Thursday, 3 January 2013

Μη φοβάσαι !




Μια χειμωνιάτικη νύχτα του 1701 ένας αγιορείτης μοναχός βρέθηκε ταλαιπωρημένος έξω από την σεβάσμια Μονή των Ιβήρων.

Στη θλίψη του και στην ανάγκη του, ύψωσε τα χέρια του προς την πάνσεπτη εικόνα της Παναγίας, που είναι ζωγραφισμένη πάνω από την κεντρική πύλη, και άρχισε να προσεύχεται.

Και τότε, ενώ προσευχόταν, ένοιωσε στον εαυτό του μία ασυνήθιστη και θαυμαστή αλλοίωση. Αισθάνθηκε, σαν να έσταζε από την εικόνα της Παναγίας στην καρδιά του «δρόσος ουράνιος και θείος γλυκασμός». Και η καρδιά του κατενύγη· και τα μάτια του άρχισαν να αναβλύζουν δάκρυα σαν πηγή. Σκόρπισε το σκοτάδι του νου του. Φωτίστηκαν οι νοεροί του οφθαλμοί. Και είδε πίσω του, τον σατανά να «κρύπτεται ως κλέπτης και ληστής· από τον φόβο της Θεοτόκου». Κρυβόταν γιατί έβλεπε τον μοναχό να προσεύχεται στην Παναγία, και δεν το άντεχε. Και έτρεξε να κρυφθεί από την θεία λάμψη της Παναγίας! Και επήγε και με μορφή σκύλου στάθηκε πίσω από τον μοναχό,

και του δάγκωνε ελαφρά τα πόδια, και του έλεγε:

Να, τώρα θα σε κομματιάσει, τώρα θα σε φάει το σκυλί!

Όμως, η προσευχή του μοναχού τον κατέκαιγε. Και γι’ αυτό προσπαθούσε με τις πανούργες μεθοδείες του να τον αναγκάσει να την διακόψει. Και πράγματι από το φόβο του ο μοναχός όλο και δείλιαζε. Αλλά η Παναγία του έλεγε από την εικόνα της: Μη φοβάσαι!

Και εκείνος έστρεφε προς αυτήν πάλι το πρόσωπό του και ξαναδυνάμωνε τη προσευχή του. Αλλά και πάλι ο δαίμονας τον έκανε να δειλιάζει. Και τότε πάλι, με ήρεμη και γλυκύτατη φωνή, του επαναλάμβανε η Μητέρα του Χριστού:

«Μη φοβάσαι! Εγώ είμαι κοντά σου. Και σε προστατεύω από κάθε κίνδυνο».

Το περιστατικό αυτό μας δείχνει, πόσο ακαταμάχητο όπλο κατά του Σατανά είναι η προσευχή.

* * *

Οι άγιοι Πατέρες θέλοντας να μας βοηθήσουν, να αξιοποιούμε την πάνσεπτη περίοδο της Σαρακοστής για πνευματική μας ανασυγκρότηση και προκοπή, όρισαν, να γίνονται κάθε Παρασκευή βράδυ οι «Χαιρετισμοί της Παναγίας». Στους χαιρετισμούς καταλαβαίνουμε με τον πιό καλό και βαθύ τρόπο τί είναι ο Χριστός για μας, και τί είναι η Παναγία για μας. Τί αξία και σημασία έχει η προσευχή στη Παναγία για μας.

Όμως, η γνώση, χωρίς την αντίστοιχη πράξη, είναι άκαρπη και ανώφελη.

Λοιπόν:

*Ας μάθουμε και εμείς να προσευχόμαστε συχνά και δυνατά στη Παναγία μας.

*Ας μάθουμε να την ζητάμε βοηθό και προστάτη μας στις δύσκολες στιγμές της ζωής μας…

*Ας λέμε και εμείς όσο πιό ταχτικά μπορούμε, μόνοι μας στο σπίτι μας τους «Χαιρετισμούς».

Είναι δύναμή μας. Είναι όπλο μας.

(Αρχιμ. Σάββα Δημητρέα, «Κατεύθυνον τα διαβήματά μου», εκδ. Ι.Μ.Προφήτου Ηλιού, Πρέβεζα 2012)

Πληρώσωμεν την δέησιν ημών τω Κυρίω..




«Πληρώσωμεν την δέησιν ημών τω Κυρίω».

(Ας συμπληρώσουμε τήν δέησή μας προς τον Κύριο.)

Τα τίμια δώρα προσκομίσθηκαν και είναι τώρα στην αγία Τράπεζα, για τη θυσία που πρόκειται να γίνει. Αμέσως λοιπόν ο λειτουργός απευθύνεται προς το λαό με δυνατή φωνή- «Πληρώσωμεν την δέησιν ημών τω Κυρίω», ας συμπληρώσουμε την δέησή μας προς τον Κύριο. Σε όσα παρακαλέσαμε στην Εκτενή ικεσία έχομε ακόμα και τα παρακάτω συμπληρωματικά αιτήματα. Γιατί ποτέ δεν εξαντλείται η ανάγκη να ζητούμε από το Θεό, και μάλιστα τώρα μπροστά στο μεγάλο μυστήριο της αναίμακτης θυσίας. Ο Καβάσιλας εδώ γράφει τα εξής, που πολύ μας κατατοπίζουν για τις συμπληρωματικές δεήσεις που γίνονται τώρα· «Ο δε ιερεύς τα μεν δώρα τίθησιν επί της Τραπέζης· αυτός δε ως ήδη προς τη τελετή γενόμενος και μέλλων της φρικτής άπτεσθαι θυσίας, έτι εαυτόν ευτρεπίζει…και ουχ εαυτόν μόνον, αλλά και το περιεστώς πλήθος καταρτίζει και διατίθησι προς την χάριν». Ο λειτουργάς ιερέας, πλησιάζοντας στη μεγάλη στιγμή, ετοιμάζει ακόμα πιο πολύ τον εαυτό του και το λαό.
Η θεία Λειτουργία είναι μια ζωντανή κινούμενη πράξη. Το βλέπομε τώρα, καθώς και σε όλη την ιερουργία· όλη η σύναξη, ο λειτουργός ιερέας και ο λαός, συναγωνίζονται τρέχοντας να φτάσουν στη μεγάλη στιγμή της θυσίας κι υστέρα της θείας Κοινωνίας. Εκτός από την ευχή του Χειρουβικού Ύμνου, που ο ιερέας τη λέει μόνο για τον εαυτό του, όλες οι άλλες ευχές και δεήσεις είναι κοινές, και για τον ιερέα και για το λαό. Καθώς κάπως έτσι γράφει ένας σύγχρονός μας καλός θεολόγος και συγγραφέας, η λατρεία της Εκκλησίας και μάλιστα η θεία Λειτουργία είναι μια πρόσκληση για να συμμετάσχουμε στην επιφάνεια, δηλαδή στη φανέρωση του Θεού. Αυτό θα πει πως η θεία Λειτουργία δεν είναι μόνο η ιστορία του γεγονότος της θείας οικονομίας, αλλά και το ίδιο το γεγονός· είναι η ιστορία της σωτηρίας και η ίδια η σωτηρία· είναι η αναγγελία του Λόγου και η ευχαριστιακή παρουσία και πραγματοποίησή του.
Επτά νέες αιτήσεις συμπληρώνουν τις δεήσεις, που μέχρι τώρα έγιναν στην ιερή τελετή της θείας Λειτουργίας. Η πρώτη δέηση γίνεται για τα τίμια δώρα· «Υπέρ των προτεθέντων τιμίων δώρων, τον Κυρίου δεηθώμεν», ας παρακαλέσουμε για τα τίμια δώρα, που τώρα φέραμε και αφήσαμε στην αγία Τράπεζα. Ακολουθούν υστέρα οι άλλες έξι αιτήσεις με τη σειρά. Ας ζητήσουμε από τον Κύριο, όλη η ημέρα σήμερα να είναι αληθινά ημέρα του Θεού, αγία, ειρηνική και αναμάρτητη. Ας ζητήσουμε από τον Κύριο άγγελο ειρήνης, να μας οδηγεί πιστά και να μας φυλάει ψυχικά και σωματικά. Ας ζητήσουμε από τον Κύριο να συγχωρήσει και να αφήσει τις αμαρτίες και τα σφάλματά μας. Ας ζητήσουμε από τον Κύριο όσα είναι καλά και συμφέρουν στις ψυχές μας και ειρήνη στον κόσμο. Ας ζητήσουμε από τον Κύριο να περάσουμε τον υπόλοιπο χρόνο της ζωής μας με ειρήνη και μετάνοια. Ας ζητήσουμε από τον Κύριο τα τέλη της ζωής μας να είναι χωρίς πόνο, χωρίς ντροπή και ειρηνικά, και να έχουμε καλή απολογία μπροστά στο φοβερό βήμα του Χριστού. Σε κάθε μια αίτηση ο λαός αποκρίνεται· «Παράσχου Κύριε», που θέλει να πει· δώσε μας, Κύριε, αυτά που ζητούμε. Οι έξι αυτές αιτήσεις, που θα τις ακούσουμε τις ίδιες να επαναλαμβάνονται και πιο κάτω στη θεία Λειτουργία, συμπληρώνουν πραγματικά τις δεήσεις που έγιναν έως τώρα και στη Μεγάλη Συναπτή και στην Εκτενή ικεσία. Εκείνες, θα λέγαμε, είναι δεήσεις πιο γενικές, που αφορούν στο βίο μας, αυτές εδώ είναι ειδικότερες και αφορούν στη πνευματική μας ζωή. Πόσο σπουδαίες και αντιπροσωπευτικές για τη λατρεία της Εκκλησίας είναι αυτές οι έξι αιτήσεις, φαίνεται από το γεγονός ότι τις ίδιες τις ακούμε δύο φορές στη θεία Λειτουργία.
*
Θα θέλαμε, αν ήταν τρόπος, να σταθούμε σε κάθε μια αίτηση και να πούμε περισσότερα, μα κρίνομε πως είναι καλύτερα να προχωρήσουμε. Μετά το «παραθώμεθα» της τελευταίας δέησης, ο λειτουργός σε χαμηλότερο τόνο λέει την ευχή, γιατί όπως το ξέρομε μετά τις δεήσεις και τις αιτήσεις είναι πάντα μια ευχή. Τώρα ο λειτουργός «αιτείται ευπροσδόκητον γενέσθαι την προτεθείσαν τω Θεώ και Πατρί θυσίαν», ο Θεός και Πατέρας να δεχθεί τη θυσία, για την οποία φέραμε στην αγία Τράπεζα τα τίμια δώρα. «Κύριε ο Θεός ο Παντοκράτωρ, ο μόνος άγιος, ο δεχόμενος θυσίαν αινέσεως παρά των επικαλουμένων σε εν όλη καρδία, πρόσδεξαι και ημών των αμαρτωλών την δέησιν και προσάγαγε τω αγίω σου θυσιαστηρίω· και ικάνωσον ημάς προσενεγκείν σοι δώρα τε και θυσίας πνευματικός υπέρ των ημετέρων αμαρτημάτων και των του λαού αγνοημάτων. Και καταξίωσον ημάς ευρείν χάριν ενώπιον σου, του γενέσθαι σοι ευπρόσδεκτον την θυσίαν ημών, και επισκηνώσαι το Πνεύμα της χάριτός σου το αγαθόν εφ’ ημάς και επί τα προκείμενα δώρα ταύτα και επί πάντα τον λαόν σον».
Κάπως έτσι θα μπορούσαμε να μεταφράσουμε αυτή την ευχή όχι, καθώς λέγεται της Προθέσεως, αλλ’ ακριβέστερα της Προσκομιδής· «Κύριε Θεέ Παντοκράτορα, εσύ που μόνος είσαι άγιος και δέχεσαι πνευματική θυσία απ’ όσους σε επικαλούνται με όλη τους την καρδιά, δέξου κι από μας τους αμαρτωλούς την δέηση και φέρε την στο ουράνιο και άγιο θυσιαστήριό σου· και κάνε μας ικανούς να σου προσφέρουμε δώρα και πνευματικές θυσίες για τα δικά μας αμαρτήματα και για του λαού τα αγνοήματα και αξίωσέ μας να βρούμε χάρη και να σταθούμε μπροστά σου, για να γίνει ευπρόσδεκτη σε σένα η θυσία μας και να έρθει και να μείνει σ’ εμάς το Άγιο Πνεύμα της χάρης σου, και σε τούτα εδώ τα δώρα και σ’ όλο το λαό σου».
Για τέσσερα πράγματα γίνεται λόγος σ’ αυτή την ευχή. Πρώτα ο λειτουργός ιερέας ομολογεί την παντοδυναμία και την αγιότητα του Θεού· ο Θεός είναι ο παντοκράτορας και ο μόνος άγιος. Στον Θεό Πατέρα λοιπόν τώρα απευθύνεται και ομιλεί ο λειτουργός· να δεχθεί την δέηση όλης της σύναξης· να κάνει τους ιερείς ικανούς να λειτουργούν και γι’ αυτούς και για το λαό· και τέλος να γίνει δεκτή με ευχαρίστηση η θυσία της Εκκλησίας, και το Άγιο Πνεύμα να επισκιάσει και τους λειτουργούς και τα δώρα και όλο το λαό. Η ευχή καταλήγει στη δοξολογική εκφώνηση προς την Αγία Τριάδα· «Διά των οικτιρμών του μονογενούς σου Υιού, μεθ’ ου ευλογητός ει, συν τω παναγίω και αγαθώ και ζωοποιώ σου Πνεύματι, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων». Με την αγάπη του για μας και την ευσπλαχνία του μονογενή σου Υιού, που μαζί του και με το πανάγιο και αγαθό και ζωοποιό σου Πνεύμα είσαι δοξασμένος, τώρα και πάντα και στους ατελεύτητους αιώνες. Η απάντηση του λαού όπως πάντα είναι το «Αμήν».
*
Όλα όσα ζητάει η σύναξη της Εκκλησίας, όχι μόνο σ’ αυτή, αλλά και σε κάθε ευχή, τα ζητάει με την πίστη και την βέβαιη ελπίδα πως τα λαβαίνει, πως η θεία Λειτουργία είναι η αιώνια πραγματικότητα στο πρόσωπο και το έργο του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού. Εκείνος είναι ο ένας και μόνος μεσίτης «Θεού και ανθρώπων», καθώς γράφει ο Απόστολος, «άνθρωπος Χριστός Ιησούς», που μας προσάγει και μας φέρνει στον Θεό Πατέρα. Η αγάπη του Χριστού για μας και η συμπάθεια του είναι που μας δίνει το θάρρος και μας εγγυάται πως όσα ζητούμε από τον ουράνιο Πατέρα είναι βέβαια και πραγματικά. Όσα ζητήσαμε στις αιτήσεις για κάθε περίσταση της ζωής μας, όσα τώρα στην ευχή ζητούμε, πλησιάζοντας στη μεγάλη στιγμή της θυσίας, όσα τελευταία παρακαλούμε, για να επισκηνώσει σε όλους το Άγιο Πνεύμα, είναι μια συμπληρωματική και τελευταία δέηση προς τον Θεό, που αρχίζει ακριβώς με αυτή την προτροπή του λειτουργού. «Πληρώσωμεν την δέησιν ημών τω Κυρίω». Αμήν.

(Επισκ. +Διονυσίου Λ. Ψαριανού, Μητροπ. Σερβίων και Κοζάνης, «Η Θεία Λειτουργία», εκδ. Αποστ. Διακονία, σ. 289-296)