Σε προηγούμενο γραπτό μας, εξετάζοντας την αξία που έχει η θλίψη στην
ανθρώπινη ζωή, αναφερθήκαμε και στους ποικίλους πειρασμούς που την
προκαλούν, και στα δάκρυα που συχνά την συνοδεύουν. Έτσι είχαμε την
ευκαιρία να δούμε, στα σύντομα, και την θετική -την ευεργετική θάπρεπε
να πούμε- όψη κάποιων δεδομένων του παρόντος κόσμου, που κατά την
τρέχουσα λογική θεωρούνται, εκ πρώτης όψεως, αρνητικά και απευκταία.
Ενώ όμως είπαμε τα απαραίτητα για θλίψη και πειρασμούς, είχαμε επιφυλαχθεί να μιλήσουμε εδώ διεξοδικά, σε ιδιαίτερο άρθρο, για τα δάκρυα. Κι' αυτό, όχι μόνο γιατί υπάρχει μια τεράστια ποικιλία δακρύων, όπως θα δούμε πιο κάτω, αλλά προ πάντων γιατί τα δάκρυα τοποθετούνται από τους «νηπτικούς Πατέρας» της ερήμου στην κορυφή των «αγαθών» του παρόντος κόσμου. Δεν είναι τυχαίο ότι, στην κατανυκτικότερη στιγμή της προσευχής των, δεν ζήτησαν ποτέ από τον Θεό μήτε σοφία, μήτε καρτερία και θάρρος, μήτε ακόμη και αγιότητα. Κορυφαίο αίτημά τους ήταν πάντα, στερεοτύπως, το «δάκρυά μοι δος ο Θεός, δάκρυα μετανοίας». Αυτό και μόνο είναι αρκετό για να μας βάλει σε σκέψεις βαθύτερες, και να μας οδηγήσει να μελετήσουμε δύο κυρίως ερωτήματα σχετικά με τα δάκρυα. Πρώτον, την φύση και προέλευση των δακρύων, την αξία τους για την πνευματική ζωή.
Είναι προφανές ότι τα δύο αυτά ερωτήματα συνδέονται βαθιά, όχι μόνο από το γεγονός ότι και τα δύο αναφέρονται στα δάκρυα. Η σχέση τους είναι πολύ πιο ουσιαστική. Τό δεύτερο εξαρτάται τελείως από το πρώτο. Αυτό σημαίνει ότι η αξία των δακρύων εξαρτάται από το τι είδους είναι. Έτσι πρέπει να βάλουμε και τα δάκρυα σε μια σειρά, Να τα διακρίνουμε σε κατηγορίες και να τα ιεραρχήσουμε ανάλογα. Μιλούμε για «τάξη δακρύων», όπως θα λέγαμε σύστημα δακρύων. Έτσι άλλωστε δεν μιλούμε για συστήματα και τάξεις αγγέλων, ανθρώπων, υδάτων κ.ά.;
Το κυριότερο στοιχείο των δακρύων δεν είναι οπωσδήποτε το υγρό που αναβλύζει κάποια στιγμή από τα μάτια. Αυτό σ' όλες τις περιπτώσεις ασφαλώς έχει την ίδια χημική σύνθεση. Όμως, ανάλογα με την αιτία που το προκάλεσε σε κάθε περίπτωση, έχουμε και άλλη ποιότητα και κατηγορία δακρύων. Κυριότερες είναι ίσως οι ακόλουθες:
Δάκρυα μετανοίας / Δάκρυα φόβου Θεού / Δάκρυα κατανύξεως
Ενώ όμως είπαμε τα απαραίτητα για θλίψη και πειρασμούς, είχαμε επιφυλαχθεί να μιλήσουμε εδώ διεξοδικά, σε ιδιαίτερο άρθρο, για τα δάκρυα. Κι' αυτό, όχι μόνο γιατί υπάρχει μια τεράστια ποικιλία δακρύων, όπως θα δούμε πιο κάτω, αλλά προ πάντων γιατί τα δάκρυα τοποθετούνται από τους «νηπτικούς Πατέρας» της ερήμου στην κορυφή των «αγαθών» του παρόντος κόσμου. Δεν είναι τυχαίο ότι, στην κατανυκτικότερη στιγμή της προσευχής των, δεν ζήτησαν ποτέ από τον Θεό μήτε σοφία, μήτε καρτερία και θάρρος, μήτε ακόμη και αγιότητα. Κορυφαίο αίτημά τους ήταν πάντα, στερεοτύπως, το «δάκρυά μοι δος ο Θεός, δάκρυα μετανοίας». Αυτό και μόνο είναι αρκετό για να μας βάλει σε σκέψεις βαθύτερες, και να μας οδηγήσει να μελετήσουμε δύο κυρίως ερωτήματα σχετικά με τα δάκρυα. Πρώτον, την φύση και προέλευση των δακρύων, την αξία τους για την πνευματική ζωή.
Είναι προφανές ότι τα δύο αυτά ερωτήματα συνδέονται βαθιά, όχι μόνο από το γεγονός ότι και τα δύο αναφέρονται στα δάκρυα. Η σχέση τους είναι πολύ πιο ουσιαστική. Τό δεύτερο εξαρτάται τελείως από το πρώτο. Αυτό σημαίνει ότι η αξία των δακρύων εξαρτάται από το τι είδους είναι. Έτσι πρέπει να βάλουμε και τα δάκρυα σε μια σειρά, Να τα διακρίνουμε σε κατηγορίες και να τα ιεραρχήσουμε ανάλογα. Μιλούμε για «τάξη δακρύων», όπως θα λέγαμε σύστημα δακρύων. Έτσι άλλωστε δεν μιλούμε για συστήματα και τάξεις αγγέλων, ανθρώπων, υδάτων κ.ά.;
Το κυριότερο στοιχείο των δακρύων δεν είναι οπωσδήποτε το υγρό που αναβλύζει κάποια στιγμή από τα μάτια. Αυτό σ' όλες τις περιπτώσεις ασφαλώς έχει την ίδια χημική σύνθεση. Όμως, ανάλογα με την αιτία που το προκάλεσε σε κάθε περίπτωση, έχουμε και άλλη ποιότητα και κατηγορία δακρύων. Κυριότερες είναι ίσως οι ακόλουθες:
Δάκρυα μετανοίας / Δάκρυα φόβου Θεού / Δάκρυα κατανύξεως
***
Δάκρυα συγκινήσεως / Δάκρυα χαράς / Δάκρυα πόνου και τρόμου / Δάκρυα αγανακτήσεως
***
Δάκρυα υποκρισίας
Όταν οι Πατέρες και μεγάλοι ασκητές μιλούν για δάκρυα, εννοούν πάντα τα δάκρυα της πρώτης τριάδας. Η μετάνοια είναι το πιο συγκλονιστικό θαύμα και βίωμα στη ζωή του ανθρώπου. Η πιο ολοκληρωτική και βίαιη πράξη του. Ριζικό ξήλωμα όλων των στοιχείων της προηγούμενης ζωής.
Έτσι, που τίποτα να μη μένει όρθιον κατά κόσμον. Κυριολεκτικά «τα πάνω κάτω». Να τα νιώσεις όλα να γυρνάνε πίσω. Όλα να αμφισβητούνται. Να ανατρέπονται. Να ματαιώνονται. Να μηδενίζονται διά παντός. Αυτό θα πει «μετάνοια». Είναι δυνατόν μια τέτοια ανασκολόπιση ψυχής και πνεύματος να μη φέρει δάκρυα, να μη προξενήσει πόνο;
Ρίζα λοιπόν των δακρύων, πρωταρχική και ακένωτη πηγή των, η μετάνοια. Απ' αυτήν γεννιέται πρώτος και κύριος καρπός ο «φόβος» του Θεού. Ένας φόβος που από τη Γραφή χαρακτηρίζεται ως «αρχή σοφίας» (Ψαλμ. 110, 10. Όσο ο άνθρωπος «σοφίζεται» εν φόβω Θεού, τόσο βαθύτερα βλέπει και νιώθει τα θαύματα μέσα και γύρω του. Τό θαύμα δεν είναι θαύμα, αν κάποιος δεν το θαύμασε σ' όλο του το βάθος. Θαύμασμα λοιπόν είναι το θαύμα.
Γι' αυτό και μόνο έπλασε ο Θεός τον άνθρωπο. Για να θαυμάζει και να ανακαλύπτει συνεχώς, διά βίου, όλο και βαθύτερες πτυχές της αλήθειας, δηλαδή της αγάπης του Θεού. Να λοιπόν ακόμη μια καινούργια έννοια του βιβλικού λόγου «ο προστιθείς γνώσιν προσθήσει άλγημα» (Εκκλησιαστής 1, 18), που είναι η πιο μυστική εξίσωση στην ανθρώπινη ζωή.
Είναι φυσικό, ύστερα από μια τέτοια βαθειά κατάδυση στα μυστήρια της ζωής και του θανάτου, να αισθάνεται ο πιστός όλο και περισσότερο προνομιούχος μεταξύ των άλλων κτισμάτων. Είναι προνόμιο ανυπέρβλητο το να μετέχεις στο βαθύτερο ρυθμό του κόσμου, ανακαλύπτοντας από πρώτο χέρι την άμετρη του Θεού φιλανθρωπία. Μόνη απάντηση του ανθρώπου σ' αυτή τη «μύηση», που κορυφώνεται στην «μέθεξη», για να καταλήξει στη «θέωση», αν ο Θεός «ευδοκήσει»,είναι τα δάκρυα. Δάκρυα κατανύξεως, συντριβής και ευγνωμοσύνης, που γι' αυτό ακριβώς γίνονται «δάκρυα παρακλητικά», καθώς λυτρώνουν απ' όλες τις κατά κόσμον αβεβαιότητες και «αμφι-βολίες».
Σ' ένα τέτοιο ακριβώς συσχετισμό φόβου Θεού και δακρύων μετανοίας, ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος γράφει: «δεν έχω καρδίαν θλιβομένην προς αναζήτησίν σου, δεν έχω μετάνοιαν, δεν έχω κατάνυξιν, ουδέ δάκρυα, τα οποία επαναφέρουσι τα τέκνα εις την ιδίαν αυτών πατρίδα. Δεν έχω, δέσποτα, δάκρυον παρακλητικόν· εσκοτίσθη ο νους μου από την ματαιότητα του κόσμου, και δεν δύναται ν' ατενίση προς σε μετά πόνου· εψυχράνθη η καρδία μου από το πλήθος των πειρασμών, και δεν δύναται να θερμανθή διά των δακρύων της προς σε αγάπης. Αλλά συ, Κύριε Ιησού Χριστέ ο Θεός μου, ο θησαυρός των αγαθών, δώρησαί μοι τελείαν μετάνοιαν και καρδίαν επίπονον, ίνα ολοψύχως εξέλθω εις αναζήτησίν σου· διότι άνευ σου θέλω αποξενωθή από παντός αγαθού» (Λόγος β', Περί απαρνήσεως κόσμου κλπ.)
Και μόνο μια φράση αν απομονώσουμε και υπογραμμίσουμε από το κατανυκτικότατο αυτό χωρίο, έχουμε πλήρη την αξία που ο Άγιος αναγνωρίζει στα δάκρυα, όταν παρατηρεί ότι αυτά και μόνον είναι «τα οποία επαναφέρουσι τα τέκνα εις την ιδίαν αυτών πατρίδα».
Όλα τα πιο πάνω αναφέρονται λοιπόν, όπως είναι φανερό, μόνο στα κατά Θεόν δάκρυα. Αυτά είναι που οι Πατέρες ονόμασαν ύψιστο «αγαθό» του παρόντος κόσμου. Γιατί είναι φυσικό, αφού αναβλύζουν από το φόβο του Θεού και την μετάνοια, να οδηγούν κατ' ευθείαν μόνο στον ίδιο το Θεό, κατά τη χάρη Του. Έτσι συμπίπτει απολύτως ο χαρακτήρας με την αξία των δακρύων.
Η δεύτερη ομάδα των δακρύων είναι και αξιολογικά δεύτερη. Γιατί περιορίζεται, κατ αρχήν, στις αξίες του παρόντος κόσμου, που τις θρηνεί ή τις πανηγυρίζει αναλόγως. Πρόκειται για την τετράδα που ακολουθεί την προηγηθείσα τριάδα. Είναι δάκρυα πόνου και τρόμου ή χαράς αφ' ενός, αγανακτήσεως η συγκινήσεως αφ' ετέρου. Κι' αυτά τα δάκρυα δεν παύουν νάχουν κάποια αξία, εφ' όσον είναι δάκρυα ειλικρινείας, δηλαδή αυθόρμητα. Μπορούν μάλιστα, καλλιεργώντας και εξευγενίζοντας τον άνθρωπο, να τον οδηγήσουν κάποια στιγμή στην μετάνοια, δηλαδή στον Θεό. Οπότε εισερχόμαστε «διά της πλαγίας» στην μυστική διαδικασία των κατά Θεόν δακρύων, όπως ήδη την περιγράψαμε. Γι'αυτό μπορούσε ακόμη κι ένας άνθρωπος του κόσμου, όπως ήταν ο Βίκτωρ Ουγκώ, να δηλώνει πως «δεν μπορεί κανείς να δει τον Θεό, παρά μόνο με μάτια δακρυσμένα».
Κατακλείοντας αυτή τη σύντομη αναφορά στην τάξη των δακρύων, πρέπει να πούμε, ότι αν υπάρχουν κάποια δάκρυα που είναι τελείως μάταια και δεν μπορούν νάχουν καμμιά σχέση με την καλλιέργεια και την μοίρα της ψυχής, είναι τα δάκρυα της υποκρισίας. Αυτά, ως δάκρυα σκοπιμότητος, μπορεί να είναι χρήσιμα μονάχα στους ηθοποιούς, επαγγελματικά. Κι ακόμη πιο πολύ στους κροκόδειλους, που γίνονται μέσον να εξασφαλίσουν την τροφή τους.
Δάκρυα συγκινήσεως / Δάκρυα χαράς / Δάκρυα πόνου και τρόμου / Δάκρυα αγανακτήσεως
***
Δάκρυα υποκρισίας
Όταν οι Πατέρες και μεγάλοι ασκητές μιλούν για δάκρυα, εννοούν πάντα τα δάκρυα της πρώτης τριάδας. Η μετάνοια είναι το πιο συγκλονιστικό θαύμα και βίωμα στη ζωή του ανθρώπου. Η πιο ολοκληρωτική και βίαιη πράξη του. Ριζικό ξήλωμα όλων των στοιχείων της προηγούμενης ζωής.
Έτσι, που τίποτα να μη μένει όρθιον κατά κόσμον. Κυριολεκτικά «τα πάνω κάτω». Να τα νιώσεις όλα να γυρνάνε πίσω. Όλα να αμφισβητούνται. Να ανατρέπονται. Να ματαιώνονται. Να μηδενίζονται διά παντός. Αυτό θα πει «μετάνοια». Είναι δυνατόν μια τέτοια ανασκολόπιση ψυχής και πνεύματος να μη φέρει δάκρυα, να μη προξενήσει πόνο;
Ρίζα λοιπόν των δακρύων, πρωταρχική και ακένωτη πηγή των, η μετάνοια. Απ' αυτήν γεννιέται πρώτος και κύριος καρπός ο «φόβος» του Θεού. Ένας φόβος που από τη Γραφή χαρακτηρίζεται ως «αρχή σοφίας» (Ψαλμ. 110, 10. Όσο ο άνθρωπος «σοφίζεται» εν φόβω Θεού, τόσο βαθύτερα βλέπει και νιώθει τα θαύματα μέσα και γύρω του. Τό θαύμα δεν είναι θαύμα, αν κάποιος δεν το θαύμασε σ' όλο του το βάθος. Θαύμασμα λοιπόν είναι το θαύμα.
Γι' αυτό και μόνο έπλασε ο Θεός τον άνθρωπο. Για να θαυμάζει και να ανακαλύπτει συνεχώς, διά βίου, όλο και βαθύτερες πτυχές της αλήθειας, δηλαδή της αγάπης του Θεού. Να λοιπόν ακόμη μια καινούργια έννοια του βιβλικού λόγου «ο προστιθείς γνώσιν προσθήσει άλγημα» (Εκκλησιαστής 1, 18), που είναι η πιο μυστική εξίσωση στην ανθρώπινη ζωή.
Είναι φυσικό, ύστερα από μια τέτοια βαθειά κατάδυση στα μυστήρια της ζωής και του θανάτου, να αισθάνεται ο πιστός όλο και περισσότερο προνομιούχος μεταξύ των άλλων κτισμάτων. Είναι προνόμιο ανυπέρβλητο το να μετέχεις στο βαθύτερο ρυθμό του κόσμου, ανακαλύπτοντας από πρώτο χέρι την άμετρη του Θεού φιλανθρωπία. Μόνη απάντηση του ανθρώπου σ' αυτή τη «μύηση», που κορυφώνεται στην «μέθεξη», για να καταλήξει στη «θέωση», αν ο Θεός «ευδοκήσει»,είναι τα δάκρυα. Δάκρυα κατανύξεως, συντριβής και ευγνωμοσύνης, που γι' αυτό ακριβώς γίνονται «δάκρυα παρακλητικά», καθώς λυτρώνουν απ' όλες τις κατά κόσμον αβεβαιότητες και «αμφι-βολίες».
Σ' ένα τέτοιο ακριβώς συσχετισμό φόβου Θεού και δακρύων μετανοίας, ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος γράφει: «δεν έχω καρδίαν θλιβομένην προς αναζήτησίν σου, δεν έχω μετάνοιαν, δεν έχω κατάνυξιν, ουδέ δάκρυα, τα οποία επαναφέρουσι τα τέκνα εις την ιδίαν αυτών πατρίδα. Δεν έχω, δέσποτα, δάκρυον παρακλητικόν· εσκοτίσθη ο νους μου από την ματαιότητα του κόσμου, και δεν δύναται ν' ατενίση προς σε μετά πόνου· εψυχράνθη η καρδία μου από το πλήθος των πειρασμών, και δεν δύναται να θερμανθή διά των δακρύων της προς σε αγάπης. Αλλά συ, Κύριε Ιησού Χριστέ ο Θεός μου, ο θησαυρός των αγαθών, δώρησαί μοι τελείαν μετάνοιαν και καρδίαν επίπονον, ίνα ολοψύχως εξέλθω εις αναζήτησίν σου· διότι άνευ σου θέλω αποξενωθή από παντός αγαθού» (Λόγος β', Περί απαρνήσεως κόσμου κλπ.)
Και μόνο μια φράση αν απομονώσουμε και υπογραμμίσουμε από το κατανυκτικότατο αυτό χωρίο, έχουμε πλήρη την αξία που ο Άγιος αναγνωρίζει στα δάκρυα, όταν παρατηρεί ότι αυτά και μόνον είναι «τα οποία επαναφέρουσι τα τέκνα εις την ιδίαν αυτών πατρίδα».
Όλα τα πιο πάνω αναφέρονται λοιπόν, όπως είναι φανερό, μόνο στα κατά Θεόν δάκρυα. Αυτά είναι που οι Πατέρες ονόμασαν ύψιστο «αγαθό» του παρόντος κόσμου. Γιατί είναι φυσικό, αφού αναβλύζουν από το φόβο του Θεού και την μετάνοια, να οδηγούν κατ' ευθείαν μόνο στον ίδιο το Θεό, κατά τη χάρη Του. Έτσι συμπίπτει απολύτως ο χαρακτήρας με την αξία των δακρύων.
Η δεύτερη ομάδα των δακρύων είναι και αξιολογικά δεύτερη. Γιατί περιορίζεται, κατ αρχήν, στις αξίες του παρόντος κόσμου, που τις θρηνεί ή τις πανηγυρίζει αναλόγως. Πρόκειται για την τετράδα που ακολουθεί την προηγηθείσα τριάδα. Είναι δάκρυα πόνου και τρόμου ή χαράς αφ' ενός, αγανακτήσεως η συγκινήσεως αφ' ετέρου. Κι' αυτά τα δάκρυα δεν παύουν νάχουν κάποια αξία, εφ' όσον είναι δάκρυα ειλικρινείας, δηλαδή αυθόρμητα. Μπορούν μάλιστα, καλλιεργώντας και εξευγενίζοντας τον άνθρωπο, να τον οδηγήσουν κάποια στιγμή στην μετάνοια, δηλαδή στον Θεό. Οπότε εισερχόμαστε «διά της πλαγίας» στην μυστική διαδικασία των κατά Θεόν δακρύων, όπως ήδη την περιγράψαμε. Γι'αυτό μπορούσε ακόμη κι ένας άνθρωπος του κόσμου, όπως ήταν ο Βίκτωρ Ουγκώ, να δηλώνει πως «δεν μπορεί κανείς να δει τον Θεό, παρά μόνο με μάτια δακρυσμένα».
Κατακλείοντας αυτή τη σύντομη αναφορά στην τάξη των δακρύων, πρέπει να πούμε, ότι αν υπάρχουν κάποια δάκρυα που είναι τελείως μάταια και δεν μπορούν νάχουν καμμιά σχέση με την καλλιέργεια και την μοίρα της ψυχής, είναι τα δάκρυα της υποκρισίας. Αυτά, ως δάκρυα σκοπιμότητος, μπορεί να είναι χρήσιμα μονάχα στους ηθοποιούς, επαγγελματικά. Κι ακόμη πιο πολύ στους κροκόδειλους, που γίνονται μέσον να εξασφαλίσουν την τροφή τους.
Στυλιανού, Αρχιεπισκόπου Αυστραλίας
Εκδόσεις Αρμός, Μαυροκορδάτου 7, 106 78 Αθήνα