Thursday, 21 March 2013

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΩΝ ΠΡΟΗΓΙΑΣΜΕΝΩΝ ΤΙΜΙΩΝ ΔΩΡΩΝ


Του Αρχιμανδρίτη π. Χρυσόστομου Τελίδη

Μπορούμε να ονομάσουμε χωρίς υπερβολή τη λειτουργία αυτή, μαζί με τα λειτουργικά χειρόγραφα, «Λειτουργία της Μεγάλης Τεσσαρακοστής», γιατί πραγματικά αποτελεί την πιο χαρακτηριστική ακολουθία της ιεράς αυτής περιόδου. Είναι δυστυχώς αλήθεια ότι πολλοί από τούς χριστιανούς αγνοούν τελείως την ύπαρξη της, η την γνωρίζουν μόνο από το όνομα, αφού ελάχιστες φορές θα έτυχε να την έχουν παρακολουθήσει.
Η Λειτουργία των Προηγιασμένων τελείται σήμερα στούς ναούς μας το πρωί αλλά και το απόγευμα των καθημερινών της Τεσσαρακοστής, συνήθως Τετάρτη και Παρασκευή, για να δίδεται η ευκαιρία στους πιστούς, της καθημερινής προσευχής αλλά και της συχνής Θείας Κοινωνίας. Το όνομά της η Λειτουργία αυτή το πήρε από την ίδια τη φύση της. Είναι στην κυριολεξία λειτουργία «προηγιασμένων δώρων». Δεν είναι δηλαδή λειτουργία όπως οι άλλες γνωστές λειτουργίες του Μεγάλου Βασιλείου και του ιερού Χρυσοστόμου, στις οποίες έχουμε προσφορά και καθαγιασμό τιμίων δώρων. Τα δώρα είναι καθαγιασμένα, προηγιασμένα, από άλλη λειτουργία, που ετελέσθη σε άλλη ημέρα. Τα προηγιασμένα δώρα προτίθενται κατά την λειτουργία των Προηγιασμένων για να κοινωνήσουν απ αὐτά και να αγιασθούν οι πιστοί. Με άλλα λόγια η λειτουργία των προηγιασμένων είναι Θεία Μετάληψις και Θεία Κοινωνία.
Για να κατανοήσουμε την γενεσιουργό αιτία της λειτουργίας των Προηγιασμένων πρέπει να ανατρέξουμε στην ιστορία της. Οι ρίζες της βρίσκονται στην αρχαιοτάτη πράξη της Εκκλησίας μας. Σήμερα έχουμε τη συνήθεια να κοινωνούμε κατά αραιά χρονικά διαστήματα. Στούς πρώτους όμως αιώνες της ζωής της Εκκλησίας οι πιστοί κοινωνούσαν σε κάθε λειτουργία, και μόνον εκείνοι που είχαν υποπέσει σε διάφορα σοβαρά αμαρτήματα απεκλείοντο από τους ιερείς για ένα ορισμένο χρονικό διάστημα από την Μετάληψη των Αγίων Μυστηρίων.
Κοινωνούσαν δηλαδή οι πιστοί απαραιτήτως κάθε Κυριακή και κάθε Σάββατο και ενδιαμέσως της εβδομάδος όσες φορές ετελείτο η Θεία Λειτουργία. Αν πάλι δεν ήταν δυνατόν να τελεσθεί ενδιαμέσως της εβδομάδος η Θεία Λειτουργία, τότε οι πιστοί και ιδιαίτερα οι μοναχοί που ήταν σε απομακρυσμένες περιοχές, κρατούσαν μερίδες από την Θεία Κοινωνία της Κυριακής και κοινωνούσαν μόνοι τους ενδιαμέσως της εβδομάδος, έθιμο που το επιδοκιμάζει και ο Μέγας Βασίλειος.
Στις μέρες μας βέβαια δεν συντρέχουν τέτοιοι λόγοι, αφού οι ναοί μας στην απανταχού Ορθοδοξία, λειτουργούνται σχεδόν καθημερινά και η πρόσβαση των πιστών στην Θεία Κοινωνία είναι εύκολη, οπότε και δεν χρειάζονται τέτοιου είδους πρακτικές, που μάλλον είναι και επικίνδυνες.
Έτσι λοιπόν εκείνη την εποχή και ιδιαίτερα στα μοναστήρια μας, αρχίζει να διαμορφώνεται σιγά-σιγά μία μικρά ακολουθία. Όλοι μαζί προσεύχονταν πριν της Θείας Κοινωνίας και όλοι μαζί ευχαριστούσαν τον Θεό  που τούς αξίωσε να μεταλάβουν των Θείων Δώρων. Αν υπήρχε και ιερεύς, αυτός τούς προσέφερε την Θεία Κοινωνία. Αυτό γίνονταν μετά την ακολουθία του εσπερινού η της Θ” ώρας (3 μ.μ.), γιατί οι μοναχοί έτρωγαν συνήθως μια φορά την ημέρα, μετά τον εσπερινό.
Η συχνή πρακτική όμως αυτού του συμβάντος, οδήγησε γρήγορα στην ένταξη αυτής παράδοξης τακτικής, της λήψης της Θείας Κοινωνία τους, στα πλαίσια μιας ακολουθίας, που να υπενθυμίζει την Θεία Λειτουργία. Κατά τον τρόπο αυτόν διαμορφώθηκε η ακολουθία των Τυπικών (δηλαδή κατά τον τύπον της Θείας Λειτουργίας), προς το τέλος της οποίας κοινωνούσαν. Αυτή είναι η μητρική μορφή της Προηγιασμένης.
Ας έρθουμε τώρα στην Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Η Θεία Λειτουργία κατά την περίοδο αυτή ετελείτο μόνον κατά τα Σάββατα και τις Κυριακές. Παλαιό έθιμο επικυρωμένο από εκκλησιαστικούς κανόνες απαγόρευε την τέλεση της Θείας Λειτουργίας κατά τις υπόλοιπες ημέρες της εβδομάδος, γιατί αυτές ήσαν ημέρες νηστείας και πένθους.
Η τέλεση της Θείας Λειτουργίας ήταν κάτι το ασυμβίβαστο προς τον χαρακτήρα των ημερών αυτών. Η Λειτουργία είναι πασχάλιο μυστήριο, που έχει έντονο τον πανηγυρικό, τον χαρμόσυνο και τον επινίκιο χαρακτήρα. Αυτό όμως γεννούσε ένα πρόβλημα. Οι χριστιανοί έπρεπε να κοινωνήσουν δύο φορές τουλάχιστον ακόμη κατά την εβδομάδα, το λιγότερο, δηλαδή κατά τις ενδιάμεσες ημέρες, την Τετάρτη και την Παρασκευή, που μνημονεύει και ο Μέγας Βασίλειος.
Η λύσις ήδη υπήρχε και αρχικά ξεκίνησε από τα μοναστήρια μας για να βρει όμως πρόσφορο έδαφος και στις νεοϊδρυθείσες  μορφές «Ενοριών» εκείνης της εποχής.  Οι πιστοί θα κοινωνούσαν από προηγιασμένα Άγια Δώρα τις ενδιάμεσες ημέρες του Σαββάτου και της Κυριακής, που ήσαν ημέρες απόλυτης νηστείας, δηλαδή την εποχή εκείνη σήμαινε πλήρη αποχή τροφής μέχρι την δύση του ηλίου. Η κοινωνία λοιπόν θα έπρεπε να «κατακλείσει» την νηστεία, να γίνει δηλαδή μετά την ακολουθία του εσπερινού.
Στο σημείο αυτό συνδέεται η ιστορία με την σημερινή πράξη. Η Θεία Λειτουργία των Προηγιασμένων είναι σήμερα η Ακολουθία του Εσπερινού, στην οποία προστίθεται η παράθεσις των Θείων Δώρων, οι προπαρασκευαστικές ευχές, η Θεία Κοινωνία και η Θεία Ευχαριστία ύστερα από αυτήν.
Η διαμόρφωση της αναγκαίας, για εκείνη την εποχή, Θείας Λειτουργίας Προηγιασμένων Δώρων, που δεν έπαψε όμως ούτε στις μέρες μας να έχει την πρακτική της, μέσα στο όλο πλαίσιο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, της έδωσε ένα έντονο «πενθηρό», κατά τον Θεόδωρο Στουδίτη, χαρακτήρα (ερμηνεία της Θείας Λειτουργίας των Προηγιασμένων). Με τον εσπερινό συμπλέκονται τροπάρια κατανυκτικά, οι ιερείς φέρουν πένθιμα άμφια, η Αγία Τράπεζα και τα Τίμια Δώρα είναι σκεπασμένα με μαύρα ή μώβ καλύμματα, οι ευχές είναι γεμάτες ταπείνωση και συντριβή.«Μυστικώτερα εις παν η τελετή γίνεται»(κατά τον Θεόδωρο Στουδίτη).

Όμως όσες αναλύσεις και να κάνουμε ποτέ να μην ξεχνάμε πως η μεγαλύτερη θεολογία της περιόδου που διανύουμε από σήμερα Καθαρά Δευτέρα μέχρι και την Μεγάλη Εβδομάδα, βρίσκεται στην ευχή του Οσίου Εφραίμ του Σύρου που επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά στις εκκλησιές μας για να την κάνουμε βίωμα και αυτοσκοπό, κατά την Ακολουθία του Όρθρου, των Ωρών, των Μεγάλων Αποδείπνων, των Κατανυκτικών Εσπερινών, πάντα και παντού…

Κύριε και Δέσποτα της ζωής μου,
πνεύμα αργίας, περιεργίας, φιλαρχίας,
και αργολογίας μη μοι δως.
Πνεύμα δε σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης,
υπομονής και αγάπης
χάρισαί μοι τω σω δούλω.
Ναι, Κύριε Βασιλεύ,
δώρησαί μοι του οράν τα εμά πταίσματα,
και μη κατακρίνειν τον αδελφόν μου,
ότι ευλογητός ει εις τους αιώνας των αιώνων.
Αμήν.
 
Καλή Σαρακοστή!!!

«ΠΝΕΥΜΑ.. ΦΙΛΑΡΧΙΑΣ… ΜΗ ΜΟΙ ΔΩΣ…»


Είναι ο τρίτος κρίκος στην ιερά αλυσίδα της ευχής του οσίου Εφραίμ του Σύρου. «Κύριε και Δέσποτα της ζωής μου, πνεύμα… φιλαρχίας… μη μοι δώς». Είναι η ικεσία του οσίου πατρός και εν συνεχεία κάθε πιστής ψυχής, να την φυλάξει ο Θεός από το κακό της φιλαρχίας. Δηλαδή από την επιθυμία και αγωνία της αποκτήσεως αρχής και εξουσίας, και κατά συνέπεια και ματαίας τιμής και δόξας.
          Βεβαίως ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο «αρχικόν», δηλαδή με το προσόν να επιβάλλεται και να άρχει. Ωραία το σημειώνει ο ιερός συγγραφεύς της Γεννέσεως: «…και ευλόγησεν αυτούς ο Θεός, λέγων αυξάνεσθε και πληθύνεσθε και πληρώσατε την γήν και κατακυριεύσατε αυτής και άρχεσθε των ιχθύων της θαλάσσης και των πετεινών του ουρανού και πάντων των κτηνών και πάσης της γής…»(α’ 28). Έτσι το σημειώνει και ο ιερός Ψαλμωδός: «δόξη και τιμή εστεφάνωσας αυτόν, πάντα υπέταξας υποκάτω των ποδών αυτού…»(Ψαλμ. η’ 6-7). Αλλά και σε όλους τους ανθρώπους έδωσε την δυνατότητα να είναι εις στενότερο ή ευρύτερο περιβάλλον συνανθρώπων των άρχοντες και να διοικούν, να διευθύνουν, να δικάζουν, γενικώς να προΐστανται. Μήπως και μέσα στην οικογένεια τον άνδρα δεν καθόρισε Κύριον της γυναικός και της όλης οικογένειας; (Εφες. ε’ 22-24, 33). Και στην μητέρα δεν ανέθεσε να κυβερνά και να κατευθύνει στο καλό τα παιδιά της με την συμπαράσταση του συζύγου και πατέρα τους; Πάντοτε όμως οφείλουν, όσοι και όπου άρχουν, να άρχουν με σύνεση και σοφία, με αγάπη και συναίσθηση ευθύνης, προς το συμφέρον όλων, «ως λόγον αποδώσαντες» (Εβρ. Ιγ’ 17).
          Ενώ όμως αυτό είναι το ορθό, η αμαρτία διέστρεψε το «αρχικόν» αυτό του ανθρώπου. Και το μετέβαλε μέσα στους διάφορους κοινωνικούς τομείς από προσφορά και διακονία σε πάθος και μανία για την απόκτηση με κάθε μέσο και για εγωιστικούς σκοπούς της αρχής και εξουσίας. Το μετέβαλε σε φιλ – αρχία, η οποία σε κάθε εποχή καταλαμβάνει και κυριεύει τις ψυχές πολλών ανθρώπων μεγαλοσχήμων, αλλά και ασήμων. Παρακολουθήστε τα σπέρματα της φιλαρχίας στη συμπεριφορά και αυτών ακόμα των μικρών παιδιών. Μεταξύ των ομοίων τους παίρνουν ύφος κυριαρχικό και αγωνιούν και αντιδρούν και εκδικούνται, όταν κάποιος άλλος φανεί ανώτερος τους στη μαθητική επίδοση, στο παιχνίδι ή όπου αλλού. Θέλουν την αρχηγία.
          Αλλά εάν η φιλαρχία αυτή παρατηρείται εν σπέρματι στα μικρά παιδιά, πόσο έντονη παρουσιάζεται μέσα στην κοινωνία μεταξύ των ωρίμων! Μπορεί να εξελιχθεί σε πάθος πραγματικό και βασανιστικό, ως αντιζηλία και ανταγωνισμός και μίσος ακόμα, που γεμίζουν την ψυχή με αγωνία και αδιάκοπη ταραχή. Πολύ περισσότερο ο φίλαρχος μπορεί να πατήσει πάνω στα δίκαια των άλλων ή και στα πτώματα τους, για να υψωθεί και να άρχει αυτός. Κατηγορεί, συκοφαντεί, απειλεί… Τα πάντα μετέρχεται. Για αυτό και ο ιερός Χρυσόστομος υπογραμμίζει τον κίνδυνο της φιλαρχίας και σε ποίο κατάντημα μπορεί να οδηγήσει αυτή τον άνθρωπο. «Δεινόν η φιλαρχία», γράφει, «Δεινόν, και ψυχήν ικανόν απολέσαι».
          Αυτήν ακριβώς την κατάσταση θέλει να αποφύγει ο Χριστιανός, γι’ αυτό και με την προτροπή του οσίου πατρός παρακαλεί τον Κύριον να τον φυλάξει από το πνεύμα της φιλαρχίας.
          Προσεύχεται ο πιστός, αλλά και με σκέψεις ορθές προσπαθεί να αποφύγει την αδυναμία αυτήν και το πάθος. Σκέπτεται: είναι ποτέ δυνατό όλοι οι άνθρωποι να κατέχουν υψηλές θέσεις και υψηλά αξιώματα, να απολαμβάνουν τιμής και δόξης όλοι εις τον ίδιο βαθμό; Και ξέρει ο πιστός και παρακολουθεί ότι, όσοι εις σ’ αυτά αποβλέπουν, δεν διστάζουν να χρησιμοποιήσουν όχι μόνο θεμιτά, αλλά συνήθως και αθέμιτα μέσα, για να επιτύχουν –πάντοτε με αγωνία- το επιδιωκόμενο. Και εάν βεβαίως το επιτύχουν. Αλλά και αν ακόμα το επιτύχουν, συνήθως δεν αρκούνται σε αυτό, αλλά όπως ο υδρωπικός και ο φιλάργυρος, έτσι και ο φίλαρχος ζητεί ακόμα περισσότερα… Εάν δεν το επιτύχουν, τότε γίνονται αξιολύπητοι, μελαγχολούν, καταθλίβονται, απογοητεύονται μένουν με την πικρή γεύση του ανικανοποίητου.
          Αλλά είπαμε ο Χριστιανός ορθοφρονεί. Έχει υπόψη του το θεόπνευστο λόγο του Αποστόλου Παύλου, ο οποίος συνιστά να μην έχει ο πιστός φρόνιμα υψηλότερο από εκείνο, που οφείλει να έχει, αλλά να έχει φρόνημα τέτοιο, ώστε να σκέπτεται για τον εαυτό του συνετά και αληθινά αναλόγως του χαρίσματος, το οποίο ο Θεός μοίρασε στον καθένα.
          Βεβαίως δεν μπορούμε να αποκλείσουμε και για τον πιστό Χριστιανό να οραματίζεται μια θέση και ένα αξίωμα. Όταν μάλιστα αντιλαμβάνεται ότι και τα προσόντα διαθέτει και ικανότητες έχει. Άλλωστε την θέση και το αξίωμα το αντιλαμβάνεται ο πιστός πάντοτε συνυφασμένα με ευθύνη έναντι της συνειδήσεως του, έναντι των ανθρώπων, της κοινωνίας και αυτού του Θεού. Θα επιδιώξει λοιπόν τη θέση, θα ζητήσει το αξίωμα, με μέσα όμως θεμιτά, με τρόπο δίκαιο. Και εάν το επιτύχει, όπου και αν τοποθετηθεί, θα διακονεί ως διάκονος Χριστού, θα προσφέρει τις υπηρεσίες του «ως τώ Κυρίω», με σεβασμό και αγάπη προς τον αρχόμενο πλησίον του.
          Αλλά και αν δεν το επιτύχει, δεν απογοητεύεται. Αφήνει τον εαυτό του στα χέρια του πανσόφου Θεού Πατρός, ο οποίος προνοεί και ρυθμίζει τα πάντα προς το συμφέρον καθενός. Άλλωστε ο πιστός, όπου και αν βρεθεί, καλλιεργεί το τάλαντο, που του έδωσε ο Θεός, με προθυμία και με ταπείνωση, με επιμέλεια, πάντοτε προς ωφέλεια. Και ικανοποιείται απολύτως. Είναι σχετικά και αξιόλογα αυτά που ο
Μ. Βασίλειος σημειώνει: «Εάν επιθυμείς την δόξα και θέλεις να φαίνεσαι ανώτερος από τους πολλούς και να γίνεσαι και να προκόπτεις σε πράγματα του κόσμου, να είσαι δίκαιος, σώφρων, συνετός, γενναίος, υπομονετικός… Με αυτόν τον τρόπο και τον εαυτό σου θα σώσεις και εις ανώτερα αγαθά θα φανείς περίοπτος».
          Για τον Χριστιανό υπάρχει και άλλος πόθος πολύ ανώτερος, γι’ αρχή και δόξα ασυγκρίτως μεγαλύτερη και αιώνια. Είναι η δόξα της βασιλείας των Ουρανών, τα αγαθά τα υπεργήϊνα, τα ανεκλάλητα και συγχρόνως αναφαίρετα. «Ά οφθαλμός ούκ είδε και ούς ούκ ήκουσε και επί καρδίαν ανθρώπου ούκ ανέβη ά ητοίμασεν ο Θεός τοίς αγαπώσιν αυτόν» (Α’ Κορ. β’ 9). Ο πιστός δεν λησμονεί ότι ο Λυτρωτής μας έχει υποσχεθεί στους αγωνιστές Χριστιανούς, που νικούν το κακό, να τους καθίσει στον δικό του πανένδοξο θρόνο τον βασιλικό (Αποκ. Γ’ 21). Και αυτήν τήν αρχή και εξουσία ποθεί, γι’ αυτήν αγωνίζεται. Και φοβάται και φυλάγεται μήπως άλλου είδους δόξες και τιμές, κοσμική και ματαία φιλαρχία, τον επηρεάσουν και τον τυφλώσουν. Γι’ αυτό μαζί με τον όσιο Εφραίμ ικετεύει τον Κύριο: «Κύριε και Δέσποτα της ζωής μου, πνεύμα… φιλαρχίας… μη μοι δώς…».   

Πηγή: «Του οσίου η ευχή», αρχιμ. Θεοδώρου Μπεράτη

OI ΔΑΙΜΟΝΕΣ ΟΜΟΛΟΓΟΥΝ.ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΕΣ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ!

 
ΑΞΙΩΣΕΙΣ του διαβόλου

Ομιλώντας το δαιμόνιο προς τον Θεόν δια τον αμαρτωλό λέγει:
«Βλέπεις πόσον αγαπά εσένα καί πόσον αγαπά εμένα; Αρα δεν είναι με το δικό σου μέρος, αλλά με το δικό μου. Τα έργα του είναι έργα μου. Ουδεμία σχέση έχουν με το ιδικό Σου θεϊκό θέλημα.
Οι αυθάδεις αυτές αξιώσεις του διαβόλου έναντι του Θεού είναι αποτέλεσμα των δικών μας πράξεων. Ό διάβολος είναι ό κατήγορος μας προς τον Θεόν.
Από τον Θεόν ό διάβολος απαιτεί να του παραχωρήσει άδεια καταλήψεως του ανθρώπου, διότι τα έργα μας δεν είναι του Θεού, αλλά του διαβόλου. Κύριε σώσον ημάς. «Κύριε μη, απόρριψης ημάς από του προσώπου Σου..,». (Ψαλμ. 50, 13).

Ο λειτουργός του Θεού καί οι ΜΑΓΟΙ.

«Δι αυτούς, λέγει το πονηρό δαιμόνιον πού τους Έχω εγώ καί κάνουν τα μαγικά μου, να προσεύχεσαι πάντοτε καί ουδέποτε να τους καταράσαι. Διότι αν για σας Εκείνη (εννοεί την Παναγία μας) κλαίει μίαν φοράν, δια τους μάγους κλαίει δύο φοράς, διότι γνωρίζει πού θα πάνε».
Το θλιβερό κατάντημα των μάγων δεν δύναται ανθρώπινος νους να το συλλαβή. Σύμβουλοι στο παρόντα κόσμον καί σύμμαχοι καί όργανα των μάγων είναι οι δαίμονες με ανταλλαγή την αίώνιον καί άθάνατον ψυχήν του καθ' ενός, πού μεταχειρίζεται την μαγεία. Πόσον, αλήθεια, πόσον πρέπει ό κάθε πιστός να προσεύχεται για αυτούς τους δυστυχείς ανθρώπους.
Όταν ό κύριος προσηύχετο δια τους σταυρωτάς Του έδωκε παράδειγμα προς μίμησιν εις ημάς. Όπως εκείνοι δεν γνώριζαν Τι έπρατταν, καί οι μάγοι «ουκ οίδασι Τι ποιούσι».

Οι απειλές του διαβόλου κατά του πολεμούντος αυτόν

«Τα έβαλες εναντίον ολοκλήρου της κολάσεως. 'Αλλά καί εμείς δεν μένομεν ήσυχοι. Όπως μας καίεις, εδώ εις την γήν καθημερινώς, έτσι σου καίωμε καί εμείς το όνομα σου εις την κόλασιν».
Ο πολέμων τον διάβολο πρέπει να γνωρίζη, ότι απέναντι του υπάρχει ό διάβολος, εχθρός αόρατος, πού έχει μόνον ένα σκοπό: Να εμβάλλει φόβον. Κύριε δώσε μας την χάριν Σου, «ίνα ό φοβερός φοβηθεί και φυγή καί ό φοβίζων καί απειλών ημάς φοβούμενος φανή.»

Ή μυστηριώδης «ΣΥΝΥΠΑΡΞΗΣ» Θεού καί διαβόλου

- «Όπως καί οσα αν σου περιγράψω - ομολογεί το πνεύμα το ακάθαρτων -είναι αδύνατον να συλλάβεις Τι υποφέρομε εμείς οι δαίμονες, όταν αυτή ή φωτιά συναντηθεί με μας μέσα του». (Εννοεί ό πονηρός διάβολος στον ασθενή καί οχλούμενον υπό των ακαθάρτων πνευμάτων).
Αν ανάψουν όλα τα πετρέλαια της οικουμένης καί όλα τα πετρέλαια της Αραβίας, δεν φθάνουν την φωτιά, πού μας κατακαίγει όταν κοινωνεί αυτός...», (εννοεί ό δαίμονας το δαιμονισμένο άτομο).
Η μυστηριώδης «ΣΥΝΥΠΑΡΞΗΣ» του Θεού μετά του διαβόλου μέσα εις τον ασθενή είναι μέγα πρόβλημα. Ποία σχέσης φωτός καί σκότους; Θεού καί Βελίαρ; Καί όμως! Παραδόξως ό Πανάγαθος Θεός, εις τα περιστατικά αυτά, εκδηλώνει την άμετρων ιδιότητα της ΥΠΟΜΟΝΗΣ απέναντι του δαίμονος. Όπως όταν ό άνθρωπος διαπράττει το μεγαλύτερον έγκλημα της αμαρτίας. Καί τότε εφαρμόζεται δια τον αμαρτωλό άνθρωπον ή Μακροθυμία του Θεού. Διότι αποσκοπεί ό Θεός εις την σωτηρίαν του ανθρώπου καί όχι στην απώλειά του.

Στην περίπτωσιν του δαιμονισμένου ανθρώπου, οποιοσδήποτε καί αν είναι, αναμένει την μετάνοιάν του. Καί όταν ή μετάνοια είναι ειλικρινής, τότε εξαφανίζεται ό διάβολος.
Εάν ό Θεός εξεδίωκε αυτομάτως με την μετάδοση της Θείας Κοινωνίας τον διάβολο, έκαστος θα αμάρτανε ασυστόλως καί θα διελογίζετο:
»Καί αν έλθη ό διάβολος μέσα μου, εγώ θα κοινωνήσω καί αμέσως θα φυγή!...».

Κατ' αυτόν τον τρόπον όμως ουδείς δαιμονισμένος θα υπήρχε καί θα υπερεπερίσσευεν ή αμαρτία. Ό φόβος της καταλήψεως υπό του διαβόλου είναι ένας λόγος αποφυγής της αμαρτίας.
Ή απερίγραπτος ΚΑΚΙΑ του διαβόλου κατά του ανθρώπου.
- «Δεν θέλω να κινείτε ανθρωπινή σκιά επί του πλανήτου τής γης. Εάν με άφηνε - συνεχίζει ό κακούργος δαίμονας - μόνον ένα λεπτό της ώρας, θα καταπόντιζα ολόκληρη τη γήν».
Ποίος δύναται να περιγράψει την κακίαν του διαβόλου κατά του ανθρώπου; Αυτήν την κακίαν του παγκάκιστου δαίμονος ουδέποτε την έλαβε ύπ' όψιν ό κοσμικός άνθρωπος. Καί το σημαντικότερον πάντων, ουδέποτε προσπαθεί να αποφυγή τα πονηρά καί διαβολικά έργα.
Δώσε Κύριε, δώσε φώτιση στον κόσμον Σου.

Ή άμετρος ΠΟΝΗΡΙΑ του διαβόλου

-Κάνω τόσον όμορφα τη δουλειά μου, πού είναι αδύνατον να με ανακαλύψεις πότε καί πώς ενεργώ».
Η άμετρος πονηρία του διαβόλου δεν ανακαλύπτεται ευκόλως. Οτιδήποτε κακό, είναι του διαβόλου. Πόσον όμως κρύπτεται ό αυτουργός της πονηρίας, δεν υποπτεύεται ό άνθρωπος. Ουδέποτε ό ποιών το κακόν είναι μόνος του. Όπισθεν κάθε μιας πράξεως, πού είναι αντίθετος των εντολών του Θεού, υποκρύπτεται ό μισόκαλος δαίμονας.

Τα ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ του διαβόλου.

- «Δεν φεύγω, όσο ξύλο καί αν τρώγω. "Έχω δικαιώματα», φωνάζει με κομπασμό καί ύπερηφάνειαν ό διάβολος.
Όπως εις την περίπτωσιν των δαιμονισμένων στην χωρά των Γεργεσηνών χρησιμοποιεί, ό διάβολος, την γλώσσαν της παρακλήσεως (Μάρκ. 5, 6-7) προς τον Κύριον, ούτω καί τώρα. Γνωρίζει, ότι ό Θεός δεν θα τον ανεχθεί επί πολύ ακόμη, καί προβαίνει εις παρακλήσεις καί ικεσίας. Χρησιμοποιεί το όπλον της υποκρισίας. Οι υποκριτικές παρακλήσεις του επιμαρτυρούν την αδυναμία καί την κακίαν του.

Ή ανυποχώρητος ΕΠΙΜΟΝΗ του διαβόλου.

·Δεν υποκύπτω εύκολα όπως εσείς, λέγει με πολλήν ειρωνεία ό υπερήφανος δράκοντας. Εγώ μάχομαι με όλη μου την δύναμιν να κρατηθώ. Εκείνος, πού θα μείνει τελευταίος, εκείνος θα κερδίσει την μάχη ν».
Μη νομίσωμεν, ότι ό διάβολος υποχωρεί με την πρώτη μάχη. Είναι εις πολλάς περιπτώσεις ανυποχώρητος. όταν προσέξομε πόση επιμονή έδειξε εναντίον του Κυρίου, στην έρημον τότε θα αντιληφθούμε το διαβολικό πείσμα. Άλλα θα υποχωρήσει καταντροπιασμένο το σκοτεινό δαιμόνιο όταν καί ημείς επιμένουμε αντιτάσσοντας εις αυτό τάς δυνάμεις μας, τάς οποίας ενισχύει δια της χάριτος Του ό Θεός. Δεν πρέπει να υποχωρήσουμε ούτε να υποκύψουμε στις πανουργίας του διαβόλου. Το «άντίστητε τω διαβάλω·· δεν έχει την έννοια της ολιγόλεπτου μάχης. 'Αλλά της διαρκούς καί πεισματώδους μάχης καί τότε επέρχεται ή νίκη.

Ό διάβολος ΟΜΟΛΟΓΕΙ...

« Αν γνώριζα το κακόν, πού θα μου έκανε, δεν θα τον σταύρωνα...».
Ό ΣΤΑΥΡΟΣ του Κυρίου. όπλον αήττητων. όπλον ακαταμάχητο. «Φρίττει γαρ καί τρέμει - ό διάβολος - μη φέρων καθαράν αυτού την δύναμιν.» «Σταυρός ό φύλαξ πάσης της οικουμένης...» Συνεπώς, ό Σταυρός, ως Σύμβολο, ως Σχήμα, ως Τύπος, ως Ουσία, ως Νόημα Ζωής, κατέχει δεσπόζουσα θέσιν εν τη Εκκλησία καί παντού εντοπίζεται». (Ιδε ΒΙΒΛΙΟΝ «ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΣΤΑΥΡΟΒΟΥΝΙΟΥ» Επιμέλεια 'Αρχιμ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ Καθηγουμένου Ίερ. Μονής ΣΤΑΥΡΟΒΟΥΝΙΟΥ)

Ό διάβολος ΕΙΡΩΝΕΥΕΤΑΙ...

- Σάς υπόσχεται ΕΚΕΙΝΟΣ τον Παράδεισον λέγει καταγελών ημάς, ό διάβολος, δια το κατάντημα μας - καί δεν τον ακολουθείτε. Σάς υπόσχομαι εγώ την κόλασιν καί όλοι έρχεσθε μαζί μου».

Τι είναι ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ; Σε απασχόλησε ποτέ ή σκέψις; Ότι, όταν πεθάνεις, εμπρός σου εκτείνεται ένας ατελείωτος αιώνιος κόσμος; Εάν κερδίσωμεν την Βασιλείαν του Θεού, κερδίσαμε το πάν. Εάν όμως κολασθούμε, χάσαμε το πάν. «Τι γαρ ωφελήσει άνθρωπον εάν κερδίσει τον κόσμον όλον, καί ζημιωθεί την ψυχήν αυτού;» (Μάρκ. 8, 36).

Ο διάβολος ΔΕΝ ΠΑΥΕΙ να μας καταπολεμά.

« Εγώ κάνω ακατάπαυστα το καθήκον μου καί σας καταπολεμώ, λέγει ό κακούργος καί άρχέκακος δαίμονας. Εσείς κάνετε το καθήκον σας να με καταπολεμείτε όπως εγώ σας καταπολεμώ;».
Ο διάβολος ημέρας τε καί νυκτός καταπολεμεί τον κάθε άνθρωπον. Προ πάντων τους πιστούς. Καταστρώνει σχέδια την νύκτα, δια να τα εφαρμόσει την ήμέραν. «Σκέπτομαι, σκέπτομαι, Τι άλλο να σου κάνω- λέγει ό διάβολος. Αν γνωρίζαμε, Ότι εις κάθε βήμα της ζωής μας ό διάβολος παραμονεύει να μας προξενήση κακόν, θα ήταν διαφορετική ή ζωή μας. Το όνομα μου είναι ΔΙΑΒΟΛΟΣ...
- «Το όνομα μου είναι διάβολος, λέγει ό πανούργος δαίμονας. Αυτό σημαίνει, Ότι τίποτε άλλο δεν μπορώ να σας κάνω, ειμή μόνον να διαβάλλω. Δεν αναγκάζω κανένα. Εσείς διατί έρχεσθε μόνοι σας σε μένα;»
Ποίος δύναται να υποστήριξη ότι ό διάβολος τον εξανάγκασε προς διάπραξη της αμαρτίας; Ό κάθε άνθρωπος είναι ελεύθερος να αποφασίσει το ΝΑΙ ή το ΟΧΙ. Όπως ό Θεός παροτρύνει τον άνθρωπον να αποφυγή το κακόν καί να πράξη το καλόν, κατά τον ίδιον τρόπον ό διάβολος παροτρύνει τον άνθρωπον να απαρνηθεί το καλόν καί να διάπραξη το κακόν. Ιδού λέγει ό Θεός, παρέθηκά σοι πυρ καί ύδωρ ου αν θέλεις, εκτενείς την χείρα σου» (Σοφ. Σειρ. 15, 16). Ώστε μόνοι μας εκλέγομε τον Παράδεισον ή την κόλασιν. Ουδείς μας πταιει

Ό διάβολος ΠΑΡΑΔΕΧΕΤΑΙ...

- Είσαι, πονηρέ δαίμονα, το σκότος τής κολάσεως.
-Είμαι, απαντά με πολλήν υπερηφάνειαν ό διάβολος.
- Είσαι ή λάσπη καί ή ακαθαρσία της κολάσεως.
- Είμαι, άπαντά με πολλήν αναισχυντία.
- Είσαι ή εφεύρεσης παντός κακού στο κόσμον.
Είμαι, άπαντα με διαβολική καύχηση. Είμαι καί δεν αρνούμαι.
Έχεις τίποτε άλλο να μου ειπείς;
Τώρα ερωτώ εγώ, λέγει ό παμπόνηρος καί παγκάκιστος δαίμονας. « Εφ' όσον είμαι ότι μου είπες, καί οτι δεν μου είπες, διατί μόνοι σας έρχεσθε καί κολυμπάτε μέσα εις το ιδικό μου βρώμικο καί ακάθαρτο νερό;»
Χρειάζονται σχόλια; Ό ουρανός, ή γη, ή θάλασσα μολύνθηκαν από τα βρώμικα καί ακάθαρτα νερά των δικών μας πράξεων. Τι μας απομένει; Η ή μετάνοια ή, ή θεία δίκη καί τιμωρία.

ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ό διάβολος;

- «Είμαι, λέγει ό διάβολος, ελεύθερος. Με άφησε ελεύθερον. Ουδείς θα μείνει άθικτος. Όλοι θα περάσετε από το κόσκινο μου...».
« Ιδού ό σατανάς εξητήσατο υμάς του σινιάσαι ως τον σίτον» « Ιδού ό σατανάς, όπως άλλοτε περί του Ιώβ, ούτω καί δια σας τώρα ζήτησε να σας ταράξει καί σας κλονίσει, όπως κοσκινίζεται καί σείεται το σιτάρι μέσα εις το κόσκινον·· (Λουκ. 22, 31).
«Καί εβλήθη ό δράκων, ό όφις ό μέγας ό αρχαίος, ό καλούμενος Διάβολος καί ό Σατανάς, ό πλανών την οικουμένη όλη, εβλήθη εις την γήν, καί οι άγγελοι αυτού μετ' αυτού εβλήθησαν». «Καί έρρίφθη ό δράκων ό μεγάλος, ό παλαιός όφις, που παρέσυρε εις την παράβασιν τους πρωτοπλάστους, ό καλούμενος διάβολος καί ό σατανάς, ό όποιος πλανά την οικουμένη όλη. Έρρίφθη εις την γήν, καί οι σκοτεινοί άγγελοι του ερρίφθησαν καί αυτοί μαζί με αυτόν».
ΕΙναι κοινή ομολογία, ότι τα σημεία των καιρών προειδοποιούν, ότι κάτι φοβερόν αναμένει τον πλανήτη της γης. "Ας είμεθα λοιπόν Έτοιμοι...».

ΠΕΣΕ ΝΑ ΜΕ ΠΡΟΣΚΥΝΗΣΗΣ...

-Πάψε πια να μας πολεμάς.,., λέγει ό κακούργος καί άρχέκακος όφις. Έλα να συμμαχήσομε μαζί. Πέσε να με προσκύνησης καί Ότι μου ζήτησης, θα σου το δώσω. Χρυσάφι όσο θέλεις. Πλούτη, θέσεις, αξιώματα...».
- Αποτάσσομαι σοι, Σατανά, καί πάσι του έργοις σου, καί πάσι τοις άγγέλοις σου, καί πάση τη λατρεία σου, καί πάση τη πομπή σου. Πτού σου καταραμένε καί αφορισμένε από τον Επουράνιό μου Θεόν.
Ο ίδιος παρέμεινε καί παραμένει ό διάβολος καί θα παραμένει από τότε, πού πολέμησε τον Κύριόν μας εις την ερημον, έως της σήμερον καί έως της συντέλειας του κόσμου. Αυτόν τον άσπονδο έχθρόν του ανθρώπου πρέπει να και πολεμήσωμεν, δια να λάβωμεν τον στέφανον της νίκης.

Θα μεταχειριστεί τα πάντα

Δεν είναι δυνατόν, να παραγνωρισθεί ή πραγματικότης. Αυτό, δηλαδή, πού τονίσθηκε περισσότερον παρά άλλοτε, Ότι ό Αντίχριστος θα μεταχειριστεί τα πάντα, δια να παραπλάνηση τους ανθρώπους της γης. Θα ποίηση εικόνα καί θα δώσει πνεύμα πλάνης εις αυτήν καί θα «λαλήση ή είκών του θηρίου». Θα εξαναγκασθούν οί άνθρωποι να προσκυνήσουν την εικόνα, καί «όσοι εάν μη προσκυνήσωσι τη εικόνι του θηρίου», θα έχη την έξουσίαν ό Αντίχριστος «ίνα αποκτανθώσι», δηλαδή, να φονευθούν (Άποκ. 13,15).
Θα δώσει «χάραγμα» εις τους ανθρώπους. Το χάραγμα θα είναι ή επί της δεξιάς χειρός ή επί των μετώπων των ανθρώπων. Ό διαχωρισμός των οπαδών του Χριστού καί των οπαδών του Αντίχριστου θα αρχίσει εκ της τροφής. Ή αγορά καί ή πώλησης τροφών. Το σημείον τούτο θα είναι κρίσιμο. Πολλοί θα υποκύψουν, διότι δεν θα γνωρίζουν, Ότι καί αυτός ό Αντίχριστος δεν θα εχη εις το τέλος τροφή δια να δώσει εις τους οπαδούς του.
Το χάραγμα ή, ή σφραγίδα του Αντίχριστου θα δώσει την ευκαιρία μόνον εις τους σφραγισμένους «να αγοράζουν ή να πωλούν» (Άποκ. 13,17).

Εν συνεχεία θα προχώρηση ό Αντίχριστος στην διακίνηση του νομίσματος. Θα δέσμευση το χρήμα, το νόμισμα. Θα εχη δε δικαίωμα μόνον ό σφραγισμένος να χρησιμοποιεί το ειδικό νόμισμα, το κοινόν εις τα έθνη. Τότε, με την ιδία σφραγίδα θα δικαιούται να μετακινείται από τόπου εις τόπον δι' όλων των μέσων. Θα διακοπή, δηλαδή, ή μετακίνησης των αρνουμένων την σφραγίδα του Αντίχριστου.
Ειδική ταυτότητα ή ειδική κάρτα θα είναι το έτερον σημείον του διαχωρισμού των πιστών από τους απίστους. Τότε όσοι θα χρησιμοποιούν την ειδική κάρτα θα είναι οί νομοταγείς εις το κράτος. Όσοι θα αρνηθούν, θα είναι οί παράνομοι. Από του σημείου τούτου θα αρχίσει Όσοι διωγμός καί το μαρτύριο.
Τα θαύματα καί ή πλάνη του Αντίχριστου θα πολλαπλασιασθούν. Ό κόσμος θα είναι βυθισμένος εις το σκότος καί όλο καί περισσότερον θα περιπατεί εις το σκότος καί όλο καί περισσότερον διαρκώς εις τάς τάξεις του «ανόμου». Το αποκορύφωμα θα είναι ή παγκόσμιος κυριαρχία του «ανθρώπου της αμαρτίας, του υιού της απώλειας» (Β' Θεσσ. 2,3).

Χρειάζεται προσοχή

Δια την ύπαρξιν του διαβόλου δεν χωρεί ουδεμία αμφιβολία. Ή ενανθρώπισης του Κυρίου σκοπό είχεν την απελευθέρωσιν του ανθρώπου εκ της δυναστείας του διαβόλου. Ή επί γης Εκκλησία του Χριστού κατεργάζεται την σωτηρίαν κάθε ψυχής. όταν ομιλούμε περί σωτηρίας, προϋποτίθεται ή ύπαρξης εχθρού. Ό εχθρός ποίος; Ο σατανάς καί διάβολος ό «πλανών την οικουμένη όλη...» (Άποκ. 12,9).
Ή ύπαρξης κακών πνευμάτων μαρτυρείτε από όσους λυτρώθηκαν από αυτά. Ή προσωπική των εμπειρία, τα βάσανα πού υπέστησαν, ή πάλη πού διεξήγαγαν, ό αγώνας πού υπεβλήθησαν δεν αφήνουν αμφιβολίας δια την ύπαρξιν δαιμόνων. ούτε δίδουν υπόνοια να φανταστή κανείς, Ότι υπέφεραν ή ότι ηθέλησαν οι ίδιοι να υποφέρουν για επίδειξη. Δεν είναι δυνατόν, να ισχυριστεί κάποιος, Ότι, οσα υπέφεραν αυτά τα άτομα, είσαν εικονικά, ότι ενεφανίζοντο στον κόσμον με επιτηδειότητα, δια να κινήσουν υπέρ αυτών τον οίκτων ή την συμπάθεια.

Απεριόριστος προσοχή επιβάλλεται να ύπάρχη εις την παρούσαν ζωήν εκ μέρους των πιστών. Ό διάβολος καραδοκεί δια να είσέλθη εις την ψυχήν καί να την θανάτωση. Είναι ανθρωποκτόνος καί ψυχοκτόνος. Εργάζεται χωρίς ανάπαυλα. ούτε τη μέρα ησυχάζει ούτε νύκτα αναπαύεται. Μυριάδες μυριάδων αϊ παγίδες του καί αυτός είναι έτοιμος να συλλαβή το θύμα του καί να το εκδικηθεί.

Έναντι αυτού του αοράτου εχθρού ημείς είμεθα παντελώς ανίσχυροι. Δια τούτο επιβάλλεται όπως αναθέσωμεν πάσαν την ζωήν μας εις τον Κύριον Ιησούν. «πάσαν την μέριμνα ημών επιρρίψαντες έπ' αυτόν, Ότι αύτω μέλει περί ημών, νίψατε, γρηγορήσατε" Όσοι αντίδικος υμών διάβολος ως λέων ωρυόμενος περιπατεί ζητών τίνα καταπίη» (Α' Πετρ. 5,7-8). Οι θετικοί παράγοντες προς απελευθέρωσι εκ του πονηρού πνεύματος.

Θετικοί παράγοντες δια την προσέλκυση της χάριτος του Θεού είναι αυτοί:

α. Το Ακατανίκητο όπλο της ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ.

β. Ή ανάγνωσης και ή μελέτη της Αγ. ΓΡΑΦΗΣ.

γ. Ή βαθιά μελέτη του Λόγου του Θεού.

δ. Μελέτη καί ανάγνωση ιδιαιτέρως των Ψαλμών του Δαυίδ.

ε. Καθημερινή ανάγνωση των πατερικών κειμένων της Εκκλησίας. Οι άθλοι και τα μαρτυρολόγια των αγίων.

στ. Ή εξομολόγηση καί ειλικρινής απόφαση να μην επιστρέψει ο ασθενής εις τα οπίσω, αλλά να πράττει το θέλημα του Θεού.

ζ. Οι παρακλήσεις καί οί χαιρετισμοί της Παναγίας μας και άλλε παρακλήσεις αγίων.

η. Ή νηστεία επίσης αποτελεί μέγα όπλο κατά των πονηρών πνευμάτων. Το διαβεβαίωσε Όσοι Κύριος, όταν έδωκεν εις την γενεάν των ανθρώπων την θεϊκή Του συνταγή. «Το γένος τούτο εν ουδενί δύναται εξελθείν ειμή εν προσευχή και νηστεία» (Μάρκ. 9,29). Ή εγκράτεια εις την τροφήν, πού επεκτείνεται καί εις τα σαρκικά, είναι αναγκαία, δια να εκδιωχθεί ο διάβολος.

θ. Επισφράγισμα μιας προσπάθειας κατά των πονηρών πνεύμα των είναι ή μετάληψις των αχράντων μυστηρίων του Θεού. Το Σώμα καί το Αίμα του Κυρίου είναι το υπέρτατο όπλο, πού κατασυντρίβει την δύναμη του διαβόλου. : -«Ως λέοντες τοίνυν πυρ πνέοντες, όντως από της τραπέζης αναχωρούμε εκείνης, φοβεροί τω διαβάλω γινόμενοι» (Ρ.Ο. 59,260).

«Πίνετε αγιασμό. Όσο πιο συχνά τόσο πιο καλά. Είναι το καλλίτερο και αποτελεσματικότερο φάρμακο. Αυτό δεν το λέγω σαν παπάς, το λέγω σαν γιατρός. Από την Ιατρική μου πείρα».
(Αρχιεπίσκοπος Λουκάς Βοϊνογιασινέτσκι, 1961)


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ . ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΤΕΥΧΟΣ 43-44 ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 1991

St. Theodore the Studite-Homily for the First Friday of Great Lent


Catechesis 55: On Decorating our Incorruptible House Through the Assumption of the Virtues

by St. Theodore the Studite

Given on Friday of the First Week.

Brethren and fathers, people in the world when they erect a luxurious house give themselves no rest at night and at the end of the day they toil and plan, labouring until they have achieved their object; and such is the longing that fills them that their mind is wholly occupied in this and in considering how the roof may be well-covered, how the floor, adorned with many different marbles with every other form of elegance, will offer lovers of fine sights the most pleasing appearance. But if someone were to wish to tear them away from that care, they would be most distressed, as though they were being seriously wronged. But we, when we are building not a corruptible house but an incorruptible, not one made out of stones and wood but one skilfully constructed from spiritual graces, how can we be idle and come far below these others in zeal? How should this not be the greatest of wrongs? That other house harbours people who love the flesh and when it has passed through many masters it will be pulled down and deserted. The other knows that it welcomes the Holy Spirit, since "we are a temple of the living God and the Spirit of God dwells in us", as the divine Apostle says. Moreover with those who depart from things here it leaves too and abides in heaven intact and eternal. What is the material of this building? The assumption of the virtues. Take first, if you will, as a foundation stone, the fear of God, since "the fear of the Lord is the beginning of wisdom". Next understanding, courage, sobriety, justice; and so with one attached firmly to the other and fitted together with the bond of love it will "grow into a holy temple of the Lord," as it is written. Let us be building this temple, brethren, at every moment, and let us not fail to adorn it with the beauty of the virtues, so that we may have the Holy Spirit for its inhabitant, so that by the pleasantness of our life we may turn the attention of angels and men to ourselves. But since one of the virtues is self-mastery, and we are more closely concerned about this one, let us give glory to God that we have arrived at the one stadium for it. Your faces have been changed from what they were before, but they shine with a fair change: the pallor that comes from self-mastery; your mouths have become embittered, filled with the bile of eating late, [The only reference in the lexica for this word is the Greek Ephrem, where Lampe translates ‘eating slowly’, but the meaning here is surely ‘eating late’, that is after Vespers in the late afternoon, when the only meal is eaten on fast days] but your spirits have been sweetened, flying on wings of hope. And these things are opposed to one another, and by mastering the one the other has become weak; so that we may rejoice for we are sided with the stronger. Perhaps some one will say that to eat every day is a failure of perfection. Not at all! Otherwise our Lord would not have ordered us to ask each day for our daily bread; the prophet Elias would not have been nourished each day in the desert by a raven; Paul, who dwelt in the desert before the godly Antony, would have received bread from God every day; Antony the Great preferred as almost necessary eating daily to a fast of above a day or for a week. And this is how it seems to me; for since our body is physically exhausted through its toil for the whole day, like a racing colt, and needs its rest, so necessarily the creator of our nature has arranged for it to be strengthened by its daily nourishment so that it might run well for the future, but not be exhausted and fading, which what they suffer who drag out their fast over two, three and five days. Nor would they be able to prostrate more frequently, not to join more lustily in psalmody, nor to accomplish their other services easily, unless something truly extraordinary happens. And so daily nourishment is not simply for the imperfect, but very much for the perfect by the traditional definition and canon. And thank goodness these things have been laid down by the fathers. And may you be granted again and again both health of body and strength of spirit to serve the living and true God and to await the last day, in which may you shine out like the sun as heirs of the kingdom of heaven, in Christ Jesus our Lord, to whom be glory and might, with the Father and the Holy Spirit, now and always and to the ages of ages. Amen.

Γερων Νίκων - «Ο Πνευματικός αγώνας»

Ομιλία Μοναχού Γέροντος Νίκωνος από τη Νέα Σκήτη του Αγίου Όρους με Θέμα: «Ο Πνευματικός αγώνας», που πραγματοποιήθηκε στον Ι.Ν. Αναλήψεως του Χριστού, Βόλου στις 2/4/2012.