„Μέσα από αυτό το κήρυγμα άλλαξαν οι σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων. Ο
καθένας έγινε πολύτιμος στα μάτια κάποιου άλλου. Ο κόσμος έγινε πιο
πλατύς και πιο βαθύς. Άνοιξαν τα όρια της γης και η γη ενώθηκε με τον
ουρανό και τώρα, εμείς – οι χριστιανοί – είμαστε, όπως το είπε ένας
δυτικός θεολόγος, εκείνοι οι άνθρωποι, στα χέρια των οποίων ο Θεός, μέσα
από το Χριστό, έδωσε άλλους ανθρώπους, για να πιστέψουν στον εαυτό τους
– επειδή ο Θεός πιστεύει σε μας – για να μπορέσουν να ελπίζουν τα
πάντα, επειδή ο Θεός ελπίζει σε μας. Για να μπορέσουν να κρατήσουν τη
πίστη μας μέσα από δοκιμασίες, μίσος, φρίκη και δίωξη: τη νίκη η οποία
έχει ήδη νικήσει στον κόσμο, την πίστη στο Χριστό, τον σταυρωμένο και
αναστημένο.“ – από μια ομιλία του Μητροπολίτη Αντωνίου Σούσοζ (Μπλούμ)
για το Πάσχα
Ο Χριστός πέθανε, μα και αναστήθηκε. Κάθεται τώρα στα δεξιά του
Πατρός και μεσιτεύει με τις παρακλήσες Του για μας. Τί, λοιπόν, μπορεί
να μας χωρίσει από την αγάπη του Χριστού? Μήπως τα παθήματα, οι
στενοχώριες, οι διωγμοί, η πείνα, η γύμνια, οι κίνδυνοι ή ο μαρτυρικός
θάνατος? Συμφωνα με τη Γραφή: „Για σένα πεθαίνουμε όλη τη μέρα. Μας
μεταχειρίζονται σαν πρόβατα που τα πάνε για σφαγή“ (Πς. 45,25). Εμείς,
όμως, βγαίνουμε νικητές μέσα από όλες αυτές τις δυσκολίες με τη βοήθεια
του Χριστού, ο οποίος μας αγάπησε. Κι είμαι πραγματικά βέβαιος πως ούτε
θάνατος ούτε ζωή, ούτε άγγελοι ούτε άλλες ουράνιες δυνάμεις, ούτε
παρόντα, ούτε μέλλοντα, ούτε κάτι άλλο, είτε στον ουρανό είτε στον άδη,
ούτε κανένα άλλο δημιούργημα θα μπορέσουν ποτέ να μας χωρίσουν από την
αγάπη του Θεού για μας, όπως αυτή φανερώθηκε στο πρόσωπο του Ιησού
Χριστού, του Κυρίου μας.
Αναστημένος από τον τάφο, ο Χριστός, όταν παρουσιάστηκε μπροστά στους
μαθητές και στις μυροφόρες, τους καλωσόρισε πρώτα με τις λέξεις:
„Χαίρετε!“. Και κατόπιν, όταν εμφανίστηκε μπροστά στους αποστόλους, τα
πρώτα λόγια Του ήταν: „Ειρήνη σε σας!“. Ειρήνη, γιατί οι απόστολοι ήταν
βαθιά ταραγμένοι: Ο Κύριος πέθανε. Φάνηκε, ότι έιχε χαθεί κάθε ελπίδα
για τη νίκη του Θεού πάνω στην ανθρώπινη κακία, για την νίκη του καλού
πάνω στο κακό. Φάνηκε ότι η ίδια η ζωή έχει πεθάνει και το φώς
σκοτείνιασε.
Το μόνο που απέμεινε στους μαθητές, οι οποίοι πίστεψαν στο Χριστό,
στη ζωή, στην αγάπη, ήταν το να συνεχίζουν να υπάρχουν. Να ζούν δεν
μπορούσαν πια. Αφού ήξεραν τη γεύση της αιώνιας ζωής, τώρα δεν τους
απέμεινε τίποτα πια παρά να πεθαίνουν αργά και να περιμένουν τον θάνατο
και την καταδίωξη από τους εθρούς του Χριστού. „Ειρήνη σε σας“ – τους
χαιρέτισε ο Χριστός. Αναστήθηκα. Είμαι ζωντανός! Είμαι μαζί σας και
τίποτα δεν θα μας χωρίσει πια και δεν μπορεί να πάρει από σας την αιώνια
ζώη και τη νίκη του Θεού! Αφού τους είχε βεβαιώσει, ότι έιχε αναστηθεί
σωματικά, τους ξανάδωσε ειρήνη και μια καινούργια σιγουριά και πεποίθηση
στην πίστη τους που κανείς δεν μπορούσε πια να την καταστρέψει. Ο
Χριστός τους είπε κάτι που μπορεί να φανεί για πολλόυς σήμερα τρομερό
και απειλητικό: Όπως ο Πατέρας έστειλε Εμένα, στέλνω και Εγώ εσάς. Λίγες
ώρες μετά το θάνατό Του στο σταυρό, λίγες μέρες μετά την φρικτή νύχτα
στον κήπο της Γεθσημανής, μετά την προδοσία του Ιούδα, αφού τον Σωτήρα
είχαν πιάσει οι εθροί, Τον είχαν καταδικάσει, άδικα, σε θάνατο, τον
είχαν οδηγήσει έξω από την πόλη, όπου πέθανε στο σταυρό, αυτά τα λόγια
ακούστηκαν απειλητικά. Και μόνο η πίστη, μονο η πεποίθηση της νίκης, ότι
ο Χριστός αναστήθηκε, ότι ο Θεός νίκησε και ότι η Εκκλησία έγινε μια
ανίκητη δύναμη, μετέτρεψαν αυτά τα λόγια σε λόγια της ελπίδας και
υποστήριξης στην ζωή τους.
Και οι μαθητές βγήκαν να να κηρύξουν. Και κανείς δεν μπόρεσε να τους
σταματήσει. Δώδεκα άτομα εναντίον της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Δώδεκα
ανυπεράσπιστα άτομα, χωρίς δικαιώματα, βγήκαν με ενα πολύ απλό κήρυγμα,
ότι στον κόσμο μπήκε η αγάπη του Θεού, ότι οι ίδιοι είναι πρόθυμοι να
δώσουν τη ζωή τους χάρη σ΄εκείνη την αγάπη, για να μπορέσουν άλλοι να
πιστέψουν, για να μπορέσουν άλλοι να αναβιώσουν, για να αρχίσει για
άλλους μια καινούργια ζωή μέσα από το θάνατό τους. „Μου φαίνεται πως ο
Θεός σ΄εμάς, τους αποστόλους έδωσε την ελεεινότερη θέση, σαν να είμαστε
καταδικασμένοι να πεθάνουμε στην αρένα. Γιατί γίναμε θέαμα για τον
κόσμο, για αγγέλους και για ανθρώπους. Εμείς παρουσιαζόμαστε μωροί χάρη
στο Χριστό, ενώ εσείς είστε σοφοί χάρη στο Χριστό. Εμείς είμαστε
αδύναμοι, ενω εσείς είστε δυνατοί. Εμείς είμαστε περιφρονημένοι, ενώ
εσείς είστε τιμημένοι! Ως αυτή την ώρα πεινάμε, διψάμε, γυρνάμε με
κουρέλια, ξυλοδαρμένοι, από τόπο σε τόπο χωρίς σπίτι, και μοχθούμε να
ζήσουμε δουλεύοντας με τα ίδια μας τα χέρια. Στους εμπαιγμούς απαντάμε
με καλά λόγια, στους διωγμούς με υπομονή, στις συκοφαντίες με λόγια
φιλικά. Καταντήσαμε σαν τα σκουπίδια όλου του κόσμου. Ως αυτήν την ώρα
θεωρούμαστε τα αποβράσματα της κοινωνίας (Κορ.Α 4,9-15).
Και πώς πέθαναν οι απόστολοι! Όλοι, εκτός από τον Ιωάννη το Θεολόγο,
πέθαναν με μαρτυρικό θάνατο. Ύπόφεραν θάνατο, διωγμούς, πάθη και σταυρό.
„Κανένα πρόσκομα δε φέρνουμε σε κανένα, για να μήν δυσφημιστεί το έργο
μας. Αντίθετα, με κάθε τρόπο συστήνουμε τον εαυτό μας ως υπηρέτες του
Θεού: με τη μεγάλη υπομονή μας, με τις θλίψεις, με τις δυσχέρειες, τις
στενοχώριες, τις κακοποιήσεις, τις φυλακίσεις, τις εναντίον μας
εξεγέρσεις, τις ταλαιπωρίες, τις αγρυπνίες, την πείνα. Συστήνουμε τον
εαυτό μας με την εντιμότητα, την γνώση της αλήθειας, την ανεκτικότητα,
την καλοσύνη, την φώτιση του Αγίου Πνεύματος, την ανυπόκριτη αγάπη με το
κύρηγμα για την αλήθεια, με την δύναμη του Θεού, με τα όπλα της
σωτηρίας, τα επιθετικά και τα αμυντικά. Δοκιμάζουμε δόξα και ατίμωση,
δυσφήμιση και έπαινο. Μας θεωρούν λαοπλάνους, και όμως λέμε την αλήθεια.
Μας αγνοούν και όμως γινόμαστε γνωστοί. Φτάνουμε στο θάνατο, και όσο
ζούμε μας βασανίζουν, αλλά δεν πεθαίνουμε. Μας προξενούν στενοχώριες κι
όμως πάντοτε χαιρόμαστε. Είμαστε φτωχοί, κάνουμε όμως πολλούς να
πλουτίσουν. Τίποτε δεν έχουμε και τα πάντα κατέχουμε. Σας μιλήσαμε με
ειλικρίνεια, Κορίνθιοι. Σας ανοίξαμε διάπλατα την καρδιά μας. Δεν σας
κλείσαμε την καρδιά μας, εσείς κλείσατε τη δική σας. Σας μιλάω σαν
παιδιά μου. Κάνετε κι εσείς το ίδιο με μας! Ανοίξτε και εσείς διάπλατα
τις καρδιές σας. Μην κάνετε αταίριαστους δεσμούς με απίστους. Γιατί ποια
σχέση μπορεί να έχει η δικαιοσύνη με την ανομία ή τι κοινό υπάρχει
ανάμεσα στο φως και στο σκοτάδι? “ (Κορ. Β 6,3-14) Μα η πίστη
θριάμβευσε: η πίστη στον Χριστό, τον Θεό ενσαρκωμένο, η πίστη στο
Χριστό σταυρωμένο και αναστημένο, η πίστη στο Χριστό που έφερε την
ανίκητη αγάπη στη γη.
Μέσα από αυτό το κήρυγμα άλλαξαν οι σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων. Ο
καθένας έγινε πολύτιμος στα μάτια κάποιου άλλου. Ό κόσμος έγινε πιο
πλατύς και πιο βαθύς. Άνοιξαν τα όρια της γης και η γη ενώθηκε με τον
ουρανό και τώρα, εμείς – οι χριστιανοί – είμαστε, όπως το είπε ένας
δυτικός θεολόγος, εκείνοι οι άνθρωποι, στα χέρια των οποίων ο Θεός, μέσα
από το Χριστό, έδωσε άλλους ανθρώπους, για να πιστέψουν στον εαυτό τους
– επειδή ο Θεός πιστεύει σε μας – για να μπορέσουν να ελπίζουν τα
πάντα, επειδή ο Θεός ελπίζει σε μας. Για να μπορέσουν να κρατήσουν τη
πίστη μας μέσα από δοκιμασίες, μίσος, φρίκη και δίωξη: τη νίκη η οποία
έχει ήδη νικήσει στον κόσμο, την πίστη στο Χριστό, τον σταυρωμένο και
αναστημένο.
Γι’ αυτό ας γίνουμε και εμείς αυτή η πίστη! Ας την κηρύξουμε
ατρόμητα, ας την μαθαίνουμε στα παιδιά μας, ας τα κάνουμε να συμμετέχουν
στα μυστήρια της Εκκλησίας, τα οποία τους ενώνουν – χωρίς να το
καταλαβαίνουν τα παιδιά συνειδητά – με το Θεό και τα οδηγεί στην αιώνια
ζωή.
Όλοι εμείς – νωρίς ή αργά – θα σταθούμε μπροστά στην Κρίση του Θεού,
και τότε πρέπει να απαντήσουμε, αν μπορέσαμε να αγαπήσουμε με εκείνη τη
αγάπη που δεν φοβάται ούτε σταυρό ούτε θυσίες, με την οποία ο Κύριος
αγαπούσε όλο κον κόσμο, τους πιστούς και άπιστους, τους καλούς και
κακούς. Ας μας δώσει ο Κύριος ακλόνητο θάρρος, μια δυναμική πίστη και
χαρούμενη αγάπη, για να ανθίσει στη γή μας εκείνη η βασιλεία, που για
χάρη της ο Θεός έγινε άνθρωπος, για να γίνουμε θεοί, για να γίνει η γη
μας ουρανός, όπου ζεί και ακμάζει η αγάπη! Αμήν!
Πηγή: Bogoslov.ru