Sunday, 4 November 2012
Elder Porphyrios-How to Influence Others With Love
In debates, if you say a few words about religion you will prevail. Let the person who has a different opinion give free reign to his thoughts and speak as much as he likes…
Ο Ορθόδοξος Ναός...
Ο Oρθόδοξος Nαός είναι μια μικρογραφία του σύμπαντος κόσμου (ορατού και αοράτου).
Τίποτε δεν είναι τυχαίο στον χριστιανικό ναό. Το κάθε τι έχει
μελετηθεί σχολαστικά και έχει τη δική του χρησιμότητα και σημασία. Οι
Πατέρες της Εκκλησίας μας όρισαν οι πιστοί μπαίνοντας στο ναό, για να
συμμετάσχουν στην λατρεία και την ευχαριστιακή σύναξη, να εγκαταλείπουν
προς ώρας τα εγκόσμια και να εισέρχονται στη σφαίρα του υπεραισθητού.
Γι’ αυτό τα πάντα μέσα στο ναό έχουν το βαθύτερο συμβολισμό τους, ώστε
να δίνονται στους πιστούς σωστικά μηνύματα.
Διάφοροι Συμβολισμοί :
1. Ο τρούλος συμβολίζει τον ουρανό.
2. Τα κανδήλια και οι πολυέλαιοι συμβολίζουν τα άστρα του ουρανίου θόλου.
3. Το άγιο Βήμα συμβολίζει τον Παράδεισο, την Άνω Ιερουσαλήμ
(Αποκ.21:2), μέσα στον οποίο τελείται ακατάπαυστα η ουράνια Θεία
Λειτουργία, με λειτουργούς τους αγγέλους.
3. Η Αγία Τράπεζα συμβολίζει το Θρόνο του Εσφαγμένου Αρνίου (Αποκ. Αποκ.22:3).
4. Τα καλύμματα, της Αγίας Τραπέζης συμβολίζουν τα ιερά σάβανα και τη
σινδόνα, με την οποία τυλίχθηκε το άχραντο Σώμα του Χριστού κατά την
θεία ταφή Του.
5. Οι ιερείς συμβολίζουν τους αγίους αγγέλους, τα λειτουργικά πνεύματα του Θεού (Εβρ.1:14),
6. Τα ιερά τους άμφια έχουν και αυτά το συμβολισμό τους. Η λαμπρότητα
και η καθαρότητά τους συμβολίζουν την ιερατική χάρη, που είναι
ενδεδυμένοι.
7. Η γη συμβολίζεται δια του δαπέδου του ναού. Εκεί στέκονται οι
πιστοί, οι οποίοι απαρτίζουν την επί γης στρατευόμενη Εκκλησία και
ατενίζουν τον ουρανό (θόλο), τον Παράδεισο (ιερό βήμα) και τους
εικονιζόμενους αγίους
8. Η Αγία Τράπεζα στηρίζεται συνήθως σε έναν στύλο, ο οποίος
συμβολίζει τον ασάλευτο στύλο της Εκκλησίας, το Χριστό, ή σε τέσσερις
στύλους που συμβολίζουν τους τέσσερις Ευαγγελιστές.
9. Πάνω στην Αγία Τράπεζα υπάρχει το ιερό Ευαγγέλιο, το οποίο
συμβολίζει την πραγματική παρουσία του Χριστού στην Εκκλησία και το
γεγονός ότι η Εκκλησία διαφυλλάσει την Αλήθεια.
10. Υπάρχει ακόμα ο Σταυρός ευλογίας, ο οποίος συμβολίζει την ανίκητη δύναμη της Εκκλησίας κατά του κακού.
11. Tα κηροπήγια, τα οποία συμβολίζουν το ανέσπερο φως της χριστιανικής διδασκαλίας.
12. Πίσω από την Αγία Τράπεζα υπάρχουν τα εξαπτέρυγα, μεταλλικά
λάβαρα με παραστάσεις αγγελικών μορφών που ακτινοβολούν. Συμβολίζουν
ασφαλώς το αγγελικό τάγμα των εξαπτερύγων αγγέλων, το οποίο παραστέκεται
τιμητικά στο Θεό (Ησ.6:1-2, Αποκ.4:6-8).
13. Στη βορειοανατολική πλευρά του ιερού βήματος υπάρχει η κόγχη της
ιεράς Προθέσεως, η οποία συμβολίζει το ιερό σπήλαιο της Γεννήσεως του
Κυρίου.
14. Ο άμβωνας συμβολίζει τον τάφο του Χριστού και ο διάκονος τον
άγγελο της Αναστάσεως (Μάρκ.16:6). Φέρει παραστάσεις των ιερών
Ευαγγελιστών και υπάρχει ανάγλυφο περιστέρι, πάνω στο οποίο τοποθετείται
το ιερό Ευαγγέλιο και συμβολίζει το Άγιο Πνεύμα.
15. Στο μπροστινό μέρος του σολέα βρίσκονται τα μεγάλα μανουάλια, τα
οποία μαζί με τα κανδύλια του τέμπλου, εκτός από το φως που εκπέμπουν,
συμβολίζουν το νοητό φως του Χριστού, το οποίο «φαίνει πάσι». Το ίδιο
και οι πολυέλαιοι οι οποίοι κρέμονται από την οροφή και συμβολίζουν το
φως του Χριστού και τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος, που κατέρχεται από
τον ουρανό.
16. Τα κεριά συμβολίζουν την ψυχή μας, η οποία θα πρέπει να είναι
καθαρή όπως το φως και να καίει σαν τη φωτιά από λαχτάρα για την ένωσή
της με το Χριστό.
17. Οι εύηχες καμπάνες καλούν τους πιστούς να προσέλθουν στην
Εκκλησία. Έχουν πάρει την ονομασία τους από την Καμπανία, περιοχή της
Ιταλίας, στην οποία πρωτοκατασκευάστηκαν. Συμβολίζουν δε τις σάλπιγγες
των αγγέλων για εκγρήγορση.
Ο ορθόδοξος ναός αποτελεί το κέντρο της ενοριακής ζωής. Δεν είναι
τυχαίο ότι, κατά κανόνα, κτίζεται στο κέντρο της συνοικίας, ή του χωριού
και οι τρούλοι και το καμπαναριό προεξέχουν των παρακείμενων κτιρίων.
Παλαιότερα όταν υπήρχε έντονο το στοιχείο της κοινωνικότητας και δεν
είχε υπεισέλθει το μικρόβιο της αστικής απομόνωσης, ο περίβολος του ναού
ήταν τόπος συγκέντρωσης και επίλυσης των προβλημάτων των ενοριτών με
κοινή συμμετοχή όλων
Ο ναός είναι το δεύτερο σπίτι του πιστού. Βρέφος όντας εκεί οδηγείται
για τον σαραντισμό. Στο ναό λαμβάνει το άγιο Βάπτισμα και αναγεννάται
σε νέα εν Χριστώ ύπαρξη. Εκεί στεφανώνεται και μοιράζεται τη χάρα του
γάμου του με όλη την τοπική εκκλησία. Εκεί απολαμβάνει τις χαρές των
μεγάλων γιορτινών ημερών. Στο ναό χαίρεται τη βάπτιση των παιδιών του.
Εκεί μετέχει των ιερών μυστηρίων και λαμβάνει τη λυτρωτική χάρη του
Θεού. Μέσα σ’ αυτόν σπεύδει να προσευχηθεί για τις δυσκολίες της ζωής
και να αντλήσει δύναμη για την πορεία της ζωής του. Εκεί οδηγείται με το
πέρας της επί γης ζωής του, για την εξόδιο ακολουθία του. Στο ναό θα
αναπέμπονται εσαεί επιμνημόσυνες δεήσεις γι’ αυτόν και για όλους τους
κεκοιμημένους πιστούς.
Εσωτερική Διαρρύθμιση του Ναού :
Ο Ναός χωρίζεται σε τρία μέρη: τον πρόναο, τον κυρίως ναό και το Ιερό Βήμα.
Το Ιερό χωρίζεται από τον κυρίως ναό με το τέμπλο.
Η διάταξη των εικόνων στο τέμπλο είναι πάντα η εξής:
Στο δεξί μέρος της Ωραίας Πύλης βρίσκεται η εικόνα του Χριστού.
Στο αριστερό μέρος της Ωραίας Πύλης βρίσκεται η εικόνα της Παναγίας.
Δίπλα και αριστερά από την Παναγία υπάρχει η εικόνα του Αγίου/Αγίας κλπ που είναι αφιερωμένος ο συγκεκριμένος Ναός.
Δίπλα και δεξιά από τον Χριστό, βρίσκεται η εικόνα του Ιωάννη του Πρόδρομου.
Στις πλαϊνές πόρτες του τέμπλου υπάρχουν οι μορφές των αρχαγγέλων Μιχαήλ και Γαβριήλ.
Πάνω από την Ωραία Πύλη υπάρχει η παράσταση του Μυστικού Δείπνου μαζί
με τις εικόνες του Δωδεκάορτου. (οι δώδεκα σπουδαιότερες εορτές : Ο
Ευαγγελισμός της Θεοτόκου, η Γέννηση του Χριστού, η Περιτομή του Χριστού
η Υπαπαντή του Χριστού, τα Άγια Θεοφάνεια, η Σοφία του Θεού, η
Μεταμόρφωση του Χριστού, η Ανάσταση του Λαζάρου και η είσοδος του
Χριστού στα Ιεροσόλυμα, τα Πάθη και ο Σταυρός του Χριστού, η Ανάσταση
του Χριστού, η Ανάληψη, η Πεντηκοστή).
Νάρθηκας
Ἀπὸ τὸ αἴθριο προχωροῦμε στὸν νάρθηκα. Πρόκειται γιὰ ἕναν στενόμακρο
χῶρο κατὰ μῆκος τῆς εἰσόδου τοῦ ναοῦ. Ἡ εἴσοδος στὸ νάρθηκα γινόταν ἀπὸ
πλάγιες πόρτες, ἐπειδὴ οἱ πιστοὶ δὲν ἔπρεπε νὰ βλέπουν ἀπ᾿ εὐθείας τὰ
τελούμενα στὸ Ἱερὸ Βῆμα ποὺ βρισκόταν ἀπέναντι. Στὸ νάρθηκα ἔμεναν
παλαιότερα οἱ ἀβάπτιστοι καὶ οἱ «προσκλαίοντες», δηλαδὴ αὐτοὶ ποὺ
ἔδειχναν δημόσια μετάνοια γιὰ βαριὰ ἁμαρτήματα. Γι᾿ αὐτὸν ἀκριβῶς τὸ
λόγο ὁ νάρθηκας ἀποτελοῦσε σύμβολο τοῦ ἐξωτερικοῦ χώρου. Ἐδῶ ἡ παράσταση
τοῦ Ἰησοῦ ὡς διδασκάλου ἔχει σημασία ἀλληγορική. Ὁ Χριστὸς εἶναι ἡ θύρα
εἰσόδου στὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Στοὺς μεγάλους ναοὺς ὁ νάρθηκας εἶχε
συνήθως δυὸ ὀρόφους. Στὸν δεύτερο ὄροφο βρισκόταν ὁ γυναικωνίτης.
Κυρίως Ναός
Ἕνα τριπλὸ ἄνοιγμα, τὸ τρίβηλο, ἕνωνε τὸ νάρθηκα μὲ τὸν κυρίως ναό. Ὁ
κυρίως ναὸς ἔχει σχῆμα ὀρθογώνιο ἢ σταυρικὸ καὶ καταλήγει σὲ μία ἁψίδα
ἱεροῦ, ποὺ βρίσκεται συνήθως στὰ ἀνατολικά. Χωρίζεται μὲ κιονοστοιχίες
σὲ κλίτη, τμήματα δηλαδή, τὰ ὁποῖα εἶναι παράλληλα πρὸς τὸν κατὰ μῆκος
ἄξονα τοῦ ναοῦ. Οἱ κιονοστοιχίες δίνουν μία ρυθμικὴ διάταξη καὶ τονίζουν
τὸ βάθος. Συμβολίζουν τοὺς Ἀποστόλους, τοὺς Προφῆτες, τοῦ Ἁγίους ὡς
στηρίγματα τῆς Ἐκκλησίας. Τὰ κλίτη εἶναι πάντοτε σὲ μονὸ ἀριθμό, ἀπὸ 1
ἕως 9. Τὸ μεσαῖο κλίτος ἔχει μεγαλύτερο πλάτος καὶ ὕψος καὶ φωτίζεται
περισσότερο.
Ὁ κύριος ναὸς εἶναι σύμβολο τοῦ ὁρατοῦ οὐρανοῦ καὶ τοῦ Παραδείσου.
Ἀπὸ τὰ ἰδιαίτερα μέρη του ἡ ὀροφὴ συμβολίζει τὸν οὐρανὸ καὶ τὸ δάπεδο τὴ
γῆ. Τὰ κανδήλια καὶ οἱ πολυέλαιοι ἀλληγοροῦν τοὺς ἀστέρες.
Στὸν χῶρο τοῦ κυρίως ναοῦ ὑπάρχουν καὶ τὰ καθίσματα ἢ στασίδια, ποὺ
προορίζονται γιὰ τοὺς πιστούς. Ἐπίσης ὑπάρχουν ὁ ἄμβωνας καὶ τὰ
ἀναλόγια. Ὁ ἄμβωνας, ὁ ὁποῖος βρίσκεται στὴ μέση σε μία πλευρὰ τοῦ
μεσαίου κλίτους, εἶναι ἕνα ἔμψυχο βῆμα ποὺ χρησιμοποιεῖται γιὰ τὴν
ἀνάγνωση τῶν γραφῶν καὶ γιὰ τὸ κήρυγμα. Συμβολίζει τὸ λίθο τοῦ μνήματος
τοῦ Χριστοῦ. Τὰ ἀναλόγια χρησιμοποιοῦνται γιὰ τὸ ὑμνολογικὸ μέρος τῆς
λατρείας.
Τὸ Εἰκονοστάσιο ἢ Τέμπλο χωρίζει τὸ Ἱερὸ Βῆμα ἀπὸ τὸν κυρίως ναό.
Ὡστόσο δὲν ἀποτελεῖ διαχωριστικὸ τεῖχος, ἀλλὰ συνδετικὸ κρίκο μεταξὺ τῶν
δυὸ κόσμων, τοῦ αἰσθητοῦ καὶ τοῦ νοητοῦ.
Ἅγιον Βῆμα
Τὸ Ἱερὸ Βῆμα ἔχει σχῆμα ἡμικυκλικὸ καὶ καλύπτει τὸ ἀνατολικὸ τμῆμα
τοῦ ναοῦ, καθὼς οἱ χριστιανοὶ προσεύχονται πρὸς τὴν ἀνατολή. Συμβολίζει
τὰ ὑπερουράνια. Ἡ παράσταση τῆς Θεοτόκου μὲ τὸν μικρὸ Ἰησοῦ στὴν ἀγκαλιά
της, γνωστὴ ὡς «Πλατυτέρα τῶν Οὐρανῶν», ποὺ βρίσκεται στὸ θόλο τοῦ
Ἱεροῦ βήματος συμβολίζει τὴν γέφυρα μεταξὺ οὐρανοῦ καὶ γῆς. Στὰ πλαΐνά
του Ἱεροῦ Βήματος δημιουργοῦνται δυὸ διαμερίσματα, τὰ Παστοφόρια. Στὸ
βόρειο Παστοφόριο τοποθετοῦνταν σὲ μαρμάρινα συνήθως τραπέζια οἱ
προσφορὲς τῶν πιστῶν, ἄρτος καὶ οἶνος γιὰ τὴν Θεία Εὐχαριστία, γιὰ νὰ
μεταφερθοῦν ἀργότερα στὴν Ἁγία Τράπεζα. Γι᾿ αὐτὸν ἀκριβῶς τὸ λόγο, ὁ
χῶρος ὀνομάσθηκε Πρόθεσις καὶ τὰ τραπέζια, Τράπεζαι προθέσεων ἢ
προσφόρων. Τὸ νότιο Παστοφόριο, τὸ Διακονικό, χρησίμευε σὰν σκευοφυλάκιο
καὶ δὲν εἶχε πάντα σταθερὴ θέση.
Κεντρικὸ σημεῖο τοῦ Ἱεροῦ Βήματος εἶναι ἡ Ἁγία Τράπεζα, γύρω ἀπὸ τὴν
ὁποία στρέφεται ἡ σημασία τοῦ ὅλου ναοῦ. Μάλιστα, ὅταν εἶναι λίθινη
συμβολίζει τὸν ἴδιο τὸν Χριστό. Τὴν παρουσία τοῦ Κυρίου συμβολίζει ἀκόμη
τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο ποὺ βρίσκεται πάνω στὴν Ἁγία Τράπεζα.
Ὅταν αὐτὴ στηρίζεται σὲ ἕναν μόνο κίονα, συμβολίζει τὸν ἕνα Ἰησοῦ
Χριστό, στηριζόμενη σὲ τρεῖς κίονες, ἀλληγορεῖ τὴν Ἁγία Τριάδα, ἐνῷ σὲ
τέσσερεις συμβολίζει τοὺς Εὐαγγελιστές.
Κάτω ἀπὸ τὴν Ἁγία Τράπεζα ὑπάρχει συνήθως μιὰ μικρὴ μαρμάρινη
λειψανοθήκη, μὲ λείψανα τοῦ Ἁγίου του ναοῦ. Αὐτὸ εἶναι τὸ λεγόμενο
«ἐγκαίνιον» ἢ «κατάθεσις».
Τέλος, γύρω ἀπὸ τὴν Ἁγία Τράπεζα, ὑπῆρχε τὸ σύνθρονο, ὁ θρόνος δηλαδὴ
τοῦ ἐπισκόπου καὶ τῶν πρεσβυτέρων. Τὸ σύνθρονο συμβόλιζε τὸ θρόνο τοῦ
Χριστοῦ στὴν δευτέρα Παρουσία. Εἶναι ὅμως καὶ σύμβολο ἐξουσίας. Μὲ τὴν
πάροδο τῶν χρόνων, καθὼς ὁ ἐπισκοπικὸς θρόνος μεταφέρθηκε ἀπὸ τὸ Ἱερὸ
Βῆμα στὸν κυρίως ναό, τὸ σύνθρονο ἔπαψε νὰ χρησιμοποιεῖται.
Ὁ χριστιανικὸς ναὸς ἀποτελεῖ ἕναν μικρόκοσμο ποὺ ταιριάζει στὰ μέτρα
τοῦ ἀνθρώπου. Κέντρο του εἶναι τὸ Ἱερὸ Βῆμα μὲ τὴν Ἁγία Τράπεζα. Χωρὶς
Ἁγία Τράπεζα, δίχως Θεία Κοινωνία, δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει οὔτε ναός, οὔτε
καὶ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ διαίρεση τοῦ ναοῦ σὲ νάρθηκα, κυρίως ναὸ
καὶ Ἱερὸ Βῆμα, ποὺ ἐκφράζει τὶς ἠθικὲς βαθμίδες ἀνόδου τοῦ πιστοῦ θὰ
παραμείνει πάντοτε ὡς βασικὸ στοιχεῖο ὁλόκληρης τῆς Ὀρθόδοξης Ναοδομίας.
Προσευχή με υψωμένο το νου!
1.
«Ο ήλιος είναι φανερός, βρίσκεται μπροστά σ’ όλους και δεν χρειάζεται
να τον αναζητούμε. Αν όμως κατεβούμε κάπου μέσα στη γη, κι αν όλα τ’
αναποδογυρίσουμε, θα χρειαστούμε πολύ κόπο για να δούμε τον ήλιο. Έτσι
λοιπόν κι εδώ. Αν θάπτουμε τον εαυτό μας στο βυθό των πονηρών επιθυμιών,
μέσα στο σκοτάδι των παθών και των βιοτικών πραγμάτων, μόλις και μετά
βίας μπορούμε να δούμε και να σηκώσουμε το κεφάλι! Ο χωμένος μέσα σε
λάκκο, όσο πιο πολύ ανεβαίνει προς τα επάνω, τόσο πιο πολύ πλησιάζει
προς τον ήλιο. Ας αποτινάξουμε λοιπόν το χώμα, ας πετάξουμε από πάνω μας
το πυκνό σκοτάδι. Είναι πυκνό κι αδιαπέραστο και δεν μας αφήνει να
δούμε καλά. Και πώς διασπάται το σύννεφο αυτό, λέει; Εάν ελκύσουμε προς
εμάς τις ακτίνες του νοητού ήλιου, του Ηλίου της Δικαιοσύνης, εάν
υψώσουμε τα χέρια μας προς τον ουρανό: «Έπαρση των χειρών μου, θυσία
εσπερινή» (Ψαλμ. 140, 2).
Αν μαζί με τα χέρια υψώσουμε και το νου. Καταλαβαίνετε οι μυημένοι τα λόγια μου. Ίσως γνωρίζετε αυτό που λέχθηκε και αντιλαμβάνεστε τον υπαινιγμό. Ας υψώσουμε το νου! Γνωρίζω εγώ πολλούς άνδρες, σχεδόν κρεμασμένους απ’ τη γη. Τους είδα με υψωμένα τα χέρια πέρα απ’ το μέτρο του δυνατού, να είναι λυπημένοι, επειδή δεν μπορούσαν να υψωθούν πνευματικά, και να προσεύχονται έτσι με προθυμία. Έτσι θέλω να είστε πάντοτε εσείς. Κι αν όχι πάντοτε, τουλάχιστον πάρα πολύ συχνά. Κι αν όχι πολύ συχνά, τουλάχιστον μερικές φορές, τουλάχιστον κατά τη διάρκεια των εωθινών και των εσπερινών προσευχών. Γιατί πες μου, δεν μπορείς να υψώσεις τα χέρια; Ύψωσε τη διάθεση όσο θέλεις. Αυτή ύψωσέ την μέχρι τον ουρανό. Κι αν θελήσεις να αγγίξεις την ίδια την κορυφή ή να ανέβεις και να περπατήσεις ψηλότερα, μπορείς να το κάνεις.
Γιατί ο νους μας είναι πιο ανάλαφρος και πιο υψηλός από κάθε φτερό. Όταν μάλιστα λάβει και τη χάρη του Πνεύματος, πω, πω, πόσο ταχύς είναι τότε, πόσο διαπεραστικός, πώς παντού περιφέρεται, πώς δεν καταβυθίζεται και δεν πέφτει στο έδαφος! Τέτοια φτερά ας κατασκευάσουμε για μας, μ’ αυτά θα μπορέσουμε να διαπλεύσουμε και το τρικυμισμένο πέλαγος της παρούσας ζωής. Τα ταχύτερα απ’ τα πουλιά διασχίζουν και όρη και φαράγγια και πελάγη και σκοπέλους μέσα σε ελάχιστο χρόνο και χωρίς καμμιά βλάβη Τέτοιος είναι κι ο νους.
Όταν φτερωθεί, όταν απαλλαγεί απ’ τις βιοτικές μέριμνες, τίποτα δεν μπορεί να τον σταματήσει, ανεβαίνει πάνω από όλα, κι αυτά τα πυρωμένα βέλη του διαβόλου. Δεν είναι τόσο εύστοχος ο διάβολος, ώστε να μπορέσει να φτάσει ψηλά, αλλά τί κάνει; Ρίχνει βέβαια τα βέλη του, γιατί είναι αδιάντροπος, αστοχεί όμως κι επιστρέφει το βέλος προς αυτόν κενό, κι όχι μόνο κενό, άλλα και πέφτει επάνω στο κεφάλι του! Γιατί πρέπει οπωσδήποτε να χτυπήσει κάτι το βέλος που στέλνεται απ’ αυτόν!! (Αγ. Ιω. του Χρυσοστόμου, απ’ την ΚΒ΄ Ομιλία «Εις την προς Εβραίους»)
2. «Η προσευχή είναι μεγάλο όπλο, μεγάλο κόσμημα, μεγάλη ασφάλεια. Όταν παρακαλούμε ανθρώπους, χρειαζόμαστε και έξοδα και χρήματα, και δουλοπρεπή κολακεία, και πολύ χρόνο και ενόχληση. Γιατί πολλές φορές δεν είναι δυνατό να μιλήσει κανείς απ’ ευθείας στους ίδιους τους κυρίους για να του κάνουν τη χάρη, αλλ’ είναι ανάγκη προηγουμένως να κολακεύσει τους υπηρέτες και τους οικονόμους και τους επιτρόπους τους με χρήματα και με λόγια και με κάθε τρόπο, και τότε μέσω εκείνων να μπορέσει να πάρει αυτό που ζητάει. Στον Θεό όμως δεν γίνεται έτσι. Γιατί δεν χρειάζεται μεσολαβητής γι’ αυτά που ζητάμε, ούτε παρακαλείται τόσο πολύ, όσο συγκατανεύει στη χάρη όταν παρακαλείται από μας τους ίδιους που έχουμε ανάγκη. Κι έδώ βέβαια, είτε παίρνουμε, είτε δεν παίρνουμε, είναι δυνατό να κερδίσουμε, ενώ με τους ανθρώπους και στις δύο περιπτώσεις πολλές φορές έχουμε ζημιωθεί.
Αφού λοιπόν το κέρδος είναι μεγαλύτερο, και περισσότερη η ευκολία σ’ εκείνους που πλησιάζουν τον Θεό, να μην περιφρονούμε την προσευχή. Γιατί τότε περισσότερο σου δίνει αυτά που ζητάς, όταν τα ζητάς εσύ ο ίδιος, όταν δεν τα ζητάς σαν αγγαρεία, πράγμα που κάνουν οι περισσότεροι. Γιατί η γλώσσα τους λέει τα λόγια, αλλ’ η ψυχή τους τρέχει στα σπίτι ή στους δρόμους της αγοράς, κι όλο αυτό είναι κατασκεύασμα του διαβόλου. Γιατί, επειδή γνωρίζει ότι την ώρα εκείνη, μιλώντας με τον Θεό, μπορούμε να πετύχουμε και τη συγχώρηση των αμαρτιών μας, θέλοντας να μας βυθίσει στο λιμάνι, εμφανίζεται εκείνη ακριβώς την ώρα απομακρύνοντας τη σκέψη μας απ’ αυτά που λέμε, ώστε να φύγουμε μάλλον ζημιωμένοι παρά κερδισμένοι. Γνωρίζοντάς τα λοιπόν αυτά, όταν προσέρχεσαι στον Θεό, να σκέφτεσαι σε ποιόν πηγαίνεις, και θα σου είναι αρκετό για να είσαι νηφάλιος».
Αν μαζί με τα χέρια υψώσουμε και το νου. Καταλαβαίνετε οι μυημένοι τα λόγια μου. Ίσως γνωρίζετε αυτό που λέχθηκε και αντιλαμβάνεστε τον υπαινιγμό. Ας υψώσουμε το νου! Γνωρίζω εγώ πολλούς άνδρες, σχεδόν κρεμασμένους απ’ τη γη. Τους είδα με υψωμένα τα χέρια πέρα απ’ το μέτρο του δυνατού, να είναι λυπημένοι, επειδή δεν μπορούσαν να υψωθούν πνευματικά, και να προσεύχονται έτσι με προθυμία. Έτσι θέλω να είστε πάντοτε εσείς. Κι αν όχι πάντοτε, τουλάχιστον πάρα πολύ συχνά. Κι αν όχι πολύ συχνά, τουλάχιστον μερικές φορές, τουλάχιστον κατά τη διάρκεια των εωθινών και των εσπερινών προσευχών. Γιατί πες μου, δεν μπορείς να υψώσεις τα χέρια; Ύψωσε τη διάθεση όσο θέλεις. Αυτή ύψωσέ την μέχρι τον ουρανό. Κι αν θελήσεις να αγγίξεις την ίδια την κορυφή ή να ανέβεις και να περπατήσεις ψηλότερα, μπορείς να το κάνεις.
Γιατί ο νους μας είναι πιο ανάλαφρος και πιο υψηλός από κάθε φτερό. Όταν μάλιστα λάβει και τη χάρη του Πνεύματος, πω, πω, πόσο ταχύς είναι τότε, πόσο διαπεραστικός, πώς παντού περιφέρεται, πώς δεν καταβυθίζεται και δεν πέφτει στο έδαφος! Τέτοια φτερά ας κατασκευάσουμε για μας, μ’ αυτά θα μπορέσουμε να διαπλεύσουμε και το τρικυμισμένο πέλαγος της παρούσας ζωής. Τα ταχύτερα απ’ τα πουλιά διασχίζουν και όρη και φαράγγια και πελάγη και σκοπέλους μέσα σε ελάχιστο χρόνο και χωρίς καμμιά βλάβη Τέτοιος είναι κι ο νους.
Όταν φτερωθεί, όταν απαλλαγεί απ’ τις βιοτικές μέριμνες, τίποτα δεν μπορεί να τον σταματήσει, ανεβαίνει πάνω από όλα, κι αυτά τα πυρωμένα βέλη του διαβόλου. Δεν είναι τόσο εύστοχος ο διάβολος, ώστε να μπορέσει να φτάσει ψηλά, αλλά τί κάνει; Ρίχνει βέβαια τα βέλη του, γιατί είναι αδιάντροπος, αστοχεί όμως κι επιστρέφει το βέλος προς αυτόν κενό, κι όχι μόνο κενό, άλλα και πέφτει επάνω στο κεφάλι του! Γιατί πρέπει οπωσδήποτε να χτυπήσει κάτι το βέλος που στέλνεται απ’ αυτόν!! (Αγ. Ιω. του Χρυσοστόμου, απ’ την ΚΒ΄ Ομιλία «Εις την προς Εβραίους»)
2. «Η προσευχή είναι μεγάλο όπλο, μεγάλο κόσμημα, μεγάλη ασφάλεια. Όταν παρακαλούμε ανθρώπους, χρειαζόμαστε και έξοδα και χρήματα, και δουλοπρεπή κολακεία, και πολύ χρόνο και ενόχληση. Γιατί πολλές φορές δεν είναι δυνατό να μιλήσει κανείς απ’ ευθείας στους ίδιους τους κυρίους για να του κάνουν τη χάρη, αλλ’ είναι ανάγκη προηγουμένως να κολακεύσει τους υπηρέτες και τους οικονόμους και τους επιτρόπους τους με χρήματα και με λόγια και με κάθε τρόπο, και τότε μέσω εκείνων να μπορέσει να πάρει αυτό που ζητάει. Στον Θεό όμως δεν γίνεται έτσι. Γιατί δεν χρειάζεται μεσολαβητής γι’ αυτά που ζητάμε, ούτε παρακαλείται τόσο πολύ, όσο συγκατανεύει στη χάρη όταν παρακαλείται από μας τους ίδιους που έχουμε ανάγκη. Κι έδώ βέβαια, είτε παίρνουμε, είτε δεν παίρνουμε, είναι δυνατό να κερδίσουμε, ενώ με τους ανθρώπους και στις δύο περιπτώσεις πολλές φορές έχουμε ζημιωθεί.
Αφού λοιπόν το κέρδος είναι μεγαλύτερο, και περισσότερη η ευκολία σ’ εκείνους που πλησιάζουν τον Θεό, να μην περιφρονούμε την προσευχή. Γιατί τότε περισσότερο σου δίνει αυτά που ζητάς, όταν τα ζητάς εσύ ο ίδιος, όταν δεν τα ζητάς σαν αγγαρεία, πράγμα που κάνουν οι περισσότεροι. Γιατί η γλώσσα τους λέει τα λόγια, αλλ’ η ψυχή τους τρέχει στα σπίτι ή στους δρόμους της αγοράς, κι όλο αυτό είναι κατασκεύασμα του διαβόλου. Γιατί, επειδή γνωρίζει ότι την ώρα εκείνη, μιλώντας με τον Θεό, μπορούμε να πετύχουμε και τη συγχώρηση των αμαρτιών μας, θέλοντας να μας βυθίσει στο λιμάνι, εμφανίζεται εκείνη ακριβώς την ώρα απομακρύνοντας τη σκέψη μας απ’ αυτά που λέμε, ώστε να φύγουμε μάλλον ζημιωμένοι παρά κερδισμένοι. Γνωρίζοντάς τα λοιπόν αυτά, όταν προσέρχεσαι στον Θεό, να σκέφτεσαι σε ποιόν πηγαίνεις, και θα σου είναι αρκετό για να είσαι νηφάλιος».
(Αγ. Ιω. του Χρυσοστόμου, απ’ τα «Ιερά Παράλληλα», Αγ. Ιω. Δαμασκ)
Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης-Δοξολογία Θεού
Λέει
ο Γέροντας στον υποτακτικό: «Εξεγερθέντες του ύπνου προσπίπτομέν Σοι,
αγαθέ, και των αγγέλων τον ύμνον βοώμεν Σοι, δυνατέ· άγιος, άγιος» κτλ.
«Κουά, κουά, κουά, κουά» τα βατράχια, κοάζουν, πώς λέγεται, ξεχάσαμε και
τα ελληνικά τώρα.
-Βρε παιδί μου, λέει, πήγαινε στα βατράχια και πές τα: Α, να σας πω, ο Γέροντας λέει, σταματήστε τώρα γιατί θέλουμε να διαβάσουμε εμείς την ακολουθία.
-Νά 'ναι ευλογημένο, Γέροντα.
Αυτός ήταν υποτακτικός! Βλέπεις; Δεν είπε, «ε, Γέροντα, τα βατράχια θα πάω να πω εγώ;» Όχι, υπακοή.
-Ακούστε εδώ, βατράχια, είπε ο Γέροντας να σταματήσετε τώρα, γιατί θέλουμε να διαβάσουμε εμείς την ακολουθία.
Μίλησε το βατράχι εκεί! Λέει:
-Πες του Γέροντα, τώρα τελειώνουμε κι εμείς την δοξολογία του Θεού και θα πάμε κι εμείς να ξεκουραστούμε.
Και τα βατράχια υμνολογούν το Θεό! Όλη η φύση, να πούμε, υμνολογεί, δοξολογεί τον Θεό, και κατά την καθαρότητά μας ακούμε κι εμείς αυτήν τη μυστική δοξολογία, τη μυστική, την άφωνο υμνολογία που κάνουνε και οι πέτρες ακόμη. Αυτό πώς το λένε, κάτι στίχους που έχει η μεγάλη δοξολογία, δεν ξέρω πώς τα λένε, γιατί εγώ έχω χρόνια να πάω πάνω στην ακολουθία.
Μοναχοί: Πυρ, χάλαζα, χιών, πνεύμα καταιγίδος...
Γεροντας: Πυρ, χάλαζα, πυρ καταιγίδος κτλ., όλα, τότε αρχίζει η μεγάλη δοξολογία. Βλέπετε; Και τα όρη και τα βουνά και τα δέντρα και η θάλασσα και τα ψάρια, όλα υμνολογούν τον Θεό. Αλλά εμείς, επειδή έχουμε αμαυρώσει, δηλαδή, το νοερόν της ψυχής μας, γι' αυτό λίγο το καταλαμβάνουμε, λίγο. Όσο καθαρίζεσαι μέσα σου, τόσο και περισσότερο λαμβάνεις έναν φωτισμό, λαμβάνεις μιαν αίσθηση ότι κανένα κτίσμα του Θεού δεν μένει αργό, αλλά όλα δοξολογούν τον Θεό. Και η μύγα και το κουνούπι, και το βόδι και το ζώο, όλα δοξολογούν τον Θεό. Όταν καθαριστείς μέσα σου, θα την δεις αυτήν τη μυστική δοξολογία του Θεού. Όσο καθαρίζεσαι μέσα σου, θα το δεις και λές: Ταλαίπωρε άνθρωπε, εσύ μόνο δεν δοξολογείς τον Θεό. Όλα δοξολογούν τον Θεό!
-Βρε παιδί μου, λέει, πήγαινε στα βατράχια και πές τα: Α, να σας πω, ο Γέροντας λέει, σταματήστε τώρα γιατί θέλουμε να διαβάσουμε εμείς την ακολουθία.
-Νά 'ναι ευλογημένο, Γέροντα.
Αυτός ήταν υποτακτικός! Βλέπεις; Δεν είπε, «ε, Γέροντα, τα βατράχια θα πάω να πω εγώ;» Όχι, υπακοή.
-Ακούστε εδώ, βατράχια, είπε ο Γέροντας να σταματήσετε τώρα, γιατί θέλουμε να διαβάσουμε εμείς την ακολουθία.
Μίλησε το βατράχι εκεί! Λέει:
-Πες του Γέροντα, τώρα τελειώνουμε κι εμείς την δοξολογία του Θεού και θα πάμε κι εμείς να ξεκουραστούμε.
Και τα βατράχια υμνολογούν το Θεό! Όλη η φύση, να πούμε, υμνολογεί, δοξολογεί τον Θεό, και κατά την καθαρότητά μας ακούμε κι εμείς αυτήν τη μυστική δοξολογία, τη μυστική, την άφωνο υμνολογία που κάνουνε και οι πέτρες ακόμη. Αυτό πώς το λένε, κάτι στίχους που έχει η μεγάλη δοξολογία, δεν ξέρω πώς τα λένε, γιατί εγώ έχω χρόνια να πάω πάνω στην ακολουθία.
Μοναχοί: Πυρ, χάλαζα, χιών, πνεύμα καταιγίδος...
Γεροντας: Πυρ, χάλαζα, πυρ καταιγίδος κτλ., όλα, τότε αρχίζει η μεγάλη δοξολογία. Βλέπετε; Και τα όρη και τα βουνά και τα δέντρα και η θάλασσα και τα ψάρια, όλα υμνολογούν τον Θεό. Αλλά εμείς, επειδή έχουμε αμαυρώσει, δηλαδή, το νοερόν της ψυχής μας, γι' αυτό λίγο το καταλαμβάνουμε, λίγο. Όσο καθαρίζεσαι μέσα σου, τόσο και περισσότερο λαμβάνεις έναν φωτισμό, λαμβάνεις μιαν αίσθηση ότι κανένα κτίσμα του Θεού δεν μένει αργό, αλλά όλα δοξολογούν τον Θεό. Και η μύγα και το κουνούπι, και το βόδι και το ζώο, όλα δοξολογούν τον Θεό. Όταν καθαριστείς μέσα σου, θα την δεις αυτήν τη μυστική δοξολογία του Θεού. Όσο καθαρίζεσαι μέσα σου, θα το δεις και λές: Ταλαίπωρε άνθρωπε, εσύ μόνο δεν δοξολογείς τον Θεό. Όλα δοξολογούν τον Θεό!
Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης
ΛΟΓΟΙ ΔΙΔΑΧΗΣ
Δοξολογία Θεού
ΛΟΓΟΙ ΔΙΔΑΧΗΣ
Δοξολογία Θεού
Γέρων Παΐσιος-Η μετά θάνατον ζωή
Οι υπόδικοι νεκροί
-Γέροντα, όταν πεθάνει ο άνθρωπος, συναισθάνεται αμέσως σε τι κατάσταση βρίσκεται;
Ναι, συνέρχεται και λέει «τι έκανα;», αλλά «φαϊντά γιόκ», δηλαδή δεν οφελεί αυτό. Όπως ένας μεθυσμένος, αν σκοτώσει λ.χ. την μάνα του, γελάει, τραγουδάει, επειδή δεν καταλαβαίνει τι έκανε, και, όταν ξεμεθύσει, κλαίει και οδύρεται και λέει «τι έκανα;», έτσι και όσοι σ' αυτήν την ζωή κάνουν αταξίες είναι σαν μεθυσμένοι. Δεν καταλαβαίνουν τι κάνουν, δεν αισθάνονται την ενοχή τους. Όταν όμως πεθάνουν, τότε φεύγει αυτή η μέθη και συνέρχονται. Ανοίγουν τα μάτια της ψυχής τους και συναισθάνονται την ενοχή τους, γιατί η ψυχή, όταν βγει από το σώμα, κινείται, βλέπει, αντιλαμβάνεται με μια ασύλληπτη ταχύτητα.
Μερικοί ρωτούν πότε θα γίνει η Δευτέρα Παρουσία. Για τον άνθρωπο όμως που πεθαίνει γίνεται κατά κάποιον τρόπο η Δευτέρα Παρουσία, γιατί κρίνεται ανάλογα με την κατάσταση στην οποία τον βρίσκει ο θάνατος.
- Γέροντα, πως είναι οι κολασμένοι;
Είναι υπόδικοι, φυλακισμένοι, που βασανίζονται ανάλογα με τις αμαρτίες που έκαναν και περιμένουν να γίνει η τελική δίκη, η μέλλουσα κρίση. Υπάρχουν βαρυποινίτες, υπάρχουν και υπόδικοι με ελαφρότερες ποινές.
- Και οι Άγιοι και ο ληστής;
Οι Άγιοι και ο ληστής είναι στον Παράδεισο, αλλά δεν έχουν λάβει την τέλεια δόξα, όπως και οι υπόδικοι είναι στην κόλαση, άλλα δεν έχουν λάβει την τέλεια καταδίκη. Ο Θεός, ενώ έχει πει εδώ και τόσους αιώνες το «μετανοείτε ήγγικε γαρ η βασιλεία των ουρανών», παρατείνει-παρατείνει τον χρόνο, επειδή περιμένει εμάς να διορθωθούμε. Αλλά εμείς παραμένοντας στις κακομοιριές μας αδικούμε τους Αγίους, γιατί δεν μπορούν να λάβουν την τέλεια δόξα, την οποία θα λάβουν μετά την μέλλουσα Κρίση.
Η προσευχή και τα μνημόσυνα για τους κεκοιμημένους
- Γέροντα, οι υπόδικοι νεκροί μπορούν να προσεύχοντε;
Έρχονται σε συναίσθηση και ζητούν βοήθεια, αλλά δεν μπορούν να βοηθήσουν τον εαυτό τους. Όσοι βρίσκονται στον Άδη μόνον ένα πράγμα θα ήθελαν από τον Χριστό: να ζήσουν πέντε λεπτά, για να μετανοήσουν. Εμείς που ζούμε, έχουμε περιθώρια μετανοίας, ενώ οι καημένοι οι κεκοιμημένοι δεν μπορούν πια μόνοι τους να καλυτερεύσουν την θέση τους, αλλά περιμένουν από μας βοήθεια. Γι' αυτό έχουμε χρέος να τους βοηθούμε με την προσευχή μας.
Μου λέει ο λογισμός ότι μόνον το δέκα τοις εκατό από τους υπόδικους νεκρούς βρίσκονται σε δαιμονική κατάσταση και, εκεί που είναι, βρίζουν τον Θεό, όπως οι δαίμονες. Δεν ζητούν βοήθεια, αλλά και δεν δέχονται βοήθεια. Γιατί, τί να τους κάνει ο Θεός; Σαν ένα παιδί που απομακρύνεται από τον πατέρα του, σπαταλάει όλη την περιουσία του και από πάνω βρίζει τον πατέρα του. Ε, τι να το κάνη αυτό ο πατέρας του; Οι άλλοι όμως υπόδικοι, που έχουν λίγο φιλότιμο, αισθάνονται την ενοχή τους, μετανοούν και υποφέρουν για τις αμαρτίες τους. Ζητούν να βοηθηθούν και βοηθιούνται θετικά με τις προσευχές των πιστών. Τους δίνει δηλαδή ο Θεός μια ευκαιρία, τώρα που είναι υπόδικοι, να βοηθηθούν μέχρι να γίνει η Δευτέρα Παρουσία. Και όπως σ' αυτήν την ζωή, αν κάποιος είναι φίλος με τον βασιλιά, μπορεί να μεσολαβήσει και να βοηθήσει έναν υπόδικο, έτσι και αν είναι κανείς «φίλος» με τον Θεό, μπορεί να μεσολαβήσει στον Θεό με την προσευχή του και να μεταφέρει τους υπόδικους νεκρούς από την μια «φυλακή» σε άλλη καλύτερη, από το ένα «κρατητήριο» σε ένα άλλο καλύτερο. Ή ακόμη μπορεί να τους μεταφέρει και σε «δωμάτιο» ή σε «διαμέρισμα».
Όπως ανακουφίζουμε τους φυλακισμένους με αναψυκτικά κ.λπ. που τους πηγαίνουμε, έτσι και τους νεκρούς τους ανακουφίζουμε με τις προσευχές και τις ελεημοσύνες που κάνουμε για την ψυχή τους. Οι προσευχές των ζώντων για τους κεκοιμημένους και τα μνημόσυνα είναι η τελευταία ευκαιρία που δίνει ο Θεός στους κεκοιμημένους να βοηθηθούν, μέχρι να γίνει η τελική Κρίση. Μετά την δίκη δεν θα υπάρχει πλέον δυνατότητα να βοηθηθούν.
Ο Θεός θέλει να βοηθήσει τους κεκοιμημένους, γιατί πονάει για την σωτηρία τους, αλλά δεν το κάνει, γιατί έχει αρχοντιά. Δεν θέλει να δώσει δικαίωμα στον διάβολο να πει: «Πως τον σώζεις αυτόν, ενώ δεν κοπίασε;». Όταν όμως εμείς προσευχώμαστε για τους κεκοιμημένους, Του δίνουμε το δικαίωμα να επεμβαίνει. Περισσότερο μάλιστα συγκινείται ο Θεός, όταν κάνουμε προσευχή για τους κεκοιμημένους παρά για τους ζώντες.
Γι' αυτό και η Εκκλησία μας έχει τα κόλλυβα, τα μνημόσυνα. Τα μνημόσυνα είναι ο καλύτερος δικηγόρος για τις ψυχές των κεκοιμημένων. Έχουν την δυνατότητα και από την κόλαση να βγάλουν την ψυχή. Κι εσείς σε κάθε Θεία Λειτουργία να διαβάζετε κόλλυβο για τους κεκοιμημένους. Έχει νόημα το σιτάρι. «Σπείρεται εν φθορά, εγείρεται εν αφθαρσία», λέει η Γραφή. Στον κόσμο μερικοί βαριούνται να βράσουν λίγο σιτάρι και πηγαίνουν στην εκκλησία σταφίδες, κουραμπιέδες, κουλουράκια, για να τα διαβάσουν οι ιερείς. Και βλέπεις, εκεί στο Άγιον Όρος κάτι γεροντάκια τα καημένα σε κάθε Θεία Λειτουργία κάνουν κόλλυβο και για τους κεκοιμημένους και για τον Άγιο που γιορτάζει, για να έχουν την ευλογία του.
- Γέροντα, αυτοί που έχουν πεθάνει πρόσφατα έχουν μεγαλύτερη ανάγκη από προσευχή;
Εμ, όταν μπαίνη καποιος στην φυλακή, στην αρχή δεν δυσκολεύεται πιο πολύ; Να κάνουμε προσευχή για τους κεκοιμημένους που δεν ευαρέστησαν στον Θεό, για να κάνει κάτι και γι' αυτούς ο Θεός. Ιδίως, όταν ξέρουμε ότι κάποιος ήταν σκληρός -θέλω να πω, ότι φαινόταν σκληρός, γιατί μπορεί να νομίζουμε ότι ήταν σκληρός, αλλά στην πραγματικότητα να μην ήταν- και είχε και αμαρτωλή ζωή, τότε να κάνουμε πολλή προσευχή, Θείες Λειτουργίες, Σαρανταλείτουργα για την ψυχή του και να δίνουμε ελεημοσύνη σε φτωχούς για την σωτηρία της ψυχής του, για να ευχηθούν οι φτωχοί «ν' αγιάσουν τα κόκκαλά του», ώστε να καμφθή ο Θεός και να τον ελεήση. Έτσι, ό,τι δεν έκανε εκείνος, το κάνουμε εμείς γι' αυτόν. Ενώ ένας άνθρωπος που είχε καλωσύνη, ακόμη και αν η ζωή του δεν ήταν καλή, επειδή είχε καλή διάθεση, με λίγη προσευχή πολύ βοηθιέται.
Έχω υπ' όψιν μου γεγονότα που μαρτυρούν πόσο οι κεκοιμημένοι βοηθιούνται με την προσευχή πνευματικών ανθρώπων. Κάποιος ήρθε στο Καλύβι και μου είπε με κλάματα: «Γέροντα, δεν έκανα προσευχή για κάποιον γνωστό μου κεκοιμημένο και μου παρουσιάσθηκε στον ύπνο μου » . «Είκοσι μέρες, μου είπε, έχεις να με βοηθήσης με ξέχασες και υποφέρω». Πράγματι, μου λέει, εδώ και είκοσι μέρες είχα ξεχασθεί με διάφορες μέριμνες και ούτε για τον εαυτό μου δεν προσευχόμουν».
- Όταν, Γέροντα, πεθάνη κάποιος και μας ζητήσουν να προσευχηθούμε γι' αυτόν, είναι καλό να κάνουμε κάθε μέρα ένα κομποσχοίνι μέχρι τα σαράντα;
Άμα κάνεις κομποσχοίνι γι' αυτόν, βάλε και άλλους κεκοιμημένους. Γιατί να πάει μια αμαξοστοιχία στον προορισμό της με έναν μόνον επιβάτη, ενώ χωράει και άλλους; Πόσοι κεκοιμημένοι έχουν άνάγκη οι καημένοι και ζητούν βοήθεια και δεν έχουν κανέναν να προσευχηθεί γι' αυτούς!
Μερικοί κάθε τόσο κάνουν μνημόσυνο μόνο για κάποιον δικό τους. Με αυτόν τον τρόπο δεν βοηθιέται ούτε ο δικός τους, γιατί η προσευχή τους δεν είναι τόσο ευάρεστη στον Θεό. Αφού τόσα μνημόσυνα έκαναν γι' αυτόν, ας κάνουν συγχρόνως και για τους ξένους.
- Γέροντα, με απασχολεί μερικές φορές η σωτηρία του πατέρα μου, γιατί δεν είχε καμμιά σχέση με την Εκκλησία.
Δεν ξέρεις την κρίση του Θεού την τελευταία στιγμή. Πότε σε απασχολεί; Κάθε Σάββατο;
- Δεν έχω παρακολουθήσει, αλλά γιατί το Σάββατο;
Γιατί αυτήν την ημέρα την δικαιούνται οι κεκοιμημένοι.
- Γέροντα, οι νεκροί που δεν έχουν ανθρώπους να προσεύχωνται γι' αυτούς βοηθιούνται από τις προσευχές εκείνων που προσεύχονται γενικά για τους κεκοιμημένους;
Και βέβαια βοηθιούνται. Εγώ, όταν προσεύχομαι για όλους τους κεκοιμημένους, βλέπω στον ύπνο μου τους γονείς μου, γιατί αναπαύονται από την προσευχή που κάνω. Κάθε φορά που έχω Θεία Λειτουργία, κάνω και γενικό μνημόσυνο για όλους τους κεκοιμημένους και εύχομαι για τους βασιλείς, για τους αρχιερείς κ.λπ. και στο τέλος λέω «και υπέρ ων τα ονόματα ουκ εμνημονεύθησαν». Αν καμμιά φορά δεν κάνω ευχή για τους κεκοιμημένους, παρουσιάζονται γνωστοί κεκοιμημένοι μπροστά μου. Έναν συγγενή μου, που είχε σκοτωθεί στον πόλεμο, τον είδα ολόκληρο μπροστά μου μετά την Θεία Λειτουργία, την ώρα του μνημοσύνου, γιατί αυτόν δεν τον είχα ολόκληρο γραμμένο με τα ονόματα των κεκοιμημένων, επειδή μνημονευόταν στην Προσκομιδή με τους ηρωικώς πεσόντες. Κι εσείς στην Αγία Πρόθεση να μη δίνετε να μνημονευθούν μόνον ονόματα ασθενών, αλλά και ονόματα κεκοιμημένων, γιατί μεγαλύτερη ανάγκη έχουν οι κεκοιμημένοι.
Το καλύτερο μνημόσυνο για τους κεκοιμημένους
Το καλύτερο από όλα τα μνημόσυνα που μπορούμε να κάνουμε για τους κεκοιμημένους είναι η προσεκτική ζωή μας, ο αγώνας που θα κάνουμε, για να κόψουμε τα ελαττώματά μας και να λαμπικάρουμε την ψυχή μας. Γιατί η δική μας ελευθερία από τα υλικά πράγματα και από τα ψυχικά πάθη, έκτος από την δική μας ανακούφιση, έχει ως αποτέλεσμα και την ανακούφιση των κεκοιμημένων προπάππων όλης της γενιάς μας. Οι κεκοιμημένοι νιώθουν χαρά, όταν ένας απόγονός τους είναι κοντά στον Θεό. Αν εμείς δεν είμαστε σε καλή πνευματική κατάσταση, τότε υποφέρουν οι κεκοιμημένοι γονείς μας, ο παππούς μας, ο προπάππος μας, όλες οι γενεές. «Δες τι απογόνους κάναμε!», λένε και στενοχωριούνται. Αν όμως είμαστε σε καλή πνευματική κατάσταση, ευφραίνονται, γιατί και αυτοί έγιναν συνεργοί να γεννηθούμε και ο Θεός κατά κάποιον τρόπο υποχρεώνεται να τους βοηθήσει. Αυτό δηλαδή που θα δώσει χαρά στους κεκοιμημένους είναι να αγωνισθούμε να ευαρεστήσουμε στον Θεό με την ζωή μας, ώστε να τους συναντήσουμε στον Παράδεισο και να ζήσουμε όλοι μαζί στην αιώνια ζωή.
Επομένως, αξίζει τον κόπο να χτυπήσουμε τον παλαιό μας άνθρωπο, για να γίνει καινός και να μη βλάπτει πια ούτε τον εαυτό του ούτε άλλους ανθρώπους, αλλά να βοηθάει και τον εαυτό του και τους άλλους, είτε ζώντες είναι είτε κεκοιμημένοι.
Η παρρησία των δικαίων προς τον Θεό
- Γέροντα, στην προς Αρχαρίους Επιστολή σας γράφετε: «Παρόλο που καταλαβαίνουν οι αληθινοί μοναχοί ότι αυτό που απολαμβάνουν σ' αυτήν την ζωή είναι μέρος της χαράς του Παραδείσου και ότι στον Παράδεισο θα είναι περισσότερη, εν τούτοις από πολλή αγάπη προς τον πλησίον τους θέλουν να ζήσουν επί της γης, για να βοηθούντους ανθρώπους με την προσευχή, να επεμβαίνη ο Θεός και να βοηθιέται ο κόσμος».
Γράψε: «Θέλουν να ζήσουν επί της γης, για να συμπάσχουν με τους ανθρώπους και να τους βοηθούν με την προσευχή».
- Στην άλλη ζωή, Γέροντα, ένας σωστός μοναχός πάλι δεν θα βοηθάει με την προσευχή του τους ανθρώπους;
Και στην άλλη ζωή θα βοηθάει με την προσευχή του, αλλά δεν θα υποφέρει, ενώ τώρα συμπάσχει δεν περνάει χαρούμενα εδώ, «με χαρούμενη την όψη και με βλέμμα λαμπερό»! Όσο όμως υποφέρει για τον πλησίον του, τόσο ανταμείβεται με θεία παρηγοριά, και αυτό είναι κατά κάποιον τρόπο και η πληροφορία ότι βοηθιέται ο άλλος. Αύτη η παραδεισένια χαρά είναι η θεία ανταμοιβή για τον πόνο που νιώθει για τον αδελφό του.
- Δηλαδή, Γέροντα, οι Άγιοι που επικαλούμαστε να μας βοηθήσουν δεν συμπάσχουν μαζί μας;
Εκεί δεν έχει πόνο, βρε παιδάκι μου! Στον Παράδεισο υποφέρουν; «Ένθα ουκ έστι πόνος ου λύπη ου στεναγμός» δεν λέει;
Ύστερα οι Άγιοι έχουν υπ όψιν τους την θεία ανταμοιβή που θα λάβουν όσοι άνθρωποι βασανίζονται σ' αυτήν την ζωή και αυτό τους κάνει να χαίρονται. Μα και ο Ίδιος ο Θεός που έχει τόση αγάπη, τόση ευσπλαχνία, πως αντέχει αυτόν τον μεγάλο πόνο των ανθρώπων; Αντέχει, γιατί έχει υπ' όψιν Του την θεία ανταμοιβή που τους περιμένει. Όσο δηλαδή βασανίζονται εδώ οι άνθρωποι, τόσο τους αποταμιεύει εκεί ουράνιο μισθό. Ενώ εμείς αυτά δεν τα βλέπουμε και συμπάσχουμε με όσους υποφέρουν. Γι' αυτό, όταν κάποιος τα βλέπει λίγο αυτά και έχει υπ' όψιν του την ανταμοιβή που θα λάβουν, δεν υποφέρει τόσο πολύ.
- Όταν, Γέροντα, παρακαλούμε τον Θεό να βοηθήσει κάποιον κεκοιμημένο που δεν έχει ανάγκη, πάει χαμένη αυτή η προσευχή;
- Πως να πάει χαμένη; Όταν λέμε «ανάπαυσον τον τάδε» και αυτός είναι σε καλή θέση στην άλλη ζωή, δεν παρεξηγείται ίσα-ίσα συγκινείται. «Για δες, λέει, εγώ είμαι σε καλή θέση και εκείνοι αγωνιούν», οπότε φιλοτιμείται και μας βοηθάει πιο πολύ, πρεσβεύοντας στον Θεό για μας. Αλλά που να ξέρεις σε τι κατάσταση βρίσκεται ο άλλος; Φυσιολογικά κάνεις ευχή πρώτα γι' αυτούς που γνωρίζεις ότι με την ζωή τους λύπησαν τον Θεό και εύχεσαι και για άλλες ανάλογες περιπτώσεις και ύστερα εύχεσαι και για όλους τους κεκοιμημένους.
Η μέλλουσα Κρίση
- Γέροντα, πως εξαγνίζεται η ψυχή;
Όταν ο άνθρωπος εργασθεί τις εντολές του Θεού, κάνει δουλειά στον εαυτό του και καθαρισθεί από τα πάθη, τότε ο νους φωτίζεται, φθάνει σε ύψος θεωρίας, και η ψυχή λαμπρύνεται και γίνεται όπως ήταν πρίν από την πτώση των Πρωτοπλάστων. Σε τέτοια κατάσταση θα βρίσκεται μετά την ανάσταση των νεκρών. Μπορεί όμως ο άνθρωπος να δει την ανάσταση της ψυχής του πριν από την κοινή ανάσταση, αν καθαρισθεί τελείως από τα πάθη. Το σώμα του τότε θα είναι αγγελικό, άυλο, και δεν θα νοιάζεται για τροφή υλική.
- Γέροντα, πως θα γίνη η μέλλουσα Κρίση;
Στην μέλλουσα Κρίση θα αποκαλυφθεί σε μια στιγμή η κατάσταση του κάθε ανθρώπου και μόνος του καθένας θα τραβήξει για 'κει που είναι. Καθένας θα βλέπει σαν σε τηλεόραση τα δικά του χάλια και την πνευματική κατάσταση του άλλου. Θα καθρεφτίζει τον εαυτό του στον άλλον και θα σκύβει το κεφάλι και θα πηγαίνει στην θέση του. Δεν θα μπορεί λ.χ. να πει μια νύφη που καθόταν μπροστά στην πεθερά της σταυροπόδι και η πεθερά της με σπασμένο πόδι φρόντιζε το εγγονάκι: «γιατί, Χριστέ μου, βάζεις την πεθερά μου στον Παράδεισο κι εμένα δεν με βάζεις;», επειδή θα έρχεται μπροστά της εκείνη η σκηνή. Θα θυμάται την πεθερά της που στεκόταν όρθια με σπασμένο πόδι και φρόντιζε το εγγονάκι της και δεν θα έχει μούτρα να πάει στον Παράδεισο, αλλά ούτε και θα χωράει στον Παράδεισο. Ή οι μοναχοί θα βλέπουν τι δυσκολίες, τι δοκιμασίες είχαν οι κοσμικοί και πως τις αντιμετώπισαν και, αν δεν έχουν ζήσει σωστά, θα σκύψουν το κεφάλι και θα τραβήξουν μόνοι τους για εκεί που θα είναι.
Θα δουν εκεί οι μοναχές, που δεν ευαρέστησαν στον Θεό, ηρωίδες μάνες, που ούτε υποσχέσεις έδωσαν, ούτε τις ευλογίες και τις ευκαιρίες τις δικές τους είχαν, πως αγωνίσθηκαν και σε τι κατάσταση πνευματική έφθασαν, και εκείνες, καλόγριες, με τι μικροπρέπειες ασχολούνταν και βασανίζονταν, και θα ντρέπονται! Έτσι μου λέει ο λογισμός ότι θα γίνη η Κρίση. Δεν θα πει δηλαδή ο Χριστός: «έλα εδώ εσύ, τι έκανες;» η «εσύ θα πας στην κόλαση, εσύ στον Παράδεισο», αλλά ο καθένας θα συγκρίνει τον εαυτό του με τον άλλον και θα τραβήξει για εκεί που θα είναι.
Η μέλλουσα ζωή
- Γέροντα, έφερα γλυκά να κεράσετε.
Δες πως χαίρονται! Στην άλλη ζωή θα λέμε: «Με τι χαζά χαιρόμασταν! Τι μας συγκινούσαν τότε!». Ενώ τώρα σκιρτάει η καρδιά γι' αυτά.
- Γέροντα, πως θα το καταλάβουμε αυτό από τώρα;
-Γέροντα, όταν πεθάνει ο άνθρωπος, συναισθάνεται αμέσως σε τι κατάσταση βρίσκεται;
Ναι, συνέρχεται και λέει «τι έκανα;», αλλά «φαϊντά γιόκ», δηλαδή δεν οφελεί αυτό. Όπως ένας μεθυσμένος, αν σκοτώσει λ.χ. την μάνα του, γελάει, τραγουδάει, επειδή δεν καταλαβαίνει τι έκανε, και, όταν ξεμεθύσει, κλαίει και οδύρεται και λέει «τι έκανα;», έτσι και όσοι σ' αυτήν την ζωή κάνουν αταξίες είναι σαν μεθυσμένοι. Δεν καταλαβαίνουν τι κάνουν, δεν αισθάνονται την ενοχή τους. Όταν όμως πεθάνουν, τότε φεύγει αυτή η μέθη και συνέρχονται. Ανοίγουν τα μάτια της ψυχής τους και συναισθάνονται την ενοχή τους, γιατί η ψυχή, όταν βγει από το σώμα, κινείται, βλέπει, αντιλαμβάνεται με μια ασύλληπτη ταχύτητα.
Μερικοί ρωτούν πότε θα γίνει η Δευτέρα Παρουσία. Για τον άνθρωπο όμως που πεθαίνει γίνεται κατά κάποιον τρόπο η Δευτέρα Παρουσία, γιατί κρίνεται ανάλογα με την κατάσταση στην οποία τον βρίσκει ο θάνατος.
- Γέροντα, πως είναι οι κολασμένοι;
Είναι υπόδικοι, φυλακισμένοι, που βασανίζονται ανάλογα με τις αμαρτίες που έκαναν και περιμένουν να γίνει η τελική δίκη, η μέλλουσα κρίση. Υπάρχουν βαρυποινίτες, υπάρχουν και υπόδικοι με ελαφρότερες ποινές.
- Και οι Άγιοι και ο ληστής;
Οι Άγιοι και ο ληστής είναι στον Παράδεισο, αλλά δεν έχουν λάβει την τέλεια δόξα, όπως και οι υπόδικοι είναι στην κόλαση, άλλα δεν έχουν λάβει την τέλεια καταδίκη. Ο Θεός, ενώ έχει πει εδώ και τόσους αιώνες το «μετανοείτε ήγγικε γαρ η βασιλεία των ουρανών», παρατείνει-παρατείνει τον χρόνο, επειδή περιμένει εμάς να διορθωθούμε. Αλλά εμείς παραμένοντας στις κακομοιριές μας αδικούμε τους Αγίους, γιατί δεν μπορούν να λάβουν την τέλεια δόξα, την οποία θα λάβουν μετά την μέλλουσα Κρίση.
Η προσευχή και τα μνημόσυνα για τους κεκοιμημένους
- Γέροντα, οι υπόδικοι νεκροί μπορούν να προσεύχοντε;
Έρχονται σε συναίσθηση και ζητούν βοήθεια, αλλά δεν μπορούν να βοηθήσουν τον εαυτό τους. Όσοι βρίσκονται στον Άδη μόνον ένα πράγμα θα ήθελαν από τον Χριστό: να ζήσουν πέντε λεπτά, για να μετανοήσουν. Εμείς που ζούμε, έχουμε περιθώρια μετανοίας, ενώ οι καημένοι οι κεκοιμημένοι δεν μπορούν πια μόνοι τους να καλυτερεύσουν την θέση τους, αλλά περιμένουν από μας βοήθεια. Γι' αυτό έχουμε χρέος να τους βοηθούμε με την προσευχή μας.
Μου λέει ο λογισμός ότι μόνον το δέκα τοις εκατό από τους υπόδικους νεκρούς βρίσκονται σε δαιμονική κατάσταση και, εκεί που είναι, βρίζουν τον Θεό, όπως οι δαίμονες. Δεν ζητούν βοήθεια, αλλά και δεν δέχονται βοήθεια. Γιατί, τί να τους κάνει ο Θεός; Σαν ένα παιδί που απομακρύνεται από τον πατέρα του, σπαταλάει όλη την περιουσία του και από πάνω βρίζει τον πατέρα του. Ε, τι να το κάνη αυτό ο πατέρας του; Οι άλλοι όμως υπόδικοι, που έχουν λίγο φιλότιμο, αισθάνονται την ενοχή τους, μετανοούν και υποφέρουν για τις αμαρτίες τους. Ζητούν να βοηθηθούν και βοηθιούνται θετικά με τις προσευχές των πιστών. Τους δίνει δηλαδή ο Θεός μια ευκαιρία, τώρα που είναι υπόδικοι, να βοηθηθούν μέχρι να γίνει η Δευτέρα Παρουσία. Και όπως σ' αυτήν την ζωή, αν κάποιος είναι φίλος με τον βασιλιά, μπορεί να μεσολαβήσει και να βοηθήσει έναν υπόδικο, έτσι και αν είναι κανείς «φίλος» με τον Θεό, μπορεί να μεσολαβήσει στον Θεό με την προσευχή του και να μεταφέρει τους υπόδικους νεκρούς από την μια «φυλακή» σε άλλη καλύτερη, από το ένα «κρατητήριο» σε ένα άλλο καλύτερο. Ή ακόμη μπορεί να τους μεταφέρει και σε «δωμάτιο» ή σε «διαμέρισμα».
Όπως ανακουφίζουμε τους φυλακισμένους με αναψυκτικά κ.λπ. που τους πηγαίνουμε, έτσι και τους νεκρούς τους ανακουφίζουμε με τις προσευχές και τις ελεημοσύνες που κάνουμε για την ψυχή τους. Οι προσευχές των ζώντων για τους κεκοιμημένους και τα μνημόσυνα είναι η τελευταία ευκαιρία που δίνει ο Θεός στους κεκοιμημένους να βοηθηθούν, μέχρι να γίνει η τελική Κρίση. Μετά την δίκη δεν θα υπάρχει πλέον δυνατότητα να βοηθηθούν.
Ο Θεός θέλει να βοηθήσει τους κεκοιμημένους, γιατί πονάει για την σωτηρία τους, αλλά δεν το κάνει, γιατί έχει αρχοντιά. Δεν θέλει να δώσει δικαίωμα στον διάβολο να πει: «Πως τον σώζεις αυτόν, ενώ δεν κοπίασε;». Όταν όμως εμείς προσευχώμαστε για τους κεκοιμημένους, Του δίνουμε το δικαίωμα να επεμβαίνει. Περισσότερο μάλιστα συγκινείται ο Θεός, όταν κάνουμε προσευχή για τους κεκοιμημένους παρά για τους ζώντες.
Γι' αυτό και η Εκκλησία μας έχει τα κόλλυβα, τα μνημόσυνα. Τα μνημόσυνα είναι ο καλύτερος δικηγόρος για τις ψυχές των κεκοιμημένων. Έχουν την δυνατότητα και από την κόλαση να βγάλουν την ψυχή. Κι εσείς σε κάθε Θεία Λειτουργία να διαβάζετε κόλλυβο για τους κεκοιμημένους. Έχει νόημα το σιτάρι. «Σπείρεται εν φθορά, εγείρεται εν αφθαρσία», λέει η Γραφή. Στον κόσμο μερικοί βαριούνται να βράσουν λίγο σιτάρι και πηγαίνουν στην εκκλησία σταφίδες, κουραμπιέδες, κουλουράκια, για να τα διαβάσουν οι ιερείς. Και βλέπεις, εκεί στο Άγιον Όρος κάτι γεροντάκια τα καημένα σε κάθε Θεία Λειτουργία κάνουν κόλλυβο και για τους κεκοιμημένους και για τον Άγιο που γιορτάζει, για να έχουν την ευλογία του.
- Γέροντα, αυτοί που έχουν πεθάνει πρόσφατα έχουν μεγαλύτερη ανάγκη από προσευχή;
Εμ, όταν μπαίνη καποιος στην φυλακή, στην αρχή δεν δυσκολεύεται πιο πολύ; Να κάνουμε προσευχή για τους κεκοιμημένους που δεν ευαρέστησαν στον Θεό, για να κάνει κάτι και γι' αυτούς ο Θεός. Ιδίως, όταν ξέρουμε ότι κάποιος ήταν σκληρός -θέλω να πω, ότι φαινόταν σκληρός, γιατί μπορεί να νομίζουμε ότι ήταν σκληρός, αλλά στην πραγματικότητα να μην ήταν- και είχε και αμαρτωλή ζωή, τότε να κάνουμε πολλή προσευχή, Θείες Λειτουργίες, Σαρανταλείτουργα για την ψυχή του και να δίνουμε ελεημοσύνη σε φτωχούς για την σωτηρία της ψυχής του, για να ευχηθούν οι φτωχοί «ν' αγιάσουν τα κόκκαλά του», ώστε να καμφθή ο Θεός και να τον ελεήση. Έτσι, ό,τι δεν έκανε εκείνος, το κάνουμε εμείς γι' αυτόν. Ενώ ένας άνθρωπος που είχε καλωσύνη, ακόμη και αν η ζωή του δεν ήταν καλή, επειδή είχε καλή διάθεση, με λίγη προσευχή πολύ βοηθιέται.
Έχω υπ' όψιν μου γεγονότα που μαρτυρούν πόσο οι κεκοιμημένοι βοηθιούνται με την προσευχή πνευματικών ανθρώπων. Κάποιος ήρθε στο Καλύβι και μου είπε με κλάματα: «Γέροντα, δεν έκανα προσευχή για κάποιον γνωστό μου κεκοιμημένο και μου παρουσιάσθηκε στον ύπνο μου » . «Είκοσι μέρες, μου είπε, έχεις να με βοηθήσης με ξέχασες και υποφέρω». Πράγματι, μου λέει, εδώ και είκοσι μέρες είχα ξεχασθεί με διάφορες μέριμνες και ούτε για τον εαυτό μου δεν προσευχόμουν».
- Όταν, Γέροντα, πεθάνη κάποιος και μας ζητήσουν να προσευχηθούμε γι' αυτόν, είναι καλό να κάνουμε κάθε μέρα ένα κομποσχοίνι μέχρι τα σαράντα;
Άμα κάνεις κομποσχοίνι γι' αυτόν, βάλε και άλλους κεκοιμημένους. Γιατί να πάει μια αμαξοστοιχία στον προορισμό της με έναν μόνον επιβάτη, ενώ χωράει και άλλους; Πόσοι κεκοιμημένοι έχουν άνάγκη οι καημένοι και ζητούν βοήθεια και δεν έχουν κανέναν να προσευχηθεί γι' αυτούς!
Μερικοί κάθε τόσο κάνουν μνημόσυνο μόνο για κάποιον δικό τους. Με αυτόν τον τρόπο δεν βοηθιέται ούτε ο δικός τους, γιατί η προσευχή τους δεν είναι τόσο ευάρεστη στον Θεό. Αφού τόσα μνημόσυνα έκαναν γι' αυτόν, ας κάνουν συγχρόνως και για τους ξένους.
- Γέροντα, με απασχολεί μερικές φορές η σωτηρία του πατέρα μου, γιατί δεν είχε καμμιά σχέση με την Εκκλησία.
Δεν ξέρεις την κρίση του Θεού την τελευταία στιγμή. Πότε σε απασχολεί; Κάθε Σάββατο;
- Δεν έχω παρακολουθήσει, αλλά γιατί το Σάββατο;
Γιατί αυτήν την ημέρα την δικαιούνται οι κεκοιμημένοι.
- Γέροντα, οι νεκροί που δεν έχουν ανθρώπους να προσεύχωνται γι' αυτούς βοηθιούνται από τις προσευχές εκείνων που προσεύχονται γενικά για τους κεκοιμημένους;
Και βέβαια βοηθιούνται. Εγώ, όταν προσεύχομαι για όλους τους κεκοιμημένους, βλέπω στον ύπνο μου τους γονείς μου, γιατί αναπαύονται από την προσευχή που κάνω. Κάθε φορά που έχω Θεία Λειτουργία, κάνω και γενικό μνημόσυνο για όλους τους κεκοιμημένους και εύχομαι για τους βασιλείς, για τους αρχιερείς κ.λπ. και στο τέλος λέω «και υπέρ ων τα ονόματα ουκ εμνημονεύθησαν». Αν καμμιά φορά δεν κάνω ευχή για τους κεκοιμημένους, παρουσιάζονται γνωστοί κεκοιμημένοι μπροστά μου. Έναν συγγενή μου, που είχε σκοτωθεί στον πόλεμο, τον είδα ολόκληρο μπροστά μου μετά την Θεία Λειτουργία, την ώρα του μνημοσύνου, γιατί αυτόν δεν τον είχα ολόκληρο γραμμένο με τα ονόματα των κεκοιμημένων, επειδή μνημονευόταν στην Προσκομιδή με τους ηρωικώς πεσόντες. Κι εσείς στην Αγία Πρόθεση να μη δίνετε να μνημονευθούν μόνον ονόματα ασθενών, αλλά και ονόματα κεκοιμημένων, γιατί μεγαλύτερη ανάγκη έχουν οι κεκοιμημένοι.
Το καλύτερο μνημόσυνο για τους κεκοιμημένους
Το καλύτερο από όλα τα μνημόσυνα που μπορούμε να κάνουμε για τους κεκοιμημένους είναι η προσεκτική ζωή μας, ο αγώνας που θα κάνουμε, για να κόψουμε τα ελαττώματά μας και να λαμπικάρουμε την ψυχή μας. Γιατί η δική μας ελευθερία από τα υλικά πράγματα και από τα ψυχικά πάθη, έκτος από την δική μας ανακούφιση, έχει ως αποτέλεσμα και την ανακούφιση των κεκοιμημένων προπάππων όλης της γενιάς μας. Οι κεκοιμημένοι νιώθουν χαρά, όταν ένας απόγονός τους είναι κοντά στον Θεό. Αν εμείς δεν είμαστε σε καλή πνευματική κατάσταση, τότε υποφέρουν οι κεκοιμημένοι γονείς μας, ο παππούς μας, ο προπάππος μας, όλες οι γενεές. «Δες τι απογόνους κάναμε!», λένε και στενοχωριούνται. Αν όμως είμαστε σε καλή πνευματική κατάσταση, ευφραίνονται, γιατί και αυτοί έγιναν συνεργοί να γεννηθούμε και ο Θεός κατά κάποιον τρόπο υποχρεώνεται να τους βοηθήσει. Αυτό δηλαδή που θα δώσει χαρά στους κεκοιμημένους είναι να αγωνισθούμε να ευαρεστήσουμε στον Θεό με την ζωή μας, ώστε να τους συναντήσουμε στον Παράδεισο και να ζήσουμε όλοι μαζί στην αιώνια ζωή.
Επομένως, αξίζει τον κόπο να χτυπήσουμε τον παλαιό μας άνθρωπο, για να γίνει καινός και να μη βλάπτει πια ούτε τον εαυτό του ούτε άλλους ανθρώπους, αλλά να βοηθάει και τον εαυτό του και τους άλλους, είτε ζώντες είναι είτε κεκοιμημένοι.
Η παρρησία των δικαίων προς τον Θεό
- Γέροντα, στην προς Αρχαρίους Επιστολή σας γράφετε: «Παρόλο που καταλαβαίνουν οι αληθινοί μοναχοί ότι αυτό που απολαμβάνουν σ' αυτήν την ζωή είναι μέρος της χαράς του Παραδείσου και ότι στον Παράδεισο θα είναι περισσότερη, εν τούτοις από πολλή αγάπη προς τον πλησίον τους θέλουν να ζήσουν επί της γης, για να βοηθούντους ανθρώπους με την προσευχή, να επεμβαίνη ο Θεός και να βοηθιέται ο κόσμος».
Γράψε: «Θέλουν να ζήσουν επί της γης, για να συμπάσχουν με τους ανθρώπους και να τους βοηθούν με την προσευχή».
- Στην άλλη ζωή, Γέροντα, ένας σωστός μοναχός πάλι δεν θα βοηθάει με την προσευχή του τους ανθρώπους;
Και στην άλλη ζωή θα βοηθάει με την προσευχή του, αλλά δεν θα υποφέρει, ενώ τώρα συμπάσχει δεν περνάει χαρούμενα εδώ, «με χαρούμενη την όψη και με βλέμμα λαμπερό»! Όσο όμως υποφέρει για τον πλησίον του, τόσο ανταμείβεται με θεία παρηγοριά, και αυτό είναι κατά κάποιον τρόπο και η πληροφορία ότι βοηθιέται ο άλλος. Αύτη η παραδεισένια χαρά είναι η θεία ανταμοιβή για τον πόνο που νιώθει για τον αδελφό του.
- Δηλαδή, Γέροντα, οι Άγιοι που επικαλούμαστε να μας βοηθήσουν δεν συμπάσχουν μαζί μας;
Εκεί δεν έχει πόνο, βρε παιδάκι μου! Στον Παράδεισο υποφέρουν; «Ένθα ουκ έστι πόνος ου λύπη ου στεναγμός» δεν λέει;
Ύστερα οι Άγιοι έχουν υπ όψιν τους την θεία ανταμοιβή που θα λάβουν όσοι άνθρωποι βασανίζονται σ' αυτήν την ζωή και αυτό τους κάνει να χαίρονται. Μα και ο Ίδιος ο Θεός που έχει τόση αγάπη, τόση ευσπλαχνία, πως αντέχει αυτόν τον μεγάλο πόνο των ανθρώπων; Αντέχει, γιατί έχει υπ' όψιν Του την θεία ανταμοιβή που τους περιμένει. Όσο δηλαδή βασανίζονται εδώ οι άνθρωποι, τόσο τους αποταμιεύει εκεί ουράνιο μισθό. Ενώ εμείς αυτά δεν τα βλέπουμε και συμπάσχουμε με όσους υποφέρουν. Γι' αυτό, όταν κάποιος τα βλέπει λίγο αυτά και έχει υπ' όψιν του την ανταμοιβή που θα λάβουν, δεν υποφέρει τόσο πολύ.
- Όταν, Γέροντα, παρακαλούμε τον Θεό να βοηθήσει κάποιον κεκοιμημένο που δεν έχει ανάγκη, πάει χαμένη αυτή η προσευχή;
- Πως να πάει χαμένη; Όταν λέμε «ανάπαυσον τον τάδε» και αυτός είναι σε καλή θέση στην άλλη ζωή, δεν παρεξηγείται ίσα-ίσα συγκινείται. «Για δες, λέει, εγώ είμαι σε καλή θέση και εκείνοι αγωνιούν», οπότε φιλοτιμείται και μας βοηθάει πιο πολύ, πρεσβεύοντας στον Θεό για μας. Αλλά που να ξέρεις σε τι κατάσταση βρίσκεται ο άλλος; Φυσιολογικά κάνεις ευχή πρώτα γι' αυτούς που γνωρίζεις ότι με την ζωή τους λύπησαν τον Θεό και εύχεσαι και για άλλες ανάλογες περιπτώσεις και ύστερα εύχεσαι και για όλους τους κεκοιμημένους.
Η μέλλουσα Κρίση
- Γέροντα, πως εξαγνίζεται η ψυχή;
Όταν ο άνθρωπος εργασθεί τις εντολές του Θεού, κάνει δουλειά στον εαυτό του και καθαρισθεί από τα πάθη, τότε ο νους φωτίζεται, φθάνει σε ύψος θεωρίας, και η ψυχή λαμπρύνεται και γίνεται όπως ήταν πρίν από την πτώση των Πρωτοπλάστων. Σε τέτοια κατάσταση θα βρίσκεται μετά την ανάσταση των νεκρών. Μπορεί όμως ο άνθρωπος να δει την ανάσταση της ψυχής του πριν από την κοινή ανάσταση, αν καθαρισθεί τελείως από τα πάθη. Το σώμα του τότε θα είναι αγγελικό, άυλο, και δεν θα νοιάζεται για τροφή υλική.
- Γέροντα, πως θα γίνη η μέλλουσα Κρίση;
Στην μέλλουσα Κρίση θα αποκαλυφθεί σε μια στιγμή η κατάσταση του κάθε ανθρώπου και μόνος του καθένας θα τραβήξει για 'κει που είναι. Καθένας θα βλέπει σαν σε τηλεόραση τα δικά του χάλια και την πνευματική κατάσταση του άλλου. Θα καθρεφτίζει τον εαυτό του στον άλλον και θα σκύβει το κεφάλι και θα πηγαίνει στην θέση του. Δεν θα μπορεί λ.χ. να πει μια νύφη που καθόταν μπροστά στην πεθερά της σταυροπόδι και η πεθερά της με σπασμένο πόδι φρόντιζε το εγγονάκι: «γιατί, Χριστέ μου, βάζεις την πεθερά μου στον Παράδεισο κι εμένα δεν με βάζεις;», επειδή θα έρχεται μπροστά της εκείνη η σκηνή. Θα θυμάται την πεθερά της που στεκόταν όρθια με σπασμένο πόδι και φρόντιζε το εγγονάκι της και δεν θα έχει μούτρα να πάει στον Παράδεισο, αλλά ούτε και θα χωράει στον Παράδεισο. Ή οι μοναχοί θα βλέπουν τι δυσκολίες, τι δοκιμασίες είχαν οι κοσμικοί και πως τις αντιμετώπισαν και, αν δεν έχουν ζήσει σωστά, θα σκύψουν το κεφάλι και θα τραβήξουν μόνοι τους για εκεί που θα είναι.
Θα δουν εκεί οι μοναχές, που δεν ευαρέστησαν στον Θεό, ηρωίδες μάνες, που ούτε υποσχέσεις έδωσαν, ούτε τις ευλογίες και τις ευκαιρίες τις δικές τους είχαν, πως αγωνίσθηκαν και σε τι κατάσταση πνευματική έφθασαν, και εκείνες, καλόγριες, με τι μικροπρέπειες ασχολούνταν και βασανίζονταν, και θα ντρέπονται! Έτσι μου λέει ο λογισμός ότι θα γίνη η Κρίση. Δεν θα πει δηλαδή ο Χριστός: «έλα εδώ εσύ, τι έκανες;» η «εσύ θα πας στην κόλαση, εσύ στον Παράδεισο», αλλά ο καθένας θα συγκρίνει τον εαυτό του με τον άλλον και θα τραβήξει για εκεί που θα είναι.
Η μέλλουσα ζωή
- Γέροντα, έφερα γλυκά να κεράσετε.
Δες πως χαίρονται! Στην άλλη ζωή θα λέμε: «Με τι χαζά χαιρόμασταν! Τι μας συγκινούσαν τότε!». Ενώ τώρα σκιρτάει η καρδιά γι' αυτά.
- Γέροντα, πως θα το καταλάβουμε αυτό από τώρα;
Άμα
το καταλάβετε αυτό από τώρα, δεν θα το πείτε μεθαύριο στην άλλη ζωή.
Πάντως, όσοι βρίσκονται εκεί επάνω, καλά περνούν. Ξέρεις τι εργόχειρο
κάνουν εκεί στον Ουρανό; Συνέχεια δοξολογούν τον Θεό.
- Γέροντα, γιατί το σώμα Του νεκρού λέγεται «λείψανο»;
Γιατί είναι ό,τι μένει εδώ στην γη από τον άνθρωπο μετά τον θάνατο. Ο κυρίως άνθρωπος, που είναι η ψυχή, φεύγει στον Ουρανό. Στην μέλλουσα Κρίση θα αναστήσει ο Θεός και το σώμα, για να κριθεί με αυτό ο άνθρωπος, γιατί με αυτό έζησε και αμάρτησε. Στην άλλη ζωή όλοι θα έχουν το ίδιο σώμα - πνευματικό σώμα-, το ίδιο ανάστημα, και οι κοντοί και οι ψηλοί, την ίδια ηλικία, και οι νέοι και οι γέροι και τα μωρά, αφού η ψυχή είναι ίδια. Θα υπάρχει δηλαδή μια αγγελική ηλικία.
- Γέροντα, στην άλλη ζωή όσοι θα είναι στην Κόλαση θα βλέπουν αυτούς που θα είναι στον Παράδεισο;
Κοίταξε, όπως αυτοί που είναι την νύχτα έξω στο σκοτάδι βλέπουν όσους είναι μέσα σε ένα δωμάτιο φωτισμένο, έτσι και όσοι θα βρίσκονται στην κόλαση θα βλέπουν όσους θα είναι στον Παράδεισο. Και αυτό θα είναι μεγαλύτερη κόλαση. Όπως πάλι όσοι την νύχτα είναι στο φως, δεν βλέπουν αυτούς που είναι έξω στο σκοτάδι, έτσι και αυτοί που θα βρίσκονται στον Παράδεισο δεν θα βλέπουν αυτούς που θα είναι στην κόλαση. Γιατί, αν έβλεπαν τους κολασμένους, θα πονούσαν, θα θλίβονταν για την ταλαιπωρία τους, και δεν θα απολάμβαναν τον Παράδεισο, αλλά εκεί «ουκ εστί πόνος...». Και όχι μόνο δεν θα τους βλέπουν, αλλά ούτε θα θυμούνται αν είχαν αδελφό ή πατέρα ή μητέρα, αν δεν είναι και εκείνοι στον Παράδεισο. «Εν εκείνη τη ημέρα απολούνται πάντες οι διαλογισμοί αυτού» λέει ο Ψαλμωδός. Γιατί, άμα τους θυμούνται, πως θα είναι Παράδεισος; Αυτός μάλιστα που θα είναι στον Παράδεισο, θα νομίζουν ότι δεν θα υπάρχουν άλλοι άνθρωποι, ούτε θα θυμούνται τις αμαρτίες που είχαν κάνει. Γιατί, αν θυμούνται τις αμαρτίες τους, δεν θα αντέχουν από φιλότιμο στην σκέψη ότι λύπησαν τον Θεό.
Η ποσότητα πάλι της χαράς του καθενός στον Παράδεισο θα είναι διαφορετική. Άλλος θα έχει μια δαχτυλήθρα χαρά, άλλος ένα ποτήρι, άλλος μια ολόκληρη δεξαμενή. Όλοι όμως θα αισθάνονται πλήρεις και κανένας δεν θα ξέρει το μέγεθος της χαράς, της αγαλλιάσεως, του άλλου. Τα κανόνισε έτσι ο Καλός Θεός, γιατί, αν γνώριζε ο ένας ότι ο άλλος έχει περισσότερη χαρά, δεν θα ήταν τότε Παράδεισος, επειδή θα υπήρχε το «γιατί εκείνος να έχει περισσότερη χαρά και εγώ λιγότερη;». Δηλαδή καθένας θα βλέπει στον Παράδεισο την δόξα του Θεού ανάλογα με την καθαρότητα των οφθαλμών της ψυχής του. Η ορατότητα όμως δεν θα καθορισθεί από τον Θεό, άλλα θα εξαρτηθεί από την δική του καθαρότητα.
- Γέροντα, μερικοί δεν πιστεύουν ότι υπάρχει κόλαση και Παράδεισος.
Δεν πιστεύουν ότι υπάρχει κόλαση και Παράδεισος; Πως είναι δυνατόν οι νεκροί να μείνουν στην ανυπαρξία, αφού είναι ψυχές; Ο Θεός είναι αθάνατος και ο άνθρωπος είναι κατά χάριν αθάνατος. Επομένως αθάνατος θα είναι και στην κόλαση. Ύστερα τον Παράδεισο και την κόλαση τα ζει η ψυχή μας σε έναν βαθμό και από αυτήν την ζωή, ανάλογα με την κατάσταση στην οποία βρίσκεται. Όταν κάποιος έχει τύψεις συνειδήσεως και νιώθει φόβο, ταραχή, άγχος, απελπισία, η είναι κυριευμένος από μίσος, από φθόνο κ.λπ., τότε ζει την κόλαση. Ενώ, όταν μέσα του υπάρχη αγάπη, χαρά, ειρήνη, πραότητα, καλοσύνη κ.λπ., τότε ζει τον Παράδεισο. Όλη η βάση είναι η ψυχή, γιατί αυτή είναι που αισθάνεται και την χαρά και τον πόνο. Να, πήγαινε σε έναν πεθαμένο και πες του τα πιο ευχάριστα πράγματα, λ.χ. «ήρθε ο αδελφός σου από την Αμερική» κ.λπ., δεν θα καταλάβει τίποτε. Αν του σπάσεις τα χέρια, τα πόδια, πάλι δεν θα καταλάβει. Επομένως η ψυχή είναι που αισθάνεται. Αυτά όλα δεν τους προβληματίζουν; Ή, ας υποθέσουμε, βλέπεις ένα ωραίο, ένα ευχάριστο όνειρο, χαίρεσαι, χτυπάει γλυκά η καρδιά σου και, δεν θέλεις να τελείωσει. Ξυπνάς και στενοχωριέσαι, γιατί ξύπνησες. Ή βλέπεις ένα άσχημο όνειρο, ότι έπεσες λ.χ. και έσπασες τα πόδια σου, και υποφέρεις, κλαις. Από την αγωνία σου ξυπνάς με δάκρυα στα μάτια, βλέπεις ότι δεν έπαθες τίποτε και λες: «Ευτυχώς όνειρο ήταν!». Δηλαδή συμμετέχει η ψυχή. Από ένα άσχημο όνειρο υποφέρει κανείς περισσότερο από ό,τι στην πραγματικότητα, όπως και ο άρρωστος υποφέρει πιο πολύ την νύχτα απ' ό,τι την ημέρα. Έτσι και όταν πεθάνει ο άνθρωπος, αν πάει στην κόλαση, θα είναι πιο οδυνηρό. Σκεφθήτε να ζει κανείς ένα αιώνιο εφιαλτικό όνειρο και να βασανίζεται αιώνια! 'Εδώ δεν μπορείς να αντέξεις για λίγα λεπτά ένα άσχημο όνειρο, άντε τώρα αιώνια -Θεός φυλάξοι- να είσαι μέσα στην θλίψη. Γι' αυτό καλύτερα να μην πάμε στην κόλαση. 'Εσείς τι λέτε;
- Τόσον καιρό, Γέροντα, κάνουμε αγώνα να μην πάμε στην κόλαση λέτε, εκεί να καταλήξουμε;
Αν δεν έχουμε μυαλό, εκεί θα πάμε. Εγώ εύχομαι ή όλοι στον Παράδεισο ή κανένας στην κόλαση... Καλά δεν λέω; Είναι πολύ βαρύ, μετά από όσα έκανε ο Θεός για μας τους ανθρώπους, να πάμε στην κόλαση και να Τον λυπήσουμε. Ο Θεός να φυλάξει, όχι μόνον άνθρωπος, αλλά ούτε πουλί να μην πάει στην κόλαση. Ο Καλός Θεός ας μας δώσει καλή μετάνοια, για να μας βρει ο θάνατος σε καλή πνευματική κατάσταση και, να αποκατασταθούμε στην Ουράνια Βασιλεία Του. Αμήν.
- Γέροντα, γιατί το σώμα Του νεκρού λέγεται «λείψανο»;
Γιατί είναι ό,τι μένει εδώ στην γη από τον άνθρωπο μετά τον θάνατο. Ο κυρίως άνθρωπος, που είναι η ψυχή, φεύγει στον Ουρανό. Στην μέλλουσα Κρίση θα αναστήσει ο Θεός και το σώμα, για να κριθεί με αυτό ο άνθρωπος, γιατί με αυτό έζησε και αμάρτησε. Στην άλλη ζωή όλοι θα έχουν το ίδιο σώμα - πνευματικό σώμα-, το ίδιο ανάστημα, και οι κοντοί και οι ψηλοί, την ίδια ηλικία, και οι νέοι και οι γέροι και τα μωρά, αφού η ψυχή είναι ίδια. Θα υπάρχει δηλαδή μια αγγελική ηλικία.
- Γέροντα, στην άλλη ζωή όσοι θα είναι στην Κόλαση θα βλέπουν αυτούς που θα είναι στον Παράδεισο;
Κοίταξε, όπως αυτοί που είναι την νύχτα έξω στο σκοτάδι βλέπουν όσους είναι μέσα σε ένα δωμάτιο φωτισμένο, έτσι και όσοι θα βρίσκονται στην κόλαση θα βλέπουν όσους θα είναι στον Παράδεισο. Και αυτό θα είναι μεγαλύτερη κόλαση. Όπως πάλι όσοι την νύχτα είναι στο φως, δεν βλέπουν αυτούς που είναι έξω στο σκοτάδι, έτσι και αυτοί που θα βρίσκονται στον Παράδεισο δεν θα βλέπουν αυτούς που θα είναι στην κόλαση. Γιατί, αν έβλεπαν τους κολασμένους, θα πονούσαν, θα θλίβονταν για την ταλαιπωρία τους, και δεν θα απολάμβαναν τον Παράδεισο, αλλά εκεί «ουκ εστί πόνος...». Και όχι μόνο δεν θα τους βλέπουν, αλλά ούτε θα θυμούνται αν είχαν αδελφό ή πατέρα ή μητέρα, αν δεν είναι και εκείνοι στον Παράδεισο. «Εν εκείνη τη ημέρα απολούνται πάντες οι διαλογισμοί αυτού» λέει ο Ψαλμωδός. Γιατί, άμα τους θυμούνται, πως θα είναι Παράδεισος; Αυτός μάλιστα που θα είναι στον Παράδεισο, θα νομίζουν ότι δεν θα υπάρχουν άλλοι άνθρωποι, ούτε θα θυμούνται τις αμαρτίες που είχαν κάνει. Γιατί, αν θυμούνται τις αμαρτίες τους, δεν θα αντέχουν από φιλότιμο στην σκέψη ότι λύπησαν τον Θεό.
Η ποσότητα πάλι της χαράς του καθενός στον Παράδεισο θα είναι διαφορετική. Άλλος θα έχει μια δαχτυλήθρα χαρά, άλλος ένα ποτήρι, άλλος μια ολόκληρη δεξαμενή. Όλοι όμως θα αισθάνονται πλήρεις και κανένας δεν θα ξέρει το μέγεθος της χαράς, της αγαλλιάσεως, του άλλου. Τα κανόνισε έτσι ο Καλός Θεός, γιατί, αν γνώριζε ο ένας ότι ο άλλος έχει περισσότερη χαρά, δεν θα ήταν τότε Παράδεισος, επειδή θα υπήρχε το «γιατί εκείνος να έχει περισσότερη χαρά και εγώ λιγότερη;». Δηλαδή καθένας θα βλέπει στον Παράδεισο την δόξα του Θεού ανάλογα με την καθαρότητα των οφθαλμών της ψυχής του. Η ορατότητα όμως δεν θα καθορισθεί από τον Θεό, άλλα θα εξαρτηθεί από την δική του καθαρότητα.
- Γέροντα, μερικοί δεν πιστεύουν ότι υπάρχει κόλαση και Παράδεισος.
Δεν πιστεύουν ότι υπάρχει κόλαση και Παράδεισος; Πως είναι δυνατόν οι νεκροί να μείνουν στην ανυπαρξία, αφού είναι ψυχές; Ο Θεός είναι αθάνατος και ο άνθρωπος είναι κατά χάριν αθάνατος. Επομένως αθάνατος θα είναι και στην κόλαση. Ύστερα τον Παράδεισο και την κόλαση τα ζει η ψυχή μας σε έναν βαθμό και από αυτήν την ζωή, ανάλογα με την κατάσταση στην οποία βρίσκεται. Όταν κάποιος έχει τύψεις συνειδήσεως και νιώθει φόβο, ταραχή, άγχος, απελπισία, η είναι κυριευμένος από μίσος, από φθόνο κ.λπ., τότε ζει την κόλαση. Ενώ, όταν μέσα του υπάρχη αγάπη, χαρά, ειρήνη, πραότητα, καλοσύνη κ.λπ., τότε ζει τον Παράδεισο. Όλη η βάση είναι η ψυχή, γιατί αυτή είναι που αισθάνεται και την χαρά και τον πόνο. Να, πήγαινε σε έναν πεθαμένο και πες του τα πιο ευχάριστα πράγματα, λ.χ. «ήρθε ο αδελφός σου από την Αμερική» κ.λπ., δεν θα καταλάβει τίποτε. Αν του σπάσεις τα χέρια, τα πόδια, πάλι δεν θα καταλάβει. Επομένως η ψυχή είναι που αισθάνεται. Αυτά όλα δεν τους προβληματίζουν; Ή, ας υποθέσουμε, βλέπεις ένα ωραίο, ένα ευχάριστο όνειρο, χαίρεσαι, χτυπάει γλυκά η καρδιά σου και, δεν θέλεις να τελείωσει. Ξυπνάς και στενοχωριέσαι, γιατί ξύπνησες. Ή βλέπεις ένα άσχημο όνειρο, ότι έπεσες λ.χ. και έσπασες τα πόδια σου, και υποφέρεις, κλαις. Από την αγωνία σου ξυπνάς με δάκρυα στα μάτια, βλέπεις ότι δεν έπαθες τίποτε και λες: «Ευτυχώς όνειρο ήταν!». Δηλαδή συμμετέχει η ψυχή. Από ένα άσχημο όνειρο υποφέρει κανείς περισσότερο από ό,τι στην πραγματικότητα, όπως και ο άρρωστος υποφέρει πιο πολύ την νύχτα απ' ό,τι την ημέρα. Έτσι και όταν πεθάνει ο άνθρωπος, αν πάει στην κόλαση, θα είναι πιο οδυνηρό. Σκεφθήτε να ζει κανείς ένα αιώνιο εφιαλτικό όνειρο και να βασανίζεται αιώνια! 'Εδώ δεν μπορείς να αντέξεις για λίγα λεπτά ένα άσχημο όνειρο, άντε τώρα αιώνια -Θεός φυλάξοι- να είσαι μέσα στην θλίψη. Γι' αυτό καλύτερα να μην πάμε στην κόλαση. 'Εσείς τι λέτε;
- Τόσον καιρό, Γέροντα, κάνουμε αγώνα να μην πάμε στην κόλαση λέτε, εκεί να καταλήξουμε;
Αν δεν έχουμε μυαλό, εκεί θα πάμε. Εγώ εύχομαι ή όλοι στον Παράδεισο ή κανένας στην κόλαση... Καλά δεν λέω; Είναι πολύ βαρύ, μετά από όσα έκανε ο Θεός για μας τους ανθρώπους, να πάμε στην κόλαση και να Τον λυπήσουμε. Ο Θεός να φυλάξει, όχι μόνον άνθρωπος, αλλά ούτε πουλί να μην πάει στην κόλαση. Ο Καλός Θεός ας μας δώσει καλή μετάνοια, για να μας βρει ο θάνατος σε καλή πνευματική κατάσταση και, να αποκατασταθούμε στην Ουράνια Βασιλεία Του. Αμήν.
του Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου
Από το βιβλίο «Λόγοι Δ' - Οικογενειακή ζωή»
Γέροντας Εφραίμ Φιλοθεΐτης -Το τελειωτικό κτύπημα
Αγαπητά μου παιδιά,
Σήμερα η γη μας ποτίζεται συνεχώς από πολύ αίμα, από τους πολέμους και τόσα άλλα που συμβαίνουν. Ποτίζεται όμως και με αθωότερο αίμα από του Άβελ, και το αίμα αυτό είναι της βρεφοκτονίας. Είναι το αίμα των αθώων βρεφών, των απροστάτευτων υπάρξεων, το οποίον χύνεται από τις ίδιες τις μητέρες των.
Όλα τα ιατρεία κι όλα τα μαιευτήρια έχουν γίνει σφαγεία του Ήρώδου. Εκατομμύρια, εκατομμύρια βρέφη σ’ όλον τον κόσμο έχουν πεταχθή στους ντενεκέδες των σκουπιδιών και στους υπονόμους. Μήτε τα γατάκια δεν πετούν έτσι. Όπως γνωρίζουμε αυτός ο φονιάς, ο γιατρός, ο μαιευτήρ με το νυστέρι του σκοτώνει το βρέφος μέσα στην μήτρα -όπως έχουμε δή σε ταινία- και μετά με το εργαλείο του σπάζει, θραύει το κεφαλάκι του παιδιού και το βγάζει. Και η μητέρα δεν βλέπει τίποτε και πολύ ήσυχη αναχωρεί για το σπίτι της….
…Βλέπετε πόσο τραγική είναι η έκτρωσις, πόσο μεγάλο έγκλημα είναι! Θα πρέπει λοιπόν να σταματήση. Οι αθώες αυτές υπάρξεις δεν πρέπει να σκοτώνωνται τόσο τραγικά και χωρίς έλεγχο συνειδήσεως, Έτσι με τον απλό λογισμό, ότι δεν μπορείς να θρέψης άλλο παιδί. Κανονίζουμε δηλαδή εμείς, πως θα μας φερθή ο Θεός; Κανονίζουμε εμείς, αν θα μπορέσουμε η όχι να φέρουμε εις πέρας όσα παιδιά μας δώση ο Θεός μέσα στην οικογένεια; Εμείς οι ίδιοι κανοναρχούμε τον Θεό πως θα μας φερθή;
Το έγκλημα αυτό παίρνει ολοένα και μεγαλύτερες διαστάσεις, επικίνδυνες και πρέπει επιτέλους να συνειδητοποιήσουν οι γυναίκες πόσο φοβερό είναι και να κάνουν έναν αγώνα να το σταματήσουν ή να εμποδίσουν άλλες γυναίκες που πρόκειται κατά διαβολική ενέργεια να το διαπράξουν. Γιατί συνήθως φθάνουν στο έγκλημα αυτό είτε από άγνοια είτε από πίεσι είτε από πάλη εσωτερική. Κυρίως συμβάλλει η συνεργεία του διαβόλου με αιτίες και αστήρικτες δικαιολογίες και προφάσεις και αδυναμίες, όπως π.χ. δεν φθάνουν τα οικονομικά, με πιέζει ο άντρας μου, μου ήλθε η ασθένεια κλπ. Από την άλλη πλευρά είναι και η άγνοια και όλα αυτά τα εκμεταλλεύεται ο διάβολος και κατορθώνει να παρασύρη τις μητέρες σ’ αυτό το τραγικό αμάρτημα.
Δεν ξέρω, αν γνωρίζετε ότι αυτά τα παιδάκια, αυτά τα έμβρυα, αυτές οι υπάρξεις δεν καταλήγουν στην ανυπαρξία με την έκτρωσι, αλλά το κάθε έμβρυο είναι κι ένας τέλειος άνθρωπος, και μάλιστα στην ψυχή. Αυτά τα παιδάκια ζουν στον άλλο κόσμο, κι όπως καταλαβαίνετε τόσα εκατομμύρια παιδιά έχουν αποτελέσει έναν ολόκληρο στρατό στον ουρανό. Όλα αυτά διαμαρτύρονται˙ το αθώο αίμα τους βοά προς τον Θεό ότι αδικοσκοτώθηκαν και ότι δεν έλαβαν το Άγιον Βάπτισμα, ότι δεν είναι Χριστιανοί Ορθόδοξοι. Και η ευθύνη σε ποιους πηγαίνει; Τα ευκόλως εννοούμενα παραλείπονται˙ δίπλα στο αίμα αυτό που χύνεται, στο «κομπιούτερ» του Θεού, γράφεται «έγκλημα». Και αυτό το αίμα πως θα ξεπλυθή; Όταν λερώνεται κάποιος με τι καθαρίζεται; Με το ύδωρ, με το νεράκι το καθαρό. Κι εδώ χρειάζεται ύδωρ να βγαίνη συνεχώς από δύο βρύσες, που είναι τα δύο μάτια. Η μετάνοια η εσωτερική να εξωτερικεύεται με μία ακένωτη πηγή δακρύων εφ’ όρου ζωής!
Βέβαια το αμάρτημα συγχωρείται, αφ’ ης στιγμής κατατεθή στην Ιερά, στην παντοδύναμη Εξομολόγησι, όπου δεν μένει τίποτε ασυγχώρητο. Ο Θεός είναι αγάπη και «ο μένων εν τη αγάπη εν τω Θεώ μένει και ο Θεός εν αύτω» (Α’ Ίωαν. 4, 17). Είναι όμως και δικαιοσύνη. Γι’ αυτό οι γυναίκες που έχουν κάνει αυτό το αμάρτημα, ας μην επαναπαύωνται ότι εξομολογήθηκαν τις εκτρώσεις, που έχουν ήδη κάνει. Θα πρέπει σε όλη τους την ζωή να χύνουν δάκρυα μετανοίας. Πολλές απ’ αυτές νοιώθουν ανικανοποίητες καίτοι εξομολογήθηκαν. Γιατί; Διότι ακόμη δεν μετενόησαν εσωτερικά, δεν έχυσαν το αναλογούν δάκρυον, το οποίον θα ξεπλύνη το αίμα της εκτρώσεως ή των εκτρώσεων. Η μετάνοια είναι πολύ μεγάλη, απέραντη. Απόδειξις της αγάπης και της ευσπλαχνίας του Θεού είναι αυτό το «ζην», το ότι ζει ο άνθρωπος και μετά το έγκλημα. Ζει και αυτό σημαίνει ότι τον περιμένει ο Θεός, κι αφού τον περιμένει δεν πρέπει να χάση την ευκαιρία, πρέπει να την εκμεταλλευθή.
Και ο κανόνας του πνευματικού συγκριτικά με το πολύ σοβαρό αυτό αμάρτημα και ειδικό έγκλημα, χρήζει ιδιαιτέρας προσοχής. Ο κανόνας βοηθάει στην θεραπεία της ψυχής, αλλά, όπως είπαμε, θα πρέπει να ανοίξουν και οι βρύσες των δακρύων, που θα ξεπλύνουν τα αίματα της εκτρώσεως, για να μπόρεση κατόπιν ο άνθρωπος να αισθανθή κοινωνία με τον Θεό. Δεν φθάνει, λοιπόν, μόνον η εξομολόγησις. Αυτό που μετρά, αυτό που θα αλλάξη, που θα αλλοίωση την καρδιά του Θεού, την πικραμένη και φαρμακωμένη, που θα την επαναφέρη, όπως ήταν πριν αμαρτήση ο άνθρωπος, είναι οι δύο βρύσες των ματιών του, που θα ρέουν δάκρυα μετανοίας. Θα πρέπει, πριν φύγουμε απ’ αυτήν την ζωή, να έχουμε αλλάξει την καρδιά του Θεού.
Θα σας αναφέρω ένα απλό παράδειγμα: Ας υποθέσουμε ότι ένα παιδί λύπησε την μητέρα του με μια παρακοή, μια ασέβεια. Όταν επιστρέψη αυτό το παιδί, και της πη: «Συγγνώμη, μητέρα, γι’ αυτό που έκανα˙ δεν θα το ξανακάνω», η μητέρα θα απάντηση: «Συγχωρεμένο να είσαι και μην το ξανακάνης». Την συγχώρεσι την πήρε. Αν όμως πέση στην αγκαλιά της κι αρχίση να κλαίη, να οδύρεται, να την παρακαλή και να την ικετεύη να του δώση από καρδιάς την συγγνώμη, τότε δεν θα μείνη η ελάχιστη λύπη και πικρία μέσα της για το σφάλμα του παιδιού. Αυτό ακριβώς συμβαίνει και με τον άνθρωπο, που μετανοεί και επιστρέφει στον Θεό μετά από οποιοδήποτε αμάρτημα…
Όσον περισσότερον μετανοεί ο άνθρωπος, κι όσον περισσότερον χύνει δάκρυα μετανοίας, τόσον περισσότερον η καρδιά του Θεού αλλοιώνεται. Εις βάθος γίνεται η καταλλαγή του Θεού μετά του αμαρτωλού ανθρώπου, και ιδιαίτερα στην περίπτωσι αυτού του εγκλήματος της εκτρώσεως, όπου επιβάλλεται η ροή των δακρύων˙ να μη σταματήση το δάκρυ μέχρι τελευταίας αναπνοής.
Θα σας αναφέρω ένα περιστατικό με σχετική περίπτωσι:
Επάνω στην Μακεδονία, σε κάποιον προσκυνηματικό ναό, με θαυματουργό Άγιο, θα εγίνετο η πανήγυρις του ναού. Εκεί ήταν μία ενάρετη «καντηλανάφτισσα» -καλογριά, όπως λέει ο λαός. Αυτή εργάσθηκε πολύ, για να καθαρίση, να περιποιηθή τον ναό και το απογευματάκι ξάπλωσε λίγο να κλείση τα μάτια της, για να μπόρεση κατόπιν να συνέχιση τα υπόλοιπα.
Έπεσε να κοιμηθή, αλλά που να ξυπνήση; Κοιμόταν για μέρες. Φώναξαν τον γιατρό, για να δουν τι συμβαίνει, και τους λέει:
«Μη την ξυπνάτε˙ κάτι της συμβαίνει, που δεν μπορούμε να το ερμηνεύσουμε ιατρικώς. Πάντως κάποια στιγμή θα ξυπνήση».
Μετά από ημέρες -δεν θυμάμαι πόσες- ήρθε στον εαυτό της, ξύπνησε και ρώτησε:
—Μήπως άρχισε η αγρυπνία; Αυτή νόμιζε ότι κοιμήθηκε λίγες ώρες. Της απαντούν:
—Όχι, δεν άρχισε˙ σε λίγο θα αρχίση!
Αυτή το πίστεψε.
Όταν συνήλθε καλά, είπε στους προϊσταμένους εκεί του ναού:
—Σας παρακαλώ, φωνάξτε όλες τις γυναίκες του χωρίου να ‘ρθουν εδώ.
Πράγματι μαζεύτηκαν όσες ήταν δυνατόν να πάνε, και τους είπε:
—Άκουσε τι είδα: Εμένα με ωδήγησε ένας λαμπρός άνθρωπος προς τα κάτω. Κατέβαινα, κατέβαινα στο βάθος της καρδιάς της γης. Είδα εκεί φύλακες, είδα σκοτάδι, είδα φυλακισμένους, είδα πολλά πράγματα. Και ανάμεσα σ’ αυτούς που μου έδειχνε, είδα και τις γυναίκες που είχαν κάνει έκτρωσι να τρώνε από τα αίματα των εκτρώσεων τους! Έφριξα από την θέα αυτή και άκουσα τον άγγελο να μου λέη: «Τώρα που θα σε επιστρέψω επάνω στην γη, να καλέσης όλες τις γυναίκες και να διηγηθής τι είδες να τις αποτρέψης, από αυτό το έγκλημα. Γιατί αν δεν μετανοήσουν ανάλογα, σ’ αυτήν την κατάστασι θα έλθουν εδώ κάτω!».
Κι εμείς όλοι να λάβουμε υπ’ όψιν μας ότι πρέπει να βοηθήσουμε στην αποφυγή αυτού του εγκλήματος. Όταν πέση στην αντίληψί μας κάποια τέτοια περίπτωσις, αμέσως να πάρουμε θέσι αυστηρή και νουθετική. Συνήθως η γυναίκα που κάνει την έκτρωσι, δεν βλέπει και δεν ξέρει τι έχει γίνει από πλευράς ιατρικής μέσα της. Με την παραμικρή δυσκολία -είναι και της μόδας- πηγαίνει στον γιατρό και κάνει την έκτρωσι, σαν να πρόκειται να πετάξη ένα σκυλάκι η ένα γατάκι. Να την αποτρέψουμε, λοιπόν, ώστε να μην οδηγηθή σ’ αυτή, λέγοντας της ότι είναι το πιο μεγάλο έγκλημα.
Σαν πνευματικός σας συνιστώ, όποιες έχετε διαπράξει αυτό το αμάρτημα, είτε μία είτε πολλές φορές, προσπαθήστε διά των δακρύων να θεραπευθήτε ψυχικά, και χρησιμοποιώντας μία ανθρωπομορφική έκφρασι, θα έλεγα να απαλείψετε από την καρδιά του Θεού την λύπη και την πικρία. Βέβαια μετανοών ο άνθρωπος και κλαίων και αγωνιζόμενος και κοπιάζων σε πολλά πράγματα σαν άσκησι, κάνει ευμενέστερη την καρδιά του Θεού απέναντι του. Αποφαίνονται οι Μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας μας ότι η μετάνοια μπορεί να κατάκτηση τόσα πολλά, ώστε να φθάση στο σημείο να απαλείψη εντελώς από την καρδιά του Θεού την μνήμη της αμαρτίας, δηλαδή να αποσβήση εντελώς την ύπαρξι αμαρτημάτων στον άνθρωπο.
Βλέπετε της μετανοίας το μεγαλείο! Τι χρειάζεται σε όλους και πρώτον σ’ εμένα; Να μετανοούμε. Οσάκις πη ο άνθρωπος «ήμαρτον», ο Θεός απαντά «συγχωρημένος να είσαι». Πηγαίνουμε όμως να πάρουμε και την υπογραφή της συγγνώμης, η οποία παρέχεται από το πετραχήλι, δυνάμει του νόμου του μυστηρίου της Ιεράς Εξομολογήσεως. Και με το θάρρος αυτό που μας παρέχει το μυστήριο της Εξομολογήσεως και η επίγνωσις της απεριορίστου και αδιάλειπτου και αενάου δυνάμεως της μετανοίας, θα προσερχώμεθα στον Θρόνο της Χάριτος του Θεού.
Να μη δειλιούμε, να μη δίνουμε αυτί στην απελπισία, να τρέχουμε στο μυστήριο. Απελπισία ποτέ! Εδώ παίζεται το μεγάλο παιχνίδι. Όσο και να νοιώθης εγκληματίας, ποτέ μη δέχεσαι την απελπισία. Να κράτησης γερά την ελπίδα. Όχι να σε ρίξη στον βυθό της απελπισίας και να χαθής. Όχι από τον ένα γκρεμό να πέσης στον άλλο. Προσβάλλεις την δόξα του Θεού, κατεβάζεις τον Θεό χαμηλά. Στήσε τον Θεό υψηλά στην καρδιά σου, εκεί στην αξία και στην μεγαλοπρέπεια Του, διότι είναι εις θέσιν Αυτός ο Θεός να σβήση παν αμάρτημα. Εάν ο Θεός εσταυρώθη κι έσβησε τα αμαρτήματα όλης της ανθρωπότητος, τι είναι μπροστά σ’ αυτά, τα δικά σου αμαρτήματα, αμαρτωλέ άνθρωπε;
Γι’ αυτό κι εμείς δεχόμεθα τους πάντες σ’ αυτό το σωτήριο λουτρό, σ’ αυτό το λιμάνι που λέγεται εξομολόγησις. Κι εκεί αράζει το κάθε τσακισμένο καράβι από τις φουρτούνες του ωκεανού. Είτε το έχουν δείρει άνεμοι η φουρτούνες η ληστές, ο,τιδήποτε κι αν είναι αυτό, έρχεται και γωνιάζει σιγά – σιγά. Του έχουν φύγει τα κατάρτια, τα πανιά και το μόνο που περισώζεται είναι το σκάφος, ο σκελετός. Και μπαίνει μέσα στα συνεργεία τα διορθωτικά, διορθώνονται όλα αυτά τα πράγματα και γίνεται πάλι καινούριο το καράβι αυτό.
Έτσι μία ημέρα ήλθε ένα τέτοιο καραβοτσακισμένο πλάσμα˙ ήλθε μία γυναίκα στο μυστήριο -εγώ βέβαια τη λυπήθηκα τρομερά- και μου παρουσιάζει η καημένη πενήντα εκτρώσεις! Βάλε τώρα το γεγονός αυτό να τίθεται στην κρίσι του πνευματικού˙ πενήντα φόνοι παιδιών! Φυσικά εφ’ όσον ο Θεός την έχει στην ζωή ακόμη, είναι εγγύησις του Θεού ότι την ανέχεται και την περιμένει, οπότε ποιος πνευματικός είναι εκείνος, ο οποίος θα της φερθή κατ’ άλλον τρόπον; Την πήρα βέβαια με πολλή στοργή, με πολλή αγάπη, προσπάθησα να την βολέψω και της έδωσα εκείνο το φάρμακο που της χρειαζότανε.
Σκεφθήτε πόσα χρόνια περάσανε˙ την βασάνιζε το αμάρτημα αυτό και δεν είχε την τόλμη να το πή! Και γύρισε πίσω με την ελπίδα της σωτηρίας. Πόσο τρομερή είναι η αγάπη του Θεού! Αλλά και η χαρά των Αγγέλων! «Επί ενί αμαρτωλώ μετανοούντι μεγάλη χαρά γίνεται εν τω ουρανώ» (Λουκ. 15, 7). Δεν είναι μόνον το ότι μετανοεί ο άνθρωπος και κλαίει και οδύρεται την κατάντια του και ο Θεός τον σώζει, αλλά και ότι παραχρήμα γίνεται και στον ουρανό χαρά. Ολόκληρος ο ουρανός πανηγυρίζει και οι Άγγελοι υμνούν και αινούν τον Θεό για την σωτηρία μιας αθανάτου ψυχής!
«Μακάριοι ων αφέθησαν αι ανομίαι και ων επεκαλύφθησαν αι αμαρτίαι» (Ψαλμ. 31, 32)˙ δηλαδή είναι ευτυχής ο άνθρωπος, ο οποίος αξιώθηκε να συγχωρηθούν οι αμαρτίες του. Τι ευχαριστία να αποδώση κανείς στον Θεό! Σκέψου˙ εγώ να έχω ζήσει χίλια χρόνια, να έχω κάνει όλα τα εγκλήματα του μεγαλύτερου εγκληματία και τελικά να με φωτίση το έλεος του Θεού, να επιστρέψω, για μια στιγμή να τα καταθέσω όλα και μέσα σε δύο λεπτά, σε λίγη ώρα να βρεθώ δίκαιος, να βρεθώ λουσμένος, να βρεθώ στους ουρανούς! Μα εκείνα τα χίλια χρόνια τι γίνονται; Πάνε εκείνα˙ μην τα λογαριάζεις, δεν υπάρχουν τώρα, έχουν σβήσει, δεν ζητουνται αυτά πλέον, βγήκαν από τα κατάστιχα των δαιμόνων αμέσως, πάραυτα! Είναι διαταγή του Θεού! Με το κάθε αμάρτημα που καταθέτεις, πατάει το κουμπάκι του «κομπιούτερ», τακ, άφεσις! Τακ, άφεσις! Άφεσις! Με άθροισμα από κάτω «μηδέν». Λευκό μητρώο! Ύστερα, είναι να μην προσκυνής αυτόν τον Θεό, να μην πέσης κάτω και να κλαις από αγάπη και έρωτα και πόθον Θεού;…
Εύχομαι η Χάρις του Αγίου Πνεύματος να μας επισκιάζη όλους και να μας διατηρή εν Χριστώ. Αμήν.
Γέροντας Εφραίμ Φιλοθεΐτης,
Η τέχνη της Σωτηρίας,
§ Το τελειωτικό κτύπημα-ομιλία που έγινε στην Αμερική,
εκδ. Ιεράς Μ. Φιλοθέου Αγ. Όρους
Άγιος Ισαάκ ο Σύρος-Η λύπη για τις αμαρτίες μας
Όταν γλιστρήσουμε και πέσουμε σε κάποιο αμάρτημα να μη λυπηθούμε, όταν επιμένουμε σ’ αυτό το αμάρτημα. Γιατί συμβαίνει πολλές φορές και στους τέλειους να πέσουν. Όμως το να επιμένει ο άνθρωπος στην αμαρτία, χωρίς να ελέγχεται από τη συνείδησή του, είναι τέλεια νέκρωση της ψυχής. Η λύπη, τώρα, που νιώθουμε για τα αμαρτήματά μας, λογαριάζεται από τη χάρη του Θεού ως καθαρή εργασία. Όμως, αυτός που πέφτει για δεύτερη φορά με την πονηρή ελπίδα ότι θα μετανοήσει, χωρίς να δείχνει ίχνη πραγματικής μετάνοιας, αυτός πορεύεται ενώπιον του Θεού από το κακό στο χειρότερο, με πανουργία και δολιότητα, και του’ ρχεται ξαφνικά ο θάνατος, και δεν προλαβαίνει, όπως ήλπιζε, να μετανοήσει αληθινά και με ανάλογα έργα. (243 – 4 ).
47. Ο Τιός του Θεού υπέμεινε σταυρό για τους αμαρτωλούς. Όλοι οι αμαρτωλοί, λοιπόν, ας πάρουμε θάρρος στην μετάνοιά μας. Γιατί αν το σχήμα μόνο της μετάνοιας του βασιλιά Αχαάβ μετέβαλε την οργή του Θεού για τις αμαρτίες του, πολύ περισσότερο θα εξιλεώσουμε το Θεό, αν η μετάνοιά μας είναι αληθινή, και δεν περιορίζεται μόνο σε καμώματα. Και αν το σχήμα μόνο της ταπείνωσης απομάκρυνε την οργή του Θεού από
αυτόν, που η μετάνοια του δεν ήταν αληθινή, πόσο μάλλον η δική μας, που λυπούμαστε πραγματικά για τα αμαρτήματά μας; Η βαθιά λύπη που έχουμε μέσα μας για τις αμαρτίες μας, είναι αρκετή να μας σώσει, κι ας μην καταβάλουμε σωματικούς κόπους. (240 – 1).
47. Ο Τιός του Θεού υπέμεινε σταυρό για τους αμαρτωλούς. Όλοι οι αμαρτωλοί, λοιπόν, ας πάρουμε θάρρος στην μετάνοιά μας. Γιατί αν το σχήμα μόνο της μετάνοιας του βασιλιά Αχαάβ μετέβαλε την οργή του Θεού για τις αμαρτίες του, πολύ περισσότερο θα εξιλεώσουμε το Θεό, αν η μετάνοιά μας είναι αληθινή, και δεν περιορίζεται μόνο σε καμώματα. Και αν το σχήμα μόνο της ταπείνωσης απομάκρυνε την οργή του Θεού από
αυτόν, που η μετάνοια του δεν ήταν αληθινή, πόσο μάλλον η δική μας, που λυπούμαστε πραγματικά για τα αμαρτήματά μας; Η βαθιά λύπη που έχουμε μέσα μας για τις αμαρτίες μας, είναι αρκετή να μας σώσει, κι ας μην καταβάλουμε σωματικούς κόπους. (240 – 1).