Monday, 7 July 2014

Elder Joseph of Vatopaidi-On Humility and the Humble Outlook


The title of this speech in Greek is Περί ταπεινώσεως και ταπεινοφροσύνης’. An Elder has explained the difference as being that ‘ταπεινοφροσύνη’ is an attitude of mind (hence ‘humble outlook’), while ταπείνωσις(‘humility’) is from the heart. In practice, however, the terms are often used interchangeably.

Without question, the Scriptures as a whole, as well as Patristic philosophy, are ‘seasoned with salt’, as it were, garlanded with the good mother of the virtues, the humble outlook. This is particularly noticeable at the points related to the behavior and comportment of people living by the direct instructions to reach their destination and striving to put these into practice through repentance.
In another homily, we referred to obedience as a virtue. Now we’re obliged to describe humility as an attribute, the character and form of the soul and of the personality.
If duty is an inviolable rule of life for rational beings, how much superior to it must be the personal attributes, the form and the character? And if, again, humility were only a human skill and achievement, which adorns and perfects rational beings, without it also being divine, human boldness would be able to describe it. But from the moment that it was revealed to us that it reaches as far as the Incarnate Word of God Himself, humility became something beyond that which human thought can conceive, and which can be understood only with admiration and astonishment. He Himself says: ‘Learn from my example, for I am meek and humble in heart’.

Ψυχίατρος ἤ Πνευματικός;

ΤΙ ΜΑΣ ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΟΥΝ ΟΙ ΓΕΡΟΝΤΕΣ π.ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ ΚΑΙ π. ΠΑΪΣΙΟΣ. 

Γιά νά θεραπευθοῦν τά διάφορα ψυχικά-ψυχολογικά νοσήματα, θά πρέπει νά ἀπομακρυνθοῦν τά πνευματικά τους αἴτια, πού εἶναι τά πάθη (μέ κυρίαρχο τόν ἐγωισμό) καθώς καί οἱ δαίμονες μέ τίς ἐνέργειές τους.  


« Τί θά πεῖ ἄγχος, νεῦρα, ψυχασθένειες;» ἐρωτοῦσε ὁ π. Πορφύριος. Καί ἀπαντοῦσε: «Ἐγώ πιστεύω ὅτι ὑπάρχει διάβολος σ’ ὅλα αὐτά. Δέν ὑποτασσόμεθα στόν Χριστό μέ ἀγάπη. Μπαίνει ὁ διάβολος καί μᾶς ἀνακατεύει»[1].



Αὐτά βέβαια (τά πάθη καί οἱ δαίμονες) δέν ἀπομακρύνονται μέ χάπια οὔτε μέ ἡλεκτροσόκ, ἀλλά μέ τό μυστήριο τῆς Γενικῆς Ἐξομολόγησης. Ὁ ἄνθρωπος θά πρέπει νά ἐξομολογηθεῖ μέ εἰλικρίνεια τά ἁμαρτήματα ὅλης του τῆς ζωῆς, τά κύρια γεγονότα πού τήν σημάδεψαν, καθώς καί τό πῶς ἐκεῖνος τά ἀντιμετώπισε, ὅπως δίδασκε ὁ θεοφώτιστος Γέροντας Πορφύριος[2].

Ὁ Γέροντας Παΐσιος, ἐπίσης, «ἐνῶ συνιστοῦσε στοὺς ἀσθενεῖς νὰ συμβουλεύονται χριστιανοὺς ἰατροὺς –«διότι τοὺς φωτίζει ὁ Θεὸς» κατὰ τὸ λόγιό του– εἶχε ἐκφράσει ἐπανειλημμένως τὴν ἀπαρέσκειά του πρὸς τὰ «ψυχολογικὰ» βιβλία, ἀλλὰ καὶ πρὸς αὐτὴν τὴν ἴδια τὴν «ψυχολογία» καὶ τὴν «ψυχιατρικὴ», ἡ ὁποία ἀσκεῖται ἀπὸ ἐπιστήμονες καὶ ἰατρούς, οἱ ὁποῖοι δὲν πιστεύουν στὴν ὕπαρξη τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς, ὅπως τὴν δέχεται ἡ θεολογία τῆς Ὀρθόδοξης Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας. Ὄντας ὁ ἴδιος βαθὺς γνώστης, Χάριτι Θεοῦ, τοῦ μυστηρίου τῆς ἐνοικούσης στὸν ἄνθρωπο λογικῆς καὶ νοερᾶς ψυχῆς, τῶν φυσιολογικῶν ἀλλὰ καὶ τῶν παθολογικῶν ἐκδηλώσεών της, στενοχωριόταν καὶ ὑπέφερε πολύ, ὅταν ἔβλεπε τὶς βαριὲς ἀστοχίες καὶ τὰ λάθη στὴν ἀντιμετώπιση τῶν ἀσθενῶν αὐτῶν, τὰ ὁποία εἶχαν σοβαρότατες συνέπειες γιὰ τὸν ἀσθενῆ καὶ τὸ περιβάλλον του.

Δεδομένου δὲ ὅτι οἱ πλεῖστοι ἀκαδημαϊκοὶ δάσκαλοι τῆς ψυχιατρικῆς θεωροῦν ὅτι τὰ «ψυχικὰ φαινόμενα» ἔχουν μόνον βιολογικὸ ὑπόβαθρο –θεώρηση, ἡ ὁποία συνιστᾶ ἄρνηση τῆς ὕπαρξης ἄυλης, νοερῆς καὶ λογικῆς ψυχῆς στὸν ἄνθρωπο– ἦταν πολὺ ἐπιφυλακτικὸς ἢ ἀρνητικὸς γιὰ πολλὲς «θεραπεῖες» ποὺ ἐφάρμοζαν οἱ προαναφερθέντες ψυχίατροι.