Thursday 31 January 2013

Γέροντας Νεκτάριος: Οι τρεις θελήσεις

Ομιλία Γέροντος Νεκταρίου Μουλατσιώτη με θέμα: "ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΘΕΛΗΣΕΙΣ" Η ομιλία πραγματοποιήθηκε στην Ιερά Μονή Αγίων Αυγουστίνου Ιππώνος και Σεραφείμ του Σαρώφ Τρικόρφου Φωκίδος την Τετάρτη 30 Ιανουαρίου 2013.

Άγ.Νικόδημος ο Αγιορείτης-Ο πόλεμος και η απάτη, που μεταχειρίζεται ο διάβολος...

 

Ο πόλεμος και η απάτη, που μεταχειρίζεται ο διάβολος για εκείνους που γνωρίζουν το κακό τους και θέλουν να ελευθερωθούν. Και γιατί οι αποφάσεις μας πολλές φορές δεν φέρνουν το αποτέλεσμά τους. 

 Εκείνοι, που γνωρίζουν την κακή ζωή που ζούν και θέλουν να την αλλάξουν, ως επί το πλείστον μένουν πλανεμένοι και νικημένοι από τον εχθρό με αυτά τα όπλα· μετά από αυτά· αύριο, αύριο· ας τελειώσω πρώτα αυτή την υπόθεσι και μετά από αυτά να παραδοθώ με περισσότερη ανάπαυσι στη χάρι του Θεού και στη πνευματική ζωή· ας κάνω αυτό σήμερα και αύριο μετανοώ. Παγίδα του εχθρού είναι αυτή, αδελφέ, η οποία έπιασε πολλούς και πιάνει ακόμη πιο πολύ τον κόσμο. Αιτία της παγίδας αυτής είναι η αμέλεια και η άγνοιά μας. Επειδή και σε μια τέτοια υπόθεσι, από την οποία αποτελείται και κρέμεται όλη η σωτηρία της δικής μας ψυχής και όλη η τιμή του Θεού, δεν πιάνουμε γρήγορα εκείνο το τόσο δυνατό όπλο και να πούμε στον εαυτό μας· τώρα, τώρα να ζήσω πνευματική ζωή και όχι μετά από αυτά· σήμερα, σήμερα να μετανοήσω και όχι αύριο· το τώρα και το σήμερα, είναι στα χέρια μου· το, μετά από αυτά και το αύριο είναι στα χέρια του Θεού. Αλλά και αν μου είχε δοθή το, μετά από αυτά και το αύριο, ποιός δρόμος σωτηρίας και νίκης θα είναι αυτός, το να θέλω πρώτα να πληγωθώ και ύστερα να θεραπευθώ, το να κάνω πρώτα τις νέες αταξίες μου και να συμορφώνωμαι;

Οπότε, αν θέλης να φύγεις, αδελφέ, από αυτή την πλάνη και να νικήσης τον εχθρό, η θεραπεία είναι, το να υπακούσης γρήγορα με την πράξι στους καλούς λογισμούς και τις θείες εμπνεύσεις, που σε καλούν σε μετάνοια και να μη δώσης καθόλου περιθώριο στη μέση, ούτε να πής, ότι εγώ αποφάσισα οριστικά να μετανοήσω μετά από αυτά και πια δεν μπορώ να αλλάξω· όχι γιατί οι αποφάσεις αυτές πολλές φορές είναι λανθασμένες και πολλοί δείχνοντας εμπιστοσύνη σ αυτές, εξαπατήθηκαν και έμειναν αμετανόητοι για διάφορες αιτίες.
Α΄. Γιατί οι δικές μας αποφάσεις δεν είναι θεμελιωμένες πάνω στην απιστία του εαυτού μας και στο θάρρος και την ελπίδα του Θεού· και μετά από αυτό συμβαίνει το να μη μπορούμε να δούμε την μεγάλη μας υπερηφάνεια, από την οποία παρακινούμενοι, δίνουμε εμπιστοσύνη στις δικές μας αποφάσεις, Πως είναι σταθερές. Αλλά το φως για να γνωρίσουμε αυτή την υπερηφάνεια και ασθένειά μας και η βοήθεια για να θεραπευτούμε, προέρχεται από την αγαθότητα του Θεού, ο οποίος παραχωρεί, όπως είπαμε προηγουμένως, να πέσουμε και με την πτώσι, μας προσκαλεί αντί να ελπίζουμε στο δικό μας θάρρος και ελπίδα, να ελπίζουμε και να δίνουμε εμπιστοσύνη σε αυτόν μόνο· και από την υπερηφάνειά μας, μας προσκαλεί στη γνώσι του εαυτού μας. Θέλεις να γνωρίζης, άνθρωπε, πότε είναι δυνατές και στερεές οι αποφάσεις σου; Όταν δεν έχης καμμία εμπιστοσύνη στο εαυτό σου και όταν είναι όλες θεμελιωμένες με ταπείνωσι στην ελπίδα και το θάρρος του Θεού.
Β΄. Όταν κινούμαστε εμείς να πάρουμε καμμία απόφασι, σκεφπόμαστε μόνο την ωραιότητα και δύναμι της αρετής, η οποία παρασύρει με το μέρος της την θέλησί μας, όσο και αν είναι ασθενής και αδύνατη· μετά από αυτά όμως, όταν παρουσιασθή η δυσκολία και ο κόπος, με τα οποία αποκτάται η αρετή, με το να είναι αδύνατη και νέα η θέλησί μας, μικραίνει και αποσύρεται πίσω και στη συνέχεια μένουν άπρακτες οι αποφάσεις μας. Γι αυτό εσύ συνήθισε να αγαπάς πολύ περισσότερο τις δυσκολίες, που φέρνουν την απόκτησι των αρετών, παρά τις ίδιες τις αρετές, και από αυτές τις δυσκολίες ας τρέφεται πάντα η θέλησίς σου, πότε με το λίγο και πότε με το πολύ, αν θέλης πραγματικά να αποκτήσεις τις αρετές. Και ας είσαι βέβαιος, ότι τόσο πιο γρήγορα και πιο γενναία θα νικήσης τον εαυτό σου και τους εχθρούς σου, όσο πιο γενναία αγκαλιάσεις τις δυσκολίες και όσο περισσότερο τις αγαπάς.
Γ΄. Γιατί οι αποφάσεις μας μερικές φορές δεν σκέφτονται τις αρετές και την θέλησι του Θεού, αλλά το δικό τους συμφέρον, το οποίο, συνήθως ακολουθεί τις αποφάσεις, που κάνουμε για τις πνευματικές τρυφές και για να αποκτήσουμε θεία χαρίσατα. Οπότε εμείς, στις θλίψεις που μας στενοχωρούν πολύ, άλλη βοήθεια δεν βρίσκουμε, παρά να βάλουμε σκοπό και να αποφασίσουμε Πως θα παραδοθούμε ολοκληρωτικά στο Θεό και στις εξασκήσεις των αρετών. Και αν αγαπάς να παραδοθής και συ, αδελφέ, σε αυτό, ας είσαι στο καιρό των πνευματικών τρυφών πολύ επιφυλακτικός και ταπεινός στις αποφάσεις σου· ιδιαίτερα όμως φυλάξου, να μη δίνης εντολές στον εαυτό σου και να μην κάνης τάματα, για να μην τα παραβής και πέσης στην αμαρτία· και όταν βρίσκεσαι λυπημένος, η απόφασι και η γνώμη σου ας είναι να υποφέρης ευχάριστα τον σταυρό και την θλίψι, καθώς θέλει ο Κύριος, αποστρεφόμενος κάθε γήινη βοήθεια και καμιά φορά ακόμη και την ουράνια· μια ας είναι η αναζήτησίς σου και μία η επιθυμία σου, να βοηθήσαι από τον Θεό, για να μπορής να υποφέρης κάθε τι αντίθετο, χωρίς να μολύνης την αρετή της υπομονής και χωρίς να κάνης τον Θεό σου να δυσανασχετήση.

Ο ΕΠΙΝΙΚΙΟΣ ΥΜΝΟΣ ...


«Άγιος, Άγιος, Άγιος Κύριος Σαβαώθ· πλήρης ο ουρανός και η γη της δόξης σου. Ωσαννά εν τοις υψίστοις· ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίον. Ωσαννά εν τοις υψίστοις.»

(Άγιος, Άγιος,  Άγιος είσαι, Κύριε Παντοκράτορα· γεμάτος είναι ο ουρανός και η γη από τη δόξα σου. Σώσε μας ύψιστε Θεέ· ευλογημένος εσύ που έρχεσαι στο όνομα του Κυρίου. Σώσε μας, ύψιστε Θεέ.)


Σ’ ένα παλιό λειτουργικό χειρόγραφο, μετά το «Άξιον και δίκαιον», που αποκρίνεται ο λαός, σημειώνεται· «Ο ιερεύς απέρχεται της αγίας αναφοράς». Από το σημείο λοιπόν αυτό αρχίζει τώρα η αναφορά, όλο δηλαδή το τμήμα της θείας Λειτουργίας από εδώ και κάτω μέχρι το τέλος. Στο ερώτημα, γιατί το τμήμα αυτό λέγεται αναφορά, μας δίνει την απάντηση ένας βυζαντινός ερμηνευτής της θείας Λειτουργίας, ο Θεόδωρος επίσκοπος Ανδίδων «Τί δε η αναφορά; Η προς τα πρωτότυπα των τελουμένων συμβόλων έποψις δη­λονότι»· δηλαδή όσα γίνονται τώρα στη θεία Λειτουργία βλέπουν και αναφέρονται στα πρωτότυπα, που την ίδια ώρα γίνονται στον ουρανό. Αλλά αναφορά θα πει συγχρόνως και προσφορά, καθώς ο ίδιος παρακάτω λέει, εξηγώντας και το σκοπό, για τον όποιο τελούμε τη θεία Λειτουργία· προσφέρουμε ή αναφέρουμε τα τίμια δώρα και τελούμε τη θεία Λειτουργία, για να δούμε ύστερα και να ζήσουμε, όταν θα κοινωνήσουμε, τη χαρά της θείας αναστάσεως.
Αλλά πολλές φορές τη θεία Λειτουργία την ονομάσαμε και θεία Ευχαριστία. Γιατί η αγία αναφορά είναι μια προσφορά ευχαριστίας στο Θεό, καθώς το ακούσαμε στην προτροπή του ιερέα «Ευχαριστήσω μεν τω Κυρίω» και καθώς η ευχή της αναφοράς,  είναι στην αρχή μια ευχή ευχαριστίας για όλες τις ευεργεσίες του Θεού. Ο λειτουργός ιερέας, παίρνοντας τη φωνή του λαού «Άξιον και δίκαιον», αρχίζει τη ευχή της ευχαριστίας. «Άξιον και δίκαιον σε υμνείν, σε ευλογείν, σε αινείν, σοι ευχαριστείν, σε προσκυνείν εν παντί τόπω της δεσποτείας σου. Συ γαρ ει Θεός ανέκφρα­στος, απρονόητος, αόρατος ακατάληπτος, αεί ων, ωσαύτως ων συ και ο μονογενής σου Υιός και το Πνεύμα σου το Άγιον». Άξιο και δίκαιο είναι να σε υμνούμε, να σε ευλογούμε, να σε δοξολογούμε, να σε ευχαριστούμε και να σε προσκυνούμε σε κάθε τόπο που κυβερνά η πρόνοιά σου. Γιατί εσύ είσαι Θεός, που δεν μπορούμε να σε εκφράσουμε με το λόγο ούτε να σε βάλουμε στο νου μας ούτε να σε δούμε με τα μάτια ούτε να σε καταλάβουμε· δεν αλλάζεις ποτέ και είσαι πάντα και παντού ο ίδιος, εσύ και ο μονογενής Υιός σου και το Άγιο Πνεύμα σου.
Κι αφού είπε η ευχή τι δεν μπορούμε να ξέρουμε πως είναι ο Θεός, συνεχίζει για να πει για το έργο του Θεού, για το οποίο τον ευχαριστούμε· γιατί, αν μπορούμε να δούμε και να ξέρουμε το Θεό, μόνο μέσα στα έργα του τον βλέπομε και τον γνωρίζουμε. Το έργο του Θεού για τον άνθρωπο είναι ότι τον έφερε από την ανυπαρξία στην ύπαρξη, από την πτώση στην ανάσταση, από τον επίγειο παράδεισο στον ουρανό και με κάθε τρόπο του χάρισε τη μέλλουσα βασιλεία. Για  όλες τις ευεργεσίες του, για όσες βλέπομε και για όσες δεν βλέπουμε, ευχαριστούμε τον τριαδικό Θεό. Και μαζί με όλα τον ευχαριστούμε για τη λειτουργία, που μας αξίωσε να τελούμε τώρα· η θεία Λειτουργία είναι η ανακεφαλαίωση των όσων έκανε και κάνει ο Θεός για μας. Αντί για όλες τις ουράνιες στρατιές των αγίων Αγγέλων, που λειτουργούν γύρω από το θρόνο του, ο Θεός εδώ στη γη μας αξιώνει να τον λειτουργούμε εμείς οι αμαρτωλοί άνθρωποι.
*
Τη συνέχεια την παίρνει ο λαός και ψάλλει τον ύμνο των Αγγέλων, καθώς τον άκουσε ο προφήτης Ησαΐας, συμπληρώνοντάς τον με τον χαιρετισμό του λαού προς τον Ιησού Χριστό, όταν τον υποδεχότανε να μπαίνει στα Ιεροσόλυμα «επί πώλου όνου καθεζόμενον». «Άγιος, Άγιος, Άγιος Κύριος Σαβαώθ· πλήρης ο ουρανός και η γη της δόξης σου. Ωσαννά εν τοις υψίστοις! Ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου! Ωσαννά εν τοις υψίστοις!». Ο θρίαμβος και η δόξα του Θεού είναι ο Σταυρός και η θυσία του Υιού, που έφερε την ανάσταση και τη σωτηρία του κόσμου. Υποδεχόμαστε τώρα τον Υιό, που έρχεται προς το εκούσιο πάθος και υμνούμε τον Θεό μαζί με τους Αγγέλους του ουρανού για τη μεγάλη του δόξα. Ο ουρανός και η γη, τα σύμπαντα είναι γεμάτα από τη δόξα του Θεού.
Αλλά εδώ πρέπει να δανειστούμε πάλι το λόγο του αγίου Χρυσοστόμου. «Στον ουρανό δοξολογούν οι στρατιές των Αγγέλων· στη γη χοροστατούν άνθρωποι και ταιριάζουν μ’ εκείνους την ίδια δοξολογία. Επάνω τα Σεραφίμ ψέλνουν τον τρισάγιο ύμνο· κάτω η σύναξη της Εκκλησίας αναμέλπει τον ίδιο ύμνο. Τα επουράνια και τα επίγεια την ίδια έχουν εορτή.» Αυτή η κοινή χοροστασία, καθώς ερμηνεύει ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, «σημαίνει την άμα τε και εν ταυτώ γενησομένην κατά τον αιώνα τον μέλλοντα των ου­ρανίων και των επιγείων ίσην και πολιτείαν και αγωγήν και συμφωνίαν της θείας δοξολογίας». Το λειτουργικό άσμα της Εκκλησίας όχι μόνο συντονίζεται τώρα με την ουράνια δοξολογία των Αγγέλων, αλλά και προμηνάει τη συνδιαγωγή και συμπολιτεία των Αγγέλων και των ανθρώπων στον μέλλοντα αιώνα.
Πρέπει να πούμε ότι η ευχή της αναφοράς δεν τελείωσε. Όταν ο λαός ψάλλει τον επινίκιο ύμνο, ο ιερέας συνεχίζει. Ο επινίκιος ύμνος είναι σαν ένα ενδιάμεσο στην ευχή, ένα μικρό κομμάτι στη συνέχεια του λόγου, που ο λειτουργός ιερέας το δίνει στο λαό. Έτσι φαίνεται ακόμα καλύτερα ότι η θεία Λειτουργία τελείται απ’ όλους, από τον κλήρο μαζί και το λαό· και μέσα στην ιερατική ευχή παίρνει μέρος ο λαός, για να ψάλλει τον αγγελικό ύμνο.

Ο Μυστικός Δείπνος.

«Λάβετε, φάγετε, τούτο μου εστί το σώμα… Πίετε εξ αυτού πάντες· τούτο έστι το αίμα μου…»

Η πίστη της Εκκλησίας αναφέρεται σε πραγματικά πρόσωπα και γεγονότα. Αυτό πρέπει πάντα να τονίζεται, και μάλιστα περισσότερο στον καιρό μας. Ούτε σε ιδέες πιστεύομε ούτε σε φιλοσοφικές θεωρίες και προκατασκευασμένα συστήματα, αλλά σε πρόσωπα και γεγονότα. Στο Θεό, που είναι το υπερύμνητο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, και στα όσα έκαμε «ο Πατήρ δι’ Υιού εν Αγίω Πνεύματι», πρώτα στη δημιουργία του κόσμου κι ύστερα στην οικονομία της σωτηρίας του κόσμου. Αυτό το «πρώτα» και το «ύστερα») για το Θεό δεν φανερώνουν βέβαια χρονολογική σειρά, γιατί ενώπιον του Θεού τα πάντα είναι ενεστώτα και παρόντα· και εκείνα που έγιναν και εκείνα που θα γίνουν, όλα ο Θεός τα βλέπει να γίνονται τώρα. Αυτό είναι το περιεχόμενο της μεγάλης ευχής της αναφοράς στη θεία Λειτουργία. Η ευχή ομιλεί για το έργο του Θεού στη δημιουργία του κόσμου και στην οικονομία της σωτηρίας, ένα έργο, που όχι μόνο έγινε και «συνετελέσθη», αλλά και συνεχίζεται και εξακολουθεί να γίνεται μέσα στην Εκκλησία.
*
Η ευχή της αναφοράς είναι ευχή ευχαριστίας. Στην αρχή,  εκφράζεται η ευχαριστία προς τον Θεό Πατέρα, για όλες τις ευεργεσίες του προς το ανθρώπινο γένος και για τη λειτουργία που γίνεται τώρα. Μεσολαβεί ο επινίκιος ύμνος, και η ευχή συνεχίζεται και προχωρεί στο θείο έργο του Ιησού Χριστού. «Μετά τούτων και ημείς των μακαρίων δυνάμεων, Δέσποτα φιλάνθρωπε, βοώμεν και λέγομεν· Άγιος ει και πανάγιος, συ και ο μονογενής σου Υιός και το Πνεύμα σον το Άγιον. Άγιος ει και πανάγιος και μεγαλοπρεπής η δόξα σου ος τον κόσμον σου όντως ηγάπησας, ώστε τον Υιόν σου τον μονογενή δούναι, ίνα πας ο πι­στεύων εις αυτόν μη απόληται, αλλ’ έχει ζωήν αιώνιον». Μαζί με αυτές και μείς τις άγιες δυνάμεις, Δέσποτα φιλάνθρωπε, μεγαλόφωνα λέμε· Άγιος είσαι και πανάγιος και μεγαλόπρεπη είναι η δόξα σου· εσύ, που τόσο αγάπησες τον κόσμο σου, ώστε να δώσεις τον μονογενή σου Υιό, για να μη χαθεί κάθε ένας που πιστεύει σ’ αυτόν, αλλά για να έχει αιώνια ζωή.
Εδώ η ευχή επαναλαμβάνει τα λόγια του Ιησού Χριστού προς το Νικόδημο, καθώς τα διαβάζομε στο «κατά Ιωάννην» Ευαγγέλιο. Κεντρικό σημείο στο μυστήριο της θείας οικονομίας, για τη σωτηρία του ανθρώπου και του κόσμου, είναι η αγάπη του Θεού. Σε καμμιά άλλη αιτία δεν πρέπει να ζητούμε την εξήγηση για την ενανθρώ­πηση, για το σταυρό και το θάνατο του Υιού παρά στην αγάπη του Θεού προς τον κόσμο. Αυτό επαναλαμβάνει και ομολογεί η Εκκλησία, όταν τελεί την θεία Λειτουργία και φτάνει στο σημείο του μυστικού δείπνου του Κυρίου· «ος ελθών και πάσαν την υπέρ ημών οικονομίαν πληρώσας, τη νυκτί ή παρεδίδοτο, μάλλον δε εαυτόν παρεδίδου, υπέρ της του κόσμου ζωής, λαβών άρτον εν ταις αγίαις αυτού και αχράντοις και αμωμήτοις χερσίν, ευχαριστήσας και ευλογήσας, αγιάσας, κλά­σας, έδωκε τοις αγίοις αυτού μαθηταίς και αποστόλοις, ειπών». Ο Υιός, όταν ήλθε κι έκαμε όλα όσα είχε οικονομήσει για μας, τη νύχτα που παραδινόταν, μάλλον δε που ο ίδιος παράδινε τον εαυτό του για τη ζωή του κόσμου, πήρε το ψωμί στα άγια και αμόλυντα και αναμάρτητα χέρια του, ευχαρίστησε και το ευλόγησε, το άγιασε το έκοψε, έδωκε στους αγίους μαθητές του και αποστόλους και είπε.
Τίποτε περισσότερο δεν λέει η ευχή παρά ό,τι παραδίνει ό απόστολος Παύλος στην πρώτη προς Κορινθίους επιστολή και οι τρεις Ευαγγελιστές, ο Ματθαίος, ο Μάρκος και ο Λουκάς. Γράφοντας για το μυστικό δείπνο του Κυρίου και για το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας, ο Απόστολος λέει· «εγώ γαρ παρέλαβον από του Κυρίου, ό και παρέδωκα υμίν». Αυτό θα πει πως ό,τι κάνει η Εκκλησία, αυτή η ζωή της Εκκλησίας, είναι μια παραλαβή και μια παράδοση από θεία λόγια και γεγονότα, μια συνέχεια δηλαδή χωρίς διακοπή. Εδώ χαρακτηριστικά ο άγιος Χρυσόστομος ερμηνεύει·  Πώς γράφει ο Απόστολος ότι έχει παραλάβει από τον Κύριο; Γιατί βέβαια δεν ήταν τότε παρών…Για να μάθεις ότι εκείνη η τράπεζα του μυστικού δείπνου δεν έχει τίποτα παραπάνω από αυτήν τώρα εδώ. Αυτό θα πει ζωή της Εκκλησίας και συνέχεια χωρίς διακοπή· ο μυστικός δείπνος του Κυρίου στην Εκκλησία συνεχίζεται. Όπως κι αν το πάρουμε, είτε απευθείας από τον Κύριο με αποκάλυψη, είτε από τους δώδεκα Αποστόλους, ο Παύλος μπορούσε να γράφει’ «εγώ γαρ παρέλαβον από τον Κυρίου, ό καιπαρέδωκα υμίν».
*
Η ευχή έφτασε, θα λέγαμε, στο κατακόρυφο. Ο λειτουργός με φωνή σταθερή και σεμνή εκφωνεί τα λόγια του Κυρίου, που είναι εκείνα με τα οποία ίδρυσε το θειότατο μυστήριο. Κάθε ανθρώπινη επιτήδευση εδώ από τον ιερέα είναι βαρύτατη αμαρτία. Ομιλεί ο Χριστός· «Λάβετε, φάγετε· τούτό μου έστι το σώμα, το υπέρ υμών κλώμενον, εις άφεσιν αμαρτιών». Λάβετε και φάγετε· αυτό είναι το σώμα μου, που κομματιάζεται για σας, για να έχετε άφεση αμαρτιών. Σε τούτη την ιερότατη στιγμή δεν χωρεί από το μέρος του λαού παρά μόνο το «Αμήν». Ο λειτουργός ιερέας προχωρεί στη συνέχεια, ακολουθώντας τη σειρά των γεγονότων, όπως έγιναν στο μυστικό δείπνο. «Ομοίως και το ποτήριον μετά το δειπνήσαι λέγων· πίετε εξ αυτού πάντες· τούτο έστι το αίμα μου, το της καινής διαθήκης, το υπέρ υμών και πολλών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών». Το ίδιο και με το ποτήριο, μετά που δείπνησαν είπε· Πιέτε απ’ αυτό όλοι· αυτό είναι το αίμα μου, το αίμα της καινής διαθήκης, που χύνεται για σας και για όλους που θα πιστέψουν, για να έχετε άφεση αμαρτιών. Ο λαός πάλι, μέσα σε μια γενική σιγή που επικρατεί στη σύναξη, αποκρίνεται «Αμήν».
Μετά την κοινωνία του ποτηριού, ο Κύριος είπε· «Τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν», αυτό να κάνετε σε ανάμνησή μου. Η εντολή αυτή υπάρχει στη Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου, μαζί με τα λοιπά λόγια, όπως τα παραδίδει ο απόστολος Παύλος· «κάθε φορά που θα τρώγετε αυτό τον άρτο και θα πίνετε αυτό το ποτήριο θα διακηρύττετε τον θάνατό μου και θα ομολογείτε την ανάστασή μου». Κάθε φορά που η Εκκλησία τελεί τη θεία Λειτουργία βρίσκεται μπροστά στο Χριστό, που αποθνήσκει και ανασταίνεται επάνω στην αγία Τράπεζα. Πολύ σωστά λοιπόν κάποιος σύγχρονός μας ιερέας και θεολόγος γράφει· «Ο μυστικός δείπνος συνεχίζεται, δεν επαναλαμβάνεται».
*
Ο Ιησούς Χριστός ονομάζει το αίμα του αίμα της καινής διαθήκης, δηλαδή της νέας συμφωνίας μεταξύ του Θεού και των ανθρώπων. Η παλαιά συμφωνία επικυρώθηκε με τις θυσίες και το αίμα των ζώων, η νέα συμφωνία επικυρώθηκε με τη θυσία και το τίμιο αίμα του Ιησού Χριστού, «ως αμνού αμώμου και ασπίλου». Ο αμνός του Πάσχα στην παλαιά διαθήκη είναι η προτύπωση του Ιησού Χριστού στη θυσία του σταυρού. Ο Κύριος είναι ο αληθινός αμνός· «ίδε ο αμνός του Θεού», έλεγε ο βαπτιστής Ιωάννης και τον έδειχνε στους μαθητές του. Ο Ιησούς Χριστός προσφέρθηκε θυσία στο σταυρό για τις αμαρτίες του κόσμου και, θα πούμε έτσι, δεν ήταν ο σταυρός που σήκωνε το εκούσιο θύμα, αλλά ήταν ο αμνός του Θεού στο σταυρό, που σήκωνε τις αμαρτίες του κόσμου, καθώς το ψάλλουμε στη Δοξολογία του Όρθρου· «ο αμνός του Θεού, ο αίρων τας αμαρ­τίας του κόσμου». Τη νύχτα πριν από τον θάνατό του καθιέρωσε μια αληθινή θυσία ειρήνης και ευχαριστίας, τη θεία Ευχαριστία. Και η θυσία εκείνη συνεχίζεται στην Εκκλησία· «Λάβετε, φάγετε· τούτο μου εστί το σώμα…Πίετε εξ αντού πάντες· τούτο εστί το αίμα μου…». Αμήν.

(Επισκ. +Διονυσίου Λ. Ψαριανού, Μητροπ. Σερβίων και Κοζάνης, «Η Θεία Λειτουργία», εκδ. Αποστ. Διακονία, σ. 322-336)

Γέροντας Παϊσιος – Η κοσμική και η Θεϊκή χαρά


Γέροντα, όταν λέει ό Απόστολος Παύλος «Ό καρ­πός τον Πνεύματος εστίν αγάπη, χαρά», εννοεί ότι ή χαρά είναι τεκμήριο σωστής ζωής;
- Ναι, γιατί υπάρχει κοσμική χαρά και θεϊκή χαρά. Όταν κάτι δεν είναι πνευματικό, καθαρό, δεν μπορεί να υπάρχει αληθινή χαρά και ειρήνη στην καρδιά.
Ή χαρά πού αισθάνεται ένας πνευματικός άνθρωπος δεν είναι ή κο­σμική χαρά πού επιζητούν πολλοί σήμερα. Να μην τα μπλέκουμε τα πράγματα. Οι Άγιοι είχαν τέτοιου είδους χαρά πού ζητάμε εμείς;
Ή Παναγία είχε τέτοια χαρά; Ό Χριστός γελούσε; Ποιος Άγιος πέρασε από αυτήν την ζωή χωρίς πόνο; Ποιος Άγιος είχε τέτοια χαρά πού επι­διώκουν πολλοί Χριστιανοί της εποχής μας, πού δεν θέ­λουν να ακούσουν τίποτε δυσάρεστο, για να μη στενο­χωρηθούν, να μη χάσουν την ηρεμία τους; Αν θέλω να μη στενοχωρηθώ, για να είμαι χαρούμενος, να μη χαλά­σω την ησυχία μου, για να είμαι πράος, τότε είμαι αδιά­φορος!
Άλλο πραότητα πνευματική και άλλο πραότητα από αδιαφορία. Λένε μερικοί: «Πρέπει να είμαι χαρούμενος, γιατί είμαι Χριστιανός. Να είμαι ήρεμος, γιατί είμαι Χριστιανός». Αυτοί δεν είναι Χριστιανοί. Το κα­ταλάβατε; Αυτό είναι αδιαφορία, είναι κοσμική χαρά. Όποιος έχει αυτά τα κοσμικά στοιχεία, δεν είναι πνευ­ματικός άνθρωπος.
Ό πνευματικός άνθρωπος είναι όλος ένας πόνος. Πονάει δηλαδή για καταστάσεις, για ανθρώ­πους, αλλά ανταμείβεται γι’ αυτόν τον πόνο με θεία πα­ρηγοριά. Νιώθει πόνο, αλλά νιώθει μέσα του θεία παρη­γοριά, γιατί κάνει ρίψεις με ευλογίες ό Θεός από τον Πα­ράδεισο στην ψυχή και αγάλλεται ό άνθρωπος από την θεϊκή αγάπη.
Αυτή είναι ή χαρά, ή πνευματική χαρά, πού δεν εκφράζεται και πλημμυρίζει την καρδιά.

(ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ – ΛΟΓΟΙ Β’ – ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ)
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...