Friday, 6 December 2013

Ελεύθεροι… που είμαστε δεμένοι χειροπόδαρα!


Άλλο ένα πράγμα που παρατηρώ, γράφεις, είναι το πως τρέχουν όλοι με κομμένη ανάσα πέρα-δώθε, κυνηγώντας, θαρρείς, κάτι που ποτέ δεν καταφέρνουν να πιάσουν. Τί φασαρία, τί αναβρασμός, τί πήγαιν’ έλα είν’ εκείνο που βλέπω, όποτε περνάω από πολυσύχναστο δρόμο; Διαπιστώνω, όμως, ότι το ίδιο συμβαίνει και στα σπίτια, ίσως και μέσα στις ψυχές των ανθρώπων. Τα ‘χω χαμένα! Μπορεί κανείς, αλήθεια, να ζει μ’ αυτόν τον τρόπο;…

Παρατηρώ, επίσης, το πώς καταναγκάζουν και καταπιέζουν ο ένας τον άλλο. Κανένας δεν έχει τη δική του βούληση. Κανένας δεν είναι ελεύθερος. Δεν τολμάς να ντυθείς όπως θα ‘θελες, να φερθείς όπως θα ‘θελες, να πεις ό,τι θα ‘θελες. Δεν μπορείς να ξεχωρίσεις από τους υπόλοιπους. Ό,τι κάνουν, επιβάλλεται από έναν άγραφο νόμο, ένα νόμο στον οποίο όλοι υποτάσσονται, ένα νόμο, ωστόσο, που κανένας δεν ξέρει το πώς καθιερώθηκε, μα ούτε και το πώς να τον αποφύγει. Μ’ αυτόν τον τρόπο αλληλοβασανίζονται. Δεν τολμάς ν’ ακούσεις κανέναν – τί θλιβερό!

Εγώ, π.χ., τα καταφέρνω στο τραγούδι. Όταν μπορώ να τραγουδήσω, τότε το τραγούδι είναι πραγματική απόλαυση και για μένα και για τους ακροατές. Υπάρχουν όμως περιπτώσεις, που, είτε μπορώ είτε όχι, αναγκάζομαι να τραγουδήσω. Και το κάνω, γιατί το επιβάλλει ο «νόμος» της ευγένειας. Η άρνησή μου θα είναι αντίθετη σ’ αυτόν το «νόμο». Έτσι, λοιπόν, τραγουδάω, μολονότι μου είναι αφόρητο: Το στήθος μου τσακίζεται, αλλά πιέζομαι, για να δείξω ότι τραγουδάω με κέφι. Το έχω παρατηρήσει και σε άλλους αυτό. Ε, να ποιά είναι η ελευθερία μας! Εξωτερικά όλοι φαινόμαστε ελεύθεροι άνθρωποι· ελεύθεροι, που είμαστε δεμένοι χειροπόδαρα!

Με αφορμή αυτή την παρατήρηση, άρχισα να εξετάζω συστηματικά, αν οι άνθρωποι κάνουν με την καρδιά τους όλα όσα κάνουν. Και το αποτέλεσμα; Δεν ξέρω αν πέφτω έξω, αλλά τίποτα δεν είδα να γίνεται με ειλικρινή εγκαρδιότητα και αυθόρμητη διάθεση. Κενές αβρότητες, πρόθυμες τάχα εξυπηρετήσεις, εκφράσεις αλληλοθαυμασμού και αλληλοεκτιμήσεως -μα όλα συμβατικά και επιφανειακά. Πίσω από τη βιτρίνα, κάτω από την εξωτερική εμφάνιση και συμπεριφορά, την τόσο λεπτή και ευγενική, κρύβεται ένα εντελώς διαφορετικό πνεύμα, ένα πνεύμα, που, αν ερχόταν ποτέ στο φως, θα διαπιστώναμε ότι στην πραγματικότητα όχι μόνο λεπτό δεν είναι, μα ούτε καν υποφερτό.

Τελικά, λοιπόν, τί αποδεικνύεται; Ότι οι κοσμικές συγκεντρώσεις μας δεν είναι παρά συναθροίσεις ηθοποιών που υποκρίνονται. Τί κωμωδία!

Τη μεγαλύτερη έκπληξη, όμως, μου την προξενεί η γενική ψυχρότητα που βλέπω γύρω μου. Πώς μπορούν να δείχνουν όλοι ότι είναι φίλοι μεταξύ τους, έτοιμοι να προσφέρουν στους άλλους ακόμα και το πουκάμισο τους, βαθύτερα όμως να έχουν τόση ψυχρότητα;

Οι διαπιστώσεις σου είναι απόλυτα σωστές. Δεν έχω τίποτα να προσθέσω σε όσα γράφεις. Όλα τούτα, πάντως, παρατηρήθηκαν και καταγράφηκαν από πολύ παλιά, για να τ’ αντιμετωπίσουμε προετοιμασμένοι. Αιώνες πριν ο άγιος Μακάριος ο Μέγας περιέγραψε την ακαταστασία, την πολύβουη κίνηση και το μάταιο κυνηγητό της επίγειας ζωής, που το γεύτηκες ήδη. «Οι κάτοικοι της γης», γράφει ο άγιος, «και τα τέκνα του κόσμου τούτου μοιάζουν με το σιτάρι μέσα στο κόσκινο. Έτσι κοσκινίζονται και οι ψυχές με τους άστατους κοσμικούς λογισμούς, την ακατάπαυστη ταραχή των γήινων πραγμάτων και τις πολύπλοκες υλικές φροντίδες. Ο σατανάς ταρακουνάει με το κόσκινο, δηλαδή με τις επίγειες μέριμνες, ολόκληρο το αμαρτωλό γένος των ανθρώπων. Μετά το προπατορικό αμάρτημα, αφότου δηλαδή ο Αδάμ αθέτησε την εντολή του Θεού και βρέθηκε κάτω από την εξουσία του διαβόλου, ο άρχοντας του σκότους κοσκινίζει με ακατάπαυστους απατηλούς λογισμούς τους ανθρώπους, χτυπώντας τους στα τοιχώματα του κόσκινου αυτής της γης. Όπως, δηλαδή, το κόσκινο ταρακουνάει και περιστρέφει και χτυπάει το σιτάρι, έτσι και ο διάβολος, αιχμαλωτίζοντας με τα γήινα πράγματα τις ψυχές των αμαρτωλών απογόνων του Αδάμ, τις ταράζει, τις αναστατώνει, τις ξεσηκώνει και τις παρασύρει σε μάταιους λογισμούς, σε αισχρές επιθυμίες και σε κοσμικούς δεσμούς, εξαπατώντας τες και ξελογιάζοντας τες ακατάπαυστα. Ο Κύριος είχε μιλήσει προφητικά στους αποστόλους Του για τον μελλοντικό τους πειρασμό: Ο σατανάς ζήτησε να σας δοκιμάσει σαν το σιτάρι στο κόσκινο. Εγώ, όμως, προσευχήθηκα στον Πατέρα μου να μη σας εγκαταλείψει η πίστη σας. Η ρήση και απόφαση, άλλωστε, που εξαγγέλθηκε από το Δημιουργό στον Κάιν, είναι ξεκάθαρη: Θα στενάζεις και θα τρέμεις και θα χτυπιέσαι πάνω στη γη. Αυτό ακριβώς συμβαίνει, μεταφορικά, με όλους τους αμαρτωλούς. Νιώθουν ανασφάλεια και αβεβαιότητα μέσα στους άστατους λογισμούς της δειλίας, μέσα στο φόβο, τη σύγχυση, την επιθυμία, την ηδονή· γιατί ο άρχοντας του κόσμου τούτου πειράζει όσους δεν έχουν αναγεννηθεί από το Θεό, περιστρέφοντας άστατα, σαν το σιτάρι μέσα στο κόσκινο, τους λογισμούς τους, προκαλώντας τους αίσθημα ανασφάλειας και παγιδεύοντάς τους με κοσμικές άπατες, σαρκικές ηδονές, φόβους και συγχύσεις».

Να οι δικές σου παρατηρήσεις από μια άλλη σκοπιά! Εσύ περιέγραψες τον τρόπο εξέλιξης των πραγμάτων ο άγιος Μακάριος αποκάλυψε την αιτία και την προέλευσή τους. Είναι, όμως, αδύνατο ν’ ασχοληθεί κανείς μ’ αυτή την πλευρά του ζητήματος, αν δεν υιοθετήσει και την αντίστοιχη διαλεκτική μέθοδο. Σου ζητάω, λοιπόν, ν’ αποδεχθείς την αντίληψη που εκφράζει ο άγιος Μακάριος, γιατί αγγίζει την ουσία του θέματος και θα σου χρησιμεύσει ως ανασχετικός παράγοντας απέναντι στη γοητεία της κοσμικής ζωής. Για να μάθεις πιο πολλά, αλλά και για να εξοικειωθείς περισσότερο μ’ αυτή τη συλλογιστική μέθοδο, διάβασε, αν θέλεις, ολόκληρη την πέμπτη ομιλία του αγίου Μακαρίου.

Από την πλευρά μου θα ήθελα να προσθέσω τούτο μόνο: Το ασταμάτητο κυνηγητό και το ανικανοποίητο όλων απ’ όλα σχετίζεται μ’ εκείνο ακριβώς που σου έγραψα στο προηγούμενο γράμμα μου, ότι δηλαδή δεν μπορεί να ικανοποιηθεί μ’ έναν τέτοιο τρόπο ζωής κάθε πλευρά η ανάγκη της ανθρώπινης φύσεως. Σου το εξηγώ με απλά λόγια: Μια ανικανοποίητη ανάγκη, λ.χ. η πείνα, απαιτεί ικανοποίηση, κι έτσι σπρώχνει τον άνθρωπο στην αναζήτηση τροφής. Όσο εκείνος κινείται μέσα σε πλαίσια όπου δεν είναι δυνατό να ικανοποιηθεί η πείνα του, αυτή δεν καταστέλλεται. Απεναντίας, μάλιστα, θεριεύει.

Έτσι, όμως, ούτε και το κυνήγι της τροφής σταματάει. Να, κάτι τέτοιο συμβαίνει και με τούς ανθρώπους που ζουν μέσα στο πνεύμα του κόσμου τούτου. Ακατάπαυστα αναζητούν τροφή για την πεινασμένη τους ψυχή. Αλλά μάταια. Ο εχθρός τους έχει τυφλώσει, και δεν συναισθάνονται την πλάνη τους: Έχουν πάρει λάθος δρόμο, ακολουθούν λάθος κατεύθυνση. Έτσι βασανίζονται μέσα στ’ αδιέξοδα και πνίγονται μέσα στο σκοτάδι. Κανένας δεν μπορεί να τους ανοίξει τα μάτια. Τρέχουν πέρα-δώθε σαν άγρια θηρία και βρυχώνται σαν τα λιοντάρια, που τριγυρνούν στη ζούγκλα αναζητώντας κάτι να καταβροχθίσουν.



(Οσίου Θεοφάνους του εγκλείστου, «Ο δρόμος της ζωής». Ι.Μ.Παρακλήτου)

St. John Chrysostom-Charitable Works Abolish Death!




Their power is so great that they not only cleanse sins but even do away with death itself. Let me explain how.

And who, someone might claim, has become greater than death through charity? Don’t worry, my beloved. Learn, from looking at things as they actually are, that the power of charity has destroyed even the tyranny of death.

There was once a woman called Tabitha, which translates as Gazelle (Acts, 9, 36-43). It was her daily task to earn spiritual riches for herself through charitable works. She clothed the widows and gave them all her possessions. It happened, however, that she fell ill and died.

But see how these women who’d been helped by her were able to repay their benefactress at the right time. They went to Saint Peter, say the Scriptures, and showed him the clothes and other things Tabitha had made and done when she was with them. They missed their mother-figure, probably shed tears, and gave the apostle cause to feel sad on their behalf.

So what did the blessed Peter do? He “got down on his knees and prayed. Turning towards the dead woman, he said, ‘Tabitha, get up’. She opened her eyes, and, seeing Peter, sat up. He took her by the hand and helped her to her feet. Then he called for the believers, especially the widows, and presented her to them alive” (Acts  9, 40-1).

Do you see the power of the apostle, or rather of the Lord who acted through him? Do you see what a reward she received- even in this life- for her good works? Because tell me, what did she give to the widows that was as great a thing as they gave her? She gave them food and clothing, but they brought her back to life and helped her to be released from death. Or rather, not them, but our merciful Lord, because of the services she had rendered them.

Do you see the power of the medicament? Let us all prepare it for ourselves, because, even though it’s so powerful, it’s not at all expensive. In fact, it’s really cheap, so it doesn’t require any great outlay. Because the value of charitable works doesn’t depend on vast amounts of money, but on the open-handedness of the people who do the giving. This is why somebody who gives a glass of cold water is well-received: so that we’ll learn that the Lord of all asks good will from each of us. It often happens that a person will do a great act of charity, even though they haven’t actually got that much themselves. This happens when their good intentions are very firm. And, of course, the opposite occurs as well: a person may have a lot, yet, because they’re petty by nature, it appears that they have less than those who indeed have little.

So, from the good things that the Lord has given us, let’s give generously to those in need. And what He’s given us, let’s give back to Him, so that they’ll become ours again, very much multiplied. Because the noble pride of the Lord is so great that, even though He receives what He Himself has given, He doesn’t consider that He’s receiving His own things, but promises to repay us for them with even greater generosity. But only if we want to demonstrate our own [generosity]. In other words, to give to the poor as if we were putting our gift into the hand of God, bearing in mind that the hand that receives our gift will not merely return it, but will grant us a hundred times more, thus demonstrating His great kindness towards us.

And why does He multiply this gift?  Because, if we’re willing to give away something of what’s been given to us by the Lord Himself, and so long as we are willing to do that, then His hand not only returns the gift to us, but, along with it, He grants us the Kingdom of Heaven and acclaims us and crowns us and gives us innumerable good things.

So, is He asking something burdensome or difficult of us? Whatever’s uselessly and pointlessly shut away in chests and store-rooms, He wants us to  share out, as we should, we ourselves, so that from this He can find occasion to crown us with all due ceremony. Because He hastens and rushes and is careful to ensure that what He’s promised us does actually come about.

I would beg you, therefore that we should not deprive ourselves of such wonderfully good things… What we have pointlessly stored, we should share for the upkeep of the poor. In this, there’s no chance that we’ll ever miss the mark; neither need we fear failure, which is what happens here on earth. Because it says: “He scattered, he gave to the poor”. And listen to what follows: “And his righteousness endures unto the ages of ages” (Ps. 111, 3).

What a wonderful sharing! In a brief period of time He made the distribution and His love lasts forever. Is anything that might exist more felicitous than that?

This is why I beg you, let us earn the love of God through charitable works so that it might truly be said of us, too, that they scattered, they gave to the poor, their love will last for ever. Because He spoke, scattered, and gave so that you wouldn’t think that what had been scattered was lost. Because He adds immediately: “His righteousness lasts unto the ages of ages”. The righteousness of those who have shared, remains unblemished, it stretches out into eternity and never ends.

St. John Chrysostom, On the Nativity, 55.

Source:Pemptousia.com

Thursday, 5 December 2013

Τα τρία είδη του φωτός κατά τη διδασκαλία του Αγ. Γρηγορίου του Παλαμά

Χωρίς αμφιβολία κεντρικό θέμα στη διδασκαλία του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά είναι το φως, το θείο φως, γύρω από το οποίο περιστρέφονται όλα τα άλλα βασικά θέματα, όπως η διάκριση ουσίας και ενεργειών στη θεότητα, η γνώση του Θεού όχι διά της κοσμικής σοφίας αλλά διά του θείου φωτισμού, η νοερά προσευχή, ή άκτιστη θεία χάρη, το μεθεκτόν και αμεθεκτον του Θεού, η συμμετοχή του σώματος στη θέωση, η από του παρόντος κόσμου πρόγευση των εσχάτων και άλλα. Το περί θείου φωτός θέμα είναι κατά κάποιο τρόπο η πηγή από την οποία απορρέουν όλα τα άλλα. Και τούτο, γιατί η συζήτηση για τη φύση του φωτός, που βλέπουν οι άγιοι στις διάφορες θεοφάνειες και οράσεις, του φωτός της Μεταμορφώσεως του Χριστού επί του όρους Θαβώρ, ως και του φωτός που θα καταυγάσει τους αγίους κατά την μέλλουσα ζωή, κατά την οποία θα εκλάμψουν οι δίκαιοι ως ο ήλιος, παρήγαγε σχεδόν όλα τα άλλα βασικά όντως για την Ορθόδοξη Θεολογία θέματα. 
Τί αντιπροσωπεύει άραγε αυτή η έννοια του φωτός, που συναντάμε τόσο συχνά μέσα στην Αγία Γραφή, στην υμνολογία της λατρείας και στην λοιπή πατερική γραμματεία, όπου εμφανίζεται ό ίδιος ο Θεός να είναι φως, κατά την Ιωάννεια ρήση “Ο Θεός φως εστίν” [Α΄ επιστολή του αποστόλου Ιωάννη, κεφ. 1, στίχ. 5] και εκ του φωτός αυτού να φωτίζονται όλα τα πνευματικά όντα, οι άγγελοι ως “δεύτερα φώτα” και κατόπιν οι άνθρωποι; Είναι απλώς μία μεταφορική, συμβολική έννοια, που δεν έχει κάποιο πραγματικό αντίκρυσμα στη θεότητα; Μία πρόσκαιρη και παροδική εμφάνιση του Θεού με την μορφή του αισθητού φωτός, που γίνεται και απογίνεται, και διαρκεί μόνο όσο διαρκεί η θεοφάνεια με τη μορφή της φωτοφανείας; Μήπως εκφράζει ακόμη την διανοητική, την νοητή γνώση, που με τους συλλογισμούς αποκτά ο άνθρωπος για την θεότητα μέσω της κτίσεως; Η απάντηση στα ερωτήματα αυτά παράγει όλα τα άλλα βασικά θέματα που αναφέραμε και διασαφεί τελικά αν το φως αποτελεί στοιχείο, μέρος, εκδήλωση, ενέργεια του Θεού, οπότε η ενασχόληση με αυτό ανήκει στη Θεολογία, με την κυρία έννοια της λέξεως, ως λόγου περί του Θεού καθ’ εαυτόν, ή αντίθετα αποτελεί στοιχείο, αισθητό και κτιστό, του κόσμου και του ανθρώπου, οπότε ο λόγος γι’ αυτό ανήκει στην κοσμολογία και στην ανθρωπολογία. Πέρα όμως από αυτές τις θεωρητικές διαπιστώσεις δείχνει αν ο άνθρωπος, ελλαμπόμενος και φωτιζόμενος από αυτό το φως μετέχει πραγματικά του Θεού, θεώνεται, αν το φως είναι θεϊκό και άκτιστο, ή αντίθετα παραμένει στα δικά του μέτρα, στον χώρο του κτιστού και αισθητού κόσμου, χωρίς να αποκτά και να γεύεται κάτι από την θεότητα, αν το φως είναι κτιστό και αισθητό και διανοητικό. Η συζήτηση δηλαδή για τη φύση του φωτός, αν είναι άκτιστο ή κτιστό, συνδέεται με το αίτημα της θεώσεως και της σωτηρίας του ανθρώπου, της πραγματικής κοινωνίας και μετοχής του Θεού, έχει σωτηριολογικές επιπτώσεις. Οι αγώνες και η διδασκαλία του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά απέβλεπαν στο να διασφαλίσουν στον άνθρωπο τη δυνατότητα να μετέχει του Θεού, να δείξουν ότι ο Θεός δεν είναι μόνον αμέθεκτος και υπερβατικός, μία απρόσιτη και ανενέργητη ουσία, αλλά είναι συγχρόνως ενδοκοσμικός και μεθεκτός, γιατί είναι αδύνατον να υπάρχει φύση και ουσία χωρίς ενέργειες, γιατί ο Θεός είναι ουσία ενεργητική, έχει ενέργειες, που είναι και αυτές θείες και άκτιστες. Και οι ενέργειες αυτές του Θεού δεν είναι θεωρητικές συλλήψεις του νου και διακρίσεις θεολογικές, αλλά απτή πραγματικότητα, την οποία παραδειγματικά και εκφαντορικά εκφράζει το θείο φως: “Φως ο Θεός ον κατ’ ουσίαν, αλλά κατ’ ενέργειαν λέγεται”. 
Γέροντας Σωφρόνιος Σαχάρωφ, ένας σύγχρονος μεγάλος θεολόγος του άκτιστου Φωτός
Το άκτιστο, αιώνιο, θείο και θεοποιό φως είναι η Χάρις του Θεού, γιατί το όνομα της Χάριτος αρμόζει στις θεϊκές ενέργειες, που μας δίδονται δωρεάν και απεργάζονται το έργο της θεώσεως και της σωτηρίας. Ενέργειες και Χάρις και θείον φως εκφράζουν το άνοιγμα του Θεού προς τον άνθρωπο, τη θεϊκή συγκατάβαση, για να μπορέσει ο άνθρωπος να γνωρίσει εμπειρικά το Θεό, να αποκτήσει αίσθηση, όραση και γνώση πνευματική, που είναι πολύ ανώτερες από την αισθητή γνώση, που αποκτούμε μέσω των αισθήσεων, αλλά και από την διανοητική γνώση, που αποκτούμε μέσω του νου, των συλλογισμών και της μαθήσεως. Είναι αδύνατον μέσω των αισθήσεων και του νου, μέσω δηλαδή κτιστών μέσων, να προσεγγίσει κανείς την άκτιστη θεότητα, η οποία γνωρίζεται μόνον μέσω των ιδικών της ενεργειών, διά του θείου και θεϊκού φωτός, το οποίο φωτίζει και καταλάμπει τους αξίους και κεκαθαρμενους. Στον “Αγιορείτικο Τόμο”, που είναι έργο του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, διακρίνει ο μύστης αυτός του φωτός και της Χάριτος με πολλή σαφήνεια και λεπτότητα τρία είδη φωτός, τα οποία οι αμύητοι και ατέλεστοι δεν ημπορούν να διακρίνουν και τα συγχέουν. Είναι εν πρώτοις το αισθητό φως, που αντιλαμβανόμαστε με την αίσθηση της οράσεως· είναι έπειτα το νοητό, το διανοητικό φως, τα διάφορα νοήματα, “η εν νοήμασι κείμενη γνώσις” που αντιλαμβανόμαστε με τον νου. Και τα δύο είναι κτιστά φώτα, που περιορίζονται και κινούνται το καθένα στο χώρο του ανάλογα με τη φύση του. Υπάρχει όμως και τρίτο φως, το θείο φως, η έλλαμψη του θεϊκού φωτός, το οποίο δεν είναι ούτε αισθητό, ούτε διανοητικό, είναι άκτιστο και θεϊκό, είναι ο ορατός χαρακτήρ της θεότητος. Το φως αυτό, μολονότι είναι υπερβατικό, υπεραισθητό και υπερνοητό ενεργεί μέσω της οράσεως και του νου, ώστε δι’ αυτών, εκπνευματισμένων και αλλοιωμένων, να βλέπουν οι άξιοι αυτά που είναι υπέρ νουν και υπέρ αίσθησιν, πέρα δηλαδή από τον φυσικό χώρο των αισθήσεων και του νου. Είναι βασικό αυτό το κείμενο για την κατανόηση της περί φωτός διδασκαλίας του αγίου Γρηγορίου και αξίζει να παρατεθεί: 
«Άλλο φως αντιλαμβάνεται ο νους, άλλο η αίσθηση. Η αίσθηση αντιλαμβάνεται το αισθητό φως που δείχνει τα αισθητά ως αισθητά. Φως του νου είναι η γνώση που υπάρχει στα νοήματα. Δεν αντιλαμβάνονται λοιπόν το ίδιο φως η όραση και ο νους, αλλά έως ότου καθένα από αυτά ενεργεί κατά τη δική του φύση και μέσα στις κατά φύση συνθήκες. Όταν όμως οι άξιοι ευτυχήσουν να λάβουν πνευματική και υπέρλογη χάρη και δύναμη, τότε και με την αίσθηση και με το νου βλέπουν αυτά που είναι πάνω από κάθε αίσθηση και κάθε νου, με τρόπο που «γνωρίζει μόνο ο Θεός κι εκείνοι που δέχονται αυτές τις θείες ενέργειες» για να χρησιμοποιήσουμε την έκφραση του Μεγάλου Γρηγορίου του Θεολόγου». 

(Πρωτ. Θεοδ. Ζήση, Καθηγ. Παν/μίου, «Θεολόγοι της Θεσσαλονίκης», εκδ. Βρυέννιος, σ.153-146)

Θησαυρός Γνώσεων και Ευσεβείας/ΝΕΚΡΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ

Στόν δάσκαλο Σ., πού ρωτᾶ γιατί ὁ Χριστός ἔπρεπε νά γεννηθεῖ καί ὄχι ἁπλά νά ἐμφανισθεῖ.


Ἁγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς

Ρωτήσατε, γιατί ὁ Κύριος Χριστός ἔπρεπε νά γεννηθεῖ, καί νά μεγαλώσει, καί νά βασανισθεῖ; Γιατί δέν ἐμφανίσθηκε ξαφνικά μέ μιᾶς ἀπό τούς οὐρανούς μέ τή μορφή ὥριμου ἀνθρώπου ὅπως, κατά τούς ἑλληνικούς μύθους, ὁ Ἀπόλλων ἐμφανιζόταν στούς ἀνθρώπους; Ἐντελῶς ἀνάρμοστη σύγκριση! Πῶς μπορεῖ νά συγκρίνεται ὁ πραγματικός ἄνθρωπος μέ μία παραίσθηση καί ὁ ἀληθινός Θεός μέ φανταστικά τέρατα;
Ὅσο πιό ψηλά εἶναι ὁ οὐρανός πάνω ἀπό τή γῆ, τόσο εἶναι ὑψηλή ἡ σοφία τοῦ Θεοῦ πάνω ἀπό τό λογικό τοῦ ἀνθρώπου. Κατά τή σοφία τοῦ Ὑψίστου ὁ Χριστός ἔπρεπε νά ἐμφανισθεῖ στόν κόσμο καί σάν παιδί καί σάν νεαρός καί σάν ὥριμος ἄνθρωπος, γιά νά εἶναι σ᾿ ὅλους προσιτός καί νά κερδίσει τούς πάντες.Ἐάν Αὐτός δέν ἦταν ποτέ παιδί, θά ἦταν ὠχρός καί κρύος ὁ λόγος Του: «Ἄφετε τά παιδία ἔρχεσθαι πρός με, καί μή κωλύετε αὐτά· τῶν γάρ τοιούτων ἐστίν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» (Μάρκ. 10:14) καί πάλι: «Ἀμήν λέγω ὑμίν, ἐάν μή στραφῆτε καί γένησθε ὡς τά παιδία, οὐ μή εἰσέλθητε εἰς τήν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν»(Ματθ. 18:3). Ἐσεῖς εἶστε δάσκαλος τῶν παιδιῶν, καί σάν δάσκαλος σκεφθεῖτε, πόσο διαφορετική θά ἦταν ἡ σχέση σας μέ τά παιδιά, ἐάν δέν εἴχατε ὑπάρξει κι ἐσεῖς παιδί.
Ὁ Χριστός ἀναμφίβολα μποροῦσε νά ἐμφανισθεῖ στόν κόσμο καί ἔτσι ὅπως τό θέλετε ἐσεῖς ἀλλά, ἐάν τό εἶχε κάνει, Αὐτός δέν θά μποροῦσε νά εἶναι γιά τό γένος τῶν ἀνθρώπων ἐκεῖνο πού Αὐτός ἤθελε νά εἶναι, δηλαδή Δάσκαλος καί Σωτήρας ὅλων, καί παράδειγμα ὅλων τῶν γενεῶν.
Ἐσᾶς σᾶς ταλαιπωρεῖ αὐτό πού σκέφτεστε, ὅτι ὁ Κύριος μέ τήν ἀσυνήθιστη γέννησή Του μεγάλωσε γιά τό λογικό μας τό μυστήριο τοῦ Εἶναι Του. Ἀλλά τό μυστήριό Του, δέν θά ἦταν πολύ μεγαλύτερο καί ἀκατανόητο, ἐάν Αὐτός ξαφνικά κατέβαινε ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους, ἔξω ἀπό κάθε συγγενικό δεσμό μέ τούς ἀνθρώπους; Δέν θά μιλοῦσε ὁ κόσμος σ᾿ αὐτή τήν περίπτωση γι᾿ Αὐτόν σάν γιά κάποιο φάντασμα; Τότε καί τό πρόσωπό Του, καί μαζί μ᾿ αὐτό καί ἡ διδασκαλία καί ἡ θυσία Του, θά ἔχαναν τήν πραγματική βάση καί τήν πραγματική σημασία. Ἀφοῦ ἐάν ἦταν φάντασμα, ποιός ἀπό μᾶς θά ἄκουγε καί θά προσπαθοῦσε νά μιμηθεῖ ἕνα φάντασμα;

Ἀκόμα ἔπρεπε νά γεννηθεῖ ὁ Κύριος μας, καί ἀκριβῶς μέ τόν τρόπο πού γεννήθηκε, γιά νά δείξει μ᾿ αὐτό τή δυνατότητα καί γιά νά τονίσει τή σημασία τῆς δικῆς μας πνευματικῆς γέννησης, πού στέκετε στό κέντρο τῆς διδασκαλίας Του περί τοῦ ἀνθρώπου. Κατά τόν λόγο Του: «Ἐάν μή τις γεννηθῇ ἄνωθεν, οὐ δύναται ἰδεῖν τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» (Ἰωάν. 3:3). Ὅπως Αὐτός γεννήθηκε ἐκ τοῦ ἁγίου Πνεύματος ἀπό τό ὑπερκαθαρό σῶμα τῆς Παρθένου Μαρίας, ἔτσι μποροῦμε κι ἐμεῖς νά γεννηθοῦμε πνευματικά ἐκ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στήν καθαρότητα τῆς ψυχῆς μας. Οἱ μεγάλοι ὀρθόδοξοι πνευματικοί γέροντες ἀνέκαθεν δίδασκαν, ὅτι ἡ νέα γέννηση τοῦ ἀνθρώπου γίνεται ὑπό τόν ὅρο τῆς παρθενικῆς καθαρότητας τῆς ψυχῆς. Μ᾿ ἄλλα λόγια οἱ ψυχές οἱ ὁποῖες καθαρίζουν ἐντελῶς, ἀκόμα καί ἀπό ἁμαρτωλές σκέψεις, γίνονται παρόμοιες μέ τήν ἁγία Κόρη, καί ἀξιώνονται μέ τήν εὐδοκία τοῦ Θεοῦ νά γίνουν κατοικία τοῦ Χριστοῦ. Ἐάν ἡ γέννηση τοῦ Χριστοῦ ἐκ τῆς Παρθένου Μαρίας εἶναι δύσκολα κατανοητή γιά τόν κοινό νοῦ, εἶναι ἐξαιρετικά ὠφέλιμη καί ἐνθαρρυντική γιά ὅλους ἐκείνους οἱ ὁποῖοι θά ἐπιθυμήσουν τήν πνευματική ἠθική ἀναγέννηση τοῦ εἶναι τους.
Γι᾿ αὐτό, ἡσυχάστε, καί εὐχαριστῆστε τήν αἰώνια Σοφία ἐπειδή ὁ Σωτήρας τοῦ γένους τῶν ἀνθρώπων ἐμφανίσθηκε ἔτσι ὅπως ὁ Ἴδιος θεώρησε ὡς καλύτερο. Καί φώναξτε μαζί μέ τόν ἀπόστολο Παῦλο: «Ὦ βάθος πλούτου καί σοφίας καί γνώσεως Θεοῦ» ( Ρωμ. 11: 33). Καί χαιρετῆστε τά παιδιά σας στό σχολεῖο μέ τήν παιδική χαρά:
Ὁ Χριστός γεννήθηκε, παιδιά
 
Ἀπό τό βιβλίο: «Δρόμος δίχως Θεό δέν ἀντέχεται…»
Ἱεραποστολικές ἐπιστολές  Α΄
Ἐκδόσεις «Ἐν πλῷ»

Wednesday, 4 December 2013

Elder Paisios-On Raising Children and Making Time for Prayer


Today we lead such busy lives that many say, "I don't even have time for prayer.  At the end of the say I am so tired. With Children and the trend of both parents working this is a common problem these days. The only solution is to make sure you have the right priorities in your life.  To lead a balanced life you need to struggle to simplify it.  First examine why it is necessary for a mother to work while the children are living at home.  Is this a necessity or is it just to gain material things.  
Elder Paisios advises: 
It's better for a mother to be involved with the nurturing of her children... A mother [if she is not working a full time job] can speak to her children about Christ; she can read the Lives of the Saints to them. Thus, at the same time she will be occupying herself dusting off her own soul so that it will be spiritually shiny. The mother's spiritual life will then quietly help the souls of her children. Thus, her children will live happily, and she will be joyful because she will have Christ within her.  If a mother doesn't find the time to say even the Trisagion, how can she expect her children to be sanctified?
When she does her housework, can't she pray at the same time?  It was my mother who taught me to say the Jesus Prayer. When we were children and had done some mischief, and my mother was about to get angry with us, I remembering her saying, "Lord Jesus Christ, have mercy on me." When she put the bread in the oven, she would  say, "In the name of the Christ and Panaghia."  And whenever kneading, or cooking, again, she constantly said the Jesus Prayer. In this manner, she herself was blessed, as were the bread and the food she was preparing, and so were those who partook of it later.
I wonder if in today's world we appreciate the significance of a spiritual upbringing.  The elders of our Church tell us the mother's traditional role is a most important one. Elder Paisios says, "The mother's devotion has great significance. If the mother has humility and fear of God, then family life is smooth." The challenge today with its materialistic orientation is to seek to simplify life so one parent can dedicate themselves to the nurturing of their children both physically and spiritually. Children are geared to learn by observation.  You are the models they will begin their life with. Make that model as close to the image of God as is possible.

A good friend told me a story of his early child raising days.  He had the habit of not going to Church each Sunday, but he instead stayed in bed and then getting up after his wife and children had gone to church to read the Sunday paper in peace. One day, his young son made the comment to his Mom,  "I cant wait until I get as old as Dad.  Then I won't have to get up and go to Church each Sunday.  I can stay home and read the paper and relax." He over heard his son saying this and this woke him up.  He realized he was setting a bad example for his son.  From that day on he never missed a day in Church.

Reference: Elder Paisios of Mount Athos Spiritual Counsels IV: Family Life,  pp 95-96

Πρόσεξε την ψυχή σου… (μία διδακτική και ωφέλιμη ιστορία)


Κάποτε ήταν ένας βασιλιάς, ο οποίος είχε ένα γιο πονηρό. Έχοντας χάσει κάθε ελπίδα για αλλαγή προς το καλύτερο, ο πατέρας καταδίκασε τον γιο του σε θάνατο. Του έδωσε ένα μήνα περιθώριο για να προετοιμαστεί. Πέρασε ο μήνας, και ο πατέρας ζήτησε να παρουσιασθεί ο γιος του. Προς μεγάλη του έκπληξη, παρατήρησε πως ο νεαρός ήταν αισθητά αλλαγμένος: το πρόσωπό του ήταν αδύνατο και χλωμό, και ολόκληρο το κορμί του έμοιαζε να είχε υποφέρει.
«-Πώς και σου συνέβη τέτοια μεταμόρφωση, γιέ μου;», ρώτησε ο πατέρας.
«-Πατέρα μου και κύριέ μου», απάντησε ο γιος, «πώς είναι δυνατόν να μην έχω αλλάξει, αφού η κάθε μέρα με έφερνε πιο κοντά στον θάνατο;».
«-Καλώς, παιδί μου», παρατήρησε ο βασιλιάς. «Επειδή προφανώς έχεις έρθει στα συγκαλά σου, θα σε συγχωρήσω. Όμως, θα χρειαστεί να τηρήσεις αυτή την διάθεση επιφυλακής της ψυχής σου, για την υπόλοιπη ζωή σου».
«-Πατέρα μου», απάντησε ο γιος, «αυτό είναι αδύνατο. Πώς θα μπορέσω να αντισταθώ στα αμέτρητα ξελογιάσματα και τους πειρασμούς;».
Ο βασιλιάς τότε διέταξε να του φέρουν ένα δοχείο γεμάτο λάδι, και είπε στον γιο του: Πάρε αυτό το δοχείο, και μετάφερέ το στα χέρια σου, διασχίζοντας όλους τους δρόμους της πόλεως. Θα σε ακολουθούν δύο στρατιώτες με κοφτερά σπαθιά. Εάν χυθεί έστω και μία σταγόνα από το λάδι, θα σε αποκεφαλίσουν».
Ο γιος υπάκουσε. Με ανάλαφρα, προσεκτικά βήματα, διέσχισε όλους τους δρόμους της πόλεως, με τους στρατιώτες να τον συνοδεύουν συνεχώς, και δεν του χύθηκε ούτε μία σταγόνα. Όταν επέστρεψε στο κάστρο, ο πατέρας τον ρώτησε:
«-Γιέ μου, τι πρόσεξες καθώς τριγυρνούσες μέσα στους δρόμους της πόλεως;».
«-Δεν πρόσεξα τίποτε».
«-Τι εννοείς, ‘τίποτε’;», τον ρώτησε ο βασιλιάς. «Σήμερα ήταν μεγάλη γιορτή. Σίγουρα θα είδες τους πάγκους που ήταν φορτωμένοι με πολλές πραμάτειες, τόσες άμαξες, τόσους ανθρώπους, ζώα».
«-Δεν είδα τίποτε απ’ όλα αυτά», είπε ο γιος. «Όλη η προσοχή μου ήταν στραμμένη στο λάδι μέσα στο δοχείο. Φοβήθηκα μην τυχόν μου χυθεί μια σταγόνα και έτσι χάσω τη ζωή μου».
«-Πολύ σωστή η παρατήρησή σου», είπε ο βασιλιάς. «Κράτα λοιπόν αυτό το μάθημα κατά νου, για την υπόλοιπη ζωή σου. Να τηρείς την ίδια επιφυλακή για την ψυχή μέσα σου, όπως έκανες σήμερα για το λάδι μέσα στο δοχείο. Να στρέφεις τους λογισμούς σου μακριά από εκείνα που γρήγορα παρέρχονται, και να τους προσηλώνεις σε εκείνα που είναι αιώνια. Θα είσαι ακολουθούμενος, όχι από οπλισμένους στρατιώτες, αλλά από τον θάνατο, στον οποίον η κάθε μέρα μας φέρνει πιο κοντά. Να προσέχεις πάρα πολύ να φυλάς την ψυχή σου από όλους τους καταστροφικούς πειρασμούς».
Ο γιος υπάκουσε τον πατέρα, και έζησε έκτοτε ευτυχής.
«Γρηγορεῖτε, στήκετε ἐν τῇ πίστει, ἀνδρίζεσθε, κραταιοῦσθε».

Τί συμβολίζει τό χέρι τοῦ Ἱερέα πού εὐλογεῖ;


Μέ αὐτόν τόν τρόπο ὁ Ἰησοῦς εὐλογοῦσε τήν ἡμέρα τῆς ἀναλήψεώς Του. “Καί ἀφοῦ σήκωσε τά χέρια Του, εὐλόγησε καί εὐλογώντας τους, ἐχωρίσθηκε ἀπ’ αὐτούς καί ἐφέρετο πρός τά πάνω, στόν οὐρανό μέχρι πού Τόν ἔχασαν ἀπό τά μάτια τους” ( Λουκ. 24,25 ). Αὐτή ἡ εὐλογία εἶναι πιά ἡ ἀρχή τῆς Πεντηκοστῆς. Ὁ Κύριος ἀνέρχεται γιά νά μᾶς στείλει τό Παράκλητο Πνεῦμα, ὅπως λέγει τό τροπάριο τῆς ἐορτῆς:
“Ἀνελήφθης ἐν δόξῃ, Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν,
χαροποιήσας τοὺς Μαθητάς, τῇ ἐπαγγελίᾳ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος·
βεβαιωθέντων αὐτῶν διὰ τῆς εὐλογίας,
ὅτι Σὺ εῖ ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ,
ὁ Λυτρωτής τοῦ κόσμου”.

Μέ τόν ἴδιο τρόπο ἀπό τότε καί κάθε κληρικός μέ τό δεξί του χέρι, εὐλογεῖ τό ποίμνιό του.
Δύο πνευματικές ἐρμηνεῖες ὑπάρχουν γιά τόν συμβολισμό τοῦ χεριοῦ:
1. Ἡ πρώτη λέει, ὅτι ἔτσι, τό χέρι σχηματίζει τήν φράση “Ἰησοῦς Χριστός Σωτήρ”. Τό μικρό δάχτυλο παρομοιάζει τό “ἰῶτα”-τήν λέξη Ἰησοῦς. Ὁ δείκτης μέ τόν μέσο χιαστί τό γράμμα “Χ”-τήν λέξη Χριστός καί ὁ παράμεσος μέ τόν ἀντίχειρα τό μικρό “σ” (σίγμα)-πού δηλώνει τήν λέξη Σωτήρ.




2. Ἡ δεύτερη λέει, ὅτι ἔτσι, τό χέρι σχηματίζει τήν φράση “Ἰησοῦς Χριστός νικᾶ”. Τό μικρό δάχτυλο παρομοιάζει τό “ἰῶτα”-τή λέξη Ἰησοῦς. Ὁ παράμεσος μέ τόν ἀντίχειρα τό γράμμα “Χ”-τήν λέξη Χριστός καί ὁ δείκτης μέ τόν μέσο, τό μικρό “ν”-πού σημαίνει νικᾶ.
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...