Friday, 14 March 2014

The Eternal Banquet; The Importance of Frequent Communion


 Fr. Tryphon
God is everywhere present and fills all things. There is no where He is not. Hell fire is none other than the Fire of God, burning those who are unloving and unresponsive to His invitation to commune with Him. God does not send anyone to hell, for we sentence ourselves. Eternity with God necessitates a transformation of our souls, that we be purified in order to be engulfed by God’s uncreated light. Without transformation the fire of God burns us, not because He desires we be burned, but because our fallen nature can not withstand the presence of God without having been purified.
The Eucharist is the very medicine that God designed for this transformation. Our response should be one of humble submission to this invitation to commune with the very God Who created us. Holy Communion is meant to be the very agent that changes us, making us whole. The Holy Mysteries give us life. Frequent confession and communion are the means we have for change.
The Eucharist is both mystical and symbolic and is understood to be the genuine Body and Blood of Christ, precisely because bread and wine are the mysteries and symbols of God’s true and genuine presence and His manifestation to us in Christ.
The Holy Eucharist defies analysis and explanation in purely rational and logical terms, precisely because it is a mystery. The Eucharist, as is Christ himself, is a mystery of the Kingdom of Heaven which, as Jesus has told us, is “not of this world.” The Eucharist, because it belongs to God’s Kingdom, is truly free from the earth-born “logic” of fallen humanity.
Saint John of Damascus says,  “If you enquire how this happens, it is enough for you to learn that it is through the Holy Spirit … we know nothing more than this, that the word of God is true, active, and omnipotent, but in its manner of operation unsearchable”.
Before the reception of Holy Communion the following prayer is generally recited by the priest on behalf of all. It is each person’s act of personal commitment to Christ, their promise of faith in Him and the Sacred Mysteries of His Church.
I believe, O Lord, and I confess that Thou art truly the Christ, the Son of the Living God, who camest into the world to save sinners, of whom I am the first (1 Timothy 1:15).
I believe also that this is truly Thine own most pure Body, and that this is truly Thine own most precious Blood. Therefore I pray Thee: Have mercy upon me and forgive me my transgressions, committed in word and deed, whether consciously or unconsciously.
And make me worthy to partake without condemnation of Thy most pure Mysteries, for the remission of sins and unto life everlasting.
Of Thy Mystical Supper, O Son of God, accept me today as a communicant. For I will not speak of Thy Mystery to Thine enemies, neither like Judas will I give Thee a kiss; but like the thief will I confess Thee: “Remember me, O Lord, in Thy Kingdom.”
May the communion of Thy Holy Mysteries be neither to my judgment, nor to my condemnation, 0 Lord, but to the healing of soul and body.

This article was posted on  Saturday, November 15, 2011 on The Morning Offering which can be found here:  http://morningoffering.blogspot.com/ 

Source-Pemptousia.com

Άγ.Λουκάς ο ιατρός-Γιατί ο Θεός να μην θεραπεύει πάντα το σώμα μας;

 Άγιος Λουκάς ο ιατρός

Με είχε ρωτήσει κάποιος φίλος τις προάλλες γιατί να γίνονται και γιατί να μην γίνονται θαύματα σε όλους τους ανθρώπους από τον Χριστό, -που είναι η προσωπική Αλήθεια- από την Παναγία, τους Αγίους και άλλους μεσίτες και πρεσβευτές. Γιατί ένας άνθρωπος να θεραπεύεται από τον καρκίνο και άλλος να ζεματίζεται και να πονάει και υποφέρει, σωματικά πάντα…; Επιθυμεί κάτι τέτοιο ο φιλάνθρωπος Θεός;
Πρώτα-πρώτα, ο Θεός δεν γίνεται φορτικός και δεν είναι «κομπλεξικός», όπως εμείς. Απεναντίας, εάν δεν Τον θέλουμε στην ζωή μας, δεν έρχεται, αν και μας ευεργετεί και πάλι όσο Του το επιτρέπουμε. Είναι ο μανικότερος των εραστών, ο πιο τρελός των ερωτευμένων και παράλληλα ο «ευγενής», που σεβεται απεριόριστα την ελευθερία μας. (Επίσης, είναι αυτός που φέρεται όπως ο πατέρας στην παραβολή του Ασώτου- δεν ζητάει κανένα λόγο, ούτε … «κάνει μούτρα», αλλά απλώς χαίρεται με την επιστροφή μας στο καλό.) Με άλλα λόγια, μας αφήνει να πάμε όπου θέλουμε, είτε με τα λόγια και τις εξωτερικές ενέργειες κάνουμε τους ευσεβείς, είτε όχι. Εκεί έχει ο άνθρωπος ακέραια την ευθύνη.
Τώρα, στην περιπτωση που πράγματι έχουμε αγάπη ή έστω «φόβο» Θεού, τότε ο Θεός επεμβαίνει στην ζωή μας. Και η προτεραιότητά του είναι να γιατρέψει την ψυχή πρώτα και έπειτα το σώμα. Έτσι, σε αυτό το πλαίσιο και υπό αυτές τις προϋποθέσεις, οι ασθένειες είναι οι «αγάπες του Θεού», όπως έλεγε  ένας γέροντας σύγχρονος μεγάλος. Κι αυτό, διότι «ον αγαπά ο Κύριος παιδεύει», δηλαδή αυτόν που «αγαπά»(όλους εξ ίσου τους αγαπά, εδώ ο Απόστολος μιλάει για την αγάπη με ανταπόκριση προφανώς) ο Θεός τον παιδαγωγεί, τον εκπαιδεύει, ώστε να βελτιωθεί και να Του μοιάσει περισσότερο, ΣΤΟ ΜΈΤΡΟ της θέλησης και της αντοχής του κάθε ανθρώπου κάθε φορά.  Ο γέροντας Πορφύριος είχε πει κάτι ακραίο: ο Θεός δεν άνοιξε το μυαλό των γιατρών, για να βρουν την θεραπεία του καρκίνου, που είναι μπροστά στα μάτια τους, διότι «είδε ότι έτσι γέμισε ο Παράδεισος». (Παράλληλα, είχε πει ότι «η πνευματική υγεία αδρανοποιεί τον καρκίνο.)
Είναι, όμως, πραγματικό αυτό; Ή μήπως ο Θεός είναι αντί για την αυτοευσπλαχνία «δίκαιος και αμείλικτος»; Θα σας πω κάτι από την προσωπική μου εμπειρία: έχω δει ανθρώπους που μια ολόκληρη ζωή φέρονταν με μεγάλη σκληρότητα, αυταρχισμό κ.α. σε κοντινούς τους ανθρώπους [συνήθως στους άλλους κάνουμε τους ευγενικούς άλλωστε, έτσι δεν είναι; ] να έχουν ΜΕΤΑΒΆΛΕΙ ΆΡΔΗΝ την συμπεριφορά τους με αυτήν την ασθένεια. Να έχουν μετανοήσει και μάλιστα εμπράκτως. Διότι, σκεφτείτε, πόσο πωρωμένοι είμαστε εμείς οι άνθρωποι… Όταν έχουμε την υγεία μας και ασχολούμαστε κανονικά με  τις μάταιες βιοτικές μας  μέριμνες -και λοιπές εφήμερες ανοησίες και γελοιότητες-διαμορφώνουμε τεράστιο εγωισμό και αυτοδικαίωση. Συχνά κάνουμε κόλαση την ζωή των κοντινών μας ανθρώπων, αφού έχουμε θανατώσει τις ψυχές μας… Αυτά κάνουμε εμείς οι άνθρωποι, δουλεύουμε στα πάθη μας, στην ανθρωπαρέσκεια, κατατυραννούμε τους άλλους που είχαν την κακή τύχη να έχουμε κάποια εξουσία πάνω τους και κλαιγόμαστε από πάνω, όταν δεν μας κάνουν τα χατίρια.
Λοιπόν, τι θα έπρεπε να κάνει ο Θεός που τόσο μας αγαπά σε αυτήν την περιπτωση, αφού έχει μυριάκις μακροθυμήσει; Θα έπρεπε μήπως να μας αφήσει σε αυτήν την κατάσταση ή να μας δώσει μια κατάσταση που μόνον Αυτός ξέρει πως θα μας βοηθήσει και να μας βγάλει από την ματαιότητα ΄που ζούμε, αφού Τον ζητάμε -παρ’ όλ ‘αυτά- στην ζωή μας;
Συμπέρασμα: Όλες οι ασθένειες είναι κατ’αρχήν απευκταίες, αλλά η αγάπη πολλές φορές βρίσκεται ακραίες οδούς, για να μας βγάλει από την τύφλωσή μας. Και «αν σήκωνες τις δυσκολίες, κανείς δεν θα σωζόταν».

Πηγή: philalethe00.wordpress.com

"Έχουμε αδιαλείπτως έναν πειρασμό μπροστά μας"


(Αρχιμανδρίτης Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης)

Το να γνωρίζουμε την πονηρία των ανθρώπων, δηλαδή το κακό που κάνουν οι άλλοι, μικρό ή μεγάλο, μας αλλοιώνει την λογική, μας εξασθενίζει τις δυνάμεις μας, διότι δεν συμμαρτυρεί με τον Θεό. Τελικά έχουμε αδιαλείπτως έναν πειρασμό μπροστά μας. Γι' αυτό δεν πρέπει να θέλουμε να μαθαίνουμε, να γνωρίζουμε τί κάνει ο άλλος. Αν έρθουν αν μου μιλήσουν για άλλους, θα τους κλείσω το στόμα ή θα σηκωθώ να φύγω.

Και αν κάποιος έρθει να μου πει τον πόνο του, θα του πω, δεν έχεις Γέροντα; Στον Γέροντά σου να μιλήσεις. Και αν μου απαντήσει ότι δεν έχει, θα του πω: Να βρεις! Εγώ δεν είμαι Πνευματικός ... πήγαινε να βρεις έναν Πνευματικό που θα μπορεί να σε παρακολουθεί. Ξέφυγε δηλαδή εσύ την αμαρτία του άλλου. Όσο μένεις άτρωτος από τα κακά του άλλου, τον βοηθάς. Διότι, μόλις ο άλλος σου πει κάτι κακό, αμέσως ξεπέφτει στα μάτια σου και μειώνεται η αγάπη σου, όσο και αν νομίζεις ότι τον βοηθάς.

Έτσι είμαστε εμείς οι άνθρωποι. Καταστρέφεται όλως διόλου η αγάπη μας και προς τον Θεόν και προς τους ανθρώπους, εφ' όσον αναμειγνυόμεθα στην ιδιωτική ζωή τους. Αυτή είναι υπόθεση μόνο του αρμοδίου προσώπου και ποτέ εμού του μοναχού ή λαϊκού. Το να αγαθοποιώ όσους με κακοποιούν, με οδηγεί στην ειρήνη. Διότι όλοι οι άνθρωποι τελικώς μας βάζουν προσκόμματα. Με έναν λόγο, με ένα βλέμμα, με το περπάτημά τους, με την χαρά τους, με την λύπη τους, παρεμβαίνουν στην πορεία μας.

Γι' αυτό χρειάζεται φόβος και τρόμος, μην τυχόν και αντιδράσωμε στα προσκόμματα που μας βάζουν και διασαλευθή η ειρήνη του νου και της καρδιάς μας, μήπως δηλαδή προκαλέσωμε τον χωρισμό από τον Θεόν. Χρειάζεται φόβος και τρόμος, μην τυχόν και περιφρονήσω τον αδελφό μου, μην τυχόν νομίζω ότι αυτός είναι υπεύθυνος για τις συμφορές μου, διότι αυτό είναι ξεπεσμός μου από τον Θεόν.

Ο άγιος Ισαάκ τονίζει: «Ουδέποτε φταίει ο άλλος για κάποιο παράπτωμα, πάντοτε φταις εσύ». Δεν σου φταίει ο άλλος επειδή εσύ κουράσθηκες, αμάρτησες, δυσπίστησες, αλλοιώθηκες. Βλέπεις κάποιον να τρώη με τα χέρια του και αγανακτείς. Αυτό δείχνει σαφώς ότι δεν άρχισες ακόμη την πνευματική σου ζωή. Η άσκησίς σου είναι στα προοίμια. Για να μπορέσης να ξεπεράσης αυτούς του σκοπέλους, να αγαθοποιής όποιον σε κακοποιεί. Σκόρπα, όσο μπορείς, αγαθότητα. Είσαι στον κόσμο; Μπορείς να του βρεις δουλεία. Είσαι στο μοναστήρι; Εάν σε καταρασθή, να τον ευλογήσης, εάν σε χτυπήση από την δεξιά σιαγώνα, να του πης, χτύπα με και από την άλλη. Δείξε την αγάπη σου, ανάλογα με το πώς σου ανοίγει δρόμο ο ίδιος ο Θεός. Όμως διαρκώς συμβαίνουν στην ζωή μας απρόοπτα.

Έρχεσαι στο μοναστήρι για να βρης πνευματική ζωή, και συναντάς κακούς. Είναι απρόοπτο. Ζητάς κελλί από την πλευρά του μοναστηριού που δεν έχει υγρασία, το αποκτάς, διαπιστώνει όμως ότι η θάλασσα σου προκαλεί αλλεργία, οπότε δεν μπορείς να χαρής ούτε την ημέρα ούτε την νύχτα. Αμέσως θα σου πη ο λογισμός, σήκω να φύγης. Είναι απρόοπτο. Σε πλησιάζω με την ιδέα ότι είσαι καλός άνθρωπος και βλέπω ότι είσαι ανάποδος. Απρόοπτο. Παρουσιάζονται συνεχώς απρόοπτα ενώπιόν μας, διότι έχομε θέλημα και επιθυμίες.

Τα απρόοπτα είναι αντίθετα προς το θέλημα και την επιθυμία μας, γι' αυτό και μας φαίνονται απρόοπτα, στην ουσία όμως δεν είναι. Διότι άνθρωπος που αγαπά τον Θεόν προσδοκά τα πάντα και λέγει πάντοτε «γενηθήτω το θέλημά σου». Θα έρθη βροχή, λαίλαπα, χαλάζι, κεραυνός; «Είη το όνομα Κυρίου ευλογημένον». Επειδή αυτά κοστίζουν στην σαρκικότητά μας, γι' αυτό εμείς τα βλέπομε ως απρόοπτα. Για να μην ταράσσεσαι λοιπόν κάθε φορά και στεναχωριέσαι, για να μην αγωνιάς και προβληματίζεσαι, να τα περιμένης όλα, να μπορής να υπομένης ότι έρχεται.

Πάντα να λες, καλώς ήλθες αρρώστια, καλώς ήλθες αποτυχία, καλώς ήλθες μαρτύριο. Αυτό φέρνει την πραότητα, άνευ της οποίας δεν μπορεί να υπάρχη καμία πνευματική ζωή.