Tuesday, 12 August 2014

Περιγραφή της εικόνας της Κοιμήσεως της Θεοτόκου


Η αγία εικόνα της Κοιμήσεως της Θεοτόκου είναι πολυπρόσωπη. Δύο όμως πρόσωπα ξεχωρίζουν στην όλη παράσταση: Ο Χριστός και η Παναγία. Ο Ιησούς με το ηγεμονικό του παράστημα που κρατεί την ψυχή της Παναγίας, βρέφος φασκιωμένο, και το λιπόσαρκο σκήνωμα της Παναγίας.
«Στην εικόνα δεσπόζει το νεκρικό κρεβάτι, στολισμένο με πλούσια ποδέα, όπου αναπαύεται η Παναγία με τα χέρια σταυρωμένα. Μπροστά στερεωμένο σε ένα απλό κηροπήγιο καίει ένα χοντρό κερί. Πίσω από το νεκρικό κρεβάτι και στη μέση ακριβώς στέκει ο Χριστός με το σώμα σε περίεργη στροφή προς τα δεξιά, προς την κεφαλή της Μητέρας του. Στα χέρια του απλωμένα στην ίδια κατεύθυνση, κρατεί την ψυχή της, που έχει τη μορφή φασκιωμένου μωρού με τα χέρια σταυρωμένα. Τον τριγυρίζει δόξα. Μέσα σ' αυτήν είναι ζωγραφισμένοι στην κορυφή ένα εξαπτέρυγο και σε μονοχρωμία τέσσερις άγγελοι που πλαισιώνουν το Χριστό με χειρονομίες και έκφραση λύπης στα πρόσωπά τους...
Πάνω ακριβώς από το Χριστό στην κορυφή του τόξου της εικόνας έχουν ανοίξει οι πύλες του ουρανού και φαίνονται δύο άγγελοι, πάλι σε μονοχρωμία, να σκύβουν με σκεπασμένα χέρια για να πάρουν με τη σειρά τους την ψυχή. Στην κεφαλή και στα πόδια του νεκρικού κρεβατιού είναι μαζεμένοι οι δώδεκα απόστολοι με εκφράσεις, στάσεις και χειρονομίες που δείχνουν βαθειά λύπη. Ο Πέτρος θυμιατίζει στην κεφαλή της Παναγίας και ο Παύλος σκύβει στα πόδια της. Πιο πίσω είναι τρεις ιεράρχες με ανοιχτά βιβλία και στα αριστερά, στο βάθος, θρηνούν τρεις γυναίκες. Τη σύνθεση κλείνουν στο βάθος, πίσω από τις ομάδες των μαθητών, δύο συμβατικά αρχαιόπρεπα κτήρια. Ανάμεσα σ' αυτά διαβάζεται η επιγραφή Η ΚΟΙΜΗΣΙΣ ΤΗΣ Θ(ΕΟ)ΤΟΚΟΥ» (Α. Καρακατσάνη). Οι τέσσερις (εικονίζονται οι τρεις) ιεράρχες που παραβρέθηκαν στην Κοίμηση, ήταν: ο Ιάκωβος ο Αδελφόθεος, ο Ιερόθεος, ο Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης και ο Τιμόθεος.
Σ' όλα τα πρόσωπα διακρίνεται η θλίψη, ανάμικτη όμως με τη γλυκιά ελπίδα. Είναι η «χαρμολύπην», το «χαροποιόν πένθος», γνώρισμα των πιστών που ζουν με την προσμονή της ανάστασης. Τούτο βλέπουμε και στα τροπάρια της εορτής, που άλλοτε τονίζουν τον τρόμο και το δέος των αποστόλων, τους οποίους παρουσιάζουν να δακρύζουν και άλλοτε τονίζουν τη χαρά τους, που την εκδηλώνουν με ψαλμούς και ύμνους. Παραθέτουμε δύο αποσπάσματα «Ότε η μετάστασις του αχράντου σου σκήνους ηυτρεπίζετο, τότε οι Απόστολοι περικυκλούντες την κλίνην τρόμω εώρων σε» (Στιχηρό ιδιόμελο όρθρου). «...Και το ζωαρχικόν και θεοδόχον σου σώμα κηδεύσαντες έχαιρον, πανύμνητε» (Δοξαστικό αποστίχων εσπερινού).
Σε μερικές εικόνες εικονίζονται στον ουρανό σύννεφα, που μετέφεραν τους αποστόλους στην Ιερουσαλήμ. Σε πολλές εικόνες της Κοίμησης ζωγραφίζεται και το επεισόδιο του αγγέλου και κόβει με το ξίφος του τα χέρια του Ιεφονία. (Πρόκειται για κείνον τον Εβραίο που αποπειράθηκε να ρίξει στο έδαφος το λείψανο της Θεοτόκου).

Τι είναι Εξομολόγηση και τι δεν είναι...


Αν η μετάνοια είναι το πρώτο μέρος του μυστηρίου, το δεύτερο είναι η εξομολόγηση. Δηλαδή, η ενώπιον του πνευματικού ομολογία των αμαρτιών μας.
Πολλοί, νομίζουμε ότι η εξομολόγηση είναι μία φιλική συζήτηση, ή μία τυπική εξαγόρευση κάποιων αμαρτιών. Αυτό όμως ποιά σχέση έχει με το μυστήριο της μετάνοιας;
Αν εξετάσουμε και τα κίνητρα που οδηγούν πολλούς από εμάς στην εξομολόγηση και πάλι θʼ απογοητευτούμε.
Άλλοι πηγαίνουμε, για να βρούμε κάποια ανακούφιση ή για να απαλλαγούμε από τις ενοχές μας.
Άλλοι από τον φόβο της «τιμωρία» από τον Θεό.
Άλλοι από καθήκον ή από έθιμο, όπως κάνουμε οι περισσότεροι πριν τις μεγάλες γιορτές για να κοινωνήσουμε, συνδέοντας την εξομολόγηση με τη θεία κοινωνία.
Όλʼ αυτά όμως, ελάχιστη ή καθόλου σχέση έχουν με την εξομολόγηση και την μετάνοια.Ας το πούμε με απλά λόγια: Εξομολόγηση είναι το άδειασμα του δηλητηρίου. Όταν κανείς πιεί δηλητήριο, δεν υπάρχει άλλη λύση.
Το ίδιο και η εξομολόγηση. Εκεί βγάζουμε το δηλητήριο της αμαρτίας. Διαφορετικά θα οδηγηθούμε στον θάνατο.
Και για να χρησιμοποιήσουμε μίαν άλλη εικόνα: Όπως στον γιατρό δείχνουμε τις πληγές μας, αναφέρουμε τους πόνους, τις ενοχλήσεις, τις αρρώστιες μας, δίχως να κρύψουμε τίποτα, έτσι και στην εξομολόγηση.
Ξεγυμνώνουμε την ψυχή μας, αποκαλύπτουμε τις πληγές μας και τα τραύματά μας, ομολογούμε την αρρώστια μας και τον προσωπικό μας πόνο.
Αν αυτό δεν γίνει, θα μείνουμε αθεράπευτοι.
Οι πληγές μας θα μεγαλώσουν, η μόλυνση και η σήψη θα προχωρήσουνε, η αρρώστια θα συνεχίσει να υπομονεύει την ύπαρξή μας και αργά ή γρήγορα θα μας οδηγήσει στον θάνατο.Απʼ όλα αυτά, καταλαβαίνουμε ότι ο Θεός δεν έχει ανάγκη την δική μας εξομολόγηση.
Εμείς την έχουμε ανάγκη.
Όταν, δηλαδή, εξομολογούμαστε, δεν κάνουμε . . . χάρη του Θεού, όπως πολλοί νομίζουν. Άλλο βέβαια, αν ο Θεός, σαν πατέρας, περιμένει πάντα με πολλήν αγάπη την δική μας επιστροφή.Στο σημείο αυτό, είναι ανάγκη να υπογραμμίσουμε το εξής: Αν σε άλλες χριστιανικές ομολογίες, η εξομολόγηση είναι μία απρόσωπη νομικίστικη εξαγόρευση, πίσω από κάποιο παραβάν, στην Ορθόδοξη Εκκλησία μας, η εξομολόγηση συνδέεται άμεσα με την πνευματική πατρότητα, την πνευματική καθοδήγηση και την προσωπική σχέση.Πολλοί, π.χ. εξομολογούνται περιστασιακά όπου βρουν πνευματικό και κάθε φορά σε διαφορετικό ιερέα. Συμβαίνει όμως κι εδώ, ό,τι και με τις σωματικές αρρώστιες.
Αν κάθε φορά αλλάζουμε γιατρό, τότε η θεραπεία δεν μπορεί να είναι πλήρης.Ο μόνιμος πνευματικός μας είναι αυτός που γνωρίζει το «ιστορικό» μας, την πορεία μας, τις προηγούμενες πτώσεις μας και μπορεί να μας βοηθήσει αποτελεσματικά.
Άλλοι πάλι το ’χουν δίπορτο. Έχουν τον πνευματικό τους, αλλά όταν συμβεί κάτι βαρύτερο, επειδή ντρέπονται, αποφεύγουν να του το εξομολογηθούν και πηγαίνουν σε κάποιον άλλον. Μια τέτοια όμως ενέργεια είναι παιδαριώδης και εμπαιγμός του μυστηρίου. Δείχνει πόσο μακριά βρισκόμαστε από την αληθινή μετάνοια.Είναι, λοιπόν, απαραίτητο να επιδιώξουμε να αποκτήσουμε ένα πνευματικό πατέρα, με τον οποίο θα δημιουργήσουμε μία πνευματική σχέση. Έτσι και η πορεία μας θα είναι ασφαλέστερη. Βεβαίως υπάρχουν περιπτώσεις που επιβάλλεται να αλλάξουμε πνευματικό.Αυτό όμως θα πρέπει να γίνει με πολλή προσοχή, διάκριση και κυρίως μετά από προσεκτική εξέταση των βαθύτερων κινήτρων μας. Να ψάξουμε, δηλαδή μέσα μας να εντοπίσουμε τα βαθύτερα αίτια και να βρούμε γιατί θέλουμε να αλλάξουμε πνευματικό.