Friday, 19 July 2013

St.Aphrahat the Persian: Christ is the Temple, and Christians are a Temple for a Dwelling-Place of Christ

 Ss. Ephraim and Isaac the Syrians and St. Aphrahat the Persian.

The true Stone, our Lord Jesus Christ, is the foundation of all our faith.
[...] And now hear concerning faith that is based upon the Stone, and concerning the structure that is reared up upon the Stone.
For first a man believes, and when he believes, he loves.  When he loves, he hopes.  When he hopes, he is justified.  When he is justified, he is perfected.  When he is perfected, he is consummated.
And when his whole structure is raised up, consummated, and perfected, then he becomes a house and a temple for a dwelling-place of Christ, as Jeremiah the Prophet said:
The temple of the Lord, the temple of the Lord, the temple of the Lord are ye, if ye amend your ways and your works.
And again He said through the Prophet: I will dwell in them and walk in them.  And also the Blessed Apostle thus said: Ye are the temple of God and the Spirit of Christ dwelleth in you.
And also our Lord again thus said to His disciples: Ye are in Me and I am in you.
And when the house has become a dwelling-place, then the man begins to be anxious as to that which is required for Him Who dwells in the building.
[...] In a house that is void of all good things, the King will not lodge, nor will he dwell in the midst of it; but all that is choicest in the house is required for the King and that nothing in it be deficient.
[...]  So also let the man, who becomes a house, yea a dwelling-place, for Christ, take heed to what is needed for the service of Christ, Who lodges in him, and with what things he may please Him.
[...]  If Christ is set for the foundation, how does Christ also dwell in the building when it is completed?  For both these things did the blessed Apostle say.
For he said: I as a wise architect have laid the foundation.  And there he defined the foundation and made it clear, for he said as follows: No man can lay other foundation than that which is laid, which is Jesus Christ.
And that Christ furthermore dwells in that building is the word that was written above—that of Jeremiah who called men temples and said of God that He dwelt in them.  And the Apostle said: The Spirit of Christ dwelleth in you.  And our Lord said: I and My Father are one.
And therefore that word is accomplished, that Christ dwells in men, namely, in those who believe on Him, and He is the foundation on which is reared up the whole building.

Aphrahat the Persian (c.270-c.345): Demonstrations, 1 – On Faith.

Η Αγία Προσκομιδή..



Ο χώρος στον οποίο προετοιμάζονται τα Τίμια Δώρα και μνημονεύονται οι ψυχές ονομάζεται Αγία Προσκομιδή. Αφού λοιπόν ενδυθούν τα άμφια τους ο διάκονος και ο ιερέας έτσι λαμπεροί σαν ουράνιοι άνθρωποι ξεκινούν την προσκομιδή. Όλο αυτό το μέρος της Ακολουθίας σκοπό έχει την προετοιμασία των αναγκαίων για την Θεία Ευχαριστία. Καθώς η τελετή της προσκομιδής δεν είναι τίποτα άλλο παρά η προετοιμασία της Λειτουργίας, η Εκκλησία τη συνέδεσε με την ανάμνηση των πρώτων χρόνων της ζωής του Χριστού, τότε που Εκείνος προετοιμαζόταν για το έργο Του, για τα πάθη και τον θάνατό Του. Η προετοιμασία αυτή γίνεται μέσα στο ιερό με τα βημόθυρα και τα βήλα κλειστά, μακριά από τα μάτια των πιστών, όπως μυστικά ετοιμαζόταν ο Χριστός τα πρώτα χρόνια της επίγειας ζωής Του για τη δημόσια δράση Του.
Κατόπιν και οι δύο πλένουν τα χέρια τους και αφού κάνουν τρεις μετάνοιες ο καθένας λέγουν «ο Θεός ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλω και ελέησόν με» τρεις φορές και κατόπιν ο ιερέας βάζει «ευλογητός» και πλησιάζουν στην Αγία Πρόθεση που βρίσκεται από αριστερά της Αγίας Τραπέζης και πήρε το όνομά της γιατί σε αυτό το σημείο του Ιερού τα πρώτα χρόνια του Χριστιανισμού συγκεντρώνονταν, δηλαδή προτίθενται όλες οι προσφορές των χριστιανών για την κοινή τράπεζα. Ο ιερέας παίρνει ένα από τα πρόσφορα τα οποία προσφέρονται, το σφραγίζει με την Αγία λόγχη σταυροειδώς, εικονίζοντας έτσι το σωτήριο πάθος του Χριστού, ως ανάμνηση των παθημάτων Του και λέγει τρεις φορές «εις ανάμνηση του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού». Έπειτα με την λόγχη, η οποία εικονίζει εκείνη με την οποία έτρωσαν την πλευρά του Κυρίου, κόβει στης 4 πλευρές το κεντρικό σημείο της προσφοράς που έχει την σφραγίδα με το όνομα ΙΣ ΧΣ (Ιησούς Χριστός) ΝΙ ΚΑ. Με την αποκοπή αυτή θα δείξει τον σωματικό χωρισμό του Κυρίου από την Παρθένο Μαρία καθώς Τον γέννησε, ο άρτος είναι ο αμνός που προσφέρεται ως θυσία για τη σωτηρία του κόσμου και εν γένει η Προσκομιδή είναι το ρεαλιστικό δράμα συνεπτυγμένο που αναπαριστάνει την θυσία του αμνού και θα ολοκληρωθεί στην Θεία Λειτουργία. Ο ιερέας σαν τον Προφήτη Ησαΐα διαβλέπει αυτά που θα γίνουν μελλοντικά καθώς τελεί την Προσκομιδή κι έτσι κάθε πράξη του την συνοδεύει με τα ανάλογα προφητικά λόγια. Βυθίζοντας την λόγχη στη δεξιά πλευρά της σφραγίδας προφέρει τις λέξεις «ως πρόβατον επί σφαγή ήχθη» (δηλαδή σαν πρόβατο οδηγήθηκε στη σφαγή ο Κύριός μας). Μετά βυθίζει την λόγχη στην αριστερή πλευρά της σφραγίδας λέγοντας «και ως αμνός άμωμος, εναντίον του κείροντας αυτόν, άφωνος, ούτως ουκ ανοίγει το στόμα αυτού» (δηλαδή και σαν αρνί αμώμητο που κάθεται άφωνο μπροστά σ' αυτόν που το κουρεύει, έτσι κι εκείνος δεν ανοίγει το σόμα Του). Κατόπιν με τη λόγχη στο πάνω μέρος στη σφραγίδας λέει τα λόγια «εν τη ταπεινώσει αυτού η κρίσις αυτού ήρθη» (καταδικάσθηκε δηλαδή σε ταπεινωτικό θάνατο και του αρνήθηκαν δίκαιη κρίση) . και τέλος βυθίζοντας τη λόγχη στο κάτω μέρος της σφραγίδας συγκλονισμένος αναφωνεί: «την δε γενεάς αυτου τις διηγήσετε;» (και ποιος μπορεί να μιλήσει για την καταγωγή του;)
Καθώς ο ιερέας έχει κόψει ήδη τον αμνό στις τέσσερις πλευρές του κάνει στο κάτω μέρος του μία οριζόντια τομή ανασηκώνει το κεντρικό αυτό σημείο του άρτου και το τοποθετεί στο Άγιο Δισκάριο λέγοντας: «ότι αιρεται από της γης η ζωή αυτού» (εξάλειψαν την ζωή Του από το πρόσωπο της γης) και χαράζοντας το κάτω μέρος σε σχήμα σταυρού προσθέτει «θύεται ο αμνός του Θεού, ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου, υπέρ της του κόσμου ζωής και σωτηρίας « (δηλαδή θυσιάζεται ο αμνός του Θεού, ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου για τη ζωή και τη σωτηρία του κόσμου.) κατόπιν τοποθετεί τον αμνό στο κέντρο του δισκαρίου και τρυπά με την αιχμή της λόγχης στο σημείο ΙΣ (δηλαδή Ιησούς) και λέει «εις των στρατιωτών λόγχη την πλευράν αυτού ένυξε και ευθέως εξήλθεν αίμα και ύδωρ και ο εωρακώς μεμαρτύρηκε και αληθινή εστίν η μαρτυρία αυτού». (δηλαδή ένας από τους στρατιώτες τρύπησε την πλευρά Του με τη λόγχη και αμέσως έτρεξε αίμα και νερό. Και αυτός που αναφέρει το γεγονός το είδε με τα μάτια του και είναι αληθινή η μαρτυρία του.) αμέσως τότε μέσα στο Άγιο Ποτήριο ρίχνει κρασί και νερό και κατόπιν ευλογεί την αγία ένωση. Τα δώρα που προσφέρονται δηλαδή το ψωμί, το νερό και το κρασί είναι οι απαρχές της ανθρώπινης ζωής και τα πιο βασικά συστατικά, γι' αυτό και δηλώνουν το μεγάλο και το λαμπρό της προσφοράς. Μ' αυτόν τον τρόπο προετοιμάζονται ο άρτος και ο οίνος που θα μεταβληθούν στην διάρκεια της Θείας Λειτουργίας σε Σώμα και Αίμα Χριστού. Κατόπιν ο ιερέας από ένα δεύτερο πρόσφορο (ή και από το ίδιο), κόβει την μερίδα «εις τιμήν και μνήμην της Υπερευλογημένης Ενδόξου Δεσποίνης ημών Θεοτόκου» και την τοποθετεί στο δεξί μέρος του αμνού πάνω στο δισκάριο λέγοντας τα προφητικά λόγια του ψαλμού «παρέστη η Βασίλισσα εκ δεξιών Σου εν ιματισμώ διαχρύσω περιβεβλημένη, πεποικιλμένη» (δηλαδή στα δεξιά σου κάθισε η Βασίλισσα ντυμένη με ρούχα χρυσοΰφαντα και καταστολισμένη.) κατόπιν στα αριστερά του αμνού τοποθετεί τις μερίδες των αγγέλων και των αγίων και τέλος παίρνοντας ψυχία από το πρόσφορο και στο κάτω μέρος του αμνού, πάνω στο δισκάριο, μνημονεύει τις ψυχές των ζώντων και των κεκοιμημένων.
Όπως είπαμε ο αμνός δεν έχει γίνει ακόμα Σώμα Χριστού, δηλαδή ο άρτος έχει παραμείνει άρτος και συμβολίζει τον Χριστό κατά την πρώτη του ηλικία, γθι' αυτό ο ιερέας σκεπάζει τα Δώρα επειδή η δύναμη του σαρκωμένου Θεού Λόγου είναι σκεπασμένη προς το παρόν μέχρι τη δημόσια εμφάνισή Του και δεν φαίνεται. Ο ιερέας πρώτα τοποθετεί τον αστερίσκο που συμβολίζει το αστέρι της Βηθλεέμ στο Άγιο Δισκάριο λέγοντας «και ιδού ο Αστήρ ελθών έστη επάνω ου ην το παιδίον» ( δηλαδή και ιδού αστέρας ήλθε και εκάθισε επάνω από εκεί που βρισκόταν το παιδί.) Κατόπιν τοποθετεί τα καλύμματα στο Άγιο Δισκάριο και έπειτα στο Άγιο Ποτήριο και τα δύο τα καλύπτει με τον  αέρα.
Τα Άγια Σκεύη που χρησιμοποιούνται στην Προσκομιδή και στη Θεία Λειτουργία είναι το Άγιο Ποτήριο, το Δισκάριο, ο Αστερίσκος, η Αγία Λαβίδα, ο αέρας, τα καλύμματα, η Αγία Λόγχη, το μάκτρο, ο σπόγγος και η μούσα.
Η Αγία Πρόθεσις γενικότερα συμβολίζει τη φάτνη, το σπήλαιο της Βηθλεέμ όπου καταδέχθηκε να σαρκωθεί και ν' ανακλιθεί ο Σωτήρας μας.
Το Άγιο Ποτήριο από το οποίο όλοι μας κοινωνούμε, εικονίζει εκείνο το Ποτήριο μέσα στο οποίο ο Σωτήρας μας ιερούργησε το Αίμα Του και γι' αυτό γεμίζει ο ιερέας το Δισκοπότηρο με κρασί και νερό ακριβώς, όπως είπαμε, την στιγμή που κεντά με τη λόγχη τον αμνό και μνημονεύει την στιγμή που από την πλευρά του Χριστού βγήκε αίμα και ύδωρ.  Το Δισκάριο εικονίζει τον Ουρανό και γι' αυτό είναι στρογγυλό και στο κέντρο του κρατά τον Δεσπότη του Ουρανού. Πάνω σε αυτόν είναι χαραγμένη η εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου από τα σπλάχνα της οποίας εξήλθε ο Θεάνθρωπος Ιησούς Χριστός. Ο Αστερίσκος εικονίζει τον αστέρα εκείνον ο οποίος εμφανίστηκε στη γέννηση του Χριστού. Η  Αγία Λόγχη είναι μια μικρή λόγχη με την οποία κάνουμε ακριβώς ότι και ο στρατιώτης επάνω στο σώμα του Εσταυρωμένου Χριστού, δηλαδή λογχίζουμε τον Αμνό που θα μεταβληθεί σε Σώμα Χριστού στη Θεία Λειτουργία. Το κάλυμμα του δισκαρίου εικονίζει τα σπάργανα του Χριστού τα οποία δηλώνουν την Ενανθρώπιση του Λόγου γι' αυτό και ο ιερέας καλύπτοντας το δισκάριο λέγει: « Ο Κύριος εβασίλευσεν ευπρέπειαν ενεδύσατο». Το κάλυμμα δε του Αγίου Δισκοποτηρίου συμβολίζει τα εντάφια σάβανα του Χριστού. Ο αέρας με τον οποίον ο ιερέας καλύπτει το δισκοπότηρο και το δισκάριο μαζί, συμβολίζει τη φωτεινή νεφέλη του Θαβώρ. Ο ιερέας καθώς καλύπτει λέγει τον ψαμό «εκάλυψεν ουρανούς η αρετή αυτού και της συνέσεως αυτού πλήρης η γη» (δηλαδή ότι ο Ιησούς Χριστός ως Θεός είναι Εκείνος ο οποίος σκεπάζει τον ουρανό με τις αρετές Του και η γη πληρώθηκε από την σύνεση και την γνώση Του, εφόσον Τον γνώρισε μαζί με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα όλη η Οικουμένη). Τον αέρα κινεί ο ιερέας πάνω από τα Τίμια Δώρα καλώς λέμε αργότερα, στη Θεία Λειτουργία, το σύμβολο της Πίστεως και συμβολίζει τον θρίαμβο της Αναστάσεως. Το μάκτρο είναι το κόκκινο πανάκι με το οποίο σκουπίζουμε το στόμα μας όταν κοινωνούμε και το οποίο συμβολίζει τη χλαμύδα με την οποία έντυσαν τον Χριστό στο Πραιτώριο οι στρατιώτες και η οποία ποτίστηκε από το Πανάγιο Αίμα Του που έτρεχε από το μαστιγωμένο Σώμα Του. Ο σπόγγος είναι σφουγγάρι στρογγυλό, φυσικό και εικονίζει εκείνον τον σπόγγο με τον οποίον πότισαν τον Κύριο πάνω στο Σταυρό με ξύδι. Συνήθως, όταν ο ιερέας καταλύσει μετά το τέλος της Θείας Λειτουργίας και σκουπίσει καλά το Άγιο Ποτήριο κατόπιν τοποθετεί τον σπόγγο μέσα στο δισκοπότηρο για ν' απορροφά την υγρασία και να μην οξειδώνεται το μέταλλο. Η μούσα είναι επίσης σφουγγάρι φυσικό το οποίο είναι λεπτό και καλά πατημένο, κατάλληλο για να συλλέγει ο ιερέας τις μερίδες από το αντιμήνσιο και για να καθαρίζει το δισκάριο. Αφού λοιπόν ο ιερέας στην Προσκομιδή σκεπάσει με τον αέρα τα καλυμμένα δισκάριο και δισκοπότηρο, υποκλίνεται μπροστά στην Αγία Πρόθεση και θυμιάζει τα προσφερόμενα Δώρα λέγοντας την ευχή «θυμίαμα σου προσφέρομεν, Χριστέ ο Θεός ημών εις οσμήν ευωδίας πνευματικής ο προσδεξάμενος εις το υπερουράνιόν Σου θυσιαστήριον, αντακατάπεμψον ημιν την χάριν του Παναγίου σου Πνεύματος» (δηλαδή σου προσφέρουμε θυμίαμα Χριστέ και Θεέ μας ως πνευματική ευωδία , δέξου το στο υπερουράνιο θυσιαστήριό σου και στείλε μας σαν αντάλλαγμα τη Χάρη του Παναγίου σου Πνεύματος). Ζητά από τον Θεό να ευλογήσει τα προτεθέντα και να τα δεχθεί στο υπερουράνιο θυσιαστήριο και να μνημονεύσει όσους πρόσφεραν τα Δώρα αυτά κι εκείνους για τους οποίους προσφέρθηκαν. Κατόπιν κάνει την απόλυση της προσκομιδής θυμιάζοντάς την όπως και την Αγία Τράπεζα, όπως ακριβώς και ξεκίνησε όταν μπήκε στην Εκκλησία δείχνοντας έτσι ότι αρχή και τέλος είναι ο Θεός όπου θρόνος και τόπος του είναι το θυσιαστήριο. Ο ιερέας κατόπιν ασπάζεται το Ευαγγέλιο κι ευλογεί τον Διάκονο ο οποίος ασπάζεται την Αγία Τράπεζα. Και αφού παίρνει την ευχή του βγαίνει από το ιερό στέκεται στο κέντρο, απέναντι από την Ωραία Πύλη και καλεί τον ιερέα να ξεκινήσει την Θεία Λειτουργία λέγοντας δυνατά «Ευλόγησον Δέσποτα». Από την Αγία Τράπεζα ο ιερέας αποκρίνεται «ευλογημένη η Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος νυν και αεί και εις του αιώνας των αιώνων». (δηλαδή ας είναι δοξασμένη η Βασιλεία του Πατέρα και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος τώρα και πάντοτε και τις της ατέλειωτη αιωνιότητα) κι έτσι αρχίζει η Θεία Λειτουργία.