Sunday 27 January 2013

ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΚΑΙ ΦΡΙΚΤΩΝ ΜΥΣΤΗΡΙΩΝ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ..

 
Ο λόγος που συντελεί στη σωτηρία των ψυχών μας επέχει τη θέση του σπέρματος. Όπως λοιπόν οι γεωργοί, αφού πρώτα καλλιεργήσουν τη γη με το άροτρο, έπειτα ρίχνουν τους σπόρους, έτσι και εμείς πρέπει πρώτα να καλλιεργήσομε και να προε­τοιμάσομε τους εαυτούς μας για την υποδοχή του ουράνιου σπέρματος, δηλαδή του λόγου τής πνευματικής διδασκαλίας. Γιατί εμείς δεν είμαστε μια κάποια άψυχη και αναίσθητη γη, ώστε να λαμβάνομε από άλλους και την καλλιέργεια και τα σπέρματα, αλλ’ είμαστε έμψυχη και ζωντανή και λογική γη. Γι’ αυτό και πρέπει μόνοι μας να ετοιμαζόμαστε με τη μετάνοια. Για να σας υποδείξω όμως και την αρχή τής μετάνοιας και της ψυχικής καλλιέργειας, αυτή είναι εκείνη την οποία ακολουθούσαν μόνοι τους εκείνοι που προσέρχονταν στο βάπτισμα του Ιωάννη. Γιατί λέγει· «πήγαιναν και βαπτίζονταν στον Ιορδάνη εξομολογούμε­νοι τις αμαρτίες τους».

Η εξομολόγηση λοιπόν των αμαρτιών είναι αρχή αυτής της καλλιέργειας, δηλαδή της μετάνοιας και της ετοιμασίας, ώστε να δεχθεί κάποιος μέσα του τον σωτηριώδη σπόρο, τον λόγο του Θεού, που μπορεί να σώσει τις ψυχές μας. Γιατί και από τους γεωργούς γι’ αυτόν το λόγο επινοήθηκε το όργωμα της γης, γιατί βγάζει τις άγριες ρίζες από τους κόλπους τής γης και τους καθιστά δεκτικούς των σπερμάτων και φυτών μας. Αυτό ακριβώς κάμνει και η εξομολόγηση πάνω στο λογικό χωράφι, στην καρδιά· οργώνει και ξερριζώνει τα πονηρά πάθη της που είναι κρυμ­μένα και την καθιστά έτοιμη για την υποδοχή των ιερών σπερμάτων και κατάλληλη για την καλλιέργεια και καρποφορία τών αρετών. Όπως δηλαδή η γη μετά την παράβαση του Αδάμ έγινε γεννητική των τριβολιών και των αγκαθιών και των άλλων άχρηστων βοτάνων, έτσι και η ανθρώπινη καρδιά είναι γεννητική των αισχρών και πονηρών παθών και λογισμών και των αμαρτημάτων που προέρχονται από αυτά.

Γι’ αυτό είναι αναγκαίο, αδελφοί, ο καθένας σας να έχει πνευματικό πατέρα και να προσέρχεται σ’ αυτόν με πίστη και να ταπεινώνεται ενώπιόν του και να του εκμυστηρεύεται τα πονηρά πάθη τής καρδιάς, και δεχόμενοι την πνευματική θεραπεία να ξερριζώνετε από την ψυχή πριν ριζώσουν καλά τ’ αγκάθια και τα τριβόλια τής αμαρτίας τα οποία ο καθένας σας έθρεψε μέσα του με την εμπαθή και φιλήδονη ζωή, και έτσι να αφοσιώνετε τ’ αυτιά στη διδασκαλία του Πνεύματος, και να πείθεσθε σε όσα κηρύττομε και προτείνομε εμείς προς κοινή ωφέλεια, και με τη συγχώρηση και ευλογία μας να συμφιλιώνεσθε με αυτόν που από αφάνταστο πέλαγος φιλανθρωπίας έκλινε τους ουρανούς και κατέβηκε και έβαλε μέσα στις καρδιές των πιστών λόγους ζωής και σπέρματα σωτηριώδη. Κανείς σας λοιπόν να μη απουσιάσει από αυτήν την αρχή τής μετάνοιας· γιατί πώς θα προχωρήσει στο εξής και θα προκόψει προς το καλύτερο, μη έχοντας αγγίξει ούτε την αρχή των αρετών;

Προ πάντων όμως είναι αναγκαίο όλοι σας να δείξετε ζήλο γι’ αυτό ακριβώς τώρα. Γιατί μας έχει δοθεί αυτή η τεσσαρακοστή των ημερών από τους θεοφόρους πατέρες ως προκαθάρσιο, επειδή οδηγεί στην επέτειο εορτή της ως προς τη σάρκα γεννήσεως του Κυρίου και Θεού και Σωτήρα μας Ιησού Χριστού, κατά την οποία είναι συνήθεια σε όλους σχεδόν τους Χριστιανούς να μετέχουν του αγίου σώματος και αίματός του και μέσω αυτών να ενώνονται με αυτόν και να γίνονται με αυτόν κατά τρόπο θείο ένα πνεύμα και ένα σώμα. Γιατί, αν, όπως έδειξε παραπάνω ο λόγος και θα το παραστήσει καλύτερα στη συνέχεια, χωρίς την εξομολόγηση και την ακόλουθη μετάνοια, δεν είναι κανένας άξιος ούτε θεία λόγια να υποδεχθεί, πώς θα δεχθεί κανείς μέσα του αίμα Χριστού και σώμα, αν δεν καθαρισθεί πρώτα με εξομολόγηση και μετάνοια ανάλογη με τα πταίσματα; Γι’ αυτό και ο μέγας Παύλος επιβεβαιώνει αυτό και παραγγέλλει λέγοντας· «ο καθένας να εξετάζει τον εαυτό του, και τότε να τρώγει από τον άρτο και να πίνει από το ποτήρι· γιατί αυτός που τρώγει και πίνει όντας ανάξιος, τρώγει και πίνει κατάκριμα για τον εαυτό του, μη διακρίνοντας το σώμα τού Κυρίου», δηλαδή δεν αντιλαμβάνεται ότι το σώμα αυτό, που βρίσκεται εκτός αμαρτίας, δεν θα δεχθεί να κατοικήσει σε σώμα καταχρεωμένο με αμαρτίες.

Γιατί, αν δεν είναι δυνατό να σηκώσει κανείς τα χέρια προς τον Χριστό και να προσευχηθεί μη έχοντάς τα καθαρά από αμαρτίες και μη έχοντας αποβάλει πρώτα όλο το μίσος και τους από αυτό διαλογισμούς (και αυτό πάλι το δείχνει ο Παύλος, λέγοντας, «θέλω να προσεύχεσθε σε κάθε τόπο, σηκώνοντας χέρια άγια, χωρίς οργή και διαλογισμούς»), και αν δεν έχομε παρρησία προς τον Θεό, μη έχοντας ακατάκριτη συνείδηση (όπως λέγει ο αγαπημένος θεολόγος τού Χριστού, «αν η καρδιά μας δεν μας κατηγορεί, έχομε παρρησία προς τον Θεό»), πώς θα λάβομε μέσα μας τον Θεό και θα γίνομε σύσσωμοι με αυτόν χωρίς ν’ απορρίψομε πρώτα τις αμαρτίες με την εξομολόγηση, και χωρίς πρώτα να καθαρίσομε με ελεημοσύνη και αγνεία και εγκράτεια, με προσευχή και κατάνυξη και τα άλλα έργα τής μετάνοιας, τον ρύπο που δημιουργήθηκε από αυτές στην ψυχή; Ή το δικό σου βέβαια δώρο δεν το δέχεται ο Θεός αν δεν είσαι καθαρός και συ και αυτό (και αυτό το έδειξε στην αρχή με τον Κάιν μη προσέχοντας τα δώρα του, αλλά λέγοντας προς αυτόν, «μήπως δεν αμαρτάνεις αν ορθά προσφέρεις το δώρο σου, αλλά δεν κάνεις ορθά την εκλογή;», έπειτα όμως και με τον παλαιό νόμο που απαγόρευσε να προσφέρεται μισθός πόρνης στον οίκο τού Θεού, και αργότερα με το ευαγγέλιο λέγοντας, «πρώτα συμφιλιώσου με τον αδελφό σου, και τότε πηγαίνοντας να προσφέρεις το δώρο σου»), και σε σένα θα δώσει τη δική του μεγαλοδωρεά, το σώμα του, χωρίς να καθαρισθείς προηγουμένως με την εξομολόγηση και τη μετάνοια; Τί λέγεις; Ο Θεός ούτε οι εντολές του θέλει να αναφέρονται από ακάθαρτο στόμα. Γιατί λέγει· «είπε ο Θεός στον αμαρτωλό, γιατί συ διδάσκεις τις εντολές μου και πιάνεις με το στόμα σου τη διαθήκη μου;». Τη διαθήκη του λοιπόν δεν επιτρέπει να πιάσεις με ακάθαρτο στόμα, και το σώμα του θα το δώσει σε τέτοιο στόμα;

Γι’ αυτό ας καθαρισθούμε πρώτα, αδελφοί, και στο σώμα και στο στόμα και στη διάνοια, και ας προσέλθομε με αγαθή και καθαρή συνείδηση. Γιατί, αν οι χαλκουργοί και σιδηρουργοί και χρυσοχόοι, που λειώνουν χαλκό ή χρυσό ή άργυρο ή άλλο παρόμοιο και πρόκειται μετά με το γάνωμα να βάλουν γύρω το άνθος τού χρώματος, πρωτύτερα ξύνουν και καθαρίζουν κάθε βρωμιά, πόσο μάλλον εμείς, που πρόκειται να χρυσωθούμε κατά καλύτερο τρόπο, ή καλύτερα να θεωθούμε, πρέπει να καθαρισθούμε από κάθε μολυσμό σάρκας και πνεύματος; Γιατί δεν λαμπρυνόμαστε μόνο στην επιφάνεια, όπως ο γανωμένος χαλκός, αλλά και σε όλα τα εσωτερικά. Ώστε πρέπει να προσέλθομε αφού νίψομε μαζί και τους σπίλους που βρίσκονται στο βάθος της ψυχής. Γιατί έτσι θα προσέλθομε στη σωτηρία.

Αν όμως προσέλθομε με πονηρή συνείδηση, χωρίς ακόμη να έχομε λάβει άφεση με την εξομολόγηση απ’ αυτόν που έχει λάβει εξουσία να λύνει και να δένει τα αμαρτήματα, προτού επιστρέψομε προς τον Θεό, προτού διορθωθούμε με τον κανόνα της ευσέβειας, τότε οπωσδήποτε θα προσέλθομε για κατάκριση του εαυτού μας και αιώνια κόλαση, αποκλείοντας και τους θείους οικτιρμούς και την ανοχή του προς εμάς. Γιατί λέγει· «καταπάτησες τον Υιό τού Θεού, θεώρησες κοινό το αίμα της διαθήκης και πρόσβαλες τη χάρη τού Πνεύματος». Γιατί αυτός που έσχισε τη βασιλική αλουργίδα και αυτός που την έχωσε μέσα στον βόρβορο, θα υποστούν οπωσδήποτε την ίδια καταδίκη, και το ίδιο κακό διέπραξε εκείνος που έχυσε άρωμα στον βόρβορο, και εκείνος που το έβαλε σε βρώμικο σκεύος. Δεν παθαίνει λοιπόν τίποτε το θείο δώρο, γιατί είναι απαθές, αλλ’ αυτό πετά μακριά από εμάς αόρατα, γιατί «το μύρο δεν τοποθετείται σε βρώμικο δοχείο», αυτό όμως που θα μπορούσε να πάθει, αν ήταν παθητό, με την αχρείωσή του, αυτό θα πάθει αυτός που το πρόσφερε ανάξια.

Ας καταστήσομε λοιπόν τους εαυτούς μας άξιους με τη μετάνοια, ή καλύτερα ας προσφέρομε τους εαυτούς μας με τα έργα τής μετάνοιας σ’ εκείνον που μπορεί να κάνει άξιους από ανάξιους, και έτσι ας προσέλθομε με ελπίδα και πίστη που δεν καταντροπιάζεται, εξετάζοντας όχι απλώς αυτό που βλέπομε, αλλά και εκείνα που δεν βλέπονται. Γιατί αυτός ο άρτος είναι καταπέτασμα κατά κάποιο τρόπο που κρύβει μέσα τη θεότητα· και αυτό δηλώνοντας ο θείος Παύλος έλεγε· «μας εγκαινίασε οδό πρόσφατη και ζωντανή με το καταπέτασμα, δηλαδή τη σάρκα του», και μέσω αυτής το πολίτευμά μας ανυψώνεται στον ουρανό (γιατί εκεί βρίσκεται αυτός ο άρτος) και εισερχόμαστε στα πραγματικά άγια των αγίων με την προσφορά τού σώματος του Χριστού με αγνότητα. «Ας προσερχόμαστε λοιπόν, αδελφοί, με αληθινή καρδιά και βεβαιότητα πίστεως».

Γιατί μυστήρια λέγονται γι’ αυτό, επειδή δεν είναι απλώς αυτό που βλέπομε, αλλά κάτι πνευματικό και απόρρητο· γιατί, σύμφωνα μ’ αυτό που είπε ο Κύριος, «το πνεύμα είναι αυτό που ζωοποιεί, η σάρκα δεν ωφελεί καθόλου»· εάν βλέπεις μόνο σ’ αυτό που φαίνεται δεν ωφελήθηκες καθόλου, εάν όμως βλέπεις προς το πνεύμα, δηλαδή βλέπεις με πνευματικό νόημα τον άρτο αυτόν που βρίσκεται μπροστά σου, μετέχοντας σ' αυτόν θα ζωοποιηθείς· γιατί αυτός είναι «η βρώση που δεν χάνεται, που μένει προς αιώνια ζωή», ο άρτος ο αληθινός που κατεβαίνει από τον ουρανό, που ζει και δίνει ζωή στον κόσμο, τον οποίο όποιος δεν τον τρώγει, δεν θα ζήσει, ενώ όποιος τον τρώγει θα ζήσει στον αιώνα, και όχι μόνο θ’ αναστηθεί, αλλά και θ’ απαλλαγεί από την κόλαση και θα κερδίσει την αιώνια βασιλεία. Γι’ αυτό τον άρτο δεν είπε ο Κύριος μόνο στην ώρα τού μυστικού δείπνου προς τους μαθητές του, αλλά και διδάσκοντας δημόσια στη συναγωγή διακήρυξε ολοκάθαρα και είπε, «ο άρτος που θα σας δώσω εγώ είναι η σάρκα μου, την οποία εγώ θα δώσω υπέρ της ζωής τού κόσμου», και επίσης· «εάν δεν φάγετε τη σάρκα του υιού τού ανθρώπου και δεν πιείτε το αίμα του, δεν έχετε μέσα σας ζωή. Αυτός που τρώγει τη σάρκα μου και πίνει το αίμα μου έχει ζωή αιώνια». Πω πω θαύμα! Πω πω μέγεθος αγάπης, την οποία έχυσε επάνω μας πλούσια ο Θεός! Μας αναγέννησε με το Πνεύμα και γίναμε ένα πνεύμα μαζί του, όπως λέγει ο Παύλος· «αυτός που προσκολλάται στον Κύριο είναι ένα Πνεύμα με αυτόν».

Για να μη είμαστε λοιπόν ένα μ’ εκείνον μόνο ως προς το πνεύμα, αλλά και ως προς το σώμα, σάρκα από την σάρκα του και οστούν από τα οστά του, μας χάρισε την ένωση προς αυτόν μέσω του άρτου αυτού. Γιατί κάθε αγάπη αποκτά την τελείωση μέσω της ενώσεως, ενώ την αρχή από την ομοίωση· γι’ αυτό και υπάρχει παλαιός λόγος, αυτός που κυκλοφορεί στα στόματα, «ομοιότης φιλότης». Η αγάπη όμως που αναφέρεται στη γαμήλια σχέση φαίνεται να έχει κάτι περισσότερο από τις άλλες· γιατί λέγει· «εξαιτίας αυτού θα εγκαταλείψει ο άνθρωπος τον πατέρα και τη μητέρα του και θα προσκολληθεί στη γυναίκα του, και θα είναι οι δυο σε μία σάρκα». «Το μυστήριο αυτό είναι μέγα», λέγει ο θείος Παύλος, «εγώ όμως λέγω ότι αυτό αναφέρεται στον Χριστό και στην Εκκλησία». Εκεί λοιπόν λέγει, θα προσκολληθεί σε μία σάρκα, αλλ’ όχι σε ένα πνεύμα, εμείς όμως δεν προσκολλόμαστε μόνο, αλλά και αναμιγνυόμαστε με το σώμα του Χριστού μέσω της μεταλήψεως του θείου αυτού άρτου, και όχι μόνο γινόμαστε ένα σώμα, αλλά και ένα πνεύμα. Βλέπεις ότι το υπερβολικό μέγεθος της αγάπης του Θεού προς εμάς γίνεται και δείχνεται με τη μετάδοση του άρτου και του ποτηριού αυτού; Γι’ αυτό σύμφωνα με το ψαλμικό, «θυσία και προσφορά δεν θέλησε, αλλά μας ετοίμασε τέλειο σώμα».

Τι πολύμορφη πραγματικά και ανέκφραστη κοινωνία! Αδελφός μας έγινε ο Χριστός, αφού έγινε παραπλήσια με μας κοινωνός τής ίδιας σάρκας και του ίδιου αίματος και ομοιώθηκε μέσω αυτών με μας· μας έκανε δούλους γνήσιους εξαγοράζοντάς μας με το αίμα αυτό· μας κατέστησε φίλους του χαρίζοντάς μας τη φανέρωση αυτών των μυστηρίων του. Μας ένωσε και μας συνάρμοσε προς τον εαυτό του όπως ο νυμφίος την νύμφη μέσω της μεταλήψεως αυτού του αίματος, αφού έγινε μία σάρκα μαζί με μας. Αλλά και Πατέρας έγινε μέσω του θείου βαπτίσματος στο όνομά του και μας τρέφει με τους μαστούς του όπως φιλόστοργη μητέρα θηλάζει τα βρέφη της, και το ακόμη μεγαλύτερο και παραδοξότερο είναι, ότι δεν μας τρέφει μόνο με αίμα αντί για γάλα, αλλά και με το θείο σώμα, και ούτε με το σώμα μόνο, αλλά και με το Πνεύμα, διατηρώντας διαρκώς αμείωτη την ευγένεια που δόθηκε σ’ εμάς από αυτόν, οδηγώντας μας προς πόθο μεγαλύτερο και προσφέροντάς μας το ολοκλήρωμα του πόθου, όχι μόνο να τον βλέπομε ο καθένας στον εαυτό του, αλλά και να τον εγγίζομε και να τον απολαμβάνομε και να τον βάζομε μέσα στην καρδιά μας και να τον κρατά καθένας μας μέσα στα σπλάχνα του, λέγοντας, ελάτε και φάγετε το σώμα μου, πιείτε το αίμα μου, όσοι επιθυμείτε την αιώνια ζωή, ώστε, όχι μόνο να είσθε κατ’ εικόνα Θεού, αλλά και θεοί και βασιλείς αιώνιοι και ουράνιοι, ντυμένοι εμένα τον βασιλέα και Θεό του ουρανού, και φοβεροί βέβαια στους δαίμονες, θαυμαστοί όμως στους αγγέλους, αλλά και υιοί αγαπητοί τού ουράνιου Πατέρα, αθάνατοι, ωραίοι περισσότερο από τους υιούς των ανθρώπων, τερπνό κατοικητήριο της υπέρτατης Τριάδας.

Γιατί, αν ο απλός τύπος αυτού του σώματος δικαίωσε τον Αβραάμ, αν ο τύπος αυτού του αίματος φύλαξε ζωντανά τα πρωτότοκα του Ισραήλ στην Αίγυπτο, αν ο τύπος αυτού του αίματος καθιέρωσε την παλαιά εκείνη σκηνή τού Θεού, αν ο τύπος τού αίματος καθάρισε και αγίασε και αυτά ακόμη τα άγια των αγίων και φανέρωσε σκήνωμα του θείου ονόματος επάνω στη γη και ανέδειξε ιερείς και αρχιερείς και χριστούς του Κυρίου, αν λοιπόν αυτά έκανε ο τύπος, τί δεν θα κάνει η αλήθεια; Δεν έμπαινε ο Ααρών στα άδυτα χωρίς αυτόν τον τύπο, ούτε εμείς θα μπορέσομε να μπούμε στα ουράνια χωρίς να γίνομε μέτοχοι αυτής της αλήθειας, ούτε θ’ αποκτήσομε κατοικία στους ουρανούς, ούτε θα γίνομε κατοικητήριο του Θεού των ουρανών, ούτε θυσία ζωντανή ευάρεστη στον Θεό· γιατί μόνο μέσω αυτού πετύχαμε την είσοδό μας σ' αυτά. Γιατί λέγει ο βασιλιάς και προφήτης Δαβίδ· «ποιά είναι η ωφέλεια αν χυθεί το αίμα μου και εγώ κατρακυλώ στη φθορά;».

Γι’ αυτό ας αναμίξομε το αίμα μας με το αίμα τού Θεού, για να αφανίσομε την μέσα σ’ αυτό βρισκόμενη φθορά· γιατί σ’ αυτό το αίμα υπάρχει πολλή και ανείπωτη ωφέλεια. Αυτό μας κάμει νέους από παλαιούς και αιώνιους από πρόσκαιρους· αυτό μας αποθανατίζει και μας καθιστά αειθαλείς, σαν δένδρα φυτευμένα δίπλα στα ρεύματα των υδάτων τού θείου Πνεύματος, από τα οποία συνάγεται καρπός προς αιώνια ζωή. Γιατί από τον παράδεισο βέβαια ανέβαινε πηγή, αλλ’ αισθητή, και αφήνοντας ποταμούς αισθητούς, πότιζε την επιφάνεια της γης, απ’ αυτήν όμως την ιερή τράπεζα, την οποία, σύμφωνα με το ψαλμικό, «μας ετοίμασε ο Κύριος μπροστά σ’ αυτούς που μας προκαλούν θλίψεις» δαίμονες και πάθη, ανεβαίνει πηγή που αφήνει νοητές πηγές και ποτίζει ψυχές και ανυψώνει μέχρι τον ουρανό, και στρέφοντας τα μάτια των αγγέλων προς την καλλονή, μέσα στην οποία διαφαίνεται η ποικιλία τής σοφίας τού Θεού, τους παρακινεί να επιθυμούν να σκύβουν και να κοιτάζουν τα όσα χαρίσθηκαν σ’ εμάς μέσω του αίματος αυτού. Γιατί προσερχόμενοι στα μυστήρια γινόμαστε βασιλική πορφύρα, ή καλύτερα βασιλικό αίμα και σώμα και (πω πω θαύμα!) μετασκευαζόμαστε σε θεία υιότητα, καθώς η λαμπρότητα του Θεού απλώνεται πάνω μας κατά τρόπο μυστικό, και περιλάμποντάς μας με τρόπο εξαίσιο και κάνοντάς μας χριστούς τού Θεού, μας παρέχει δύναμη, σύμφωνα με την επαγγελία, να λάμψομε όπως ο ήλιος κατά την παρουσία τού Πατέρα μας, αρκεί μόνο να μη υπάρχει κανένας σπίλος θρονιασμένος μέσα στην ψυχή τού προσερχόμενου.

Γι’ αυτό πρέπει όχι μόνο να καθαριζόμαστε πρώτα κι έπειτα να προσερχόμαστε, αλλά και μετά την λήψη τού θείου αυτού δώρου να προσέχομε τους εαυτούς μας και να λάβομε πολλή προφύλαξη, ώστε να μένομε ανώτεροι των παθών και να κηρύττομε τις αρετές εκείνου που ευδόκησε να κατοικήσει μέσα μας με την φαινόμενη σ’ εμάς σύμφωνα μ’ αυτές ομοιότητα προς αυτόν. Ας σκε­φτόμαστε με ποιόν ενωθήκαμε και τι πράγματα αξιωθήκαμε, και έκπληκτοι από το υπερβολικό μέγεθος του δώρου και της προς εμάς αγάπης ας ρυθμίζομε και πράξη και λόγο και σκέψη προς το «θέλημα του Θεού το αγαθό και ευάρεστο και τέλειο»· γιατί είναι αίμα νέας διαθήκης, που βεβαιώνει αυτή τη διαθήκη, δηλαδή το ευαγγέλιο του Χριστού· καθόσον λέγει· «η διαθήκη ισχύει μετά το θάνατο». Μεταλαμβάνοντας λοιπόν το αίμα της διαθήκης τού Χριστού, ας μη την καταστήσομε άκυρη με τα έργα μας, για να μη υποστούμε τιμωρία, και μάλιστα αιώνια, θεωρώντας κοινό το αίμα τής διαθήκης, με το οποίο αγιασθήκαμε. Όσο μεγάλη δηλαδή είναι η επαγγελία γι’ αυτούς που φυλάσσουν τον αγιασμό από τη μετάληψη (γιατί έχει δοθεί υπόσχεση για βασιλεία των ουρανών), τόσο μεγάλη θα είναι η κόλαση για αυτούς που αχρείωσαν τους εαυτούς τους μετά τη δωρεά. Γιατί λέγει· «εάν αυτός που αθέτησε τον νόμο τού Μωϋσή χωρίς οικτιρμούς θανατώνεται σύμφωνα με τον νόμο, πόσο χειρότερης τιμωρίας θα καταστεί άξιος αυτός που θεώρησε κοινό το αίμα της διαθήκης και ατίμασε αυτή τη μεγάλη χάρη;».

Αλλ’ εμείς, αδελφοί, παρακαλώ να φυλάξομε για τους εαυτούς μας αμείωτη τη χάρη τού Θεού, καταβάλλοντας όλες τις δυνάμεις μας για την υπακοή και εκπλήρωση των αγίων εντολών και προσφέροντας τους εαυτούς μας με τα έργα στον Θεό, επειδή και εκείνος έδωσε τον εαυτό του για μας. Ο Πατέρας δηλαδή έδωσε για μας τον μονογενή Υιό του, ενώ ο ίδιος ο μονογενής Υιός τού Θεού έδωσε τον εαυτό του, και εμείς δεν θα αντιπροσφέρομε τους εαυτούς μας υπέρ εκείνου; Αλλά πώς θα δώσομε τους εαυτούς μας στον Χριστό που έδωσε τον εαυτό του για μας; Αν ενστερνισθούμε την προς τους εαυτούς μας και μεταξύ μας αγάπη, αν κάτω από το δυνατό χέρι του Θεού και για χάρη του ταπεινωθούμε προς τον εαυτό μας και μεταξύ μας «χωρίς να είμαστε υψηλόφρονες, αλλά συναναστρεφόμενοι με τους ταπεινούς», αν σταυρώσομε όσο είναι δυνατό τη σάρκα «μαζί με τα πάθη και τις επιθυμίες»· αν «νεκρώσομε τα μέλη μας τα επίγεια, τη μέθη, την πορνεία, την ακαθαρσία, την πλεονεξία και κάθε πονηρό πάθος»· αν πεθάνομε ως προς την αμαρτία και ζήσομε ως προς την αρετή.

Γιατί αυτά μας διδάσκει το ίδιο το σώμα τού Χριστού που σταυρώθηκε και βρίσκεται μπροστά μας προς τροφή· γιατί τρεφόμαστε από αυτό και συγχρόνως διδασκόμαστε να γινόμαστε κοινωνοί στις αρετές και τα παθήματά του, ώστε και αιώνια να ζήσομε και να βασιλεύσομε μαζί με αυτόν. Και αυτό το προα­νήγγειλε μέσω του προφήτη Δαβίδ λέγοντας· «η θυσία δοξολογίας θα με τιμήσει, και σ’ αυτόν που μου την προσφέρει θα του δείξω τότε την οδό της σωτηρίας». Γιατί τελούμενο προς ανάμνηση των όσων τελέσθηκαν από αυτόν για μας, είναι θυσία ευχαριστίας και δόξας και δοξολογίας προς αυτόν. Και καθώς αληθινά βρίσκεται μπροστά μας αυτό το ίδιο το σώμα και το αίμα τού Χριστού, λαλεί βέβαια προς τον Θεό και Πατέρα πολύ καλύτερα από το αίμα τού Άβελ (γιατί εκείνο κραύγαζε προς τον Θεό εναντίον τού αδελφού του, ενώ αυτό για μας τους ίδιους, που μας αξίωσε ο Χριστός να γίνει αδελφός μας, εξιλεώνοντας τον ύψιστο Πατέρα απέναντί μας και συμφιλιώνοντάς τον με μας), λαλεί όμως και προς εμάς, δείχνοντας καθαρά την οδό τής αγάπης· γιατί και αυτός από την αγάπη προς εμάς ταπείνωσε τον εαυτό του κατεβαίνοντας μέχρι σ’ εμάς και έδωσε για μας την ψυχή του, δείχνοντάς μας την οδό τής ταπεινώσεως, γιατί «εξαιτίας τής ταπεινώσεώς του παραγνωρίσθηκε το δίκιο του και οδηγήθηκε στη σφαγή σαν πρόβατο», την οδό τής υπακοής, γιατί και αυτός έδειξε υπακοή στον Πατέρα μέχρι σταυρού και θανάτου, την οδό που με τη νέκρωση των παθών μάς χαρίζει ζωή αιώνια.

Γιατί και αυτός έγινε νεκρός, και να, ζει στους αιώνες, ζωοποιώντας αυτούς που προσκολλούνται σ’ αυτόν με την αρετή και την πίστη και δοξάζοντας αυτούς και δοξαζόμενος από αυτούς, μαζί με τον άναρχο Πατέρα του και το πανάγιο και αγαθό και ζωοποιό Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Γένοιτο.

(Πηγή: Γρηγορίου Παλαμά Έργα, ΕΠΕ, Πατερικαί Εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»)

http://www.alopsis.gr

Άγιος Νείλος ο Ασκητής-Η Προσευχή..

 
Γνωρίζουμε, άραγε, οι σημερινοί Χριστιανοί, τι είναι η αληθινή προσευχή, ποια τα χαρακτηριστικά της και ποιοι οι καρποί της;
 
Οι 'Άγιοι της Εκκλησίας μας, που υπήρξαν οι κατεξοχήν προσευχόμενοι άνθρωποι, μας έχουν παραδώσει την ιερή τους εμπειρία με τρόπο εκφραστικό και κατηγορηματικό. Η προσευχή, μας λένε, είναι ανύψωση του νου στον Θεό και συνομιλία μαζί Του. Η προσευχή είναι ένωση τού ανθρώπου με τον Θεό· έργο των αγγέλων κλειδί τού Παραδείσου· φωτισμός της ψυχής· συγχώρηση των αμαρτημάτων μητέρα των αρετών. Η προσευχή είναι όπλο ακαταμάχητο· θησαυρός αδαπάνητος· γέφυρα που σώζει από τους πειρασμούς· τείχος που προστατεύει από τις θλίψεις. Η προσευχή είναι καθρέφτης της πνευματικής ζωής τού ανθρώπου και εργασία που ποτέ δεν τελειώνει.
Εύκολα, λοιπόν, αντιλαμβάνεται κανείς, πώς η προσευχή δεν αποτελεί ένα απλό «θρησκευτικό καθήκον» ή μια «συναισθηματική εκτόνωση». Είναι η ατμόσφαιρα μέσα στην οποία ζει η ψυχή. Είναι η ολοκληρωτική στροφή και προσφορά τού ανθρώπου στον Θεό. Μια προσφορά, που, όταν συνοδεύεται από τον αγώνα για την τήρηση των εντολών τού Χριστού, ελκύει τη θεία χάρη. Κι αυτή με τη σειρά της καθαρίζει την καρδιά, φωτίζει το νου, μεταμορφώνει τον όλο άνθρωπο και τον χριστοποιεί.
Γι’ αυτό, χριστιανός που δεν προσεύχεται, δεν είναι αληθινός χριστιανός. Και άνθρωπος που δεν ξέρει να προσευχηθεί, δεν είναι ολοκληρωμένος άνθρωπος.
«Όπως το σώμα», λέει ο ιερός Χρυσόστομος, «χωρίς την ψυχή, είναι νεκρό, έτσι και η ψυχή, χωρίς την προσευχή, είναι νεκρή».
Στις επόμενες σελίδες προσφέρεται επιλεκτικά, σε ελεύθερη νεοελληνική απόδοση, ένα κλασικό έργο της πατερικής γραμματείας, ο «Λόγος περί προσευχής», που βρίσκεται καταχωρισμένος στη Φιλοκαλία και αποδίδεται στον Σιναΐτη άγιο Νείλο τον ασκητή (5ος αι. ).
Ολόκληρο το έργο αποτελείται από 153 μικρά μα περιεκτικά κεφάλαια, που χειραγωγούν με ασφάλεια στην οδό της πνευματικής προσευχής όποιον θελήσει όχι να τα διαβάσει βιαστικά, μα να τα μελετήσει προσεκτικά και να τ' αφομοιώσει. Γιατί είναι αλήθεια, πως για τον σημερινό άνθρωπο ο λόγος του αγίου Νείλου είναι τροφή στέρεη. Είναι ισχυρό αντίδοτο στον πνευματικό λιμό της εποχής μας, όπου το «μυστήριον της ανομίας» ενεργείται με ταχύτατους ρυθμούς.
Στις επερχόμενες δοκιμασίες θα μας θρέψει και θα μας στηρίξει μόνο η «εν πνεύματι και αληθεία» κοινωνία με τον όντως Όντα Θεό, τον Παντοκράτορα Κύριο. Ο δικός Του αιώνιος λόγος ακούγεται σήμερα, όσο ποτέ άλλοτε, αφυπνιστικός και σωτήριος: «Βλέπετε, αγρυπνείτε και προσεύχεσθε… ίνα καταξιωθήτε εκφυγείν πάντα τα μέλλοντα γίνεσθαι και σταθήναι έμπροσθεν τού Υιού του ανθρώπου» (Μάρκ. 13:33 και Λουκ. 21:36).

Η προσευχή

Προσευχή είναι το ανέβασμα του νου στον Θεό. Πρόκειται για μια εργασία πνευματική, που αρμόζει στην αξία του ανθρώπινου νου περισσότερο απ’ οποιαδήποτε άλλη ασχολία.

Η προσευχή γεννιέται από την πραότητα και την αοργησία· φέρνει στην ψυχή τη χαρά και την ευχαριστία· προφυλάσσει τον άνθρωπο από τη λύπη και την αθυμία.

Όπως το ψωμί είναι τροφή του σώματος και η αρετή τροφή της ψυχής, έτσι και του νου τροφή είναι η πνευματική προσευχή.

Όπως η όραση είναι ανώτερη απ’ όλες τις αισθήσεις, έτσι και η προσευχή είναι η πιο θεία και ιερή απ’ όλες τις αρετές.

Εκείνος που αγαπά τον Θεό, συνομιλεί πάντοτε μαζί Του σαν γιος προς πατέρα και αποστρέφεται κάθε εμπαθή σκέψη.

Αφού η προσευχή είναι συναναστροφή του νου με τον Θεό, σε ποιαν άραγε κατάσταση θα πρέπει να βρίσκεται αυτός, για να μπορέσει, χωρίς να στρέφεται άλλου, να πλησιάσει τον Κύριό του και να συνομιλεί μαζί Του χωρίς τη μεσολάβηση άλλου;

Αν ο Μωυσής, προσπαθώντας να πλησιάσει τη φλεγόμενη βάτο, εμποδιζόταν, ώσπου έβγαλε τα σανδάλια από τα πόδια του, εσύ, που θέλεις να δεις τον Θεό και να συνομιλήσεις μαζί Του, δεν θα πρέπει να βγάλεις και να πετάξεις από πάνω σου κάθε αμαρτωλό λογισμό;

Όλος ο πόλεμος ανάμεσα σ' εμάς και τους ακάθαρτους δαίμονες δεν γίνεται για τίποτ' άλλο παρά για την πνευματική προσευχή. Γιατί σ' αυτούς είναι πολύ εχθρική και ενοχλητική η προσευχή, ενώ σ' εμάς είναι πρόξενος σωτηρίας, τερπνή και ευχάριστη.

Τι θέλουν οι δαίμονες να ενεργούν μέσα μας; Γαστριμαργία, πορνεία, φιλαργυρία, οργή, μνησικακία και τα λοιπά πάθη, για να παχυνθεί ο νους απ’ αυτά και να μην μπορέσει να προσευχηθεί σωστά. Γιατί όταν υπερισχύσουν τα άλογα πάθη, δεν τον αφήνουν να κινείται λογικά.

Μη νομίζεις ότι απέκτησες αρετή, αν προηγουμένως δεν αγωνίστηκες γι’ αυτήν μέχρις αίματος. Γιατί, κατά τον απόστολο Παύλο (Εφ. 6:11), πρέπει ν' αντιστεκόμαστε στην αμαρτία μέχρι θανάτου, με αγωνιστικότητα και άμεμπτο τρόπο.

Δεν μπορεί ο δεμένος να τρέξει. Ούτε ο νους, που δουλεύει σαν σκλάβος σε κάποιο πάθος, θα μπορέσει να κάνει αληθινή προσευχή. Γιατί σύρεται και γυρίζει εδώ κι εκεί από την εμπαθή σκέψη και δεν μπορεί να σταθεί ατάραχος.

Δεν θα κατορθώσεις να προσευχηθείς καθαρά, αν ανακατεύεσαι με υλικά πράγματα και ταράζεσαι με αδιάκοπες φροντίδες. Γιατί προσευχή σημαίνει απαλλαγή από κάθε μέριμνα.

Αν θέλεις να προσευχηθείς, έχεις ανάγκη από τον Θεό, που δωρίζει την αληθινή προσευχή σ' οποίον επιμένει ακούραστα στον αγώνα της προσευχής. Να Τον επικαλείσαι, λοιπόν, λέγοντας· «Αγιασθήτω το όνομα σου, ελθέτω η βασιλεία σου» (Ματθαίος 6:9)· δηλαδή, ας έρθει το Άγιο Πνεύμα και ο Μονογενής Σου Υιός. Γιατί αυτό μας δίδαξε ο Χριστός, λέγοντας μας πώς πρέπει να προσκυνούμε και να λατρεύουμε τον θεό Πατέρα «με τη δύναμη τού Πνεύματος, που φανερώνει την αλήθεια» (Ιωάνν. 4:24).

Πρώτα-πρώτα προσευχήσου ν' αποκτήσεις δάκρυα, για να μαλακώσεις με το πένθος την αγριότητα της ψυχής σου. Εύκολα τότε θα ομολογήσεις με ειλικρίνεια, ενώπιον του Κυρίου, τις αμαρτίες που διέπραξες, και θα λάβεις απ’ Αυτόν την άφεση.

Να χρησιμοποιείς τα δάκρυα για να πετύχεις κάθε αίτημα σου. Γιατί χαίρεται πολύ ο Κύριος, όταν προσεύχεσαι με δάκρυα.

Αν στην προσευχή σου χύνεις πηγές δακρύων, μην υπερηφανεύεσαι πώς είσαι τάχα ανώτερος από τους πολλούς. Δεν είναι δικό σου κατόρθωμα αυτό, αλλά βοήθεια για την προσευχή σου από τον Κύριο, για να μπορέσεις έτσι να εξομολογηθείς πρόθυμα τις αμαρτίες σου και να Τον εξευμενίσεις.

Όταν νομίσεις πώς δεν έχεις ανάγκη από δάκρυα στην προσευχή σου για τις αμαρτίες σου, να αναλογιστείς πόσο πολύ έχεις απομακρυνθεί από τον Θεό, ενώ θα 'πρεπε να είσαι διαρκώς κοντά Του και τότε θα κλάψεις με μεγαλύτερη θέρμη.

Πράγματι, αν έχεις επίγνωση της καταστάσεως σου, θα πενθήσεις μ' ευχαρίστηση, ελεεινολογώντας τον εαυτό σου και λέγοντας όπως ο προφήτης Ησαΐας: «πως, ενώ είμαι ακάθαρτος και γεμάτος από πάθη, τολμώ να παρουσιάζομαι μπροστά στον Παντοδύναμο Κύριο;» (παράβαλλε Ησ. 6: 5 ).

Αν θέλεις να προσεύχεσαι αξιέπαινα, να αρνείσαι τον εαυτό σου κάθε στιγμή· κι αν υποφέρεις πολλά δεινά, να στοχαστείς την ανακούφιση που θα βρεις, όταν καταφύγεις στην προσευχή.

Αν λαχταράς να προσευχηθείς όπως πρέπει, μη λυπήσεις κανέναν άνθρωπο. Διαφορετικά άδικα προσεύχεσαι.

Όσα κάνεις εναντίον κάποιου αδελφού, που σ' έχει αδικήσει, όλα θα σου γίνουν εμπόδιο στον καιρό της προσευχής.

«Άφησε το δώρο σου», λέει ο Χριστός, «μπροστά στο θυσιαστήριο και πήγαινε πρώτα να συμφιλιωθείς με τον αδελφό σου, και μετά έλα και προσευχήσου χωρίς ταραχή» (παράβαλλε Ματθαίος 5:24). Γιατί η μνησικακία θαμπώνει το λογικό του ανθρώπου που προσεύχεται, και σκοτίζει τις προσευχές του.

Εκείνοι που προσεύχονται, αλλά συσσωρεύουν μέσα τους λύπες και μνησικακίες, μοιάζουν με ανθρώπους που αντλούν νερό απ’ το πηγάδι και το αδειάζουν σε τρύπιο πιθάρι.

Μην αγαπάς τα πολλά λόγια και την ανθρώπινη δόξα. Διαφορετικά, όχι πίσω από την πλάτη σου, αλλά μπροστά στα μάτια σου θα σε επιβουλεύονται οι δαίμονες και θα χαίρονται μαζί σου στον καιρό της προσευχής, καθώς εύκολα τότε θα σε παρασύρουν και θα σε δελεάζουν με αλλόκοτους λογισμούς.

Αν θέλεις να προσεύχεσαι καθαρά, μην υποχωρήσεις σε καμιά σαρκική απαίτηση, και δεν θα 'χεις στην ώρα της προσευχής κανένα σύννεφο να σε σκοτίζει.

Μην αποφεύγεις τη φτώχεια και τη θλίψη, γιατί αυτές κάνουν ανάλαφρη την προσευχή.

Πρόσεχε! Στέκεσαι αληθινά ενώπιον του Θεού την ώρα της προσευχής, ή μήπως νικιέσαι απ’ τον ανθρώπινο έπαινο κι αυτόν επιδιώκεις με το να κάνεις πολλές και μεγάλες προσευχές;

Να προσεύχεσαι όχι φαρισαϊκά αλλά τελωνικά, για να δικαιωθείς κι εσύ από τον Κύριο.

Έπαινος της προσευχής δεν είναι η ποσότητα αλλά η ποιότητα. Αυτό γίνεται φανερό από την παραβολή του Τελώνου και Φαρισαίου και από το λόγο του Χριστού: «Όταν προσεύχεστε, μη φλυαρείτε όπως οι ειδωλολάτρες, που νομίζουν ότι με την πολυλογία τους θα εισακουστούν» (Ματθαίος 6: 7).

Μην προσεύχεσαι μόνο με εξωτερικά σχήματα, αλλά να προτρέπεις το νου σου να συναισθάνεται το έργο της προσευχής με πολύ φόβο.

Είτε μόνος σου είτε μαζί με αδελφούς προσεύχεσαι, αγωνίσου να προσεύχεσαι όχι από συνήθεια, αλλά με συναίσθηση.

Συναίσθηση προσευχής σημαίνει συγκέντρωση του νου με ευλάβεια, με κατάνυξη, με στεναγμούς μυστικούς και με πόνο ψυχής, που συνοδεύει την εξομολόγηση των αμαρτιών μας.

Να στέκεσαι υπομένοντας τον κόπο, να προσεύχεσαι με ένταση και επιμονή και ν' αποστρέφεσαι τις φροντίδες και τις σκέψεις που σου έρχονται. Γιατί σε ταράζουν και σε θορυβούν, για να παραλύσουν τη δύναμη και την ένταση σου.

Αν είσαι υπομονετικός, θα προσεύχεσαι πάντα με χαρά.

Αγωνίσου να κρατήσεις το νου σου την ώρα της προσευχής κουφό και άλαλο. Έτσι μόνο θα μπορέσεις να προσευχηθείς.

Η ψαλμωδία καταπραΰνει τα πάθη και γαληνεύει τις άτακτες κινήσεις του σώματος. Γι’ αυτό να ψάλλεις με συναίσθηση και κοσμιότητα και θα μοιάζεις έτσι με αετόπουλο που πετάει στα ύψη.

Αν δεν έλαβες ακόμα χάρισμα προσευχής ή ψαλμωδίας, ζήτησε το με επιμονή και θα το λάβεις.

Ο διάβολος φθονεί πολύ τον άνθρωπο που προσεύχεται, και χρησιμοποιεί κάθε τέχνασμα, προκειμένου να πλήξει το σκοπό του. Έτσι, όταν δουν οι δαίμονες ότι είσαι πρόθυμος να προσευχηθείς αληθινά, σου θυμίζουν κάποια δήθεν αναγκαία πράγματα. Σε λίγο όμως σε κάνουν να τα ξεχάσεις και σε σπρώχνουν να τα αναζητήσεις. Κι επειδή δεν τα θυμάσαι, στενοχωριέσαι και λυπάσαι. Όταν ξανασταθείς στην προσευχή, σου υπενθυμίζουν πάλι εκείνα που έψαχνες, για να στραφεί ξανά ο νους σ' αυτά και να χάσει τελικά την καρποφόρα προσευχή.

Στην ώρα της προσευχής, η μνήμη σού φέρνει ή φαντασίες παλαιών πραγμάτων ή καινούργιες φροντίδες ή το πρόσωπο εκείνου που σ' έχει λυπήσει. Φύλαγε λοιπόν καλά τη μνήμη σου, για να μη σου παρουσιάζει τις δικές της υποθέσεις. Και να παρακινείς συνεχώς τον εαυτό σου να συνειδητοποιεί μπροστά σε ποιόν βρίσκεται. Γιατί είναι πολύ φυσικό για το νου να παρασύρεται εύκολα από τη μνήμη στον καιρό της προσευχής.

Η προσοχή του νου που προσπαθεί να βρει προσευχή, θα βρει προσευχή. Γιατί η προσευχή ακολουθεί όσο τίποτε άλλο την προσοχή. Ας φροντίσουμε, λοιπόν, με προθυμία ν' αποκτήσουμε την προσοχή.

Άλλοτε, με το που θα σταθείς στην προσευχή, μπορείς αμέσως να συγκεντρωθείς και να προσευχηθείς καλά κι άλλοτε πάλι θα κοπιάσεις πολύ χωρίς να πετύχεις το σκοπό σου. Αυτό συμβαίνει για να ζητήσεις με περισσότερη ζέση την προσευχή· κι αφού τη λάβεις, να την έχεις αναφαίρετο κατόρθωμα.

Να ξέρεις πως οι άγιοι άγγελοι μας παροτρύνουν σε προσευχή και στέκονται μαζί μας και χαίρονται και προσεύχονται για μας. Αν λοιπόν αμελήσουμε και δεχθούμε τους λογισμούς που μας υποβάλλουν οι δαίμονες, πολύ παροργίζουμε τους αγγέλους. Γιατί, ενώ αυτοί τόσο πολύ αγωνίζονται για μας, εμείς ούτε για τον εαυτό μας δεν θέλουμε να ικετεύσουμε τον Θεό, αλλά, περιφρονώντας την υπηρεσία τους και εγκαταλείποντας τον Κύριό τους και Θεό, συνομιλούμε με ακάθαρτους δαίμονες.

Πραγματική προσευχή κάνει εκείνος που προσφέρει πάντα στον Θεό ως θυσία την πρώτη του σκέψη.

Μην προσεύχεσαι να γίνουν τα θελήματά σου, γιατί οπωσδήποτε δεν συμφωνούν με το θέλημα του Θεού αλλά μάλλον, καθώς διδάχθηκες, λέγε στην προσευχή σου: «Γενηθήτω το θέλημά σου» (Ματθαίος 6:10). Και για κάθε πράγμα αυτό να ζητάς από τον Θεό, να γίνει το θέλημά Του, γιατί Αυτός θέλει το καλό και το συμφέρον της ψυχής σου ενώ εσύ οπωσδήποτε δεν ζητάς πάντοτε το συμφέρον σου.

Πολλές φορές ζήτησα με την προσευχή από τον Θεό να μου γίνει κάτι που νόμιζα καλό. Και επέμενα παράλογα να το ζητώ, βιάζοντας το θείο θέλημα. Δεν άφηνα τον Θεό να οικονομήσει ό,τι Αυτός γνώριζε ως δικό μου συμφέρον. Και λοιπόν, αφού έλαβα ό,τι ζητούσα, στενοχωρήθηκα ύστερα πολύ, που δεν είχα παρακαλέσει να γίνει μάλλον το θέλημα Του. Γιατί δεν μου ήρθε το πράγμα έτσι όπως το νόμιζα.

Τί είναι αγαθό, παρά ο Θεός; Σ' Αυτόν λοιπόν ας αναθέσουμε όλα μας τα ζητήματα, και θα πάνε καλά. Γιατί ο αγαθός οπωσδήποτε χορηγεί και αγαθές δωρεές.

Στην προσευχή σου να ζητάς μόνο τη δικαιοσύνη και τη βασιλεία του Θεού, δηλαδή την αρετή και τη θεία γνώση. Και όλα τα υπόλοιπα θα σου προστεθούν.

Ανάθεσε με εμπιστοσύνη στον Θεό τις ανάγκες του σώματός σου, κι αυτό θα φανερώσει πως Του αναθέτεις και τις ανάγκες του πνεύματος.

Ν' αγωνίζεσαι, ώστε να μη ζητήσεις το κακό κανενός στην προσευχή σου, για να μην γκρεμίσεις ό,τι χτίζεις, κάνοντας σιχαμερή την προσευχή σου.

Ο χρεωφειλέτης των μυρίων ταλάντων της ευαγγελικής παραβολής ας σου γίνει παράδειγμα. Αν δεν συγχωρέσεις αυτόν που σ' έβλαψε, ουτ' εσύ θα πετύχεις την άφεση των αμαρτιών σου. Γιατί λέει το Ευαγγέλιο για τον χρεωφειλέτη των μυρίων ταλάντων, που δεν συγχωρούσε τον δικό του χρεώστη, ότι «τον παρέδωσε στους βασανιστές» (Ματθαίος 18:24-35).

Καλό είναι να μην προσεύχεσαι μόνο για τον εαυτό σου, αλλά και για κάθε συνάνθρωπό σου, ώστε να μιμηθείς έτσι τον αγγελικό τρόπο προσευχής.

Μη θλίβεσαι, αν δεν παίρνεις αμέσως από τον Θεό ό,τι ζητάς. Γιατί θέλει να σ' ευεργετήσει περισσότερο με το να υπομένεις καρτερικά στην προσευχή. Τί ανώτερο υπάρχει, αλήθεια, από το να συναναστρέφεσαι τον Θεό και να συνομιλείς μαζί Του;

Ο Κύριος, θέλοντας να διδάξει τους μαθητές Του ότι πρέπει πάντοτε να προσεύχονται και να μην αποθαρρύνονται, τους διηγήθηκε μια σχετική παραβολή (Λουκ. 18:1-8). Σ' αυτή την παραβολή κάποιος άδικος δικαστής είπε για μια χήρα γυναίκα, που ζητούσε επίμονα το δίκιο της: Αν ούτε τον Θεό φοβάμαι ούτε τους ανθρώπους ντρέπομαι, όμως, επειδή αυτή η γυναίκα με ενοχλεί συνεχώς, ζητώντας το δίκιο της, θα της το δώσω. Και ο Κύριος κατέληξε στο συμπέρασμα: Έτσι και ο Θεός θα εκπληρώσει σύντομα το θέλημα αυτών που Τον παρακαλούν νύχτα-μέρα. Γι’ αυτό, λοιπόν, κι εσύ μη χάνεις το θάρρος σου και μη στενοχωριέσαι, επειδή δεν έλαβες. Γιατί θα λάβεις αργότερα. Να είσαι χαρούμενος και να επιμένεις, υπομένοντας τον κόπο της αγίας προσευχής.

Να παραβλέπεις τις ανάγκες του σώματος όταν προσεύχεσαι, για να μη χάσεις το μέγιστο κέρδος της προσευχής σου από το τσίμπημα ενός κουνουπιού ή την ενόχληση μιας μύγας.

Αν έχεις επιμέλεια στην προσευχή, να ετοιμάζεσαι για επιθέσεις δαιμόνων και να υπομένεις με γενναιότητα τα χτυπήματά τους. Γιατί θα ορμήσουν επάνω σου σαν άγρια θηρία, για να σε ταλαιπωρήσουν.

Εκείνος που υποφέρει τα λυπηρά, θα επιτύχει και τα χαρμόσυνα. Κι εκείνος που εγκαρτερεί στα δυσάρεστα, θα απολαύσει και τα ευχάριστα.

Μη φανταστείς κανένα σχήμα για τον Θεό όταν προσεύχεσαι, μήτε να επιτρέψεις να τυπωθεί κάποια μορφή στο νου σου, αλλά πλησίασε με άυλο τρόπο τον άυλο Θεό.

Μην επιθυμήσεις να δεις με τα μάτια τού σώματός σου αγγέλους ή δυνάμεις ή το Χριστό, μην τυχόν και χάσεις εντελώς το μυαλό σου και δεχθείς έτσι λύκο αντί για βοσκό και προσκυνήσεις τους εχθρούς δαίμονες.

  Φυλάξου από τις παγίδες των δαιμόνων. Γιατί συμβαίνει, εκεί που προσεύχεσαι ήσυχα και καθαρά, ξαφνικά να σου παρουσιάσουν κάποια παράξενη μορφή, για να σε οδηγήσουν στην υπερηφάνεια, καθώς θα υποθέσεις ότι εκεί βρίσκεται το θείο. Το θείο όμως είναι άυλο και χωρίς σχήμα.

Φρόντισε να έχεις πολλή ταπεινοφροσύνη και ανδρεία, και δεν θ' αγγίξει την ψυχή σου δαιμονική επήρεια. Οι άγγελοι αοράτως θα διώξουν μακριά όλη την ενέργεια των δαιμόνων.

Όταν μεταχειριστεί ο παμπόνηρος δαίμονας πολλά μέσα και δεν μπορέσει να εμποδίσει την προσευχή του δικαίου, τότε αποσύρεται για λίγο. Μα τον εκδικείται αργότερα, σπρώχνοντας τον στην οργή, για να εξαφανίσει την εξαίρετη εσωτερική κατάσταση που δημιουργήθηκε με την προσευχή, ή ερεθίζοντάς τον σε σαρκική ηδονή, για να μολύνει την ψυχή του.

Όταν προσευχηθείς όπως πρέπει, να περιμένεις πειρασμούς. Στάσου λοιπόν γενναία, για να διατηρήσεις τον καρπό της προσευχής. Γιατί εξαρχής σ' αυτό έχεις ταχθεί, να εργάζεσαι την προσευχή και να φυλάττεις τους καρπούς της (Παράβαλλε Γεν. 2:15). Αφού εργαστείς, λοιπόν, μην αφήσεις αφύλαχτο ό,τι κέρδισες· διαφορετικά, δεν ωφελήθηκες καθόλου από την προσευχή σου.

Αν προσεύχεσαι θεάρεστα, θα σε βρουν τέτοιες δοκιμασίες, ώστε να νομίσεις πώς είναι δίκαιο να θυμώσεις. Δεν υπάρχει όμως καθόλου δικαιολογημένος θυμός εναντίον του πλησίον. Αν καλοεξετάσεις την υπόθεση, θα βρεις πώς είναι δυνατό και χωρίς θυμό να διευθετηθεί το ζήτημα. Μεταχειρίσου, λοιπόν, κάθε τρόπο για να μη θυμώσεις.

Το Άγιο Πνεύμα, συμπάσχοντας με την ασθένειά μας, έρχεται σ' εμάς, μολονότι είμαστε ακάθαρτοι από τα πάθη και τις αμαρτίες. Κι αν βρει το νου να προσεύχεται ειλικρινά μόνο σ' Αυτό, κυριαρχεί πάνω του, εξαφανίζει όλη τη φάλαγγα των πονηρών λογισμών και σκέψεων, που τον περικυκλώνουν, και τον προτρέπει στον έρωτα της πνευματικής προσευχής.

Έχεις πόθο να προσευχηθείς; Γίνε νεκρός για τη γη. Έχε παντοτινά πατρίδα τον ουρανό όχι με λόγια, αλλά με ζωή αγγελική και με γνώση θεϊκή. Απαρνήσου τα πάντα, για να κληρονομήσεις το παν.

Αν είσαι πραγματικός θεολόγος, θα προσεύχεσαι αληθινά. Κι αν προσεύχεσαι αληθινά, είσαι πραγματικός θεολόγος.

Μακάριος ο νους, που στον καιρό της προσευχής δεν σχηματίζει μέσα του καμιάν απολύτως μορφή. Μακάριος ο νους, που προσεύχεται απερίσπαστα και αποκτά διαρκώς περισσότερο πόθο για τον Θεό. Μακάριος ο νους, που στον καιρό της προσευχής γίνεται άυλος κι ελεύθερος απ’ όλα. Μακάριος ο νους, που στον καιρό της προσευχής μένει ανεπηρέαστος από κάθε πράγμα.

Αν στον καιρό της προσευχής σου νιώσεις χαρά μεγαλύτερη από κάθε άλλη χαρά, τότε πράγματι βρήκες την αληθινή προσευχή.

(Η ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ Νο 29, Έκδοση Ιερά Μονής Παρακλήτου Ωρωπού)
 
http://www.alopsis.gr

Frequent Communion Because of Self-conceit...

 Hieromartyr Bishop Arseny (Zhadanovsky). "Spiritual Diary".

 

Once I was told about the following case concerning frequent Communion. One woman used to receive Communion every day. She attracted attention of the clergy authority. A confessor was instructed to check her. In view of the internal state of this lady he asked her to confess before every Communion and when he considered it inconvenient, he advised her not to approach the Holy Chalice. But such a spiritual guidance was too late for her. She did not hesitate and continued to receive the Communion every day, going from one church to another. Then she was traced and never admitted to the Holy Communion. And this lady came to not seeking to receive the Communion in the church and imagined that she had already been given the Divine right to consecrate bread and wine herself, and took the Communion every day at home, making so-called Liturgy with prosphora and wine. Her case, however, ended sadly. She lost her mind and she is currently in the mental hospital.

Thus, Holy Communion should be treated with great reverence; it should be taken with a humble feeling every time, otherwise a frequent and unworthy taking of Holy Communion may be a ground for self-delusion. Once a woman came to me in the church and began reprimand me for she was not admitted to the Holy Communion every day, and by the way, on my question, whether she confessed her sins and whether she deserved every day, as a woman, to take the Holy Communion, she replied that she had no sins. Another woman required the daily Communion, while she reeked of tobacco. The Holy Communion is great, but its greatness requires great preparation, the great dignity for its taking. "For it is a coal that burns the unworthy". (Prayer before the Holy Communion).

 

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...