Monday 6 May 2013

Πάσχα - Αντώνιος (Μπλουμ) Μητροπολίτης Σουρόζ

 
„Μέσα από αυτό το κήρυγμα άλλαξαν οι σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων. Ο καθένας έγινε πολύτιμος στα μάτια κάποιου άλλου. Ο κόσμος έγινε πιο πλατύς  και πιο βαθύς. Άνοιξαν τα όρια της γης και η γη ενώθηκε με τον ουρανό και τώρα, εμείς – οι χριστιανοί – είμαστε, όπως το είπε ένας δυτικός θεολόγος, εκείνοι οι άνθρωποι, στα χέρια των οποίων ο Θεός, μέσα από το Χριστό, έδωσε άλλους ανθρώπους, για να πιστέψουν στον εαυτό τους – επειδή ο Θεός πιστεύει σε μας – για να μπορέσουν να ελπίζουν τα πάντα, επειδή ο Θεός ελπίζει σε μας. Για να μπορέσουν να κρατήσουν τη πίστη μας μέσα από δοκιμασίες, μίσος, φρίκη και δίωξη: τη νίκη η οποία έχει ήδη νικήσει στον κόσμο, την πίστη στο Χριστό, τον σταυρωμένο και αναστημένο.“ – από μια ομιλία του Μητροπολίτη Αντωνίου Σούσοζ (Μπλούμ) για το Πάσχα
Ο Χριστός πέθανε, μα και αναστήθηκε. Κάθεται τώρα στα δεξιά του Πατρός και μεσιτεύει με τις παρακλήσες Του για μας.  Τί, λοιπόν, μπορεί να μας χωρίσει από την αγάπη του Χριστού? Μήπως τα παθήματα, οι στενοχώριες, οι διωγμοί, η πείνα, η γύμνια, οι κίνδυνοι ή ο μαρτυρικός θάνατος? Συμφωνα με τη Γραφή: „Για σένα πεθαίνουμε όλη τη μέρα. Μας μεταχειρίζονται σαν πρόβατα που τα πάνε για σφαγή“ (Πς. 45,25). Εμείς, όμως, βγαίνουμε νικητές μέσα από όλες αυτές τις δυσκολίες με τη βοήθεια του Χριστού, ο οποίος μας αγάπησε. Κι είμαι πραγματικά βέβαιος πως ούτε θάνατος ούτε ζωή, ούτε άγγελοι ούτε άλλες ουράνιες δυνάμεις, ούτε παρόντα, ούτε μέλλοντα, ούτε κάτι άλλο, είτε στον ουρανό είτε στον άδη, ούτε κανένα άλλο δημιούργημα θα μπορέσουν ποτέ να μας χωρίσουν από την αγάπη του Θεού για μας, όπως αυτή φανερώθηκε στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού, του Κυρίου μας.
Αναστημένος από τον τάφο, ο Χριστός, όταν παρουσιάστηκε μπροστά στους μαθητές και στις μυροφόρες, τους καλωσόρισε πρώτα με τις λέξεις: „Χαίρετε!“. Και κατόπιν, όταν  εμφανίστηκε μπροστά στους αποστόλους, τα πρώτα λόγια Του ήταν: „Ειρήνη σε σας!“. Ειρήνη, γιατί οι απόστολοι ήταν βαθιά ταραγμένοι: Ο Κύριος πέθανε. Φάνηκε, ότι έιχε χαθεί κάθε ελπίδα για τη νίκη του Θεού πάνω στην ανθρώπινη κακία, για την νίκη του καλού πάνω στο κακό. Φάνηκε ότι  η ίδια η ζωή έχει πεθάνει και το φώς σκοτείνιασε.
Το μόνο που απέμεινε στους μαθητές, οι οποίοι πίστεψαν στο Χριστό, στη ζωή, στην αγάπη, ήταν το να συνεχίζουν να υπάρχουν. Να ζούν δεν μπορούσαν πια. Αφού ήξεραν τη γεύση της αιώνιας ζωής, τώρα δεν τους απέμεινε τίποτα πια παρά να πεθαίνουν αργά και να περιμένουν τον θάνατο και την καταδίωξη από τους εθρούς του Χριστού. „Ειρήνη σε σας“ – τους χαιρέτισε ο Χριστός. Αναστήθηκα. Είμαι ζωντανός! Είμαι μαζί σας και τίποτα δεν θα μας χωρίσει πια και δεν μπορεί να πάρει από σας την αιώνια ζώη και τη νίκη του Θεού! Αφού τους είχε βεβαιώσει, ότι έιχε αναστηθεί σωματικά, τους ξανάδωσε ειρήνη και μια καινούργια σιγουριά και πεποίθηση στην πίστη τους που κανείς δεν  μπορούσε πια να την καταστρέψει. Ο Χριστός τους είπε κάτι που μπορεί να φανεί για πολλόυς σήμερα τρομερό και απειλητικό: Όπως ο Πατέρας έστειλε Εμένα, στέλνω και Εγώ εσάς. Λίγες ώρες μετά το θάνατό Του στο σταυρό, λίγες μέρες μετά την φρικτή νύχτα στον κήπο της Γεθσημανής, μετά την προδοσία του Ιούδα, αφού τον Σωτήρα είχαν πιάσει οι εθροί, Τον είχαν καταδικάσει, άδικα, σε θάνατο, τον είχαν οδηγήσει έξω από την πόλη, όπου πέθανε στο σταυρό, αυτά τα λόγια ακούστηκαν απειλητικά. Και μόνο η πίστη, μονο η πεποίθηση της νίκης, ότι ο Χριστός αναστήθηκε, ότι ο Θεός νίκησε και ότι η Εκκλησία έγινε μια ανίκητη δύναμη, μετέτρεψαν αυτά τα λόγια σε λόγια της ελπίδας και υποστήριξης στην ζωή τους.
Και οι μαθητές βγήκαν να να κηρύξουν. Και κανείς δεν μπόρεσε να τους σταματήσει. Δώδεκα άτομα εναντίον της Ρωμαϊκής  Αυτοκρατορίας. Δώδεκα ανυπεράσπιστα άτομα, χωρίς δικαιώματα, βγήκαν με ενα πολύ απλό κήρυγμα, ότι στον κόσμο μπήκε η αγάπη του Θεού, ότι οι ίδιοι είναι πρόθυμοι να δώσουν τη ζωή τους χάρη σ΄εκείνη την αγάπη, για να μπορέσουν άλλοι να πιστέψουν, για να μπορέσουν άλλοι να αναβιώσουν, για να αρχίσει για άλλους μια καινούργια ζωή μέσα από το θάνατό τους. „Μου φαίνεται πως ο Θεός σ΄εμάς, τους αποστόλους έδωσε την ελεεινότερη θέση, σαν να είμαστε καταδικασμένοι να πεθάνουμε στην αρένα. Γιατί γίναμε θέαμα για τον κόσμο, για αγγέλους και για ανθρώπους. Εμείς παρουσιαζόμαστε μωροί χάρη στο Χριστό, ενώ εσείς είστε σοφοί χάρη στο Χριστό. Εμείς είμαστε αδύναμοι, ενω εσείς είστε δυνατοί. Εμείς είμαστε περιφρονημένοι, ενώ εσείς είστε τιμημένοι! Ως αυτή την ώρα πεινάμε, διψάμε, γυρνάμε με κουρέλια, ξυλοδαρμένοι, από τόπο σε τόπο χωρίς σπίτι, και μοχθούμε να ζήσουμε δουλεύοντας με τα ίδια μας τα χέρια. Στους εμπαιγμούς απαντάμε με καλά λόγια, στους διωγμούς με υπομονή, στις συκοφαντίες με λόγια φιλικά. Καταντήσαμε σαν τα σκουπίδια όλου του κόσμου. Ως αυτήν την ώρα θεωρούμαστε τα αποβράσματα της κοινωνίας (Κορ.Α 4,9-15).
Και πώς πέθαναν οι απόστολοι! Όλοι, εκτός από τον Ιωάννη το Θεολόγο, πέθαναν με μαρτυρικό θάνατο. Ύπόφεραν θάνατο, διωγμούς, πάθη και σταυρό. „Κανένα πρόσκομα δε φέρνουμε σε κανένα, για να μήν δυσφημιστεί το έργο μας. Αντίθετα, με κάθε τρόπο συστήνουμε τον εαυτό μας  ως υπηρέτες του Θεού: με τη μεγάλη υπομονή μας, με τις θλίψεις, με τις δυσχέρειες, τις στενοχώριες, τις κακοποιήσεις, τις φυλακίσεις, τις εναντίον μας εξεγέρσεις, τις ταλαιπωρίες, τις αγρυπνίες, την πείνα. Συστήνουμε τον εαυτό μας με την εντιμότητα, την γνώση της αλήθειας, την ανεκτικότητα, την καλοσύνη, την φώτιση του Αγίου Πνεύματος, την ανυπόκριτη αγάπη με το κύρηγμα για την αλήθεια, με την δύναμη του Θεού, με τα όπλα της σωτηρίας, τα επιθετικά και τα αμυντικά. Δοκιμάζουμε δόξα και ατίμωση, δυσφήμιση και έπαινο. Μας θεωρούν λαοπλάνους, και όμως λέμε την αλήθεια. Μας αγνοούν και όμως γινόμαστε γνωστοί. Φτάνουμε στο θάνατο, και όσο ζούμε μας βασανίζουν, αλλά δεν πεθαίνουμε. Μας προξενούν στενοχώριες κι όμως πάντοτε χαιρόμαστε. Είμαστε φτωχοί, κάνουμε όμως πολλούς να πλουτίσουν. Τίποτε δεν έχουμε και τα πάντα κατέχουμε. Σας μιλήσαμε με ειλικρίνεια, Κορίνθιοι. Σας ανοίξαμε διάπλατα την καρδιά μας. Δεν σας κλείσαμε την καρδιά μας, εσείς κλείσατε τη δική σας. Σας μιλάω σαν παιδιά μου. Κάνετε κι εσείς το ίδιο με μας! Ανοίξτε και εσείς διάπλατα τις καρδιές σας. Μην κάνετε αταίριαστους δεσμούς με απίστους. Γιατί ποια σχέση μπορεί να έχει η δικαιοσύνη με την ανομία ή τι κοινό υπάρχει ανάμεσα στο φως και στο σκοτάδι? “ (Κορ. Β 6,3-14) Μα η πίστη θριάμβευσε:  η πίστη στον Χριστό, τον Θεό ενσαρκωμένο, η πίστη στο Χριστό σταυρωμένο και αναστημένο, η πίστη στο Χριστό που έφερε την ανίκητη αγάπη στη γη.
Μέσα από αυτό το κήρυγμα άλλαξαν οι σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων. Ο καθένας έγινε πολύτιμος στα μάτια κάποιου άλλου. Ό κόσμος έγινε πιο πλατύς  και πιο βαθύς. Άνοιξαν τα όρια της γης και η γη ενώθηκε με τον ουρανό και τώρα, εμείς – οι χριστιανοί – είμαστε, όπως το είπε ένας δυτικός θεολόγος, εκείνοι οι άνθρωποι, στα χέρια των οποίων ο Θεός, μέσα από το Χριστό, έδωσε άλλους ανθρώπους, για να πιστέψουν στον εαυτό τους – επειδή ο Θεός πιστεύει σε μας – για να μπορέσουν να ελπίζουν τα πάντα, επειδή ο Θεός ελπίζει σε μας. Για να μπορέσουν να κρατήσουν τη πίστη μας μέσα από δοκιμασίες, μίσος, φρίκη και δίωξη: τη νίκη η οποία έχει ήδη νικήσει στον κόσμο, την πίστη στο Χριστό, τον σταυρωμένο και αναστημένο.
Γι’ αυτό ας γίνουμε και εμείς αυτή η πίστη! Ας την κηρύξουμε ατρόμητα, ας την μαθαίνουμε στα παιδιά μας, ας τα κάνουμε να συμμετέχουν στα μυστήρια της Εκκλησίας, τα οποία τους ενώνουν – χωρίς να το καταλαβαίνουν τα παιδιά συνειδητά – με το Θεό και τα οδηγεί στην αιώνια ζωή.
Όλοι εμείς – νωρίς ή αργά – θα σταθούμε μπροστά στην Κρίση του Θεού, και τότε πρέπει να απαντήσουμε, αν μπορέσαμε να αγαπήσουμε με εκείνη τη αγάπη που δεν φοβάται ούτε σταυρό ούτε θυσίες, με την οποία ο Κύριος αγαπούσε όλο κον κόσμο, τους πιστούς και άπιστους, τους καλούς και κακούς. Ας μας δώσει ο Κύριος ακλόνητο θάρρος, μια δυναμική πίστη και χαρούμενη αγάπη, για να ανθίσει στη γή μας εκείνη η βασιλεία, που για χάρη της ο Θεός έγινε άνθρωπος, για να γίνουμε θεοί, για να γίνει η γη μας ουρανός, όπου ζεί και ακμάζει η αγάπη! Αμήν!

Πηγή: Bogoslov.ru

Η Θεολογία της εικόνας “Εις Άδου Κάθοδος”

Η Ορθοδοξία, έχει χαρακτηριστεί «Εκκλησία της Αναστάσεως» διότι οικοδομεί εκεί όλη την ιστορική της παρουσία, εμβολιάζοντας στη συνείδηση των λαών της την αναστάσιμη ελπίδα. “εἰ δὲ Χριστὸς οὐκἐγήγερται, ματαία ἡ πίστις ὑμῶν” (Α΄ Κορ. ιε΄17). Δεν θα μπορούσε λοιπόν η ιερή τέχνη της Αγιογραφίας να μην καταυγάζετε από το φως της Αναστάσεως . Η Ορθοδοξία δεναυθαιρετεί ούτε στο λόγο Της, ούτε και στην εκκλησιαστική Της ζωγραφική. Αυτό που κηρύττει το απεικονίζει και αυτό που απεικονίζει το ψάλλει. Έτσι η Ανάστασης του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, με το θεολογικό και λειτουργικό της περιεχόμενο, σφραγίζει όλη τη σκέψη και όλον το βίον της Εκκλησίας.  Η Ορθόδοξη εικόνα της Αναστάσεως χειραγωγούμενη από το δόγμα και την πίστη των Αγίων Πατέρων , έδωσε την πρέπουσα μορφή – δομή για την καταγραφή ενός διπλού γεγονότος ιστορικού και εσχατολογικού, απροσμέτρητου σε μέγεθος και αξία.
Για να δηλωθεί η ανάσταση του Χριστού, κατά καιρούς, χρησιμοποιήθηκαν διάφορες αναπαραστάσεις, που πολλές φορές ήταν δυτικής εμπνεύσεως. Για παράδειγμα, ο Χριστός που εξέρχεται γυμνός από τον τάφο και κρατεί κόκκινη σημαία, στερείται παντελώς του μυστικού, θεολογικού νοήματος. Ο δυτικός ζωγράφος προσπαθεί να αποδώσει το γεγονός ιστορικά, ενώ η ορθόδοξη αγιογραφία προσπαθεί να αποδώσει το νόημα του γεγονότος. Ο ορθόδοξος αγιογράφος με το χρωστήρα του δεν προσπαθεί να γράψει ιστορία, διότι τον ενδιαφέρει να γράψει θεολογία. Στέκεται πάνω από τη φωτογραφική αποτύπωση του γεγονότος, διότι προσπαθεί να συλλάβει το νόημα και τη σημασία του γεγονότος για την σωτηρία των ανθρώπων. Με τα χρώματά του ζωγραφίζει την πίστη του και αποτυπώνει πάνω στο ξύλο την ορθόδοξη θεολογία.
Στην Ορθόδοξη εικονογραφία υπάρχουν δύο εικόνες, που αντιστοιχούν στη σημασία του γεγονότος αυτού και που συμπληρώνουν η μία την άλλη. Η μία είναι συμβολική παράσταση. Απεικονίζει τη στιγμή που προηγήθηκε της θεόσωμης Ανάστασης του Χριστού – την Κάθοδο στον Άδη, η άλλη τη στιγμή που ακολούθησε την Ανάσταση του Σώματος του Χριστού, την ιστορική επίσκεψη των Μυροφόρων στον Τάφο του Χριστού.
Τα παραπάνω συμφωνούν και με τα αναστάσιμα τροπάρια της Εκκλησίας μας, που υπογραμμίζουν το ανεξιχνίαστο μυστήριο της Αναστάσεως και το παραλληλίζουν με τη Γέννηση του Κυρίου από την Παρθένο «Προήλθες εκ του μνήματος, καθώς ετέχθης εκ της Θεοτόκου» και την εμφάνισή του στους μαθητές μετά την Ανάσταση «Ώσπερ εξήλθες εσφραγισμένου του τάφου, ούτως εισήλθες και των θυρών κεκλεισμένων προς τους μαθητάς σου». Εξάλλου ακόμη κι οι Ευαγγελιστές δεν αναφέρουν τίποτε για τη συγκεκριμένη στιγμή της Ανάστασης του Χριστού. Η Ανάσταση Του δεν μπορεί να αποτυπωθεί τη συγκεκριμένη στιγμή, όπως συνέβη με την Ανάσταση του Λάζαρου. Οι Ορθόδοξες εικόνες που περιγράφουν την Ανάσταση του Χριστού φανερώνουν τις δωρεές που έφερε η Ανάστασή Του στον κόσμο. “Νυνὶδὲ Χριστὸς ἐγήγερται ἐκ νεκρῶν ἀπαρχὴ τῶν κεκοιμημένων” (Α΄Κορ. ιε΄20). Η εικόνα της καθόδου του Χριστού στον Άδη μας οδηγεί προς το εσωτερικό νόημα του γεγονότος και μας δίνει τη δυνατότητα να έρθουμε σε προσωπική σχέση με αυτό.
Ο Χριστός εμφανίζεται ως ο Κύριος της Ζωής και της Κτίσης. Στέκεται κατ ΄ ενώπιον, όρθιος , με μια κίνηση σφοδρή, έντονη σχεδόν εκρηκτική δηλώνοντας έτσι τη νίκη του πάνω στο θάνατο και τη φθορά. Ο Χριστός κατέβηκε στον Άδη ως Θεός ενώ το σώμα Του ήταν για τρεις μέρες στον τάφο “Ἐν τάφῳ, σωματικῶς, ἐν ᾅδῃ δὲ μετὰψυχῆς ὡς Θεός”. Ο Χριστός κατέβηκε στη γη για να σώσει τον Αδάμ. Μη βρίσκοντας αυτόν κατέβηκε μέχρι τον Άδη ζητώντας τον. “Ἐπὶ γῆς κατῆλθες, ἵνα σώσῃς Ἀδάμ• καὶ ἐν γῇ μὴ εὑρηκὼς τοῦτον Δέσποτα, μέχρις ἅδου κατελήλυθας ζητῶν”. Άρα η συνέχεια της εικόνας της Γεννήσεως του Χριστού με το σκοτεινό σπήλαιο και το Χριστό τοποθετημένο μέσα σε λάρνακα και τυλιγμένο όπως οι νεκροί, συνεχίζεται μέχρι το βαθύ σκοτάδι του Άδη ώστε να πραγματοποιηθεί το σχέδιο του Θεού.
Η παράσταση έχει σαν πλαίσιο βουνά, ως να είναι ανοιγμένα τα σπλάχνα της γης. Ο Άδης παρουσιάζεται με τη μορφή αβύσσου. Τα σκοτάδια του Άδη γεμίζουν από φως, από ακτινοβολία της δόξης του Θεανθρώπου που κατέβηκε μέχρι τα βάθη του. Οι πόρτες του Άδη βρίσκονται σπασμένες και σταυροειδώς τοποθετημένες. Μέσα στο σκοτάδι αυτό υπάρχουν σκορπισμένα κλειδιά , μοχλοί , αλυσίδες, κλειδωνιές, άδειες μαρμάρινες λάρνακες. Εκεί βρίσκεται αλυσοδεμένος ένας ή πολλές φορές, δυο ηλικιωμένοι άνδρες. Είναι η προσωποποίηση του Άδη και του θανάτου αντίστοιχα που έχασαν τη δύναμη και την αξία τους. ” Ποῦ σου θάνατε τὸ κέντρον; ποῦ σου Άδη τὸ νῖκος;”(Α΄ Κορ. ιε΄55). Τώρα ο Θεός άνοιξε γέφυρα επικοινωνίας με τον άνθρωπο. Τον τραβά και τον ξυπνά από το λήθαργο του θανάτου μεταφέροντάς τον στο φως και τη ζωή.
Η εικόνα μιλά για δυναμική κάθοδο του Χριστού στον Άδη. Ο χιτώνας Του είναι ανασηκωμένος για να δηλωθεί η καθοδική κίνηση. Το δοξασμένο σώμα του Χριστού εγγράφεται συνήθως μέσα σε ένα σύνολο τριών ή τεσσάρων ομόκεντρων κύκλων που συμβολίζουν το θείο φως. Έτσι κάθε κύκλος παίρνει μια πιο σκοτεινή απόχρωση βαίνοντας προς το μπλε. Ο Χριστός φορεί ιμάτιο με χρυσοκονδυλιά, αστραφτερό, και καθώς είναι ευρύπτυχο και ανεμιζόμενο πάνω από την κεφαλή, φέρει τον αέρα της νίκης. Η όψη στο προσώπου Του είναι αυστηρή αλλά με έκφραση φιλάνθρωπη. Τα χέρια Του και τα πόδια Του φέρουν ακόμα “τον τύπον των ήλων”.
Με το αριστερό του χέρι ο Χριστός κρατεί ειλητάριο σύμβολο του κηρύγματος της Αναστάσεως σε εκείνους που ήταν στον Άδη. Άλλες φορές αντί για ειλητάριο κρατεί σταυρό. Είναι το σύμβολο της νίκης, το όργανο με το οποίο απελευθέρωσε και εξαγόρασε τον άνθρωπο από το θάνατο (Γαλ. γ΄13).
Με την όλη ζωντάνια της κίνησης και με θεοπρεπή μεγαλοπρέπεια παρασύρει τους πρωτοπλάστους προς την ουράνια βασιλεία. Παίρνει τον Αδάμ και την Εύα, όχι από το χέρι αλλά από το καρπό του χεριού και με ορμή και δύναμη τους τραβά κυριολεκτικά έξω από τους τάφους. Ο Αδάμ φαίνεται κουρασμένος από το θάνατο. Το χέρι του Αδάμ αδύνατο μοιάζει να ξεκουράζεται από το χέρι του Χριστού. Η κίνηση του δεξιού χεριού του Αδάμ, κίνηση αυτόνομη, εκφράζει την προσωπική θέλησή του και τείνει προς το Χριστό σαν προσευχή. Με αυτή την αντιθετική κίνηση των χεριών του Αδάμ ανοίγεται μυστικά η αναζωογόνηση του ανθρώπου που πηγάζει από την Ανάσταση, η πλήρης κατάργηση του θανάτου, η εσωτερική δύναμη της ψυχής που τείνει προς το Θεό. Η Εύα σε μερικές αγιογραφίες βρίσκεται όρθια δίπλα από τον Αδάμ και τείνει και αυτή τα χέρια της προς τον Κύριο. Άλλοτε είναι γονατιστή και ανασηκώνει με σεμνότητα τα καλυμμένα χέρια της σε στάση προσευχής και υποδοχής, ελκυόμενη προς το Θεό της. Εδώ είναι μια συμβολική παράσταση που δηλώνει ότι ο Χριστός τραβώντας το Αδάμ από τον Άδη, τραβά κι όλο το ανθρώπινο γένος από το θάνατο. Ακόμη και στις εικόνες που η Εύα είναι πίσω σώζεται όπως και κάθε γυναίκα, αφού πλάσθηκε ισότιμη από το σώμα του Αδάμ. Η Ανάσταση του Χριστού είναι η απαρχή της λυτρώσεως ολόκληρης της ανθρωπότητας.
Δεξιά και αριστερά του Χριστού βρίσκονται δύο ομάδες δικαίων της Παλαιάς Διαθήκης. Ξεχωρίζουν οι βασιλείς Δαβίδ και Σολομώντας. Είναι ντυμένοι με βασιλικά ενδύματα και στο κεφάλι φορούν στέμμα. Οι προφήτες Ιεζεκιήλ και Ησαΐας επειδή προφήτεψαν την ανάσταση των νεκρών βρίσκονται στην εικόνα. Μεταξύ των δικαίων ζωγραφίζεται κι ο Άβελ. Είναι νέος, αμούστακος και ξεχωρίζει διότι κρατά ποιμαντική ράβδο. Ήταν ο πρώτος άνθρωπος που γνώρισε την πίκρα του Άδη από την άδικη αδελφική δολοφονία του. Μπροστά τους στέκεται ο Ιωάννης ο Πρόδρομος, ο τελευταίος προφήτης που άνοιξε το δρόμο για τον ερχομό του Χριστού στη γη. Ο Ιωάννης ο Πρόδρομος με τον αποκεφαλισμό του από τον Ηρώδη κατέβηκε στον Άδη για να κηρύξει και στους νεκρούς τον ερχομό Αυτού που ανέμεναν για λυτρωτή και σωτήρα τους. Αυτόν που υποσχέθηκε ο Θεός στους πρωτοπλάστους. Με την κίνηση του χεριού του βεβαιώνει ότι για αυτό μιλούσε τόσες χιλιάδες χρόνια η ανθρωπότητα. Δίκαια λοιπόν και η υμνογραφία μας χαρακτηρίζει τον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο ως “και τοις εν Άδη, Χριστού Προάγγελος”.
Ο πιστός βλέποντας την εικόνα και ζώντας αυτή την αλήθεια, αποβάλλει το άγχος του θανάτου. Για να καταργηθεί ο θάνατος πρέπει να καταργηθεί και η αμαρτία η οποία είναι το κέντρο του θανάτου(Α΄Κολσ. ιε΄56). Χρειάζεται λοιπόν από κάθε άνθρωπο η συσταύρωσή του με το Χριστό ώστε να μπορέσει να συναναστηθεί μαζί Του. Όποιος νικά εν Χριστώ την αμαρτία μετέχει και της νίκης του Χριστού πάνω στο θάνατο . Οι εν Χριστώ νικητές του θανάτου είναι οι Άγιοι. Όποιος βλέπει τα άγια λείψανα άφθαρτα και θαυματουργά, καταλαβαίνει τι σημαίνει νίκη πάνω στο θάνατο και τη φθορά. Το απλό βιολογικό γεγονός του θανάτου δεν είναι πια ο θάνατος με την οντολογική σημασία του όρου, αλλά σπορά του φθαρτού σώματος στη γη για να βλαστήσει, όπως το σιτάρι (Ιω. ιβ΄24), όταν το αποφασίσει ο Κύριος, με άφθαρτο και αθάνατο σώμα (Α΄ Κορ. ιε΄ 42).Τότε και μόνο ο άνθρωπος θα ζήσει στον παράδεισο όπως ήταν να ζήσει και πριν την πτώση.

Πηγή : Δέσποινα Ιωάννου – Βασιλείου, Πρεσβυτέρα -Εκπαιδευτικός
Πηγή:Θησαυρός Γνώσεων και Ευσεβείας
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...