Sunday, 28 June 2020

Saint Gregory Palamas-Homily on Saints Peter and Paul


By St. Gregory Palamas

1. The commemoration of each of the saints on the appointed feast day is an occasion for town and country, citizens and their rulers to share in rejoicing, and brings great benefit to all who celebrate. "The memory of the just is praised", says the wise Solomon (Prov. 10:7 Lxx), "When the righteous is praised the people will rejoice" (cf. Prov. 29:2 Lxx). If a lamp is lit at night, its light shines for the service and enjoyment of everyone present. Similarly, through such commemorations, each saint's God-pleasing course, his blessed end, and the grace bestowed on him by God, because of the purity of his life, bring spiritual joy and benefit to the whole congregation, like a bright flaming torch set in our midst. When the land bears a good harvest everyone rejoices, not just the farmers (for we all benefit from the earth's produce); so the fruits which the saints bring forth for God through their virtue delight not only the Husbandman of souls, but all of us, being set before us for the common good and pleasure of our souls. During their earthly lives, all the saints are an incentive to virtue for those who hear and see them with understanding, for they are human icons of excellence, animated pillars of goodness, and living books, which teach us the way to better things. Afterwards, when they depart this life, the benefit we gain from them is kept alive for ever through the remembrance of their virtues. By commemorating their noble deeds, we offer them that praise which, on the one hand, we owe them for the good they did our ancestors, but which, on the other, is also fitting for us at the present time, on account of the help they give us now.

ΑΓΙΑ ΣΥΓΚΛΗΤΙΚΗ-Τό κουτσομπολιό τυφλώνει τόν ἄνθρωπο


Η καταλαλιά είναι πολύ βαρύ και ολέθριο αμάρτημα. Ωστόσο μερικοί άνθρωποι την έχουν σαν τροφή και ξεκούραση. Εσύ όμως, πιστή στον Κύριο αδελφή, να μη δεχθείς μέσα σου τα ξένα κακά, αλλά να διατηρείς την ψυχή σου αμόλυντη. Γιατί, αν δεχθείς τα βρωμερά λόγια εκείνου που καταλαλεί, θα προξενήσεις στην προσευχή σου, με τους λογισμούς, κηλίδες ακαθαρσίας και θα μισήσεις αδικαιολόγητα αυτούς που σε συναναστρέφονται. Γιατί, όταν τ’ αφτιά σου θα γεμίσουν από την απανθρωπιά αυτών που καταλαλούν, τότε όλους θα τους υποτιμάς και όλους θα τους θεωρείς το ίδιο ακάθαρτους·όπως ακριβώς και το μάτι, όταν θαμπωθεί από δυνατό έγχρωμο φως, δεν μπορεί να διακρίνει καθαρά το σχήμα των αντικειμένων που βλέπει.
Πρέπει λοιπόν να φυλάμε τη γλώσσα μας και τ’ αφτιά μας, ώστε μήτε να λέμε τίποτα κακό για τον πλησίον μας, μήτε ν’ ανεχόμαστε καν ν’ ακούμε κάτι τέτοιο. Γιατί έχει γραφτεί: «Ου παραδέξη ακοήν ματαίαν» (Εξ. 23:1). Και αλλού: «Τον καταλαλούντα λάθρα τον πλησίον αυτού, τούτον εξεδίωκον» (Ψαλμ. 100:5). Και σ’ άλλο σημείο πάλι: «Όπως αν μη λαλήση το στόμα μου τα έργα των ανθρώπων…» (Ψαλμ. 16:4). Εμείς όμως μιλάμε ακόμα και για έργα που δεν έκαναν οι άνθρωποι! Γι’ αυτό πρέπει όχι μόνο να μην πιστεύουμε όσα μας λένε και να μην τα παραδεχόμαστε καθόλου, αλλά και να ενεργούμε και να μιλάμε σύμφωνα με το παράδειγμα του προφήτη: «Εγώ δε… εγενόμην ωσεί άνθρωπος ουκ ακούων και ουκ έχων εν τω στόματι αυτού ελεγμούς” (Ψαλμ. 37:15).
Από το βίο της αμμάς Συγκλητικής