ΚΥΡΙΟΤΕΡΟΙ ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΙ ΤΗΣ ΑΓΙΟΓΡΑΦΙΑΣ
Παρακάτω
αναφέρουμε ενδεικτικά τα ονόματα κάποιων από τους κυριότερους
εκπροσώπους της αγιογραφίας, χωρίς φυσικά να εξαντλούμε τον κατάλογο του
πλήθους των μαστόρων, που ταπεινά υπηρέτησαν την τέχνη, επωνύμων και
ανωνύμων, μικρών και μεγάλων, των οποίων τα ονόματα είναι γραμμένα στη
Βίβλο της Ζωής.
Ευαγγελιστής Λουκάς. Βλ. κεφάλαιο «Η πορεία της αγιογραφικής τέχνης στο χρόνο».
Άγιος
Λάζαρος ο Ομολογητής. Έζησε στους χρόνους του εικονομάχου βασιλέως
Θεοφίλου. Επειδή ήταν αγιογράφος κατηγορήθηκε στον βασιλιά και υπεβλήθει
σε φοβερά βασανιστήρια. Έβαλαν οι δήμιοι στις παλάμες του πυρακτωμένα
πέταλα και από την μεγάλη βάσανο έμεινε ως νεκρός. Η Χάρις του Θεού όμως
τον φύλαξε. Κατόπιν η βασίλισσα παρακάλεσε τον Θεόφιλο να τον
ελευθερώσει όπως και έγινε. Ο Άγιος Λάζαρος πήγε κρυφά στον ναό του
Αγίου Προδρόμου του Φοβερού και κατοίκησε εκεί. Ενώ ήταν ακόμη με τις
πληγές της φωτιάς, ιστόρησε την εικόνα του Αγ. Προδρόμου, η οποία έκανε
πολλά θαύματα. Εορτάζουμε την μνήμη του Αγίου Λαζάρου την ΙΖ” του μηνός
Νοεμβρίου.
Άγιος Μεθόδιος Μοναχός. Κήρυξε την χριστιανική πίστη στους Βουλγάρους.
Άγιος
Διονύσιος ο εν Ολύμπω. Στο βίο του αναφέρονται και τα εξής. Ενώ καθόταν
με τους υπόλοιπους μοναχούς είπε: «Ιδού έρχονται προς ημάς δύο
μοναχοί», και παίρνοντας ένα κομμάτι χαρτί ιστόρησε τις μορφές τους,
διότι ήταν πολύ επιτήδειος στη ζωγραφική και τον ένα τον ζωγράφισε με
γένια ενώ τον άλλο νεώτερο. Πράγματι την άλλη μέρα ήρθαν στο μοναστήρι
δύο διάκονοι. Ο πρώτος που είχε γένια ονομαζόταν Ιάκωβος, ο οποίος
έμεινε και ετελειώθη στο μοναστήρι και ο δεύτερος, ο νεώτερος,
ονομαζόταν Ηλίας, ο οποίος έγινε ηγούμενος και αργότερα επίσκοπος
Πλαταμώνος.
Ευλάλιος. Έζησε τον καιρό του Ιουστίνου του Β’. Ζωγράφισε τον ναό των Αγίων Αποστόλων στην Κωνσταντινούπολη
Ηρακλείδης
ο Βυζάντιος. Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, άγνωστο ποια ημερομηνία.
Οι παλαιοί ιστορικοί τον εγκωμιάζουν, λέγοντας ότι εστάθη ισάξιος με
τους αρχαίους φημισμένους ζωγράφους Απελλή και Αγάθαρχο.
Παύλος ο μουσειωτής (ψηφιδογράφος). Φιλοτέχνησε θαυμαστή εικόνα του Χριστού στο ναό της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη.
Στέφανος
Μοναχός. Ήταν ζωγράφος και ομολογητής. Υπέστη βασανιστήρια στους
χρόνους του βασιλέως Κωνσταντίνου του Κοπρωνύμου, υπέρ των αγίων
εικόνων.
Ανδρέας
υιός Αρταβάσδου. Ήταν επίσημος αγιογράφος τον καιρό του Κωνσταντίνου
του Πορφυρογεννήτου. Φαίνεται ότι καταγόταν από περσικό γένος.
Οι
Έλληνες αγιογράφοι εκ Κωνσταντινουπόλεως. Ζωγράφισαν το ΙΑ” αιώνα,
κατόπιν θαύματος, τον ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στη φημισμένη Μονή
του Σπηλαίου στο Κίεβο, όπου και εμόνασαν μετά το πέρας της
αγιογραφήσεως.
Όσιος
Αλύπιος ο εικονογράφος. Ο ρωσικής καταγωγής Όσιος Αλύπιος έγινε μοναχός
στο φημισμένο μοναστήρι της Πετσέρσκαγια Λαύρας του Κιέβου γνωστό ως
Λαύρα των Σπηλαίων. Ως λαϊκός βοηθούσε τους Έλληνες αγιογράφους που
ιστορούσαν το καθολικό της μονής. Μετά από ένα θαυμαστό γεγονός που
συνέβη κατά τη διάρκεια της αγιογραφήσεως αποφασίζει να μείνει στο
μοναστήρι. Εκεί ασκώντας θεαρέστως την τέχνη της αγιογραφίας εκοιμήθη εν
Κυρίω περίπου στα μέσα του 12ου αιώνος. Το άγιο λείψανό του βρίσκεται
άφθαρτο στα σπήλαια της Λαύρας μαζί με πάνω από εκατό άλλα άφθαρτα
λείψανα αγίων.
Παύλος
αγιογράφος. Άγνωστο πότε έζησε. Ζωγράφισε τον Αγ. Γεώργιο πάνω στο
άλογο και η εικόνα του ανεδείχθη θαυματουργή. Οι ιστορικοί επαινούν
αυτόν τον τεχνίτη, γράφοντας: «Παύλος ο ζωγράφων άριστος».
Μιχαήλ
ο Αστραπάς και Ευτύχιος. Άριστοι αγιογράφοι και οι δύο. Καταγόταν από
την Θεσσαλονίκη και τοιχογράφησαν πολλές Σερβικές εκκλησίες. Ενδεικτικά
αναφέρουμε τον ναό του Αγ. Κλήμεντος κοντά στην λίμνη της Αχρίδος το
1295 και τον ναό του Αγ. Γεωργίου στο Στάρο Ναγκορίτσινο Σερβίας
(1313-1317).
Γεώργιος
Καλλιέργης. Επίσημος αγιογράφος, ο οποίος ζωγράφισε τον ναό του Σωτήρος
Χριστού στη Βέροια της Μακεδονίας το 1315, όταν εβασίλευε ο Ανδρόνικος ο
Παλαιολόγος.
Μανουήλ
Πανσέληνος. Κορυφαίος αγιογράφος του ΙΔ” αιώνα, από τους κυριότερους
εκπροσώπουςτης Μακεδονικής Σχολής. Δυστυχώς δεν βρέθηκε κάποια πηγή που
να μας πληροφορεί για την ζωή του. Σύμφωνα με την παράδοση η καταγωγή
του ήταν από την Θεσσαλονίκη. Μόνο ο Διονύσιος ο εκ Φουρνά στο σύγγραμμά
του «Ερμηνεία της ζωγραφικής τέχνης» μας πληροφορεί, ότι οι αγιογραφίες
του ναού του Πρωτάτου στο Άγιο Όρος ήταν του κυρ Μανουήλ Πανσέληνου.
Ακόμη ο Διονύσιος αναφέρει και για κάποιες φορητές εικόνες του
Πανσελήνου, χωρίς όμως να έχουμε κάποια στοιχεία γι” αυτές. Τέλος, η
αγιογράφηση του παρεκκλησίου του Αγ. Ευθυμίου στον Άγ. Δημήτριο
Θεσσαλονίκης εικάζεται ότι έγινε από τον Πανσέληνο λόγω της έντονης
ομοιότητας της τεχνικής σε σχέση με το Πρωτάτο.
Θεοφάνης
ο Έλληνας. Βυζαντινός αγιογράφος του ΙΔ” αιώνος και γνωστός από το έργο
του στη Ρωσία. Μια επιστολή ενός Ρώσου μοναχού, του Επιφανίου, αναφέρει
εκτός των άλλων χαρισμάτων που τον διέκριναν ότι ήταν «ο καλύτερος
ζωγράφος ανάμεσα στους εικονογράφους». Είναι άγνωστο το που γεννήθηκε
και που έμαθε την τέχνη της αγιογραφίας. Ζωγράφισε πολλούς ναούς στη
Ρωσία, κυρίως στη Μόσχα και στο Νόβγκοροντ. Θεωρείται ο δάσκαλος του
μεγάλου Ρώσου αγιογράφου Αγίου Ανδρέα Ρουμπλιώφ. Η κοίμησίς του
υπολογίζεται γύρω στα 1410.
Όσιος
Ανδρέας Ρουμπλιώφ. Γεννήθηκε στη Ρωσία γύρω στα 1360. Νέος έγινε
μοναχός στη μονή του Αγίου Σεργίου Ραντονέζ όπου αγιογράφησε το τέμπλο
του Καθολικού καθώς και τον κυρίως ναό. Εκτός από τη μονή του Αγίου
Σέργιου σώζονται έργα του και σε άλλους ναούς και μοναστήρια. Ένα από τα
αριστουργήματά του είναι η εικόνα της Αγίας Τριάδος. Θεωρείται από
όλους τους Ρώσους ζωγράφους ως ο κυριώτερος εκπρόσωπος της αρχαίας
ρωσικής τέχνης. Η κοίμησίς του υπολογίζεται γύρω στα 1430. Η Ιερά
Σύνοδος της Ρωσικής Εκκλησίας τον αναγνώρισε επισήμως ως άγιο το 1988.
Νικόλαος
Ιωάννου και Καστρίσιος. Κατάγονταν από την Καλαμπάκα Θεσσαλίας.
Ζωγράφισαν το έτος 1501 το καθολικό της Μονής Αγ. Στεφάνου στα Μετέωρα.
Θεοφάνης
Μοναχός ο Κρης. Κορυφαίος αγιογράφος του 16ου αιώνα και κυριότερος
εκπρόσωπος της Κρητικής Σχολής. Ο μοναχός Θεοφάνης Στρελίτζας, ο
επιλεγόμενος Μπαθάς, πρέπει να γεννήθηκε στο Ηράκλειο μέσα στην
τελευταία δεκαπενταετία του 15ου αιώνα και ακολούθησε το οικογενειακό
επάγγελμα της ζωγραφικής. Σε κατάλληλη ηλικία παντρεύτηκε και απόκτησε
δύο παιδιά, το Συμεών και το Νίφο-Νεόφυτο. Έπειτα για κάποιο λόγο – ίσως
θανάτου της συζύγου – έγινε μοναχός. Η πρώτη μνεία του αγιογράφου
Θεοφάνη βρίσκεται στην κτητορική επιγραφή στο καθολικό της Μονής του
Αγίου Νικολάου του Αναπαυσά στα Μετέωρα, το 1527. Το 1535 ιστορεί το
καθολικό της Ι. Μονής Μεγίστης Λαύρας στο Άγιο Όρος, όπου και
εγκαταστάθηκε με τους δυο γιούς του. Το 1545, με συνεργάτη το γιο του
Συμεών τοιχογραφεί το καθολικό της Ι. Μονής Σταυρονικήτα. Αφού έζησε
αρκετά χρόνια στο Άγιο Όρος, επιστρέφει στην πατρίδα του την Κρήτη όπου
και πεθαίνει στις 24 Φεβρουαρίου του 1559, την ημέρα που έκανε την
διαθήκη του. Το έργο του συνέχισαν οι δύο γιοι του.
Αντώνιος
ο Κρης. Αυστηρός και απλότεχνος αγιογράφος. Ζωγράφισε το καθολικό της
Μονής Ξενοφώντος Αγίου ΌρουςΤζώρτζης ο Κρης. Άριστος αγιογράφος, μαθητής
του Θεοφάνους του Κρητός. Αγιογράφησε το καθολικό της Ι. Μονής
Διονυσίου το 1545.
Ευφρόσυνος
Ιερεύς. Αγιογράφησε φορητές εικόνες κάποιες από τις οποίες βρίσκονται
στην Μονή Διονυσίου Αγίου Όρους (Μεγάλη Δέησις κ.α.). Έζησε τον ΙΣΤ”
αιώνα. Πολύ καλός τεχνίτης της Κρητικής Σχολής.
Φράγκος
Κατελάνος. Καταγόταν από την Θήβα. Θεωρείται από τους καλύτερους
αγιογράφους του ΙΣΤ” αιώνα. Αγιογράφησε το παρεκκλήσιο του Αγίου
Νικολάου στη Μονή Μεγίστης Λαύρας Αγίου Όρους καθώς και το καθολικό της
Μονής Βαρλαάμ Μετεώρων. Προέρχεται από την Κρητική Σχολή αλλά έχει
δεχθεί έντονες επιδράσεις από την Δύση.
Γεώργιος
Ιερεύς και σακελλάριος Θηβών. Λαμπρός τοιχογράφος, ο οποίος ιστόρησε το
νάρθηκα του καθολικού της Μονής Βαρλαάμ Μετεώρων το 1566.
Δανιήλ Μοναχός. Αγιογράφησε το καθολικό της Μονής Κορώνης επί της Πίνδου το 1587.
Ανδρέας Ρίτζος. Εικονογράφος, ο οποίος έζησε στο τέλος του ΙΕ” αιώνα. Υπάρχουν έργα του στην Ιταλία και την Πάτμο.
Μιχαήλ
Δαμασκηνός ο Κρης. Πρέπει να γεννήθηκε γύρω στο 1530-35. Λίγα στοιχεία
υπάρχουν για την ζωή και την δράση του και ελάχιστες οι χρονολογημένες
εικόνες του. Ήταν άριστος τεχνίτης και το μεγαλύτερο γνωστό σύνολο
υπογεγραμμένων έργων του σώζεται στην Κέρκυρα. Η ύπαρξη μεγάλου αριθμού
πινάκων Ιταλών καλλιτεχνών στην Κρήτη επηρέασε τους Έλληνες αγιογράφους.
Έτσι και ο εν λόγω αγιογράφος χρησιμοποίησε ιταλικά στοιχεία στις
αγιογραφίες του, ανάλογα ίσως, με τις επιθυμίες των πελατών του. Ο
Δαμασκηνός έχαιρε μεγάλης φήμης και η επίδρασή του στους συγχρόνους και
μεταγενεστέρους ζωγράφους ήταν πολύ μεγάλη. Εικονογραφικοί τύποι που
αυτός, κατά τα φαινόμενα, εισήγαγε ή αποκρυστάλλωσε, έγιναν εξαιρετικά
δημοφιλείς και αντιγράφηκαν μέχρι τα μέσα του 18ου αιώνα.
Όσιος
Ποιμήν ο Ζωγραφίτης. Σπουδαίος εικονογράφος και κτήτορας ναών.
Γεννήθηκε στη Σόφια της Βουλγαρίας από ευσεβείς γονείς. Έγινε μοναχός
στο Άγιον Όρος, στη μονή Ζωγράφου. Σε ηλικία πενήντα πέντε χρόνων,
ύστερα από θεοσημία, αναχώρησε για τη Βουλγαρία. Εκεί έκτισε ή
ανακαίνισε περίπου τριακόσιους ναούς και δεκαπέντε μονές. Πολλούς τους
στόλισε και με τοιχογραφίες από το ίδιο του το χέρι. Αναπαύθηκε εν
ειρήνη το 1620 στη μονή Τσερεπίσκι. Το 1942 αναγνωρίστηκε ως προστάτης
άγιος των Βουλγάρων ζωγράφων.
Εμμανουήλ
Λαμπάρδος. Έζησε στις αρχές του 17ου αιώνα. Αγιογράφησε μόνο φορητές
εικόνες, στις οποίες διαπιστώνεται συνειδητή άγνοια των έργων του
Δαμασκηνού και του Κλόντζα και επιστροφή σε παλαιολόγεια και πρώιμα
κρητικά πρότυπα.
Όσιος
Νείλος ο Μυροβλύτης. Γεννήθηκε στη Πελοπόννησο από ευσεβείς γονείς περί
το 1601. Μόνασε στη μονή Παναγίας της Μαλεβής. Ο πόθος της ασκήσεως τον
έφερε στο Άγιον Όρος. Κατοίκησε κοντά στο σπήλαιο του Αγίου Πέτρου του
Αθωνίτου όπου έκτισε κελλί με ναό προς τιμή της Υπαπαντής, τον οποίο
κόσμησε με εικόνες, που ο ίδιος αγιογράφησε, γιατί ήταν καλός
αγιογράφος. Μετά την οσιακή κοίμησή του, στις 12-11-1651, το σώμα του
ανέβλυσε ευωδιαστό μύρο.
Άγγελος ο Κρης. Άριστος αγιογράφος, ο οποίος ιστόρησε μόνο φορητές εικόνες και έζησε στις αρχές του 17ου αιώνα.
Ιερεμίας
Παλλαδάς, Ιερομόναχος. Ένας από τους πιο φημισμένους αγιογράφους της
εποχής του. Ήταν σιναΐτης ιερομόναχος αλλά ζούσε στον Χάνδακα, από όπου
και καταγόταν. Έχαιρε μεγάλης φήμης μεταξύ των συγχρόνων του, που τον
θεωρούσαν άξιο μιμητή των «δοκίμων παλαιών εικονογράφων», εδίδασκε δε
την τέχνη σε μαθητευόμενους αγιογράφους. Ήταν προσκολλημένος στην
παραδοσιακή τεχνοτροπία και σπάνια χρησιμοποιούσε ιταλικά στοιχεία.
Πέθανε πριν το 1660 μ.Χ.
Εμμανουήλ
Τζάνες, ιερεύς. Γεννήθηκε στο Ρέθυμνο γύρω στο 1610 και πέθανε στη
Βενετία στις 28 Μαρτίου 1690. Θεωρήθηκε ο σημαντικότερος Κρητικός
αγιογράφος της δεύτερης πεντηκονταετίας του 17ου αι. Έζησε την περίοδο
του καταστροφικού Κρητικού πολέμου (1645-1669) και αναγκάστηκε να πάρει
το δρόμο της προσφυγιάς. Η Κρήτη σβήνει σαν δημιουργικό καλλιτεχνικό
κέντρο και οι ζωγράφοι καταφεύγουν κυρίως στη Ζάκυνθο και την Κέρκυρα,
από όπου μερικοί πηγαίνουν στη Βενετία. Άλλοτε ακολουθεί βυζαντινά
πρότυπα του 14ου και 15ου αιώνα και άλλοτε εμπνέεται από δυτικά έργα
ακολουθώντας ορισμένες φορές φλαμανδικές χαλκογραφίες. Υπολογίζεται ότι
έχουν σωθεί πάνω από εκατό έργα του Τζάνε
Κωνσταντίνος
Κονταρίνης. Από τους παραγωγικότερους αγιογράφους των τριών πρώτων
δεκαετιών του 18ου αι. Ζούσε στην Κέρκυρα και ακολουθεί στα περισσότερα
έργα του την τεχνοτροπία του π. Εμμανουήλ Τζάνε.
Διονύσιος
ιερομόναχος εκ Φουρνά. Γεννήθηκε γύρω στα 1670 στο χωριό Φουρνά της
Ευρυτανίας. Τον πατέρα του, που ήταν ιερέας, τον έλεγαν Παναγιώτη
Χαλκιά. Αγιογράφησε φορητές εικόνες αλλά και τοιχογραφίες κυρίως στο
κελί του Τιμίου Προδρόμου στο Άγιο Όρος, όπου και εγκαταβίωνε. Θαύμαζε
τα έργα του Πανσελήνου, τον οποίο και προσπαθούσε να μιμηθεί. Θεωρείται
από τους πιο αξιόλογους αγιογράφους της εποχής του αφήνοντας πίσω του
ικανούς μαθητές. Έχοντας πόθο να επαναφέρει την βυζαντινή παράδοση, η
οποία έφθινε λόγω της επελάσεως της δυτικής τεχνοτροπίας, συνέγραψε την
«Ερμηνεία της ζωγραφικής τέχνης». Λόγω της προσηλώσεώς του στα
παραδοσιακά πρότυπα υπέστη διωγμούς από ομοτέχνους του και αναγκάστηκε
να εγκαταλείψει το Άγιο Όρος. Ο ακριβής χρόνος του θανάτου του δεν είναι
γνωστός.
Γεώργιος
Μάρκου. Η γενέτειρά του ήταν το Άργος. Υπήρξε τοιχογράφος
παραγωγικότατος. Εργάσθηκε στην περιοχή των Αθηνών. Ιστόρησε το καθολικό
της Μονής των Ασωμάτων Πετράκη το 1719. Το τελευταίο και σπουδαιότερο
έργο του λόγω του πλήθους των εικονισθέντων Αγίων, είναι η τοιχογράφηση
της Μονής Φανερωμένης Σαλαμίνος, το 1735. Οι μαθητές του και οι μαθητές
των μαθητών του έφθασαν σχεδόν μέχρι τα τέλη του 18ου αι.
Δημήτριος
Ζούκης. Κατήγετο από το χωριό Καλαρρύτες. Ένα από τα έργα του είναι και
η ιστόρηση του νάρθηκα της Μονής Υπαπαντής Μετεώρων, το 1784.
Οσιομάρτυς
Ιωσήφ. Έγινε μοναχός στη μονή Διονυσίου Αγίου Όρους και ήταν
αγιογράφος. Έργο του είναι η εικόνα των Αρχαγγέλων στο τέμπλο του
Καθολικού της μονής. Το τέλος του ήταν μαρτυρικό. Βασανίσθηκε σκληρά από
τους Τούρκους και απαγχονίστηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1819.
Ιωάννης Αναγνώστης. Ζωγράφισε το καθολικό της Μονής Σπηλαιωτίσσης κοντά στο χωριό Αρτσίστα Ζαγορίου, το 1810.
Αθανάσιος Παγώνης Βραχιώτης. Ιστόρησε το καθολικό της Μονής Φανερωμένης Καλλιφωνίου στα μέρη της Καρδίτσας το 1840.
Βασίλειος Γρεβενίτης. Αγιογράφησε τον ναό του Αγίου Νικολάου στο χωριό Βαρυμπόμπη Τρικάλων, το 1863.
Όσιος
Σάββας ο εν Καλύμνω. Γεννήθηκε στην Ηρακλείτσα της Ανατολικής Θράκης το
1862. Δώδεκα ετών έρχεται στο Άγιον Όρος, στη σκήτη της Αγίας Άννης,
όπου μαθαίνει την αγιογραφία. Κατόπιν πηγαίνει στους Αγίους Τόπους και
για ορισμένα χρόνια ασκητεύει στα Ιεροσόλυμα, στις μονές του Χοζεβά και
του Αγίου Σάββα και στις όχθες του Ιορδάνου. Επιστρέφει και πάλι στην
Ελλάδα όπου γνωρίζεται και συνδέεται στενά με τον Άγιο Νεκτάριο. Μετά
την κοίμηση του Αγίου Νεκταρίου μένει σαράντα ημέρες κλεισμένος στο
κελλί του και με νηστεία και προσευχή αγιογραφεί την πρώτη εικόνα του
Θεοφόρου Νεκταρίου. Το έτος 1926 ή 1928 έρχεται στην Κάλυμνο και ζει στη
μονή των Αγίων Πάντων μέχρι την οσιακή κοίμησή του το 1948. Κατά την
ανακομιδή το άγιο λείψανό του βρέθηκε σώο, αδιάφθορο, εκπέμπον άρρητη
ευωδία και επιτελόν πολλά θαύματα.
Φώτης
Κόντογλου. Γεννήθηκε στις Κυδωνιές (Αϊβαλί) της Μικράς Ασίας το 1895.
Μετά τον θάνατο του πατέρα του την κηδεμονία αυτού ανέλαβε ο θείος του
ιερομόναχος π.Στέφανος Κόντογλου, ηγούμενος της μονής Αγ. Παρασκευής. Το
σχολείο το τελείωσε στο Αϊβαλί και ήταν μέλος μιας ομάδας μαθητών που
εξέδιδε το περιοδικό «Μέλισσα», το οποίο ο Κόντογλου διακοσμούσε με
ζωγραφιές. Γράφτηκε στη σχολή Καλών Τεχνών στην Αθήνα και στη συνέχεια
πήγε στο Παρίσι (1914), όπου μελέτησε τις διάφορες σχολές ζωγραφικής.
Κατόπιν πολλών περιπλανήσεων και ταξιδιών εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Το
1923 ταξίδεψε στο Άγιο Όρος, όπου ανακάλυψε την βυζαντινή αγιογραφία και
έκτοτε αγωνίσθηκε για την αναβίωση της τέχνης. Την δεκαετία του
1950-1960 βρίσκεται στην κορύφωση της αγιογραφικής του δραστηριότητας.
Παρουσίασε διάφορες εκθέσεις ζωγραφικής, εργάστηκε ως συντηρητής εικόνων
σε μουσεία, τιμήθηκε με το βραβείο Ακαδημίας Αθηνών για το βιβλίο
«Έκφρασις της Ορθοδόξου Εικονογραφίας» και γενικά είχε μία πλούσια
προσφορά στον τομέα της τέχνης. Αγιογράφησε πολλές φορητές εικόνες και
ιστόρησε τους ναούς Ζωοδόχου πηγής Παιανίας, Ευαγγελισμού της Θεοτόκου
στην Ρόδο, Καπνικαρέας Αθηνών κ.α. Θεωρείται ο αναγεννητής της Ορθοδόξου
Αγιογραφίας και υπήρξε πιστό τέκνο της Ορθοδόξου Παραδόσεως. Οι
σύγχρονοι αγιογράφοι του χρωστούν πολλά. Μαθητές του υπήρξαν ακόμη και
διακεκριμένοι ζωγράφοι όπως ο Γιάννης Τσαρούχης, ο Νίκος Εγγονόπουλος,
κ.ά. Εκοιμήθη στις 13 Ιουλίου 1965 από τις επιπλοκές που του είχε
προκαλέσει ένα αυτοκινητιστικό δυστύχημα στην περιοχή του Φαλήρου.
Ιερόν Ησυχαστήριον Παντοκράτορος
Μελισσοχώρι