Friday, 4 July 2014

ΘΕΙΑ ΠΡΟΝΟΙΑ...


Κάποτε ένας ναυτικός βρέθηκε ναυαγός σ’ ένα ακατοίκητο τροπικό νησί μόνος κι έρημος.

Με πολλούς κόπους, χωρίς εργαλεία, εργαζόμενος μόνο με τα χέρια του, κατάφερε να φτιάξει μια ξύλινη καλύβα για να μπορέσει να προστατευτεί κατά την περίοδο των βροχών.

Πράγματι είχε μόλις τελειώσει την καλύβα όταν άρχισε να βρέχει ασταμάτητα.

Όμως την δεύτερη κιόλας μέρα ένας κεραυνός έκαψε την καλύβα του και την έκανε στάχτη.

Ο ναυαγός, που πρώτα δόξαζε το Θεό για τη σωτηρία του, τώρα αναλύθηκε σε δάκρυα.

«Γιατί Θεέ μου», άρχισε να λέει και να παραπονιέται για την καταστροφή.

Κι ενώ η απελπισία πλημμύριζε την καρδιά του άκουσε από το πέλαγος το σφύριγμα ενός μεγάλου πλοίου.

Σε λίγο μια βάρκα ήταν στην παραλία.

«Πώς με βρήκατε σε τούτη την ερημιά;» τους ρώτησε.

«Είδαμε, του είπαν, το σινιάλο του καπνού απ’ την φωτιά που άναψες»!

Όταν βλέπεις τα όνειρα, τις επιδιώξεις και τα έργα σου κάποιες φορές να γίνονται στάχτη κι αποκαΐδια, μην απελπίζεσαι.

Περίμενε και θα προβάλει ανέλπιστα το υπερωκεάνιο του Θεού.
Γιατί στ’ αλήθεια: «Τοῖς ἀγαπῶσι τὸν Θεὸν πάντα συνεργεῖ εἰς ἀγαθόν»

Λόγοι περί Χαρᾶς Πατερικαί Διδαχαί

(Γέροντας Παΐσιος)

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κρονστάνδης μιλώντας γιὰ τὴν χαρὰ θὰ ἀναφέρη «Ὁ ἄνθρωπος λαχταρᾶ μία μόνιμη, ἀληθινὴ χαρά, ἀλλὰ δὲν τὴν βρίσκει. Οἱ χαρὲς ποὺ τοῦ προσφέρει ὁ κόσμος εἶναι ψευδεῖς, μάταιες καὶ συντόμου διαρκείας. Ἂν ὅμως περπατῆ κανεὶς ἀξίως τῆς χριστιανικῆς κλήσεως, θὰ βρῆ τὴ χαρὰ ποὺ ποθεῖ ἡ ψυχή του, τὴν χαρὰ γιὰ τὴν ὁποία πλάστηκε»1.

Ὁ γέροντας Παΐσιος ἀπαντώντας σὲ ἐρώτηση σχετικὰ μὲ τὴν χαρὰ ἔλεγε «Γιὰ νὰ χαίρεται κανεὶς ἀληθινὰ, πνευματικά, πρέπει νὰ ἀγαπάη, καὶ γιὰ νὰ ἀγαπάη, πρέπει νὰ πιστεύη. Δὲν πιστεύουν οἱ ἄνθρωποι καὶ γι᾽ αὐτὸ δὲν ἀγαποῦν, δὲν θυσιάζονται καὶ δὲν χαίρονται. Ἂν πίστευαν, θὰ ἀγαποῦσαν, θὰ θυσιάζονταν καὶ θὰ χαίρονταν. Ἀπὸ τὴν θυσία βγαίνει ἡ μεγαλύτερη χαρά.
Ἡ ἀγάπη ὑπάρχει ἀπὸ μόνη της, ἐνῶ ἡ χαρὰ πηγάζει ἀπὸ τὴν ἀγάπη. Ὅταν δίνης τὴν ἀγάπη, τότε ἔρχεται ἡ χαρά. Δίνει ἀγάπη ὁ ἄνθρωπος καὶ δέχεται χαρά· ἀνταμείβεται δηλαδὴ μὲ τὴν χαρὰ ποὺ νιώθει.
Βλέπεις, κάποιος παίρνει ἕνα πράγμα ποὺ τοῦ δίνουν καὶ χαίρεται μὲ αὐτὸ τὸ ἕνα. Ἄλλος τὰ δίνει ὅλα καὶ χαίρεται γιὰ ὅλα. Ἡ χαρὰ ποὺ νιώθει ὁ ἄνθρωπος, ὅταν παίρνη, εἶναι χαρὰ ἀνθρώπινη. Ἐνῶ ἡ χαρὰ ποὺ νιώθει, ὅταν δίνη, εἶναι θεϊκή. Ἡ θεϊκὴ χαρὰ ἔρχεται μὲ τὸ δόσιμο»2.
Ὁ ἅγιος Βασίλειος ἑρμηνεύοντας τὸν ΛΒ΄ ψαλμὸ γράφει « "Ἀγαλλιᾶσθε δίκαιοι ἐν Κυρίῳ"· ὄχι ὅταν εὐημεροῦν τὰ πράγματα τοῦ οἴκου σας· ὄχι ὅταν ἔχετε καλὴν σωματικὴν ὑγείαν· ὄχι ὅταν τὰ χωράφια σας εἶναι γεμάτα ἀπὸ παντὸς εἴδους καρπούς· ἀλλὰ διότι ἔχετε Κύριον, ὁ ὁποῖος εἶναι τέτοιος εἰς τὸ κάλλος, τέτοιος εἰς τὴν ἀγαθότητα, τέτοιος εἰς τὴν σοφίαν. Ἂς εἶναι ἀρκετὴ εἰς ἐσᾶς ἡ χαρὰ δι᾽αὐτόν.
Καὶ φαίνεται ὅτι ἐκεῖνος ποὺ ἀγάλλεται μὲ εὐφροσύνην καὶ χαρὰν διὰ κάποιον ἀπὸ τὰ περιζήτητα, ἔτσι ἀγάλλεται δι᾽ αὐτό. Διά τοῦτο ὁ λόγος παρακινεῖ τοὺς δικαίους νὰ ζοῦν μὲ τὸ αἴσθημα τῆς τιμῆς, διότι ἀξιώθηκαν νὰ εἶναι δοῦλοι ἑνὸς τέτοιου Δεσπότου καὶ νὰ χαίρωνται διὰ τὴν δουλείαν αὐτοῦ μὲ χαρὰν ἀπερίγραπτον καὶ μὲ σκιρτήματα, σὰν νὰ πηδᾶ ἡ καρδιὰ ἀπὸ ἐνθουσιασμὸν τῆς ἀγάπης τοῦ ἀγαθοῦ»3.

Καὶ συνεχίζοντας νὰ ἑρμηνεύη τὸν ἴδιο ψαλμὸ γράφει «Σὰν νὰ εἶναι ὁ Κύριος ἕνας τόπος, ὅπου χωροῦν οἱ δίκαιοι· εἰς τὸν ὁποῖον ὅποιος εὑρίσκεται εἶναι ἀπαραίτητον νὰ εὐθυμῆ καὶ νὰ εὐφραίνεται. Ἀλλὰ καὶ ὁ δίκαιος γίνεται τόπος διὰ τὸν Κύριον, ἐφ᾽ ὅσον τὸν παίρνει εἰς τὸν ἑαυτόν του.
Ἐκεῖνος δὲ ποὺ ἁμαρτάνει δίδει τόπον εἰς τὸν διάβολον, διότι παρακούει εἰς ἐκεῖνον ποὺ λέγει "Μηδὲ δίδοτε τόπον τῷ διαβόλῳ". Ὅταν λοιπὸν εὑρισκώμεθα εἰς αὐτὸν τὸν Κύριον καὶ παρατηροῦμεν τὰ θαυμάσια αὐτοῦ, ὅσον εἶναι δυνατὸν εἰς ἐμᾶς, τότε ἀπὸ τὴν θεωρίαν αὐτὴν γεμίζομεν τὰς καρδίας μας μὲ εὐφροσύνην»4.

Ὁ ἅγιος Νεκτάριος μιλώντας περὶ τῆς χαρᾶς τοῦ καρποῦ τοῦ παναγίου Πνεύματος λέγει «Χαρὰ! λέξις προσφιλής, λέξις ἐπιπόθητος, λέξις συγκινοῦσα τὰς ψυχάς τῶν ἀνθρώπων, λέξις ἀγαλλιάσεως δηλωτική, λέξις εὐφροσύνης σημαντική, λέξις πνευματικῆς τέρπψεως καὶ ἡδονῆς ἐκφραστική. Χαρά!
Τίσι λόγοις τὸ ὑπό σοῦ ἐν τῇ καρδίᾳ διεγειρόμενον συν αίσθημα νὰ περιγράψω; Οὐδεμία ἐν ἐμοὶ δύναμις ἰσχύει τὸ μυστήριον νὰ πολυπραγμονήση· οὐδεμία φωνὴ εὐτονεῖ τὴν ἐνέργειαν αὐτοῦ νὰ ἐκφράση· διατελεῖ μυστικὴ καὶ κρύβεται ἐν τοῖς μυχίοις τῆς καρδίας καὶ τῇ ψυχῇ μόνῃ ἑαυτὴν ἐμφανίζει. Αὕτη ποιεῖ αὐτὴν νὰ σκιρτᾶ ἐν εὐφροσύνῃ καὶ ἀγαλλιάσει· αὕτη ὡς θεῖον πόμα τὴν ψυχὴν μεθύσκει· αὕτη τῆς ψυχῆς ἐγένετο ἡ ἐπιπόθητος τρυφή· αὕτη ὑπὲρ μέλι καὶ κηρίον γλυκαίνει τὴν γλῶσσαν τοῦ πεπληρωμένου χαρᾶς· αὕτη τονίζει ἐν τῇ καρδίᾳ ὕμνους, οὗς τὰ χείλη ἀτονοῦσι νὰ ἐκφράσωσιν· ἡ καρδία λαλεῖ, τὰ δὲ χείλη σιωπᾶ· τὸ ὑπερφυὲς μυστικῶς λειτουργεῖται»5.

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος στὴν ὁμιλία του στοὺς Ἀνδριάντας λέγει γιὰ τὴν χαρὰ «"Χαίρεται ἐν Κυρίῳ πάντοτε". Αἰτία τῆς κοσμικῆς χαρᾶς εἶναι ὁ πλοῦτος, ἡ ὑγεία, ἡ ἐξουσία. Γιὰ τὴν ἐν Κυρίῳ χαρὰ βασικὴ προϋπόθεση εἶναι ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ. Διότι ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ ἔχει δύο ἰδιότητες: εἶναι σταθερὸς καὶ ἀμετακίνητος καὶ τόση χαρὰ ἀναβλύζει, ὥστε δὲν λαμβάνουμε αἴσθηση τῶν ἄλλων κακῶν. Διότι ἐκεῖνος ποὺ φοβᾶται τὸν Θεό, ὅπως πρέπει, καὶ ἔχει θάρρος σὲ αὐτόν, ἔχει καρπωθεῖ τὴν ρίζα τῆς ἡδονῆς καὶ τὴν πηγὴ τῆς εὐθυμίας. Καὶ ὅπως ὅταν πέσει μικρὰ σπίθα στὸ πέλαγος ἀμέσως ἐξαφανίζεται ἔτσι καὶ ὅσα λυπηρὰ ἂν ἐπιπέσουν στὸν φοβούμενο τὸν Θεό, ὡσὰν νὰ πέφτουν μέσα σὲ ἀχανὲς πέλαγος χαρᾶς, σβήνονται καὶ χάνονται»6.


Ὑποσημειώσεις
1. Ἁγίου Ἰωάννη τῆς Κρονστάνδης Ἡ ἐν Χριστῷ ζωή μου σελ. 222
2. Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου Λόγοι τόμ. Ε΄ σελ. 300
3. & 4. Μ. Βασιλείου Ε.Π.Ε. τόμ. 5 σελ. 161, 163
5. Νεκταρίου Κεφαλᾶ Ἅπαντα τόμ. Ε΄ σελ. 344
6. Ἰ. Χρυσοστόμου Ε.Π.Ε. τόμ. 32 σελ. 555