Thursday, 8 May 2014

Saint Justin Popovic-Reflections on the infallibility of European Man


1. After God, man is, without a doubt, the most mysterious and enigmatic entity in all the realms of human thought. At the bottomless depth of human existence there whirl contradictions which defy recon­ciliation: life and death, virtue and evil, God and devil, and all that exists in and around them.  Through all its religions, philosophies, sciences, spiritual and materi­alistic civilizations, the human race has been trying to solve essentially one problem, one all-encompassing problem: the problem of man.

And from all these exertions and struggles it has fashioned for itself one supreme godhead, to be worshipped as the highest value and the foremost criterion.  That ultimate godhead is “Man is the measure of everything.” That is to say, man is the measure of all being and of all things.  However, through this method-his own Divine majes­ty-man has failed to solve the problem of man. In measuring himself by himself he has failed to under­stand either himself or the world around him (cf. 2 Cor.10: 12). He has labored in vain. He has mirrored a reflection in a looking-glass.  And he has summed up everything in the agonized cry and the trembling confession: “By myself I know nothing” (1 Cor. 4: 4). “I know nothing by myself. I don’t know what is man, nor what is God, nor what is death, nor what is life. And I feel with all my being that I am a slave to death, a slave to evil, and through my sins a slave to the devil.” The yield of all this human exertion has been to weave a body out of all the human race: “the body of death,” of which every man has become a part. And what is hidden within this body of death?-stench, putrefaction, maggots.  ”Wretch that I am!  Who will deliver me from the body of this death?” (Rom. 7: 24).

Πώς να μοιράσω το ψωμί; (αληθινή ιστορία)


Τούτες τις μέρες που την πατρίδα μας τη δέρνει η φτώχεια και η πείνα, η Χρυσούλα, μεγάλη ώριμη γυναίκα με δική της τώρα οικογένεια, φέρνει στο νου της τη συγχωρεμένη τη γιαγιά της.
Χρυσούλα την έλεγαν κι εκείνη, με παππού ιερέα ευλαβικό τον ονομαστό παπα-Γιώργη τον Διακουμάτο στην περιοχή της Οιτύλου στη Λακωνία.
Απ’ το στόμα του παπα-Γιώργη έβγαινε πάντα χρυσάφι ο θείος λόγος του Ευαγγελίου. Αυτόν έσπερνε παντού και γλύκαινε τους πονεμένους. Στη μικρή του τη Χρυσούλα έκανε μαθήματα μέσα από την Αγία Γραφή, το Οκτωήχι και το Ψαλτήρι. Τι στιγμές ήταν εκείνες! Σμίλευε ο ακούραστος λευΐτης με τη σμίλη του Πνεύματος την άκακη και αθώα ψυχή της εγγονούλας του, την μάθαινε να αγαπά τον Θεό, να συγχωρεί τους ανθρώπους, να σκορπίζει καλοσύνες σε εχθρούς και φίλους. Ποτέ δεν ξεχνούσε -η μακαρίτισσα τώρα- γιαγιά τη μεγάλη μορφή του ιερέα παππού της που για το χωριό δεν ήταν μόνο παπάς αλλά και δάσκαλος και συμφιλιωτής και παρηγορητής, άγγελος ήταν για όλο το χωριό τους ο παπα-Γιώργης.
Μεγάλωσε κάποτε η μικρή Χρυσούλα.
Έκανε τη δική της οικογένεια, και έμενε στο Ελαιοχώρι. Τέσσερα κορίτσια και ένα αγόρι της είχε χαρίσει ο Πανάγαθος. Μικρά ήταν όλα τότε. Πού να τ’ αφήσει; Τα χωράφια τους είχαν απαιτήσεις. Ήθελαν χέρια δυνατά και σκληρά να τα δουλεύουν. Και κείνα άμειβαν. Και δίναν πλούσιο τον καρπό τους για να τρέφουν τη φτωχή οικογένειά τους.
Η Χρυσούλα ήταν πρώτη στο νοικοκυριό. Δεν υστερούσε όμως και στα αγροτικά. Ποτέ δεν ήθελε ν’ αφήνει τον άνδρα της μόνο του. Έτρεχε και αυτή από κοντά του. Πρωί-πρωί, πριν ακόμη καλά-καλά φέξει ο ήλιος, ξεκινούσε με τη δροσιά. Από κοντά και τα παιδιά τους, μικρούλια τότε.
Τ’ άφηνε ξένοιαστα να παίζουν με τα χώματα ή να κυνηγάνε πεταλούδες ή άλλοτε να παίζουν κρυφτό στα χαλάσματα του φράχτη του κτήματος.
Και κατά το μεσημεράκι όταν έφθανε η ώρα του φαγητού, μάζευε γύρω τα μικρά της. Έκαναν όλοι μαζί το σταυρό τους κι έλεγαν το «Πάτερ ημών». Σε κάποιο γεύμα έβγαλε από το ταγάρι της το καλοζυμωμένο καρβέλι και κοίταξε τα παιδιά της στα μάτια. Πάντα είχε ένα μικρό λόγο σοφό να τους πει την ώρα εκείνη. Αυτή τη φορά όμως τους είπε κάτι άλλο: «Αυτό το καρβέλι είναι δικό σας! Πώς θέλετε, παιδιά μου, να σας το μοιράσω το ψωμί, σαν Θεός ή σαν άνθρωπος;».
Και κείνα μ’ ένα στόμα είπαν: «Μαμά, σαν Θεός!». Γιατί ήξεραν, το ‘χαν μάθει καλά το μάθημα, ότι ο Θεός είναι Πατέρας καλοκάγαθος που όλα τα μοιράζει δίκαια. Και ήθελαν να απολαύσουν τη δίκαιη μοιρασιά του Θεού.Πήρε λοιπόν το καρβέλι η μάννα, το σταύρωσε, το ασπάστηκε με ευλάβεια (έτσι έκανε πάντα) και άρχισε μετά να κόβει με το χέρι της και να δίνει στο καθένα το μερίδιό του. Τα μικρά πεινασμένα άρπαξαν με λαχτάρα το ψωμάκι και έβαλαν την πρώτη μπουκιά κιόλας στο στόμα. Όμως η μάννα φρόντισε ν’ αφήσει εκείνη την ημέρα περίσσευμα το μισό καρβέλι.
Τα μικρά τρώγοντας λοξοκοιτούσαν το ένα το άλλο αν κρατούσαν όλα την ίδια μερίδα. Είδαν μετά τη μητέρα τους που καλοδίπλωσε πίσω τους το υπόλοιπο μισό καρβέλι και το ‘βαλε βιαστικά πάλι μέσα στο ταγάρι. Και εκείνα απορημένα ρώτησαν: «Μαμά, γιατί μας στέρησες τη δίκαιη μοιρασιά; Εμείς σου είπαμε να μας μοιράσεις το ψωμί σαν Θεός, όχι σαν άνθρωπος».
Κι εκείνη με σοβαρότητα απάντησε: «Καλά μου παιδιά, σαν Θεός σας το μοίρασα. Ο Θεός φροντίζει για όλα τα παιδιά του κόσμου, και για κείνα που δεν έχουν να φάνε. Το υπόλοιπο καρβέλι ο Θεός θέλει να το πάμε στα φτωχά παιδάκια».
Έκπληκτα άκουσαν τα μικρά το μεγάλο μάθημα για την αγάπη. Και έτρεξαν αμέσως με χαρά να βοηθήσουν στις φτωχογειτονιές του χωριού όσα παιδάκια δεν είχαν να φάνε. Κι αυτό δεν το ‘καναν μόνο μία φορά…
Πέρασαν από τότε πολλά χρόνια. Δεν ζουν κείνες οι αγιασμένες μορφές που έζησαν στη φτώχεια αλλά ήταν τόσο πλούσιες.
Έφυγαν! Έφυγαν και μας άφησαν κληρονομιά βαριά, ατίμητη σε αξία, παράδειγμα ψυχής αρχοντικής, που ξέρει να αγαπά και να σκορπίζει όπως ο Θεός δώρα και καλοσύνες με δικαιοσύνη σε όλο τον κόσμο.
Τούτες τις μέρες πού την πατρίδα μας τη δέρνει η φτώχεια και η πείνα, η Χρυσούλα, η ώριμη γυναίκα, τα θυμήθηκε όλα. Και τα λέει στις φίλες της όλα όσα ζούσαν και έκαναν τότε οι παλιοί, οι φτωχοί οι δικοί μας πρόγονοι και… η δική της γιαγιά.
Σήμερα τα θυμήθηκε όλα ξανά καθώς είδε κάτω από την πόρτα του σπιτιού της προσκλητήριο αγάπης, τυπωμένο χαρτί από τον εφημέριο της ενορίας της, που έλεγε:
«Σήμερα κανένας να μη μείνει πεινασμένος στην ενορία μας. Βοήθησε και συ όσο μπορείς».
Βούρκωσε!… Είναι και αυτή πνιγμένη στα χρέη, όμως το ψωμί στο φτωχό θα το δίνει και αυτή. Ζυμωμένο από τα δικά της τα χέρια. Κάθε μέρα θα το πηγαίνει στον καλό τους ιερέα πού γνωρίζει καλά τα ανήμπορα σπίτια!…
Περιοδικό «ο Σωτήρ», Τεύχος 2059 – Ιανουάριος 2013
Πηγή:  talantoblog.blogspot.gr

Το τελευταίο πεντακοσάρικο...

 
"Έλπιζε επί Κύριον, και πράττε το αγαθόν... και ευφραίνου εν Κυρίω, και θέλει σοι δώσει τα ζητήματα της καρδίας σου." Ψαλμός λζ΄ 3,4
Ένας πιστός άνθρωπος, υπηρέτης του Θεού, βρέθηκε κάποιο Σαββατοκύριακο να έχει δύο πεντακοσάρικα μονάχα στην τσέπη του.
Μα τη Δευτέρα το πρωί έπρεπε οπωσδήποτε να δώσει πενήντα χιλιάδες για μια επείγουσα ανάγκη.
Φως από πουθενά. 
Ανέθεσε το θέμα του στον Κύριο και βγήκε να πάει να κηρύξει το Λόγο του Θεού.
Στο δρόμο συνάντησε κάποιον γνωστό του, που του θύμισε ένα χρέος που εκκρεμούσε, πεντακοσίων δραχμών. 
Έτσι, του έδωσε το ένα από τα δύο πεντακοσάρικα.
Το μοναδικό πεντακοσάρικο που του έμενε τώρα στην τσέπη του, είχε αποκτήσει ιδιαίτερη αξία γι’αυτόν.
Ώσπου, να σου ένας ζητιάνος.
Σκέφτηκε να χαλάσει το νόμισμα και να του δώσει κάτι. 
Μα ο Θεός τον έλεγξε, κι έτσι έδωσε το τελευταίο του πεντακοσάρικο στο ζητιάνο.
Έπειτα γύρισε σπίτι του, κοιμήθηκε ήσυχος και... τη Δευτέρα το πρωί έλαβε με τηλεγράφημα μια εντελώς απρόσμενη προσφορά... πενήντα χιλιάδων δραχμών! 
Καλώς το τελευταίο πεντακοσάρικο έφευγε από την τσέπη του, ο Θεός, ξετύλιγε το θαυμαστό Του σχέδιο!
Αν ενδιαφερόμαστε περισσότερο για τις ανάγκες των άλλων, παρά του εαυτού μας, τότε ο Θεός θα πάρει στα χέρια Του όλες τις δικές μας ανάγκες.
Αν αγαπούμε περισσότερο τους ανθρώπους, παρά τα χρήματα, θα δούμε τις ευλογίες του Θεού στο σπίτι μας, στο περιβάλλον μας.
Αν μπορούμε να παραιτηθούμε από τις αγωνίες και τις μέριμνες, θα αφήσουμε το Θεό να αναλάβει όλη τη φροντίδα μας.
Αν αφήσουμε τα οικονομικά μας να τα διαχειρίζεται ο σοφός Κύριός μας, η ζωή μας θα γεμίσει από τους καρπούς της αγάπης Του.
 
ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΤΟ ΘΕΜΑ ΣΕ ΟΛΑ ΑΥΤΑ: Πιστεύεις τούτο; 
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...