Monday, 5 May 2014

ΠΩΣ ΖΟΥΝ ΟΙ ΑΓΓΕΛΟΙ;


Λίγα γνωρίζουμε για το πώς ο αγγελικός κόσμος ζει το παρόν και πώς θα ζει στον μέλλοντα αιώνα. Παρόλ' αυτά απ' όσα έχουμε ήδη πει νωρίτερα μπορούμε να δούμε ότι η ζωή των ασωμάτων είναι ποικίλη και το έργο τους μεγάλο.
Αφού ο Παντοδύναμος Κύριος θεώρησε σωστό να δημιουργήσει μια ολόκληρη ιεραρχία αγγέλων, και ν' αναθέσει σε κάθε τάγμα ένα συγκεκριμένο είδος έργου, αυτό από μόνο του καταδεικνύει πόσο πολυάσχολα είναι αυτά τα λειτουργικά πνεύματα.

Μόνο να δούμε τους φύλακες αγγέλους θα διαπιστώσουμε ότι έχουν μεγάλο έργο να επιτελέσουν με τους προστατευόμενούς τους- τους επιπόλεους και αμαρτωλούς ανθρώπους.

Έχουμε πολλές αποδείξεις στα γραπτά των Αγίων Πατέρων για το πόσο πικρά κλαίνε οι φύλακες άγγελοι όταν βλέπουν την αμαρτωλή συμπεριφορά των ανθρώπων για τους οποίους είχαν σταλεί να προστατέψουν.

Εντούτοις ο ουράνιος κόσμος είναι κυρίως ένας κόσμος χαράς και φωτός και σίγουρα υπάρχει περισσότερη χαρά παρά λύπη στη ζωή των αγγέλων.

Η υπέρτατη χαρά τους έγκειται στο ότι βλέπουν και δοξολογούν την υπέρλαμπρη Τριαδική Θεότητα, ευρισκόμενοι συνεχώς μπροστά στο Θεό. Αν η τέλεση της Θείας Λειτουργίας σ' αυτόν τον κόσμο είναι ένα πολύτιμο δώρο του Θεού, το οποίο μέσω της εξαγιάζεται και μετουσιώνεται σε μέρος της Αγίας Τριάδος, τότε κάποιος μπορεί με ευσέβεια να ισχυριστεί ότι ούτε τις ασώματες δυνάμεις ο Κύριος δεν τις στέρησε απ' αυτό το μεγάλο δώρο. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι και στον ουρανό οι άγγελοι λαμβάνουν μέρος σε μια πνευματική Θεία Λειτουργία, κατά την οποία ο Αμνός του Θεού θυσιάζεται προαιωνίως εξ αιτίας της αγάπης Του για τη δημιουργία Του.

Σ' αυτήν την εξαίσια, ουράνια Ευχαριστεία οι άγγελοι κυρίως δοξολογούν και ευχαριστούν το Δημιουργό. Οι αναρίθμητες χορωδίες των ουράνιων δυνάμεων προωθούν επίσης τις προσευχές τους. Σε ποιόν; Όχι φυσικά σ' αυτές αφού οι ίδιες ζουν το πλήρωμα όλων των δώρων που τους είναι προσιτά, αλλά στην αγαπημένη τους ανθρωπότητα, τη μοιχαλίδα και αμαρτωλή, που κολυμπά στην ματαιοδοξία και επομένως χρειάζεται την ουράνια βοήθεια.

Η συνεχής συμμετοχή των αγγέλων στις δικές μας λειτουργίες και ειδικά στη Θεία Ευχαριστεία, λειτουργεί ως εχέγγυο της ουράνιας βοήθειας.

«Νυν αι Δυνάμεις των ουρανών συν ημίν αοράτως λατρεύουσιν» επιβεβαιώνει προφητικά η Εκκλησία μας κατά τη μυσταγωγία των Προηγιασμέων Δώρων, ενώ κατά την καθημερινή Θεία Λειτουργία του Αγίου Ιωάννη Χρυσοστόμου ο λειτουργός ως να βλέπει νοερά τους αγγέλους, δηλώνει ότι «Τον επινίκιον ύμνον άδοντα, βοώντα, κεκραγότα, και λέγοντα «Άγιος, άγιος, άγιος, Κύριος Σαβαώθ, Πλήρης, ο ουρανός και η γη της δόξης σου»...».

Η Εκκλησία επίσης απροκάλυπτα επιβεβαιώνει ότι «Την Ανάστασίν Σου, Χριστέ Σωτήρ, άγγελοι υμνούσιν εν ουρανώ..» Υπάρχει πληθώρα τέτοιων αποδείξεων και είναι όλες καλά γνωστές σε όλους τους πιστούς Χριστιανούς.

Το μόνο που μας απομένει είναι να μιλήσουμε για τις ενέργειες των ουρανίων δυνάμεων εδώ στη γη. Και εδώ είναι κυρίως οι φύλακες άγγελοι που ενεργούν.

O φόβος και η θεραπεία του


Ο φόβος
Οι Πατέρες συμπεριλαμβάνουν στα πάθη το φόβο και τις συγγενείς προς αυτόν καταστάσεις, που συνιστούν μορφές ή διαβαθμίσεις του, όπως τη φοβία, το δέος, τον τρόμο και επι­πλέον το άγχος, την αγωνία, την αδημονία. Γενικά, ο φόβος προκαλείται από τον κίνδυνο στέρησης ή πόνου/δοκιμασίας, μέσω της ιδέας ή του αισθήματος ότι θα χάσουμε ή ενδεχομένως θα χάσουμε αυτό, που επιθυμούμε ή αυτό στο οποίο είμαστε προσκολλημένοι.
Ωστόσο, ο φόβος, -που ορίζεται κατ' αυτό τον τρόπο- είναι δυνατόν ν' αποτελεί αρετή παρά πάθος. Σημειώνει σχε­τικά ο Κλήμης ο Αλεξανδρέας: «Ει και πάθος ο φόβος, ως βούλονταί τινες, ότι φόβος εστί πάθος, ουχ ο πας φόβος πά­θος». Πρέπει λοιπόν να διακρίνουμε δύο είδη φόβου.
1) Το πρώτο είδος φόβου, που ο Θεός ενέβαλε στον άν­θρωπο κατά τη δημιουργία του, -συνεπώς ανήκει στην αν­θρώπινη φύση-, έχει διπλή μορφή.

 α) Η πρώτη του μορφή είναι μια δύναμη, που συνδέει τον άνθρωπο με την ίδια την ύπαρξή του και τον κάνει να φο­βάται για την απώλεια της ίδιας της ψυχής και του σώματός του. Μέσω αυτού του φόβου στις στοιχειωδέστερες εκδηλώσεις του, ο άνθρωπος προσαρμόζεται στη ζωή και το είναι, ενώ φοβάται ο,τιδήποτε θα ήταν δυνατόν να τα διαβρώσει και να τα καταστρέψει [Σ.τ.μ.: Τη ζωή και το είναι].  Mε την έκφραση «δύναμιν κατά συστολήν του όντος ανθεκτικήν», χαρακτηρίζει το φόβο, ο Αγιος Ιω­άννης Δαμασκηνός και συμπληρώνει ότι θα μπορούσαμε να πούμε, ότι αντιστοιχεί στο ένστικτο της αυτοσυντήρησης, την ορμή της ζωής, την έμφυτη ροπή ότι οφείλουμε να παρα­μείνουμε στο είναι και να διαιωνίσουμε την ύπαρξή μας. Ιδι­αίτερα εκδηλώνεται ως φόβος του θανάτου που συνιστά φυ­σική ροπή, καθώς ο Δημιουργός μάς έδωσε τη ζωή για να τη διατηρήσουμε και η φθορά και ο θάνατος αποτελούν φαινό­μενα αντίθετα στη φύση.
β) Η δεύτερή του μορφή είναι ο «φόβος του Θεού», που στην αρχική βαθμίδα του είναι ο φόβος της θείας τιμωρίας και στην ανώτερη βαθμίδα του ο φόβος της απομάκρυνσης και του αποχωρισμού από το Θεό. Η δεύτερη μορφή φόβου συνδέεται φυσικά με την προηγούμενη: ο προσκολλημένος στη ζωή και το είναι του άνθρωπος, φοβούμενος την απώλειά τους, εάν γνωρίζει την πραγματική φύση τους, τρέμει πιθα­νόν τον χωρισμό από το Θεό, που είναι η αρχή και το τέλος τους, η πηγή και το νόημά τους. Ακόμη υψηλότερα από τη βιολογική ζωή, για τον άνθρωπο που συνειδητοποιεί το θεμέ­λιο της πραγματικότητας, βρίσκεται η εν Χριστώ ζωή, για την απώλεια της οποίας φοβάται. Να γιατί στον πνευματικό άνθρωπο, ο φόβος του Θεού και ο φόβος αυτών που είναι δυ­νατόν να τον χωρίσουν από τον Θεό, -της αμαρτίας και του Πονηροΰ, που οδηγούν στο θάνατο της ψυχής (πρβλ. Ματθ. 10, 28. Λουκ. 12, 5)-, εξαφανίζουν το φόβο του θανάτου. Ο θάνατος της ψυχής είναι ο μόνος, που οφείλει να φοβάται ο άνθρωπος, καθώς του στερεί οριστικά όλη τη ζωή, ενώ ο βιο­λογικός θάνατος μόνο πρόσκαιρα χωρίζει την ψυχή από το σώμα και αποσυνθέτει μόνο τη γήινη και φθαρτή μορφή της ύπαρξης.