Thursday, 21 August 2014

How the monks make kollyva on the Holy Mountain,Mount Athos.

On the Holy Mountain, the abbots of the last hundred years are commemorated, as well as the priests and monks of the last thirty. Kollyvo is made every time an icon is placed in the church for veneration. Every Saturday, however, the departed are remembered unless it’s the return of a feast of the Lord. It’s a little, zinc plate of boiled wheat which is placed under the icon of Christ.
  

The kollyvo for a feast requires real confectionary and iconographical skills. Normally, on the surface there’s an icon of the founder or the saint who the honored in the main church is named after, for example, Saint Athanasios the Athonite in the Great Lavra or the Annunciation in the Monastery of Vatopaidi.
Ordinary kollyvo is made as follows: they place crushed wheat into water to make it expand. Then they put it into a container of cold water and bring it to the boil. After half an hour, they pour off the water and add fresh, boiling it again until the wheat is soft and the liquid opaque. A little salt is added. They pour off the liquid, with the addition of sugar and cinnamon. They wash the wheat in cold water to stop it sticking and spread it out to dry. Two or three hours before the Divine Liturgy, the monk whose obedience it is, takes a handful of fine breadcrumbs and adds it to the kollyvo to soak up any moisture, so that it’s completely dry. Afterwards he’ll sieve it to get rid of the breadcrumbs. The wheat’s now ready. He spreads it out and sprinkles sugar on top (not caster sugar, but ordinary) and makes a cross with sugar colored with cinnamon. If he wishes, he can also add ground hazelnuts at an earlier stage in the process.

DSC_1142

The kollyvo for a feast has ground walnuts added, as well as cloves and cumin. Some monasteries use ground hazelnuts (carefully peeled of their skins) instead of walnuts and cinnamon instead of cloves.

koliva 06

For the icons on the surface of the kollyvo, they take the wooden end of a fine artist’s brush and press the shape on the sugar from the anthivolo (a copy or template). In this way, they fill in the clothes, face and hair with different-colored sugars.

DSCN1732

Ordinary kollyvo is the normal sweet for monks in a coenobium and is distributed in the refectory at the end of the meal. The Russians on the Holy Mountain make kollyvo not with wheat, but with rice, as is the custom in Russia. Smyrnakis noted that this was the case not only in the Monastery of Saint Panteleïmon, but also in the Russian sketes and cells, as well.

koliva 99

Source-Pemptousia.com







Ποιος είναι ο διάβολος και πως ενεργεί;(Γέροντος Ιωσήφ Βατοπαιδινού)

 

Η Αγία Γραφή μας λέει ότι ο διάβολος είναι «ο πεσών Εωσφόρος». Γι’ αυτόν  μας  πληροφορεί  ο  Κύριος:  «είδον  τον  σατανάν  ως  αστραπήν  εκ  του  ουρανού  πεσόντα» (Λουκ. 10,1).


Είναι  ο  άρχοντας,  ο  αρχηγός  του  αγγελικού  τάγματος  των  εκπεσόντων  από  τον  ουρανό,  όταν  θέλησαν  να  αποστατήσουν  από  το  θείο  θέλημα.  Τότε  αυτόματα  συντρίφτηκαν και ξέπεσαν από την αξία και  τη θέση τους. Έχασαν συγχρόνως και  την έκπαγλη και φωτεινή ωραιότητα της μορφής τους. Έγιναν φρικιαστικά τέρατα των  οποίων  και  μόνο  η  μνήμη  είναι  μισητή.  Δεν  υπάρχει  στη  διαβολική  του  υπόσταση τίποτα το καλό, το αγαθό, το δίκαιο, το ευθές, το λογικό, το αληθινό.


Ο διάβολος, ο άλλοτε φορέας του φωτός της δικαιοσύνης, της αγάπης και του  αγιασμού,  μεταβλήθηκε  απότομα – με  την  ανταρσία  κατά  του  Θεού – σε  απόλυτο  όργανο του σκότους, του μίσους, του ψεύδους, του ολοκληρωτικού κακού και όσων  συντελούν στον όλεθρο της φθοράς και του θανάτου. έγινε και θα παραμείνει πάντοτε  σκότος  και  ψεύδος  και  απώλεια -  με  ένα  επί  πλέον  σκοπό -  την  αντίσταση  σε  οτιδήποτε  είναι  του  Θεού  και  σε  όσα  ο  Θεός  προνοεί  και  ιδιαίτερα  τον  άνθρωπο.


Έγινε – και θα παραμείνει στο διηνεκές – κληρονόμος του θανάτου και κάτοικος του  Άδη, με κύριο του σκοπό να αποπλανά και να παρασύρει προς το μέρος του όσους  μπορέσει.


Κεντρικό  στόχο  του  έχει  τον  άνθρωπο,  που βαδίζει  να  ενωθεί  με  το  Θεό. Ο  διάβολος δεν ενέχεται να τον βλέπει να ανεβαίνει ψηλότερα από την πρώτη αξία, που  είχε  πριν  την  έκπτωσή  του,  γι  αυτό  και  ρίχνει  εναντίον  τα  πιο  λυσσαλέα  βέλη  του.


Έγινε και έμεινε κατά πρόθεση ανθρωποκτόνος.


Ως ψέμα και δόλος και κακία δεν παρουσιάζεται φανερά. Μόνο με υποβολές  ερεθίζει το νου και τις αισθήσεις με δόλια προσχήματα, για να αποπλανήσει τη σκέψη  και τη θέληση, να παρασύρει σε συγκατάθεση τη γνώμη και έτσι να υποσκελίσει το  θύμα  πάντοτε  με  δόλο,  υποκρισία  και  απάτη.  Ο  άνθρωπος  κινείται  και  ενεργεί  περισσότερο  με  τις  αισθήσεις  και  τα  συναισθήματα.  Ο εχθρός  το  γνωρίζει  αυτό.  Γι


αυτό ερεθίζει τις αισθήσεις με προφάσεις ευλογοφανείς και έτσι κλέβει ευκολότερα τη  συγκατάθεση.  Προβάλλει,  βλέπετε,  τη  βιολογική  αναγκαιότητα.  Αυτό  γίνεται  και  στο  σωματικό και ψυχικό κόσμο.


Αν  ο  άνθρωπος  είναι  ελεύθερος  από  πάθη  και  κακές  συνήθειες,  εύκολα  απαλλάσσεται  από  τη  διαβολική  επιβουλή  και  πάλη.  Αν  όμως  είναι  αιχμάλωτος πονηρών έξεων, η μάχη είναι σκληρή και αγωνιώδης.


Πάντως η αντίσταση με βάση τον προορισμό μας και τις θείες εντολές γίνεται κατορθωτή με τη συμμαχία της χάριτος που συνυπάρχει με μας.


Δεν έχει εξουσία ο διάβολος απ’ ευθείας ή αισθητά να πειράξει τον άνθρωπο.


Μόνο  με  τη  φαντασία,  με  εικόνες,  που  προβάλλει  στην  οθόνη  της  διάνοιας,  και  με έννοιες  μέσω  του  νου,  προκαλεί.  Τότε  ο  άνθρωπος  μόνος  του  αποφασίζει  να αποδεχθεί  την  πρόκληση  (προσβολή)  ή  να  την  απορρίψει.  Αυτός  είναι  ο  κύριος τρόπος επαφής του πονηρού με τον άνθρωπο. Η συνέχεια πλέον εξαρτάται από τη θέληση του ανθρώπου. Ή να υποκύψει ή να αντισταθεί.


Ο  αμεσότερος  τρόπος  της  δικής  μας  άμυνας  και  αντιστάσεως  είναι  η  θεία επίκληση  (προσευχή)  και  η  ενθύμηση  του  σκοπού  και  προορισμού  μας.  Το παράδειγμα του Κυρίου μας, όταν ήταν στην έρημο, μας χάραξε τον πρακτικό τρόπο της πάλης με τον εχθρό, καθώς και όσα συντελούν σ’ αυτόν.


Ο  διάβολος  δεν  έχει  προορατική  ικανότητα,  ούτε  γνωρίζει  τί  σκέπτεται  ο άνθρωπος. Συμπεραίνει από τις κινήσεις των συναισθημάτων και ερεθίζει ανάλογα τα μέλη και τις αισθήσεις με εμπαθή νήματα. Όταν βλέπει να κλίνει η διάθεση μετά την εικόνα  είτε  του  πράγματος  είτε  του  νοήματος,  που  προσέβαλε  τη  φαντασία, καταλαβαίνει  ότι  σ’  αυτό  έχει  ο  άνθρωπος  την  επιθυμία  και  την  πρόθεσή  του  και φέρνει τα κατάλληλα αίτια για να υποτάξει το θύμα του.


Στη  φύση  του  ο  διάβολος  είναι  όμοιο  με  τη  φύση  του  νου.  Είναι  ταχύτατος, ακούραστος,  ανύστακτος  και  αδίστακτος,  αμετάβλητος  στην  πονηρία  και  κακία.


Μεταβάλλεται και μετασχηματίζεται αμέσως σε διάφορα σχήματα και μορφές, αν αυτό βοηθά  τον  πονηρό  του  σκοπό.  Μετακινείται  πάντοτε  ταχύτατα,  σε  κάθε  χώρο,  και μετέρχεται κάθε τρόπο, με κύριος σκοπό της παρεμπόδιση του θείου θελήματος.


ΠΗΓΗ.


Γέροντος  Ιωσήφ  Βατοπαιδινού, Συζητήσεις  στον  Άθωνα,  Ψυχωφελή  Βατοπαιδινά  13, εκδ. ΙΜΜ Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος 2005.


Γ.Τασούδη.Μακαριστός Γέροντας Ιωσήφ Βατοπαιδινός.

What Distinguishes Compassion from Sentimentality?


By Archimandrite Raphael (Karelin)
Compassion is founded on love for someone: love renders the other party as it were, another "self," one with you. Sentimentality is grounded in self-love: it makes one sad not as the result of the suffering of the other person, but rather from one's own ruined mood; instead of striving to put an end to suffering in the world, it strives to put the images of suffering out of one's field of vision.
Art and literature predispose the human soul toward imitation, toward emotional involvement in a given situation. One who becomes accustomed to feeling the emotional state of characters on stage, in TV series, and in novels, himself begins to function as an actor, "playing at life." Art encourages the development of an elevated fluidity in the state of one's mind - often to a pathological level - and to an emotional transfer to the given image one faces. Love is pained for the other person; it is pained because that person is feeling pain. Sentimentality feels pain for itself; it is pained because a negative image of someone else's suffering has intruded upon its consciousness and evoked negative, unpleasant emotions.
Love is grounded in a desire for others' good, while sentimentality rests on a desire for personal emotional comfort. It sees the suffering of others as an unpleasant dissonance in its personal emotional peace. A sentimental person cannot love; rather, he can fall in love, create idols for himself, serve them, and with them, fill up his soul. The flip side of sentimentality is cruelty. For a sentimental person, what lies beyond the bounds of direct experience is foreign and inconsequential. In Saint-Exupery's "Le Petit Prince," the author blurts out: "Should my little star go out, what care I for all Creation." In other words, that little star with which I have fallen in love is more important to me than all Creation.
A sentimental person is ready to weep at the sight of a sick dog and at the same time remains deaf and indifferent to the suffering of millions of people, just as long as he does not have to see their suffering. Sentimentality is not love, but rather, morbid impressionability, chronic, suppressed hysterics taking the place of love.

Source-stjohndc.org