὅπως ἔχει γραφεῖ, γιατὶ ἀναφέρεται ὅτι, ὅταν ἐγκωμιάζεται ὁ δίκαιος, γεμίζουν μὲ εὐφροσύνη οἱ λαοί. Μακάρι ὅμως νὰ μὴν γεμίσουμε μόνο μὲ ἀγαλλίαση, ἀλλὰ νὰ ὠφεληθοῦμε ἀπὸ τὶς ὁμιλίες καὶ τὶς τιμητικὲς ἐκδηλώσεις στὴ μνήμη τοῦ σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.2. Αὐτὸς λοιπὸν ὁ μακάριος Δημήτριος, ποὺ εἶναι πράγματι πολίτης στὴν οὐράνια πόλη καὶ βασιλεία τιμήθηκε καὶ ἀπὸ τὴν ἐπίγεια θνητὴ βασιλεία. Γιατὶ μιὰ καὶ εἶχε εὐγενικὴ καταγωγὴ καὶ μεγάλη φήμη καὶ φρόντιζε ἀπὸ μικρὴ ἡλικία γιὰ τὸν ἄψογο καὶ ἔντιμο βίο, τὸν ἀγάπησαν καὶ τὸν τίμησαν πολὺ συνάμα καὶ ὁ Θεὸς καὶ οἱ ἄνθρωποι. Γι᾿ αὐτὸ λοιπὸν ἀρχικὰ ἔλαβε τὸ ἀξίωμα τοῦ ἐκσκέπτορος καὶ ἦταν συνεργὸς καὶ συμμέτοχος στὴ σύγκλητο. Στὴ συνέχεια ἀναγορεύθηκε ἀνθύπατος τῆς Ἑλλάδας. Γιὰ τὸν ἴδιο ὅμως ὁ ἀληθινὸς πλοῦτος καὶ ἡ δόξα ἦταν αὐτή, νὰ εἶναι δηλαδὴ καὶ νὰ τὸν ἀποκαλοῦν χριστιανό, καὶ δὲν ὑπολόγιζε καθόλου τὶς τιμὲς τῶν βασιλιάδων. Γι᾿ αὐτὸ ἐπειδὴ ξεχείλιζε ἀπὸ διδασκαλία γεμάτη μὲ θεϊκὴ σοφία καὶ πνευματικὸ λόγο, ἄλλαζε τὴν πίστη πολλῶν καὶ ἀπὸ τὴν πλάνη τῶν εἰδώλων τοὺς ὁδηγοῦσε στὴν ἀληθινὴ πίστη.

3. Ἐπειδὴ λοιπὸν ὁ ἅγιος τέτοια κήρυττε στὸ λαὸ στὴν πόλη τῆς Θεσσαλονίκης καὶ ἐξαπλωνόταν ἡ φήμη του σ᾿ ὁλόκληρη τὴν περιοχὴ γύρω ἀπὸ αὐτήν, τὸν συνέλαβαν οἱ διῶκτες τῆς ἀλήθειας καὶ τὸν ὁδήγησαν στὸν τύραννο Μαξιμιανό. Ὁ ἅγιος ὅμως εἶχε λαμπερὸ τὸ πρόσωπό του μὲ τὴν παρέμβαση τῆς θείας χάρης καὶ προκάλεσε ἔκπληξη στὸν τύραννο, ὁ ὁποῖος ἐπειδὴ ντράπηκε τελικὰ δὲν τὸν τιμώρησε, ἀλλὰ τὸν κατηγόρησε ὡς ἀχάριστο γιατὶ λησμόνησε βαθιὰ τὶς βασιλικὲς τιμὲς καὶ πίστεψε στὸ σταυρωμένο Χριστό. Ἐκφράζοντας λοιπὸν αὐτὰ τὰ λόγια καὶ κάποιες ἄλλες κολακευτικὲς μωρολογίες προσπαθοῦσε νὰ παρασύρει τὸν ἅγιο ἀπὸ τὴν πίστη του. Αὐτὸς ὅμως ἀντιστεκόταν σὰν ἀκλόνητος στύλος καὶ σὰν βράχος στὴν ἀκτὴ ἀπέναντι στὰ χτυπήματα τῶν κυμάτων. ‘Ὅταν τὸν ρώτησε καὶ πάλι ὁ βασιλιὰς ἂν ἐπιμένει νὰ πιστεύει στὸ σταυρωμένο Χριστό, ὁ ἅγιος του ἀπάντησε: «Μακάρι νὰ μποροῦσα, βασιλιά, ὄχι μόνο τὸν ἑαυτό μου, ἀλλὰ καὶ ὅλο τὸν κόσμο νὰ τὸν πείσω νὰ πιστεύει στὸν Ἐσταυρωμένο καὶ νὰ τοὺς ἀπαλλάξω ἀπὸ αὐτὴ τὴ μεγαλομανία καὶ τὴν πλάνη τῶν εἰδώλων. Καὶ ἐγὼ βέβαια εἶμαι ἕτοιμος στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ μου νὰ ὑποστῶ ὄχι μόνον ἕναν θάνατο, ἀλλὰ πολλούς, ἂν βέβαια αὐτὸ τὸ ἐπιτρέπει ἡ φύση μου».

Friday 24 October 2014

ΤΑ ΠΙΟ ΠΟΛΥΤΙΜΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΠΑΝΩ ΣΤΗΝ ΓΗ...


Κάποια στιγμή στον ουρανό ζήτησε ο Θεός από τους αγγέλους να του φέρουν τα πιο πολύτιμα πράγματα, που υπάρχουν στη γη.

Οι άγγελοι ξεκίνησαν και έψαξαν ολόκληρη τη γη. Πολλοί ομολογουμένως έφεραν πολλά ωραία και πολύτιμα πράγματα. Ξεχώρισαν όμως τρείς.
 
Ο ένας έφερε και απέθεσε στον θρόνο του Θεού ένα ωραιότατο μαργαριτάρι. Ήταν μιασταγόνα ιδρώτα. Είχε πέσει από το μέτωπο κάποιου που τίμια προσπαθούσε να ζήσει την οικογένειά του.


-Ωραίο το εύρημα σου, είπε ο Θεός, αλλά υπάρχει και πιο ωραίο από αυτό.


Ήρθε τότε δεύτερος άγγελος. Αυτός απέθεσε με σεβασμό μπροστά στον Θεό ένα κατακόκκινο ρουμπίνι. Ήταν μιασταγόνα αίματος ενός ήρωα, που είχε πέσει στο πεδίο της τιμής. Οι άγγελοι έμειναν εκστατικοί. Ασφαλώς αυτός θα κέρδιζε το βραβείο.


-Υπάρχει κάτι πιο πολύτιμο ακόμη ,είπε ο Θεός.


Τότε όλοι στράφηκαν προς το μέρος του τρίτου αγγέλου, που εκείνη την ώρα ερχόταν και με πολλή ευλάβεια άφησε να κυλίσει στον θρόνο του Θεού ένα αστραφτερό διαμάντι, που όμοιο μ' αυτό ποτέ δεν είχαν δει. Ήταν ένα δάκρυ κάποιου αμαρτωλού, που γονατιστός ομολογούσε τις αμαρτίες του μπροστά στον πνευματικό.


-Αυτό είναι το πιο πολύτιμο πράγμα , είπε τότε ο Θεός και το βραβείο δόθηκε στον τελευταίο άγγελο. Αλήθεια, πόσο αξίζει η μετάνοια και η εξομολόγηση.


Αυτό το βεβαιώνει ο ίδιος ο Κύριος, που λέγει «Λέγω ύμίν ότι ούτω χαρά έσται έν τω ούρανω έπί ένί άμαρτωλώ μετανοούντι… ούτω, λέγω υμίν, χαρά γίνεται ενώ-πιον των αγγέλων του Θεού έπί ένί άμαρτωλώ μετανοούντι» (Λουκά ιε’ 7, 10). 


Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.

ΜΕΣΑ ΣΕ ΕΝΑ ΛΕΩΦΟΡΕΙΟ..


Πήγε και κάθισε δίπλα στο παράθυρο.Του άρεσε καθώς το λεωφορείο ταξίδευε μέσα στην πόλη να παρατηρεί τον κόσμο. Ήταν ένα συνηθισμένο καλοκαιριάτικο απόγευμα. Εκείνο όμως που του έκανε εντύπωση ήταν οι έρημοι δρόμοι, τα νεκρά πεζοδρόμια, τα σιωπηλά μαγαζιά.

Η πόλη ήταν έρημη. Ο καλός καιρός και η αργία του Σαββατοκύριακου έκανε ακόμα και τους αναποφάσιστους αστούς να τολμήσουν μια επίσκεψη στην πιο κοντινή παραλία.

Μέσα στο λεωφορείο ήταν άλλοι τρεις άνθρωποι. Δύο ηλικιωμένοικαι ένας μετανάστης. Το χρώμα του τον πρόδιδε. Ο μελαμψός άνδραςτον κοιτούσε επίμονα. Μετά από δύο στάσεις ο άνδρας με την περίεργηενδυμασία σηκώθηκε. Ο ιερέας νόμιζε ότι θα κατέβει στην επόμενη στάση. Όμως δεν έγινε κάτι τέτοιο. Ο άνδρας πλησίασε τον ιερέα και κάθισε δίπλα του.

Δεν είπε κάτι. Κοιτούσε κάτω, σαν να σκεφτόταν να μιλήσει αλλά κάτι τον εμπόδιζε. Ο ιερέας μαζεύτηκε. Μετά από μερικά δευτερόλεπτα τον ρώτησε: «Μπορώ να σε βοηθήσω σε κάτι»;
Ο άνδρας ανασηκώθηκε, ακούμπησε την πλάτη του στο σκληρό κάθισμα του λεωφορείου και αναστέναξε. Ο ιερέας επανέλαβε την ερώτηση. Ο σιωπηλός άνδρας έβγαλε σιγά σιγά ένα χαρτάκι από την τσέπη του πουκαμίσου του. Ήταν παλιό, ταλαιπωρημένο. Το άνοιγε αργά, σαν να κρυβόταν εκεί ένα μεγάλο μυστικό, το δικό του μυστικό.

Thursday 23 October 2014

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΑΪΣΙΟΣ:΄΄ΟΙ ΔΟΚΙΜΑΣΙΕΣ ΒΟΗΘΟΥΝ ΝΑ ΣΥΝΕΛΘΟΥΝ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ΄΄



-Γέροντα, μαθαίνω για την ταλαιπωρία των δικών μου. Θα τελειώσουν ποτέ τα βάσανά τους;

- Κάνε υπομονή, αδελφή μου, και μη χάνεις την ελπίδα σου στον Θεό. Όπως κατάλαβα από όλες τις δοκιμασίες που περνούν οι δικοί σου, ο Θεός σας αγαπάει και επιτρέπει όλες αυτές τις δοκιμασίες για ένα λαμπικάρισμα πνευματικό ολόκληρης της οικογένειας. Εάν εξετάσουμε κοσμικά τις δοκιμασίες της οικογένειάς σου, φαίνεστε δυστυχισμένοι. Εάν όμως τις εξετάσουμε πνευματικά, είστε ευτυχισμένοι, και στην άλλη ζωή θα σας ζηλεύουν όσοι θεωρούνται σε τούτη την ζωή ευτυχισμένοι.

Με αυτόν τον τρόπο ασκούνται και οι γονείς σου, μια που τον αρχοντικό τρόπο, τον πνευματικό, δεν τον γνωρίζουν ή δεν τον καταλαβαίνουν. Πάντως, κρύβεται ένα μυστήριο στις δοκιμασίες του σπιτιού σου, αλλά και σε ωρισμένα άλλα σπίτια, ενώ γίνεται τόση προσευχή! «Τις οίδε τα κρίματα του Θεού;»[2]. Ο Θεός να βάλη το χέρι Του και να δώση τέρμα στις δοκιμασίες.

- Γέροντα, δεν γίνεται οι άνθρωποι να συνέλθουν με άλλον τρόπο και όχι με κάποια δοκιμασία;
- Πριν επιτρέψη ο Θεός να έρθη μια δοκιμασία, εργάστηκε με καλό τρόπο, αλλά δεν τον καταλάβαιναν, γι’ αυτό μετά επέτρεψε την δοκιμασία.

Βλέπετε, και όταν ένα παιδί είναι ανάποδο, στην αρχή ο πατέρας του το παίρνει με το καλό, του κάνει τα χατίρια, αλλά, όταν εκείνο δεν αλλάζη, τότε του φέρεται αυστηρά, για να διορθωθή. Έτσι και ο Θεός μερικές φορές, όταν κάποιος δεν καταλαβαίνη με το καλό, του δίνει μια δοκιμασία, για να συνέλθη.

Αν δεν υπήρχε λίγος πόνος, αρρώστιες κ.λπ., θα γίνονταν θηρία οι άνθρωποι· δεν θα πλησίαζαν καθόλου στον Θεό.

Η ζωή αυτή είναι ψεύτικη και σύντομη· λίγα είναι τα χρόνια της. Και ευτυχώς που είναι λίγα, γιατί γρήγορα θα περάσουν οι πίκρες, οι οποίες θα θεραπεύσουν τις ψυχές μας σαν τα πικροφάρμακα. Βλέπεις, οι γιατροί, ενώ οι καημένοι οι άρρωστοι πονούν, τους δίνουν πικρό φάρμακο, γιατί με το πικρό θα γίνουν καλά, όχι με το γλυκό. Θέλω να πω ότι και η υγεία από το πικρό βγαίνει, και η σωτηρία της ψυχής από το πικρό βγαίνει.

Με τον πόνο μας επισκέπτεται ο Χριστός

Άνθρωπος που δεν περνάει δοκιμασίες, που δεν θέλει να πονάη, να ταλαιπωρήται, που δεν θέλει να τον στεναχωρούν ή να του κάνουν μια παρατήρηση, αλλά θέλει να καλοπερνάη, είναι εκτός πραγματικότητος. «Διήλθομεν δια πυρός και ύδατος, και εξήγαγες ημάς εις αναψυχήν»[3], λέει ο Ψαλμωδός.

Βλέπεις, και η Παναγία μας πόνεσε και οι Άγιοί μας πόνεσαν, γι’ αυτό και εμείς πρέπει να πονέσουμε, μια που τον ίδιο δρόμο ακολουθούμε. Με την διαφορά ότι εμείς, όταν έχουμε λίγη ταλαιπωρία σ’ αυτήν την ζωή, ξοφλούμε λογαριασμούς και σωζόμαστε. Αλλά και ο Χριστός με πόνο ήρθε στην γη. Κατέβηκε από τον Ουρανό, σαρκώθηκε, ταλαιπωρήθηκε, σταυρώθηκε. Και τώρα ο Χριστιανός την επίσκεψη του Χριστού έτσι την καταλαβαίνει, με τον πόνο.

Όταν επισκέπτεται ο πόνος τον άνθρωπο, τότε του κάνει επίσκεψη ο Χριστός. Ενώ, όταν δεν περνάη ο άνθρωπος καμμιά δοκιμασία, είναι σαν μία εγκατάλειψη του Θεού. Ούτε ξοφλάει, ούτε αποταμιεύει. Μιλάω βέβαια για έναν ο οποίος δεν θέλει την κακοπάθεια για την αγάπη του Χριστού. Σου λέει: «Έχω την υγεία μου, έχω την όρεξή μου, τρώω, περνάω μια χαρά, ήσυχα...», και δεν λέει ένα «δόξα Σοι ο Θεός». Τουλάχιστον, αν αναγνωρίζη όλες αυτές τις ευλογίες του Θεού, κάπως τακτοποιείται η υπόθεση. «Δεν μου άξιζαν αυτά, να πη, αλλά, επειδή είμαι αδύνατος, γι’ αυτό ο Θεός με οικονομάει». Στον βίο του Αγίου Αμβροσίου[4] αναφέρεται ότι κάποτε ο Άγιος φιλοξενήθηκε με την συνοδεία του στο σπίτι κάποιου πλουσίου. Βλέποντας ο Άγιος τα αμύθητα πλούτη του τον ρώτησε να είχε καμμιά φορά δοκιμάσει κάποια θλίψη. «Όχι, ποτέ, του απάντησε εκείνος. Τα πλούτη μου συνέχεια αυξάνονται, τα κτήματά μου ευφορούν, ούτε πόνο έχω, ούτε αρρώστια είδα ποτέ». Τότε ο Άγιος δάκρυσε και είπε στην συνοδεία του: «Ετοιμάστε τα αμάξια να φύγουμε γρήγορα από ‘δώ, γιατί αυτόν δεν τον επισκέφθηκε ο Θεός!». Και μόλις βγήκαν στον δρόμο, το σπίτι του πλουσίου βούλιαξε! Η καλοπέραση που είχε ήταν εγκατάλειψη Θεού[5].


ΠΗΓΗ:ΒΙΒΛΙΟ΄΄Οι δοκιμασίες στην ζωή μας΄΄

ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ ‘’ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ’’ ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 2002

The Beatitudes and the Divine Liturgy...


 
The Beatitudes, in Byzantine monastic practice, are included in the Divine Liturgy and they form the third antiphon. During the singing of this Third Antiphon, the Little Entrance is begun. (In the parishes as third antiphon is chanted the Resurrectional Apolitikion of the Sunday). 

Wednesday 22 October 2014

Βοήθησε, όσο μπορείς...σύντρεξε στην ανάγκη


Ας μη γίνουμε, αγαπητοί μου φίλοι και αδελφοί, κακοί διαχειριστές των αγαθών που μας δόθηκαν.
Ας μην κοπιάζουμε για να θησαυρίζουμε και ν' αποταμιεύουμε, ενώ άλλοι υποφέρουν από την πείνα.

Ας μιμηθούμε τον ανώτατο και κορυφαίο νόμο του Θεού, που στέλνει τη βροχή σε δικαίους και αδίκους και ανατέλλει τον ήλιο επίσης για όλους.
Αυτός έκανε τη γη ευρύχωρη για όλα τα χερσαία ζώα, δημιούργησε πηγές, ποτάμια, δάση, αέρα για τα φτερωτά και νερά για τα υδρόβια, και έδωσε σ' όλα τα όντα άφθονα τα απαραίτητα για τη ζωή τους στοιχεία, χωρίς να τα περιορίζει καμιά εξουσία, χωρίς να τα καθορίζει κανένας γραπτός νόμος, χωρίς να τα εμποδίζουν σύνορα. Και αυτά τα στοιχεία τα παρέδωσε κοινά και πλούσια, χωρίς διάκριση ή περικοπή, τιμώντας την ομοιότητα της φύσεως με την ισότητα της δωρεάς και δείχνοντας τον πλούτο της αγαθότητός Του.
Οι άνθρωποι, όμως, αφότου έβγαλαν από τη γη το χρυσάφι, το ασήμι και τα πολύτιμα πετράδια, αφότου έφτιαξαν ρούχα μαλακά και περιττά και αφότου απέκτησαν άλλα παρόμοια πράγματα, που αποτελούν αιτίες πολέμων και επαναστάσεων και τυραννικών καθεστώτων, κυριεύθηκαν από παράλογη υπεροψία.
Έτσι, δεν δείχνουν ευσπλαχνία στους δυστυχισμένους συνανθρώπους τους και δεν θέλουν ούτε με τα περίσσια τους να δώσουν στους άλλους τα αναγκαία.
Τι βαναυσότητα! Τι σκληρότητα!
Δεν σκέφτονται, αν όχι τίποτ' άλλο, πως η φτώχεια και ο πλούτος, η ελευθερία και η δουλεία και τ' άλλα παρόμοια, εμφανίστηκαν στο ανθρώπινο γένος μετά την πτώση των πρωτοπλάστων, σαν αρρώστιες που εκδηλώνονται μαζί με την κακία και που είναι δικές της επινοήσεις.
Αρχικά, όμως, δεν έγιναν έτσι τα πράγματα, λέει η Γραφή (Ματθ. 19:8), αλλά Εκείνος που έπλασε εξαρχής τον άνθρωπο, τον άφησε ελεύθερο, αυτεξούσιο - συγκρατημένο μόνο από το νόμο της εντολής - και πλούσιο μέσα στον παράδεισο της τρυφής. Αυτή την ελευθερία κι αυτόν τον πλούτο θέλησε να χαρίσει - και χάρισε - ο Θεός, μέσω του πρώτου ανθρώπου, και στο υπόλοιπο ανθρώπινο γένος.
Ελευθερία και πλούτος ήταν μόνο η τήρηση της εντολής. Φτώχεια αληθινή και δουλεία ήταν η παράβασή της.
Μετά την παράβαση, λοιπόν, εμφανίστηκαν οι φθόνοι και οι φιλονικίες και η δολερή τυραννία του διαβόλου, που παρασύρει πάντα με τη λαιμαργία της ηδονής και ξεσηκώνει τους πιο τολμηρούς ενάντια στους πιο αδύνατους.
Μετά την παράβαση, το ανθρώπινο γένος χωρίστηκε σε διάφορες φυλές με διάφορα ονόματα και η πλεονεξία κατακερμάτισε την ευγένεια της φύσεως, αφού πήρε και το νόμο βοηθό της.
Εσύ, όμως, να κοιτάς την αρχική ενότητα και ισότητα, όχι την τελική διαίρεση· όχι το νόμο που επικράτησε, αλλά το νόμο του Δημιουργού. Βοήθησε, όσο μπορείς, τη φύση, τίμησε την πρότερη ελευθερία, δείξε σεβασμό στον εαυτό σου, συγκάλυψε την ατιμία του γένους σου, παραστάσου στην αρρώστια, σύντρεξε στην ανάγκη.
Παρηγόρησε ο γερός τον άρρωστο, ο πλούσιος τον φτωχό, ο όρθιος τον πεσμένο, ο χαρούμενος τον λυπημένο, ο ευτυχισμένος τον δυστυχισμένο.
Δώσε κάτι στο Θεό ως δώρο ευχαριστήριο, για το ότι είσαι ένας απ' αυτούς που μπορούν να ευεργετούν και όχι απ' αυτούς που έχουν ανάγκη να ευεργετούνται, για το ότι δεν περιμένεις εσύ βοήθεια από τα χέρια άλλων, αλλ' από τα δικά σου χέρια περιμένουν άλλοι βοήθεια.
Πλούτισε όχι μόνο σε περιουσία, μα και σε ευσέβεια, όχι μόνο σε χρυσάφι, μα και σε αρετή, ή καλύτερα μόνο σε αρετή. Γίνε πιο τίμιος από τον πλησίον με την επίδειξη περισσότερης καλοσύνης. Γίνε θεός για τον δυστυχισμένο με τη μίμηση της ευσπλαχνίας του Θεού.

Αγίου Γρηγορίου Θεολόγου, Περί φιλοπτωχείας λόγος (απόσπασμα)

Metropolitan Hierotheos of Nafpaktos- Defining "Orthodox Spirituality"



 
It is necessary first to define the terms: “orthodox” and “spirituality”. We cannot speak about “Orthodox spirituality” unless we know exactly what we mean by these two words. This is what the Holy Fathers of the Church have done. In his exceptional book “The Fountain of knowledge”, and more specifically in the sections entitled “Philosophical Chapters”, St. John of Damascus analyses the meanings of these words: Substance, nature, hypostasis, person, etc. Because these terms can be defined differently within other contexts he explains why they are so defined here.

The adjective “orthodox“ comes from the noun “orthodoxy” and shows the difference between the Orthodox Church and every other Christian denomination. The word “Orthodoxy” manifests the true knowledge about God and creation. This is the definition St. Athanasios of Sinai offers.

The term Orthodoxy consists of two words: “orthos” (true, right) and “doxa”. “Doxa” means, on the one hand, belief, faith, teaching and on the other, praise or doxology. These two meanings are closely connected. The true teaching about God incorporates the true praise of God; for if God is abstract, then prayer to this God is abstract as well. If God is personal then prayer assumes a personal character. God has revealed the true faith, the true teaching. Thus we say that the teaching about God and all matters associated with a person’s salvation are the Revelation of God and not man’s discovery.

Tuesday 21 October 2014

ΤΙ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΟΤΑΝ ΜΑΣ ΕΙΡΩΝΕΥΟΝΤΑΙ;


Ὅταν μᾶς εἰρωνεύονται..
Ὅταν μᾶς εἰρωνεύονται οἱ ἄλλοι, ὄχι γιὰ λάθη ποὺ κάναμε, ἀλλὰ γιατὶ ἐκκλησιαζόμαστε ἀνελλιπῶς, γιατὶ ἔχουμε πολλὰ παιδιά, γιατὶ «πηγαίνουμε μὲ τὸ σταυρὸ στὸ χέρι», γιατὶ νηστεύουμε καὶ τὰ ὅμοια, δὲν ὑπάρχει λόγος νὰ λυπούμαστε. Συνήθως παίρνουμε στάση ἄμυνας. Δὲν τοὺς ἀνεχόμαστε νὰ λένε σὲ βάρος μας πικρόλογα.

Ἡ ὑποτιμητική τους συμπεριφορὰ πρὸς ἐμᾶς πάρα πολὺ μᾶς στοιχίζει. Ἄλλα παθήματα τὰ ὑπομένουμε εὐκολότερα, ἀλλὰ τὶς εἰρωνεῖες τοῦ κόσμου δὲν μποροῦμε νὰ τὶς ἀντέξουμε. Ἀλλὰ γιατί δυσκολευόμαστε νὰ ὑπομείνουμε τὶς εἰρωνεῖες τοῦ κόσμου; Διότι ἐρεθίζουν τὸ πάθος τῆς φιλοδοξίας, τὸ πιὸ βαθύρριζο πάθος ποὺ φωλιάζει στὶς καρδιές μας. Θέλουμε νὰ προστατεύσουμε τὴν τιμή μας. Κάνουμε ὅ,τι περνάει ἀπὸ τὸ χέρι μας γιὰ νὰ μὴν πέσει τὸ κύρος μας. Κάποιες φορὲς προχωροῦμε καὶ στὴν ἀντεπίθεση. Προσπαθοῦμε νὰ βάλουμε στὴ θέση τους αὐτοὺς ποὺ μᾶς προσέβαλαν. Ἀλλὰ μποροῦν νὰ θεωρηθοῦν νίκες οἱ θυμώδεις ἀντιδράσεις μας στὰ πικρόλογα τῶν ἄλλων;

Ὅταν ἀντιδροῦμε ἀπὸ ἐγωισμὸ ἢ ἀπὸ πληγωμένη φιλαρέσκεια, δὲν εἴμαστε νικητές, ἀλλὰ ἡττημένοι. Πνευματικῶς ὠφελούμαστε περισσότερο, ἂν μάθουμε νὰ ὑπομένουμε τὶς εἰρωνεῖες τοῦ κόσμου. Τότε ἀποκομίζουμε μεγάλη ὠφέλεια. Πρωτίστως διότι ἐλευθερωνόμαστε ἀπὸ τὸ βασανιστικὸ πάθος τῆς φιλοδοξίας. Τὸ πάθος αὐτὸ θέλει νὰ ἀκούει συνεχῶς ἐπαίνους. Ἀλλὰ οἱ ἔπαινοι δὲν τὸ θεραπεύουν. Ἀπεναντίας τὸ τρέφουν, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ φουντώνει ἀκόμη περισσότερο.

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος ἀπὸ τὴν πλουσιότατη πείρα του μᾶς προτρέπει νὰ δεχόμαστε μὲ εὐχαρίστηση τοὺς «καυτῆρες» τῶν ὀνειδισμῶν ὡς φάρμακο καὶ γιατρικὸ γιὰ τὴν ἀσθένεια τῆς ψυχῆς μας. Διότι οἱ ὀνειδισμοὶ μᾶς ἐξαγνίζουν. Ὅσο καλὸ καὶ καρποφόρο καὶ παχὺ κι ἂν εἶναι τὸ ἔδαφος τῆς ψυχῆς, ὅταν τοῦ λείπει τὸ πότισμα μὲ τὸ νερὸ τῆς ἀτιμίας, θὰ χορταριάσει καὶ θὰ βλαστήσει ἀγκάθια ὑπερηφανείας, πορνείας καὶ ἀφοβίας (Λόγος Δ΄ 24). Οἱ τιμὲς καὶ τὰ ἐγκώμια αὐξάνουν τὴ χολὴ τῶν παθῶν (Λόγος Δ΄ 103). Ἀντὶ νὰ μᾶς κάνουν καλύτερους, μᾶς κάνουν χειρότερους. Ἐνῶ οἱ παρατηρήσεις, οἱ ταπεινώσεις καὶ οἱ ἐξουθενώσεις τῶν ἄλλων καθαρίζουν τὴν ψυχή μας ἀπὸ τὰ πάθη. Ἐπίσης, ὅταν ὑπομένουμε τὶς εἰρωνεῖες τοῦ κόσμου, γινόμαστε μιμητὲς τοῦ Χριστοῦ καὶ μαθητεύουμε στὸ Πάθος τοῦ Κυρίου μας.

Ἐφόσον ὁ Χριστὸς ὀνειδίστηκε ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, εἶναι ἀναμενόμενο νὰ ὀνειδιζόμαστε κι ἐμεῖς. «Οἱ ὀνειδισμοὶ τῶν ὀνειδιζόντων σε ἐπέπεσον ἐπ' ἐμέ» (Ψαλμ. ξη΄ 10). Ἐφόσον ὁ Χριστὸς διώχθηκε ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, εἶναι ἀναμενόμενο νὰ διωκόμαστε κι ἐμεῖς. «Εἰ ἐμὲ ἐδίωξαν, καὶ ὑμᾶς διώξουσι» (Ἰω. ιε΄ 20). Ἐφόσον ὁ Χριστὸς ὑβρίστηκε ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, εἶναι ἀναμενόμενο νὰ ὑβριζόμαστε κι ἐμεῖς. Οἱ γλῶσσες τοῦ κόσμου δὲν θὰ σταματήσουν νὰ εἰρωνεύονται. Ἀλλὰ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ τὰ εἰρωνικὰ σχόλιά τους δὲν λογίζονται ὡς ὕβρεις, ἀλλ' ὡς παράσημα.
Στὴν ἀτελεύτητη αἰωνιότητα δὲν θὰ μετρήσουν ὡς εἰρωνεῖες, ἀλλ' ὡς διάσημα. Θὰ γίνουν ὁ φωτοστέφανος μὲ τὸν ὁποῖο θὰ στεφανώσει ὁ ἀγωνοθέτης Κύριος τοὺς ἀγωνιστὲς τοῦ καλοῦ ἀγώνα.

Ὁ ἅγιος Συμεὼν ὁ νέος θεολόγος προτρέπει νὰ τρέχουμε στοὺς ὀνειδισμούς, ὅπως τρέχουν τὰ διψασμένα ἐλάφια στὶς πηγὲς τῶν ὑδάτων. «Ἐφόσον γνωρίζετε ὅτι ὁ Θεὸς τιμᾶ τοὺς δούλους Του ποὺ δέχονται ἀτιμώσεις καὶ τοὺς δοξάζει μέσα ἀπὸ τὶς ὕβρεις, νὰ τρέχετε βιαστικὰ μέσῳ ὅλων αὐτῶν πρὸς τὴν ἀθάνατη πηγὴ σὰν διψασμένα ἐλάφια». Εἶναι δεῖγμα μεγάλης ἀρετῆς νὰ ὑπομένει ὁ χριστιανὸς ὑβριστικοὺς λόγους χωρὶς νὰ λυπᾶται. «Τοῦτο (ἐστί) δεῖγμα μεγίστης ἀρετῆς, τὸ φέρειν ὕβριν ἀλύπως», παρατηρεῖ ὁ ἑρμηνευτὴς Ὀλυμπιόδωρος. Καὶ ἀναφέρει ὡς παράδειγμα τὸν πολύαθλο Ἰώβ, ὁ ὁποῖος ὑπέμεινε ἁλυσίδα ταπεινώσεων. Ἀπὸ τὴ μιὰ στιγμὴ στὴν ἄλλη ἔχασε τὴν περιουσία του, τὸ σπίτι του, τὰ παιδιά του, γέμισε μὲ πληγὲς καὶ ζοῦσε στὴν κοπριά, ἀκούγοντας πικροὺς λόγους ἀκόμη κι ἀπὸ τὴ σύζυγο κι ἀπὸ τοὺς φίλους του. Ἀλλὰ ὑπέμεινε τοὺς ὀνειδισμοὺς καὶ μνημονεύεται ὡς τύπος Χριστοῦ.

Ἡ θεοπρεπὴς ἀντιμετώπιση τῶν ὀνειδισμῶν ἀποτελεῖ κριτήριο γνησιότητος τῶν χριστιανῶν. Ὅσοι ὑπομένουν ὀνειδισμοὺς γιὰ τὴ χριστιανική τους ἰδιότητα, εἶναι πανευτυχεῖς καὶ μακάριοι. «Εἰ ὀνειδίζεσθε ἐν ὀνόματι Χριστοῦ, μακάριοι» (Α΄ Πέτρ. δ΄ 14). Μὴ λησμονοῦμε τὸν μακαρισμὸ τοῦ Κυρίου μας: «Μακάριοι εἶστε ἐσεῖς οἱ μαθητές μου, ὅταν σᾶς χλευάσουν οἱ ἄνθρωποι καὶ σᾶς καταδιώξουν καὶ ἐξαιτίας μου ποῦν κάθε εἴδους ψεύτικες κακολογίες καὶ κατηγορίες ἐναντίον σας» (Ματθ. ε΄ 11). Ὅπως ὁ θεῖος Λυτρωτὴς βάσταξε τὸν ἐπονείδιστο σταυρό Του, ἔτσι κι ἐμεῖς νὰ σηκώνουμε τὸν δικό μας σταυρό, «τὸν ὀνειδισμὸν αὐτοῦ φέροντες» (Ἑβρ. ιγ΄ 13). Νὰ εἴμαστε ἕτοιμοι νὰ ὑβρισθοῦμε καὶ νὰ περιφρονηθοῦμε γι' Αὐτόν, ὅπως ὑβρίστηκε καὶ περιφρονήθηκε Ἐκεῖνος.


Περιοδικό "Ο ΣΩΤΗΡ" τεύχος Σεπτεμβρίου 2013 (σελ. 23-24)

Holy Mount Athos: A universal presence and a heavenward orientation


Metropolitan of Nikolaos of Mesogaias and Lavreotikis
The spiritual influence of Mount Athos is indisputable and certainly stems from the fact that many men have attained holiness through their secret ascetic struggles there. In recent years many pilgrims have found peace of mind and repose on the Mountain, together with spiritual guidance and support.

The higher one rises, scientists tell us, the weaker the force of gravity becomes, the less one feels the pull of the earth, the looser one’s connection with it becomes, the easier one can shrug off its pressures and demands, the lighter one becomes.

The closer, too, one feels to heaven, which, though so vague, is so real and so desirable. Although less tangible, it seems more real than the earth. The higher one rises, the clearer the air becomes, the sharper one’s hearing, the broader the horizon, the closer one draws to the truth, and the truth is more convincing than reality.

Of all the holy sites in the Orthodox world, Mount Athos is the place where for over a thousand years the monastic life has been lived in its most absolute form. The passing centuries may have stamped their ‘worldly’ influence on the Mountain; even there men may display their weaknesses or even passions, which is only natural, and modern ‘civilisation’ may have done its damage, but in an inexplicably mystical way the Mountain has retained its blessed character, the constant and unique evidence of its grace, its rare and singular spiritual strength, and its dynamic relationship in space and time with the Lord God and the Kingdom of Heaven. Its philosophy of life has not been jeopardised by wrong choices, has not been harmed by a bad process of modernisation, and has not been corrupted by the times or by men, whoever they may be. Its truth endures.


Athos3-0482 IN 

It is like a rock which problems like changing political influences, the immoderate use of technology, tourism, parochial views, inter-monastic feuds, rivalries and even hatred, and all kinds of hostile forces only succeed in briefly washing over or moistening the surface of, without in the least disturbing its inner core.

There is something that does indeed protect it. Perhaps it is its monastic diversity, perhaps it is its enduring quality, perhaps the naturalness of its monastic expression, perhaps its treasures, relics and splendour, perhaps the abaton1 and its administrative autonomy, perhaps its ecumenical character, perhaps the care and protection of the Mother of God, perhaps its special grace. Despite its theocratic character, after eleven centuries of glorious existence Byzantium fell. Athos, on the other hand, is now in its fourteenth century of life but it moves at the pace of the world to come and gives you the impression that it is a place which is ‘not of this world’ (John 18: 36), one whose relationship with time is like that of its surface with the air and whose ‘citizens dwell in heaven’ (Philippians 3: 20).

Monday 20 October 2014

ΑΛΗΘΙΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ «ΜΕΤΑΘΑΝΑΤΙΑ ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΕΝΟΣ ΝΕΟΥ ΣΤΗ ΡΩΣΙΑ»


Τις ημέρες εκείνες έτυχε να συναντήσω στο ναό έναν εκπληκτικό, νεαρό άνδρα. Πλησίασε τον αδερφό μου στο τέλος της Θείας Λειτουργίας και του απεκάλυψε την ασυνήθιστη ιστορία της μεταστροφής του στο Χριστό. Στεναχωριόταν πολύ από τις ατελείωτες μετακινήσεις και συζητήσεις που γίνονταν τη στιγμή που οι ιερείς μεταλάμβαναν στο ιερό και ετοιμάζονταν για την έξοδο στην Ωραία Πύλη με το Άγιο Ποτήριο, για να κοινωνήσουν οι πιστοί.
“Γιατί όλοι αρχίζουν να πηγαινοέρχονται αυτή την ιδιαίτερη, γεμάτη αδημονία, στιγμή, όταν ο Κύριος βρίσκεται στην Αγία Τράπεζα;” ρώτησε τον αδελφό μου. “Θέλω να σας διηγηθώ την ιστορία μου.

Ζούσα όπως η πλειοψηφία των νέων ανθρώπων της εποχής μας, μακριά από το Θεό, μέσα στη διαφθορά, διάγοντας έκλυτη ζωή με οινοποσία και άλλες αμαρτίες. Όσο κι αν με νουθετούσε και με ικέτευε η μητέρα μου, πιστή γυναίκα, ν’ αφήσω την αμαρτωλή ζωή, εγώ την αγνοούσα και μόνο γελούσα. Οι αφηγήσεις της, ότι υπάρχει Θεός και αιώνια ζωή, μου φαίνονταν ανοησίες. Γελούσα με τις επιπλήξεις της, ζητώντας της να μ’ αφήσει ήσυχο. Κάποια φορά, αργά τη νύχτα, επιστρέφοντας στο σπίτι με τη μοτοσυκλέτα, μετά από την καθιερωμένη βόλτα, είχα ένα ατύχημα και σκοτώθηκα. Απρόσμενα αισθάνθηκα ότι βρισκόμουν στον αέρα.
Κοίταζα μ’ έκπληξη το ματωμένο σώμα μου, μην κατανοώντας γιατί ήμουν διπλός, και στεκόμουν και ήμουν ξαπλωμένος. Αργότερα είδα κόσμο να τρέχει κοντά μου και να προσπαθεί να με συνεφέρει. Ήρθαν οι πρώτες βοήθειες και οι γιατροί προσπαθούσαν να με γυρίσουν στη ζωή. Όμως εγώ δεν ήθελα να επιστρέψω στο νεκρό σώμα μου. Με φορείο μ’ έβαλαν στο ασθενοφόρο και με πήγαν στο νεκροτομείο. Τη στιγμή εκείνη έστρεψα το βλέμμα μου προς τον ουρανό. Ξαφνικά είδα το Ζωντανό Χριστό τόσο πανέμορφο, τόσο ταπεινό και πράο, μέσα σε πύρινη λάμψη να στέκεται από επάνω μου και να με κοιτάζει.

–Γιατί ζεις έτσι; με ρώτησε ο Κύριος.
Εκείνη τη στιγμή, από το μεγάλο φόβο που κατείχε την αμαρτωλή ψυχή μου, κουβαριάστηκα κι αναφώνησα:

–Κύ-ρι-ε, συγ-χώ-ρε-σε με!!! και άκουσα την απάντηση…

–Για τις αμαρτίες σου και την ακάθαρτη ζωή σου είσαι άξιος του Άδη. Όμως οι προσευχές και το κλάμα της μητέρας σου έφθασαν σε Εμένα. Σε συγχωρώ και σε στέλνω πίσω στη γη. Πήγαινε και μάθε ότι η σωτηρία βρίσκεται μόνο στην Εκκλησία, μέσω της μετάνοιας και της Αγίας Κοινωνίας.
Εκείνη τη στιγμή, ξαφνικά, αισθάνθηκα πάλι να μπαίνω στο σώμα μου και από τους φοβερούς πόνους, άρχισα, να βογκώ και να στριφογυρίζω.
 Οι γιατροί έμειναν έκπληκτοι. Αντί για το νεκροτομείο, με μετέφεραν στο νοσοκομείο για εγχείριση. Ο Θεός με επέστρεψε στη ζωή.
Και να, λοιπόν, τώρα θεραπευμένος, με ιδιαίτερη ευλογία έρχομαι στη Θεία Λειτουργία σ’ αυτό το μοναστήρι. Με φόβο αναμένω πότε θα βγει ο ιερέας με το Άγιο Ποτήριο για να προσκυνήσω το Ζωντανό Θεό, ο Οποίος μου αποκάλυψε ότι με την Κοινωνία του Αγίου Σώματος και του Αίματος Του. μπορούμε να σωθούμε και να κληρονομήσουμε την αιώνια ζωή.
 Να. γιατί με απορία και σύγχυση κοιτάζω τους ανθρώπους που πηγαινοέρχονται ενώπιον του μεγάλου Μυστηρίου, διαταράσσοντας την ευλογημένη ατμόσφαιρα, όταν πράγματι ο Ίδιος ο Κύριος έρχεται από την Ωραία Πύλη, προτείνοντας τον Εαυτό Του για τροφή.”
Και έβαλε το χέρι του αδελφού μου, σφίγγοντας το σε γροθιά, στο τεράστιο βαθούλωμα που υπήρχε στο κρανίο του, μετά το χτύπημα με τη μοτοσυκλέτα. Μ’ αυτό ήθελε ν’ αποδείξει την αυθεντικότητα όλων όσων βίωσε και διηγήθηκε.

Αυτή η αληθινή ιστορία βαθιά μας συγκλόνισε. Συχνά τη διηγούμαι στα κηρύγματα μου, σαν αληθινή μαρτυρία εκείνης της ανείπωτης Αγάπης, την οποία έφερε ο Κύριος από τους ουρανούς, καλώντας όλους τους αμαρτωλούς σε μετάνοια, ώστε ν’ αναγεννηθούν μέσω της Αγίας Κοινωνίας και να έλθουν προς την Αλήθεια. 

(Απόσπασμα από το βιβλίο ”Από την αιχμαλωσία στο Φως”
του Αρχιμανδρίτου Ιωάννου Κόγκαν)

The Life of Our Holy Monastic Father Hilarion the Great(Oct 21)

The Twenty-Ninth Day
of the Month of October
The Life of Our Holy Monastic Father
Hilarion the Great
From The Great Collection of the Lives of the Saints, Volume 2: October,
compiled by St. Demetrius of Rostov

The venerable Hilarion was born in the village of Tabatha, which is in Palestine near the city of Gaza. Hilarion was like a rose blossoming among thorns, for although his parents were pagans, he emitted the fragrance which is Christ. His father and mother sent him to study in Alexandria, and there he acquired not only the knowledge which the Hellenes seek and which is easily mastered, but spiritual wisdom as well. He believed in our Lord Jesus Christ, received Holy Baptism, and went frequently to church where he gave heed to teaching that served to instruct and to enlighten him. As he exercised himself in the virtues, his heart began to burn with love for God, and he considered how he might serve the Lord.

Hilarion soon learned of Saint Anthony the Great, for the fame of Anthony’s virtuous life had spread everywhere at that time. Wishing to see Anthony, Hilarion hastened to where the saint lived. When he reached Anthony’s dwelling place in the desert, he beheld his countenance, comely with virtue, and hearkened unto his sweet discourse. The godly one indicated to him the path that leads a man to perfection, and Hilarion remained with Anthony for some time. He beheld Anthony’s fervent and frequent prayers, his handiwork and constant labor, his fasting and abstinence, hospitality and freedom from avarice, and his perfect fulfillment of the statutes of monasticism, and saw how Anthony’s life thereby rivalled that of the angels. But since many visitors came to the venerable Anthony, some to be healed of their infirmities, others to receive his blessing, and yet others to hear his divinely inspired and edifying words, Hilarion did not wish to remain there permanently. He could not have perfect solitude and quiet there, and so he considered how he might find a place where he could dwell alone with the one God without any distraction. Taking the venerable one’s blessing, he returned to his homeland where he learned that his parents had died. He divided his inheritance into two parts: one portion he gave to his kindred, the other to the poor, leaving nothing for himself. Counting all things as dung, he renounced himself and the whole world, that he might become Christ’s disciple and an emulator of His poverty.

Τι σημασία έχει η λέξη, Αμήν…


Τη δοξολογητική εκφώνηση του ιερουργού στην αρχή της Θείας Λειτουργίας με το: «Ευλογημένη η Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων», έρχεται στη συνέχεια ο λαός δια του ιεροψάλτου να την επιβεβαιώσει και να την επικυρώσει με το «αμήν». Η λέξη αυτή είναι εβραϊκή και αμετάφραστη συχνά απαντάται στα αγιογραφικά και λατρευτικά κείμενα. Στον ευαγγελικό λόγο ο Κύριος Ιησούς κάμνει χρήση αυτής της λέξης στην επικοινωνία που έχει με το λαό. Αρχίζει συχνά τη διδαχή Του με το «αμήν» στη φράση: «αμήν λέγω υμίν» με τη σημασία του επιρρήματος «αληθώς», που ισοδυναμεί με τη φράση «σας διαβεβαιώ». Όταν πάλιν ήθελε να βγάλει κάθε δισταγμό και αμφιβολία από τους ακροατές Του και να ενισχύσει την επιβεβαίωσή Του, το επαναλαμβάνει το «αμήν» στη φράση: «αμήν αμήν λέγω υμίν». Συνοδευόμενο με το ρήμα «λέγω» αποτελεί έντονη επιβεβαίωση: «αληθινά σας διαβεβαιώ».

Sunday 19 October 2014

Metropolitan Avgoustinos Kantiotes On St. Luke the Evangelist (Homily)

 
The Beloved Physician
“Embrace Luke, the beloved physician” (Col. 4:14)
Today, my beloved, is a feast and celebration. St. Luke celebrates, one of the stars which enlightens the heaven of our holy Church.
  
Who was St. Luke? It is not sufficient to hear the name and to celebrate the memory of a Saint. We must know his life, and above all, imitate his virtues. As the holy Chrysostom said: “To celebrate a Saint is to imitate the Saint.” Because of this, let us say a few words about this Saint.
 
Luke! And his name alone reveals something, it has meaning. The word “Luke”, as philologists say, comes from the Latin root (lux) which means “light”. From this are derived other words as well. For example, “Lyceum” [corresponding to high school in modern Greece], meaning the school that enlightens, and woe if this school does not enlighten but darkens. Lyceum=the school that enlightens, and Luke=enlightened, radiant. He, of course, was not enlightened from the start, for initially he was an idolater. He was born when everyone worshiped idols and made them gods. He was a Greek by lineage. His homeland was Antioch, that great center of Hellenism in the East. That was his life before Christ, until he believed.
  
His calling was to be a physician (there was at that time a great medical school in Tyre). Furthermore, according to tradition, he had the talent of drawing pictures. Studying medicine, he found himself in Thebes of Viotia, and heard the Apostle Paul, came to know him, believed in Christ, was baptized a Christian, and therefore named Luke—enlightened.
  
From then on he followed the Apostle Paul. The life of Paul, however, was not like the life of today's priests and bishops, as we partake of silence and general comfort. It was a hard life, with poverty, trials, persecutions, shipwrecks, martyrdom, the cross. How many times was he not cast out, seized, flogged, imprisoned, and stoned (by Judeans and idolaters and Roman emperors)? And ultimately he was beheaded in Rome.
 
Throughout all of these situations, Luke did not abandon Paul. He remained near him, near him through these events, near him through his afflictions, near him through all the trials, until the end of his life. Among the fellow workers of Paul, Luke takes the greatest place, of whom he writes: “Luke, the beloved physician” (Col. 4:14). He names him “physician”, because he must have been useful to him many times, when the Apostle Paul was sick and had need of medical care.
  
Luke did not see Christ with his eyes, but he heard of the Lord from those who were “witnesses and servants” of the apostolic preaching (Luke 1:2), and especially from the Apostle Paul. This made a great impression on him, such that he could give a faithful representation of the Lord, and of the apostles and the life of the first Church. He believed deeply, and that which he believed, he preached. And as the Apostle Paul completed his path, Luke fled from Rome. He began to travel and to preach the Gospel of Christ. He circled throughout all of Greece, and finally, he returned to Thebes, where, according to a tradition, he became bishop, and there peacefully gave up his holy soul at the age of 80.
  
He preached with his tongue, he preached with his life and his example, he preached with his miracles. He will forever preach, however, with his God-inspired writings, and especially his Gospel. Whoever reads the Gospel according to Luke, thinks that he is watching the life of Jesus Christ like a movie. The Gospel of Luke is the sweetest Gospel. It is characterized as the Gospel of love, of forgiveness, of mercy, the Gospel of the compassion of God. One of these is the following:

In the Gospel of Luke is found the story of a sinful woman. She had worked orgies. She knew many men and was corrupted. The supposedly holy people in Israel, the Scribes and Pharisees, cut off communion with her, did not approach her, nor even told her a good morning. This woman one day went to Christ. He did not cast her out. He let her be, and she approached Him, knelt, sprinkled His feet with her tears and with her myrrh, and using her hair has a towel, wiped the spotless feet of the Lord. But because Christ accepted her actions, the others were scandalized. “Oh my, what is she doing?!” they said, “If he were a prophet, he would know who is touching him...” And then Christ said a great saying, which is impossible to measure, and which strikes me so deeply. Listen to what He says: “Her sins, which are many, are forgiven, for she loved much.” (Luke 7:47) In other words, the Scribes and Pharisees did not love Him, the “Learned” of that age did not love Him, the Romans did not love Him. This wretched woman loved Him, and she shed bitter tears of repentance. She sensed the redemption which Christ grants.
  
The Gospel of Luke is the Gospel of Joy. It begins from the Annunciation of the Theotokos, with the greeting of Gabriel: “Rejoice, O Full-of-Grace...” (Luke 1:28), and proceeds with the Nativity of Christ, and the joyous angelic message: “Behold, I bring you tidings of great joy...” (Luke 2:10), and ends again with the joy of the Apostles when they saw Christ ascending to the heavens: “And they, having worshiped Him, returned to Jerusalem with great joy” (Luke 24:52). The Gospel is joy. There is no other true joy anywhere. Joy is Christ. Whoever is tried, approaches, and believes like Luke did, he will see that his sorrow becomes joy, and his darkness, light.
  
All of us, beloved, are sick—not as much bodily as spiritually—and all of us have need of healing. Because of this, Christ founded His Church, for it to be a hospital for all men. He Himself is “The Physician of our Souls and Bodies” (Divine Liturgy), and He offers healing, medicine and therapy. His fellow workers in this healing work are the chosen men that He called, the Holy Apostles, the Holy Fathers, and the Clergy of today.
  
Luke was a physician of bodies, who placed his scientific knowledge towards the service of every sick person in pain. However, he himself had need of a physician, the Physician of the Soul. And he found the Physician. He found him in the person of the Apostle Paul, who led him to the hospital of the Church. But the Apostle Paul, before he could offer spiritual healing to Luke, he himself had needed this, which he received walking on the road to Damascus, from our Lord Jesus Christ Himself, Who is the Physician of physicians. In other words, the Apostle Paul and the Evangelist Luke, in the Church of Christ, approached as sick men, and having been healed, with the grace of the Lord, became physicians of the others.
  
On the feast of the holy physician Luke, I now direct this  towards those who share his art.
My beloved physicians, nurses, and all those who serve the sick in any way! No one dishonors the worth of your sacrifice. Everyone knows this and confesses this. But I want to remind you that man is not only a body, he is also a soul. And when you offer healing and therapy to others' bodies, know that you also need healing of your souls. You have a soul that is immortal and beyond all worth; take care of it. You behold the reality daily that this life ends. Work towards your eternal healing. Imitate in this way your protector, St. Luke. Approach with faith the Physician of physicians, and the healer of the whole human existence.
  
I pray that our Lord Jesus Christ, through the intercessions of the Evangelist Luke, may always be with you. Amen.
  
+Bishop Avgoustinos (Metropolitan Augustine Kantiotes of Florina, of blessed memory)
  
Recorded homily which took place in the Church of the Evangelist Luke in the Hospital of Florina (10/18/1985). (amateur translation of text from source)
 
Source- full-of-grace-and-truth.blogspot.ca
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...