Sunday, 28 July 2013

«Οι άνδρες αγαπάτε τας γυναίκας εαυτών».

 
Στη συζυγία η αγάπη επιβάλλεται και για ένα ακόμη λόγο, ας πούμε καλύτερα από κάποια ιδιαιτερότητα. Αυτός είναι η φύση της γυναίκας, που αποδεικνύεται ότι είναι γέννημα και προϊόν αγάπης (δημιουργήθηκε από την πλευρά του Αδάμ που ήταν κοντά στο μέρος της καρδιάς) και επομένως δεν ισορροπεί, όταν τη στερείται. Η ίδια πηγάζει αγάπη μέσω της μητρότητάς της και δίκαια απαιτεί να αγαπάται, αφού και η ίδια κατά φύση και θέση αγαπά.
         
Η ιστορία και τα πράγματα μαρτυρούν ότι αν οι σύζυγοι θέλουν να πετύχουν την αρμονία και την ομαλότητα μεταξύ τους, πρέπει να υπάρχει μόνιμα μεταξύ τους η αγάπη. Ειδικά όμως του άνδρα προς τη γυναίκα του. Αυτό ακριβώς έκανε και ο Χριστός προς την Εκκλησία του. Παρέδωσε τον εαυτό του για να την καταστήσει ένδοξη.
        
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, αυτός ο μέγιστος ιεράρχης, προκαλεί τον άνδρα να μην κουράζεται να δείχνει στη σύζυγό του την αγάπη του και ότι όλη η θέληση και η προσπάθεια του είναι η ευτυχία της.         
Αυτό, δυστυχώς, πολύ απουσιάζει σήμερα και τα αποτελέσματα είναι απελπιστικά. Η σημασία και η φύση της συζυγίας παραχαράχθηκε από την επίδραση του ευρωπαϊκού κυκεώνα, που τίποτε δε σεβάστηκε από την ανθρώπινη προσωπικότητα και τις πνευματικές και ηθικές αξίες, που οι προγονοί μας με αυτοθυσία κράτησαν.
Επειδή η αύξηση των ανθρώπων γίνεται με τη νόμιμη συζυγία με λύσσα ο αδίστακτος εχθρός του άνθρωπου, ο διάβολος, προσπαθεί να διαλύσει τα ήθη και να καταλύσει το δεσμό της αγάπης και της ενότητας. Το τόσο σοβαρό θέμα του γάμου δεν πρέπει να παραμεληθεί με τις παραχαράξεις του ένοχου και ανώμαλου βίου για να μην ακούσουμε και εμείς, όπως οι παλαιοί αποστάτες των ηθικών αξιών, που αποκήρυξε ο Θεός: «ου μη καταμείνει το πνεύμα μου εν τοις ανθρώποις τούτοις διά το είναι αυτούς σάρκας» (Γέν. 6,3). Και επέφερε τον κατακλυσμό για να τιμωρήσει την αποστασία.
 
Ο σύζυγος για να πετύχει εύκολα αυτό το ρόλο -ανάλογα με τις περιστάσεις, θα πρέπει να φέρεται στη σύζυγό του άλλοτε σαν πατέρας, άλλοτε σαν αδελφός, άλλοτε σαν φίλος και πάντοτε σαν άνδρας της. Αν το κάνει αυτό θα πετύχει την ατάραχη και αρμονική διάθεση της συζύγου, που ενώ σε πολλά σημεία είναι περισσότερο φιλότιμη και έχει αυτοθυσία, σε μερικά μικρής σημασίας συμβάντα αποθαρρύνεται και μικροψυχεί.         
Δεν είναι υπερβολή ούτε προσποίηση η εκδήλωση αγάπης του συζύγου προς τη γυναίκα του, αφού μόνο στη νόμιμη συζυγία μπορεί να εκδηλωθεί η γνήσια και πραγματική αγάπη, εφ’ όσον «έσονται οι δυο εις σάρκα μίαν». Καμιά άλλη εκδήλωση τρυφερότητας και συμπάθειας δεν μπορεί να παραλληλισθεί με το «έσονται οι δύο εις σάρκα μίαν» της νόμιμης συζυγίας από την οποία προέρχεται η καταβολή της ανθρώπινης ζωής. Άλλωστε και η περιγραφή του γυναικείου φύλου, που είναι και το ασθενές μέρος, απαιτεί την πρακτική του συμπλήρωση από την ανδρική αγάπη και αυτός είναι ο λόγος της ζήλειας που πλεονάζει στη γυναίκα. Ο καλύτερος τρόπος δαμασμού της γυναικείας ζήλειας είναι πρακτικά η γνήσια και έμπρακτη εκδήλωση αγάπης του συζύγου προς τη γυναίκα του.         
Στη γενική διαστροφή που επικράτησε λόγω της αποστασίας από το Θεό «ανένδεκτον του μη ελθείν τα σκάνδαλα» (Λουκ. 17,1). Χρειάζεται πολλή προσοχή στη συγκράτηση του δεσμού της συζυγίας. Να μη λαμβάνονται υπ’ όψιν τα σκάνδαλα, από τα οποία πηγάζουν οι παρεξηγήσεις. Συνιστούμε, ειδικά στον άνδρα, ως την κεφαλή, να μην προδίδει την αγάπη και το σύνδεσμο με τη σύζυγό του, γιατί ο διάβολος και τα όργανά του ουδέποτε θα παύσουν να πολεμούν για να πληγώσουν τη ρίζα της ζωής.
               
Ένα δείγμα πραγματικής παρηγοριάς και στηριγμού, που μας συμβούλευσαν οι γέροντες σύμβουλοί μας, και των δύο φύλων, για τις δύσκολες ώρες είναι: «Μην ξεχνάτε ποτέ την πρώτη εβδομάδα του γάμου σας». Είστε οι ίδιοι όπως και τότε. Τίποτε δε σας χωρίζει. Υπενθυμίζουμε στους άνδρες το «συνοικούντες κατά γνώσιν, ως ασθενεστέρω σκεύει τω γυναικείω» (Α’ Πέτ. 3,7). Αυτό σημαίνει ότι η παρεκτροπή της συζύγου θεραπεύεται με την αγάπη και την τρυφερότητα, παρά με την επίπληξη και το θυμό. Μην κάνεις παρατήρηση στη σύζυγό σου, σε περίπτωση λάθους, ειδικά την ώρα του πειρασμού και της αιχμής. Εφάρμοσε το λόγο του Δαβίδ: «Εγώ δε ωσεί κωφός ουκ ήκουον, και ωσεί άλαλος ουκ ανοίγων το στόμα αυτού» (Ψαλμ. 37,13). Σε άλλη ώρα, όταν είστε μόνοι σας, μακριά από τα παιδιά, εάν υπάρχουν, πάρε με τρυφερότητα τη σύζυγό σου στην αγκαλιά σου και πες της. «Αγάπη μου, δεν ξέρεις πόσο σε αγαπώ; Εγώ θέλω να είσαι μια αξιοπρεπής κυρία. Αυτό που έκανες δεν σε τιμά».
Τότε μόνο δέχεται το σφάλμα και ζητά συνειδητά συγγνώμη. Αυτά είναι γεννήματα της πείρας. Εάν την ώρα του λάθους η της ζημιάς, την ελέγξεις, θα πεισμώσει, θα ανταπαντήσει, θα μουτρώσει, θα επικαλεσθεί προφάσεις και θα πει ψέματα! Η σύνεση προλαμβάνει, εάν χρησιμοποιηθεί το φάρμακο της αγάπης.                
Η αγάπη προς τη σύζυγο είναι ως προς τον άνδρα και δικαιοσύνη, γιατί το μόνο πρόσωπο που αχώριστα και πρακτικά θα παραμείνει στο πλευρό του είναι η σύζυγός του, αφού όλα τα πρόσωπα του περιβάλλοντός του σιγά-σιγά θα εκλείψουν, ενώ στους ευσεβείς συζύγους η συζυγία συνεχίζεται και στην αιωνιότητα.
 
Γέροντος Ιωσήφ Βατοπαιδινού, «Συζητήσεις στον Άθωνα». Ψυχωφελή Βατοπαιδινά 13
 
ΠΗΓΗ- Ο ΤΗΡΩΝ

Saint Theophylact of Ochrid-What Have We to Do with Thee?

 

Fifth Sunday after Pentecost
What Have We to Do with Thee?

Matthew 8:28-9:1

From The Explanation of the Gospel of St. Matthew

by Blessed Theophylact, Archbishop of Ochrid and Bulgaria

28. And when He was come to the other side into the land of the Gergesenes, there met Him two possessed with demons, coming out of the tombs, exceeding fierce, so that no man might pass by that way. While the men in the boat were yet wondering what manner of man this was that even the winds and the sea obeyed Him, the demons come to proclaim the answer. Although Mark and Luke speak of one man who was possessed by a legion of demons (Mk. 5:9, Lk. 8:27), understand that this one man was one of the two mentioned by Matthew, evidently, the more notorious of the two. Jesus came alone towards them, since no one dared to bring them to Him, so fierce were they. They dwelt among the tombs because the demons wish to inspire the belief that the souls of those who have died become demons. Let no one believe this: for when the soul departs from a man, it does not wander about the earth. For the souls of the righteous are in the hand of God (Wis. of Sol. 3:1), and the souls of sinners are also led away, as was the soul of the rich man, Lazarus.
29. And, behold, they cried out, saying, What have we to do with Thee, Jesus, Thou Son of God? Art Thou come hither to torment us before the time? Behold, they proclaim Him to be the Son of God, but first they declare their enmity. The demons consider it torment to be prevented from harming men. Understand the demons' words, before the time, to mean that they thought that Christ, not enduring their great wickedness, would not wait for the time of their punishment. But this is not so; the demons are permitted to contend with us until the end of the world.
30-32. And there was a good way off from them a herd of many swine grazing. So the demons besought Him, saying, If Thou cast us out, suffer us to go away into the herd of swine. And He said unto them, Go. And when they were come out, they went into the herd of swine. The demons asked this so that they could drown the swine, and thus the owners would be grieved and would not welcome Christ. Christ granted the demons their request in order to show how great is their bitterness towards men, and that if they had the power, and were not prevented as they are by God, they would do worse things to us than they did to the swine. For God protects those possessed by demons so that they do not kill themselves.
32-34. And, behold, the whole herd of swine ran violently down a steep place into the sea, and perished in the waters. And they that kept them fled, and went their ways into the city, and told everything, and what was befallen to those possessed of the demons. And, behold, the whole city came out to meet Jesus: and when they saw Him, they besought Him that He would depart out of their region. The inhabitants of the city begged Jesus to leave because they were grieved and thought that they would suffer something worse thereafter. You, O reader, learn that where there is swinish life, it is not Christ Who dwells there, but demons.
1-2. And He entered into a boat, and passed over, and came into His own city. And, behold, they brought to Him a paralytic, lying on a bed. His own city means Capernaum, for it was there that He was living. He was born in Bethlehem, raised in Nazareth, and lived for an extended length of time in Capernaum.