Saturday, 2 February 2013

Αγγελολογία - Δαιμονολογία

ΑΓΓΕΛΟΛΟΓΙΑ – ΔΑΙΜΟΝΟΛΟΓΙΑ
Εν Πειραιεί  7-11-2012     
Πρωτοπρεσβ. Άγγελος Αγγελακόπουλος εφημέριος Ι. Ν. Παναγίας Μυρτιδιωτίσσης Πειραιώς
Βασική διάκριση της Ορθοδόξου Θεολογίας είναι η διάκριση μεταξύ κτιστού και ακτίστου. Άκτιστος, δηλ. αδημιούργητος, χωρίς αιτία δημιουργίας είναι μόνον ο Άγιος Τριαδικός Θεός, ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιον Πνεύμα. Κτιστός, δηλ. δημιουργημένος, με αιτία δημιουργίας είναι ο νοερός και αισθητός κόσμος Ο άκτιστος, παντοδύναμος, άπειρος και πανάγαθος Άγιος Τριαδικός Θεός πριν δημιουργήσει τον κτιστό αισθητό, υλικό και ορατό αυτόν κόσμο, δημιούργησε τον κτιστό νοητό, πνευματικό και αόρατο κόσμο. Δημιούργησε τον κόσμο των αΰλων, των επουρανίων Ασωμάτων Δυνάμεων. Γι’αυτό λέει : «όταν εποίησα άστρα, ήνεσάν με άγγελοι». στήν αρχή, όταν δημιούργησε τούς Αγγέλους, τούς άφησε στην εξουσία τους. Ένας, λοιπόν, από τούς Αγγέλους, ο λεγόμενος Εωσφόρος, πρώτος ανάμεσα στούς Αγγέλους καί διορισμένος από τόν Θεό νά είναι αφέντης, αρχηγός σ’ ένα Αγγελικό Τάγμα, υπερηφανεύθηκε καί σκέφθηκε νά βάλει τόν θρόνο του πάνω από τόν Θεό. Καί παρευθύς μόνο πού τό συλλογίσθηκε, έπεσε κάτω στήν άββυσο της γης καί από Άγγελος, πού ήταν, έγινε διάβολος. Καί καταπόδι του, μαζί του πήγε όλο τό τάγμα του και έγιναν από φωτεινοί σκοτεινοί και από Άγγελοι δαίμονες. Άλλοι μέν έφθασαν έως τόν Άδη, άλλοι απέμειναν πάνω στή γή, άλλοι στό νερό, άλλοι στόν αέρα, αυτοί δηλ. πού λέγονται εναέρια τελώνια των ψυχών. Τότε, λοιπόν, όταν σχίσθηκε ο ουρανός καί έπεφταν οι δαίμονες, ο Μέγας Αρχιστράτηγος Μιχαήλ, βλέποντας την ελεεινή έκπτωση των Αγγέλων, κατενόησε την αιτία της πτώσεώς τους, και γι’αυτό με την υποταγή και την ταπείνωση, που έδειξε ως ευχάριστος δούλος και πιστός οικέτης προς τον Δεσπότην του Θεό, διεφύλαξε και την δική του δόξα και λαμπρότητα, που του χαρίσθηκε από τον Θεό, και την δόξα των άλλων Αγγελικών ταγμάτων. Γι’αυτό εξαιτίας αυτής της υποταγής και ευγνωμοσύνης του διορίσθηκε από τον Παντοκράτορα Θεό να είναι πρώτος των Αγγελικών τάξεων.
Αφού συγκέντρωσε και ένωσε σε ένα τους χορούς των Αγγέλων, φώναξε σ’αυτούς το «Πρόσχωμεν». Δηλ. ας προσέξουμε και ας καταλάβουμε τι έπαθαν αυτοί οι δαίμονες, που έπεσαν εξαιτίας της υπερηφανίας τους, οι οποίοι πριν από λίγο ήταν μαζί μας Άγγελοι και ας στοχασθούμε τι είναι ο Θεός και τι είναι ο Άγγελος. Διότι ο μεν Θεός είναι Δεσπότης και Δημιουργός ημών των Αγγέλων, οι δε Άγγελοι είμαστε δούλοι και κτίσματα του Θεού. Στάθηκε τότε στό μέσον τους καί είπε : «Στώμεν καλώς, στώμεν μετά φόβου Θεού». Δηλ. σταθήτε καλά, σταθήτε μέ φόβο Θεού. Καί παρευθύς σέ όποια κατάσταση βρισκόταν τότε ο καθένας, σ’ αυτή καί στάθηκε, παρέμεινε. Αφού μ’αυτόν τον τρόπο ανύμνησε και δόξασε τον Θεόν των όλων, ανεβόησε εκείνο τον θείο και αγγελικό ύμνο μαζί με όλους τους Αγγέλους : «Άγιος, Άγιος, Άγιος Κύριος Σαβαώθ, πλήρης ο ουρανός και η γη της δόξης σου». 
Αυτό, λοιπόν, το μυστήριο παραλαμβάνοντας από αρχαία παράδοση και εμείς τήν σημερινή εορτή εορτάζουμε οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, όχι γιατί έπεσε ο διάβολος, αλλά γιατί σήμερα έγινε η σύσταση, η μάζωξη, η σύναξη των Αγγέλων, δηλ. η προσοχή, η ομόνοια και η ένωση.
Ο Όσιος Νικόδημος ο Αγιορείτης σημειώνει ότι, επειδή αυτό τό μυστήριο της Συνάξεως των Αγγέλων τό παρελάβαμε εξ αρχαίας παραδόσεως, καθώς γράφεται σέ πολλούς χειρόγραφους Συναξαριστές, θαυμάζει καί απορεί, πώς μερικοί, καί μάλιστα σοφοί, τόλμησαν νά πουν ότι αυτό είναι μύθος καί μυθάριον! Κατά τόν Μ. Βασίλειο, είναι αποστολικό παράγγελμα τό νά κρατούμε τίς παραδόσεις, πού παρελάβαμε. Καί αυτοί, πού τό λένε αυτό, αλλού πολλά λένε περί φυλακής των Εκκλησιαστικών παραδόσεων, όπου βέβαια αυτή τήν αρχαία παράδοση βεβαιώνουν καί άλλοι, εκ των οποίων ένας είναι ο Φιλαλδελφείας Μακάριος ο χρυσοκέφαλος, στούς δύο λόγους του «Εις τούς ταξιάρχας» καί «Εις τά εννέα τάγματα». Αν καί προβάλλουν ότι στήν ουράνια ιεραρχία υπάρχει τάξη απαράβατη νά φωτίζονται καί νά τελειώνονται οι κατώτερες τάξεις των Αγγέλων από τίς ανώτερες, αποκρίνεται ο Όσιος Νικόδημος ότι όντως αυτό αληθεύει, όσο καιρό μένει ασύγχυτη η τάξη κάθε χοροστασίας.
Από το μυστήριο αυτό της Συνάξεως των Αγγέλων πήραν οι λειτουργιολόγοι άγιοι Πατέρες, ο άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος, ο Μ. Βασίλειος και ο ιερός Χρυσόστομος τις φράσεις «Πρόσχωμεν» και «Στώμεν καλώς, στώμεν μετά φόβου» και τις ενέταξαν στις Θείες Λειτουργίες, που συνέγραψαν.
Άγγελος σημαίνει αγγελιοφόρος, διαγγελεύς, δηλ. αυτός που αγγέλει, αναγγέλει στους ανθρώπους τα θελήματα του Θεού. Ο Άγγελος είναι φύσις νοερά, δηλ. κανένας δεν μπορεί να την καταλάβει. Είναι και αεικίνητος, δηλ. κινείται πάντοτε, όπως και ο νους του ανθρώπου, ο οποίος ποτε δεν στέκεται σ’ένα τόπο, αλλά περπατά από τόπο σε τόπο. Είναι και αυτεξούσιος ο Άγγελος, δηλ. ο Θεός δεν τον κρατά ως Άγγελο, αν θέλει να γίνει κακός, γιατί, αν τον κρατούσε, ο διάβολος δεν θα γινόταν από Άγγελος, που ήταν πρώτα, διάβολος. Είναι και ασώματος, δηλ. δεν έχει σώμα, κορμί σαν τον άνθρωπο, ούτε μάκρος έχει, ούτε πλάτος, ούτε βάθος. Είναι πάντοτε υπηρέτης του Θεού, γιατί υπηρετεί τον Θεό σε έργα και σε δοξολογίες. Σε έργα μεν, γιατί τον στέλνει ο Θεός τον Άγγελο και κάνει ό,τι του ορίσει, ή ψυχή να πάρει ή άγιο να υπηρετήσει ή όραση να δείξει ή να κάνει κάποια άλλη θεϊκή υπηρεσία. Σε δοξολογίες δε, γιατί υμνεί τον Θεό και δοξάζει την άπειρή Του δύναμη.
Ποια είναι η φύση των Αγγέλων και τι είδος και ομοίωμα έχουν, κανείς δεν ξέρει, παρά μόνο αυτός ο Θεός, που τους έπλασε.
Έχουν και αθανασία οι Άγγελοι, γιατί ποτέ δεν αποθνήσκουν, ούτε φθείρονται, ούτε χάνονται. Ασώματοι δε λέγονται οι Άγγελοι εν συγκρίσει με το δικό μας σώμα. Εν συγκρίσει, όμως, με τον Θεό βρίσκονται παχείς και υλικοί. Είναι και τρεπτοί οι Άγγελοι κατά γνώμην, δηλ. αλλάζουν την γνώμη τους, όπως μία φορά την άλλαξαν κάποιοι απ’αυτούς και έγιναν από Άγγελοι δαίμονες. Είναι φωτεινοί και λαμπροί. Έχουν το φως από τον Θεό και όχι από του λόγου τους. Δεν έχουν ανάγκη γλώσσας ή ακοής, γιατί χωρίς προφορικό λόγο και χωρίς ακοή αισθητή καταλαβαίνουν το πρόσταγμα του Θεού. Είναι και περιγραπτοί οι Άγγελοι, δηλ. όταν είναι σ’ένα τόπο, δεν είναι σε άλλο. Όταν είναι στον ουρανό, δεν είναι στη γη και όταν είναι στη γη, δεν είναι στον ουρανό. Δεν τους κρατά ούτε θύρα, ούτε τοίχος, ούτε κλειδονιά, ούτε φραγμός, ούτε τίποτε άλλο. Έχουν τον αγιασμό και τον φωτισμό από το Άγιο Πνεύμα. Δεν ξέρει κανείς πώς είναι η φύση τους, αν όλοι είναι όμοιοι ή άλλοι μικρότεροι και άλλοι μεγαλύτεροι. Μόνο ο Θεός, που τους έπλασε, τους γνωρίζει. Είναι δυνατοί και έτοιμοι στον ορισμό του Θεού. Κάστρα, τόπους, χώρες και Εκκλησίες επιτηρούν, φυλάττουν και βοηθούν. Κάθε βαπτισμένος Ορθόδοξος Χριστιανός, είτε αμαρτωλός είτε δίκαιος είναι, έχει τον φύλακα Άγγελό του. Όλα τα άλλα έθνη έχουν από ένα Άγγελο. Πόσοι είναι στον αριθμό, κανείς δεν το είπε ούτε το ξέρει, παρ’όλο που ο προφήτης Δανιήλ λέει «χίλιαι χιλιάδες και μύριαι μυριάδες». Ωστόσο κι αυτός δεν είπε όλη την ποσότητα των Αγγέλων. Έχουν δε την Χάριν εκ Θεού να σχηματίζονται σε όποιο σχήμα τους ορίσει ο Θεός[1].
Στην ακολουθία του Εσπερινού, όταν αναγινώσκουμε τον προοιμιακό, υπάρχει και ο εξής στίχος, που αναφέρεται στους Αγγέλους, και τον οποίο τον ψάλλουμε ως κοινωνικό όταν εορτάζουν οι Άγγελοι: «Ο ποιών τους Αγγέλους αυτού πνεύματα και τους λειτουργούς αυτού πυρός φλόγα»[2]. Δηλ. ο Κύριος είναι αυτός που έπλασε τους αγγέλους Του τόσο ταχείς και λεπτούς, όπως οι άνεμοι, και τους αΰλους λειτουργούς, που Τον υπηρετούν, με δραστική ενέργεια και φωτεινή λαμπρότητα σαν την φλόγα του πυρός. Ο Όσιος Νικόδημος ο Αγιορείτης ερμηνεύοντας αυτόν τον στίχο, λέει χαρακτηριστικά ότι ο παροφητάναξ Δαβίδ με τα λόγια αυτά κηρύττει τον Θεό δημιουργό της νοητής και αοράτου φύσεως. Ονόμασε τους Αγγέλους πνεύματα και πυρ, φανερώνοντας με τα ονόματα αυτά το οξυκίνητο και δραστήριό τους και περιγράφοντας την φύση και την ουσία τους, γιατί είναι πνεύματα νοερά και πυρ άυλον.
Ο Μ. Βασίλειος λέει : «Η μεν ουσία των Αγγέλων αέριον πνεύμα, ει τύχοι, ή πυρ άυλον κατά το γεγραμμένον. Διό εν τόπω εισί και ορατοί γίνονται εν τω είδει των οικείων αυτών σωμάτων τοις αξίοις εμφανιζόμενοι. Ο μέντοι αγιασμός έξωθέν εστι της ουσίας αυτών. Ου γαρ φύσει άγιαι αι των ουρανών Δυνάμεις, αλλά κατά αναλογίαν της προς αλλήλους υπεροχής του αγιασμού το μέτρον παρά του Πνεύματος έχουσι».
Λέει και Θεολόγος Γρηγόριος: «Συ δε όρα ότι ουκ έχομεν ουδέ την νοητήν φύσιν και επουράνιον ασωμέτως ιδείν, ει και ασώματος, πυρ γαρ και πνεύμα προσαγορευομένην ή γινομένην. Ποιείν γαρ λέγεται τους Αγγέλους πνεύματα και τους λειτουργούς αυτού πυρός φλόγα. Ει μη ποιείν μεν εστι το συντηρείν τω λόγω, καθ’ον εγένοντο, πνεύμα δε ακούει και πυρ, το μεν ως νοητή φύσις, το δε ως καθάρσιος. Επεί και της πρώτης ουσίας (του Θεού δηλ.) τας αυτάς οίδα κλήσεις. Ή ότι εγγύτατα, άλλως άλλη ελλαμπομένη κατά την αναλογίαν της φύσεως και της τάξεως».
Ο δε ιερός Χρυσόστομος λέει : «Ου τι ποτέ εισίν οι Άγγελοι την ουσίαν παρίστησι, αλλά την ενέργειαν διά των στοιχείων τούτων εμφαίνει».
Λέει δε και ο Θεοδώρητος : «Οξεία μεν η του Πνεύματος φύσις, ισχυρά δε του πυρός η ενέργεια. Αγγέλοις δε χρώμενος υπηρέταις ο Θεός και ευεργετεί τους αξίους και κολάζει τους εναντίους. Όθεν τα Σεραφίμ εμπρησταί ερμηνεύονται. Διά τούο και πυρός εμνημόνευσε την κολαστικήν σημαίνων ενέργειαν»[3].
Η αποστολή των Αγγέλων επισημαίνεται στον Απ. Παύλο, όπου στην προς Εβραίους επιστολή χαρακτηρίζει τους Αγγέλους «λειτουργικά πνεύματα εις διακονίαν αποστελλόμενα διά τους μέλλοντας κληρονομείν σωτηρίαν»[4], δηλ. υπηρετικά πνεύματα, τα οποία αποστέλλονται από τον Θεό, για να διακονήσουν αυτούς, που πρόκειται να κληρονομήσουν την σωτηρία. Γι’ αυτό δημιουργήθηκαν οι Άγγελοι, για την υπηρεσία του Χριστού και την οικονομία της σωτηρίας των ανθρώπων.
Οι Άγγελοι δοξολογούν τον Άγιο Τριαδικό Θεό με το «Άγιος, Άγιος, Άγιος Κύριος Σαβαώθ», το οποίο αποκαλύπτει  το Τριαδολογικό δόγμα. Τα τρία «Άγιος» προσιδιάζουν στις τρεις υποστάσεις, στα τρία πρόσωπα του Τριαδικού Θεού, τον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα και το «Κύριος» στη μία κοινή ουσία, φύση της Θεότητος. Δηλ. άγιος ο Θεός Πατήρ, άγιος ο Θεός Υιός, άγιο το Θείο Πνεύμα.
«Χαρά γίνεται ενώπιον των αγγέλων του Θεού επί ενί αμαρτωλώ μετανοούντι»[5]. Ουράνια αγγελική χαρά, αγαλλίαση και πανήγυρη γίνεται, όταν ένας αμαρτωλός άνθρωπος μετανοεί. Οι Άγγελοι πανηγυρίζουν για την μετάνοια και την σωτηρία των ανθρώπων, διότι με τους σωζομένους αναπληρώνεται το εκπεσόν τάγμα του Εωσφόρου.  
Αν και «ουδείς των εν σαρκί… Αγγέλου ουσίαν εθεάσατο», όπως γράφει ο Όσιος Θεόδωρος ο Στουδίτης, όμως μέσα στην ιστορία πάμπολλες είναι οι εμφανίσεις και τα θαύματα των αγίων Ταξιαρχών. Στις εμφανίσεις αυτές γίνεται ορατή μόνο η μορφή και το σχήμα τους, όχι όμως και η ουσία τους. Εμείς οι θνητοί αντιλαμβανόμαστε τις θεωρίες αυτές είτε με τις σωματικές μας αισθήσεις, όταν εμφανίζονται ως απλοί άνθρωποι, είτε με τα μάτια της ψυχής μας, όταν εμφανίζονται «εν θεωρία αληθινή και ουσιώσει», κατά τον αββά Ισαάκ τον Σύρο.
Μιχαήλ[6] θά πει «δύναμις Θεού» ή «αρχιστράτηγος δυνάμεως Κυρίου». Ο Μιχαήλ ο ενδοξότατος καί λαμπρότατος Ταξιάρχης των Ασωμάτων Δυνάμεων πολλές ευεργεσίες καί χάριτες φαίνεται ότι έδειξε στο γένος των ανθρώπων καί στήν Π.Δ. καί στήν Νέα Χάριν του Ευαγγελίου.
Στην Π.Δ. έχουμε πλήθος εμφανίσεων του Αρχιστρατήγου Μιχαήλ, διότι αυτός φανερώθηκε στην περιπλανωμένη Άγαρ και τον υιό της Ισμαήλ για να τους παραμυθήσει, στόν Πατριάρχη Αβραάμ, όταν επρόκειτο να θυσιάσει τον υιό του Ισαάκ, έπειτα στόν Λώτ, όταν τόν λύτρωσε μαζί μέ τίς κόρες του από τό θεόσταλτο πυρ καί από τήν καταστροφή των Σοδόμων. Μετά από αυτά φανερώθηκε στόν Πατριάρχη Ιακώβ, όταν τόν λύτρωσε από τά φονικά χέρια του αδελφού του Ησαύ. Αυτός προπορευόταν μπροστά από τήν παρεμβολή των υιών Ισραήλ, όταν ελευθερώθηκαν από τήν αιχμαλωσία των Αιγυπτίων καί μέ τόν στύλο του πυρός καί της νεφέλης τούς διευκόλυνε τήν δυσκολία της οδοιπορίας. Αυτός φανερώθηκε στόν μάντη Βαλαάμ, όταν εκείνος πορευόταν γιά νά καταρασθεί τόν Ισραηλιτικό λαό, φοβερίζοντάς τον καί φανερά εμποδίζοντάς τον από μιά τέτοια πράξη. Αυτός φανερώθηκε και κατά τον θάνατο του προφήτου Μωϋσέως, οπότε επετίμησε τον παμβέβηλο εχθρό. Αυτός, καί όταν ο Ιησούς του Ναυή ρώτησε ποιός είναι, αποκρίθηκε˙ «Εγώ αρχιστράτηγος Κυρίου νυνί παραγέγονα»[7]. Αυτός φανερώθηκε στον προφήτη Γεδεών, στον Μανωέ και την γυναίκα του, καταργώντας την στειρότητά της. Στους χρόνους του προφητάνακτος Δαβίδ ο Αρχάγγελος Μιχαήλ σκότωσε εβδομήντα χιλιάδες λαού σε διάστημα τριών ωρών και κατά την περιγραφή του προφητάνακτος ήταν ψηλός από την γη ως τον ουρανό και κρατούσε στο χέρι του γυμνό ξίφος. Αυτός εμφανίσθηκε στον προφήτη Ηλία, που κοιμόταν στην έρημο, όπου είχε καταφύγει, για να αποφύγει την οργή της Ιεζάβελ, παρουσιάσθηκε και του είπε : «Ανάστηθι και φάγε». Του είχε δε ήδη φέρει ζεστό ψωμί και δοχείο με νερό. Αργότερα ο ίδιος Αρχάγγελος του μήνυσε να συναντήσει τους ανθρώπους του Βασιλέως και να τους μεταφέρει εντολές του Θεού. Αλλού βρίσκουμε πάλι τον Αρχιστράτηγο Μιχαήλ να κατακόπτει εκατό χιλιάδες Ασσυρίους, να διαφυλάττει τους τρείς Παίδες από την «κάμινον του πυρός την φλεγομένην» και τον προφήτη Δανιήλ στον λάκκο των λεόντων. Τέλος, μετέφερε με θαυμαστό τρόπο τον προφήτη Αββακούμ στην Βαβυλώνα, για να θρέψει τον προφήτη Δανιήλ μέσα στον λάκκο.
Οι εμφανίσεις τους Αρχιστρατήγου Μιχαήλ συνεχίσθηκαν και μετά την ένσαρκο οικονομία του Χριστού. Έτσι, λοιπόν, Αυτός καί στήν Νέα Χάριν ελευθέρωσε τους Αποστόλους από την φυλακή, οδήγησε τον Απόστολο και Διάκονο Φίλιππο στη βάπτιση του ευνούχου, εμφανίσθηκε στον Κορνήλιο κατά την ώρα της προσευχής του και του είπε να καλέσει τον Απ. Πέτρο, για να τον βαπτίσει. Ελευθέρωσε τον Απ. Πέτρο, που επρόκειτο να σκοτώσει ο Ηρώδης για χάρη των Ιουδαίων, από την φυλακή, ενώ τον ίδιο τον Ηρώδη, που υπερηφανεύθηκε, τιμώρησε με θάνατο. Εμφανίσθηκε στον Απ. Παύλο, όταν κινδύνευε το πλοίο και του είπε να μην φοβάται. Επίσης, ο ίδιος ο Ταξιάρχης ετάραττε το νερό στην κολυμβήθρα, που βρισκόταν στην Προβατική πύλη, και θεραπεύονταν κατ’έτος οι ασθενείς. Αυτόν, τέλος, είδε ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος στην Αποκάλυψη και σύμφωνα μ’αυτήν πρόκειται να φονεύσει τον Αντίχιστο κατά τη συντέλεια του κόσμου.
Στην εκκλησιαστική ιστορία μέχρι τις ημέρες μας δεν ήταν λίγες οι φορές που ο Αρχιστράτηγος Μιχαήλ επισκέφθηκε τον κόσμο. Βοήθησε τον Μ. Κων/νο να κατατροπώσει τους εχθρούς, γι’αυτό και κατά προτροπή του ο άγιος Βασιλεύς έκτισε ναό του Ταξιάρχη Μιχαήλ στο Σωσθένειο. Έσωσε με θαυμαστό τρόπο την Κων/λη από τον κίνδυνο των Αβάρων, Περσών και των Αγαρηνών. Επίσης, έσωσε την πόλη Ακολία παρά την Μαύρη θάλασσα από τους Σαρακηνούς. Στις Κολοσσές της Φρυγίας διαφύλαξε ακέραιο το ομώνυμο προσκύνημά του από την ορμή των ποταμών, που κατευθύνονταν απειλητικοί επάνω του, δημιουργώντας μια τεράστια οπή, μέσα στην οποία χωνεύθηκαν τα νερά τους. Στα Γέρμια, στην Θάσο, στον Πανορμίτη της Σύμης και στο Μανταμάδο της Λέσβου απειράριθμα είναι τα θαύματα της παρουσίας του Ταξιάρχη Μιχαήλ μέχρι σήμερα. Στην Ι. Μ. Δοχειαρίου Αγίου Όρους, τέλος, αένναα θαυματουργεί μζί με τον επίσης Αρχιστράτηγο Γαβριήλ, στο όνομα των οποίων τιμάται.
Ο Αρχάγγελος Μιχαήλ δεν παύει και στις ημέρες μας της αποστασίας και άκρας ανομίας να παρουσιάζεται σε καθαρούς και αξίους ανθρώπους, που βιώνουν το Ευαγγέλιο και αγωνίζονται για την τελειότητα και την κατά Χάριν θέωση. Έτσι, έχουμε εμφανίσεις του στους μακαριστούς Γέροντες Φιλόθεο Ζερβάκο, Ιάκωβο Τσαλίκη, Παΐσιο τον Αγιορείτη, Δημήτριο τον Γκαγκαστάθη και Άνθιμο τον Αγιαννανίτη. Καί άλλα πολλά ιστορούνται γι’αυτόν. Γι’αυτό καί εμείς στήν σημερινή πάνσεπτη πανήγυρη τόν προβάλλουμε ως προστάτη καί φύλακα της ζωής μας.
Μαζί μέ τόν Αρχάγγελο Μιχαήλ εορτάζουμε σήμερα καί τόν ωραιότατο καί χαριέστατο Αρχάγγελο Γαβριήλ. Γαβριήλ[8] θά πει «Θεός καί άνθρωπος», κατά τόν Πρόκλο Κωνσταντινουπόλεως, Γι’αυτό καί αυτός υπηρέτησε εξαιρέτως στό μυστήριο της ενσάρκου οικονομίας του Θεανθρώπου Λόγου. Καί αυτός πολλές ευεργεσίες έκανε στό ανθρώπινο γένος καί στήν Π.Δ. καί στήν Κ.Δ.
Στην Π.Δ. στήν προφητεία του Δανιήλ αναφέρεται αυτολεξεί τό όνομά του, όταν εξήγησε στόν Δανιήλ τήν όραση, πού είδε περί των βασιλέων Μήδων, Περσών καί Ελλήνων. «Γαβριήλ, γάρ φησι, συνέτισον εκείνον (τόν Δανιήλ δηλ.) τήν όρασιν»[9]. Καί πάλι ο ίδιος ο Γαβριήλ φανέρωσε στόν ίδιο τόν Δανιήλ ότι μετά από 490 χρόνια θά έλθει ο Χριστός. «Καί ιδού, φησίν, ανήρ Γαβριήλ, ον είδον εν τη οράσει εν τη αρχή, πετόμενος καί ήψατό μου ωσεί ώραν θυσίας εσπερινής καί συνέτισέ με»[10]. Αυτός είναι, ο οποίος ευηγγέλισε καί τήν γυναίκα του Μανωέ ότι θά γεννήσει τόν Σαμψών. Αυτός είναι, ο οποίος ευηγγέλισε τόν Ιωακείμ καί τήν Άννα ότι πρόκειται νά γεννήσουν τήν Κυρία καί Δέσποινα Θεοτόκο.
Στή Νέα Διαθήκη αυτός είναι, ο οποίος ευηγγέλισε τόν Ζαχαρία, ο οποίος στεκόταν στά δεξιά του θυσιαστηρίου του θυμιάματος, ότι θά γεννήσει τόν Μέγα Ιωάννη τόν Πρόδρομο. Αυτός έτρεφε καί τήν αειπάρθενο Μαριάμ δώδεκα χρόνια μέσα στά Άγια των Αγίων μέ ουράνια τροφή. Αυτός είναι, ο οποίος ευηγγέλισε καί τήν Θεοτόκο ότι πρόκειται νά γεννήσει εκ Πνεύματος Αγίου τόν Υιόν καί Λόγον του Θεού. Αυτός φάνηκε στό όραμα του Ιωσήφ καί του είπε νά μήν φοβηθεί, αλλά νά παραλάβει τήν γυναίκα του Μαριάμ, επειδή τό παιδί, πού θά γεννηθεί από αυτήν, είναι εκ Πνεύματος Αγίου. Αυτός φάνηκε καί στούς ποιμένες καί τούς ευαγελίσθηκε ότι γεννήθηκε ο Σωτήρ του κόσμου, ο Χριστός. Αυτός σέ όραμα είπε στόν Ιωσήφ νά παραλάβει τό παιδίο καί τήν μητέρα του καί νά φύγει στήν Αίγυπτο. Καί πάλι ο ίδιος του είπε νά επιστρέψει στήν γη Ισραήλ. Πολλοί από τούς ιερούς διδασκάλους καί ασματογράφους θεωρούν ότι ο θείος Γαβριήλ ήταν ο λευχειμονών εκείνος Άγγελος, ο οποίος, αφού κατέβηκε από τόν ουρανό, απεκύλισε τόν λίθον από τήν θύρα του μνημείου του ζωοδότου Ιησού καί καθόταν πάνω του. Καί αυτός ήταν, πού ευαγγελίσθηκε τίς Μυροφόρες περί της Αναστάσεως του Κυρίου. Καί γιά νά μιλήσουμε καθολικά, ο θειότατος Γαβριήλ υπηρέτησε στό Μυστήριο της ενσάρκου οικονομίας του Θεού Λόγου απ’αρχής έως τέλους. Γι’αυτό καί η Εκκλησία του Χριστού παρέλαβε νά τόν συνεορτάζει μαζί μέ τόν Αρχάγγελο Μιχαήλ καί νά επικαλείται τήν Χάριν καί τήν βοήθειά του.
Εκτός από τούς ανωτέρω δύο πασίγνωστους Αρχαγγέλους, υπάρχουν καί άλλοι Αρχάγγελοι, λιγότερο γνωστοί , τά ονόματα των οποίων είναι : α) Ραφαήλ[11], β) Ουριήλ[12], γ) Ραγουήλ, δ) Σαριήλ, καί ε) Ρεμιήλ[13]. Άγνωστα είναι στούς πολλούς καί τά ονόματα των διαφόρων δαιμόνων, όπως α) Σεϊρίμ[14], β) Σεντίμ[15], γ) Λιλίθ[16], δ) Ασμοδαίος[17], ε) Αζαζέλ[18], στ) Σατανάς[19], ζ) Σαμαήλ, η) Μαστεμά καί θ) Βελίαρ.
Εννέα είναι τά τάγματα των αγίων Αγγέλων, κατά τόν Αρεοπαγίτην καί φιλάγγελον Διονύσιον[20]˙ αυτά διαμοιράζονται σέ τρεις Ιεραρχίες˙ στήν πρώτη, τη μέση καί την τελευταία. Η μέν πρώτη Ιεραρχία περιέχει τούς αγιωτάτους Θρόνους, τά Χερουβίμ καί τά Σεραφίμ˙ η δέ μέση περιέχει τίς Κυριότητες, τίς Δυνάμεις καί τίς Εξουσίες˙ η δέ τελευταία περιέχει τίς Αρχές, τούς Αρχαγγέλους καί τούς Αγγέλους. Οι Θρόνοι, λοιπόν, δηλώνουν, κατά τόν αυτόν Διονύσιον, ότι είναι  εξηρημένοι (υπεράνω) από κάθε ταπεινή ελάττωσι καί ότι αναφέρονται υπερκοσμίως πρός τά άνω˙ τά δέ Χερουβίμ φανερώνουν ότι έχουν τό γνωστικόν καί θεοπτικόν καί της υπερτάτης φωτοδοσίας δεκτικόν καί θεωρητικόν, επειδή τό όνομα «Χερουβίμ» στά εβραϊκά ερμηνεύεται πλήθος γνώσεως ή χύσις σοφίας˙ ο δέ Χρυσόστομος λέγει˙ «Τί γάρ εστί Χερουβίμ; Πεπληθυσμένη γνώσις»[21]˙ τά Σεραφίμ δηλώνουν ότι έχουν τό αεικίνητον περί τά θεία καί ακατάληκτον καί τό θερμόν καί οξύ καί υπερζέον, γι’αυτό καί ονομάζονται  Σεραφίμ, τό οποίο στά εβραϊκά σημαίνει Θερμαίνοντας ή Πρηστηρίους˙ ο δέ Χρυσόστομος λέγει˙ «Τί δέ Σεραφίμ; Έμπυρα στόματα»[22]˙οι Κυριότητες δηλώνουν ότι έχουν κάποια ελεύθερη καί αδούλωτη αναγωγή, εφιεμένην της όντως Κυριότητος καί Κυριαρχίας˙ οι δέ Δυνάμεις σημαίνουν ότι έχουν κάποια αρρενωπόν καί ακατάσειστον ανδρεία σέ όλες τίς θεοειδείς ενέργειες, πού πράττουν˙ οι Εξουσίες φανερώνουν ότι έχουν τήν εύκοσμον καί ασύμφυρτον ευταξία περί τάς θείας υποδοχάς καί τό τεταγμένον της υπερκοσμίου καί νοεράς εξουσιότητος˙ οι Αρχές δηλώνουν τό θεοειδώς αρχικόν καί ηγεμονικόν μετά τάξεως ιεράς˙ οι δέ Αρχάγγελοι φανερώνουν ότι καί πρός τήν υπερούσιον αρχήν αρχικώς επιστρέφουν καί τούς Αγγέλους ενοποιούν, σύμφωνα μέ τίς εύκοσμες καί αόρατες ηγεμονίες τους, στίς οποίες τάχθηκαν˙ Άγγελοι  δέ ονομάζονται, γιατί αγγέλουν σ’εμάς προσεχέστερον τά θελήματα του Θεού[23].
Ο Μ. Βασίλειος στα έργα του[24] έχει τρεις απαριθμήσεις : α) Αρχαί, Εξουσίαι, Δυνάμεις, Θρόνοι, Κυριότητες. β) Θρόνοι, Κυριότητες, Αρχαί, Εξουσίαι, Δυνάμεις, Αγγέλων στρατιαί, Αρχαγγέλων επιστασίαι και γ) Αγγέλων χοροστασίαι, Αρχαγγέλων επιστασίαι, Δόξαι Κυριοτήτων, Προεδρίαι Θρόνων, Δυνάμεις, Αρχαί, Εξουσίαι.
Σχετικά μέ τό πλήθος των αγγέλων λέει ο Χρυσορρήμων: «Ότι γάρ άπας ο αήρ αγγέλων εμπέπλησται, άκουσον τί φησιν ο Παύλος˙ ‘οφείλουσιν αι γυναίκες εξουσίαν έχειν επί της κεφαλής διά τούς αγγέλους’»[25]. Δηλ. ότι ο αέρας είναι γεμάτος από αγγέλους, άκουσε τί λέει ο Παύλος˙ ‘οφείλουν οι γυναίκες από συστολή καί ντροπή πρός τούς αγγέλους, πού αοράτως είναι παρόντες, νά έχει στό κεφάλι της κάλυμμα, τό οποίο είναι σύμβολο της εξουσίας, πού έχει πάνω σ’αυτήν ο άνδρας.
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος στόν Λόγο του εἰς τό Βάπτισμα λέει ὅτι ὁ Χριστός, ὡς Μονογενής Υἱός τοῦ προανάρχου Πατρός και Θεός, εἶναι τό πρῶτο καί κατά φύσιν Φῶς, γιατί λάμπει ὡς ἥλιος, καθότι Αὐτός εἶναι τό Φῶς τό ἀληθινόν, τό ὁποῖο φωτίζει πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τόν κόσμον καί καθότι Αὐτός εἶναι ὁ αὐτουργός καί δημιουργός κάθε κτιστοῦ φωτός, τόσο τοῦ φωτός, πού ὑπάρχει στούς Ἀγγέλους, ὅσο καί τοῦ φωτός, πού ὑπάρχει στούς ἀνθρώπους. Ὁ Ἄγγελος εἶναι τό δεύτερο κατά Χάριν φῶς, κατά τόν Θεολόγο Γρηγόριο : «Δεύτερον γάρ φῶς Ἄγγελος, τοῦ πρώτου φωτός ἀπορροή τίς ἤ μετουσία, τή πρός αὐτό νεύσει καί ὑπουργία τόν φωτισμόν ἔχουσα, οὐκ οἶδα, εἴτε τή τάξει τῆς στάσεως μεριζομένη τόν φωτισμόν, εἴτε τοῖς μετροις τοῦ φωτισμοῦ τήν τάξιν λαμβάνουσα». Ὁ ἄνθρωπος εἶναι τό τρίτο κατά Χάριν φῶς, κατά τόν Θεολόγο Γρηγόριο. «Τρίτον φῶς ἄνθρωπος, ὁ καί τοῖς ἔξω δῆλον ἐστι (ἤτοι τοῖς Ἔλλησι-εἰδωλολάτραις)˙ φῶς γάρ τόν ἄνθρωπον ὀνομάζουσι διά τήν τοῦ ἐν ἠμίν λόγου δύναμιν˙ καί ἡμῶν αὐτῶν πάλιν οἱ θεοειδέστεροι καί μᾶλλον Θεῶ πλησιάζοντες». Ὁ Άγιος Τριαδικός Θεός εἶναι ὁ Δημιουργός τοῦ φωτός, πού ὑπάρχει τόσο στούς Ἀγγέλους καί στούς ἀνθρώπους, ὅσο καί στόν ἥλιο, τή σελήνη καί τά ἄστρα. Γι’ αὐτό τό φῶς καί ἡ δόξα δέν ἀναβλύζουν μόνο ἀπό τό ἡλιοστάλακτο πρόσωπό Του, ἀλλά εἶναι ντυμένος ὅλος διόλου μέ τό φῶς σάν μέ φόρεμα, καθώς περί αὐτοῦ εἶπε ὁ προφητάναξ Δαβίδ: «Ὁ ἀναβαλλόμενος φῶς ὡς ἱμάτιον»[26].
Οἱ Ἄγγελοι πρίν τήν ἔνσαρκο οἰκονομία τοῦ Θεοῦ Λόγου ἦταν δυσκίνητοι στό κακό, μετά, ὅμως, ἀπό αὐτή ἔλαβαν καί τό νά εἶναι ἀκίνητοι σ’ αὐτό. Καί καθώς οἱ ἄνθρωποι μέ τήν παρουσία τοῦ Κυρίου ἀνεκλήθησαν ἀπό τό πτῶμα τῆς ἁμαρτίας, ἔτσι καί ἡ οὐσία τῶν Ἀγγέλων εὐεργετήθηκε ἀπό τό νά μήν παρατρέπεται πλέον στό κακό. Γι’ αὐτό ὁ Θεολόγος Γρηγόριος στόν Λόγο του εἰς τό Πάσχα λέει : «Σήμερον σωτηρία τῷ κόσμω, ὅσος τε ὁρατός καί ὅσος ἀόρατος» , ἐννοώντας ὡς ἀόρατο κόσμο τούς Ἀσωμάτους Ἀγγέλους καί ὡς σωτηρία τήν ἀτρεψία τους, ὅπως ἑρμηνεύει ὁ Νικήτας. Καί ὁ ὅσιος Ἰωσήφ ὁ Βρυέννιος λέει στόν Λόγο του στήν Λαμπρά Κυριακή : «Ἄγγελοι τήν ἀτρεψίαν ἀμφιεννύσθωσαν».
Λέει καί ο Δαμασκηνός Ιωάννης: «Οι Άγγελοι δυσκίνητοι πρός τό κακόν, αλλ’ουκ ακίνητοι˙ νυν δέ (μετά τήν ενανθρώπησιν δηλ.) καί ακίνητοι ου φύσει, αλλά χάριτι καί τη του μόνου αγαθου προσεδρεία». Καί ο Θεσσαλονίκης Γρηγόριος είπε : «Εντεύθεν Άγγελοι νυν τό απερίτρεπτον έλαβον, έργω παρά του Δεσπότου μαθόντες της πρός αυτόν ομοιώσεως, ου τήν έπαρσιν ούσαν, αλλά τήν ταπείνωσιν». Λέει καί ο θεοφόρος Μάξιμος : «Τρία εισί τάγματα, άγγελοι, άνθρωποι, δαίμονες. Τό μή πίπτειν ου κατ’ουσίαν οι Άγγελοι κέκτηνται, αλλά κατά προαίρεσιν˙ ου γάρ ακίνητοι φύσει πρός τό κακόν εισιν επεί ούτε ο σατανάς έπεσεν αν, ως εκ φύσεως μή δυνάμενος τούτο ποιείν˙ αλλά δυσκίνητοι πρός τό εναντίον πεφύκασιν, ως καί ο θεολόγος λέγει Γρηγόριος».
Λέει καί ο θεολόγος Γρηγόριος : «Πρώτον μέν εννοεί ο Θεός τάς αγγελικάς δυνάμεις καί ουρανίους. Καί τό εννόημα έργον ην, Λόγω συμπληρούμενον καί Πνεύματι τελειούμενον. Καί ούτως υπέστησαν λαμπρότητες δεύτεραι, λειτουργοί της πρώτης λαμπρότητος… Βούλομαι μέν ειπείν ότι ακινήτους (υποληπτέον ταύτας) πρός τό κακόν καί μόνην εχούσας τήν του καλού κίνησιν˙ άτε περί Θεόν ούσας καί τά πρώτα εκ Θεού λαμπομένας (τά γάρ ενταύθα δευτέρας ελλάμψεως). Πείθει δέ με μή ακινήτως, αλλά δυσκινήτους καί υπολαμβάνειν ταύτας καί λέγειν ο διά τήν λαμπρότητα εωσφόρος σκότος διά την έπαρσιν καί γενόμενος καί λεγόμενος. Αι τε υπ’αυτόν αποστατικαί δυνάμεις δημιουργοί της κακίας τη του καλού φυγή καί ημίν πρόξενοι»[27].
Μία από τις επιστολές του Απ. Παύλου είναι και η προς Κολασσαείς. Σκοπός τῆς συγγραφῆς τῆς πρός Κολασσαεῖς ἐπιστολῆς τοῦ Ἀπ. Παύλου ἦταν ἡ ὕπαρξη μερικῶν Χριστιανῶν τῶν Κολασσῶν, οἱ ὁποῖοι εἶχαν πονηρό δόγμα καί αἵρεση, ἐπειδή νόμιζαν ὅτι οἱ ἄνθρωποι δέν προσφερθήκαμε στόν Θεό καί Πατέρα διά τῆς μεσιτείας τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Υἱοῦ, ἀλλά διά τῆς μεσιτείας τῶν Ἀγγέλων, νομίζοντας τάχα πώς εἶναι ἄτοπο καί εὐτελές νά πιστεύουν ὅτι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ φανερώθηκε στούς ἐσχάτους καιρούς γιά μιά τέτοια μεσιτεία, τόν καιρό πού οἱ Ἄγγελοι ἦταν ἀρκετοί νά μᾶς προσφέρουν στόν Θεό, καθώς στήν Π.Δ. ὅλα διά τῶν Ἀγγέλων οἰκονομοῦνταν. Αὐτοί, πού εἶχαν αὐτή τήν αἵρεση, λέγονταν Ἀγγελικοί. Γι’ αὐτή, λοιπόν, τήν αἰτία γράφει ὁ Ἀπ. Παῦλος αὐτή τήν ἐπιστολή καί τούς λέει ὅτι ὁ Χριστός, στόν Ὁποῖο πίστευσαν, εἶναι εἰκόνα καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, μέσω τοῦ Ὁποίου τά πάντα δημιουργήθηκαν, καί ὅτι ἔπρεπε Αὐτός, πού εἶναι ὁ Δημιουργός, νά γίνει καί πρωτότοκος της κτίσεως καί πρωτότοκος ἐκ τῶν νεκρῶν, κατά τήν ἀνθρωπότητα, γιά νά ἑνώσει καί νά ζωοποιήσει τά πάντα. Σέ ὅλη σχεδόν τήν ἐπιστολή τούς διδάσκει νά μήν πλανῶνται, νομίζοντας ὅτι σώθηκαν διά τῶν Ἀγγέλων καί ὄχι διά τοῦ Χριστοῦ.  
Κατά τόν ἅγιο Ἐπιφάνιο Κύπρου στό βιβλίο του «Πανάριον», αὐτοί ὀνόμασαν τούς ἑαυτούς τους  Ἀγγελικούς, ἤ γιατί ὑπερηφανεύονταν πώς εἶχαν τάξη Ἀγγέλων κατά τήν πολιτεία, ἤ γιατί φλυαροῦσαν ὅτι ὁ κόσμος κτίσθηκε ἀπό τούς Ἀγγέλους. Σύμφωνα μέ τόν θεῖο Θεοδώρητο, λέγονταν Ἀγγελικοί, γιατί ἔλεγαν ὅτι ὁ νόμος δόθηκε διά τῶν Ἀγγέλων. Γι’ αὐτό καί τούς σέβονταν καί τούς λάτρευαν. Γι’ αὐτό καί ἡ ἐν Λαοδικεία Σύνοδος (364 μ.Χ.), πού βρίσκεται κοντά στίς Χῶνες καί τίς Κολασσαῖς, ἐξέδωσε ἐναντίον αὐτῆς τῆς αἱρέσεως τόν 35ο Κανόνα της, ὁ ὁποῖος λέει : «Ὅτι οὐ δεῖ χριστιανούς ἐγκαταλείπειν τήν Ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ καί ἀπιέναι καί Ἀγγέλους ὀνομάζειν καί συνάξεις ποιεῖν, ἄπερ ἀπηγόρευται. Εἰ τίς οὔν εὑρεθῆ ταύτη τή κεκρυμμένη εἰδωλολατρεία σχολάζων, ἔστω ἀνάθεμα, ὅτι ἐγκατέλιπε τόν Κύριον ἠμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, τόν Υἱόν τοῦ Θεοῦ, καί εἰδωλολατρεία προσῆλθεν»[28]. Δηλ. ὁ παρών Κανών ἀναθεματίζει τούς Χριστιανούς ἐκείνους, πού ἀφήνουν μέν τήν Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ καί τό νά ἐπικαλοῦνται τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ καί Θεό, συνάγονται δέ σέ ναούς τῶν Ἀγγέλων (τόν καιρό ἐκεῖνο ὑπῆρχε ναός τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαήλ στά μέρη ἐκεῖνα τῆς Λαοδικείας γι’ αὐτήν τήν αἰτία) καί τούς ἐπικαλοῦνται σάν Θεούς καί ἀκολούθως μέ τόν κεκρυμμένο αὐτόν τρόπο γίνονται εἰδωλολάτρες καί κοσμολάτρες. Αὐτά τά λέει ὁ παρών Κανών ὄχι γιά νά μᾶς ἐμποδίσει ἀπό τό νά ἐπικαλούμασθε σάν μεσίτες τούς Ἀγγέλους πρός βοήθειά μας, ἀλλά γιά νά ἐμποδίσει τήν ὑπερβολή τῆς ἐπικλήσεως. Ἡ αἰτία, γιά τήν ὁποία ἡ Σύνοδος αὐτή ἐξέδωσε αὐτόν τόν Κανόνα, εἶναι γιατί, ὅπως λέει ὁ Θεοδώρητος, ἡ αἵρεση αὐτή ἔμεινε πολλούς χρόνους στή Φρυγία καί τήν Πισσιδεία, τῶν ὁποίων μητρόπολη ἦταν ἡ Λαοδικεία. Ἡ Λαοδικεία ἦταν κοντά στίς Κολασσαῖς, πού ὑποκεινταν στήν Λαοδικεία, γι’ αὐτό καί ἡ Σύνοδος ἐμπόδισε νά ἐπικαλοῦνται τούς Ἀγγέλους ὡς Θεούς μέ λατρευτική πίστη.
Στο Ορθόδοξο εορτολόγιο, εκτός από την Σύναξη των Παμμεγίστων Ταξιαρχών και Αρχιστρατήγων Μιχαήλ και Γαβριήλ και πασών των Τιμίων, Επουρανίων Δυνάμεων Ασωμάτων, που εορτάζεται στις 8 Νοεμβρίου, υπάρχουν κι άλλες εορτές των Αρχαγγέλων. Στις 6 Σεπτεμβρίου εορτάζεται το εν Χώναις θαύμα του Αρχαγγέλου Μιχαήλ, στις 8 και 18 Ιουνίου εορτάζεται η σύναξις του Αρχαγγέλου Μιχαήλ, στις 26 Μαρτίου εορτάζεται η σύναξις του Αρχαγγέλου Γαβριήλ ως καθυπουργήσαντος τω θείω μυστηρίω του Ευαγγελισμού, στις 11 Ιουνίου εορτάζεται η σύναξις του Αρχαγγέλου Γαβριήλ εν τω Άδειν και στις 13 Ιουλίου εορτάζεται η σύναξις του Αρχαγγέλου Γαβριήλ. Παρέλκει να πούμε ότι η Ορθόδοξος Εκκλησία έχει ορίζει παλαιόθεν κάθε Δευτέρα να τιμώνται οι άγιοι Άγγελοι.
Ολοκληρώνοντας την αναφορά μας στην αγγελολογία, σημειώνουμε ότι ο ἄνθρωπος, ἄν καί στόν παρόντα πτωτικό κόσμο εἶναι λίγο κατώτερος ἀπό τούς Ἀγγέλους – «ἠλλάτωσας αὐτόν βραχύ τί παρ’ ἀγγέλους»[29], δηλ. τόν ἔκανες ὀλίγον τί κατώτερο ἀπό τούς Ἄγγελους – ἐντούτοις ἡ προοπτική του εἶναι νά ξεπεράσει τούς Ἀγγέλους καί νά γίνει ἀνώτερός τους. Σκοπός τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ κατά Χάριν θέωσή του, νά γίνει ἕνας μικρός Θεός μέ τήν βοήθεια τοῦ κατά φύσιν Θεοῦ, νά γίνει ἅγιος. Αὐτό, ἄλλωστε, ἔκανε ὁ Χριστός μέ τήν Ἁγία Ἀνάληψή Του, κατά τήν ὁποία θέωσε τήν ἀνθρώπινη φύση. Ἡ ἀνθρώπινη φύση ἑνωμένη πλέον ἀσυγχύτως, ἀτρέπτως, ἀχωρίστως καί ἀδιαιρέτως μέ τήν θεία φύση στό ἕνα πρόσωπο, στήν μία ὑπόσταση τοῦ Θεοῦ Λόγου, ἀνεβαίνει πάνω ἀπό κάθε Ἀγγελικό Τάγμα καί τοποθετεῖται ἐκ δεξιῶν τοῦ Πατρός. Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία βρίθει ἀπό θεωμένους ἀνθρώπους, τούς Ἁγίους μας, οἱ ὁποῖοι ἀποκαλοῦνται «ἐπίγειοι ἄγγελοι, οὐράνιοι ἄνθρωποι» καί καυχᾶται γιά τήν Παναγία μας, ἡ ὁποία μακαρίζεται ὡς «τιμιωτέραν τῶν Χερουβίμ καί ἐνδοξοτέραν ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφίμ». Ἄλλωστε καί ὁ Ὀρθόδοξος μοναχισμός πολύ εὔστοχα ἀποκαλεῖται ὡς ἀγγελική πολιτεία, ὡς ἰσάγγελος καί ὑπεράγγελος βίος, γιατί ἀποτελεῖ μία πρόληψη τῶν ἐσχάτων, ἀφοῦ προσπαθεῖ ἀπό τώρα, ἀπό την παρούσα ζωή, νά ἐπιτελέσει τό ἔργο τῶν Ἀγγέλων καί νά ἐξομοιωθεῖ μέ αὐτούς, μέσω τῆς ἀκατάπαυστης δοξολογίας τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ, τῆς νοερᾶς καί ἀδιαλείπτου προσευχῆς, τῆς παρθενίας, τῆς ὑπακοῆς, τῆς ἀκτημοσύνης καί τῆς ἐκκοπῆς τοῦ ἰδίου θελήματος. Τέλος, ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί μέ τό Ἅγιο Βάπτισμα ἔχουμε καθαρισθεῖ καί ὁδηγηθεῖ στήν θεογνωσία καί ἀναβιβασθήκαμε στήν κατάσταση τῶν Ἀγγέλων.

Αρχίζοντας τον λόγο μας για την δαιμονολογία, θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι ο διάβολος υπάρχει, είναι προσωπική ύπαρξη ως πεπτωκός άγγελος. Αυτό το τονίζουμε, διότι ο διάβολος έχει καταφέρει να μας πλανέψει, βάζοντας στο νου μας τη σκέψη ότι δεν υπάρχει. Οι Ορθόδοξοι πιστεύουμε σε προσωπικό, όχι απρόσωπο Θεό. Δεν πιστεύουμε σε μια αόριστη ανώτερη δύναμη, γιατί ανώτερη δύναμη είναι και ο Σατανάς, ο διάβολος και τα δαιμόνια, τα οποία πιστεύουν μεν στον Τριαδικό Θεό, τον οποίο αναγνωρίζουν ως δημιουργό τους, αλλά φρίττουν. Οι Ορθόδοξοι πιστεύουμε σε συγκεκριμένη ανώτερη δύναμη, που είναι ο προσωπικός Άγιος Τριαδικός Θεός, ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιον Πνεύμα, αλλά δεν φρίττουμε. Τον λατρεύουμε, τον προσκυνούμε, τον δοξολογούμε, τον παρακαλούμε, τον ευχαριστούμε, τον κοινωνούμε με Άχραντα Μυστήρια. Η λέξη «διάβολος» προέρχεται από την πρόθεση «διά» και το ρήμα «βάλλω» και σημαίνει κατηγορώ, συκοφαντώ, ψεύδομαι. Ο διάβολος είναι ο πρώτος εισηγητής της αμαρτίας, ο πρωταίτιος της αμαρτίας, είναι ο ίδιος αυτοαμαρτία, ο οποίος «αρπαγμόν ηγήσατο το είναι ίσα Θεώ»[30]. Ο όσιος Ισαάκ ο Σύρος λέει ότι ο διάβολος είναι ο εισηγητής της άνεσης. Ο διάβολος είναι μεγάλος «θεολόγος». Γνωρίζει την Π.Δ. και την Κ.Δ., τα Πατερικά συγγράμματα, τους Ιερούς Κανόνες και τις αποφάσεις των αγίων Οικουμενικών Συνόδων. Κάνει νηστείες, αγρυπνίες. Έχει όμως υπερηφάνεια, πονηρία και αμετανοησία. Δεν έχει πνευματική διάκριση, δηλ. επίγνωση του εαυτού του, αλάνθαστη αίσθηση του όντως αγαθού Θεού και φωτισμό των σκοτεινών σημείων του. Ο διάβολος δεν θέλει όλοι οι άνθρωποι να γνωρίσουν την αλήθεια εν Χριστώ και εν τη Ορθοδόξω Εκκλησία. Είναι ο χειρότερος εχθρός και πολέμιος της σωτηρίας του ανθρώπου.
Για τόν Εωσφόρο κάνει λόγο καί ο προφήτης Δαυίδ στό ψαλτήριον˙ «Υμείς δέ ως άνθρωποι αποθνήσκετε καί ως εις των αρχόντων πίπτετε»[31]. Γιατί κι αυτός άρχων ήταν του αγγελικού τάγματος, αλλά επειδή υπερηφανεύθηκε, γι’αυτό καί εξέπεσε. Ο δέ προφήτης Ησαΐας λέγει γι’αυτόν τό εξής˙ «Πώς εξέπεσεν εκ του ουρανού ο Εωσφόρος ο πρωΐ ανατέλλων; Συνετρίβη εις τήν γήν ο αποστέλλων πρός πάντα τά έθνη; Σύ είπας εν τη διανοία σου˙ Εις τόν ουρανόν αναβήσομαι, επάνω των αστέρων του ουρανού θήσω τόν θρόνον μου καί έσομαι όμοιος τω Υψίστω˙ νυν δέ εις τόν Άδην κάθεται καί εις τά θεμέλια της γης»[32]. Καί ο Κύριος στό κατά Λουκάν άγιον Ευαγγέλιον λέγει˙ «Εθεώρουν τόν Σατανάν ως αστραπήν εκ του ουρανού πεσόντα»[33].
Μερικοί διδάσκαλοι προσαρμόζουν στήν πτώση αυτή του εωσφόρου καί των δαιμόνων καί στήν ανδραγαθία του Αρχαγγέλου Μιχαήλ τά ρητά εκείνα της Αποκαλύψεως, τά οποία λένε˙ «Καί εγένετο πόλεμος εν τω ουρανώ, ο Μιχαήλ καί οι άγγελοι αυτού επολέμησαν μετά του δράκοντος καί ο δράκων επολέμησε καί οι άγγελοι αυτού καί ουκ ίσχυσαν, ούτε τόπος ευρέθη αυτών έτι εν τω ουρανώ. Καί εβλήθη ο δράκων ο μέγας, ο όφις ο αρχαίος ο καλούμενος διάβολος καί ο σατανάς, ο πλανών τήν οικουμένην όλην, εβλήθη εις τήν γην καί οι άγγελοι αυτού μετ’αυτού εβλήθησαν»[34]. Δηλ. καί έγινε πόλεμος στόν ουρανό, όπου ο δράκων μέ τήν ειδωλολατρεία προσπάθησε νά στήσει τόν θρόνο του, εξαλείφοντας από τίς διάνοιες των ανθρώπων τήν πίστη καί τήν λατρεία του ενός καί μόνου αληθινού Θεού. Καί ο Μιχαήλ καί οι άγγελοι, πού εκτελούσαν τίς διαταγές του, ήλθαν νά πολεμήσουν μέ τόν δράκοντα. Καί ο δράκων πολέμησε καί οι άγγελοί του μαζί του. Καί δέν υπερίσχυσαν, αλλά η ήττα του ήταν τόσο μεγάλη, ώστε δέν βρέθηκε πλέον θέση γι’αυτόν στόν ουρανό. Καί ρίφθηκε ο δράκων ο μεγάλος, ο παλαιός όφις, πού παρέσυρε τούς πρωτοπλάστους στήν παράβαση, ο καλούμενος διάβολος καί ο σατανάς, ο οποίος πλανά όλη τήν οικουμένη. Ρίφθηκε στήν γη καί οι σκοτεινοί άγγελοί του ρίφθηκαν καί αυτοί μαζί μ’αυτόν.
Λέει καί ο κορυφαίος Απ. Πέτρος˙ «Ει γάρ ο Θεός  Αγγέλων αμαρτησάντων ουκ εφείσατο, αλλά σειραίς ζόφου ταρταρώσας παρέδωκεν εις κρίσιν τετηρημένους»[35], δηλ. διότι, εάν ο Θεός ακόμη καί τούς αγγέλους, όταν αμάρτησαν, δέν λογάριασε, αλλά αλυσοδεμένους στό σκότος, τούς έρριξε στόν τάρταρο καί τούς παρέδωσε νά φυλάττονται γιά νά δικασθούν κατά τήν ημέρα της κρίσεως.
Αλλά καί ο Απ. Ιούδας λέει˙ «Αγγέλους τε τούς μή τηρήσαντας τήν εαυτών αρχήν, αλλ’απολιπόντας τό ίδιον οικητήριον, εις κρίσιν μεγάλης ημέρας δεσμοίς αϊδίοις υπό ζόφον τετήρηκεν»[36], δηλ. καί τούς αγγέλους, πού δέν φύλαξαν τό υψηλό τους αξίωμα, αλλά εγκατέλειψαν τήν ουράνια κατοικία καί ζωή τους, τούς έχει φυλάξει γιά νά δικασθούν κατά τήν μεγάλη ημέρα της παγκοσμίου Κρίσεως δεμένους κάτω από πνευματικό σκοτάδι καί παντελή άγνοια της θείας Χάριτος καί αληθείας μέ δεσμά αιώνια, πού δέν θά συντριβούν ποτέ.
Ο Θεοδώρητος λέει πως ο εωσφόρος καί οι άγγελοί του εξέπεσαν από όλες τίς τάξεις των αγγέλων, συμπεραίνοντας αυτό από τό λόγιο του Απ. Παύλου, τό οποίο λέει : «Ουκ έστιν ημίν η πάλη πρός αίμα καί σάρκα, αλλά πρός τάς αρχάς, πρός τάς εξουσίας»[37]. Δηλ. διότι πραγματικά δέν έχουμε νά παλαίψουμε μέ αντιπάλους ομοίους μας, μέ αίμα καί σάρκα, σάν τήν δική μας, αλλά η πάλη καί ο πόλεμός μας είναι πρός τίς αρχές, πρός τίς εξουσίες.  Νά τί λέει κατά λέξη: «Εκ των αγίων ήσαν ταγμάτων οι πονηροί δαίμονες, αλλά καί διά πονηρίαν της τάξεως εκείνης εξέπεσαν. Έχουσι δέ καί νυν τάς προσηγορίας εις έλεγχον της βδελυρίας». Συμφωνεί σ’αυτό καί ο θείος Ιερώνυμος, ότι δηλ. οι εκπεσόντες άγγελοι εξέπεσαν όχι από ένα τάγμα, αλλά από πολλά. Βεβαιώνει αυτόν τόν λόγο του από τό παραπάνω ρητό του μεγάλου Παύλου.
Όμως, ο θεοφόρος Μάξιμος καί ο Δαμασκηνός Ιωάννης υποστηρίζουν ότι μόνο από τήν ενάτη τάξη των αγγέλων έπεσαν όσοι άγγελοι έπεσαν. Ο ιερός Χρυσόστομος αποκαλεί τόν εωσφόρο πρώτον των αγγέλων καί λέει ότι αυτός εκτραχηλίσθηκε από τόν αγγελικό κολοφώνα. Μέ τόν ιερό Χρυσόστομο συμφωνεί τόσο ο ιερός Αυγουστίνος όσο καί ο άγιος Γρηγόριος ο Διάλογος. Ο Ιερώνυμος εκλαμβάνει τόν εωσφόρο ως ανώτατον πάντων των αγγέλων. Ο Τερτυλλιανός τόν θεωρεί ως εξέχοντα καί σοφώτατον πάντων καί ότι ο εωσφόρος εξέπεσε από τό τάγμα των Σεραφίμ, παρ’όλο πού ο θείος Μάξιμος καί ο Δαμασκηνός Ιωάννης τόν θεωρούν ως πρώτο της ενάτης τάξεως των αγγέλων.
Τότε στήν πτώση του εωσφόρου έγινε πόλεμος στόν ουρανό, κατά τήν ιερά Αποκάλυψη. Γι’αυτό κάθε τάξη καί αρμονία των υπερκοσίων ουσιών συνεχύθη καί ανεστράφη, καθότι έπεσαν καί από τά ανώτερα του Αρχαγγελικού τάγματος, από τό οποίο ήταν καί ο Μιχαήλ. Επειδή, λοιπόν, τα ανώτερα Αρχαγγελικα τάγματα αντέστρεψαν τήν τάξη και αντί νά μυήσουν καί νά φωτίσουν τά κατώτερα τάγματα στό αγαθό, τά μύησαν στό κακό καί τά σκότισαν, γι’αυτό ο Αρχάγγελος Μιχαήλ, αφού στάθηκε στήν οικεία τάξη του αγαθού, μύησε τίς ανωτέρω αρχές καί εξουσίες νά μείνουν στήν τάξει του αγαθού, στήν οποία κτίσθηκαν. Λοιπόν, τί άτακτο ή άτοπο ακολουθεί, αν ο κατώτερος Μιχαήλ, πού έμεινε στό αγαθό, βλέποντας τίς ανωτέρω αρχές καί εξουσίες νά εκπίπτουν από τό αγαθό, τίς μύησε καί τίς δίδαξε νά μένουν στό αγαθό; Βεβαίως κανένα.
Καί στή δική μας ιεραρχία, όταν ο ιερεύς καί ο ιεράρχης ατακτούν καί κακώς φρονούν, καί διάκονος καί μοναχός, πού ευτακτούν καί φρονούν ορθώς, μπορούν νά τούς νουθετήσουν καί νά τούς ευτακτήσουν, καθώς πάμπολλα παραδείγματα υπάρχουν[38].
Η δύναμη του διαβόλου έχει καταργηθεί με τον Σταυρικό θάνατο του Χριστού. Όπως λέει ένας άγιος της Εκκλησίας μας το σώμα του διαβόλου έχει νεκρωθεί ολοκληρωτικά και τελεσίδικα. Μένει όμως μόνο η ουρά του ενεργή. Επιτρέπει ο Θεός να υπάρχει η ουρά του διαβόλου για περισσότερο αγώνα και δοκιμή των ανθρώπων και για μεγαλύτερο ουράνιο μισθό και στεφάνια. Επίσης, η ύπαρξη του διαβόλου ωφελεί τους ανθρώπους, διότι γνωρίζοντας ότι οι εχθροί μας είναι ακόμη ζωντανοί και μας πολεμούν, δεν κοιμόμαστε και αμελούμε, αλλά παραμένουμε ξύπνιοι και προσεκτικοί.
Ο άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος κάνει λόγο για την κοροϊδία, το ξεγέλασμα του διαβόλου. Τρία πράγματα, λέει, διέφυγαν της προσοχής του διαβόλου : α) η παρθενία της Μαρίας, β) η σύλληψη του Κυρίου και γ) η Σταύρωση.
Ο διάβολος προσβάλλει τους ανθρώπους με τους λογισμούς, τους οποίους ο άνθρωπος θα πρέπει να έχει την πνευματική διάκριση να μην ανοίγει διάλογο μαζί τους, να τους αντικρούει και να μην συγκατατίθεται. Συνήθως ο διάβολος επιτίθεται στον άνθρωπο με τα δαιμόνια-πάθη της καταλαλιάς και της κατακρίσεως, της ύβρεως, του φθόνου, του ψεύδους, του θυμού και της οργής, της υπερηφανείας, της βλασφημίας, της μωρολογίας και φλυαρίας, του τόκου και του δόλου, της οκνηρίας και του ύπνου, της φιλαργυρίας, της μέθης, της μνησικακίας, της μαγείας και γοητείας, της γαστριμαργίας, της ειδωλολατρείας, της αρσενοκοιτίας, της χρωματοπροσωπίας, της μοιχείας και πορνείας, του φόνου, της κλοπής, της ασπλαγχνίας, του σχίσματος και της αιρέσεως. Η πνευματική εγρήγορση του ανθρώπου έναντι των ανωτέρω παθών επιτυγχάνεται κυρίως με την Χάριν του Θεού και με την προσοχή του εαυτού μας, την προσευχή, την μετάνοια, την εξομολόγηση, την μετοχή στη μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας, ιδίως στο υπερφυές μυστήριο της Θείας Μεταλήψεως του Τιμίου Σώματος και Αίματος του Κυρίου, με την ταπείνωση. Αυτά είναι τα κλειδιά της νήψεως. Τρία πράγματα φοβάται περισσότερο ο διάβολος : το βάπτισμα, τον Σταυρό και την Θεία Κοινωνία Το πόσο σημαντική είναι για τον πνευματικό μας αγώνα η αρετή της ταπείνωσης, φαίνεται από το εξής περιστατικό του Μ. Αντωνίου : «Είδον εγώ τας παγίδας του διαβόλου απλωμένας επί πάσαν την γην. Και ηρωτήθην : Τις δύναται εκφυγείν από τας παγίδας του διαβόλου; Και ήκουσα φωνήν λέγουσά μοι : Ο ταπεινός». Δεν θα πρέπει ποτέ να ξεχνούμε ότι ο διάβολος, προκειμένου να μας παρασύρει, να μας πλανέψει, ώστε να μας οδηγήσει στην υπερηφάνεια και την απώλεια «μετασχηματίζεται ακόμη και εις άγγελον φωτός». Παίρνει τη μορφή φωτεινού αγγέλου, ακόμη και αγίων και της Παναγίας και του ιδίου του Χριστού.
Κατακλείουμε την ταπεινή μας αναφορά στη δαιμονολογία, αναφερόμενοι σ’ ένα περιστατικό από τη ζωή του Γέροντος Παϊσίου, που δείχνει την υπερηφάνεια και την αμετανοησία του διαβόλου. Ο Γέρων Παΐσιος από την μεγάλη αγάπη, που είχε, προσευχόταν για όλο τον κόσμο. Μια φορά λυπήθηκε ακόμη και αυτόν τον διάβολο και προσευχήθηκε έντονα για να μετανοήσει και να σωθεί ο διάβολος. Ξαφνικά του εμφανίζεται ο διάβολος, του βγάζει τη γλώσσα και του λέει : «Και ποιος σου είπε ρε ότι θέλω εγώ να μετανοήσω και να σωθώ; Εγώ να μετανοήσω; Ο Θεός να μετανοήσει»!
Τέλος, δεν θα πρέπει να λησμονούμε ότι στην ιστορία έχουμε πέντε μεγάλες πτώσεις : του Σατανά, του Αδάμ και της Εύας, του Ιούδα, του Πάπα και του Οικουμενισμού. 


[1] ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ ΥΠΟΔΙΑΚΟΝΟΣ, ΣΤΟΥΔΙΤΗΣ, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΕΥΣ, Θησαυρός, εκδ. Β. Ρηγόπουλος, Θεσ/κη 2004, σσ. 245-269.
[2] Ψαλμ. 103, 4.
[3] ΜΟΝΑΧΟΣ ΕΥΘΥΜΙΟΣ ΖΙΓΑΒΗΝΟΣ - ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Ερμηνεία εις τους ΡΝ΄  Ψαλμούς του Δαβίδ, τ. Γ΄, εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη,
  Θεσ/κη 1983, σσ. 40-41.
[4]Εβρ. 1, 14.
[5] Λουκ. 15, 10
[6] Αριθμοί, Α΄ Παραλειπομένων, Δανιήλ.
[7] Ιησούς του Ναυή 5, 14.
[8] Δανιήλ.
[9] Δαν. 8,16
[10] Δαν. 9, 21
[11] Α΄ Παραλειπομένων.
[12] Α΄, Β΄ Παραλειπομένων.
[13] Ενώχ.
[14] Λευιτικόν, Δ΄ Βασιλειών,  Β΄ Παραλειπομένων.
[15] Ψαλμ. 106, Δευτερονόμιον.
[16] Ησαΐας 34.
[17] Τωβίτ 3.
[18] Λευιτικόν.
[19] Α΄ Παραλειπομένων.
[20] ΑΓΙΟΣ ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΑΡΕΟΠΑΓΙΤΗΣ, Περί ουρανίου ιεραρχία.ς
[21] ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, Λόγος  Γ΄ περί  ακαταλήπτου.
[22] Ό.π.
[23] ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Εορτοδρόμιον ήτοι ερμηνεία εις τους ασματικούς κανόνας των Δεσποτικών και Θεομητορικών εορτών, τ. Γ΄, εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη, Θεσ/κη 1987, σσ. 396 – 397.
[24] Μ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ, Περί Αγίου Πνεύματος, Εις την Εξαήμερον, Περί Πίστεως.
[25] Α΄ Κορ. 11, 10. ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, Λόγος εις την Ανάληψιν.
[26] Ψαλμ. 103, 2.
[27] ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΘΕΟΛΟΓΟΣ, Λόγος εις τήν Χριστού Γέννησιν.
[28] ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον, σσ.  433-434.
[29] Ἑβρ. 2, 7.
[30] Φιλιπ. 2, 6.
[31]Ψαλμ.
[32] Ησ. 14, 12-15.
[33] Λουκ. 10, 18.
[34] Αποκ. 12, 7-9.
[35] Β΄ Πέτρ. 2, 4.
[36] Ιούδ. 6.
[37] Εφεσ. 6, 12.
[38] ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού, τ. Β΄ (Νοέμβριος-Δεκέμβριος) εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη, Θεσ/κη 2003,                 
   σσ. 63-68.

Ἡ Ὑπαπαντὴ – Περιγραφή τῆς εἰκόνας


Παλαιὸς Μητροπολιτικὸς Ναὸς Ἁγίου Μηνᾶ.  Ἡ Ὑπαπαντὴ (Ἐργο Γεωργίου Καστροφυλάκου 1746) 
Ὁ ἁγιογράφος τῆς εἰκόνας τῆς Ὑπαπαντῆς τοποθετεῖ τή σκηνή στό ναό, μπροστά στό Ἅγιο Βῆμα χριστιανικῆς ἐκκλησίας. Διακρίνονται τό βημόθυρο, ἡ Ἁγία Τράπεζα, τό θολωτό κιβώριο, ποῦ τό στηρίζουν τέσσερις κολόνες. Ὅπως παρατηρήθηκε, «οἱ κολόνες φαίνονται ἐπάνω ἀπό τούς φωτοστεφάνους μέ τρόπον ὥστε νά ἐπισημαίνονται οἱ μορφές καί σύγχρονα νά συνεχίζονται οἱ ὄρθιες τάσεις στή σύνθεση». Ἡ Θεοτόκος «λυγερόσωμος ὡς νεαρά κυπάρισσος» ἁπλώνει τά χέρια της γιά νά παραλάβει τό Βρέφος ἀπό τό Συμεών. Ἐκεῖνος μέ τά δύο του χέρια σκεπασμένα κρατεῖ τό Βρέφος ποῦ μέ ἁπλωμένο τό δεξί του χέρι καί κοιτάζοντας τήν Παναγία λαχταράει νά πέσει στήν ἀγκαλιά της. Ἡ σεβάσμια καί ἅγια μορφή τοῦ Συμεών ἐντυπωσιάζει. «Ἡ κεφαλή του εἶναι μακρόμαλλη καί ἀναμαλλιασμένη, μέ τούς πλοκάμους συνεστραμμένους ὡς ὀφίδια, τό γένειόν του ἀναταραγμένον, τό πρόσωπόν του σεβάσμιον κατά πολλά καί πατριαρχικόν, οἱ πόδες του λυγισμένοι, πατοῦν ἐπάνω εἰς τό ὑποπόδιον κλονιζόμενοι. Τά ὄμματα του εἶναι ὡσάν δακρυσμένα, καί φαίνεται ὡς νά λέγη” «Νῦν ἀπολύεις τόν δοῦλόν σου, Δέσποτα» (Φ. Κόντογλου).Ἀξίζει νά παρατηρηθεῖ πώς ἐνῶ ἡ εἰκόνα παρουσιάζει τή σκηνή σαράντα μέρες μετά τή Γέννηση τοῦ Ἰησοῦ, τό νήπιο δέν παρουσιάζεται σπαργανωμένο. Ἔχει φωτοστέφανο, κρατάει στό χέρι εἰλητό, ἔχει βασιλική καί θεϊκή ἐμφάνιση. Αὐτό δέ γίνεται χωρίς λόγο. Τό Παιδί εἶναι ὁ Ἐμμανουήλ, «μεθ” ἡμῶν ὁ Θεός», ὁ Θεάνθρωπος. Εἶναι «ὁ ἄναρχος Λόγος τοῦ Πατρός, ἀρχήν λαβών χρονικήν, μή ἐκστάς τῆς αὐτοῦ Θεότητος», «ὁ ὀχούμενος ἐν ἅρμασι Χερουβίμ καί ὑμνούμενος ἐν ᾄσμασι Σεραφίμ», ὅπως λένε τά τροπάρια τοῦ ἑσπερινοῦ τῆς ἑορτῆς.
 
 
 
 
Πίσω ἀπό τή Θεοτόκο στέκει ἡ προφῆτις Ἄννα. Ἡ στάση της προδίδει τό προφητικό της χάρισμα. Τό ἕνα της χέρι εἶναι ὑψωμένο σέ σχῆμα ὁμιλίας καί τό ἄλλο, τό ἀριστερό, κρατάει ἀνοιχτό εἰλητάριο πού γράφει σέ μικρά μαῦρα κεφαλαῖα” «Τοῦτο τό Βρέφος οὐρανόν καί γῆν ἐστερέωσεν». Τό κεφάλι της μέ μελετημένη κλίση εἶναι γυρισμένο πρός τόν Ἰωσήφ «πού ἔρχεται πίσω της, σάν ν’ ἀπευθύνει σ’ αὐτόν τόν προφητικό λόγο, ἐνῶ κοιτάζει τό θεατή». 
 



Ὑπαπαντὴ (1700-1750), Ἁγιογράφος Ἰωάννης
 
Στήν ἄκρη ἀριστερά ὁ Ἰωσήφ προχωρεῖ κρατώντας πάνω στήν πτυχή τοῦ ἐνδύματός του (σ’ ἄλλες εἰκόνες μέσα σέ κλουβί) τά δύο τρυγόνια ἤ τά δύο περιστεράκια. Τά πουλιά αὐτά, ὅπως λέει τό παρακάτω ἀπόσπασμα ἀπό ὕμνο τοῦ ἑσπερινοῦ της ἑορτῆς, συμβόλιζαν τούς ἀπό τούς Ἰουδαίους καί ἐθνικούς χριστιανούς, καθώς καί τίς δύο διαθῆκες, τήν Παλαιά καί τήν Καινή, τῶν ὁποίων ἀρχηγός εἶναι ὁ Χριστός. «Ὁ τοῖς Χερουβίμ ἐποχούμενος καί ὑμνούμενος ὑπό τῶν Σεραφίμ, σήμερον τῷ θείῳ ἱερῷ κατά νόμον προσφερόμενος, πρεσβυτικαῖς ἐνθρονίζεται ἀγκάλαις” καί ὑπό Ἰωσήφ εἰσδέχεται δῶρα θεοπρεπῶς, ὡς ζεῦγος τρυγόνων τήν ἀμίαντον Ἐκκλησίαν καί τῶν ἐθνῶν τόν νεόλεκτον (= νεοσύλεκτο) λαόν” περιστερῶν δέ δύο νεοσσούς, ὡς ἀρχηγός Παλαιᾶς τέ καί Καινῆς…» (Δοξαστικό στιχηρῶν). Παρόμοια λένε καί οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας γιά τό συμβολισμό τῶν πουλιῶν αὐτῶν.
 
Γκότσης Χρῆστος
Πηγή: Αγία Ζώνη

Elder Ephraim of Arizona- On Condemnation


Chapter Nine.

Slander is a great evil. Just as the little rudder steers the whole ship wherever it wants, likewise the tongue leads a person either to good or to evil. The holy fathers greatly censure judging other people’s sins, faults, or evil habits. When we judge our brother, we condemn ourselves to a great sin. But when we cover our brother, God will also protect us from great sins. When we expose our brother, we drive the grace of God away from us and He permits us to fall into the same sins so that we learn that we are all weak and that the grace of God supports us. Whoever guards his tongue guards his soul from great sins and grievous falls. The chief cause of criticism and slander is pride and egotism, because one considers onesrlf better than the others. For this reason it is very beneficial for a person to think of himself as below everyone, so that he considers his brother than him in order that, with the help of God, he may be delivered from this evil.

2. If something pushes you to criticism in any matter regarding a brother or the monastery, try to pray about the matter instead, without passing it under the judgment of your reason. If you turn within yourself through prayer, humility, and mourning, you will find a spiritual treasure—just keep pride and criticism far from you.

3. Be attentive, my child, that you not judge any soul. For God permits the one who judges his neighbor to fall, so that he learns to have sympathy for his weak brother. The mercy of God supports all of us, but if we become proud, God will remove His grace and we shall become worse than the others. It is one thing to condemn someone and another to be fought by thoughts of condemnation. To condemn is a terrible passion, but to be fought by such thoughts and to fight back—this is an occasion for crowns.

4. Each person must bear the weaknesses of others. Who is perfect? Who can boast that he has kept his heart undefiled? Hence, we are all sick, and whoever condemns his brother does not perceive that he himself is sick, because a sick person does not condemn another sick person. Love, endure, overlook, do not get angry, do not flare up, forgive one another, so that you resemble our Christ and are counted worthy to be near Him in His kingdom. My children, avoid condemnation—it is a very great sin. God is greatly saddened when we condemn and loathe people. Let us concern ourselves only with our own faults—for these we should feel pain. Let us condemn ourselves and then we shall find mercy and grace from God.

5. Love one another, and do not be embittered out of egotism. Humility is a sure guide; it does not let the one who possesses it hit the reefs of carelessness and be shipwrecked, but as a luminous guide it leads him faultlessly on sure ground. Egotism is the most evil of evils; it causes all our lapses through unsubmissive thoughts. Fear this and strive to get rid of it, for the more it remains within us, the more it will wound us with the proportionate pain. I beg that you not criticize one another, for this is downright egotism. Excuse your brother’s fault; this is evidence of humility and love. The brother who acts thus will find much grace from God, but he who judges and scandalizes his neighbor should know that not only will he not find grace, but even if he has something he will lose it, so that he may learn the lesson of humility through suffering. Be particularly afraid of inner criticism, that is, thoughts of criticism, because it does not come to light through the spoken word, in which case it is likely to be corrected by someone who hears it. Be careful, I say, about criticism from within, which imperceptibly makes us fatally guilty and deprives us of the life of divine grace and offers as a most bitter drink the death of the soul. I pray that love and freedom from criticism will reign in every expression among you, so that the Holy Spirit may rest in your souls.


6. Experience has shown that it is wrong to accuse and condemn someone without letting him defend himself. As also the sacred Gospel says: “Does our law judge a man before it hears him and knows what he is doing?” (Jn. 7:51 ). If we are not attentive, many sins of condemning others heap up within us, and then repentance is needed. How often a person repents because he spoke! Let us bear in mind the words of Abba Arsenios: “I have often repented for speaking, but I have never repented for keeping silent”. If we are often deceived by the sense of touch, how much more so we are by people’s words. Therefore, much attention is needed, for the devil prowls around roaring to devour us (cf. 1 Pet. 5:8 ). A Christian ought to be like the many-eyed Cherubim, for evil has multiplied greatly, especially the sin of condemnation, which is a common as “bread and cheese”. May God cleanse us and sanctify us for His glory. “Do not let the sun go down on the wrath of your brother” (cf. Eph. 4:26 ). That is, let no one be angry and enraged against his brother past the setting of the sun. have you heard about that brother who was negligent and lazy, who did not go to the all-night vigils and did not do his duties, whom the brethren knew to be a negligent monk? When he fell ill and the hour of his death drew near, the brethren gathered to hear something beneficial, or to comfort him, or in case he wanted to say something to them, but they saw him joyful, cheerful. One brother was scandalized and said, “What is this we see in you, brother? We see that you are joyful even though you are approaching death. But we have the thought that you were not a violent* monk, so how do you have such courage and a cheerful face? How do you justify yourself?” “Yes, brethren”, he said, “indeed I was a negligent person and I did not fulfill my duties. But I achieved one good thing, by the grace of God: not to condemn any brother and not to scandalize anyone; and never did I let my heart have something against any brother of the monastery when the sun set. And inasmuch as I did not judge any brother, I believe that God will not judge me either, for He said, “Judge not, that you be not judged” (Mt. 7:1 ) and since I did not judge, I will not be judged”. The brethren marveled and said, “Brother, you found the way of salvation very easily”. And the brother died with much joy. Do you see how the Fathers struggled and how they found the way of salvation?

*A “violent” or “forceful” monk or person is one who strives vigorously to “do violence to his nature constantly” (Ladder 1:4 ), for “the kingdom of heaven suffers violence, and the violent take it by force” (Mt. 11:12 ).

Taken from "Counsels from the Holy Mountain"by Elder Ephraim Of Arizona(Philotheou,Mount Athos)

Saint Nikolai Velimirovich- About the guidance of the Spirit of God


"Filled with the HolySpirit, Jesus returned from the Jordan and was led by the Spirit into the desert" (St. Luke 4:1).
You see, brethren, what it means to be filled with the Holy Spirit of God. Without the Spirit of God, man is filled with worries: where he will go and how he will go. But with the Spirit of God man is without those worries. For then the Spirit instructs man where he will walk and how he will act and man becomes sinless in his movement and in his actions because the Holy Spirit is sinless Who leads and guides him. Man cannot walk justly nor act righteously if the All-omnipotent and All-omniscient Spirit of God does not inform him. Whoever is not led by the Holy Spirit of God is led, either by his own individual spirit or by the evil spirit of the demon. As a result of this he becomes helpless, bitter, remorseful, angry and despondent. We cannot endure the Spirit of God in the fullness as Christ the Lord, but we can receive the Spirit of God as much as needed in order to know where, what and how. According to the purity of the heart, the Holy Spirit settles in the heart and from the heart directs man.
That is why the Church often repeats this prayer to the Holy Spirit: "O Heavenly King, the Comforter, the Spirit of Truth! Come and abide in us."
O God, the Holy Spirit,

Taken from "The Prologue"
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...