Saturday, 30 March 2013

Η μετάνοια ως αγάπη




Έχουμε συνηθίσει να μιλάμε για την μετάνοια  και έχουμε διαβάσει πολλά για αυτήν.  Επίσης έχουμε ακούσει και διαβάσει πολλά για την αγάπη. Είναι δύο  πολύ σπουδαίες έννοιες, δύο πολύ σπουδαίες πραγματικότητες της πνευματικής μας ζωής. Η εμπειρία μας από  τους άλλους ανθρώπους και τον εαυτό μας, μας πληροφορεί ότι, ο τρόπος  με τον οποίο οι άνθρωποι μετανοούν  παρουσιάζει μεγάλες ομοιότητες με τον τρόπο που οι ίδιοι άνθρωποι αγαπούν.  Έτσι παρατηρούμε  ότι, οι άνθρωποι  που μπορούν να αγαπήσουν έντονα  τον άλλο, μπορούν να μετανοήσουν εξ ίσου έντονα και ριζικά, ενώ οι άνθρωποι που  είναι κάπως σφιχτοί και επιφυλακτικοί, κλεισμένοι στον εαυτό τους, δυσκολεύονται και να  μετανοήσουν. Επιπλέον άνθρωποι που αγαπούν μεν αλλά με αστάθεια, (δηλαδή  όταν αγαπούν αφοσιώνονται, αλλά όταν  περνάει λίγο ο καιρός  ψυχραίνονται και υπαναχωρούν) μετανοούν και με αστάθεια.  Αυτές οι ομοιότητες οφείλονται στο γεγονός ότι  η ποιότητα και η ποσότητα της μετανοίας, ακολουθούν την αγαπητική δύναμη του  ανθρώπου. Κάθε άνθρωπος έχει από τον Θεό δοσμένη μέσα του  μια αγαπητική δύναμη (στοιχείο του «κατ’ εικόνα»). Όμως, λόγω της μεγάλης ποικιλίας των ανθρώπινων χαρακτήρων και των συνθηκών ζωής, η αγαπητική δύναμη του καθενός  δεν είναι  ίδια, δεν είναι ίδιου βαθμού, ίδιας ποιότητας και σταθερότητας.  Με άλλα λόγια ο βασικός μηχανισμός με τον οποίο ο άνθρωπος μετανοεί, είναι η ικανότητα της αγάπης που διαθέτει. Αν η ικανότητα αυτή είναι πλούσια, τότε πλούσια θα είναι και η  μετάνοια, θα διαθέτει την πληρότητα και την συνέπεια που ο θεός θέλει.  Αν η ικανότητα αυτή θα είναι φτωχή, τότε φτωχή και ελλιπής θα είναι και η μετάνοια. 
Μετάνοια σημαίνει αλλάζω νου, αλλάζω τρόπο σκέψης, γίνομαι καινούργιος άνθρωπος και επομένως αλλάζω πορεία.  Άρα δεν ακολουθώ αυτό που νόμιζα εγώ ότι είναι το συμφέρον μου, αλλά παραδίδω τον εαυτό μου  στον Θεό για να με καθοδηγήσει. Κι είναι φανερό πως δεν μπορούμε να εμπιστευθούμε  κάποιον εάν δεν τον αγαπάμε.  Μπορεί κάποιες άλλες μικρές πράξεις της καθημερινής μας ζωής να γίνονται  και χωρίς αγάπη. Όταν όμως πρόκειται  να εναποθέσουμε τον εαυτό μας ολόκληρο, τη μία και μοναδική μας ζωή σε κάποιον, τότε χρειάζεται αγάπη για να τον εμπιστευθούμε και να του αυτοπαραδοθούμε. Μετανοώ συνεπώς σημαίνει, ότι επειδή αγαπώ , παραδίδω τον εαυτό μου  στον Θεό, εφαρμόζω και τηρώ τις εντολές Του, όπως εκείνος μας το ζήτησε: «ο έχων τας εντολάς μου και τηρών αυτάς εκείνος εστίν ο αγαπών με…. και εγώ αγαπήσω αυτόν και εμφανίσω αυτώ  εμαυτόν»( Ιωάν14:21).  Υπό αυτή την έννοια η παράδοσή μας στον Θεό δια της μετανοίας, δια της αγάπης και της εμπιστοσύνης,  συνεπάγεται απάρνηση του εαυτού μας.  Απαρνιόμαστε αυτό που εμείς έως τώρα ξέραμε, ή αγαπούσαμε, ή βρίσκαμε λογικό, και ερχόμαστε σε συνάντηση  με τον Θεό κατά τον ίδιο τρόπο  που ο Αβραάμ εξήλθε σε συνάντηση μαζί Του, αφού υπάκουσε στην πρόσκληση που του απηύθυνε Εκείνος:  «Φύγε από τη χώρα σου, από τους συγγενείς σου και πήγαινε σε μια χώρα που εγώ θα σου δείξω» (Γεν 12:1). Αυτή η  πρόσκληση στον Αβραάμ, που συνεπαγόταν αλλαγή του τόπου, επαναλαμβάνεται προς εμάς κάθε λεπτό, ως αλλαγή τρόπου:  ο Θεός μας προτρέπει να αφήσουμε πίσω μας αυτά που έχουμε μάθει,  τον τρόπο που ζούμε και σκεφτόμαστε, και να κάνουμε αυτό που Εκείνος λέει, να Τον εμπιστευθούμε και να φύγουμε προς μία νέα χώρα, την χώρα των εντολών Του.  Τέλος, εκείνο που θα ήθελα να τονίσω ακόμα είναι,  ότι αποτέλεσμα της μετανοίας είναι η ευγνωμοσύνη, που αποτελεί μια μορφή αγάπης. Η αγάπη, με άλλα λόγια, είναι το αίτιο και το αποτέλεσμα της  μετάνοιας.  Δεν ξέρω κατά πόσο η αγωγή μας  στην οικογένεια και στην Εκκλησία έχει επικεντρωθεί στη μετάνοια  ως διαδικασία αγάπης. Αντίθετα η μετάνοια  συχνά παρουσιάζεται ως υποχρέωση, που προκύπτει από έναν  σκληρό ή και τιμωρό Θεό, ο οποίος κρατάει έναν μεγεθυντικό φακό για να εντοπίσει τις αμαρτίες μας. Αυτό τον Θεό μεταδίδουμε και στα παιδιά μας. Όμως ο Θεός μας πλησιάζει για να δει κάθε καλό μας, ψάχνει να βρει αφορμή για να μας σώσει. Αυτό τον Θεό μας δίδαξαν οι πατέρες της Εκκλησίας μας.   Ίσως, μετά  από  τα παραπάνω, να διαπιστώσαμε ότι δεν διαθέτει η μετάνοιά μας τα χαρακτηριστικά που αναφέρθηκαν. Δεν πρέπει να απογοητευθούμε. Υπάρχουν σκαλοπάτια στην ανάβαση  προς τον ουρανό. Ο Θεός είναι φιλάνθρωπος και γνωρίζει  ότι πολλές φορές δυσκολευόμαστε να κάνουμε το πρώτο βήμα.  Δέχεται λοιπόν και άλλες μορφές μετανοίας, πιο ελλιπείς, πιο προβληματικές. Για κάποιους από εμάς  αρχικό κίνητρο για μετάνοια μπορεί να είναι ο φόβος ή η ελπίδα για ανταμοιβή. Όμως, ανεξάρτητα από το πρώτο κίνητρο, ο στόχος πρέπει να είναι πάντοτε η αγάπη.  Η πνευματική ζωή  χρειάζεται  μια συνειδοποίηση της προσωρινότητας του σκαλοπατιού στο οποίο βρισκόμαστε τώρα, διότι μας καλεί στο επόμενο.


(περίληψη από το  ομώνυμο κεφάλαιο του  βιβλίου του π. Βασιλείου Θερμού,
«Περάσματα στην απέναντι όχθη», εκδόσεις «Εν πλώ»).
Πηγή:faneromenihol

Saint Theophylact of Ochrid-On The Second Sunday of Lent ,The Paralytic Borne by Four

 

Mark 2:1-12

From The Explanation of the Gospel of St. Mark

by Blessed Theophylact, Archbishop of Ochrid and Bulgaria

1-5. And again He entered into Capernaum after some days; and it was heard that He was in the house. And straightway many were gathered together, insomuch that there was no room to receive them, no, not so much as about the door: and He preached the word unto them. And they come unto Him, bringing a paralytic who was borne by four. And when they could not come nigh unto Him for the press, they uncovered the roof where He was: and when they had broken it up, they let down the bed wherein the paralytic lay. When Jesus saw their faith, He said unto the paralytic, Child, thy sins be forgiven thee. What does this mean, after some days? (Theophylact is here interpreting for his contemporary Greek reader of 1100 AD the somewhat difficult New Testament Greek phrase δι᾽ ἠμερῶν.) It means, "when several days had gone by." When Jesus had entered the house, the people heard that He was inside and all came running, hoping that it would be easy to meet Him there. The faith of those men was so great that they even made an opening in the roof through which they lowered the paralytic. Thereupon the Lord healed him, seeing the faith of those who carried him, or of the paralytic himself. For the paralytic would not have agreed to be carried if he himself had not believed that he would be healed. Many times the Lord healed the unbelieving sick on account of the faith of those who brought them. Similarly, He often healed the one brought to Him because of that man᾽s faith, despite the unbelief of those who brought him. First He forgives the sins of the sick man and then He cures the disease, since the most severe illnesses occur for the most part as a result of sins. So it is that the Lord said of the paralytic in John᾽s Gospel that it was as a result of sins that the man had been paralyzed (John 5:5-15). But the paralytic in John᾽s Gospel is not the same one mentioned here. For the man in John᾽s account had no one to help him, while this man had four. And that man was by the Sheep᾽s Pool; this man was in the house. And this one was in Capernaum, while the other was in Jerusalem, to name but a few differences. But know that the paralytic mentioned by Matthew (9:2-8) and the one mentioned here by Mark are one and the same.
6-12. But there were certain of the scribes sitting there, and reasoning in their hearts, Why doth this man thus speak blasphemies? Who can forgive sins but God only? And Jesus, immediately knowing in His spirit that they so reasoned within themselves, said unto them, Why reason ye these things in your hearts? Is it easier to say to the paralytic, Thy sins be forgiven thee; or to say, Arise, and take up thy bed, and walk? But that ye may know that the Son of Man hath authority on earth to forgive sins—He saith to the paralytic—I say unto thee, Arise, and take up thy bed, and go thy way into thine house. And immediately he arose, took up the bed, and went forth before them all; insomuch that they were all amazed, and glorified God, saying, We never saw it on this fashion. When the Lord said that He could forgive sins, the Pharisees falsely accused Him of blasphemy, since God alone can forgive sins. But the Lord gives yet more evidence that He is God, by revealing what was in their hearts. God alone knows what is in the heart of each, for, as the prophet says, Thou alone knowest the hearts of the sons of men. (II Chron. 6:30, III Kings 8:39) Although the Lord had revealed their innermost thoughts, the Pharisees remained senseless, not conceding that He Who knew their hearts could heal their sins as well. By healing the body, the Lord makes credible and certain the healing of the soul as well, confirming the invisible by means of the visible, and the more difficult by what was easier, though it did not appear so to the Pharisees. For the Pharisees thought it was more difficult to heal the body, because it was something visible. And they thought that it was easy to say that the soul had been healed because this healing was invisible. Perhaps they were thinking thoughts like these: "Look at this deceiver. He declined to heal the body which is visible, and instead claims to heal the soul which is invisible, saying, Thy sins be forgiven thee. Certainly, were He able, He would heal the body rather than pretend to do something that cannot be seen." Therefore the Saviour shows them that He is able to do both, saying, "Which is easier? To heal the body or the soul? Certainly it is easier to heal the body, but you think just the opposite. So I will heal the body, which in fact is easy, although it seems difficult to you. By so doing I will confirm the healing of the soul as well, which is difficult although it seems easy because it is invisible and cannot be verified." Then He says to the paralytic, Arise, and take up thy bed, to confirm even more that the miracle was not a phantasy, and also to show that He had not only healed him but had filled him with strength.
The Lord does the same with our spiritual sicknesses. He not only delivers us from our sins, but fills us with strength to do His commandments. Therefore I, too, who am a paralytic can be healed. For Christ at this very moment is in Capernaum, which, interpreted, is the house of comfort and consolation, which is the Church. For the house of the Comforter is the Church. I, too, am a paralytic, for the powers of my soul are inert and will not move to do good. But if I am carried by the four Evangelists and brought to the Lord, then I will hear Him call me, Child, (for by doing His commandments I become a son of God) and my sins will be forgiven me. But how can I be brought to Jesus? If they make an opening in the roof. And what is the roof? It is my mind, which over-arches all that is within me. It is a roof made of many earthen and clay tiles, signifying earthly affairs. But if all these things are pulled away, and the strength of the mind within us is opened up and freed of the weight of earthly things, then I will be lowered, that is, I will be humbled. For I ought not to rise up in pridefulness that I have been unburdened of earthly things; but instead, after I have been unburdened of earthly things, I ought to be lowered, that is, humbled. Then I will be healed and I will take up my bed, which is my body, and employ it to do the commandments. For I should not only be raised up from sin and understand that I sin; I should also take up my bed, that is, get my body up and set it to do good. Then we shall also be able to see with spiritual eyes, so that all our thoughts within us can say, We never saw it on this fashion, which means, "We never understood until now that we were paralytics and have now been healed." Only he who has been cleansed of sins sees things as they truly are.

Η ΝΗΣΤΕΙΑ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ


τού Αρχιμ. Μαξίμου Ματθαίου

Η νηστεία της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, μαζί με τη νηστεία της Τετάρτης και της Παρασκευής, είναι οι αρχαιότερες και μόνες νηστείες, που έχουν Οικουμενική κάλυψη, δηλαδή επικυρώθηκαν με Κανόνες Οικουμενικής Συνόδου ( ξθ΄ Αγ. Αποστ., ε΄ της Α΄, β΄, κθ΄ και πθ΄ της ΣΤ΄ ). Οι λοιπές καθιερωμένες νηστείες του έτους, βασίζονται στην Ιερή Παράδοση της Εκκλησίας μας, που κι αυτή είναι ισχυρή και έγκυρη.
Η νηστεία της Μεγάλης Τεσσαρακοστής ανάγεται ήδη πιο αποστολικούς χρόνους και θεσμοθετήθηκε κατά μίμηση της σαραντάμερης νηστείας του Κυρίου μας ( Ματθ. δ΄, 2 ), ως και των σαραντάμερων νηστειών των Προφητών Μωυσέως ( Εξοδ. λδ΄, 28 ) και Ηλιού ( Γ΄ Βασ. ιθ΄ 8 ).
Η αρχαιότητά της, έγκειται και στο γεγονός, ότι μόνον κατ αυτή, σε αντίθεση με τις άλλες μεταγενέστερες μακρές νηστείες, δεν επιτρέπεται η τέλεση της αναιμάκτου θυσίας (τελείας Λειτουργίας), παρά μόνο τα Σάββατα και τις Κυριακές.
Από νωρίς συνδέθηκε με την αρχαία νηστεία του Πάσχα, της μιάς, δύο και μετά έξι ημερών πρό της Κυριακής του Πάσχα (Μεγάλη Εβδομάδα). Μιά εκδοχή, ότι αρχικά η Τεσσαρακοστή συνδέθηκε με τα Θεοφάνεια, κατά ακριβή μίμηση της σαραντάμερης νηστείας του Κυρίου στην έρημο μετά το Βάπτισμα Του, αρχόμενη από τις 7 Ιανουαρίου, δεν έχει αποκτήσει σταθερά ερείσματα και θεμελιωμένες αποδείξεις.
Αρχικό νόημα
Τό νόημα της νηστείας των σαράντα ημερών, αρχικά ήταν ταυτισμένο με την προετοιμασία των Κατηχουμένων και "τών πρός το άγιον φώτισμα ευτρεπιζομένων", για το βάπτισμά τους, κατά τη νύκτα του Μ. Σαββάτου, στην παννυχίδα - αγρυπνία του Πάσχα. στη "Λειτουργία της Μ. Τεσσαρακοστής", των Προηγιασμένων Δώρων ή Προηγιασμένη, οι σχετικές "δεήσεις", που μέχρι σήμερα έχουν διατηρηθεί ανέπαφες, μαρτυρούν αυτό το αρχικό νόημα. το αυτό μαρτυρεί και η καθημερινή Ανάγνωση, στις Ακολουθίες αυτής της περιόδου, των Βιβλίων, που χρησιμοποιούσε η Αρχαία Εκκλησία για Κατήχηση, ήτοι της Γενέσεως, του Ησαία και των Παροιμιών.
Τό Πάσχα παρέχει τη μεγάλη ιερότητα που έχει το Μυστήριο του Αγίου Βαπτίσματος, ως συμμετοχή (συνταφή και συνανάσταση) στον εκούσιο Θάνατο και την Ανάσταση του Κυρίου, κατά την θεμελιώδη ερμηνεία του θείου Παύλου: "συνετάφημεν αυτώ διά του βαπτίσματος εις τον θάνατον, ίνα ώσπερ ηγέρθη Χριστός εκ νεκρών, ούτω και ημείς εν καινότητι ζωής περιπατήσωμεν" (Ρωμ. ς΄ 4). Η Λειτουργία της Παννυχίδας του Πάσχα ήταν μιά καθαρά "βαπτισματική" Λειτουργία, στοιχεία της οποίας, έχουν μέχρι σήμερα διατηρηθεί στην αντίστοιχή της εσπερινή Λειτουργία του Μ. Σαββάτου (Εσπερινός Αναστάσεως με τη Λειτουργία του Μ. Βασιλείου).
Αυτά είναι:
α) τα 15 Παλαιοδιαθηκικά Αναγνώσματα του ῾Εσπερινού (σήμερα αναγινώσκονται τρία) για την κάλυψη του χρόνου Βαπτίσεως των Κατηχουμένων στο Βαπτιστήριο και σε αναμονή των πιστών για την υποδοχή τους στο Ναό, που γινόταν με την ψαλμωδία του εισοδικού ύμνου "Οσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε...", για την τέλεση της Λειτουργίας,
β) τα Καινοδιαθηκικά Αναγνώσματα (Απόστολος και Ευαγγέλιο), που είναι του Αγίου Βαπτίσματος καί
γ) η ψαλμωδία του βαπτισματικού ύμνου "Οσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε...", σε αντικατάσταση του Τρισαγίου ύμνου.
Περίοδος μετανοίας
Η σταδιακή ατονία του θεσμού των Κατηχουμένων με την επικράτηση του νηπιοβαπτισμού κατά τον 6ο αιώνα, είχε ως αποτέλεσμα α) την κατάργηση της ομαδικού βαπτίσματος, ως μεγάλου εκκλησιαστικού γεγονότος, συνδεδεμένου με τη Λειτουργία του Πάσχα, β) την τέλεση μεμονομένων πλέον (ιδιωτικών!) βαπτίσεων, αποσυνδεμένων από το Πάσχα ή από άλλες μεγάλες Δεσποτικές εορτές (Χριστούγεννα, Θεοφάνεια, Πεντηκοστή, που όμως μέχρι σήμερα διατηρούν τον βαπτισματικό τους χαρακτήρα στη Λειτουργία), αλλά κυρίως γ) την αλλαγή του νοήματος και του χαρακτήρα της Μ. Τεσσαρακοστής, από "κατηχητικής" περιόδου προετοιμασίας των Κατηχουμένων (καί όλης της εκκλησιαστικής κοινότητος, για το γεγονός της εισόδου "διά του βαπτίσματος" νέων μελών σ αυτήν), σε περίοδο "μετανοίας", προετοιμασίας των πιστών για τον εορτασμό του Πάσχα.
Τό νόημα του Χριστιανικού Πάσχα, ως προσωπικής διαβάσεως του καθενός μας "διά της Εκκλησίας" και μέσα στην Εκκλησία, από το ζοφερό χώρο της δουλείας των παθών και της αιχμαλωσίας του Σατανά, στο χώρο της ελευθερίας των "υιών του Θεού", της Νέας Επαγγελίας, προσφέρει ακριβώς την "ανάληψη" του αγώνα, γι αυτήν την υπέρβαση, στο "στάδιο των αρετών", την Μ. Τεσσαρακοστή. Αυτή η υπέρβαση θά επιτευχθεί με τη μετάνοια, όπως ακριβώς την εξήγγειλε η εκπλήρωση και φανέρωση της πρώτης "επαγγελίας του Πατρός", ο Μεσσίας, στην πρώτη Του διδασκαλία: "Μετανοείτε, ήγγικεν γάρ η βασιλεία των ουρανών". Η μετάνοια είναι άλλωστε το "δεύτερο βάπτισμα" και ταυτίζεται με τον "αγώνα της νηστείας", που είναι η Μ. Τεσσαρακοστή.
Ο νέος αυτός προσανατολισμός της Μ. Τεσσαρακοστής, συνέβαλε, ώστε από τον 9ο κυρίως αιώνα να δημιουργηθεί, με κέντρο τη Μονή του Στουδίου στην Κωνσταντινούπολη και ειδικότερα από τον άγιο Θεόδωρο το Στουδίτη αρχικά, το λειτουργικό βιβλίο της Μ. Τεσσαρακοστής "Τριώδιο", στο οποίο καταχωρήθηκε και διασώθηκε ο τεράστιος και αξεπέραστος υμνολογικός πλούτος, επικεντρωμένος ακριβώς στο νέο νόημα, τη μετάνοια. το βιβλίο αυτό φανερώνει και τον τελικό σύνδεσμο της Τεσσαρακοστής με τη Μεγάλη ῾Εβδομάδα, την προέκταση της αρχαίας νηστείας του Πάσχα.
Διάρκεια της Μ. Τεσσαρακοστής
Η περίοδος διάρκειας και ο τρόπος μετρήσεως της Τεσσαρακοστής, μέχρι την τελική διαμόρφωσή της, που ισχύει για μάς σήμερα, παρουσίασε μεγάλη ποικιλία κατά τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες.
Πρόκειται περί του διαφορετικού υπολογισμού των ημερών της μεγάλης αυτής και μακράς Νηστείας, που την διαφοροποιεί κατά τη χρονική διάρκεια και έκτασή της. Συγκεκριμένα, υπήρξε εξ αρχής προβληματισμός στις κατά τόπους Εκκλησίες, ως πρός τό:
Ποιές θά είναι αυτές οι σαράντα μέρες νηστείας;
Τό Σάββατο και η Κυριακή, που είναι ευχαριστιακές και καταλύσιμες ημέρες, θά συμπεριλαμβάνονται στη χρονική διάρκεια;
Η Μεγάλη Εβδομάδα θά συμπεριλαμβάνεται στη μέτρηση των 40 ημερών;
Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία.
Γιά μάς επικράτησε "η μορφή της Κωνσταντινουπόλεως", δηλαδή ο τρόπος μέτρησης που εφαρμόστηκε τελικά στη Βασιλεύουσα μετά τον 8ο αιώνα, όταν οριστικοποιήθηκε το νέο νόημα της Τεσσαρακοστής, με τη διαμόρφωση και του λειτουργικού της βιβλίου του "Τριωδίου".
Κατά την ισχύσασα αυτή "μορφή" στην Μεγ. Τεσσαρακοστή:
δέν συμπεριλαμβάνεται η Μεγάλη Εβδομάδα,
προσμετρούνται όμως τα Σάββατα και οι Κυριακές, πού, άν και δεν είναι μέρες νηστείας, εντάσσονται στη λειτουργική περίοδο της Μ. Τεσσαρακοστής καί
χρειάζονται 6 εβδομάδες για τη συμπλήρωσή της.
Εξι εβδομάδες επί επτά ημέρες κάνουν σαράντα δύο μέρες (65 7=42). Αφαιρούνται οι δύο τελευταίες μέρες, το Σάββατο του Λαζάρου και η Κυριακή των Βαίων και έτσι έχουμε 40 ημέρες.
Η Μεγάλη Τεσσαρακοστή, αρχίζει από τη Δευτέρα της Α΄ Εβδομάδος των Νηστειών (Καθαρά Δευτέρα - Καθαρά Εβδομάς) και λήγει την Παρασκευή της ΣΤ΄ Εβδομάδος (πρό των Βαίων). τα τροπάρια αυτής της τελευταίας μέρας στο "Τριώδιο", φανερώνουν "τήν πλήρωσιν της ψυχοφελούς Τεσσαρακοστής" και την αναμονή της "αγίας εβδομάδας του Πάθους".
Αυτός ο υπολογισμός υπονοείται, κατά την ερμηνεία πολλών, και από τις Αποστολικές Διαταγές (κείμενο του τέλους του δ΄ αιώνος), που λέγουν: "Επιτελείσθω δέ η νηστεία αύτη πρό της νηστείας του Πάσχα, αρχομένη μέν Δευτέραν, πληρουμένη δέ εις Παρασκευήν. Μεθ άς απονηστεύσαντες άρξασθε της αγίας του Πάσχα εβδομάδος, νηστεύοντες αυτήν πάντες μετά φόβου και τρόμου".
Τό Σάββατο του Λαζάρου και η Κυριακή των Βαίων, είναι Δεσποτικές εορτές. Εξ αιτίας του νέου υπολογισμού της Τεσσαρακοστής, που λήγ
ει πρίν τη Μ. Εβδομάδα, η Λειτουργία του Σαββάτου του Λαζάρου, διασώζει στοιχεία βαπτισματικής Λειτουργίας, για την ολοκλήρωση της σαραντάμερης προετοιμασίας των Κατηχουμένων. Αυτό φαίνεται από την ψαλμωδία του βαπτισματικού ύμνου "Οσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε...", σε αντικατάσταση του Τρισαγίου ύμνου, κατά το Σάββατο του Λαζάρου και από το β΄ απολυτίκιο της Κυριακής των Βαίων "Συνταφέντες σοι διά του Βαπτίσματος, Χριστέ ο Θεός, της αθανάτου ζωής ηξιώθημεν τη Αναστάσει σου...", που φανερώνει την ήδη τελεσθείσα Βάπτιση των Κατηχουμένων στη λήξη της Τεσσαρακοστής.
Αρχαίες "Προχαλκηδόνιες" εκκλησίες
Τό ότι αρχικά συμπεριλαμβανόταν η Μεγάλη Εβδομάδα στην Τεσσαρακοστή, φαίνεται καθαρά στον κθ΄ κανόνα της ΣΤ΄ Οικ. Συνόδου (691), κατά τον οποίο η Μ. Εβδομάδα αναφέρεται, ως "υστέρα (εσχάτη) εβδομάς" της Τεσσαρακοστής, καθώς και στο Οδοιπορικό της Αιθερίας (381-384).
Τήν συμπερίληψη της Μ. Εβδομάδος στην Τεσσαρακοστή, διετήρησαν οι αρχαίες "ελάσσονες" εκκλησίες, που απεσχίσθησαν από την Ορθόδοξη Εκκλησία μετά την "εν Χαλκηδόνι" ( 481 ), συνελθούσα Δ΄ Οικ. Σύνοδο ( Προχαλκηδόνιες ), όπως η Αρμενική, Κοπτική, Αιθιοπική κ.ά.
Κατά την παλαιά μέτρηση δεν συμπεριλαμβάνονται τα Σάββατα και οι Κυριακές, ως καταλύσιμες μέρες. Υπολογίζουν μόνο πέντε ( 5 ) μέρες νηστείας την εβδομάδα, γι αυτό χρειάζονται οκτώ ( 8 ) εβδομάδες για την ολοκλήρωση των 40 ημερών νηστείας ( 55 8=40 ). Αρχίζει η Τεσσαρακοστή δηλαδή, μιά εβδομάδα πρίν από μάς ( Δευτέρα Τυροφάγου ).
Γι αυτό και η εβδομάδα της Τυροφάγου, που για μάς μέχρι σήμερα έχει περιορισμένη νηστεία και πολλά λειτουργικά στοιχεία της Μ. Τεσσαρακοστής, φανερώνει την προσπάθεια συμβιβασμού των 6 ή 8 εβδομάδων, ως πρός τη χρονική διάρκεια της Μ. Τεσσαρακοστής.
Επίσης, παρά τη νέα ρύθμιση, κατά την οποία η Μ. Εβδομάδα είναι εκτός Τεσσαρακοστής, στις Προηγιασμένες Λειτουργίες της Μ. Εβδομάδος, παραμένει ως οπισθάμβωνος ευχή, αυτή που αναφέρεται στη Τεσσαρακονθήμερο νηστεία. δεν υπήρξε πρόβλεψη για αλλαγή της ευχής κατ αυτές τις μέρες, που δεν συμπεριλαμβάνονται στη Μ. Τεσσαρακοστή ( όπως προβλέπει το Τυπικό της Αναστάσεως, κώδ. τ. Σταυρού 43, για την τέλεση της αρχαίας ιεροσολυμίτικης Προηγιασμένης του Αγίου Ιακώβου του Αδελφοθέου, τις ημέρες της Μ. Εβδομάδος ). Δείγμα και αυτό της παλαιάς συμπερίληψης της Μ. Εβδομάδος στη Τεσσαρακοστή. Αλλωστε στη συνείδηση του κόσμου η Μ.Εβδομάδα δεν ξεχωρίζεται από τη Τεσσαρακοστή.
Δυτική Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία
Καί η Ρωμαιοκαθολική εκκλησία διετήρησε τη συμπερίληψη της Μ. ( Εβδομάδος στην Τεσσαρακοστή. Πλήν όμως, από τις αρχές του 3ου αιώνα στη Ρώμη, αργότερα τον 4ο αιώνα στην Ισπανία (Σύνοδος Ελβίρας, καν.26) και οριστικά τον 5ο αιώνα (Ρώμης Ιννοκέντιος ο Α΄, 401-417, επιστ. 25, Migne, 20,555), κατήργησε την κατάλυση του Σαββάτου και αυθαιρέτως εθέσπισε το Σάββατο ως νηστήσιμη ημέρα της εβδομάδος, επεκτείνοντας την ενιαύσια νηστεία του Μ. Σαββάτου, σε εβδομαδιαία, παρά τη ρητή απαγόρευση του ξς΄ αποστολικού κανόνος. Ως αποτέλεσμα αυτής της καινοτομίας, παραμένει η αυστηρή έκδοση του νε΄κανόνος της ΣΤ΄ Οικ. Συνόδου.
Ετσι η Δυτική εκκλησία υπολογίζει 6 μέρες νηστείας την εβδομάδα, αφαιρώντας μόνο την Κυριακή. για την συμπλήρωση των 40 ημερών χρειάζεται 6 εβδομάδες (6 5 6 = 36) και 4 ημέρες. Ετσι η Τεσσαρακοστή για τη Δυτική εκκλησία, αρχίζει ημέρα Τετάρτη (Καθαρά), την αντίστοιχη Τετάρτη της Α΄ (Καθαράς) εβδομάδος των Νηστειών για μάς, άν συμπέσει το Πάσχα κοινό. Γι αυτό και οι Δυτικοί εορτάζουν τις Απόκριες και την (γιά μάς Καθαρά) Δευτέρα και Τρίτη. Ετσι εξηγείται και η παρατηρούμενη, δυστυχώς, εορταστική επέκταση... της περιόδου του Τριωδίου την Καθαρά Δευτέρα, κατά μίμηση ξενικών εορταστικών εθίμων. Η αργία της Καθαράς Δευτέρας, στο Ορθόδοξο Κράτος μας, θεσπίστηκε άραγε για την δυνατότητα απερίσπαστης περισυλλογής "επί τη ενάρξει" της Μεγ. Τεσσαρακοστής ή εξ επιδράσεως της δυτικής αποκριάτικης εορτής;
Ο τρόπος της νηστείας
α) Περίοδος Τριωδίου.
Στήν εβδομάδα της Τυροφάγου, κατάλοιπο της Τεσσαρακοστής των 8 εβδομάδων, προστέθηκαν και άλλες δύο, η "Προφωνήσιμος" και η "Απόκρεως", για να γίνουν τρείς, οι εβδομάδες προετοιμασίας για την είσοδό μας στη Μ. Τεσσαρακοστή. Η περίοδος αυτή ονομάζεται "Τριώδιο".
Στή Νηστεία της Μ. Τεσσαρακοστής εισερχόμεθα σταδιακά, κατά την περίοδο του Τριωδίου, περίοδο πνευματικής προετοιμασίας για την είσοδό μας σ αυτήν.
Κατά την πρώτη εβδομάδα (από την Κυριακή του Τελώνου και Φαρισαίου μέχρι την Κυριακή του Ασώτου), που καλείται Προφωνήσιμη, επειδή αποτελεί την προαναγγελία της Μ. Τεσσαρακοστής, ή "αρτσιβούριο" ( =προπομπός), έχουμε όλες τις μέρες της εβδομάδος "κατάλυσιν εις πάντα" (απολυτή).
Κατά την δεύτερη εβδομάδα, της Αποκριάς ή Κρεατινής (από την Κυριακή του Ασώτου μέχρι την Κυριακή των Απόκρεω), καταλύουμε εις πάντα, εκτός Τετάρτης και Παρασκευής, ημέρες αυστηρής νηστείας. Η Κυριακή των Απόκρεω, είναι η τελευταία ημέρα, που τρώμε κρέας.
Καί κατά την τρίτη εβδομάδα, την Τυροφάγο ή Τυρινή (από την Δευτέρα μετά την Κυριακή των Απόκρεω μέχρι και την Κυριακή της Τυροφάγου), καταλύουμε απ όλα, όλες τις ημέρες, εκτός από κρέας (λευκή νηστεία). την εβδομάδα αυτή ο άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης την ονομάζει "προνήστιμον" και η υμνογραφία "προκαθάρσιον", επειδή κατ εξοχήν αυτή μάς προετοιμάζει, για να εισέλθουμε στην Τεσσαρακοστή.
Μέ την Κυριακή της Τυρινής, κλείνει η προπαρασκευαστική περίοδος των τριών εβδομάδων του Τριωδίου και εισερχόμεθα στην Μ. Τεσσαρακοστή.
β) Μ. Τεσσαρακοστή.
Κατά την Μ. Τεσσαρακοστή, η νηστεία είναι αυστηρή, άνευ καταλύσεως "οίνου και ελαίου".
Λάδι και κρασί καταλύουμε μόνο τα Σάββατα και τις Κυριακές (ως λύση της νηστείας), και κατά την εορτή των αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων. Αν κάποιοι τρώνε λάδι Δευτέρα, Τρίτη και Πέμπτη, αυτό γίνεται για ιδιαίτερους λόγους αδυναμίας ή ασθενείας, με τη διάκριση και έγκριση του Πνευματικού.
Ψάρι καταλύουμε κατά την εορτή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου.
Η πρώτη εβδομάδα ονομάζεται Καθαρά. Ξεκινάει την Καθαρά Δευτέρα, ημέρα αυστηρής νηστείας, που χαρακτηρίστηκε έτσι, από το ιστορικό πείραμα του αυτοκράτορα Ιουλιανού του Παραβάτη, ο οποίος αποπειράθηκε κατά την ημέρα αυτή να μολύνει τις τροφές των χριστιανών στη Κωνσταντινούπολη. Η πανουργία αυτή αποκαλύφθηκε με τήν, από τον Θεό, επέμβαση του αθλοφόρου αγίου μάρτυρος Θεοδώρου, του προερχόμενου από το Τηρωνικό τάγμα ( Τήρων = νεοσύλλεκτος ), Ο άγιος Θεόδωρος ο Τήρων, διά του Πατριάρχου ΚΠόλεως Ευδοξίου, παρώτρυνε το λαό να τραφεί με κόλλυβα. το παράδοξο αυτό θαύμα γιορτάζεται το Σάββατο της Α΄ αυτής εβδομάδας της Τεσσαρακοστής, επειδή "εν τη Τεσσαρακοστή ου τελούνται μνήμαι μαρτύρων, ει μη εν Σαββάτω και Κυριακή". ῾Η εβδομάδα αυτή τηρείται με ξηροφαγία ή με τριήμερο αποχή (υπέρθεση) από παντός τροφίμου κατά τις τρείς πρώτες μέρες, ή ακόμη με ασιτία μέχρι το Μ. Απόδειπνο της Πέμπτης και τους Χαιρετισμούς της Παρασκευής.
γ) Σάββατο Λαζάρου - Κυριακή Βαίων.
Η Μ. Τεσσαρακοστή πληρούται την Παρασκευή της έκτης εβδομάδος. Ακολουθούν δύο πανηγυρικές ημέρες, δύο Δεσποτικές εορτές (κατά τις οποίες δεν τελούνται μνημόσυνα, όπως όλες τις Δεσποτικές εορτές),
"τής Εγέρσεως του αγίου και δικαίου, φίλου του Χριστού, Λαζάρου του τετραημέρου" το Σάββατο καί
"τής λαμπράς και ενδόξου πανηγύρεως της εις Ιερουσαλήμ εισόδου του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού" την Κυριακή.
Κατ αυτές, για τη λήξη της Νηστείας και το θρίαμβο του Χριστού κατά του θανάτου "πιστουμένου την κοινήν ανάστασιν, πρό του Πάθους Του", το μέν Σάββατο καταλύουμε "έλαιον και οίνον", την δέ Κυριακή των Βαίων "ιχθύας". Ο Θεόδωρος Στουδίτης ώριζε για τους μοναχούς της Μονής Στουδίου κατάλυση ιχθύων και το Σάββατο του Λαζάρου ( Migne, 99, 1791 ).
δ) Μεγάλη Εβδομάδα.
Κατά τη Μεγάλη Εβδομάδα, από τη Μ. Δευτέρα μέχρι και το Μ. Σάββατο, ορίζεται αυστηρή νηστεία με αποχή από λάδι.
Γιά τη Μ. Πέμπτη ειδικότερα, σύμφωνα με το τυπικό της Μονής του ῾Αγίου Σάββα, που έχει καταγραφεί και στο "Τριώδιο", άλλα Τυπικά Εκκλησιών και Μονών,
τη γνώμη του οσιωτάτου Πατριάρχου ΚΠόλεως Νικολάου, καθώς και την ευρύτατα διαδεδομένη παράδοση του λαού μας και τη συνήθεια των χριστιανών, μπορούμε να καταλύουμε λάδι, μετά τη Θεία Μετάληψη, πρός τιμήν της ημέρας του Μυστικού Δείπνου, κατά το οποίο μάς παρέδωσε ο Κύριος το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας.
Γιά το Μ. Σάββατο χρειάζεται προσοχή, γιατί είναι ημέρα αυστηρής νηστείας, το μόνο Σάββατο που νηστεύεται και η νηστεία παρατείνεται μέχρι του μεσονυκτίου, "ότε, επιφωσκούσης της Κυριακής ", εξαγγέλλεται η Ανάστασις του Κυρίου, όπως ακριβώς ορίζουν οι Αποστολικές Διαταγές: "Τώ δέ Σαββάτω μέχρις αλεκτροφωνίας παρατείνοντες απονηστίζεσθε επιφωσκούσης της μιάς Σαββάτων, ήτις εστίν η Κυριακή".

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
Αγαπίου ιερομ. και Νικοδήμου μον., Πηδάλιον
Αμ. Αλιβιζάτου, Οι ιεροί κανόνες
Γεωργ. Βεργωτή, Η Νηστεία της Μ. Τεσσαρακοστής
Χρήστου Μ. Ενισλείδου, Ο θεσμός της Νηστείας
Ευαγγ. Θεοδώρου, Η μορφωτική αξία του ισχύοντος Τριωδίου
Συμ. Κούτσα, Αρχιμ., Η Νηστεία της Εκκλησίας
Γ. Ράλλη - Μ. Ποτλή, Σύνταγμα των θείων και ιερών κανόνων
Α. Schmemann, Μεγάλη Τεσσαρακοστή
Τού ιδίου, Εξ ύδατος και πνεύματος
Βασ. Στεφανίδου, Αρχιμ., Εκκλησιαστική ῾Ιστορία
Ιω. Φουντούλη, Λειτουργική
Τού ιδίου, Απαντήσεις εις λειτουργικάς απορίας
Τού ιδίου, Λογική Λατρεία
Τού ιδίου, Θείαι Λειτουργίαι

The Significance of Gregory Palamas for Orthodoxy


 Saint Gregory Palamas

We can see quite clearly the great significance of his teaching for Orthodoxy on the important question of epistemology. When we say epistemology we mean the knowledge of God and, to be precise, we mean the way which we pursue in order to attain knowledge of God. The situation in St. Gregory's time was that Orthodoxy was being debased; it was becoming worldly and being changed into either pantheism or agnosticism. Pantheism believed and taught that God in his essence was to be found in all nature, and so when we look at nature we can acquire knowledge of God. Agnosticism believed and taught that it was utterly impossible for us to know God, just because He is God and man is limited, and therefore man was completely incapable of attaining a real knowledge of God.

In the face of this great danger St. Gregory Palamas developed the fundamental teaching of the Church concerning the great mystery of the indivisible distinction between the essence and energy of God. We must underline that this is not the teaching of St. Gregory Palamas alone, but of the Orthodox Church, and therefore this theology cannot be called Palamism. Many fathers have referred to the distinction between essence and energy. We find it in the Bible, in the first Apostolic Fathers, in the Cappadocian Fathers, and especially in Basil the Great and that great dogmatic theologian of the Church, St. John of Damascus. St. Gregory Palamas, with his outstanding theological ability, developed further this already existing teaching and put forward its practical consequences and dimensions.

It is very characteristic that this distinction began to be noted in discussions about the Holy Spirit. The Calabrian philosopher Barlaam maintained that we could not know just what the Holy Spirit is, especially His procession and His being sent by the Son. In the face of the danger of agnosticism St. Gregory Palamas taught that the actual procession of the Holy Spirit from the Father is a different thing from His being sent by the Son. Thus while we do not know the essence of the Holy Spirit, we do know His energy.

All spiritual life is a result and fruit of the energy of the Holy Spirit. Therefore, the saint taught, we cannot participate in God's essence, but we can know and participate in His energies. As the great dogmatic theologian St. John of Damascus teaches, we can see His three unions: union in essence, of the Persons of the Holy Trinity; union in substance, in the Person of Christ between the divine and human natures; and union in energy, between God and man.

In this way St. Gregory preserves the true teaching of the Church. If in the time of Athanasios the Great, men doubted the divinity of Christ, in St. Gregory's time they had doubts about God's energies. They said that His energies are created. Therefore in the dismissal hymn of the saint we sing: "Illuminator of Orthodoxy, supporter and teacher of the Church, spiritual beauty of the monastics, irrefutable champion of the theologians...".

The common mind of the Church recognises St. Gregory Palamas, the Hagiorite saint, as a great Father of the Church, an Ecumenical teacher, and includes him with the Three Hierarchs and the three great theologians of the Church. The characterization of theologian which has been given to him, has made him an elect member of the company of the Holy Fathers. St. Gregory is truly "an invincible champion of the theologians".

But also synodically the Church has characterised him as an unerring father, teacher and theologian. The Synodal Tome of 1347 refers to this great Hagiorite saint, saying:

"But also if anyone else at all is ever caught either thinking or saying or writing against the said most worthy priestmonk Gregory Palamas and the monks with him, or rather against the holy theologians and this Church, we both vote against him for these things and put him under this condemnation, whether he be of the hierarchy or the laity. We have many times proclaimed most worthy this respected priestmonk Gregory Palamas and the monks agreeing with him. They neither write nor think anything that differs from the divine words, having examined them and understood them exactly. And they champion the divine words, or rather our common devotion and tradition in all ways, as is proper, defending them as in every respect higher than what not only they but also the Church of God and the former synodal volume regard as sophistries. And we also declare them to be very safe defenders of the Church and its faith, and its champions and helpers."

This synodal text highlights the three following truths which all Christians should recognise.

First, St. Gregory Palamas is characterised as a simple and safe teacher of the Church.

Second, the teaching of St. Gregory about the distinction of essence and energy, about man’s participation in the uncreated energy of God and about the hesychastic way of life is a teaching of the Church and a canon of godliness and life.

Third, anyone who denies and undervalues St. Gregory Palamas, as well as the hesychastic life which he lived and taught, is excommunicated from the Orthodox Church.

All these things show the great value of St. Gregory, but also the value of the Holy Mountain, with its hesychastic tradition, which is preserved to this day by the Hagiorite Fathers. This tradition of hesychasm is the greatest treasure of the Holy Mountain, a hope for the world and a true life for Christians.

Rejection of the Holy Mountain and the hesychastic tradition is in reality a denial of the Orthodox Tradition and a departure from the "One, Holy, Catholic and Apostolic Church".

Source:Metropolitan Hierotheos Vlachos of Naupaktos, "Saint Gregory Palamas as a Hagiorite", excerpts from Chs. 1 and 13.