Friday, 21 February 2014

Τα Κοιμητήρια...

 
π. Ευέλθωντος Χαραλάμπους

Ένας χώρος ιερός και σεβάσμιος είναι εκείνος του κοιμητηρίου, όπου αναπαύονται τα σώματα των προσφιλών μας προσώπων μέχρι τη μέρα της κοινής αναστάσεως.

Άλλοτε τα κοιμητήρια βρισκόντουσαν στο κέντρο των κοινοτήτων, στον περίβολο των ναών. Έτσι, κατά τις λειτουργικές συνάξεις, θριαμβεύουσα και στρατευόμενη Εκκλησία βρισκόταν στον ίδιο χώρο, δοξολογούσα και προσευχομένη στον Κύριο.
Σήμερα τα κοιμητήρια μεταφέρθησαν έξω από τις πόλεις, δεν έχασαν όμως ούτε την Ιερότητα ούτε τη σημασία τους. Και επειδή είναι ένας χώρος που όλοι οι χριστιανοί τον επισκεπτόμαστε, γι' αυτό και σημειούνται τα πιο κάτω.

Πρώτα - πρώτα πρέπει το κοιμητήριο να το αναφέρουμε με το όνομά του: Κοιμητήριο. Ο θάνατος για μας τους χριστιανούς λογίζεται σαν ύπνος, οι νεκροί κοιμούνται. Κοιμητήριο, λοιπόν, όχι νεκροταφείο.

Με αφετηρία τη χριστιανική θεώρηση ότι το ανθρώπινο σώμα είναι ιερό -αφού βαπτίσθηκε, χρίσθηκε, αγιάσθηκε, τράφηκε με το σώμα και το αίμα του Χριστού- ακόμη και η σκόνη του κοιμητηρίου είναι ιερή. Γιατί στο χώμα του κοιμητηρίου «διαλύονται εις τα εξ ων συνετέθησαν»τα σώματα των νεκρών. Γι' αυτό με προσοχή, ευλάβεια και σεβασμό εισερχόμαστε και βαδίζουμε σ' αυτό... Να πλησιάζουμε τους τάφους με συστολή και ευλάβεια.

Παρ' όλο ότι γνωρίζουμε πως στον τάφο βρίσκεται μονάχα το σώμα, ο δερμάτινος χιτώνας του ανθρώπου, ενώ η ψυχή βρίσκεται στους ουρανούς, στους κόλπους του Αβραάμ, όμως στο κοιμητήριο θα γίνει κάτι πολύ σημαντικό, ανεπανάληπτο: Εδώ θα πραγματοποιηθεί η ανάσταση των νεκρών. Όταν θα ηχήσει η αρχαγγελική σάλπιγγα, τα σώματα, που τώρα βρίσκονται σε αναμονή, κοιτάζοντας προς ανατολάς για να δουν ερχόμενο τον Κύριο της δόξας, θα αναστηθούν για την τελική Κρίση.

Αυτά τα «εν αναμονή» βρισκόμενα σώματα θυμιατίζουμε με λιβάνι, όπως ακριβώς θυμιατίζουμε τα εικονίσματα του Χριστού και των Αγίων. Αφού λοιπόν μέσα στο κοιμητήριο προσφέρουμε θυμίαμα είναι πολύ λυπηρό να βλέπεις ανθρώπους στον ίδιο χώρο να προσφέρουν λιβάνι στο διάβολο (όπως έχει χαρακτηριστεί το τσιγάρο).

Σίγουρα οι άνθρωποι, που συχνάζουν στο κοιμητήριο, είναι άνθρωποι πονεμένοι. Το τσιγάρο, όμως, δεν απαλύνει τον πόνο. Φθορά στην υγεία προκαλεί, ζημιά στο σώμα, που όπως προαναφέρθηκε είναι ιερό, άγιο, ανήκει στο Θεό.

Όσο ιερός και σεβάσμιος κι αν είναι ο χώρος του κοιμητηρίου, δεν πρέπει να μας αποπροσανατολίζει από την αλήθεια: Ότι, ο τάφος είναι μία σκάλα που ανεβάζει στον ουρανό. Μετά που θα προσκυνήσουμε τον σταυρό του προσφιλούς μας προσώπου (το σύμβολο της Αναστάσεως), να υψώνουμε στον ουρανό τα μάτια και να προσευχόμαστε στο Θεό για ανάπαυση της ψυχής του νεκρού μας.

Ένα λιτό μνημείο, απαραίτητα ένας απέριττος σταυρός, λίγα λουλούδια, ένα καντήλι, ένα κερί και θυμιάτισμα είναι αρκετά για τη γη. Η προσοχή μας και η ένταση να προχωρούν πάρα πέρα, να ανεβαίνουν πιο ψηλά. Να μετουσιώνονται σε προσευχή και ικεσία «υπέρ μακάριας μνήμης και αιωνίου αναπαύσεως της ψυχής του κεκοιμημένου δούλου του Θεού».


π. Ευέλθωντος Χαραλάμπους
Εκδόσεις «Ορθόδοξος Κυψέλη»
 
 

Metropolitan Anthony Sourozh-On Sunday of the Last Judgement


In the name of the Father, the Son and the Holy Ghost.

More than once does the Gospel give us a warning on the way in which we shall be judged and on the way in which we can save ourselves from condemnation. There is a passage of the Gospel in which the Lord says: It is not everyone who will have called Me 'Lord, Lord' who will enter the Kingdom of Heaven. There will be such who will come to Me and say, Have we not broken bread in the precincts of Thy Temple? Have we not prayed, have we not sung Thy glory? And I shall say to them: Go away from me doers of iniquity.

So, it is not by outward signs of piety that we shall find salvation. The Gospel which we read on the Day of the Publican and the Pharisee already tells us something about this. The pharisee had been faithful in everything outwardly, but inwardly he had remained cold and dead to the only thing that matters - loving. He might have said to the Lord: But have I not prayed so often in Thy Temple? He would have heard the words which I quoted a moment ago, and he might have remembered also a passage from the Old Testament that says that the prayer of one who does not forgive his brother is abomination before the face of the Lord.

And so we are confronted to-day with the Gospel of the Last Judgement. A day will come, and it may not be after we die, it may be at a moment when we are suddenly illumined, when light comes into our mind, that we will ask ourselves: Where is salvation? Can I hope for anything at all? We have had the first answer to this question in the person of the publican. He could pride himself on nothing, nothing at all. He was a traitor to his nation, he was greedy, he was unworthy of his people, of the Testament that was the rule of the nation. And yet, he realized that he was totally, utterly, hopelessly unworthy, and he stood, not daring even to enter the Temple, because the Temple was the place where the Lord lives, a place as holy as God's presence makes it; and he beat his breast saying: Forgive me; I am a sinner. That is a first step towards forgiveness, towards a healing of our life and soul.

To-day we are confronted with something else. It is not strict adherence to forms of life; it is not piety, the kind of piety which one can put in inverted commas; it is not praying if we pray unworthily, that saves us. The Lord at the Last Judgement, as it appears clearly from this passage of the Gospel, will ask us nothing about the tenets of our faith, or about the way in which we have tried outwardly to please Him. He will ask us: Have you been human, or inhuman? When you saw someone who was hungry, did your heart turn to him in compassion and did you give him food? When you saw someone homeless, did you think of a way of providing a roof and a little warmth and safety for him? When we were told that someone, perhaps someone we knew, had disgraced himself and been put into prison, did we overcome the shame of being his or her friend, and go to visit him? When we saw someone to whom we could give the surplus of what we have, the unnecessary coat, the unnecessary object which we possessed - did we turn and do that? That is all the Lord is asking concerning the Last Judgement.

As I said before, His only question is: have you been human in the simplest way in which any pagan can be human? Anyone can be human who has a heart that can respond. If you have, then the doors are open for you to enter into the Kingdom and to become by communion with God, not sacramental communion, but a deeper communion even than the Sacrament, become one with Him and grow into being the Temple of the Spirit, the Body of Christ, a place of His incarnate presence.

But if we have been inhuman, how can we think of being divine? How can we think of being partakers of the Divine Nature, of being like Christ, possessed of the Holy Spirit, alive for eternity? None of these can be true. And today, we are confronted with the Judgement, with this clarity, this sharpness and His mercy. Because God is merciful; He warns us in time. It takes one moment to change one's life. It is one moment that is needed, not years, so that the oldest of us can in one moment see the ugliness, the horror, the emptiness, the evil of our lives, and turn to God with a cry, crying for mercy. And the youngest can learn now that it is time, step by step, to be simply human. If we are human, then we become the friends of God, because to be a Christian means to choose Christ for one's friend. And you know what friendship means; it means solidarity, it means loyalty, it means faithfulness, it means being at one in soul, in heart, in action with the one who is our friend. This is the choice we all have made, seemingly, and forgotten so often.

So to-day we are confronted with this Gospel of the Judgement. But we can do something now to face it. After the Service, at the doors, there will be a collection for "Crisis". "Crisis" is an organization which looks after those who are homeless and have to live on the streets, who depend on the passer-by to have a chance to eat, who depend on the mercy of people. Well, face today's reading of the Gospel. Face it not only emotionally but in fact, and when you are confronted with a plate at the doors of the Church, give, give generously, give with your whole heart, give as you would wish to be given if you were in the street, unprotected, alone, hoping beyond hope, or having lost all hope in human charity.

We have got a few moments to do a thing which is infinitely simple. Let us do it, and may God's blessing be upon anyone who will have done something, not just a little, but as much as possible, to enable another person to stay alive, to breathe, not to collapse.

* All texts are copyright: Estate of Metropolitan Anthony of Sourozh

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΑΐΣΙΟΣ: Η ΚΑΛΟΣΥΝΗ ΒΛΑΠΤΕΙ ΤΟΝ ΑΜΕΤΑΝΟΗΤΟ!


- Γέροντα, θυμάμαι, μια φορά με είχατε μαλώσει πολύ.
- Αν χρειασθή, πάλι θα σε μαλώσω, για να πάμε όλοι μαζί στον Παράδεισο. Τώρα θα λάβω δρακόντεια μέτρα!…
Κοίταξε, έχω τυπικό πρώτα να δώσω στον άλλον να καταλάβη ότι χρειάζεται το μάλωμα και ύστερα να τον μαλώσω. Καλά δεν κάνω; Εγώ, επειδή μαλώνω τον άλλον, όταν βλέπω να κάνη κάτι βαρύ, γίνομαι κακός.

Αλλά τι να κάνω; να αναπαύω καθέναν στο πάθος του, για να είμαι τάχα καλός μαζί του, και μετά να πάμε όλοι μαζί στην κόλαση; Ποτέ δεν με πειράζει η συνείδηση, όταν μαλώνω κάποιον ή του κάνω παρατήρηση κι εκείνος στενοχωριέται, γιατί από αγάπη το κάνω, για το καλό του.

Βλέπω ότι δεν καταλαβαίνει πόσο πλήγωσε τον Χριστό με αυτό που έκανε, γι’ αυτό τον μαλώνω. Εγώ πονάω, λειώνω εκείνη την ώρα, αλλά δεν με πειράζει η συνείδηση, γιατί τον μάλωσα. Μπορώ να πάω να κοινωνήσω ήσυχος, χωρίς να εξομολογηθώ. Νιώθω μέσα μου μια παρηγοριά, μια χαρά. Γιατί για μένα παρηγοριά και χαρά είναι η σωτηρία της ψυχής.

- Γέροντα, μου περνά ο λογισμός ότι μου μιλάτε παρηγορητικά, ή γιατί δεν σηκώνω την αυστηρότητα ή γιατί μου έχετε πει πολλές φορές να κάνω κάτι και δεν το έκανα, οπότε με αφήνετε.
- Ευλογημένη ψυχή, με την σωτηρία της ψυχής σου θα παίζω; Ο νέος κάνει πρόβες. Ο μεγάλος έχει κρίση και βαδίζει σταθερά. Να νιώθης σιγουριά. Αν δω κάτι στραβό, είτε από μακριά είτε από κοντά, θα σου το πω.

Εσύ έχε εμπιστοσύνη και ειρήνευε. Α, δεν μ’ έχετε καταλάβει εμένα! Έτσι εύκολα θα αναπαύω λογισμούς; Όταν βλέπω ότι η ψυχή είναι ευαίσθητη ή συγκλονίζεται ολόκληρη από την συναίσθηση του σφάλματός της, τι να πω; Τότε την παρηγορώ, για να μην πέση στην απελπισία. Όταν όμως βλέπω πέτρα την καρδιά, τότε μιλώ αυστηρά, για να την ταρακουνήσω.

Αν ένας προχωράη προς τον γκρεμό και του λέω: «προχώρα, πολύ καλά πας», δεν εγκληματώ; Το κακό με μερικούς είναι που δεν πιστεύουν, όταν τους λες να μην ανησυχούν, και βασανίζονται. Αν δω κάτι κακό, πως δεν θα το πω; Πως να αφήσης τον άλλον να πάη στην κόλαση; Όταν έχης ευθύνη, θα βάλης και τις φωνές, όταν χρειάζεται. Για μένα πιο καλά είναι να μη μιλάω, αλλά δεν μπορώ, όταν έχω ευθύνη.
Ύστερα να προσέξη κανείς το εξής: Μου κάνεις λ.χ. ένα κακό· εγώ σε συγχωρώ. Μου ξανακάνεις κάποιο άλλο κακό· πάλι σε συγχωρώ. Εγώ είμαι εντάξει, αλλά, εάν εσύ δεν διορθώνεσαι, επειδή σε συγχωρώ, αυτό είναι πολύ βαρύ.
Άλλο εάν δεν μπορής τελείως να διορθωθής. Να προσπαθήσης όμως να διορθωθής, όσο μπορείς. Όχι να αναπαύης τον λογισμό σου και να λες: «Αφού με συγχωρεί, εντάξει τακτοποιήθηκα και δεν βαριέσαι, δεν χρειάζεται στενοχώρια».
Μπορεί κάποιος να σφάλλη, αλλά αν μετανοή, κλαίη, ζητάη με συστολή συγχώρηση, αγωνίζεται να διορθωθή, τότε υπάρχει η αναγνώριση και πρέπει και ο πνευματικός να συγχωράη. Αν όμως δεν μετανοή και συνεχίζη την τακτική του, δεν μπορεί αυτός που έχει την ευθύνη της ψυχής του να γελάη. Η καλωσύνη τον αμετανόητο τον βλάπτει.

Από το βιβλίο "Πάθη & Αρετές", Λόγοι Ε΄, γ.Παϊσίου Αγιορείτου
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...