Showing posts with label Άγάπη. Show all posts
Showing posts with label Άγάπη. Show all posts

Saturday, 27 December 2014

Τό μυστήριο τῆς ἀγάπης. Μακαριστός γέρων Ἀρσένιος Παπατσιώκ


Ο κόσμος αυτός δεν είναι ένοχος. Εμείς είμεθα ένοχοι, διότι δεν ξέρουμε να τον αγαπάμε και να τον εκτιμήσουμε! Τί κάναμε εμείς γι’ αυτό τον κόσμο, εάν γίνεται λόγος να εισέλθουμε λεπτομερώς στον δρόμο της σωτηρίας μας; Τί κάναμε εμείς γι’ αυτό τον κόσμο; Αυτό είναι το ζητούμενο!
Ένα ίδρυμα, όπως και ένα έθνος, ζουν μέσω αυτών τών ανθρώπων πού προέρχονται απ’ αυτά, διότι μένουν επάνω στον σταυρό του καθήκοντος, χωρίς να υποχωρούν ή να κλονίζεται ή αγάπη τους. Μια μεγάλη αγάπη για τον Θεό απαιτεί μια παντοτινή θυσία. Δεν μπορούμε ποτέ να ζήσουμε, χωρίς προβλήματα και χωρίς βέλη κατευθυνόμενα εναντίον μας! Δεν ακούτε τί μάς λέγει η Χριστιανική διδασκαλία; «Ουκ ήλθον βαλείν ειρήνην επί της γης, αλλά μάχαιραν... και εχθροί του άνθρωπον οι οικιακοί αυτού...» (Ματθ. 10, 36). Αλλά όλα αυτά δεν πρέπει να απελπίζουν με κανένα τρόπο τον άνθρωπο. Ακόμη κι όταν ο άνθρωπος προσβάλλεται συχνά απ’ αυτές τις δυστυχίες, αυτό δεν σημαίνει ότι θα απελπισθή στον αγώνα του. Όχι! Ο Θεός γνωρίζει την στενοχώρια σου και μ` αυτές τις συμφορές σέ δοκιμάζει, για να σέ καταστήσει άξιο να στεφανωθείς με την πλούσια και αιώνια Χάρι Του. Αυτό ποθεί ο Θεός να κάνη στην ζωή σου. Να σε στεφανώσει με τά αμάραντα άνθη του παραδείσου απ’ αυτή την ζωή.
Δεν μπορούμε να φαντασθούμε ένα άνθρωπο πού θέλει να σωθεί, αλλ’ όμως χωρίς αρετές. Από πού προέρχονται αυτές οι αρετές; Προέρχονται από την μάχη των δοκιμασιών, διότι χωρίς μάχη δεν μπορεί να υπάρχει θυσία! Ο Σταυρός έσωσε το ανθρώπινο γένος. Όχι η δικαιοσύνη του Θεού, ούτε τα θαύματά Του, αλλά ο Σταυρός! Όταν ο Ιησούς σταυρώθηκε, τότε νίκησε τον διάβολο. Ο Σωτήρ θριάμβευσε επί του Σταυρού, ενώ ο διάβολος νικήθηκε κατά κράτος. Επομένως ουδείς χριστιανός είναι απαλλαγμένος, για οποιοδήποτε λόγο, από τον σταυρό του, διότι η δοκιμασία, αγαπητοί μου, είναι δώρο του Θεού. Δεν είναι οπωσδήποτε μία παίδευσης του Θεού. Αλλά κι αν ακόμη είναι μία παίδευσης καθ’ εαυτή, η σημασία της έγκειται στην δυνατότητα επιστροφής του ανθρώπου προς το καλλίτερο.
Διαπιστώνει ο καθένας μας ότι δεν έρχεται πολύς κόσμος στην εκκλησία. Αλλά ο εκκλησιασμός δεν πρέπει να είναι κάποιο καταναγκαστικό έργο, ούτε να αποτελεί μια ευκαιρία, όπως οι άλλες απασχολήσεις της ζωής μας. Τέτοιος εκκλησιασμός, αντί να ενισχύει, αποδυναμώνει την πίστη και τον ψυχικό δυναμισμό του ανθρώπου και του προκαλεί σύγχυση. Εξ αιτίας πολλών παραπτωμάτων, φθάνει πολλές φορές σέ σημείο ο άνθρωπος να λέγει στον εαυτό του: «Τί; Μόνο εγώ να πηγαίνω στην Εκκλησία; Βλέπω ότι όλοι σχεδόν δεν πηγαίνουν...». Επομένως, το καλλίτερο είναι να προσευχώμεθα για την επίλυση αυτών τών προβλημάτων απ’ αυτούς τούς ανθρώπους. Κι ακόμη, παρακαλώ αγαπητοί μου, να γίνεται αυτή η προσευχή με μια αληθινή και ειλικρινή αγάπη. Όχι με μια υποκριτική και τυπική αγάπη πού υπάρχει σήμερα σέ πολλούς ανθρώπους. Πρέπει να αισθάνεσαι την ανάγκη ν’ αγαπάς.
Κανείς δεν έρχεται δίπλα σου, χωρίς κάποιο συγκεκριμένο λόγο. Σέ πλησιάζει με την πρόνοια και αγάπη του Θεού, διότι πιστεύει ότι κοντά σου θα βρει κάποια βοήθεια ή εσύ έχεις κάτι να ωφεληθείς απ’ αυτόν. ’Ίσως σέ ωφελήσει, διότι μπορεί να έχει κάποια μεγαλύτερη από σένα πνευματική δύναμη. ’Ή, μπορείς εσύ να τον βοηθήσεις, με την έννοια ότι τον υπομένεις και δέχεσαι να συζητήσης μαζί του. Είναι μεγάλο το σφάλμα μας, όταν παροργίζουμε ή διώχνουμε πότε τον ένα και πότε τον άλλο αδελφό μας! Ο Θεός τον υπομένει και αυτόν και τον έφερε στο δρόμο σου να τον υπομείνεις κι εσύ.

 Έτσι θα λάβεις απ’ αυτόν το στεφάνωμα της αγάπης!

Εάν κάνουμε κάποια καλά έργα, δεν είναι σωστό να τά κάνουμε από υποχρέωση, διότι γινόμεθα σκληροί. Να τά κάνουμε εν ονόματι της αγάπης του Χριστού με τον οποιοδήποτε τρόπο και όσο μπορούμε. Διότι ο Θεός μάς ανέχεται ακόμη σ’ αυτή την ζωή, όχι διότι είμεθα άξιοι, αλλά διότι αυτός είναι πολυέλεος και δι’ Αυτού το έλεός Του έρχεται στην ζωή μας.
Εάν, επί παραδείγματι κάποιος εχθρεύεται τον συνάνθρωπό του και τον κατακρίνει αδίκως για την συμπεριφορά του, τότε γίνεται ενοχλητικός και στους άλλους ανθρώπους. Αλλά αν σταθεί σέ συνομιλία με τον Θεό, Εκείνος θα του ειπεί μυστικά στην καρδιά του: «Αγαπητέ μου, Εγώ τον αγαπώ αυτόν τον άνθρωπο, έτσι όπως είναι. Έλα με το μέρος μου και αγάπησε τον και εσύ. Γι αυτό και τον κρατάω στην ζωή. Ακολούθησε την δική Μου αγάπη και μή τον μισής εγώ είμαι Θεός και κρατώ κι εσένα σ’ αυτή τη ζωή. Πόσα σφάλματα κάνεις καθημερινά κι όμως Εγώ τά παραβλέπω»;
Αυτός ο εσωτερικός διάλογος, πού γίνεται με ταπείνωση, παρέχει πνευματική ασφάλεια στον αγωνιζόμενο χριστιανό. Ανατέλλει μέσα του με πολλούς τρόπους η αγάπη, χωρίς την όποια δεν μπορεί να γίνει τίποτε, ακόμη και βουνά αν μπορούσε, να μετακινούσε. Ακόμη κι αν έδινε το  σώμα του να καεί και να ξεσχισθεί από τά θηρία για τον Χριστό.
Ελεημοσύνη δεν είναι μόνο να δίνης από το σακουλάκι σου. Ελεημοσύνη είναι να δέχεσαι τον άνθρωπο να καθίσει δίπλα σου, χωρίς να τον απομακρύνεις με τον λογισμό σου. Έχεις κάποιο συνάδελφο, ο οποιος διέρχεται μια συμφορά στην ζωή του. Πρέπει να ξέρης πώς να τον παρηγόρησης, πώς να καταπραΰνεις το πρόσωπό του. Για τούς πτωχούς μπορείς να κάνης μια σύντομη προσευχή: «Κύριε ελέησε τον τάδε», εάν δεν μπορείς κάτι να τού δώσεις, διότι είσαι μέσα στο λεωφορείο κι εκείνος στο πεζοδρόμιο. Το ερώτημα είναι σέ ποιά κατάσταση ευρίσκεται η καρδιά μας όσον αφορά τον πόνο πού επικρατεί γύρω μας; Το μεγαλύτερο έργο για το όποιο θα απολογηθούμε στην Μέλλουσα Κρίσι, θα είναι αυτό: «Γιατί δεν έδωσα περισσότερη προσοχή στους συνανθρώπους μου»;
Υπάρχει εντολή στην χριστιανική διδασκαλία: Να σέβεται ο άνθρωπος όλη την δημιουργία και ακόμη περισσότερο την ανθρώπινη ύπαρξη, η οποία είναι κατ’ εικόνα Θεού και ομοίωση. Και η διεστραμμένη φύσις, είναι γεγονός, ότι σέ προτρέπει να ασχολείσαι μόνο με τά δικά σου ζητήματα και πολύ δύσκολα να ενδιαφερθείς για τον άλλο. Και η εντολή τού Θεού είναι ακριβώς αυτή: Να θυσιάζεσαι για τον άλλον. Εγώ σάς είπα κάποτε εάν δεν το είπα το λέγω τώρα: Ευρισκόμουν σέ μία κατάσταση, πού μου φαινόταν σαν όνειρο, αλλά μου ήτο τόσο δυνατή σαν να ήτο αληθινή, έτσι ... είχα πεθάνει και κοιτούσα, όπως λέγεται, το νεκρό σώμα μου διότι ή ψυχή ποτέ δεν πεθαίνει. Κοιτούσα τον εαυτό μου στο φέρετρο και όταν το φέρετρο έφθασε και μπήκε στον τάφο, είπα: «Τί ωραία πού είναι να αφήσεις κάτι από τον εαυτό σου έξω από τον τάφο! Αυτό θα σέ βοηθήσει να ζήσης για πάντα». Η  ελεημοσύνη είναι κάτι δικό σου και ο Αλέξανδρος Βλαχοούτσα (ρουμάνος συγγραφεύς) έλεγε ότι «όλη η ' Αγία Γραφή είναι έλεος».
Με το να ελεήσης τον ένα ή τον άλλο, αυτό φανερώνει ότι στα πρόσωπά τους συναντάς τον Χριστό . Ακόμη, δεν γνωρίζεις, αν αυτόν πού βοηθάς ίσως να είναι ο ίδιος ο Χριστός με τον ένδυμα εκείνου του πτωχού! Αυτός δεν απλώνει το χέρι να του δώσεις, αλλά απλώνει ο χέρι Του να σου δώσει την Βασιλεία τών ουρανών και εσύ δεν το αντιλαμβάνεσαι. Και οι άνθρωποι συνήθως ζητούν ένα μικρό νόμισμα.
Αδελφοί μου, κρατήστε μέσα στο μυαλό σας ότι οι ζητιάνοι είναι βιβλικά πρόσωπα.
Περνάτε δίπλα από την θύρα της σωτηρίας σας και είναι τόσο εύκολο να χτυπήσετε και να μπείτε μέσα... Το φοβερότερο είναι ότι περιφρόνησες τον ζητιάνο. Οι ζητιάνοι ουδέποτε θα εξαφανιστούν, για να σου υπενθυμίζουν το καθήκον σου Αλλά και στην Βασιλεία του Θεού, μέσω αυτών θα περάσεις! Μαζεύονται καθ' ομάδες στην άκρη του δρόμου και  μοιράζουν, όσα χρήματα ή πράγματα συγκέντρωσαν λέγουν: «Αυτό μου το έδωσε ο τάδε... Μνήσθητι αυτού Κύριε, εν τη βασιλεία Σου...». Κι αυτό έχει άξια. Ο Σωτήρ μας για να μάς ενθαρρύνει μάς είπε: Θα λάβεις εκατονταπλάσια.
Θέλεις να πλουτίσεις; Δώσε κάθε τι πού έχεις! Θα λάβεις εκατονταπλασίονα. Αυτό δεν το λέγω έχοντας παράδειγμα τον εαυτό μου, αλλά αν γνωρίσεις τον βίο του άγιου Ιωάννου του Ελεήμονος, θα συγκλονιστείς!
  Ο άγιος Ιωάννης, όταν πήγε στην Αρχιεπισκοπή πού εξελέγη ποιμήν, ρώτησε: «Τί χρήματα σέ χρυσό έχει η Αρχιεπισκοπή;» και του απήντησαν, ότι έχει τόσα λίτρα χρυσού. «Να τά δώσετε στους πτωχούς» τούς είχε. Όταν άκουσαν τον λόγο του οι οικονόμοι ανησύχησαν και του είπαν ότι θα περιπέσουν σέ έσχατη πτώχεια. Και ο Θεός έστειλε εκατονταπλασίονα εν συγκρίσει μ’ αυτά πού έδωσαν. Και όσο έδινε ό Άγιος, τόσο περισσότερα ήρχοντο. Οι οικονόμοι γόγγυζαν πάντοτε. Βλέπεις, ότι ο άνθρωπος δεν παρατηρεί, όταν λαμβάνει, αλλά όταν δίνη. Αλλά ήρχοντο τα αγαθά σέ τακτικά διαστήματα εκατονταπλασίονα.
Είναι λόγια της' Αγίας Γραφής! Εγώ δεν έχω το δικαίωμα να αντιτίθεμαι σ’ αυτά τά λόγια. Με την αυθεντία των θείων αυτών λόγων της Γραφής, συνηθίζουμε να τά εφαρμόζουμε στη ζωή μας χωρίς δυσπιστία. Τά Μυστήρια της Εκκλησίας θεμελιώθηκαν επάνω στα λόγια της Αγίας Γραφής. «Αυτόν πού θα λύσετε εσείς, θα τον λύσω και Εγώ». Με τά λόγια αυτά θεμελιώθηκε το μυστήριο της Ιεράς Εξομολογήσεως.
Ηλθε μια κυρία στην Αρχιεπισκοπή να δώσει μια δωρεά. Ο άγιος Ιωάννης την ρώτησε: Τί επιθυμείτε να δώσετε κυρία: Του απήντησε «τόσα». Ο άγιος Ιωάννης περίμενε να λάβει εκατό φορές περισσότερα και, παρότι του έδωσε εκείνη η κυρία αρκετά, όμως δεν ήταν εκατονταπλάσια, και πάλι την ρώτησε: «Τόσα ήθελες αλήθεια, να μου δώσεις»; Τού απάντησε εκείνη: «Όχι, δεν ήθελα να δώσω τόσα, αλλά ένα αόρατο χέρι έσβησε και έγραψε το ποσό που σου δίνω τώρα».
Τί είχε συμβεί; Οι οικονόμοι δεν έδιναν στους πτωχούς, όσα τους είχε ειπή ό Άγιος. Έδιναν λιγότερα. Κι αυτά αντιστοιχούσαν με όσα τούς έφερε εκείνη ή γυναίκα. Ό άγιος Ιωάννης τούς επέπληξε: «Βλέπετε ποιός πτωχεύει την Αρχιεπισκοπή!»
Επομένως, ας προσπαθούμε να ζούμε όχι μόνοι μας, αλλά μέσα σέ όλους πού είναι μαζί μας.
Υπάρχει η πιο ωραία εντολή του Χριστού στο Ευαγγέλιο πού τόσο επίμονα μάς την υπαγορεύει: «Αγαπάτε αλλήλους». Βλέπετε, ότι με κάθε τρόπο πρέπει να ελέγχουμε τον εαυτό μας, εάν έχουμε το αίσθημα αυτό της αγάπης προς όλους τούς ανθρώπους.
Η πρακτική είναι πιο δύσκολη. Δεν μπορείς να τούς αγαπάς όλους με την ίδια πάντα αγάπη. Καλά, αυτό είναι κατανοητό. ’Αλλά, τουλάχιστον με κανένα τρόπο να μή μισής τούς άλλους. ’Εάν δεν τούς μισής, τότε δεν είσαι μέσα στο νερό, αλλά ανέβηκες στο πρώτο σκαλοπάτι. Ευρίσκεσαι σέ ξηρό μέρος. Και βέβαια τά σκαλιά αυτά φθάνουν μέχρι το τελευταίο πού είναι το σκαλοπάτι της ύψιστης αγάπης. Είσαι ελεύθερος και έχεις την δυνατότητα να ανέβης εάν δεν μισής. Αυτό είναι λοιπόν μια καλή αρχή. Τί είναι μία σκάλα; Δύο επιμήκη χονδρόξυλα πού ενώνονται μεταξύ τους με άλλα μικρότερα. Δηλαδή, εάν πατήσεις στο πρώτο ξύλο, -το πρώτο σκαλί- είσαι σεσωσμένος.
 Υπάρχει κάτι ιερό μέσα μας. Ο Θεός μάς το έδωσε, διότι μάς δημιούργησε με την εντολή και την δυνατότητα να αγαπάμε ο ένας τον άλλον. Και κάποια φωνή μάς λέγει μέσα μας: «Γιατί να στέκεσαι μόνο στο πρώτο σκαλοπάτι της αγάπης; Ανέβα πιο πάνω, στο επόμενο. Και τότε πλημμυρίζεις από μία αγάπη, την όποια μέχρι τότε δεν γνώριζες. Αυτή σέ αναπαύει και σέ συμβουλεύει να ανέβης και στο επόμενο σκαλί. Έτσι σιγά-σιγά μπορεί να φθάσει ο άνθρωπος μέχρι το τελευταίο σκαλί της θείας αγάπης, η οποία είναι σύνδεσμος τελειότητας».
Ο Σωτήρ δεν μάς λέγει ότι τα σκαλιά της κλίμακος είναι τριάντα, διότι αυτή την διδασκαλία μάς την λέγει ο άγιος Ιωάννης ο λεγόμενος της Κλίμακος. Μάς λέγει μόνο: «Αγαπάτε αλλήλους». Μάς παραγγέλλει κατά τρόπο τέλειο και αποφασιστικό. Αλλά εμείς σήμερα έχοντας τόσες δικές μας αδυναμίες και προστριβές με ανθρώπους, ενίοτε χαμηλής χριστιανικής παιδείας, μεταξύ δύο κακών, επιλέγουμε το μικρότερο.
Δηλαδή αφού δεν μπορώ να αγαπήσω τον πλησίον μου, διότι είμαι είτε εγώ εμπαθής, είτε εκείνος, τουλάχιστον να μην τον μισήσω οπότε στέκομαι στο πρώτο σκαλί και όχι μέσα στο τέλμα της απελπισίας και απώλειας μου. Και αν κρατιέσαι με τά χέρια σου από το παραπάνω σκαλοπάτι, αυτό σημαίνει ότι είναι δυνατόν να ανέβης σ’ αυτό, διότι το κρατείς με το χέρι σου. Είναι εντολή θεϊκή. Δεν χρειάζεται άλλο πλέον να το σχολιάσουμε κι ας μένουμε τουλάχιστον στην σχέση με τον πλησίον μας λέγοντάς του το «Καλημέρα» και να μην μισούμε κανέναν.
Μάταια κοπιάζουμε να εκτελούμε άλλες χριστιανικές αρετές, εάν δεν έχουμε αδελφικές σχέσεις με τον αδελφό μας. Αδελφοί μου, να γνωρίζετε ότι πρέπει ή καρδιά μας να είναι πάντοτε ελεύθερη προς τον Χριστό. Διότι κι ένας ακόμη μικρός εχθρός, πού τόλμησε να σκαρφαλώσει σέ κάποια περιοχή της καρδιάς μας είναι ικανός να απομακρύνει τον Χριστό από την καρδιά μας, πού είναι η μόνιμη κατοικία Του.
Δηλαδή, δεν θέλει ό Χριστός να κατοικεί μέσα μας ούτε και ο πιο μικρός νοητός εχθρός μας. Δεν υπάρχει σχέσης και κοινωνία μεταξύ τού καλού και τού κακού. Ό Σωτήρ μάς λέγει: «Να μου δώσης όλη την ζωή σου, όλη την ύπαρξη σου!» και ο διάβολος μας λέγει: «Εμένα να μου δώσεις μόνο το δάκτυλό σου». Και μ’ αύτη την παραχώρηση πού κάνουμε στον διάβολο, μάς κυριεύει τελείους. Ιδού, ευρίσκεται δίπλα σου. Δεν είναι πλέον ο Χριστός κοντά σου, εάν εσύ του έδωσες έστω και το νύχι τού δακτύλου σου!
Γι’ αυτό ούτε να συζητής με τον διάβολο. Είναι μεγάλο σφάλμα όταν λέγουν μερικοί: «Τσακώθηκα με τον διάβολο!» Αλλά αρέσει πολύ αυτός ο διάλογος του διαβόλου με τον άνθρωπο. Να προσεύχεσαι, λοιπόν. Αυτός φεύγει μόνο με την προσευχή σου. Εάν αισθάνεσαι ότι σέ βασανίζει σωματικά με κάποιο τρόπο ή κάπως σέ ενοχλεί, προσευχήσου στον Χριστό: «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησον με τον αμαρτωλόν». Αύτη την προσευχή να την έχεις πάντοτε στο στόμα και τον νου σου. Όχι όμως αγωνία και ταραχή, αλλά με πραότητα και αυτοσυγκράτηση. Διότι σας επαναλαμβάνω και τώρα, ότι οποιεσδήποτε και να είναι οι αιτίες μιας δοκιμασίας ή μιας στενοχώριας, προέρχονται από τον διάβολο. Η χάρις του Θεού δεν έρχεται εκεί όπου υπάρχει στενοχώρια, θλίψις και απελπισία, διότι ένας τέτοιος θεϊκός πλούτος δεν μένει σέ άνθρωπο πού δεν γνωρίζει να τον αποθηκεύει μέσα του και τον διασκορπίζει έξω.
Κι αύτη η χάρις δεν έρχεται να κυριαρχήσει επάνω του, αλλά έρχεται όπου υπάρχει πνευματική ησυχία και όταν η ύπαρξής του μεταμορφώνει αύτη την χάρι του Θεού με προσωπικές της πρωτοβουλίες μέχρις ότου φθάσει στο μέτρο του τελείου ανθρώπου και γίνει ο ίδιος θεός κατά χάριν. Αλλά το βάθος μιας χαριτωμένης καταστάσεως στην πνευματική ζωή δεν φαίνεται, αλλά βιούται. Αισθάνεσαι πότε ενοχλείσαι από την υπερηφάνεια. Η ταπείνωσης όμως δεν γίνεται τόσο αισθητή. Ό άνθρωπος ποτέ δεν λέγει: «Είμαι ταπεινός». Παρ’ όλα αυτά όμως αισθάνεται μια εσωτερική χαρά, διότι έχει ένα αίσθημα θερμής αγάπης για τον άνθρωπο και τον κόσμο.
Εάν έχεις ορθολογική σχέση με τον κόσμο, λέγοντας ότι, είμαι ελεύθερος να μη δεχθώ την επίσκεψι του αδελφού μου αυτό δεν σέ καταξιώνει πνευματικά. Είναι ένα μικρό κέρδος, χωρίς κάποιο αληθινό περιεχόμενο. Πρέπει να τον αγαπώσης αληθινά με όλη την καρδιά σου. . Στρατηγικά σάς δίνω μία συμβουλή: Δεν μπορείς ν’ αγαπώσης τον εχθρό σου από την πρώτη στιγμή Όμως μείνε στο σκαλί τουλάχιστον να μην τον μισής. Και εάν σέ εύρη ο θάνατος, χωρίς το μίσος κατά του αδελφού σου, τότε γνώριζε ότι πεθαίνεις ως φίλος του εχθρού σου και η χάρις του Θεού θα σέ συνοδεύει. Να γνωρίζετε ότι το μίσος κατά του αδελφού μας είναι διαβολικό. Έρχεται συχνά ο λογισμός και σου λέγει: «Αχ τί θα του έκανα!» Αγαπητέ, τις δέκα εντολές δεν πρέπει να τις μάθουμε, όπως κάποτε στο σχολείο. Πρέπει με κάθε τρόπο να εφαρμόσουμε αυτές τις εντολές.
Πηγαίνοντας στον Πνευματικό να του λέγεις ότι δεν ξεπλήρωσες την τάδε εντολή, ότι σου συνέβη το τάδε περιστατικό, ή η τάδε κατάστασης πραγμάτων σέ εμπόδισε. Θα το εξήγησης γιατί δεν μπόρεσες, οπότε θα έχεις τά ελαφρυντικά, αλλά με κανένα τρόπο να μή πιστεύσης ότι είσαι απαλλαγμένος τελείως, διότι προέκυψε κάποιο περιστατικό και εσύ δεν εφήρμοσες την εντολή. Εργάστηκες την Κυριακή.
Αλλά η εντολή της Εκκλησίας είναι να μην εργάζεσαι. "Όμως κάποιο γεγονός σέ ανάγκασε να έργασθής. Δεν θα πρέπει να σέ επιπλήξω,  αλλά είναι ανάγκη να το εξομολογηθείς αυτό και ίσως ο Πνευματικός να μή σέ κανονίσει. Δύο άτομα αποφάσισαν να επισκεφτούν τά Ιεροσόλυμα. Πήγαιναν με τά πόδια, με δύσκολες συνθήκες, διότι δεν υπήρχαν τότε μέσα μεταφοράς. Βαδίζοντας για τά Ιεροσόλυμα, μπήκαν να φιλοξενηθούν κάπου όπου εύρηκαν  πολλούς εκεί αρρώστους.
Προσπάθησαν και οι δύο και τούς βοήθησαν, όσο μπορούσαν. Αλλά ένας απ αυτούς είπε:
Εγώ δεν πηγαίνω στα Ιεροσόλυμα, διότι δεν μπορώ να εγκαταλείψω τούς ασθενείς.
Γιατί, αγαπητέ μου, αφού έτσι αποφασίσαμε.
Και αναχώρησε ο άλλος μόνος του και έφθασε στα Ιεροσόλυμα. Εκεί υπήρχε πολύ κόσμος και συνωστισμός, λόγω της Αναστάσεως του Χριστού.
Μπαίνοντας ο προσκυνητής στην εκκλησία με μεγάλη δυσκολία από την κυρία είσοδο, αντίκρισε στο 'Ιερό Βήμα τον συνοδοιπόρο του πού είχε μείνει πίσω για να περιποιηθεί τούς ασθενείς. Ανάμεσα στις δύο καλές πράξεις -το προσκύνημα και τούς αρρώστους- διάλεξε την μεγαλύτερη. Αυτός πού φρόντισε τούς ασθενείς επιθύμησε να φθάσει στην κορυφαία βαθμίδα της Άγιας Γραφής, πού είναι η αγάπη. Η εντολή της αγάπης είναι ύψιστη εντολή, γι’ αυτό και επιμένει πολύ σ’ αυτήν ο Σωτήρ μας. Όποτε προέρχεται δικαιολογημένα η εξής ερώτηση, την όποια πρέπει να θέσουμε όλοι μας, ό καθένας στον εαυτό του: «Αγαπώ ή δεν αγαπώ»; Είναι εντολή του Χριστού, αγαπητέ μου!
 Και μή νομίζετε ότι ο Χριστός μίλησε μόνο για εκείνο τον αιώνα, στην εποχή δηλαδή τών Αποστόλων. ’Όχι. Μίλησε για όλους τούς αιώνες και τις εποχές. Και εμείς έχουμε το πολύτιμο προνόμιο να είμεθα χριστιανοί. Δεν ακολουθούμε όπως άλλοι άνθρωποι, πού ζουν μακράν του Χριστού, τον Βούδα, ή άλλες ειδωλολατρικές θεότητες.
 Ακολουθούμε, με την άπειρη ευσπλαχνία του Θεού, τον Ιησού Χριστό μας.
Βάλετε καλά στο μυαλό σας ότι η αγάπη είναι κριτήριο της μελλούσης Κρίσεως. Το Ευαγγέλιο πού διαβάζουμε την Κυριακή της Μελλούσης Κρίσεως αυτό είναι: «Επείνασα γάρ και έδώκατέ μοι φαγείν, έδίψησα και έποτίσατέ με, ξένος ή μην και συνηγάγετέ με... ήσθένησα και έπεσκέψασθέ με...» (Ματθ. 25, 35-36). Δεν ομιλεί για άλλες υποθέσεις ή δεν ξέρω τί άλλο. Ομιλεί μόνο για την αγάπη.
Γιατί μισείς τον αδελφό σου; Αποδεικνύεις με τη στάσι σου ότι δεν τον αγαπάς, ότι δεν τον σέβεσαι σαν μία ανθρώπινη ύπαρξη. Από την στιγμή πού τον μισείς, δεν τον αναγνωρίζεις, ώς ανθρώπινο πρόσωπο. Κι αυτό αρκεί να μας καταδικάσει.
Κακολογείς με τόση ευκολία και με τον ενδόμυχο λόγο σου. Και αν ακόμη ρωτηθείς απαντάς: «Και τί μόνο εγώ κακολογώ; Στο κάτω-κάτω του αξίζει». Σάς λέγω όμως ότι αυτό είναι μια μεγάλη αμαρτία. Όχι πλέον δεν τον αγαπάς, αλλά και τον εχθρεύεσαι, τον μισείς. Τότε διαπράττεις έγκλημα και όχι αγάπη.
Όταν προσευχώμεθα για κάποιον ο οποίος δεν γνωρίζει ότι εμείς προσευχώμεθα στον Θεό γι αυτόν, τότε ο Θεός χάριν της άγαπητικής προσευχής σου πού κάνεις γι’ αυτόν τον βοηθεί. Εσύ μ’ αυτόν τον τρόπο έκπληρώνεις την εντολή της αγάπης και γίνεσαι σωτήρας κάποτε, κάπου, για κάποιον. Εσύ να συνεχίζεις να τον μνημονεύεις και ο Θεός θα τον βοηθήσει, διότι ακούει την προσευχή σου.
Εάν μνημονεύεις κάποιον, ζεις μαζί με όλο τον κόσμο και ιδιαίτερα με τούς αδελφούς σου εν τη ιδία πίστη του Χριστού. Και είναι υποχρεωμένοι προς αυτούς πού προ-σεύχονται για την σωτηρία τους, κατά ένα άγνωστο σ’ εμάς τρόπο πού τον ξέρει μόνο ο Θεός.
Εκτός από την προσευχή, κράτησε και καλές σχέσεις με τον άνθρωπο. «Πέταξέ του» ένα χαμόγελο, για να ίδή ότι δεν είσαι εχθρός του. ’Όχι μυκτηρισμό. Αν εκείνος σέ προκαλεί. Εσύ χαμογέλασε του ειρηνικά.
 Αγαπητέ μου’ εγώ ανέφερα μία αλήθεια. Εσύ όμως να μην ευρίσκεσαι έξω από αυτή την αλήθεια. Εάν σέ έβλαψε ή σέ στενοχώρησε αυτή η άποψής μου, για την αλήθεια της αγάπης, δεν φταίω εγώ. Το φταίξιμο είναι δικό σου, διότι δεν είσαι με την αλήθεια.
Δεν μπορούμε να διαμορφώνουμε νόμους δικούς μας για την αγάπη. Η εντολή: «Να αγαπάς» είναι για όλους. Τί να κάνουμε διότι ή απάντησης είναι αυτή: Υπάρχει και παράδεισος και κόλασης. Δόθηκε η δυνατότητα στον καθένα να μή πάει στην κόλαση και παρ’ όλα αυτά εκείνος επήγε στην κόλαση. Τί να κάνουμε; Εμείς κάνουμε το χρέος μας να αγαπάμε, διότι κι αυτούς πού είναι στην κόλαση τούς αγαπά ο Θεός. ’Αλλά η αγάπη του Θεού τώρα τούς μαστιγώνει στην κόλαση. Εκεί τούς κρατεί η δικαιοσύνη τού Θεού.Η κόλασης είναι μεγάλος πόνος για τον Θεό της αγάπης. Αυτοί αντιλαμβάνονται ότι τούς αγαπά ο Θεός και αυτό ακριβώς τούς βασανίζει. Και λένε οι κολασμένοι- «Κοίτα, και τώρα ακόμη μάς αγαπά σκέψου πόσο θα μάς αγαπούσε αν τον ακολουθούσαμε». Και τί δεν έκανε ο Χριστός για να σώση τούς ανθρώπους από την κόλαση;!
Πρόσεχε, αγαπητέ μου! Κάναμε ένα διάλογο, όσον αφορά την σωτηρία. Γιατί βαδίζεις στο οποιοδήποτε μονοπάτι και δεν άκολουθείς την πεπατημένη οδό πού οδηγεί στην άνω 'Ιερουσαλήμ; Σ’ αυτό τον δρόμο τραυματίζεσαι από μερικές αιχμηρές πέτρες, αλλά μην εγκαταλείπεις την πορεία σου εξαιτίας τών ματωμένων πληγών σου. Να τις επιδένεις, αλλά μην παρεκκλίνεις απ’ αυτό τον δρόμο, διότι η Χάρις του Θεού δεν έρχεται από όλους τούς δρόμους.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΨΥΧΩΦΕΛΕΙΣ ΔΙΑΛΟΓΟΙ ΜΕ ΤΟΝ ΡΟΥΜΑΝΟ ΓΕΡΟΝΤΑ ΑΡΣΕΝΙΟ.
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ.

Monday, 10 November 2014

Ἅγ.Συμεών Νέος Θεολόγος-Μακαρισμός σέ ἐκείνους πού ἔχουν μέσα στήν καρδιά τους τήν ἀγάπη.

 Ἅγιος Συμεών Νέος Θεολόγος


Μακαρισμός σε εκείνους που έχουν μέσα στην καρδιά τους την αγάπη


Πραγματικά, αρχίζοντας από πολλά και διάφορα έργα και πράξεις, σαν να ξεκινούμε από διαφορετικούς τόπους και από πολλές πόλεις ο καθένας, προσπαθούμε να φθάσουμε σε ένα κοινό κατάλυμα, τη βασιλεία των ουρανών.
Ως πράξεις και οδούς πρέπει να εννοούμε τις πνευματικές αρετές των αφοσιωμένων στον Θεό ανδρών· όσοι άρχισαν να βαδί­ζουν σ’ αυτές οφείλουν να τρέχουν προς μία κατεύθυνση, ώστε από διαφόρους χώρους και τόπους να συναχθούν σε μία πόλη, όπως έχει λεχθεί, τη βασιλεία των ουρανών, και να καταξιω­θούν να συμβασιλεύουν με τον Χριστό, υπαγόμενοι σ’ ένα βασι­λέα, τον Θεό Πατέρα.
Ως πόλη εδώ παρακαλώ να εννοήσεις μία και όχι πολλές, την αγία και αχώριστη τριάδα των αρετών, ή καλύτερα την πρώτη από τις τρεις, την οποία λέγουν και τελευταία, διότι είναι τέλος των καλών και υπερβάλλει όλες τις άλλες, εννοώ την αγάπη, από την οποία δεν έχει συσταθεί κανένα από τα όντα ούτε πρόκειται να συσταθεί καθόλου.
Βέ­βαια τα ονόματά της είναι πολλά, πολλές οι πράξεις της, περισ­σότερα τα γνωρίσματα, πολυάριθμα ιδιώματά της είναι θεία, αλλ’ η φύση της είναι μία και σε όλους εξίσου εντελώς απόρρητη, τόσο στους αγγέλους όσο και στους ανθρώπους και σε κάθε άλλη κτίση, που ενδεχομένως αγνοούμε.
Είναι ακατάληπτη κατά τον λόγο της, απρόσιτη κατά τη δόξα, ανεξιχνίαστη κατά τα βουλεύματα, αιώνια, αφού είναι έξω από το χρόνο, αθεώρητη, διότι νοείται βέβαια αλλά δεν καταλαμβάνεται. Εί­ναι πολλές οι ομορφιές αυτής της αχειροποίητης και αγίας Σιών, που όποιος άρχισε να τις βλέπει δεν ευχαριστείται πλέον με τις αισθητές θεωρίες, δεν προσκολλάται πλέον στη δόξα αυτού του κό­σμου.
Επιτρέψατέ μου λοιπόν απ’ την αρχή να συνομιλήσω με αυτήν, να την προσφωνήσω και να της αφιερώσω όσον πόθο έχω.
Μόλις, αγαπητοί μου πατέρες και αδελφοί, θυμήθηκα την ομορφιά της άμεμπτης αγάπης, και αμέσως το φως της βρέθηκε στην καρδιά μου και αιχμαλωτίσθηκα από τη γλυκύτητά της, έχασα τις εξωτερικές αισθήσεις, απέσυρα τελείως το νου μου από τα βιωτικά και λησμόνησα τα καθημερινά πράγματα. Αλλά έπειτα, δεν γνωρίζω πως, πέταξε πάλι μακριά από εμένα και με άφησε να θρηνώ την ασθένειά μου.
Ω αγάπη πολυπόθητη, μακάριος είναι όποιος σε ασπάσθηκε, διότι στο εξής δεν θα επιθυμήσει πλέον να ασπασθεί περιπαθώς ομορφιά γήινου πράγματος. Μακάριος είναι όποιος συσφίχθηκε μαζί σου από θείο έρωτα· διότι θ’ αρνηθεί όλον τον κόσμο και δεν θα μολυνθεί καθόλου πλησιάζοντας οποιονδήποτε άνθρωπο.
Μακάριος είναι όποιος κατεφίλησε τις ομορφιές σου και τις απόλαυσε με άπειρο πόθο, διότι θα αγιασθεί στη ψυχή με το καθαρό ύδωρ και αίμα που στάζει από εσένα.
Μακάριος εί­ναι όποιος σε κατασπάσθηκε, διότι θα υποστεί την καλή αλλοίωση πνευματικά και θα ευφρανθεί ψυχικά, διότι συ είσαι η ανεκλάλητη χαρά. Μακάριος είναι όποιος σε απέκτησε, διότι δεν θα υπολογίσει για τίποτε τους θησαυρούς του κόσμου, διότι είσαι ο πραγματικά ακένωτος πλούτος.
Μακάριος και τρισμακάριος είναι επίσης εκείνος που προσέλαβες· διότι μέσα στη φαινομε­νική αδοξία θα είναι ενδοξότερος όλων των ενδόξων, τιμιότε­ρος όλων των τιμίων και σεμνότερος. Αξιέπαινος είναι όποιος σε κυνηγά, επαινετώτερος όποιος σε βρήκε, μακαριώτερος όποιος αγαπήθηκε από εσένα, όποιος έγινε δεκτός από εσένα, όποιος διδάχθηκε από εσένα, όποιος κατοίκησε μέσα σ’ εσένα, όποιος τράφηκε από σένα με τροφή τον Χριστό τον αθάνατο, τον Χριστό τον Θεό μας.
Ω θεία αγάπη, πού κρατείς τον Χριστό; Πού τον έχεις κρυμμένο; Γιατί πήρες τον Σωτήρα του κόσμου και απομακρύνθηκες από εμάς; Άνοιξε ένα παραθυράκι και σε εμάς τους αναξίους, για να δούμε και εμείς τον παθόντα για χάρη μας Χριστό και να πιστεύσουμε με το έλεός του ότι δεν θ’ αποθάνομε πλέον, αφού τον δούμε. Άνοιξέ μας εσύ που έγινες θύρα του στη σαρκική του φανέρωση, που εβίασες τα άφθονα και αβίαστα σπλάγχνα του Δεσπότη μας, για να βαστάσουν τις αμαρτίες και τις ασθένειες όλων, και μη μας απορρίψεις, λέγον­τας, «δεν σας γνωρίζω».
Έλα μαζί μας, για να μας γνωρίσεις· διότι σου είμαστε άγνωστοι. Κατοίκησε μέσα μας, ώστε για χάρη σου να έλθει για να επισκεφθεί και εμάς τους ταπεινούς, προϋπαντώμενος από εσένα (αφού εμείς είμαστε τελείως ανάξιοι γι’ αυτό), ώστε να παραμείνει ομιλώντας για λίγο με εσένα και να δεχθεί και εμάς τους αμαρτωλούς να προσπέσουμε στα άχραντα πόδια του· να συνομιλήσεις μαζί του για το καλό μας και να πρεσβεύσεις να μας συγχωρηθεί το χρέος των κακών μας, ώστε ν’ αξιωθούμε διά σου να δουλεύουμε πάλι σ’ αυτόν τον Δεσπότη, να δεχθούμε την πρόνοιά του και να τρεφόμαστε από αυτόν. Διότι το να μη χρωστάει κανείς τίποτε, αλλά να αφανίζεται από την πείνα και τη φτώχια, σχεδόν προξενεί την ίση τιμωρία και κόλαση.
Είθε να συγχωρηθούμε από εσένα, αγία αγάπη, και διά μέσου σου να φθάσουμε στην απόλαυση των αγαθών του Δεσπότη μας, των οποίων την γλυκύτητα δεν μπορεί κανείς να γευθεί παρά μόνο διά σου. Διότι αυτός που δεν σε αγάπησε όσο πρέπει και δεν αγαπήθηκε από εσένα όπως χρειάζεται, ίσως βέβαια τρέχει, αλλά δεν τερματίζει. Κάθε δρομέας πριν τελειώσει τον δρόμο είναι αβέβαιος.
Όποιος όμως έφθασε σ’ εσένα ή κατα­λήφθηκε από εσένα, είναι οπωσδήποτε βέβαιος, επειδή το τέ­λος του νόμου είσαι εσύ, εσύ που με περικυκλώνεις, που με φλογίζεις, που από πόνο καρδιάς, μου ανάβεις άπειρο πόθο του Θεού και των αδελφών και πατέρων μου.
Διότι εσύ είσαι η διδασκάλισσα των προφητών, η συνοδοιπόρος των αποστόλων, η δύναμη των μαρτύρων, η έμπνευση των πατέρων και διδα­σκάλων, η τελείωση όλων των αγίων· και αυτήν τη στιγμή εσύ είσαι η δική μου προχείριση για την παρούσα διακονία.
Αλλά συγχωρήστε με, αδελφοί, που παρεξέκλινα λίγο από τα πλαίσια της κατηχήσεως του λόγου, πράγμα που προκάλεσε ο πόθος της αγάπης.
Διότι την θυμήθηκα και «ευφράνθηκε η καρδιά μου» και επιδόθηκα σε εξύμνηση των θαυμάτων της. Για τον λόγο αυτόν αξιώνω και από τη δική σας αγάπη να την καταδιώκετε από πίσω με όλη σας τη δύναμη και να τη φθάσετε τρέχοντας με πίστη, και δεν θα διαψευσθούν καθόλου οι ελπίδες σας.
Διότι κάθε φροντίδα και κάθε άσκηση, συνοδευόμενη από πολλούς κόπους, αν δεν απολήγει στην αγάπη με ταπεινό πνεύμα, είναι μάταια και δεν καταλήγει σε τίποτε χρήσιμο.
Διότι δεν υπάρχει καμμία άλλη αρετή ή εκπλήρωση Κυριακής εντολής, με την οποία μπορεί κανείς ν’ αναγνωρισθεί ως μαθητής του Χριστού· πραγματικά λέγει, «από αυτό θα γνωρίσουν όλοι ότι είσθε μαθητές μου, εάν αγαπάτε αλλήλους».
Για χάρη της «ο Λόγος έγινε σάρκα και κατοίκησε σ’ εμάς», γι’ αυτήν, αφού ενανθρώπησε, υπέμεινε εκουσίως όλα τα ζωοποιά πάθη, για να ελευθερώσει από τα δεσμά του άδη το πλάσμα του, τον άνθρωπο, και, αναλαμβάνοντάς τον, να τον οδηγήσει στους ουρανούς. Για χάρη της έτρεξαν οι Απόστολοι εκείνον τον ατέλειωτο δρόμο, σαγήνευσαν όλη την οικουμένη με το αγκίστρι και τη σαγήνη του λόγου, την σήκωσαν από τον βυθό της ειδωλομανίας και την οδήγησαν στο σωτήριο λιμάνι της βασιλείας των ουρανών.
Για χάρη της έχυ­σαν τα αίματά τους οι μάρτυρες, ώστε να μη χάσουν τον Χρι­στό. Γι’ αυτήν έδωσαν πρόθυμα τη ζωή τους οι θεοφόροι πατέρες μας και διδάσκαλοι της οικουμένης υπέρ της καθολικής και αποστολικής Εκκλησίας.
Και εμείς οι ευτελείς αναλάβαμε την προστασία σας, των τιμιωτάτων πατέρων και αδελφών μας, ώστε, μιμούμενοι εκείνους κατά δύναμη, να πάθουμε και να υπομείνουμε για σας τα πάντα και να εκτελέσουμε για οικοδομή και ωφέλειά σας τα πάντα, για να σας παρουσιάσομε θύματα τέλεια, ολοκαυτώματα λογικά, στην τράπεζα του Θεού.
Διότι σεις είσθε τα τέκνα του Θεού που μου έδωσε ο Θεός σαν παι­διά, σεις είσθε τα σπλάγχνα μου, τα μάτια μου. Σεις είσθε, για να εκφρασθώ με τους λόγους του Αποστόλου, το καύχημα και η σφραγίδα της διδασκαλίας μου.
Ας φροντίσουμε, αγαπητοί μου αδελφοί εν Χριστώ, όπως με όλα, έτσι και με την αγάπη προς αλλήλους να λατρεύουμε τον Θεό, και εμένα, που με εκλέξατε για να με έχετε στη θέση του πνευματικού σας πατέρα, αν και απέχω πολύ να είμαι άξιος γι’ αυτήν, ώστε να χαίρεται ο Θεός για την ομόνοια και τελείω­σή σας, να χαίρομαι επίσης και εγώ ο ταπεινός, βλέποντας να επεκτείνεται πάντοτε η προκοπή του κατά Θεόν βίου σας προς το καλύτερο με την πίστη, την αγνεία, το φόβο Θεού, την ευλάβεια, την κατάνυξη και τα δάκρυα, με τα οποία καθαρίζεται ο εσωτερικός άνθρωπος και πλημμυρίζει θείο φως και γίνεται ολόκληρος του αγίου Πνεύματος με συντριμμένη ψυχή και καταβλημένο φρόνημα. Και η δική μου χαρά καθίσταται για σας ευλογία και αύξηση της άφθαρτης και μακάριας ζωής με τη δύναμη του Ιησού Χριστού του Κυρίου μας, στον οποίο ανήκει η δόξα στους αιώνες. Γένοιτο.


(Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου, Κατηχητικός Λόγος Α΄, Ε.Π.Ε Φιλοκαλία των νηπτικών και Ασκητικών 19Γ΄, σ. 303-311)

Friday, 15 August 2014

Ὁ καθένας θά δοξαστεῖ κατά τό μέτρο τῆς ἀγάπης του!

 Ἅγιος Σιλουανός


Ὁ Κύριος μᾶς ἔδωσε τήν ἐντολή νά ἀγαπᾶμε ὁ ἕνας τόν ἄλλον. Αὐτή εἶναι ἡ ἀληθινή ἐλευθερία: ἡ ἀγάπη γιά τό Θεό καί τόν πλησίον.  Ἐδῶ βρίσκεται καί ἡ ἐλευθερία καί ἡ ἰσότητα.
Στήν κοσμική τάξη εἶναι ἀδύνατο νά ὑπάρξει ἰσότητα – αὐτό ὅμως δέν ἔχει σημασία γιά τήν ψυχή. Δέν μπορεῖ νά εἶναι ὁ καθένας βασιλιάς ἤ ἄρχοντας, πατριάρχης ἤ ἡγούμενος ἤ διοικητής. Mπορεῖ ὅμως ὁ καθένας, σέ ὅποια τάξη κιἄν ἀνήκει, ν' ἀγαπάει τό Θεό καί νά εἶναι εὐάρεστος σ' Ἐκεῖνον – κι αὐτό εἶναι τό σπουδαῖο. Καί ὅσοι ἀγαποῦν περισσότερο τό Θεό στή γῆ, θά ἔχουν περισσότερη δόξα στή βασιλεία τῶν οὐρανῶν καί θά εἶναι πιό κοντά στόν Κύριο. Ὁ καθένας θά δοξαστεῖ κατά τό μέτρο τῆς ἀγάπης του.
Ἡ θεία χάρη δέν ἀφαιρεῖ τήν ἐλευθερία, ἀλλά συνεργεῖ μόνο στήν ἐκπλήρωση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ἀδάμ βρισκόταν στήν κατάσταση τῆς χάριτος, ἀλλά δέν τοῦ ἀφαιρέθηκε τό αὐτεξούσιο. Oἱ ἄγγελοι παραμένουν ἐπίσης στό Ἅγιο Πνεῦμα, ἀλλά δέν τούς ἔχει ἀφαιρεθεῖ ἡ ἐλεύθερη βούληση.
Ὁ Κύριος ἔδωσε στή γῆ τό Ἅγιο Πνεῦμα· καί ὅσοι τό ἔλαβαν, αἰσθάνονται τόν παράδεισο μέσα τους.
Ἴσως πεῖς: “Γιατί λοιπόν δέν ἔχω κι ἐγώ μιά τέτοια χάρη;”. Ἐπειδή ἐσύ δέν παραδόθηκες στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ζεῖς σύμφωνα μέ τό δικό σου θέλημα.
Παρατηρῆστε ἐκεῖνον πού ἀγαπάει τό θέλημά του: Δέν ἔχει ποτέ εἰρήνη στήν ψυχή του καί δέν εὐχαριστιέται μέ τίποτα. Γι' αὐτόν ὅλα γίνονται ὅπως δέν θά ἔπρεπε. Ὅποιος ὅμως δόθηκε ὁλοκληρωτικά στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἔχει τήν καθαρή προσευχή καί ἡ ψυχή του ἀγαπάει τόν Κύριο.

από το βιβλίο: “Γνωριμία με τον Θεό”

Ι.Μ. Παρακλήτου Ωρωπού

Sunday, 3 August 2014

Μας σώζει η Αγάπη!

  
Αντώνιος (Μπλουμ) Μητροπολίτης Σουρόζ

Μερικὲς φορὲς φοβούμαστε ν' ἀκούσουμε προσεκτικὰ κάποιο πρόσωπο, διότι τὸ ν' ἀκούσεις σημαίνει ν' ἀνταποκριθεῖς κι ὄχι μόνο γιὰ ἕνα λεπτὸ ὅσο ἡ καρδιὰ εἶναι συγκινημένη καὶ μὲ μιὰ περαστικὴ σκέψη ἀλλὰ γιὰ πάντα. Μὲ τὸν τρόπο ποὺ ὁ Χριστὸς ἀνταποκρίθηκε στὴν ἀνθρώπινη θλίψη καὶ τὴ φρίκη τῆς στέρησης τοῦ Θεοῦ κι ἔγινε γιὰ πάντα ἄνθρωπος.
Δὲ σωζόμαστε ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι ἀγωνιζόμαστε καὶ πετυχαίνουμε κάποιου εἴδους ἀποτέλεσμα, σωζόμαστε ἀπὸ τῆς ψυχῆς μας τὸν πόθο ποὺ μᾶς τραβᾶ στὸ ζωντανὸ Θεό, ἀπὸ τὴν ἀγάπη ποὺ μᾶς τραβᾶ στὸ Χριστό. Καὶ ὅταν ἀκόμα ἀποτυγχάνουμε - καὶ αὐτὸ ἰσχύει καὶ στὶς ἀνθρώπινες σχέσεις -δὲν πρέπει νὰ ξεχνοῦμε ὅτι ἀκριβῶς, ὅπως καὶ ὁ Ἄπ. Πέτρος ἀφοῦ εἶχε ἀρνηθεῖ τὸ Χριστὸ ἦταν ἱκανὸς νὰ ἀπαντήσει τὴν τριπλῆ ἐρώτησή του, μποροῦμε νὰ ποῦμε: «Κύριε, ἐσὺ γνωρίζεις τὰπάντα, γνωρίζεις τὴν ἀσθένειά μου, τὶς ἐκτροπές, τὴν ἀβεβαιότητα, τὴν ἀστάθειά μου, γνωρίζεις ὅμως καὶ ὅτι σὲ ἀγαπῶ, ὅτι αὐτὸ εἶναι τὸ τελευταῖο, τὸ βαθύτατο πράγμα μέσα μου».

Κανεὶς δὲν μπορεῖ ν' ἀγαπᾶ ἕναν ἀόρατο Θεὸ ἂν πρῶτα δὲ μάθει ν' ἀγαπᾶ τὸ συγκεκριμένο, ζωντανό, πραγματικὸ πρόσωπο τὸ ὁποῖο ἔχει ἀπέναντί του. Πρὶν λοιπὸν θέσουμε τὸ ἐρώτημά τοῦ πῶς θὰ φτάσουμε στὸ Θεό, ἂς ρωτήσουμε τοὺς ἑαυτοὺς μας ποιὰ εἶναι ἡ στάση μας ἀπέναντι στὸν πλησίον μας· ἂν ἡ καρδιὰ μας εἶναι κρύα, ἐπιφυλακτικὴ καὶ κλεισμένη, ἂν μᾶς τρομοκρατεῖ ἀκόμη καὶ ἡ ἰδέα ὅτι ὁ πλησίον μας μπορεῖ νὰ ἀπαιτήσει τὴν καρδιὰ καὶ τὴ ζωή μας δὲν ὑπάρχει κανένας λόγος νὰ ἐπιζητοῦμε συνάφεια μὲ τὸ Θεό. Θὰ πρέπει πρῶτα νὰ μάθουμε τὸ πῶς ν' ἀποκτήσουμε μιὰ καρδιὰ ζεστή, μιὰ καρδιὰ ζωντανή, μιὰ καρδιὰ ποὺ νὰ ἀνταποκρίνεται στὸν πλησίον μας καὶ ἡ καρδιὰ ἐκείνη τότε, ἀνοιγμένη, μὲ τὴν καθαρότητά της θὰ δεῖ τὸ Θεό.

Ἡ ἀγάπη δὲ γνωρίζει ὅρια. Δὲν εἶναι ποτὲ δυνατὸ νὰ ποῦμε ὅτι ἔχουμε ἀγαπήσει, ὅτι ἔχουμε κάνει πράξη τὴν κάθε παρακίνηση τῆς καρδιᾶς μας, ὅτι ἔχουμε ἀγαπήσει μὲ τρόπο τέλειο γιατί τέλεια ἀγάπη ἦταν ἐκείνη μὲ τὴν ὁποία ὁ Χριστὸς ἀγάπησε τοὺς μαθητές Του. Μὲ τὰ λόγια τοῦ Ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Εὐαγγελιστῆ (Ἰω. 15.13): «μείζονα ταύτης ἄγαπην οὐδεὶς ἔχει, ἵνα τις τὴν ψυχὴν αὐτοῦ θῇ ὑπὲρ τῶν φίλων αὐτοῦ».
Πρὶν δοκιμάσουμε νὰ ζήσουμε μὲ μόνη βάση τὴν ἀγάπη ἂς κάνουμε μιὰ προσπάθεια, ἂς δοκιμάσουμε νὰ ζήσουμε σύμφωνα μὲ τὸ νόμο, νὰ μὴν παραβλέπουμε δηλαδὴ τὶς ἀπαιτήσεις τοῦ νόμου: τὴ δικαιοσύνη καὶ τὴν εἰλικρίνεια, ὅλες τὶς ἀπαιτήσεις τῆς φύσης ὅσον ἀφορᾶ τὸν τομέα τῶν σχέσεων ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους. Τότε μόνο θὰ εἶναι δυνατὸ νὰ φτάσουμε σ' ἕνα τέτοιο ἀνάστημα, ποὺ ἔχοντας προχωρήσει πέρα ἀπὸ τὸ νόμο θ' ἀγαπᾶμε μὲ ὅλη μας τὴν καρδιά, μὲ ὅλη μας τὴν ψυχή, ὅλη τὴ δύναμη καὶ τὸ εἶναι μας, μὲ τὴ ζωὴ καὶ τὸ θάνατό μας.

Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀπέραντη καὶ βαθειὰ καὶ ἀγκαλιάζει τοὺς πάντες. Αὐτὸ τὸ ὁποῖο μπορεῖ νὰ ἀλλάξει στὴν ἀγάπη αὐτὴ εἶναι μία κάποια ἐσωτερικὴ ἰδιότητά της: ὁ Θεὸς μπορεῖ ἀγαπώντας νὰ χαίρεται ἤ ἀλλοιώτικα νὰ πληρώνει τὸ τίμημα τῆς ἀγάπης Του πάνω στὸ σταυρό.
Πρέπει νὰ πάρουμε φωτιὰ μὲ ὁλόκληρο τὸ εἶναι μας, μὲ μυαλὸ καὶ καρδιὰ καὶ θέληση καὶ σῶμα καὶ νὰ γίνουμε ἡ καιόμενη βάτος τὴν ὁποία εἶδε ὁ Μωυσῆς νὰ καίγεται ὁλόκληρη χωρὶς νὰ ἀναλίσκεται.
Μόνο ἂν ἡ ἀνθρώπινη ἀγάπη φωτιστεῖ μὲ τὸ θεϊκὸ μυστήριο θὰ πάψει νὰ καταναλίσκει τὸ ὑλικὸ τὸ ὁποῖο τὴν τρέφει. Ἡ θεϊκὴ ἀγάπη καίει, κάνει τὸ κάθε τι μιὰ ζωντανὴ φλόγα, δὲν τρέφεται ὅμως μὲ τὸ ὑλικό της: καταστρέφει αὐτὸ ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ ζήσει στὴν αἰωνιότητα• αὐτὸ ποὺ μένει εἶναι μία καθαρὴ φλόγα ἡ ὁποία μεταμορφώνει τὸν ἄνθρωπο σὲ Θεό.

Wednesday, 18 June 2014

Το μυστήριο της αγάπης - Μακαριστός Γέρων Αρσένιος Παπατσιώκ


Ο κόσμος αυτός δεν είναι ένοχος. Εμείς είμεθα ένοχοι, διότι δεν ξέρουμε να τον αγαπάμε και να τον εκτιμήσουμε! Τί κάναμε εμείς γι’ αυτό τον κόσμο, εάν γίνεται λόγος να είσέλθουμε λεπτομερώς στον δρόμο της σωτηρίας μας; Τί κάναμε εμείς γι’ αυτό τον κόσμο; Αυτό είναι το ζητούμενο!
 
Ένα ίδρυμα, όπως και ένα έθνος, ζουν μέσω αυτών τών ανθρώπων πού προέρχονται απ’ αυτά, διότι μένουν επάνω στον σταυρό του καθήκοντος, χωρίς να υποχωρούν ή να κλονίζεται ή αγάπη τους. Μια μεγάλη αγάπη για τον Θεό απαιτεί μια παντοτινή θυσία. Δεν μπορούμε ποτέ να ζήσουμε, χωρίς προβλήματα και χωρίς βέλη κατευθυνόμενα εναντίον μας! Δεν ακούτε τί μάς λέγει ή Χριστιανική διδασκαλία; «Ουκ ήλθον βαλείν ειρήνην επί της γης, αλλά μάχαιραν… και εχθροί του άνθρωπον οι οικιακοί αυτού…» (Ματθ. 10, 36). Αλλά όλα αυτά δεν πρέπει να απελπίζουν με κανένα τρόπο τον άνθρωπο. Ακόμη κι όταν ό άνθρωπος προσβάλλεται συχνά απ’ αυτές τις δυστυχίες, αυτό δεν σημαίνει ότι θα άπελπισθή στον αγώνα του. Όχι! Ό Θεός γνωρίζει την στενοχώρια σου και μ` αυτές τις συμφορές σέ δοκιμάζει, για να σέ καταστήσει άξιο να στεφανωθείς με την πλούσια και αιώνια Χάρι Του. Αυτό ποθεί ό Θεός να κάνη στην ζωή σου. Να σέ στεφανώσει με τά αμάραντα άνθη του παραδείσου απ’ αυτή την ζωή.

Δεν μπορούμε να φαντασθούμε ένα άνθρωπο πού θέλει να σωθεί, άλλ’ όμως χωρίς αρετές. Από πού προέρχονται αυτές οι αρετές; Προέρχονται από την μάχη τών δοκιμασιών, διότι χωρίς μάχη δεν μπορεί να υπάρχει θυσία! Ό Σταυρός έσωσε το ανθρώπινο γένος. Όχι ή δικαιοσύνη του Θεού, ούτε τά θαύματά Του, αλλά ό Σταυρός! Όταν ό Ιησούς σταυρώθηκε, τότε νίκησε τον διάβολο. Ό Σωτήρ θριάμβευσε επί του Σταυρού, ενώ ό διάβολος νικήθηκε κατά κράτος. Επομένως ουδείς χριστιανός είναι απαλλαγμένος, για οποιοδήποτε λόγο, από τον σταυρό του, διότι ή δοκιμασία, αγαπητοί μου, είναι δώρο του Θεού. Δεν είναι οπωσδήποτε μία παίδευσης του Θεού. Αλλά κι αν ακόμη είναι μία παίδευσης καθ’ εαυτή, ή σημασία της έγκειται στην δυνατότητα επιστροφής του ανθρώπου προς το καλλίτερο.

Sunday, 15 June 2014

Ἡ θαυμαστὴ ἀλλαγὴ (π. Δημητρίου Μπόκου)

 

Κάποτε τὰ πουλιὰ περπατοῦσαν στὴ γῆ σὰν ὅλα τὰ ζῶα. Μιὰ μέρα ὅμως ὁ Θεὸς τοὺς εἶπε: «Πάρτε αὐτὰ τὰ φορτία καὶ πηγαίνετέ τα παραπέρα». Καὶ ἔβαλε πάνω στοὺς ὤμους τους ἕνα βάρος, ποὺ δὲν ἦταν ἄλλο ἀπὸ τὶς δύο φτεροῦγες.

Στὴν ἀρχὴ τὰ πουλιὰ ἔνοιωθαν τὶς φτεροῦγες πράγματι σὰν βάρος, μά, καθὼς προχωροῦσαν, αὐτὸ ὅλο καὶ λιγόστευε. Ὥσπου στὸ τέλος, τὰ φτερὰ ἀπὸ φορτίο ἔγιναν ἡ δύναμη ποὺ τὰ ἀπογείωσε. Ἀντὶ νὰ σηκώνουν τὰ πουλιὰ τὶς φτεροῦγες, σήκωναν οἱ φτεροῦγες τὰ πουλιά. Τὰ φτερὰ ἀπὸ βάρος ἔγιναν ἡ δύναμη ποὺ χάρισε ἀπεριόριστη ἐλευθερία στὰ πουλιά.

Τί θαυμαστὴ ἀλλαγή!

          Τὸ  ἴδιο κάνει  ὅμως  καὶ   σὲ   μᾶς  ὁ  Θεός.

         – Ἐλᾶτε ἐδῶ, μᾶς λέει. Σκύψτε, γιὰ νὰ βάλω στὸν τράχηλό σας τὸν ζυγό μου. Πάρτε στοὺς ὤμους σας αὐτὸ τὸ βάρος καὶ προχωρῆστε. Μὴν τὸ φοβᾶστε, εἶναι μικρὸ βάρος.

          Ὅμως ἐμεῖς; Ἀκοῦμε γιὰ βάρος; Ἀντιδροῦμε ἀμέσως. Ἀδύνατον! Πῶς θὰ ἀντέξουμε νὰ κουβαλᾶμε συνέχεια ἕνα ζυγό; Δὲν μᾶς φτάνουν τὰ βάρη ποὺ μᾶς φορτώνει ἡ ζωή; Πρέπει νὰ μᾶς φορτώνει καὶ ὁ Θεός;

Ποιὰ εἶναι τὰ βάρη τῆς ζωῆς; Τὰ ποικίλα βάσανα καὶ οἱ δυσκολίες της. Καὶ ἐπιπλέον τὰ βάρη ποὺ φορτώνουμε στὸν ἑαυτό μας μὲ τὶς ἁμαρτίες μας.

Ποιὸ εἶναι τὸ βάρος ποὺ μᾶς βάζει ὁ Θεός; Εἶναι ὁ νόμος του, οἱ ἐντολές του. Τὸ φορτίο μὲ τὸ ὁποῖο ὑπόσχεται ὁ Θεὸς νὰ ἐλαφρύνει τὰ ὑπόλοιπα φορτία μας.

          – Ἐλᾶτε σὲ μένα, λέει, ὅλοι «οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι» καὶ ἐγὼ θὰ σᾶς ἀναπαύσω. Γιατὶ τὸ δικό μου φορτίο εἶναι ἐλαφρύ. «Ἄρατε τὸν ζυγόν μου ἐφ’ ὑμᾶς» καὶ θὰ βρεῖτε ἀνάπαυση καὶ εἰρήνη στὶς ψυχές σας. Θὰ δεῖτε στὴν πράξη πόσο πράος καὶ ταπεινὸς πατέρας σας εἶμαι. Θὰ γνωρίσετε ἐκ τῶν πραγμάτων ὅτι «ὁ ζυγός μου χρηστός». Εἶναι μαλακὸς στὸν τράχηλο καὶ ὠφέλιμος στὴν ψυχή σας. «Καὶ τὸ φορτίον μου ἐλαφρόν ἐστιν» (Ματθ. 11,29-30). Ὑπόσχεται ὅτι «αἱ ἐντολαὶ αὐτοῦ βαρεῖαι οὐκ εἰσὶν» (Α΄ Ἰω. 5, 3).

Ἐμεῖς νομίζουμε πὼς ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀσήκωτο βάρος. Ἕνας τεράστιος κώδικας μὲ ἀτέλειωτες προσταγὲς καὶ ἀπαγορεύσεις. Ὅμως ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ εἶναι βασικὰ μία καὶ μόνο ἐντολή: «Αὕτη ἐστὶν ἡ ἐντολή… ἣν εἴχομεν ἀπ’ ἀρχῆς, ἵνα ἀγαπῶμεν ἀλλήλους. Καὶ αὕτη ἐστὶν ἡ ἀγάπη, ἵνα περιπατῶμεν κατὰ τὰς ἐντολὰς αὐτοῦ» (Β΄ Ἰω. 5-6). Ὅλες οἱ ἐντολές του συνοψίζονται στὴν ἐντολὴ τῆς ἀγάπης. Καὶ πάλι, ἀγάπη εἶναι τὸ νὰ ζοῦμε σύμφωνα μὲ ὅλες τὶς ἐντολές του. Γιατὶ τότε μόνο ἐνεργοῦμε σωστὰ ἀπέναντι σὲ ὅλους. Καὶ στὸν Θεὸ καὶ στοὺς ἀνθρώπους.

          Τὸ βάρος δηλαδὴ ποὺ μᾶς φορτώνει ὁ Θεός, εἶναι ἡ πρόσκληση σὲ ἀγαπητικὴ ἐλεύθερη σχέση πρὸς ὅλους. Οἱ ἐντολές του δὲν εἶναι παρὰ τὰ ἁπλᾶ βήματα στὸ ξεδίπλωμα τῆς σχέσης αὐτῆς. Τὸ ρίσκο μιᾶς σχέσης ἀγάπης εἶναι τὸ βάρος ποὺ βάζει πάνω μας ὁ Θεός. Καὶ στὴν ἀρχὴ φαίνεται ὄντως δύσκολο. Πῶς νὰ τοὺς ἀγαπήσεις ὅλους; Ἀκόμα καὶ τὸν ἐχθρό σου; Μὰ ὅσο προσπαθεῖς, τὸ βάρος ὅλο καὶ λιγοστεύει. «Ὀλίγον ἐκοπίασα καὶ εὗρον ἐμαυτῷ πολλὴν ἀνάπαυσιν» (Σοφ. Σειρὰχ 51, 27). Καὶ στὸ τέλος τὸ βάρος ἐξαφανίζεται ἐντελῶς. Σοῦ γίνεται χαρὰ τὸ ν’ ἀγαπᾶς. Σὲ κάνει νὰ πετᾶς.

          Θὰ δέχονταν τώρα τὰ πουλιὰ νὰ τοὺς ἀφαιρέσουμε τὰ φτερά τους; Ποτὲ καὶ μὲ τίποτα. Ἐμεῖς γιατί προτιμᾶμε νὰ σερνόμαστε, ἐνῶ μποροῦμε νὰ πετάξουμε στὰ ὕψη;

          Οἱ ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ «βαρεῖαι οὐκ εἰσίν». Ἔτσι λοιπὸν ἂς τὶς βλέπουμε κι ἐμεῖς. Ὄχι σὰν βάρος, μὰ σὰν φτερὰ ἀνάλαφρα, ποὺ μᾶς ἀνεβάζουν στὸν οὐρανό. Στὸ χέρι μας εἶναι νὰ πραγματοποιήσουμε αὐτὴ τὴ θαυμαστὴ ἀλλαγή.

 

Monday, 2 June 2014

Πνευματικός άνθρωπος δεν είναι ο ηθικός, αλλά ο αγαπών

 Ο Γέροντας Ντόμπρη (Dobri Dobrev)

Πολλές φορές ακούτε από το στόμα των ιερέων να ομιλούν για πνευματική προκοπή, ή να λένε: «Να προσπαθήσουμε να γίνουμε πνευματικοί άνθρωποι..». Όμως τι σημαίνει τελικά πνευματική προκοπή, τι σημαίνει πνευματικότητα; Μήπως τα έχουμε παρεξηγήσει μέσα στο μυαλό μας;
Όταν οι πατέρες της Εκκλησίας ομιλούν για πνευματικότητα δεν ομιλούν περί ηθικής. Η Εκκλησία αδελφοί μου μας προσφέρει πνευματικότητα, και όχι ηθική τελείωση. Ο πνευματικός άνθρωπος είναι σίγουρα και ηθικός όμως ο ηθικός δεν συνεπάγεται και το πνευματικός...Το να είμαστε ηθικά καλοί αυτό μπορούμε και μόνοι μας να το πετύχουμε, όμως δεν είναι το ζητούμενο, δεν πρέπει να γίνει αυτοσκοπός, δεν αρκεί η ηθική από μόνη της ώστε να ελκύσουμε την χάρη του Θεού. Π.χ.  όσο καθαρός κι αν είσαι, όσο εγκρατείς κι αν είσαι, όση αμόλυντη ζωή κι αν έχεις, εάν ζει εν παρθενία, όσο δίκαιος κι αν είσαι, με λίγα λόγια όλοι σε θεωρούν έναν ηθικό άνθρωπο, εάν δεν έχεις ταπείνωση τίποτα δεν κατάφερες..διότι «ο Κύριος ταπεινοίς δίδωσι χάριν».
Για να επανέλθουμε όμως. Λέμε λοιπόν ότι η Εκκλησία, μας προσφέρει πνευματικότητα. Τι είναι λοιπόν η πνευματικότητα; Μπορεί να μετρηθεί;
Η πνευματικότητα αδελφοί μου είναι κατάστασις όπου ο άνθρωπος έχει υπερβεί τον εγωισμό, την φιλαυτία του, έχει υπερβεί τα του κόσμου και πλέον εν ταπεινώση και μετανοία ζει για τον Χριστό ,δια του Χριστού.
Ζει δηλαδή όχι για να κτίσει ένα καλό όνομα στην κοινωνία, όχι για να γίνει διάσημος και προσφιλείς στους ανθρώπους λόγω της καθαρότητος του βίου του ή των ποικίλων αρετών του αλλά ζει για τον Χριστό, ζει για τους άλλους, ζει δια του Χριστού δηλαδή ζει μέσω του Χριστού, δια των μυστηρίων της Εκκλησίας και φτάνει στο σημείο να λέγει μαζί με τον απόστολο: «ζω δε ουκέτι εγώ ζει δε εν εμοί χριστός».
Ο πνευματικός άνθρωπος δεν είναι αυτός που έχει κάνει σπουδές στην θύραθεν σοφία, δεν είναι ούτε ο ηθικός άνθρωπος, αλλά ο μυημένος στο μυστήριο της Αγάπης.
Εάν τολμούσα να ονόμαζα ποιος είναι ο πνευματικός άνθρωπος, θα έλεγα είναι ο άνθρωπος που αγαπά. Διότι το ατέλεστο τέλος που καλούμαστε όλοι μας να αγγίξουμε και να γίνουμε μέτοχοι είναι η Αγάπη εν Χριστώ, δηλαδή η άδολη αγάπη, η ανιδιοτελής αγάπη, η αγάπη που μπορεί να φτάσει στην θυσία του Σταυρού χωρίς να κρατήσει κακία μέσα της.
«Αγάπα και κάνε ό,τι θέλεις», είπε ένας γέροντας σε κάποιον μοναχό. Διότι εάν αγαπάς, όντως, θα σου είναι αδιανόητο να στεναχωρήσεις τον πλησίον σου, να τον αδικήσεις, να τον κατακρίνεις. Εάν αγαπάς θα σου είναι αδιανόητο να ησυχάσεις μέσα στην φιλαυτία σου, μέσα στο βόλεμά σου…θα καταληφθείς από μία «μακαρία μανία» όπως λέγει ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος η οποία ακόμα και όταν το σώμα κουραστεί και αποκάμει από τους κόπους της ασκήσεως θα πραγματοποιηθεί σε σένα εκείνο το ψαλμικό: «Εγώ καθεύδω» από την ανάγκη της φύσεως, «η δε καρδία μου αγρυπνεί» από το πλήθος του έρωτος προς Σε.
Η Αγάπη λοιπόν είναι ο σκοπός της ζωής, διότι Αγάπη είναι ο Θεός. Ο άνθρωπος λοιπόν που σκοπό έχει την ένωσή του με τον Θεό (καθ'ομοίωσιν), είναι σαν να έχει σκοπό του την απόκτηση της Αγάπης.
Λέγει πάλι ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος: «Αυτός που θέλει να ομιλή για την αγάπη είναι σαν να επιχειρή να ομιλή για τον ίδιο τον Θεόν.
Η αγάπη, ως προς την ποιότητά της είναι ομοίωσις με τον Θεόν, όσο βέβαια είναι δυνατόν στους ανθρώπους. Ως προς την ενέργειά της, είναι μέθη της ψυχής. Ως προς δε τις ιδιότητές της, είναι πηγή πίστεως, άβυσσος μακροθυμίας, θάλασσα ταπεινώσεως».
Να λοιπόν γιατί τόλμησα να πω ότι τελικά πνευματικός άνθρωπος είναι ο άνθρωπος που αγαπά, που έχει αγάπη όχι για τους φίλους και τους οικείους τους, όχι μόνο για τους ανθρώπους αλλά για όλη την κτίση!
Αγαπητοί μου αδελφοί, όλα αυτά τα αναφέρουμε, όχι για να μικροψυχήσουμε και να προσπαθήσουμε μονομιάς και απότομα να κατακτήσουμε τα κράσπεδα του Ουρανού, διότι μπορεί στην πορεία να απογοητευτούμε. Γι΄αυτό δεν πρέπει να ξεχνούμε το εξής: «Ότι όπως δεν είναι δυνατόν αυτός που πέρασε μακροχρόνια ασθένεια να ανακτήσει την υγεία του μέσα σε μία στιγμή, έτσι δεν είναι δυνατόν να νικήσουμε διά μιας τα πάθη μας ή ακόμα και ένα πάθος μας» (Άγ. Ιων.Κλιμακος).
Θέλει επιμονή, θέλει υπομονή, θέλει προσευχή, προσοχή, ταπείνωση και μετάνοια. Θέλει όμως και κάτι άλλο πολύ σημαντικό: Ο κάθε άνθρωπος μπορεί να κατορθώσει πολλά πράγματα στην ζωή του όμως την αγιότητα δεν μπορεί να την κατορθώσει μακράν των Μυστηρίων της Εκκλησίας. Διότι η Εκκλησία είναι ο Χριστός παρατεινόμενος εις τους αιώνας. Η Εκκλησία είναι ο Χριστός, άρα λοιπόν μακράν της Εκκλησίας, είμαστε μακράν του Χριστού, κι ας υποστηρίζουν κάποιοι ότι πιστεύουν στον Χριστό, απορρίπτοντας την Εκκλησία Του, διότι όποιος απορρίπτει την Ορθόδοξη Εκκλησία, απορρίπτει τον Χριστό και πλέον μακράν του Χριστού είναι μακράν του Φωτός, της Αλήθειας, της Αγάπης και της Αιωνίου Ζωής.
Και μην πει κάποιος ότι: «εμείς δεν ποθούμε να γίνουμε άγιοι», διότι όποιος έστω και ενδόμυχα απορρίπτει συνειδητά την αγιότητα, απορρίπτει τον σκοπό της δημιουργίας του.
Όλοι μας αδελφοί μου πλαστήκαμε κατ’εικόνα και καθ’ ομοίωσιν Θεού, δηλαδή, δημιουργηθήκαμε ελεύθεροι με νου, κρίση και λογική ώστε να μεταμορφωθούμε από χοϊκούς ανθρώπους σε κατά χάριν θεανθρώπους, σε αγίους, σε όντα που ζουν μαζί με τον Θεό αρμονικά μέσα σε αιώνια ευφροσύνη. Εάν λοιπόν δεν θέλουμε ένα τέτοιο μέλλον…είμαστε άξιοι των επιλογών μας.
Θα κλείσω με ένα απόσπασμα από το βιβλίο της Κλίμακος του Αγίου Ιωάννου στο οποίο ο Άγιος μας δείχνει τον δρόμο από την γη των παθών προς τον Ουρανό της Αγάπης.
Λέγει ο Άγιος: «Η ελάττωσις του κακού γεννά την αποχή από το κακό. Η αποχή από το κακό είναι η αρχή της μετανοίας. Η αρχή της μετανοίας είναι η αρχή της σωτηρίας. Η αρχή της σωτηρίας είναι η καλή πρόθεσις. Η καλή πρόθεσις γεννά τους κόπους. Αρχή των κόπων είναι οι αρετές. Η αρχή των αρετών είναι το άνθος (της πνευματικής ζωής). Το άνθος της αρετής είναι η αρχή της (πνευματικής) εργασίας. Η (πνευματική) εργασία είναι τέκνο της αρετής∙ και αυτής τέκνο η συνέχισις και η συχνότης της εργασίας. Καρπός και τέκνο της συνεχούς και επιμελούς εργασίας είναι η έξις, (η μόνιμη δηλαδή συνήθεια). Και τέκνο της έξεως είναι η ποίωσις , (να γίνη δηλαδή η αρετή ένα με την ψυχή, φυσική κατάστασίς της).
Η ποίωσις στο καλό γεννά τον φόβο (του Θεού) και την ευλάβεια. Ο φόβος γεννά την τήρησι των εντολών – είτε των επουρανίων είτε των επιγείων. Η τήρησις των εντολών είναι απόδειξις της αγάπης (προς τον Θεόν και τον πλησίον). Αρχή της αγάπης είναι το πλήθος της ταπεινώσεως. Το πλήθος δε της ταπεινώσεως είναι θυγατέρα της απαθείας. Και η απόκτησις της απαθείας είναι η πληρότης της αγάπης, δηλαδή η πλήρης κατοίκησις του Θεού σε όσους έγιναν με την απάθεια «καθαροί τη καρδία…ότι αυτοί τον Θεόν όψονται».
Η πνευματική ζωή είναι η ζωή της συγχωρετικότητος και της αγάπης. Εάν δεν συν-χωρούμε και δεν αγαπούμε…μην πλανόμεθα, δεν ζούμε πνευματική ζωή όσο και "ηθικά αμόλυντοι" κι ας είμαστε, διότι "Ο αγαπών εκ του Θεού γεγένηται και γιγνώσκει τον Θεόν".

Αρχιμ. Παύλος Παπαδόπουλος

Monday, 19 May 2014

Γέροντας Παΐσιος Αγιορείτης-Ποια είναι η γνήσια αγάπη;



Αγάπη προς τον Θεό

Κατ’ εμέ η αγάπη είναι τριών ειδών: η σαρκική αγάπη, η οποία είναι γεμάτη πνευματικά μικρόβια, η κοσμική αγάπη, η οποία είναι φαινομενική, τυπική, υποκριτική, δίχως βάθος, και η πνευματική αγάπη, η οποία είναι αληθινή, η αγνή, η ακριβή αγάπη. Αυτή η αγάπη είναι αθάνατη!
Να έχετε το νου σας συνέχεια στο Θεό. Να λέτε την ευχή, να μιλάτε με το Θεό. Όταν ο άνθρωπος κάνει αυτήν την εργασία, κατ’ αρχάς νιώθει λίγο την αγάπη του Θεού και αργότερα, όσο προχωράει, την νιώθει όλο και πιο πολύ. Ο νους του βρίσκεται μόνιμα πλέον στον Θεό, και δεν τον συγκινεί τίποτα πλέον το γήινο και το μάταιο. Στην καρδιά του φουντώνει η αγάπη προς το Θεό, γεμίζει και δε θέλει πια να σκέφτεται τίποτα άλλο εκτός από τον Θεό. Αδιαφορεί για όλα τα του κόσμου και σκέφτεται συνέχεια τον Ουράνιο Πατέρα. Βλέπεις, όσοι ασχολούνται με εφευρέσεις, απορροφούνται από την επιστήμη. Πού είναι όμως η δική μας απορρόφηση από τον Χριστό;
Όταν ανάψει η πνευματική αγάπη, φλογίζεται όλο το στήθος. Όλο το στήθος γίνεται μια φλόγα. Καίγεται ο άνθρωπος από τη μεγάλη γλυκιά φλόγα της αγάπης του Θεού, πετάει, αγαπάει με αγάπη πραγματική, μητρική. Αυτή η εσωτερική φλόγα, την οποία ανάβει ο ίδιος ο Χριστός με την αγάπη Του, θερμαίνει το σώμα πολύ περισσότερο από την αισθητή φωτιά και έχει τη δύναμη να καίει κάθε σκουπίδι, κάθε κακό λογισμό καθώς και κάθε κακή επιθυμία και άσχημη εικόνα. Τότε η ψυχή αισθάνεται και τις θείες ηδονές που δεν συγκρίνονται με καμιά άλλη ηδονή!
Τι μεγάλο κακό κάνουμε οι περισσότεροι άνθρωποι να μη θέλουμε να δώσουμε την αγάπη μας στον Χριστό, αλλά να την χαραμίζουμε σε γήινα, φθηνά και μάταια πράγματα! Μια ζωή ακόμη και χιλίων ετών, και χιλιάδες καρδιές να έχει κανείς, δεν φθάνουν για να τις δώσει στον Χριστό για την μεγάλη αγάπη που μας έδειξε και που μας δείχνει συνέχεια: μας συγχωρεί, μας ανέχεται και καθαρίζει τις βρώμικες ψυχές μας με το θεϊκό του αίμα.
Κανείς δεν μπορεί να συλλάβει πόσο αγαπάει ο Θεός τον άνθρωπο! Η αγάπη Του δεν συγκρίνεται με τίποτε! Δεν έχει όρια! Είναι τόσο μεγάλη που, κάτι ελάχιστο αν αισθανθεί ο άνθρωπος από την αγάπη αυτήν, η πήλινη καρδιά του δεν μπορεί να την αντέξει∙ διαλύεται, γιατί είναι πηλός.
Όταν δώσει κανείς την καδιά του στον Θεό, όλα τα αγαπάει∙ όχι μόνο όλους τους ανθρώπους. Αλλά και τα πουλιά και τα δένδρα, ακόμη και τα φίδια.
Αν μεθύσει ο άνθρωπος πνευματικά με το ουράνιο κρασί, η ζωή του εδώ στη γη γίνεται μαρτυρική, με την καλή όμως έννοια. Αχρηστεύεται για τον κόσμο, αδιαφορεί για καθετί γήινο και όλα τα θεωρεί «σκύβαλα». Η ουράνια μέθη είναι καλή, αλλά πρέπει να είναι κανείς συνέχεια εκεί, στο ατέλειωτο βαρέλι, το ουράνιο. Εύχομαι να βρείτε την παραδεισένια θεία κάνουλα και να πίνετε και να μεθάτε συνέχεια από το παραδεισένιο κρασί!
Αγάπη προς τον πλησίον

«Μηδείς το εαυτού ζητείτω αλλά το του ετέρου έκαστος», λέει ο Απόστολος Παύλος. Όλη η βάση στην πνευματική ζωή εδώ είναι: να ξεχνάω τον εαυτό μου με την καλή έννοια και να σκέφτομαι τον άλλο, να συμμετέχω στον πόνο, στην δυσκολία του άλλου. Να μην κοιτάζω πώς να ξεφύγω την δυσκολία, αλλά πώς να βοηθήσω τον άλλο, πώς να τον αναπαύσω.
Όσοι έχουν κοσμική αγάπη μαλώνουν ποιος να αρπάξει περισσότερη αγάπη για τον εαυτό του. Όσοι όμως έχουν την πνευματική, την ακριβή αγάπη μαλώνουν ποιος να δώσει περισσότερη αγάπη στον άλλο. Αγαπούν χωρίς να σκέφτονται αν τους αγαπούν ή δεν τους αγαπούν οι άλλοι, ούτε ζητούν από τους άλλους να τους αγαπούν. Θέλουν όλο να δίνουν και δίνονται, χωρίς να θέλουν να τους δίνουν και να τους δίνονται. Αυτοί οι άνθρωποι αγαπιούνται απ’ όλους, αλλά πιο πολύ απ’ τον Θεό, με τον Οποίο και συγγενεύουν.
Μέσα στον πόνο κρύβεται περισσότερη αγάπη από την κανονική. Γιατί, όταν πονάς τον άλλο, τον αγαπάς λίγο παραπάνω. Αγάπη με πόνο είναι να σφίξεις στην αγκαλιά σου έναν αδελφό σου που έχει δαιμόνιο και το δαιμόνιο να φύγει. Γιατί η «σφιχτή» αγάπη, η πνευματική αγάπη με πόνο, δίνει παρηγοριά θεϊκή στα πλάσματα του Θεού, πνίγει δαίμονες, ελευθερώνει ψυχές και θεραπεύει τραύματα με το βάλσαμο της αγάπης του Χριστού που χύνει. Ο πνευματικός άνθρωπος είναι όλος ένας πόνος. Λειώνει από τον πόνο για τους άλλους, εύχεται, παρηγορεί. Και ενώ παίρνει τον πόνο των άλλων, είναι πάντα χαρούμενος, γιατί ο Χριστός του παίρνει τον πόνο και τον παρηγορεί πνευματικά.
Για να χαίρεται κανείς αληθινά, πνευματικά, πρέπει να αγαπάει, και για να αγαπάει, πρέπει να πιστεύει. Δεν πιστεύουν οι άνθρωποι και γι’ αυτό δεν αγαπούν, δεν θυσιάζονται και δεν χαίρονται. Αν πίστευαν θα αγαπούσαν, θα θυσιάζονταν και θα χαίρονταν. Από τη θυσία βγαίνει η μεγαλύτερη χαρά!
Όταν αγαπάς, χαίρεσαι. Και όταν αυξηθεί η αγάπη, τότε ο άνθρωπος δεν ζητάει την χαρά για τον εαυτό του, αλλά θέλει να χαίρονται οι άλλοι. Η θεϊκή χαρά έρχεται με το δόσιμο!
Κάποτε ένας απλός άνθρωπος παρακαλούσε τον Θεό να του δείξει πως είναι ο Παράδεισος και η κόλαση. Ένα βράδυ λοιπόν στον ύπνο του άκουσε μια φωνή να του λέει: «Έλα, να σου δείξω την κόλαση». Βρέθηκε τότε σ’ ένα δωμάτιο, όπου πολλοί άνθρωποι κάθονταν γύρω από ένα τραπέζι και στη μέση ήταν μια κατσαρόλα γεμάτη φαγητό. Όλοι όμως οι άνθρωποι ήταν πεινασμένοι, γιατί δεν μπορούσαν να φάνε. Στα χέρια τους κρατούσαν από μια πολύ μακριά κουτάλα∙ έπαιρναν από την κατσαρόλα το φαγητό, αλλά δεν μπορούσαν να φέρουν την κουτάλα στο στόμα τους. Γι’ αυτό άλλοι γκρίνιαζαν, άλλοι φώναζαν, άλλοι έκλαιγαν… Μετά άκουσε την ίδια φωνή να του λέει: «Έλα τώρα να σου δείξω και τον Παράδεισο». Βρέθηκε τότε σ’ ένα άλλο δωμάτιο όπου πολλοί άνθρωποι κάθονταν γύρω από ένα τραπέζι όμοιο με το προηγούμενο και στη μέση ήταν πάλι μια κατσαρόλα με φαγητό και είχαν τις ίδιες μακριές κουτάλες. Όλοι όμως ήταν χορτάτοι και χαρούμενοι, γιατί ο καθένας έπαιρνε με την κουτάλα του φαγητό από την κατσαρόλα και τάιζε τον άλλο. Κατάλαβες τώρα κι εσύ πώς μπορείς να ζεις από αυτήν την ζωή τον Παράδεισο;

Αποσπάσματα από το βιβλίο «Πάθη και Αρετές», του γέροντος Παϊσίου του αγιορείτου.

Πηγή:orthmad

Monday, 17 March 2014

Άγ. Ιουστίνος Πόποβιτς-Ποιά είναι η πραγματική αγάπη

 Οσίου Ιουστίνου Πόποβιτς

«Αγαπητοί, αγαπώμεν αλλήλους, ότι η αγάπη εκ του Θεού εστί, και πας ο αγαπών εκ του Θεού γεγέννηται και γινώσκει τον Θεόν. Ο μη αγαπών ουκ έγνω τον Θεόν, ότι ο Θεός αγάπη εστίν» (Α’ Ιωάν. δ’ 7-8).
«Είμαστε από τον Θεό», με ποιόν τρόπο; με την αγάπη. Γιατί η αγάπη είναι κυρίως η θεϊκή, ηθική δύναμη, η οποία μας γεννά «εκ του Θεού», μας κάνει «Υιούς Θεού», μας θεώνει, μας κάνει «ένθεους», «θεϊκούς». Σκιρτά το ανθρώπινο όν, ο άνθρωπος: Η αγάπη τον κάνει να σκιρτά με τις θεϊκές δυνάμεις οι οποίες τον μεταμορφώνουν, τον αναγεννούν σε καινό ον, σε καινή ψυχή, σε καινή αντίληψη, σε καινή ζωή.
Έτσι σ’ αυτόν όλες οι σκέψεις, όλες οι αισθήσεις και όλα τα έργα είναι από τον Θεό. Και γνωρίζει τον Θεό με ένα καινό, καινούργιο τρόπο, ένα τρόπο πραγματικότατο και πειστικότατο. Μόνο η αληθινή, οργανική ένωση με τον Θεό, η οποία πετυχαίνεται μόνο με την γέννηση «εκ Θεού», «εν αγάπη» δίνει την αληθινή γνώση περί του Θεού. Αν δεν γεννηθεί με αγάπη από τον Θεό ο άνθρωπος, δεν μπορεί να γνωρίζει τον Θεό. Όποιος όμως δεν γνωρίζει τον Θεό συνήθως δεν τον αναγνωρίζει. Επειδή ο Θεός είναι αγάπη, μας δένει, μας συνδέει με αγάπη και ψυχική προσέγγιση με όλα τα δημιουργήματα και πρώτα με τους ανθρώπους. Όποιος αγαπά τους αδελφούς έχει τον Θεό μέσα του, γνωρίζει τον Θεό, γιατί είναι γεννημένος από τον Θεό. Όποιος δεν αγαπά τους αδελφούς δεν έχει Θεό, δεν ξέρει τον Θεό, δεν βλέπει τα θεϊκά θεοειδή όντα στους ανθρώπους, γιατί δεν είναι γεννημένος από τον Θεό.
Ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος ευαγγελίζεται: «Αγαπητοί, αγαπώμεν αλλήλους ότι η αγάπη εκ του Θεού εστί και πας ο αγαπών εκ του Θεού γεγέννηται και γινώσκει τον Θεόν. Ο μη αγαπών ουκ έγνω τον Θεόν, ότι ο Θεός αγάπη εστίν» (Α’ Ιωάν. δ’ 7-8).
«Εν τούτω εφανερώθη η αγάπη του Θεού εν ημίν, ότι τον υιόν αυτού τον μονογενή απέσταλκεν ο Θεός εις τον κόσμον ίνα ζήσωμεν δι’ αυτού» (Α’ Ιωάν. δ’ 9). Πραγματικά, η αγάπη του Θεού στους ανθρώπους δεν μπορούσε καλύτερα να εκδηλωθεί από του να στείλει στον κόσμο τον Θεό-Λόγο, για να ζήσουν οι άνθρωποι «εν αυτώ». Η θεϊκή ζωή με την ενσάρκωση του Λόγου έγινε δική μας ανθρώπινη ζωή.
Ο Θεός – Λόγος έγινε άνθρωπος κι έδωσε στον άνθρωπο τη θεϊκή του ζωή, τον μύησε σ’ αυτή τη ζωή και του έδωσε τις δυνάμεις για να πραγματοποιήσει αυτή τη ζωή, παρά τους γήινους και ανθρώπινους όρους.
«Αγαπητοί, ει όντως ο Θεός ηγάπησεν ημάς, και ημείς οφείλομεν αλλήλους αγαπάν» (Δ’ Ιωάν. δ’ 11).
Το υπόδειγμα της αγάπης και της φιλανθρωπίας το τέλειο και παντέλειο υπόδειγμα είναι ο Κύριος Ιησούς Χριστός. Είμαστε υπόχρεοι στην αγάπη του Χριστού, την οποία αδιάκοπα βλέπουμε και ζούμε και για την οποία δεν αξίζουμε και για χάρη αυτής της αγάπης πρέπει να αγαπάμε ο ένας τον άλλο. Αύτη είναι η νέα αγάπη και η νέα εντολή περί της αγάπης.
Καινή, νέα, καινούργια γιατί αγαπά τον άνθρωπο ενώ είναι αμαρτωλός. Καινή, γιατί σπλαχνίζεται τον αμαρτωλό. Γι’ αυτό η χριστολογική αυτή αγάπη, η τόσο τέλεια και σωτηριώδης, έγινε η πρώτη υποχρέωση των χριστιανών, «όφείλομεν αλλήλους αγαπάν». Γιατί εκπληρώνοντας αυτή την υποχρέωση συνεχίζουμε το θεανθρώπινο έργο της σωτηρίας των ανθρώπων, σώζουμε «εαυτούς και αλλήλους», ή ακριβέστερα σωζόμαστε διά μέσου των άλλων.
Η σωτηρία είναι η συνέχεια της αγάπης του Χριστού διά μέσου των ανθρώπων οι οποίοι πιστεύουν σ’ αυτόν. Σωζόμαστε από την αμαρτία, το θάνατο και το διάβολο με την αγάπη του Χριστού, τη φιλανθρωπία του Χριστού.
«Θεόν ουδείς πώποτε τεθέαται· εάν αγαπώμεν αλλήλους, ο Θεός εν ημίν μένει και η αγάπη αυτού τετελειωμένη εστίν εν ημίν» (Α’ Ιωάν. δ’ 12).
Η αγάπη φέρνει τον Θεό στη ψυχή και αυτή πάντα ζει «δι’ αυτού» και με αυτό τον τρόπο βλέπει τον Θεό, ο όποιος διαφορετικά είναι μη βλεπόμενος. Ο Θεός από αγάπη ενανθρώπησε, ενσαρκώθηκε, έγινε άνθρωπος. Έτσι και ο άνθρωπος. Με αγάπη θεώνεται, ενθεοποιείται, γίνεται θεός κατά χάριν. Ο αόρατος Θεός με την αγάπη γίνεται ενσαρκωμένος, ορατός. Γιατί η θεϊκή αγάπη είναι μια δύναμη που ενσαρκώνει. Η αγάπη μεταφέρει τον αγαπώντα στον αγαπημένο, ενσαρκώνει τον ένα στον άλλο. Οι ζωές τους γίνονται μία, οι ψυχές τους μία, οι καρδιές τους μία. Αυτοί αισθάνονται τους εαυτούς τους σαν ένα, παρά το ότι είναι και μένουν δυο ξεχωριστές προσωπικότητες.
Αυτό ισχύει για όλα τα μέλη της Εκκλησίας. Με την αμοιβαία αγάπη οι ανήκοντες στην Εκκλησία ενσαρκώνονται ο ένας στον άλλο, ο ένας σε όλους κι όλοι στον ένα. Έτσι με τον ίδιο τρόπο και σκέπτονται και αισθάνονται και πράττουν όλοι μαζί και καθολικά αγωνίζονται «συν πάσι τοις αγίοις» (Εφεσ. γ’ 18). Αυτό είναι εκείνο που έχει γραφτεί στις Πράξεις των Αποστόλων «του δε πλήθους των πιστευσάντων ην η καρδία και η ψυχή μία, και ουδέ εις τι των υπαρχόντων αυτού έλεγεν ίδιον είναι, αλλ’ ην αυτοίς άπαντα κοινά» (Πραξ. δ’ 32).
Με τη βίωση της αγάπης του Χρίστου ο άνθρωπος φέρνει τον Θεό στην ψυχή του, ζει «δι’ αυτού», πράττει «δι’ αυτού», φρονεί «δι’ αυτού», αισθάνεται «δι’ αυτού». Με μια λέξη «ο Θεός εν αυτώ μένει». Γιατί ο Θεός είναι σ’ αυτόν η πιο άμεση διαβίωση, η πιο άμεση πραγματικότητα, η πιο οφθαλμοφανής δοκιμή, η πιο ζωντανή εμπειρία. Κι όταν μένει ο Θεός στον άνθρωπο, τότε και την αγάπη αυτού τελειοποιεί. Γιατί από τον Θεό σταδιακά διαχέεται στην ανθρώπινη ψυχή η θεϊκή αγάπη, αυξάνεται σε κάθε τελειότητα, διά μέσου των λοιπών αγίων αρετών, μέχρι που να γεμίσει με αγάπη όλο το είναι του ανθρώπου, το οποίο δεν γνωρίζει τα σύνορα της αγάπης, διότι η θεϊκή αγάπη δεν εχει σύνορα, διότι «ο Θεός αγάπη εστί». Ο Θεός με την αγάπη κατοικεί στην ανθρώπινη ψυχή, γι’ αυτό αυτή είναι και τέλεια.

Μετάφραση: ΜΙΧΑΗΛ ΧΡΥΣΑΝΘΟΠΟΥΛΟΣ Θεολόγος, Αγιογράφος.
( Περιοδικό ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ, αρ. 57, 1999 σ. 26-28).

Sunday, 2 March 2014

Ἡ διαφορά τῆς Θεϊκῆς ἀπό τίς ἀνθρώπινες ἀγάπες.

   
  Η ΑΓΑΠΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΣΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ
             ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΣΤΟ ΘΕΟ
(ἀπομαγνητοφωνημένο ἀπόσπασμα ἀπό ὁμιλία    τοῦ Ἱερομονάχου Σάββα Ἁγιορείτη)


Ἡ διαφορά τῆς Θεϊκῆς ἀπό τίς ἀνθρώπινες ἀγάπες.
«Θά δεῖτε τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ καί θά γνωρίσετε τόν οὐράνιο δημιουργό. Καί ἡ ψυχή σας δέν θά γνωρίσει κορεσμό στήν ἀγάπη».
Οἱ ἀνθρώπινες ἀγάπες καί οἱ ἔρωτες ἔχουνε κορεσμό. Κάποια στιγμή ὅσοι εἶχαν πιαστεῖ στά δίχτυα των ὁμολογοῦνε: «βαρέθηκα». Ἐπίσης φοβοῦνται κάπως οἱ ἄνθρωποι καί λένε: «Θά παντρευτῶ καί θά περάσω τόσα χρόνια συνέχεια μέ τόν ἴδιο ἄνθρωπο;(!) Δέν θά βαρεθῶ;».
Ὡς ἐπακόλουθο αὐτοῦ λένε: «Νά παντρευτοῦμε πιό μεγάλοι (σέ πιό προχωρημένη ἡλικία) γιά νά μήν βαρεθοῦμε» καί...κάτι τέτοιες θεωρίες. Ἀλλά αὐτά εἶναι, θά λέγαμε, γελοῖα, ἀνόητα πράγματα.
-Γιατί;
-Διότι οἱ ἄνθρωποι πού τά λένε αὐτά δέν γνωρίζουν τόν σκοπό τοῦ γάμου. Δέν ἔχουν καταλάβει ὅτι αὐτή ἡ ἀρχική σαρκική ἀγά­πη, ἤ ἀκόμη καί ἡ ψυχική ἀγάπη, πού τούς ἕνωσε, (αὐτό, πού λέμε ἔρωτας), πρέπει μέσα στό γάμο νά μετα­στραφεῖ, νά ὑπερβαθεῖ καί νά γίνει πνευματική ἀγάπη. Ὁπότε μετά ἡ ἕνωση εἶναι αἰώνια, εἶναι ἀδιάσπαστη, διότι εἶναι Ἁγιοπνευματική ἕνωση-ἀγάπη.
Τότε δέν βαριέσαι ποτέ πλέον τόν ἄλλον διότι αἰσθάνεσαι ὅτι ὁ ἄλλος εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ καί εἶναι ἕνα μαζί σου. Σέ συνδέει μέ τόν ἄλλον ὄχι ἡ σάρκα, οὔτε ἡ ψυχή, οὔτε τά κοινά σημεῖα τοῦ χαρακτήρα. Σέ συνδέει τό Ἅγιο Πνεῦμα καί ὁ σύνδεσμος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι ἀδιάλυτος, ἀδιάλειπτος, ἀκατάλυτος καί αἰώνιος.
Νά λοιπόν τί πρέπει νά προσπαθοῦν οἱ ἄνθρωποι, πού θέλουν νά συνδεθοῦν μεταξύ τους: νά ἀποκτήσουν τό Ἅγιο Πνεῦμα, τό Ὁποῖο θά τούς ἑνώσει γιά πάντα. Ἡ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ἀγάπη πλέον δέν κουράζει, οὔτε κορέννυται, οὔτε τήν βαριέται κανείς. Ἐνῷ τίς ἡδονές τίς σαρκικές ἔρχεται κάποια στιγμή πού οἱ ἄνθρωποι τίς βαριοῦνται.
Γιά αὐτό καί οἱ φιλή­δονοι ἄνθρωποι, πού εἶναι παραδομένοι στίς σαρκικές ἡδονές, θέλουν συνεχῶς νά ἀλλάζουνε τρόπο ἱκανοποίησης τοῦ πάθους τῆς φιληδονίας τους. Προχωροῦν σέ διαστροφές, σέ πολύ ἄσχημα πράγματα καί πάλι ποτέ δέν εἶναι ἱκανοποιημένοι.
Αὐτό εἶναι ἀκριβῶς τό στοιχεῖο τό διακριτικό, τό χαρακτηρι­στι­­κό τῆς σαρκικῆς ἡδονῆς: φέρνει κόρο, τήν βαριέται ὁ ἄνθρω­πος καί συνάμα νιώθει ἄδειος. Ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου ἔχει ἔνα ἄπειρο βάθος, ἔχει τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ . Γι’ αὐτό καί ἀναζητάει τό ἀπόλυτο, ἀναζητάει τόν Θεό. Δέν μπορεῖ νά γεμίσει μέ φτηνά, πρόσκαιρα, σαρκικά, γήινα πράγματα. Γεμίζει μόνον μέ τόν ἄπειρο Θεό.
Τό Ἅγιο Πνεῦμα μᾶς διδάσκει τί εἶναι ἡ ἀγάπη
«Κανένας δέν γνωρίζει ἀπό μόνος του ΤΙ εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἄν δέν τόν διδάξει τό Ἅγιο Πνεῦμα»1. Νά τώρα τόση ὥρα μιλᾶ­με γιά τόν Θεό, γιά τήν ἀγάπη πού μᾶς ἔχει ὁ Θεός...Τήν καταλάβαμε; Δέν τήν καταλάβαμε. Δέν μποροῦμε νά τήν καταλάβουμε ἐγκε­φα­λικά.
Κάποια στοιχεῖα λέμε... τήν περιγράφουμε κάπως, ἀλλά γιά νά τήν καταλάβουμε, νά τήν ζήσουμε, νά τήν νοιώσουμε, θά πρέπει νά μᾶς τήν διδάξει τό Ἅγιο Πνεῦμα. Και τήν διδάσκει τό Ἅγιο Πνεῦμα σ’ αὐτούς τούς ἀνθρώπους, πού θέλουνε νά ἀκούσουνε τήν διδαχή του. Σ’ αὐτούς πού, ὅπως εἴπαμε, μετανοοῦνε, πού προσεύχονται, πού μελετοῦν τόν Λόγο τοῦ Θεοῦ, πού ἐκκλησιάζονται.
«Στήν Ἐκκλησία μας ὅμως ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ εἶναι γνωστή μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα. Γι’ αὐτό μιλᾶμε γιά αὐτήν»2.
Πιστεύω ὅτι ὅλοι μας ἐδῷ, πού προσπαθοῦμε κάπως νά ζήσουμε πνευματικά, μέ τήν βοήθεια τοῦ πνευματικοῦ μας ὁδηγοῦ, ἔχουμε αἰσθανθεῖ κάποιες φορές τήν μεγάλη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.
Εἴτε σέ κάποια ὥρα τῆς Θείας λειτουργίας, εἴτε σέ κάποια ὥρα, πού κάναμε καλή προσευχή -σωστή προσευχή- εἴτε σέ κάποια ὥρα πού μελετούσαμε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, αἰσθανθήκαμε τήν πνοή τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Κάπως διαφορετικά ἄγγιξαν τήν ψυχή μας αὐτά, πού διαβάσαμε ἤ ἀκούσαμε ἐκείνη τήν στιγμή.

Friday, 13 December 2013

Η αγάπη πληροφορεί...

 
- Γέροντα, πώς θα δείξω αγάπη;
- Να δείξω αγάπη; Δεν το καταλαβαίνω. Αυτό είναι κάτι ψεύτικο, υποκριτικό. Να υπάρχη η αγάπη μέσα μας και να μας προδώση, ναι. Η αληθινή αγάπη πληροφορεί τον άλλον χωρίς εξωτερικές εκδηλώσεις. Αγάπη είναι να ακούσης με πόνο την στενοχώρια του άλλου. Αγάπη είναι κι ένα βλέμμα πονεμένο κι ένας λόγος που θα πης με πόνο στον άλλον, όταν αντιμετωπίζη κάποια δυσκολία. Αγάπη είναι να συμμερισθής την λύπη του, να τον αναπαύσης στην δυσκολία του. Αγάπη είναι να σηκώσης έναν βαρύ λόγο που θα σου πη. Όλα αυτά βοηθούν περισσότερο από τα πολλά λόγια και τις εξωτερικές εκδηλώσεις.
Όταν πονάς εσωτερικά για τον άλλον, ο Θεός τον πληροφορεί για την αγάπη σου και την καταλαβαίνει χωρίς εξωτερικές εκδηλώσεις. Όπως και όταν δεν εκδηλώνεται η κακία μας, αλλά είναι εσωτερική, πάλι ο άλλος την καταλαβαίνει. Βλέπεις, και ο διάβολος, όταν παρουσιάζεται ως «άγγελος φωτός», φέρνει ταραχή, ενώ ο Άγγελος ο πραγματικός φέρνει μια απαλή ανέκφραστη αγαλλίαση.
- Τι είναι αυτό, Γέροντα, που με εμποδίζει να πληροφορούμαι την αγάπη των άλλων;
- Μήπως δεν έχεις καλλιεργήσει την αγάπη; Όποιος αγαπάει, πληροφορείται για την αγάπη του άλλου, αλλά και πληροφορεί τον άλλον για την αγάπη του.
Καταλαβαίνει ο άλλος αν υποκρίνεσαι ή αν τον αγαπάς πραγματικά, γιατί πάει σαν τηλεγράφημα η αγάπη. Αν κάνουμε λ.χ. μια επίσκεψη σ’ ένα ορφανοτροφείο , τα παιδιά αμέσως θα καταλάβουν με τι διάθεση πήγαμε. Είχαν έρθει μια φορά στο Καλύβι να ζητήσουν τη γνώμη μου κάποιοι που ήθελαν να κάνουν ένα ίδρυμα για εγκαταλελειμμένα παιδιά. «Το κυριώτερο από όλα, τους είπα, είναι να πονέσετε τα παιδιά αυτά σαν παιδιά σας και ακόμη περισσότερο. Αυτό είναι που θα πληροφορήση τα παιδιά για την αγάπη σας. Αν δεν τα πονάτε, μην ξεκινάτε να κάνετε τίποτε». Τότε ένας γιατρός , πολύ ευλαβής, είπε: «Έχεις δίκαιο, Πάτερ. Κάποτε μια συντροφιά είχαμε επισκεφθή για πρώτη φορά ένα ορφανοτροφείο και τα παιδιά κατάλαβαν την διάθεση του καθενός. “Ο κύριος τάδε, είπαν, είναι περαστικός ∙ ο κύριος τάδε ήρθε να περάση την ώρα του μαζί μας∙ ο κύριος τάδε μας αγαπάει πραγματικά”». Βλέπετε πώς πληροφορεί η αγάπη.
Από το βιβλίο: «ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Ε΄
ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ»
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
«ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
2007

Friday, 22 November 2013

Γ.Ιερώνυμος της Αιγίνης:Όλους ν” αγαπάς, άλλα και κανένα «μη αγαπάς»!


Το Πνεύμα δεν αγαπά Ούτε πολλές συναναστροφές, Ούτε φιλίες! Όλα αυτά να τα αποφεύγεις.
Θέλεις να αγαπάς πολύ τους ανθρώπους; Αγάπησε πολύ τον Χριστό μας και θα δεις πόσο θα αγαπάς και τους ανθρώπους και ας μη τους βλέπεις. 
Πάντοτε και τον κάθε άνθρωπον, ολίγον σε απόστασιν να κρατάς. Ήλθε; Καλώς ήλθε! Δεν ήλθε; Καλώς δεν ήλθε. Δηλ. να είσαι απαθής.
Σε κανέναν μη λες το μυστικό σου ή τι κάνεις. Με δύο τρία λόγια, Όταν σε ρωτούν, να κόβεις, να τελειώνεις. 
Μη δένεις τον νου σου με άνθρωπο. Μη λέγεις τους λογισμούς σου και το μυστικό σου εις κανένα! Οι άνθρωποι μεταβολή παίρνουν. 
Το μυστικό σου σε κανέναν! Διότι οι άνθρωποι μεταβάλλονται. 
Μη θυμώνετε, θα σας ειρωνευτούν, θα υποφέρετε. Εσείς μη φοβάσθε. Σάς προσφέρουν δηλ. πιπέρι, να δίδετε ζάχαρη. Εγώ πιπέρι δεν έχω να σκέπτεστε, ζάχαρη έχω, ζάχαρη δίδω.
Αυτό πού λείπει σήμερα γενικά, είναι ή γνώσις, ή λογική, ή ευσέβεια. Ό κόσμος σήμερα είναι ξετρελαμένος. Δεν γνωρίζει τι κάνει, δεν γνωρίζει τι θέλει! Σήμερα ένας φαίνεται καλός, αύριο πίπτει, χαλάει, δεν αναγνωρίζει και ό ίδιος τον εαυτό του. Δύσκολα να βρεις άνθρωπο αμετάβλητων. 
Άλλοι πάλι, παντού, αλλού τρέχουν για να βρουν χαρά και ηρεμία, μόνον στον Χριστόν μας δεν τρέχουν.
Πάντως βέβαια, λέγουν οί Πατέρες, μηδένα προ του τέλους μακάριζε άλλα και μηδένα προ του τέλους απέλπιζε! Να παρακαλέσωμεν τον Θεόν να μας λυπηθεί και να μας ελεήσει. 
Επικοινωνίες κόψε! Σε φθάνουν τα δικά σου! 
Οι άλλοι, ότι γράμματα ξέρουν, αυτά και σου λένε. Τα δικά τους ζουν, τα δικά τους ξέρουν, αυτά σου λένε. Τα δικά σου δεν τα ζουν, δεν τα ξέρουν, δεν τα αγαπούν! Πώς λοιπόν Αφού δεν γνωρίζουν τη γλώσσα σου, θέλεις να σου μιλήσουν!
Μη υποδεικνύεις, διότι, διδασκαλία δίχως θέλησιν του άλλου, έχθρα είναι και γίνεται αμαρτία και σε κείνων πού ακούει και δεν κάνει και εσύ στεναχωρείσαι και ταράζεσαι. 
Στον άλλο να λέγεις τόσα, όσα νομίζεις ότι θα σηκώσει, όχι περισσότερα.
Να μη θυμώνετε. Να γλυκαίνετε με την ζάχαρή σας, δηλ. με τον καλόν σας λόγο τον άλλο.
Κάθε άνθρωπος έχει κάποιο χάρισμα. Βρες το χάρισμά του και επαίνεσέ τον. Χρειάζεται και ό έπαινος (προς τόνωσιν) και ή καλοσύνη και ή αγάπη Τότε ό άλλος και πολύ καλός να μη είναι, δια την τιμήν, τον έπαινο, την αγάπη πού του εκδηλώνουν ελέγχεται και γίνεται καλύτερος. 
Αγάπησε την ησυχία και την σιωπή. Ν” αποφεύγεις κατά το δυνατόν τους ανθρώπους.
Όλους ν” αγαπάς, άλλα και κανένα «μη αγαπάς», δηλαδή με κανένα μη δένεται ό νους σου εκτός του Χριστού μας.
πηγή:imverias
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...