Αγ. Νικολάου Βελιμίροβιτς-Η Διακονία Των Αγγέλων



Η διακονία των αγγέλων είναι διττή: στον ουρανό να δοξολογούν το Θεό και στη γη να μεταφέρουν τις εντολές του Θεού στους ανθρώπους. Η λέξη «άγγελος» σημαίνει αγγελιαφόρος. Δε σταματούν μέρα και νύχτα να δοξολογούν το Θεό λέγοντας: «Άγιος, άγιος, άγιος Κύριος ο Θεός ο παντοκράτωρ, ο ην και ο ων και ο ερχόμενος» (Αποκ. δ’ 8). Κι ο απόστολος Παύλος λέει πως είναι «λειτουργικά πνεύματα, εις διακονίαν απο­στελλόμενα διά τους μέλλοντας κληρονομείν σωτηρίαν» (Εβρ. α’ 14).

      Λέει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος: «Μερικά από αυτά τα νοερά πνεύματα στέκονται μπροστά στο μεγάλο Θεό και άλλα συνεργάζονται για τη συντήρηση όλου του κόσμου». Και ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός αναφέρει: «Είναι δυνατοί, έτοιμοι να εκπληρώσουν το θέλημα του Θεού και, σαν λεπτά πνεύματα που είναι, εμφανίζονται στη στιγμή οπουδήποτε, όπου τους στέλνει ο Θεός».
      Η πρώτη φορά που αναφέρεται άγγελος στην Αγία Γραφή, ένα χερουβίμ, ήταν όταν ο Αδάμ και η Εύα εξορίστηκαν από τον κήπο της Εδέμ (τον επίγειο παράδεισο). Τότε ο Θεός έβαλε τα χερουβίμ με τη φλόγινη ρομφαία «την στρεφομένην φυλάσσειν την όδόν του ξύλου της ζωής» (Γεν. γ΄ 24).
     Στη συνέχεια αναφέρουμε διάφορους τρόπους με τους όποιους διακονούν οι άγγελοι:
     α). Θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε τους αγγέλους κατά πρώτον ως αγγελιαφόρους καλών ειδήσεων. Δύο φορές εμφανίστηκε άγγελος στην Άγαρ, τη δούλα του Αβραάμ, και την παρηγόρησε επειδή η κυρία της η Σάρα της συμπεριφερόταν σκληρά: «ιδού, συ εν γαστρί έχεις και τέξη υιόν και καλέσεις το όνομα αυτού Ισμαήλ, ότι επήκουσε κύριος τη ταπεινώσει σου» (Γεν. ιστ’ 11).
Ο Ισμαήλ έγινε ό γενάρχης των Ισμαηλιτών, των Αράβων, που ονομάζονται και Αγαρηνοί.
     Τρεις άγγελοι εμφανίστηκαν στη δρυ του Μαμβρή μ’ ένα μήνυμα στον άτεκνο Αβραάμ πως θ’ αποκτήσει γιό, κάτι που έγινε την επόμενη χρονιά(πρβλ. Γεν. ιη’ 10). Έτσι γεννήθηκε ο Ισαάκ, ο γενάρχης των Ιουδαίων.
     Όταν ο Αβραάμ ήταν έτοιμος να θυσιάσει το μονογενή του υιό, όπως του είχε δώσει εντολή ο Θεός για να δοκιμάσει την πίστη του, άγγελος κατέβηκε από τον ουρανό και τον εμπόδισε από την πράξη της θυσίας. Είπε ο άγγελος: «νυν γαρ έγνων ότι φοβή συ τον Θεόν» (Γέν. κβ’ 12). Ο ίδιος ο Θεός όμως αργότερα έδωσε το μονογενή Του Υιό, τον Κύριο Ιησού Χριστό, «ως πρόβατον επί σφαγήν» για να μας σώσει (πρβλ. Εφεσ. ε’ 2).
     β). Οι άγγελοι σώζουν τους ανθρώπους του Θεού. Στη διεφθαρμένη πόλη των Σοδόμων ζούσε ένας άνθρωπος του Θεού, ο Λώτ. Όταν τα Σόδομα καταδικάστηκαν για να καταστραφούν, ο Θεός έστειλε δύο αγγέλους για να σώσουν το Λώτ και την οικογένεια του (πρβλ. Γέν. ιθ’ 1 -22).
     Κάποιος άγγελος έσωσε τον Ιακώβ από την εκδίκηση του αδελφού του Ησαύ (πρβλ. Γέν, λβ’ 1). Πριν από το θάνατό του ο Ιακώβ μίλησε για τον άγγελο που τον έσωσε: «ο άγγελος ο ρυόμενός με εκ πάντων των κακών» (Γεν. μη’ 16).
      Ένας άγγελος έσωσε από θάνατο τους τρεις παίδες στη Βαβυλώνα, στη μέση της καιομένης καμίνου όπου τους είχαν ρίξει επειδή αρνήθηκαν να προσκυνήσουν τα είδωλα αντί για τον αληθινό Θεό (πρβλ. Δαν. γ’ 12-30). Σε κάθε ακολουθία του όρθρου οι ειρμοί έβδομος και όγδοος του κανόνα μας θυμίζουν το καταπληκτικό αυτό γεγονός.
      Ένας άγγελος επίσης έσωσε το Δανιήλ μέσα στο λάκκο των λεόντων όπου τον έριξαν λόγω της δυνατής πίστης του στον ένα Θεό. Τα λιοντάρια όμως συμπεριφέρθηκαν σαν αρνιά. Κι ο Δανιήλ είπε στον ξαφνιασμένο βασιλιά Δαρείο: «ο Θεός μου απέστειλε τον άγγελον αυτού, και ενέφραξε τα στόματα των λεόντων, και ουκ ελυμήναντό με, ότι κατέναντι αυτού ευθύτης ευρέθη εμοί» (Δαν. στ’ 22).
      γ). Οι άγγελοι είναι εκτελεστές των εντολών του Θεού. Θ’ αναφέρουμε λίγα μόνο περιστατικά:
Η πόλη των Σοδόμων επιδιδόταν στα χειρότερα κακά (ομοφυλοφιλία, σοδομισμός). Ο Κύριος έστειλε δυό αγγέλους για να σώσουν το μόνο δίκαιο άνθρωπο στα Σόδομα: τον Λωτ. Εκείνοι πήγαν στον Λωτ και τον πίεσαν να φύγει από την πόλη αυτή, γιατί «ημείς απόλλυμεν τον τόπον τούτον». Και κατέστρεψαν τα Σόδομα και τα Γόμορρα με «θείον και πυρ παρά Κυρίου εξ ουρανού» (Γέν. ιθ’ 12-25).
     Ο βασιλιάς Δαβίδ, αν κι ήταν μεγάλος υμνητής του Θεού, αμάρτησε κάποτε ενώπιον του Κυρίου του.
Ο Θεός έστειλε έναν άγγελο με γυμνό ξίφος στο χέρι του «και έπεσον εξ Ισραήλ εβδομήκοντα χιλιάδες ανδρών», ίσαμε να μετανοήσει ο Δαβίδ και να ζητήσει το έλεος του Θεού (Α’ Παραλ, κα’ 1-17).
     Ο βασιλιάς της Ασσυρίας Σενναχηρείμ πολιόρκησε την Ιερουσαλήμ με πολύ ισχυρό στρατό. Τόσο αυτός όσο κι οι στρατηγοί του βλασφήμησαν τον Κύριο και Θεό και κάλεσαν το βασιλιά Εζεκία και το λαό του να παραδοθούν. Ο Εζεκίας όμως προσκύνησε το Θεό και προσευχήθηκε στο ναό και τότε «εξήλθεν άγγελος Κυρίου και ανείλεν εκ της παρεμ­βολής των Ασσυρίων εκατόν ογδοηκονταπέντε χιλιάδας». Αυτά έγιναν τη νύχτα.  Και «το πρωί εύρον πάντα τα σώματα νεκρά» (Ήσ. λζ’ 36). Κι ο βασιλιάς Σενναχηρείμ γύρισε στη Νινευή, όπου τον σκότωσαν οι γιοί του.
     Ο ιερός Ψαλμωδός, που γνώριζε από την ιστορία και από την προσωπική του εμπειρία το ρόλο που παίζουν οι άγγελοι στη ζωή ενός άνθρωπου αλλά κι ενός έθνους, λέει: «παρεμβάλει άγγελος Κυρίου κύκλω των φοβούμενων αυτόν και ρύσεται αυτούς» (Ψαλμ. λγ’ 8). Και σ’ άλλο σημείο αναφέρει: «ου προσελεύσεται προς σε κακά και μάστιγξ ουκ εγγιεί εν τω σκηνώματί σου. Ότι τοις αγγέλοις αυτού εντελείται περί σου του διαφυλάξαι σε εν πάσαις ταις οδοίς σου· επί χειρών αρούσι σε, μήποτε προσκόψης προς λίθον τον πόδα σου» (Ψαλμ. 90, 10-12).
«Ευλογείτε τον Κύριον πάντες οι άγγελοι αυτού δυνατοί ισχύι ποιούντες τον λόγον αυτού του ακούσαι της φωνής των λόγων αυτού» (Ψαλμ. ρβ’ )

 (Αγ. Νικολάου Βελιμίροβιτς, «Πάτερ ημών», Αθήνα 2003)


Olive Oil; A Miracle of the Theotokos..



 Taken from The book"Experiences during the Divine Liturgy
-Protopresbyter Stephanos K. Anagnostopoulos

 
Why do we use olive oil?
 So that we would be reminded of the night when Jesus prayed in the garden of olives.
The Lord prayed in the garden of Gethsemane where an oil grove was situated.

The following is a true story that is directly connected to the vigil lamp...

On the 24th of March 1942,the eve of the annunciation,we were in the Northern part of Greece, in my hometown called Drama.
It was then under Bulgarian occupation.Deprivation,disease and famine had reached dreadful proportions and death was decimating both young and old,especially children,on a daily basis.
Amongst my relatives was a distant aunt who was a widow with five children.Her husband had been killed by the conquerors six months previously during the 29th of September 1941 massacre.

As far as food was concerned,there remained a very small amount of olive oil and a handful of corn flour.Hence,that evening she thought that the following day,that of the Annunciation,she had at least very little food for the children, one hundred grams of flour and very little oil.Suddenly,her eyes fell on the snuffed out vigil lamp which hanged in front of the icon stand.
At that point she was faced with a dilemma:Should the oil be given to the hungry children or remain in the icon stand with the icon of the Annunciation?

Nevertheless,with a sense of determination she made the sign of the Cross and told the All-Holy Mother of God:My All-Holy Mother!
I shall light the vigil lamp because the day which is breaking is of great significance to our faith;however,You take care and feed my children" She took the very little amount of oil and lit the oil-candle of the All-Holy One. Its joyous light illuminated the shabby home and her heart was filled with serenity.
This sense of serenity accompanied them in their nightly prayer,their sleep and throughout that unforgettable night.
The next day,after the Divine Liturgy,my aunt opened the kitchen cupboard in order to get the meager flour and she remained speechless.
What does she see?
The" oilcan" filled with oil all the way to the top,as well as two bagfuls of flour and spaghetti!

The woman made the sign of the Cross many times,praising and thanking God and the Theotokos for this great miracle,but did not say a word to anyone.

For two years the oil never emptied from the bottle nor did the flour,although the six-member family used it on a daily basis in order to exchange it with other types of food and for charity which was done in secrecy. However,the vigil lamp since then remained lit day and night,revealing the blessed woman's strong faith with its everlasting light.

Elder Paisios-On Divine Providence

The following excerpt is from Elder Paisios of the Holy Mountain:
Father Paisios told us the following story, wishing to give us an example of the way God looks after His children, while many times we get angry at Him and do not understand His actions:

“An ascetic was praying to God asking Him to reveal why the righteous and pious people are miserable and suffer unjustly, whereas the unrighteous and sinful ones are rich and contented. While he was asking God to reveal to him this mystery, he heard a voice saying to him:

--Do not ask to comprehend what your mind and power of knowledge cannot grasp and do not examine the mysteries of God, as His judgments are like an endless ocean. However, since you wish to know, go out there in the world and watch carefully the people, and you will be able to understand a small part of God’s judgment. Then, you will know that God’s prudent governing is unexplored and inscrutable.                              
elder paisios
When the ascetic heard all this he left for the world. After walking for a while, he reached a meadow. There was a fountain nearby and an old tree with a large hollow. He hid inside the hollow, in order to watch the busy street passing by the meadow. After a while, a rich man passed by riding his horse. He stopped by the fountain to drink some water and rest. While he was sitting there, he took a purse out of his pocket containing one hundred golden coins, and started counting them. When he finished counting, he mistakenly left the purse on the grass instead of putting it in his pocket. After he ate, he rested and slept for a while, and then he took off without realizing that he had left his purse on the grass.

After some time, another passer-by appeared. He stopped by the fountain, and when he saw the purse with the golden coins, he took it and left running in the fields. A few minutes later, a third man came along. As he was tired, he too went by the fountain to drink some water and sat to eat a piece of bread. As this poor man was eating, the rich man came back to look for his purse. He had an extremely angry look on his face and went straight to him, shouting in rage and demanding his purse. The poor man, though, who had no idea about the purse and the golden coins, assured him that he had not seen it. Then, the rich man began beating him up so badly that he finally killed him. He searched through his clothes and found nothing. He felt feeling very sad.

The ascetic was watching the incident sitting inside the hollow and was astounded. He felt very sad and began to cry, feeling sorry for the unjust death of the poor man and prayed to God:

--Lord, what is the meaning of this will of Yours? Let me know how Your kindness can tolerate such an injustice. Someone lost the coins, another man found them, and a third man was unjustly murdered!

As he was praying and crying, an angel of the Lord appeared and told him:



--Do not feel sorry for the poor man, nor think that this incident is not the will of God. Bear in mind that some things occur, either because God permits them to, or in order to instruct people or because He causes them to happen for our benefit.

Now, listen: The man who lost the golden coins is the next door neighbor of the one who found them. He owned a farm worth one hundred golden coins. The rich man, who was an avaricious person, forced him to sell his farm to him for only fifty golden coins. The poor man, feeling helpless, prayed to God to punish his unjust neighbor on his behalf. And God rewarded him in double. The second man, the tired and poor one, who was unjustly killed, had once committed a murder. He had honestly repented and lived the rest of his life according to God’s will. He constantly prayed to God to forgive him and said to Him: ‘God, let me have the same kind of death as the one I gave.’ Of course, our Lord had forgiven him since the first time he expressed his repentance for his sinful act. However, He was moved by the sensitivity and righteous of this man, who not only tried to live according to His will, but also wished to pay back for his sinful act. So, God fulfilled his wish and gave him the chance to experience a violent death, - as he himself had asked for – and took him to heaven by His side, granting him a glorious laurel for his deep and responsive repentance!

The third man, the avaricious one, who lost the golden coins and committed the murder, had fallen into two sins, avarice and stinginess. God permitted a violent murder to be committed, so that he may experience pain, which in turn, would lead him to repentance. The sin of murder turned out to be the cause of his decision to leave the world and become a monk.

So, where and under what circumstances do you see that God was unjust, merciless and cruel? You should not examine God’s judgments, as He always makes them correctly and according to the way He knows, whereas you misjudge them and find them unjust. You should also know that many things happen with God’s will for reasons we do not know. Therefore, the right thing for us to say is: ‘Righteous art thou, O Lord, and right are thy judgments.’ (Ps 118:137)

Saturday, 29 September 2012

Η αμετανόητη μνησίκακη γυναίκα..


Κάποτε, μία γυναίκα ζούσε με νηστείες και προσευχές.
Φαινόταν εξωτερικά ευλαβής, είχε όμως πολλή υπερηφάνεια και πίστευε πως ήταν αγία.

Είχε επίσης τόση μνησικακία, που, αν μάλωνε με κάποια άλλη, όχι μόνο δεν τη συγχωρούσε, μα ούτε ήθελε να την ξαναδεί στα μάτια της.

Κάποτε αρρώστησε και κάλεσε τον πνευματικό, αλλά δεν εξομολογήθηκε καθαρά- αυτό το συνηθίζουν μερικοί επιπόλαιοι χριστιανοί, που κρύβουν τις μεγάλες αμαρτίες και φανερώνουν τις μικρές.
Τέλος, όταν ο ιερέας έφερε τα Άγια για να την κοινωνήσει, εκείνη γύρισε στον τοίχο το πρόσωπο και δεν μπορούσε ούτε να αντικρίσει τον θείο μαργαρίτη.

Την ίδια στιγμή, με θεία παραχώρηση, ομολόγησε με δυνατή φωνή:
Όπως εγώ από υπερηφάνεια δεν συγχωρούσα όσους μου έφταιγαν, αλλά τους αποστρεφόμουν, έτσι τώρα αποστρέφει και ο Κύριος το πρόσωπό Του από μένα και δεν θέλει να μπει στην ανάξια ψυχή μου. Δεν θα τον δω στην ουράνια βασιλεία, αλλά θα καίγομαι στην αιώνια κόλαση!

Και μ' αυτά τα λόγια ξεψύχησε ...


πηγή http://1myblog.pblogs.gr/2012/09/h-ametanohth-mnhsikakh-gynaika.html

Υπάρχει μετάνοια χωρίς την προαίρεση μας;

                                       ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΑΙΣΙΟΣ

-Γέροντα ,Υπάρχει μετάνοια χωρίς την προαίρεση μας;
-Ναι, είναι ή αναγκαστική μετάνοια. Σου ζητάω δηλαδή να με συγχώρεσης για ένα κακό πού σου έκανα, για να γλυτώσω από τις συνέπειες, αλλά εσωτερικά δεν αλλάζω. Ό διαβολεμένος άνθρωπος κάνει δήθεν ότι μετάνιωσε και πηγαίνει με πονηριά, βάζει μετάνοιες με προσποιητή καλοσύνη, για να πλανέσει τούς άλλους. Αλλά και το να πάει κανείς να πει τις αμαρτίες του στον πνευματικό, γιατί φοβάται μήπως πάει στην κόλαση, και αυτό δεν είναι μετάνοια.
Γιατί δεν είναι ότι μετανοεί για τις αμαρτίες του, αλλά το θέμα είναι να μην πάει στην κόλαση! Μετάνοια πραγματική είναι πρώτα να συναισθανθεί ο άνθρωπος το σφάλμα του, να πονέσει, να ζητήσει συγχώρεση από τον Θεό και μετά να εξομολογηθεί. Έτσι θα έρθει ή θεία παρηγοριά. Γι’ αυτό πάντα συνιστώ μετάνοια και εξομολόγηση. Μόνον εξομολόγηση ποτέ δεν συνιστώ.

Να, και όταν γίνεται ένας σεισμός, βλέπει κανείς ότι όσοι έχουν καλή προαίρεση συγκλονίζονται, μετανοούν και αλλάζουν ζωή. Οι άλλοι, οι περισσότεροι, έρχονται προς στιγμήν σε συναίσθηση, μόλις όμως περάσει ο κίνδυνος, πάλι γυρίζουν στην παλιά τους ζωή. Γι’ αυτό, όταν μου είπε κάποιος ότι στην πόλη πού μένει έγινε δυνατός σεισμός, του είπα: Σας κούνησε δηλαδή γερά σας ξύπνησε όμως;. Μάς ξύπνησε, μάς ξύπνησε, μου λέει. Πάλι όμως θα κοιμηθείτε, του είπα.
ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΑΙΣΙΟΣ

St. Nikodemos the Hagiorite-Concerning Fasting on Wednesday and Friday

 

                        St. Nikodemos the Hagiorite 

 

Canon 69 of the Holy Apostles designates that any hierarch or priest or deacon or subdeacon or reader or chanter who does not fast during Great Lent and Wednesday and Friday is to be deposed. If a layperson does not fast during these times (unless he cannot fast on account of bodily illness), he is to be excommunicated. Do you see how the Apostles numbered the Wednesday and Friday fast together with the fast of Great Lent? Therefore, just as the fast of Great Lent consists in the eating of dry foods, namely, to eat but once a day, at the ninth hour, without consuming oil or wine, likewise, the fast of Wednesday and Friday is to be conducted in the exact same manner. St. Epiphanios also says: "We fast on Wednesday and Friday until the ninth hour." Likewise, Philostorgios says that the fast of Wednesday and Friday does not consist in the abstention from meat, but it designates that one is not to eat any food until the evening. St. Benedict (Canon 41) also designates that the fast of Wednesday and Friday is until the ninth hour. And Balsamon forbids the consumption of shellfish on Wednesday and Friday just as during Great Lent. Let us therefore stop insensibly thinking that the fast of Wednesday and Friday is not an Apostolic directive, for behold, the Apostles in their Canons number this fast together with that of Great Lent, and in the Apostolic Constitutions they number it together with the fast of Holy Week, saying:
"One must fast during Holy Week and Wednesday and Friday." But why should I say that this regulation is only of the Apostles? It is a regulation of Christ Himself, for this is what the Apostles say in Book V, ch. 14 of the Constitutions:
"He (that is, Christ) commanded us to fast on Wednesday and Friday." We therefore fast on these days according to the Holy Hieromartyr Peter (Canon 15): "On Wednesday because on this day the council of the Jews was gathered to betray our Lord; on Friday because on this day He suffered death for our salvation." The divine Jerome says the same thing.
Therefore, because the fast of Great Lent is equal to the fast of Wednesday and Friday it follows that, for those who are sick or weak, the relaxation of the fast is also to be equal during these fasts. For this reason, as Canons 8 and 10 of Timothy allow a woman who is pregnant during the Great Fast to consume as much wine and food as is necessary for her condition, this also applies to the fast of Wednesday and Friday. The same holds for those who have become weak from excessive sickness, that is, they are allowed to consume oil and wine during these fasting periods. So says the divine Jerome: "The fast of Wednesday and Friday is not to be broken unless there is great necessity." The divine Augustine says the same.
But because those who are lovers of the flesh desire to eat and break the fasts of Great Lent, Wednesday, and Friday, or pretend that they are sick (without actually being so), or if they are indeed sick they say that oil and wine are not sufficient to carry them through their illness, because of these pretenses, a Spiritual Father or hierarch should not believe only the words of those claiming these things, but should ask an experienced and God-fearing physician about their condition, and according to his recommendation, allow the sick to break the fast.
We must also note the following, that just as there must be a fast from food on Wednesday, Friday, and Great Lent, there must also be a fast from pleasures of the flesh. For this reason weddings cannot take place on these days, because the divine Paul commands that married couples are not to come together during a time of prayer and fasting: "Defraud ye not one the other, except it be with consent for a time, that ye may give yourselves to fasting and prayer" (1 Cor. 7:5). And the divine Chrysostom, bringing the saying of Joel as a witness: "Sanctify a fast—let the bridegroom go forth of his chamber, and the bride out of her closet" (Jl. 2:15-16), says that even newlyweds, who have strong desire, vigorous youthfulness, and unfettered urges, are not to come together during a period of fasting and prayer. How much, then, are other married couples, who do not have such impulsiveness of the flesh, not to come together? Therefore, Balsamon says that married couples who do not exercise self-control during the Great Fast are not to commune on Pascha and are also to be penanced. Likewise, married couples who come together on Wednesday and Friday must be corrected through penances.
Concerning the fast of Monday, even though designated in the Rubrics for monastics, many people in the world however, and especially women, observe this fast. Worthy of mention and trustworthy is the saying which some wise men put forward concerning fasting on Monday: "Our Lord commands that if our righteousness does not exceed that of the Scribes and the Pharisees (cf. Mt. 5:20), we will not be able to enter the kingdom of heaven. And because the Pharisees fasted two days of the week, as the Pharisee said: 'I fast twice in the week' (Lk. 18:12), we Christians, then, are obligated to fast three days of the week, in order for our righteousness to exceed the righteousness of the Pharisees." That the Pharisees fasted on Wednesday and Friday is clearly stated by the divine Chrysostom, explaining the words of the Pharisee: "Twice in the week." Although Theophylact when explaining the Gospel passage about the Publican and the Pharisee says, along with others, that the Pharisees fasted on Monday and Thursday, not on account of some commandment, but according to tradition, believing that Moses ascended the mountain on Thursday and descended on Monday. St. Meletios the Confessor says that we should fast on Monday in order to always begin the week with fasting.

An Excerpt from Exomologetarion (A Manual of Confession)

by St. Nikodemos the Hagiorite

Το Άγιο Πνεύμα δεν κατεβαίνει....Συγχωρέστε με...


Όταν ήμουν νέος, τελειόφοιτος του τότε γυμνασίου, υπηρετώντας ακόμα όλως ανάξιος στο Ιερό Βήμα του Ιερού Ναού των Εισοδίων της Θεοτόκου Δράμας, ο τότε εφημέριος πατήρ Θεόδωρος, μου διηγήθηκε ότι πριν το 1920 είχε γνωρίσει στη Μικρά Ασία έναν ευλαβέστατο Ιερέα, ο οποίος δεν έκαμε ποτέ τον Καθαγιασμό των Τιμίων Δώρων, εάν προηγουμένως δεν έβλεπε ένα λευκότατο, αστραφτερό περιστέρι, λουσμένο σε άπλετο λευκό φως, να έρχεται και να στέκεται ακίνητο πάνω στα Τίμια Δώρα. Μετά τον Καθαγιασμό περίμενε για λίγες στιγμές, ώσπου να δει να αστράφτει το Άγιο Βήμα και το περιστέρι να εξαφανίζεται.
Κάποτε, δεν ήρθε το περιστέρι...Κι εκείνος το περίμενε...Και μαζί του περίμενε κι όλο το χωριό, γιατί ήταν Χριστούγεννα.

Η ώρα περνούσε και ο ευλαβείς εκείνος Ιερέας δεν αποφάσιζε να κάνει την Μεταβολή, διότι δεν ήξερε άλλον τρόπο! Αυτόν γνώριζε, αυτόν ζούσε! Κάθε φορά που ήταν να γίνει η Μεταβολή και Καθαγιασμός των Τιμίων Δώρων, ερχόταν το πάλλευκο αυτό περιστέρι. Και άρχισε να κλαίει.... 

Τότε, βγήκε στην ωραία Πύλη και είπε στο εκκλησίασμα:

- Το Άγιο Πνεύμα δεν κατεβαίνει.... Συγχωρέστε με συγχωριανοί μου, γιατί είμαι αμαρτωλός! Συγχωρέστε με, συγχωρέστε με... εγώ θα περιμένω....

Τι να έκανε το χωριό περίμενε και εκείνο.

Σε λίγο είδε ο Ιερέας το περιστέρι, σαν αστραπή να κατέρχεται από τον τρούλο της Εκκλησίας και να στέκεται όπως πάντα, πάνω από τα Τίμια Δώρα...όλο Φως, όλο Δόξα !!!

Και ο άγιος εκείνος παππούλης είπε:

- Ήλθε! Και γύρισε με απλότητα , έκαμε τον Καθαγιασμό και συνέχισε τη Χριστουγεννιάτικη Θεία Λειτουργία.


Από το βιβλίο : Εμπειρίες κατά την Θεία Λειτουργία,π. Στέφανος Αναγνωστόπουλος

Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής-Να γνωρίσεις τον Εαυτό σου,Ποιος είσαι..


    Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής

 Και γι’ αυτό πρώτα απ’ όλα χρειάζεται το «γνώθι σαυτόν». Δηλαδή να γνωρίσεις τον εαυτό σου, ποιος είσαι. Ποιός είσαι στ’ αλήθεια, όχι ποιός νομίζεις εσύ ότι είσαι. Με τη γνώση αυτή γίνεσαι ο σοφότερος των ανθρώπων. Με τέτοια επίγνωση έρχεσαι σε ταπείνωση και παίρνεις χάρη από τον Κύριο.


Διαφορετικά αν δεν αποκτήσεις αυτογνωσία, αλλ’ υπολογίζεις μόνο τον κόπο σου, γνώριζε ότι πάντοτε θα βρίσκεσαι μακριά από το δρόμο. Διότι δεν λέει ο Προφήτης· «ίδε, Κύριε, τον κόπον μου», αλλά «ίδε, λέγει, την ταπείνωσίν μου και τον κόπον μου». Ο κόπος είναι για το σώμα, η ταπείνωση για τη ψυχή και πάλι τα δύο μαζί, κόπος και ταπείνωση, για όλον τον άνθρωπο.

Ποιός νίκησε το διάβολο; Αυτός που γνώρισε την ασθένειά του, τα πάθη και τα ελαττώματα, που έχει. Ο φοβούμενος να γνωρίσει τον εαυτό του, αυτός βρίσκεται μακριά από τη γνώση· άλλο τίποτε δεν αγαπά παρά να βλέπει μόνο λάθη στους άλλους και να τους κρίνει. Αυτός δεν βλέπει στους άλλους χαρίσματα, αλλά μόνον ελαττώματα- δεν βλέπει στον εαυτό του ελαττώματα, παρά μόνο χαρίσματα.

Και αυτό είναι το χαρακτηριστικό ελάττωμα των ανθρώπων του καιρού μας που δεν αναγνωρίζουμε ο ένας το χάρισμα του άλλου. Ο ένας στερείται πολλά, μα οι πολλοί τα έχουν όλα. Αυτό που έχει ο ένας δεν το έχει ο άλλος. Και, αν αυτό το αναγνωρίζουμε, υπάρχει πολλή ταπείνωση. Γιατί έτσι τιμάται και δοξάζεται ο Θεός, ο οποίος με πολλούς τρόπους στόλισε τους ανθρώπους και έκανε όλα τα δημιουργήματά του άνισα, δηλ. διαφορετικά. Όχι όπως προσπαθούν οι ασεβείς να φέρουν ισότητα ανατρέποντας την θεία Δημιουργία.

Ο Θεός «τα πάντα εν σοφία εποίησεν»

Γι’ αυτό, παιδί μου, τώρα που είναι αρχή φρόντισε να γνωρίσεις καλά τον εαυτό σου, για να βάλεις θεμέλιο στερεό την ταπείνωση. Φρόντισε να μάθεις την υπακοή, να αποκτήσεις την ευχή. Γι’ αυτό πρώτα γνώριζε, παιδί μου, ότι κάθε αγαθό από το Θεό έχει την αρχή. Δεν γίνεται αγαθός λογισμός που να μην έχει αιτία το Θεό, ούτε πονηρός που να μην έχει αιτία το Διάβολο. Ό,τι καλό λοιπόν διανοηθείς, πεις, κάνεις, όλα είναι της δωρεάς του Θεού. «Παν δώρημα τέλειον άνωθεν έστι καταβαίνον». Όλα είναι της δωρεάς του Θεού· δικό μας δεν έχουμε τίποτε.

Καθένας λοιπόν που επιθυμεί και ζητεί να λάβει τη χάρη, να του δώσει δωρεάν ο Θεός, πρέπει πρώτον να γνωρίσει καλά την ύπαρξή του, το «γνώθι σαυτόν». Και αυτή είναι η όντως αλήθεια. Γιατί κάθε πράγμα έχει αρχή. Και αν δεν αρχίσεις καλά δεν θα έχεις τέλος καλό.

Και αρχή λοιπόν και αλήθεια είναι να γνωρίσει κανείς ότι είναι μηδέν – 0 – και εκ του μηδενός δημιουργήθηκαν τα πάντα. «Είπε και εγεννήθησαν ενετείλατο και εκτίσθησαν». Είπε και έγινε γη. Και αφού πήρε πηλό έπλασε άνθρωπο. Άψυχο, άνουν ένα πήλινο άνθρωπο. Αυτή η ιδία σου ύπαρξη. Αυτό είμαστε όλοι μας.

Χώμα και λάσπη. Αυτό είναι το πρώτο μάθημα σ’ εκείνον που θέλει να λάβει, αλλά και να μένει διαπαντός η χάρη κοντά του. Απ’ αυτό αποκτά την επίγνωση και απ’ αυτό γεννιέται ταπείνωση. Όχι με λόγια μόνο, να ταπεινολογεί, αλλά στηριζόμενος στην πραγματικότητα λέει την αλήθεια: Είμαι χώμα, είμαι πηλός, είμαι λάσπη. Αυτή είναι η πρώτη μητέρα μας. Λοιπόν το χώμα πατιέται, και συ ως χώμα οφείλεις να πατηθείς. Είσαι λάσπη, δεν έχεις καμίαν αξία.

Σε πετούν εδώ και εκεί, σε κτίζουν από ένα σημείο σε άλλο σε χρησιμοποιούν ως άχρηστη ύλη.

Και λοιπόν σου «ενεφύσησεν» ο Δημιουργός και σου έδωσε πνεύμα ζωής. Και να, αμέσως έγινες ένας άνθρωπος λογικός. Ομιλείς, εργάζεσαι, γράφεις, διδάσκεις· έγινες ένα μηχάνημα του Θεού. Όμως μη λησμονείς ότι η ρίζα σου είναι το χώμα. Και αν λάβει το πνεύμα αυτός που σου το έδωσε, εσύ πάλι θα κτίζεσαι στα ντουβάρια.

Γι’ αυτό «μιμνήσκου τα έσχατά σου και ου μη αμαρτήσης εις τον αιώνα».

Αυτή είναι η πρώτη αίτια, που όχι μόνον ελκύει τη χάρη, αλλά την πληθύνει και τη συγκρατεί. Αυτή ανεβάζει το νου στην πρώτη θεωρία της φύσεως. Και έξω απ’ αυτή την αρχή βρίσκει μεν κάτι λίγο, αλλά μετά από καιρό θα το χάσει. Γιατί δεν κτίζει σε έδαφος στερεό, αλλά προσπαθεί με τρόπους και τέχνη.

Λες λόγου χάριν είμαι αμαρτωλός! Αλλά εσωτερικά πιστεύεις ότι είσαι δίκαιος. Δεν μπορείς να αποφύγεις την πλάνη. Η χάρη θέλει να μείνει, αλλ’ επειδή ακόμη πρακτικά δεν έχεις βρει την αλήθεια, κατ’ ανάγκη πρέπει να φύγει. Γιατί αναμφίβολα θα πιστέψεις στο λογισμό σου ότι είσαι αυτό το οποίο δεν είσαι, και χωρίς άλλο θα πλανηθείς. Ως εκ τούτου δεν παραμένει η χάρη. Επειδή έχουμε τον αντίπαλο, που είναι τεχνίτης ισχυρός, είναι εφευρέτης κακών, και της κάθε πλάνης δημιουργός. Που αγρυπνεί πλάι μας.

Που από φως έγινε σκότος και όλα τα γνωρίζει. Που είναι εχθρός του Θεού και ζητεί όλους να μας κάνει εχθρούς Του. Και εν τέλει είναι πνεύμα πονηρό και εύκολα αναμειγνύεται με το πνεύμα, που μας χάρισε ο Θεός, και παίρνει τη μηχανούλα μας και την κινεί όπως θέλει αυτός. Κοιτάζει, πού ρέπει η όρεξη της ψυχής, και με ποιό τρόπο τη βοηθά ο Θεός, και αμέσως σκέφτεται και εκείνος τα ίδια.

Του Γέρ. Ιωσήφ του Ησυχαστού
«Έκφρασις Μοναχικής εμπειρίας», εκδ, Ι.Μ.Φιλοθέου, Άγ. Όρος -αποσπάσματα σε νεοελληνική απόδοση.

Mixing the Unmixable: Sensuality and Theology

                                                     Saint Nikolai Velimirovich

 

By St. Nikolai Velimirovich

There is no more difficult task than to explain spiritual things to men who think and judge only sensually. St. John Chrysostom says: "A soul which is given over to passions cannot achieve anything great and noble, for it suffers from a grievous blindness, like that of eyes darkened by the flow of pus." Usually the most sensual men inquire about the greatest divine mysteries. They do not inquire about that in order to know how they can be saved, but rather to confuse the faithful and to ridicule the Faith, and to justify their own sinful and passionate life. Unable to raise themselves to the first rung of the heavenly ladder, they fantasize about the last rung. Brethren, when such as these inquire about the profoundest mysteries of the regeneration of the soul and the Kingdom of Heaven, ask them, first of all, to fulfill the ten basic commandments of God. If they do this, then their souls will be opened to the understanding of the Divine Mysteries, inasmuch as that understanding is necessary for the cleansing of their sins and passions, and for eternal salvation.

Friday, 28 September 2012

Γέροντας Εφραίμ Φιλοθεΐτης: Προσέχετε τους λογισμούς σας ...

Γέροντας Εφραίμ Φιλοθεΐτης

Ποικίλα διδακτικά προς εν Χριστώ τελείωσή μας

* Προσέχετε τους λογισμούς σας. Η προσοχή σας κυρίως να στραφή εις το να συνάζει ταπεινούς λογισμούς. Διότι η ταπείνωσις σώζει τον άνθρωπο, και αυτή είναι κυρίως ο στόχος όλων των πνευματικών επιδιώξεων.


* Χωρίς νήψη η κάθαρσις της ψυχής και του σώματος δεν αποκτώνται, οπότε μήτε ο Θεός οπτάνεται εν αισθήσει νοός και καρδίας.
* Πολλά μας θλίβουν, πλην μακάριος είναι εκείνος ο οποίος με υπομονή και ευχαριστία διέρχεται τα θλιβερά της πρόσκαιρης ζωής.
* Πρόσεχε, παιδί μου, να μην κρίνης ουδεμία ψυχή· διότι εις τον κρίνοντα τον πλησίον παραχωρεί ο Θεός και πέφτει, για να μάθει να συμπαθει τον ασθενή αδελφό του.
Όλους μας στηρίζει το έλεος του Θεού· και εάν υπερηφανευθούμε, σηκώνει ο Θεός την χάρη του, και γινόμεθα εμείς χειρότεροι των άλλων!
* Άλλο το να κατακρίνει κανείς, και άλλο το να πολεμήται εις την κατάκριση. Το να κατακρίνεις είναι δεινό πάθος· το να πολεμήται όμως και να αντιπολεμεί, τούτο στεφάνων αιτία.
* Μην κρίνετε ο ένας τον άλλον, διότι παραβαίνετε τον ευαγγελικό νόμο, και «κάθε παράβασις και παρακοή λαμβάνει ένδικον μισθαποδοσίαν». «Τις συ ο κρίνων αλλότριον ικέτην;». Ουκ οίδατε, ότι ο κρίνων πλανάται εξ υπερηφάνειας; και ότι «πας ο υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται» υπό του Κυρίου, όταν τον καταλάβη ο πειρασμός.
* Πρέπει να υπομένη ο ένας τις αδυναμίες του άλλου· ποιος είναι τέλειος; ποιος μπορεί να καυχηθή, ότι τήρησε την καρδιά του αμόλυντη! άρα είμεθα όλοι άρρωστοι, και όποιος κατακρίνει τον αδελφό του, δεν αισθάνεται ότι είναι άρρωστος· διότι ο άρρωστος τον άρρωστο δεν τον κατακρίνει.
Η κατάκρισις είναι σοβαρό αμάρτημα· καθώς επίσης είναι σοβαρό, το να μην υπομένη κανείς του πλησίον του τις αδυναμίες!
Αγαπάτε, υπομένετε, παραβλέπετε, μην θυμώνετε, μην εξάπτεσθε, αλληλοσυγχωρείτε, για να ομοιάσητε του Χριστού μας και αξιωθήτε να είσθε κοντά του εις την βασιλεία Του.
Γέροντος Εφραίμ Φιλοθεΐτου
ΕΛΠΙΔΟΦΟΡΕΣ ΔΙΔΑΧΕΣ
ΜΕ ΠΑΤΡΙΚΕΣ ΟΔΗΓΙΕΣ

Elder Ephraim of Philotheou-Arizona-“Friendship with the world is enmity with God"..


                         Elder Ephraim of Arizona                                               
May an angel of God, my child, follow you and show you the path of God and of your salvation. Amen; so be it. I pray that God gives you health of soul, for this is a special gift of sonship which is bestowed only upon those souls that have been completely devoted to the worship and love of God.
The world attracts the youth like a magnet; worldly things have great power over the newly enlightened soul that just started to find its bearings and see its purpose in life and the duty calling him. “Friendship with the world is enmity with God. Whoever, therefore, wants to be a friend of the world makes himself an enemy of God.”  God has stored up pleasures for eternity, for both He and our soul are eternal. There is no comparison between the pleasures of the world and the pure pleasures of God.
The pleasures of the world are obtained with toil and expenses, and after their momentary enjoyment, they are followed by various consequences, so that they are incorrectly called pleasures. The pleasures of God, however, do not have such consequences, because spiritual pleasures down here on earth are the firstfruits of an eternal series of pleasures and delights in the kingdom of God. Whereas on the contrary, one who has been corrupted by the pleasures of the world is compelled to undergo eternal damnation along with the first instigator of corruption, the devil.
The time of our life, my child, has been given to us as a sum of money so that each of us may trade for his salvation, and depending on the trade we deal in, we shall become either rich or poor. If we take advantage of the “money” of time by trading to increase our spiritual wealth, then we shall truly be skilled traders, and we shall hear the blessed voice: “Well done, good and faithful servant! You were faithful over a few things, I will make you ruler over many things. Enter into the joy of your Lord.”
At the end of our life, an exact account will be demanded of each one of us: how and where we spent the money of time, and woe to us if we have squandered it in movie theaters, in entertainments, in debauchery, in futile dreams, in carnal pleasures. Then what defense will our tied tongue be able to utter, and how will we be able to lift up our eyes and see our Christ, when He enumerates the countless benefactions which His boundless love profusely poured upon us?
Now that we have time, now that the money of time has not yet been spent completely and we still have it at our disposal, let us reflect sensibly on the vagrant world which seeks to rob us. Let us push it away like a putrid dead dog, and with that money let us run to buy precious works which, when tried by fire, will become very bright—gifts worthy of our Holy God, fit to be used as a decoration in the holy Jerusalem of Heaven. We should not purchase chaff, that is, punishable works of darkness, for we shall go down with them into the eternal fire of damnation, where the multitude of people who embezzled God’s gifts will reap whatever they sowed! Sow good works with tears, and then in a time of visitation you will reap the sheaves of enjoying eternal life!

From Counsels from the Holy Mountain, by Elder Ephraim of Philotheou, Mount Athos,(Now St.Anthony's Arizona)

Γέροντας Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης – Ο Γάμος, το Μέγα Μυστήριο!


Κανείς δεν αμφισβητεί ότι η σπουδαιότερη ημέρα της ζωής του ανθρώπου, μετά από την γέννησι και την βάπτισι, είναι εκείνη του γάμου. Βεβαίως, η κοσμική λαίλαπα της εποχής μας ανάμεσα στους θεσμούς, τους οποίους προσπάθησε να συντρίψη, ήταν και το τιμιώτατο και ιερώτατο μυστήριο του γάμου.

Για πολλούς ο γάμος είναι μία ευκαιρία για διασκεδάσεις και απολαύσεις. Όμως η ζωή είναι μία σοβαρή υπόθεσις. Είναι ένας …πνευματικός αγώνας, μία πορεία προς ένα τέρμα, τον ουρανό. Της πορείας αυτής κρισιμώτερο σημείο και σπουδαιότατο μέσον είναι ο γάμος. Κανείς δεν επιτρέπεται να ξεφύγη τα δεσμά του γάμου, είτε κάνει έναν μυστικό γάμο, αφιερώνοντας τον εαυτό του εις τον Θεόν, είτε κάνει έναν μυστηριακό.

Το θέμα, το οποίο θα μας απασχολήση σήμερα, είναι ο μυστηριακός γάμος, θα δούμε πώς είναι δυνατόν ο γάμος να συμβάλη στην πνευματική μας ζωή, για να συνεχίσωμε το θέμα το οποίο αρχίσαμε στην προηγούμενη ομιλία μας. Ξεύρομε ότι ο γάμος είναι θεσμός συσταθείς υπό του Θεού. Είναι τίμιος(1), είναι «μυστήριον μέγα»(2). Ο ανύπανδρος άνθρωπος απλώς περνάει από την ζωή και φεύγει, ενώ ο παντρεμένος ζη την ζωή του.

Άραγε γι’ αυτόν τον ιερό θεσμό του γάμου, γι’ αυτό το «μέγα μυστήριον», το οποίο ευλογεί η Εκκλησία μας, πώς σκέπτονται οι σύγχρονοι άνθρωποι; Υπανδρεύονται, και νομίζεις ότι ενώνονται δύο ταμεία, δύο συμφέροντα, δύο ματαιοδοξίες. Ενώνονται δύο άνθρωποι χωρίς ιδανικά, δύο μηδενικά θα λέγαμε. Διότι άνθρωποι χωρίς ιδανικά, χωρίς αναζητήσεις, δεν είναι τίποτε άλλο παρά μηδενικά.

Παντρεύτηκα για να ζήσω την ζωή μου, ακούς συνεχώς τριγύρω σου, και όχι για να κλεισθώ μέσα σε τέσσερις τοίχους. Παντρεύτηκα για να γλεντήσω την ζωή μου, ακούς να λέγη ο άλλος, και παραδίδουν τα παιδιά τους, εάν έχουν κάνει παιδιά, σε κάποια ξένη γυναίκα για να μπορούν ελεύθεροι να τρέχουν στα θέατρα, στους κινηματογράφους και στις κοσμικές συντροφιές. Έτσι το σπίτι τους γίνεται ένα ξενοδοχείο, στο οποίο επιστρέφουν το βράδυ ή μάλλον μετά τα μεσάνυκτα, μετά από την διασκέδασι, για να ξεκουρασθοϋν. Οι άνθρωποι είναι μέσα τους άδειοι, γι’ αυτό στο σπίτι τους νοιώθουν πραγματικό κενό. Καμιά ευχαρίστησις δεν υπάρχει εκεί και τρέχουν και γλιστρούν από εδώ και από εκεί, για να βρουν την ευτυχία τους.

Υπανδρεύονται χωρίς γνώσεις, χωρίς συνείδησι ευθύνης, διότι επιθυμούν να υπανδρευθούν ή διότι νομίζουν πως είναι απαραίτητο για να είναι κοινωνικοί άνθρωποι. Όμως ποιο είναι το αποτέλεσμα; Το βλέπομε καθημερινά. Τα ναυάγια του γάμου είναι γνωστά σε όλους μας. Ένας κοσμικός γάμος, όπως νοείται σήμερα, μόνον ένα χαρακτηριστικό μπορεί να έχη, ότι είναι δολοφόνος της πνευματικής ζωής του ανθρώπου. Γι’ αυτό πρέπει να νοιώσωμε ότι, αν αποτύχωμε στον γάμο μας, σχεδόν αποτύχαμε και στην πνευματική μας ζωή. Εάν επιτύχωμε στον γάμο μας, επιτύχαμε και στην πνευματική μας ζωή. Η ευτυχία ή η αποτυχία μας, η πρόοδος ή ο καταποντισμός μας στην πνευματική μας ζωή αρχίζει από τον γάμο μας.

Επειδή λοιπόν είναι ένα τόσο σοβαρό θέμα, αξίζει να δούμε ποιες προϋποθέσεις χρειάζονται και ποια προετοιμασία, για να επιτευχθή ένας ευτυχισμένος, ένας αληθινά χριστιανικός γάμος.

Για να κάνη κανείς έναν επιτυχημένο γάμο, θα πρέπει από μικρό παιδί να πάρη κατάλληλη αγωγή. Όπως το παιδί πρέπει να διαβάζη, όπως μαθαίνει να σκέπτεται και να ενδιαφέρεται για τους γονείς του ή για την υγεία του, έτσι θα πρέπει να ετοιμασθή, για να μπόρεση να κάνη έναν επιτυχημένο γάμο.

Όμως στην εποχή μας κανείς δεν ενδιαφέρεται να ετοιμάση τα παιδιά για το μεγάλο αυτό μυστήριο, το οποίο θα παίξη πρωταρχικό ρόλο στην ζωή τους. Ούτε οι γονείς ενδιαφέρονται, εκτός αν εξαιρέσωμε την περίπτωσι της προίκας για την οποία όντως ενδιαφέρονται.

Το παιδί από μικρό πρέπει να μάθη να αγαπά, να δίνη, να στερήται, να υπακούη. Να νοιώθη ότι είναι θησαυρός πολύτιμος η αγνότητα της ψυχής και του σώματός του, την οποίαν πρέπει να τηρή ως κόρην οφθαλμού.

Ο χαρακτήρας του παιδιού πρέπει να διαπλάσσεται κανονικά, για να γίνη ένας τίμιος, γενναίος, αποφασιστικός, ειλικρινής, χαρούμενος άνθρωπος και όχι ένα μισοκακόμοιρο πλάσμα που θα κλαίη συνεχώς την μοίρα του, ένα άβουλο αντικείμενο χωρίς καμία σκέψι και δύναμι.

Από μικρό να μάθη το παιδί να ενδιαφέρεται για κάποια επιστήμη η για ένα επάγγελμα, ώστε αύριο να είναι σε θέσι να συντηρήση την οικογένειά του ή, αν είναι κορίτσι, να βοηθήση αν χρειασθή. Η γυναίκα πρέπει να μάθη να είναι νοικοκυρά και όταν ακόμη είναι μορφωμένη. Να μάθη να μαγειρεύη, να ράβη, να κεντά. Μα, θα πη κανείς, πάτερ μου, αυτά που λες είναι αυτονόητα. Ρωτήστε τους συζύγους και θα δήτε πόσες γυναίκες, όταν παντρεύωνται, δεν ξεύρουν τίποτε από νοικοκυριό.

Η εκλογή επίσης του συντρόφου της ζωής είναι μία υπόθεσις η οποία, όταν έλθωμε σε κατάλληλη ηλικία, δεν πρέπει να αναβάλλεται. Οπωσδήποτε ο άνθρωπος δεν πρέπει να βιάζεται, διότι «γρήγορος γάμος, γρήγορη απελπισία», αλλά ούτε και να αναβάλλη την υπόθεσι αυτή της ζωής του. Δεν πρέπει να καθυστερή, διότι η καθυστέρησις είναι θανάσιμος κίνδυνος για την ψυχή του. Κατά κανόνα ο κανονικός ρυθμός της πνευματικής ζωής του ανθρώπου αρχίζει με τον γάμο. Ο ανύπανδρος άνθρωπος είναι σαν να ζη στον διάδρομο• δεν έχει προχωρήσει ακόμη στα δωμάτια. Οι γονείς ας ενδιαφέρωνται να έχη το παιδί κοινωνική συμπεριφορά, αλλά και να προσεύχεται, ώστε η ευλογημένη εκείνη ώρα να έρθη ως δώρο που θα στείλη ο Θεός.

Φυσικά, όταν φθάση στην εκλογή του συζύγου, θα λάβη υπ’ όψιν του και την γνώμη των γονέων του. Πόσες φορές εσείς που είσθε γονείς δεν νοιώσατε μαχαιριές να τρυπούν την καρδιά σας, όταν τα παιδιά σας δεν σας ρώτησαν για εκείνον που θα τα συντρόφευε στην ζωή τους. Η μητρική καρδιά είναι ευαίσθητη και δεν αντέχει τέτοιο πλήγωμα. Το παιδί πρέπει να ρωτήση τους γονείς, διότι έχουν μίαν ιδιαίτερη διαίσθησι να αντιλαμβάνωνται τα πράγματα που τους αφορούν. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι ο πατέρας και η μητέρα θα πιέζουν το παιδί τους. Ας το αφήσουν να κάνη τελικώς ελεύθερα την εκλογή του.

Αν εξαναγκάσης το παιδί σου στο θέμα του γάμου του, θα θεώρηση εσένα υπεύθυνο, εάν τα πράγματα δεν πάνε καλά. Με την πίεσι δεν βγαίνει ποτέ καλό. Θα το βοηθήσης, αλλά θα το αφήσης να διαλέξη εκείνον που θα προτιμήση ή εκείνον προς τον οποίον θα νοιώση αγάπη• αγάπη, όχι λύπη ή οίκτο. Αν το παιδί σου μετά από μία γνωριμία σου λέγη, τον λυπάμαι τον κακόμοιρο, θα τον παντρευθώ, τότε να ξέρετε ότι είμαστε στα πρόθυρα ενός αποτυχημένου γάμου. Μόνον ο άνθρωπος, τον οποίον θα προτιμήση ή θα αγαπήση, μπορεί να σταθή στο πλευρό του παιδιού μας. θα πρέπει και οι δύο, ο άνδρας και η γυναίκα, να θέλουν τον γάμο τους, να ελκύεται ο ένας από τον άλλον, να θέλουν να ζήσουν μαζί αληθινά, εσωτερικά, αβίαστα. Στο θέμα αυτό δεν είναι δυνατόν να πιέζωμε τα παιδιά μας. Μερικές φορές, από την αγάπη μας, νομίζομε ότι είναι κτήματά μας, ότι είναι περιουσία μας και ότι μπορούμε να τα κάνωμε ό,τι θέλομε. Έτσι το παιδί μας γίνεται ένα πλάσμα ανίκανο να ζήση στην ζωή είτε ως άγαμο είτε ως έ’γγαμο.

Οπωσδήποτε θα προηγηθή του γάμου η γνωριμία που είναι ένα τόσο λεπτό ζήτημα, και όμως το ξεχνάμε. Η γνωριμία δεν θα πρέπει ποτέ να μας επαναπαύη, εάν δεν είμεθα βέβαιοι πως είναι αντικειμενική. Η αγάπη δεν τυφλώνει τον άνθρωπο. Η αγάπη του ανοίγει τα μάτια, για να βλέπη τον άλλον όπως είναι, με τα ελαττώματά του. «Παπούτσι από τον τόπο σου και ας είναι μπαλωμένο», λέει ο λαός. Δηλαδή πάρε άνθρωπο που τον γνώρισες. Και η γνωριμία πρέπει να είναι πάντοτε συνδεδεμένη με την μνηστεία, δηλαδή τον αρραβώνα που είναι ένα εξ ίσου δύσκολο θέμα.

Όταν πρότεινα σε μία κοπέλλα να σκεφθή σοβαρά εάν έπρεπε να συνέχιση τον αρραβώνα της, μου απήντησε: Εάν διακόψω, θα με σφάξη η μητέρα μου. Αλλά αραββώνας δεν υπάρχει, όταν δεν υπάρχη η δυνατότης να διαλυθή. Αρραβωνιάζομαι δεν σημαίνει ότι οπωσδήποτε θα παντρευθώ. Σημαίνει ότι δοκιμάζω εάν πρέπει να παντρευθώ τον άνθρωπο που αρραβωνιάζομαι. Αν μια κοπέλλα δεν είναι σε θέσι να διαλύση τον αρραβώνα της, δεν πρέπει να αρραβωνιασθή• ή καλύτερα, ας μην προχώρηση στον γάμο. Στο στάδιο του αρραβώνος πρέπει να είμεθα πολύ προσεκτικοί, διότι έτσι θα έχωμε πολύ λιγώτερες συγκρούσεις και δυστυχίες μετά τον γάμο. Ακόμη, στο διάστημα της γνωριμίας, όπως λέγει κάποιος, να κρατάς την καρδιά σου μέσα και στα δυο σου χέρια σαν να έχης μία αρκούδα. Γιατί ξεύρετε πόσο επικίνδυνη είναι η καρδιά, η οποία μπορεί αντί να σε οδηγήση στον γάμο, να σε οδήγηση στην αμαρτία. Υπάρχει ενδεχόμενο ο άνθρωπος, τον οποίον διάλεξες, να σε βλέπη σαν παιχνίδι ή σαν οδοντόβουρτσα για δοκιμή. Και μετά εσύ θα υπομένης την θλίψι και το κλάμα. Θα είναι πλέον πολύ αργά, διότι ο άγγελός σου θα έχη αποδειχθή ότι ήταν φτιαγμένος από λάσπη.

Μη διάλεξης άνθρωπο που σπαταλά τις ώρες του στις λέσχες, στις διασκεδάσεις, στα ταξίδια και στις πολυτέλειες. Ούτε αυτόν που θα ανακάλυψης ότι κάτω από τα λόγια της αγάπης του κρύβει εγωισμό. Μη διάλεξης ως γυναίκα σου εκείνη που μοιάζει με μπαρούτι και, μόλις της πης κάτι, αρπάζει φωτιά. Δεν κάνει για σύζυγός σου.

Ακόμη, όταν θέλης να κάνης έναν πραγματικά επιτυχημένο γάμο, μην πλησιάζης εκείνη την νέα ή τον νέο, που δεν μπορεί να εγκαταλείψη τους γονείς του. Είναι σαφής η εντολή του Χριστού: «Δια τούτο καταλείψει άνθρωπος τον πατέρα αυτού και την μητέρα και προσκολληθήσεται προς την γυναίκα αυτού»(3). Όταν βλέπης τον άλλον προσκολλημένο στην μάννα ή στον πατέρα, όταν βλέπης ότι τους ακούει με το στόμα ανοικτό και ότι είναι έτοιμος να κάνη ό,τι πη ο πατέρας και η μάννα, φύγε μακριά. Είναι ένας άρρωστος συναισθηματικά, ένας ανώριμος ψυχικά άνθρωπος και δεν θα μπόρεσης να κάνης μαζί του οικογένεια, θα πρέπη να έχη λεβεντιά αυτός τον οποίον θα κάνης σύζυγό σου. Αλλά πώς μπορεί να έχη λεβεντιά, εάν ακόμη δεν έμαθε, δεν κατάλαβε, δεν χώνεψε ότι το σπίτι του ήταν η γλάστρα στην οποία τον έβαλαν, για να τον βγάλουν κατόπιν και να τον φυτέψουν κάπου άλλου;

Επίσης, όταν πρόκειται να διαλέξης τον άνθρωπο της ζωής σου, πρόσεξε μήπως είναι κλειστός τύπος, οπότε δεν έχει φίλους. Αν σήμερα δεν έχη φίλους, αύριο θα δυσκολευθή πολύ να έχη εσένα ως φίλο και σύζυγο.

Πρόσεξε τους γκρινιάρηδες, τους παραπονιάρηδες, τους μελαγχολικούς που μοιάζουν με κλαψοπούλια. Πρόσεξε εκείνους που συνεχώς παραπονούνται: Δεν με αγαπάς, δεν με καταλαβαίνεις. Κάτι σε αυτά τα πλάσματα του Θεού δεν πηγαίνει καλά. Πρόσεξε ακόμη τους φανατικούς και τους θρησκόληπτους. Όχι τους θρησκευόμενους αλλά τους θρησκόληπτους, οι οποίοι ταράσσονται για ασήμαντα πράγματα, όλα τους φταίνε και είναι υπερευαίσθητοι. Πώς θα μπόρεσης να ζήσης με έναν τέτοιον άνθρωπο; Θα είναι σαν να κάθεσαι πάνω σε αγκάθια.

Ακόμη πρόσεξε εκείνους που βλέπουν τον γάμο σαν κάτι το κακό, σαν μια φυλακή. Εκείνους που λένε: Μα, δεν σκέφθηκα ποτέ στην ζωή μου τον γάμο.

Πρόσεξε και κάτι ψευτοχριστιανούς, που βλέπουν τον γάμο σαν κάτι το χαμηλό, σαν αμαρτία, που χαμηλώνουν αμέσως τα μάτια τους, όταν ακούσουν κάτι σχετικό με τον γάμο(4). Εάν παντρευθής έναν τέτοιο, θα είναι αγκάθι για σένα, φόρτωμα για το μοναστήρι του, αν καλογερέψη.

Πρόσεξε όσους νομίζουν ότι είναι τέλειοι και δεν βρίσκουν στον εαυτό τους κανένα ελάττωμα, ενώ στους άλλους βρίσκουν συνεχώς ελαττώματα. Πρόσεξε όσους νομίζουν ότι είναι «οι εκλεκτοί του Θεοϋ»(5) και μπορούν να αναμορφώσουν όλον τον κόσμο.

Να προσέξης και ένα σοβαρό θέμα, το κληρονομικό. Να γνωρίσης καλά τον πατέρα, την μάννα, τον παππού, την γιαγιά, τον θείο. Ακόμη να υπάρχουν οι στοιχειώδεις υλικές προϋποθέσεις.

Προ πάντων όμως να προσέξης την πίστι του ανθρώπου. Έχει πίστι; Έχει ιδανικά ο άνθρωπος, τον οποίον σκέπτεσαι να κάνης σύντροφο της ζωής σου; Αν ο Χριστός γι’ αυτόν δεν σημαίνη τίποτε, πώς θα μπόρεσης να μπης εσύ στην καρδιά του; Εάν δεν μπόρεσε να εκτιμήση τον Χριστόν, έχεις την εντύπωσι πως θα εκτιμήση εσένα(6); Λέγει στον άνδρα η Αγία Γραφή, η γυναίκα σου να είναι «γυνή διαθήκης σου»(7), δηλαδή της πίστεώς σου. της θρησκείας σου, να είναι αυτή που θα σε συνδέη με τον Θεόν. Τότε μόνον μπορείς να κάνης, όπως λέγουν οι Πατέρες της Εκκλησίας μας, έναν γάμο «μετά γνώμης του επισκόπου»(8), δηλαδή με έγκρισι εκκλησιαστική και όχι με τυπική άδεια. Προηγουμένως συζήτησε με τον πνευματικό σου. Εξέτασε μαζί του το κάθε τι και εκείνος θα σταθή πλάι σου σαν πραγματικός φίλος και, όταν φθάσετε στο ποθούμενο τέρμα, τότε πλέον ο γάμος θα είναι για σένα ένα δώρο του Θεού. θα είναι ένα χάρισμα, διότι «έκαστος ίδιον χάρισμα έχει»(9). Στον καθένα μας ο Θεός δίνει το δικό του χάρισμα. Στέλνει τον έναν στον γάμο και τον άλλον στην παρθενία. Όχι ότι ο Θεός κάνει την εκλογή λέγοντας εσείς να πάτε από εδώ και εσείς από εκεί, αλλά εκείνο που διαλέγει η καρδιά μιας, για εκείνο μας δίνει ο Θεός το θάρρος, το κουράγιο, την δύναμι, για να το φέρωμε εις πέρας.

Αν έτσι διαλέξετε τον άνθρωπό σας, τότε ευχαριστήσατε τον Θεόν. Συνδέστε τον με τον πνευματικό σας. Αν δεν έχετε, διαλέξτε και οι δυο έναν πνευματικό, ο οποίος θα είναι ο Γέροντάς σας, ο πατέρας σας, εκείνος που θα σας θυμίζη και θα σας δείχνη τον Θεόν.

Θα έχετε πολλές δυσκολίες στην ζωή. Τα ερωτηματικά θα έρχωνται βροχή. Οι μέριμνες θα σας περικυκλώνουν και θα βλέπετε συχνά πυκνά την χριστιανική σας ζωή να γίνεται δύσκολη. Μην ανησυχήτε. Ο Θεός θα βοηθήση. Εσύ κάνε εκείνο που περνάει από το χέρι σου. Μπορείς να μελετήσης πέντε λεπτά την ήμερα; Μελέτησε. Μπορείς να προσευχηθής πέντε λεπτά την ημέρα; Προσευχήσου. Και αν δεν μπορής πέντε, προσευχήσου δύο. Τα υπόλοιπα είναι υπόθεσις του Θεού.

Όταν βλέπης στον γάμο σου δυσκολίες, όταν βλέπης την πνευματική σου ζωή να μην προχωρή, μην απελπίζεσαι. Ούτε όμως να αρκήσαι σε εκείνα που κέρδισες. Ύψωσε την καρδιά σου στον Θεόν. Μιμήσου εκείνους που έχουν δώσει τα πάντα σε αυτόν και κάνε ό,τι μπορείς για να τους μοιάσης(10), έστω και με την λαχτάρα της καρδιάς σου. Την πράξι άφησέ την στον Χριστόν. Όταν εσύ προχωρήσης έτσι, θα νοιώσης αληθινά ποιος είναι ο σκοπός του γάμου. Αλλοιώς, όπως ο τυφλός περιπλανιέται, έτσι και συ θα περιπλανιέσαι μέσα στην ζωή. Ποιος είναι λοιπόν ο σκοπός του γάμου; Θα σας αναφέρω τρεις κύριους σκοπούς. Πρώτον, ο γάμος είναι μία πορεία πόνου. Η συντροφιά του άνδρα και της γυναίκας ονομάζεται συζυγία, δηλαδή κάτω από τον ίδιο ζυγό σηκώνουν κοινό φορτίο. Ο γάμος είναι συμπόρευσις και συγκλήρωσις στον πόνο, βεβαίως και στην χαρά. Αλλά συνήθως οι έξι χορδές της ζωής μας χτυπούν πένθιμα και η μία μόνον χτυπάει χαρούμενα. Θα πίνουν ο άνδρας και η γυναίκα από το ίδιο ποτήρι της τρικυμίας, της θλίψεως, της αποτυχίας. Κατά την τέλεσι του μυστηρίου του γάμου ο ιερεύς δίνει στους νεόνυμφους να πιουν από το ίδιο ποτήρι, το οποίο ονομάζεται «κοινόν ποτήριον»(11), γιατί μαζί θα σηκώσουν τα βάρη του γάμου. Ονομάζεται και «ένωσις» το ποτήρι αυτό, διότι ενώνονται για να σηκώσουν μαζί χαρές και πόνους(12).


Όταν παντρεύωνται δυο άνθρωποι είναι σαν να λένε: Μαζί θα προχωρήσωμε, χέρι χέρι, και στα ευχάριστα και στα δυσάρεστα. Θα περάσωμε ώρες σκοτεινές, ώρες θλίψεων γεμάτες από βάρη, ώρες μονοτονίας. Αλλά μέσα στην βαθειά νύκτα πρέπει να δείχνωμε ότι πιστεύομε στον ήλιο και στο φως. Ω, αγαπητοί μου, ποιος μπορεί να πη ότι δεν περνάει δύσκολες στιγμές στην ζωή του; Όμως δεν είναι μικρό πράγμα να ξεύρης ότι στις δύσκολες στιγμές σου, στις αγωνίες σου, στους πειρασμούς σου, θα κρατάς στο χέρι σου ένα άλλο αγαπημένο χέρι. Η Καινή Διαθήκη λέγει ότι θα πόνεση κάθε άνθρωπος, προ πάντων ο εις γάμον ερχόμενος. «Λέλυσαι από γυναικός;» ερωτά ο απόστολος Παύλος. Είσαι δηλαδή ανύπανδρος; «Μη ζήτει γυναίκα• εάν δε και γήμης, ουχ ήμαρτες». Εάν παντρευθής, δεν έχεις αμαρτία. «Και εάν γήμη η παρθένος, ουχ ήμαρτε• θλϊψιν δε τη σαρκί έξουσιν οι τοιούτοι. Εγώ δε υμών φείδομαι»(13). Από την στιγμή που παντρεύεσαι, να θυμάσαι, λέγει, ότι θα πονέσης πολύ, θα υποφέρης, η ζωή σου θα είναι ένας σταυρός, αλλά ανθισμένος σταυρός, θα έχη και τις χαρές του και τα χαμόγελά του και τις ομορφιές του. Όταν πάλι περνάς λιακάδες στην ζωή σου, να θυμάσαι τα λουλούδια που κρύβουν έναν σταυρό(14). Έτσι και στην δική σου λιακάδα ξαφνικά μπορεί να βγη ένας σταυρός.

Δεν είναι γλέντι η ζωή, όπως νομίζουν μερικοί που οδηγούνται στον γάμο και ύστερα πέφτουν από τον ουρανό στην γη. Ο γάμος είναι μια πλατειά θάλασσα πού δεν ξεύρεις τι θα σου βγάλη. Παίρνεις τον άνθρωπο που τον διάλεξες με φόβο και τρόμο και με πολλή προσοχή και ύστερα από έναν χρόνο, από δύο χρόνια, από πέντε χρόνια ανακαλύπτεις πως σε κορόιδεψε.

Είναι νοθεία του γάμου να πιστεύωμε ότι ο γάμος είναι δρόμος, στον οποίον πρέπει να ζητήσωμε την ευτυχία μας, την άρνησι του σταυρού. Χαρά του γάμου είναι ο άνδρας και η γυναίκα να βάζουν και οι δυο τους ώμους τους και να προχωρούν μαζί στις ανηφοριές της ζωής. «Δεν έχετε υποφέρει; Δεν έχετε αγαπήσει», λέγει ένας ποιητής. Μόνον εκείνος που υποφέρει, μπορεί πραγματικά να αγαπήση. Γι’ αυτό η θλίψις είναι απαραίτητο στοιχείο του γάμου. «Ο γάμος», λέγει κάποιος αρχαίος ποιητής και φιλόσοφος, «είναι ένας κόσμος που τον ομορφαίνει η ελπίδα και τον ενδυναμώνει η δυστυχία». Όπως μέσα στην φωτιά αποδεικνύεται το ατσάλι, έτσι ακριβώς και ο άνθρωπος χαλκεύεται στον γάμο, στην φωτιά των δυσκολιών. Όταν βλέπης τον γάμο σου από μακριά, όλα σου φαίνονται μέλι γάλα, όλα σου χαμογελούν. Όταν πλησίασης, τότε θα δης πόσες σκληρές στιγμές κρύβει.

«Ου καλόν είναι τον άνθρωπον μόνον είναι»(15), λέγει ο Θεός, γι’ αυτό έβαλε πλάι του έναν σύντροφο, έναν βοηθό για όλες τις στιγμές της ζωής του, ιδίως για τους αγώνες της πίστεως• διότι, για να μπόρεσης να κράτησης την πίστι σου, πρέπει να πονέσης πολύ. Την χάρι του την στέλλει σε όλους μας ο Θεός. Την στέλλει όμως, όταν εμείς είμεθα πρόθυμοι να υπομένωμε και να υποφέρωμε. Μερικοί μόλις δουν τα εμπόδια, το βάζουν στα πόδια. Ξεχνούν και τον Θεόν και την Εκκλησία. Αλλά η πίστις, ο Θεός, η Εκκλησία δεν είναι πουκάμισο, που το βγάζομε μόλις ιδρώσωμε.
Ο γάμος λοιπόν είναι μία πορεία μέσα σε θλίψεις και σε χαρές. Όταν σου φαίνωνται πολύ δύσκολες οι θλίψεις, να θυμάσαι ότι είναι μαζί σου ο Θεός. Αυτός θα σηκώση τον σταυρό. Αυτός που σε στεφάνωσε. Όταν παρακαλούμε τον Θεόν, δεν προσφέρει πάντοτε αμέσως την λύσι. Μας οδηγεί πολύ σιγά. Καμιά φορά κάνει και χρόνια. Το Πνεύμα το Άγιον «υπερεντυγχάνει υπέρ ημών στεναγμοίς αλαλήτοις»(16). Δηλαδή υποφέρεις εσύ και μαζί σου πονάει ο ίδιος ο Χριστός. Πρέπει να πονέσωμε• αλλοιώς δεν θα έχη αληθινό νόημα η ζωή μας.

Δεύτερον, ο γάμος είναι μία πορεία αγάπης. Είναι δημιουργία ενός καινούργιου ανθρώπου• «έσονται εις σάρκα μίαν»(17), λέγει το Ευαγγέλιο. Ενώνει ο Θεός δύο ανθρώπους και τους κάνει έναν. Από την ένωσι των δύο που αποφασίζουν να συγχρονίσουν τα βήματά τους και να συναρμονίσουν τους κτύπους των καρδιών τους, βγαίνει ένας άνθρωπος. Με την βαθειά αυτή και πηγαία αγάπη ο ένας είναι μία παρουσία, μία ζωντανή πραγματικότης μέσα στην καρδιά του άλλου. Είμαι παντρεμένος σημαίνει πως δεν μπορώ να ζήσω ούτε μία ημέρα, ούτε καν λίγες στιγμές, ει δυνατόν, χωρίς τον σύντροφο της ζωής μου. Ο άνδρας μου, η γυναίκα μου είναι ένα κομμάτι του είναι μου, της σάρκας μου, της ψυχής μου• είναι συμπλήρωμά μου. Αποτελεί την απασχόλησι του μυαλού μου. Αποτελεί τον λόγο, για τον οποίον νοιώθω να κτυπά η καρδιά μου.

Αλλάζουν τα δακτυλίδια των αρραβώνων, για να δείξουν ότι στις αλλαγές της ζωής, τελικώς, θα μείνουν πάλι ενωμένοι. Ο καθένας φοράει το δακτυλίδι που γράφει το όνομα του άλλου και το βάζει συμβολικά στο δάκτυλο, από όπου ξεκινάει μία φλέβα που πάει απ’ ευθείας στην καρδιά. Δηλαδή το όνομα του άλλου γράφεται στην δική του καρδιά. Ο ένας, θα λέγαμε, δίνει στον άλλον το αίμα της καρδιάς του. Τον κλείνει μέσα στα σωθικά του.

«Τι κάνεις;» ρώτησαν κάποτε έναν μυθιστοριογράφο. Εκείνος παραξενεύθηκε. «Τι κάνω; παράξενο ερώτημα. Μα αγαπώ την Όλγα, την γυναίκα μου». Ζη ο άνδρας για να αγαπά την γυναίκα του. Ζη η γυναίκα για να αγαπά τον άνδρα της.

Το βασικώτερο στον γάμο είναι η αγάπη. «Καμιά θάλασσα και κανένα βουνό, κανένας τόπος και χρόνος, καμιά πικρή γλώσσα δεν θα μπορέσουν να μας χωρίσουν», έλεγε κάποιος που αγαπούσε την σύζυγο του. «Αν μπορής, πάρτον», έλεγε μία άλλη, «τον έχω κρυμμένο μέσα στην καρδιά μου». Τον ζητούσαν για να τον δικάσουν μετά από μία συκοφαντία και εκείνος κρυβόταν.

Γάμος λοιπόν σημαίνει ένωσις εις εν. Ο Θεός βδελύσσεται την διάζευξι και το διαζύγιο, θέλει την αδιάσπαστη ενότητα(18). Ο ιερεύς βγάζει τα δακτυλίδια από το αριστερό δάκτυλο, τα βάζει στο δεξί και κατόπιν πάλι στο αριστερό και τελικώς τα βάζει στο δεξί τους χέρι. Διότι το δεξί χέρι είναι εκείνο με το οποίο κυρίως ενεργούμε. Αυτό δείχνει ότι το χέρι μου το κατέχει πλέον ο άλλος. Δεν κάνω τίποτε που δεν θέλει. Είμαι δεμένος μαζί της. Είμαι δεμένη μαζί του. Ζω για τον άλλον, γι’ αυτό ανέχομαι τα ελαττώματά του. Όποιος δεν μπορεί να ανεχθή τον άλλον, δεν μπορεί και να παντρευθή.

Τί θέλει ο σύντροφος μου; Τι τον ενδιαφέρει; Τι τον ευχαριστεί; Αυτό πρέπει να ευχαριστή, να ενδιαφέρη, να απασχολή και εμένα. Αναζητώ ακόμη αφορμές για να του δώσω μικροχαρές. Σήμερα πώς θα δώσω χαρά στον άνδρα μου, στην γυναίκα μου, είναι το ερώτημα που θέτει στον εαυτό του κάθε ημέρα ο παντρεμένος άνθρωπος. Ασχολείται με τις σκοτούρες του, με τα ενδιαφέροντα του, με την επιστήμη του, με την εργασία του, με τους φίλους του, για να έχουν κοινά τα πάντα, για να δείχνη ότι είναι μέσα στην καθημερινότητά του.

Αν χρειασθή να υποχωρήση, υποχωρεί. Εκείνος που αγαπά κοιμάται τελευταίος και σηκώνεται το πρωί πρώτος. Τους γονείς του άλλου τους βλέπει σαν δικούς του γονείς, με αφοσίωσι, με στοργή. Διότι ξεύρομε πολύ καλά ότι, όταν παντρεύεται το παιδί, για τον γονέα, έστω και αν έχη ετοιμάσει τον γάμο, είναι επίσης μία στιγμή πολύ δύσκολη. Ο γάμος είναι κάτι που κάνει την μάννα και τον πατέρα να κλαίνε, διότι αποχωρίζονται το παιδί τους.

Η γυναίκα εκφράζει την αγάπη της στον άνδρα με την υποταγή της. Υποτάσσεται σε αυτόν, όπως ακριβώς η Εκκλησία εις τον Χριστόν(19). Ευτυχία της είναι να κάνη το θέλημα του ανδρός της. Νάζια, πείσματα, γκρίνιες είναι τσεκούρια που σπάνε το δένδρο της συζυγικής ευτυχίας.

Η γυναίκα είναι η καρδιά. Ο άνδρας είναι η «κεφαλή». Η γυναίκα είναι η καρδιά που αγαπά. Στις δυσκολίες του ανδρός στέκεται όπως στάθηκε η αυτοκράτειρα Θεοδώρα που στήριξε τον άνδρα της στον θρόνο(20). Στις στιγμές της χαράς του προσπαθεί να τον ανυψώση ακόμη περισσότερο σε ύψη ιδανικών. Στις στιγμές της θλίψεώς του στέκεται σαν ένας κόσμος υπέροχος και γαλήνιος για να του προσφέρη την γαλήνη.

Ο άνδρας πρέπει να θυμάται ότι η γυναίκα του είναι αυτή την οποία εμπιστεύθηκε ο Θεός στα χέρια του. Η γυναίκα του είναι μία ψυχή που του την έδωσε ο Θεός, για να την επιστρέψη σε Εκείνον. Την αγαπάει την γυναίκα του, όπως αγαπάει ο Χριστός την Εκκλησία του(21). Την προστατεύει, την περιποιείται, της παρέχει ασφάλεια, ιδιαίτερα όταν είναι στενοχωρημένη, όταν είναι άρρωστη. Ξεύρομε άλλωστε πόσο ευαίσθητη είναι η γυναικεία ψυχή, γι’ αυτό, όπως λέγει και ο απόστολος Πέτρος, «ως ασθενεστέρω σκεύει τω γυναικείω απονέμομεν τιμήν»(22). Πληγώνεται η γυναικεία ψυχή, μικροψυχεί, μεταβάλλεται πολύ εύκολα, απελπίζεται ξαφνικά. Γι’ αυτό ο άνδρας πρέπει να στέκεται γεμάτος αγάπη και τρυφερότητα, ώστε να καταφέρη να γίνη ο θησαυρός της.

Ο γάμος, αγαπητοί μου, είναι σαν μια βαρκούλα πού πλέει μέσα στα κύματα ανάμεσα σε βράχια. Λίγο άμα δεν προσέξης, θα γίνη συντρίμμια.

Ο γάμος, είπαμε, είναι πρώτον, μία πορεία πόνου• δεύτερον, μία πορεία αγάπης και τρίτον, μία πορεία προς τον ουρανό, μία κλήσις του Θεού. Είναι, όπως λέγει ή Αγία Γραφή, «μυστήριον μέγα»(23).

Γνωρίζομε τα επτά μυστήρια. Εδώ μυστήριο σημαίνει ένα σημάδι της μυστικής παρουσίας κάποιου αληθινού γεγονότος. Η εικόνα είναι ένα μυστήριο. Όταν την προσκυνούμε, δεν προσκυνούμε το ξύλο αλλά τον Χριστόν ή την Παναγία ή τον άγιο που παρίσταται μυστικά σε αυτήν. Ο τίμιος Σταυρός είναι σύμβολο του Χριστού. Σε αυτόν υπάρχει η μυστική παρουσία του Χριστού. Κάτι τέτοιο είναι και ο γάμος. Όπου, λέγει, είναι δύο ή τρεις συνηγμένοι εις το όνομά μου, εκεί ανάμεσά τους είμαι και εγώ(24). Παντρεύονται δύο άνθρωποι εις το όνομα του Χριστού• αυτοί πλέον γίνονται το σημάδι που κρατάει και κατέχει τον ίδιο τον Χριστόν.

Επομένως, όταν βλέπης ένα ανδρόγυνο με αυτήν την γνώσι, είναι σαν να βλέπης τον Χριστόν. Υπάρχει εκεί μία θεοφάνεια. Γι’ αυτό σε άλλες χώρες βάζουν στέμματα κατά την τέλεσι του μυστηρίου, για να δείξουν πως ο άνδρας είναι ο βασιλιάς Χριστός και η γυναίκα η Εκκλησία, ή χρησιμοποιούν κλάδους ελαίας(25).

Όλα λοιπόν στον γάμο είναι συμβολικά. Οι αναμμένες λαμπάδες συμβολίζουν τις πέντε παρθένες.
Όταν τις δίνη ο ιερεύς στα χέρια των νεονύμφων την ώρα του μυστηρίου, είναι σαν να τους λέγη: Σαν τις πέντε παρθένες να περιμένετε τον Χριστον(26) Ή συμβολίζουν τις γλώσσες του πυρός, που κατέβηκαν την Πεντηκοστή και ήταν στην ουσία η παρουσία του Αγίου Πνεύματος(27). Τα δακτυλίδια τους, τις βέρες τους, τις παίρνει ο ιερεύς από την αγία Τράπεζα, όπου τις είχε τοποθετήσει προηγουμένως, και τις βάζει στο τραπέζι(28), για να δείξη ακριβώς ότι ο γάμος αρχίζει από τον Χριστόν και θα τελειώση στον Χριστόν. Ο ιερεύς επίσης ενώνει τα χέρια τους, για να δείξη ότι τους ενώνει ο ίδιος ο Χριστός. Δηλαδή συμπλέκεται ο Χριστός στο μυστήριο και στην ζωή τους(29).

Όλα όσα χρησιμοποιούνται, κατά την τέλεσι του γάμου, είναι σκιές και σύμβολα που δείχνουν ότι εκεί είναι ο Χριστός. Όταν κάθεσαι και βλέπης ξαφνικά μια σκιά, καταλαβαίνεις ότι κάποιος έρχεται. Δεν τον βλέπεις• το ξεύρεις όμως. Πρωί πρωί σηκώνεσαι και βλέπεις κατακόκκινο τον ορίζοντα στην ανατολή, θα βγη, λες, σε λίγο ο ήλιος. Πράγματι εκεί, πίσω από το βουνό, προβάλλει ο ήλιος.

Όταν βλέπης τον γάμο σου, τον άνδρα σου, την γυναίκα σου, όταν βλέπης τις στενοχώριες σου, το σώμα του συντρόφου σου, τα πάντα μέσα στο σπίτι σου, να ξεύρης ότι είναι σημάδια της παρουσίας του Χριστού. Είναι σαν να ακούς τα βήματά του, σαν να έρχεται, σαν να πρόκειται να ακούσης τώρα και την φωνή του. Σκιές είναι όλα αυτά που δείχνουν ότι μαζί μας είναι ο Χριστός(30). Είναι αλήθεια ότι εξ αιτίας των μεριμνών μας τον νοιώθομε ως απόντα. Τον βλέπομε όμως μέσα
στις σκιές και είμαστε βέβαιοι ότι είναι μαζί μας. Γι’ αυτό ακριβώς την αρχαία εποχή δεν είχαν ξεχωριστή ακολουθία. Έπαιρναν τον άνδρα και την γυναίκα, τους έφεραν στην εκκλησία, τους κοινωνούσαν και έφευγαν. Τι σημαίνει αυτό; Ότι η ζωή τους πλέον είναι μαζί με τον Χριστόν.

Σύμβολο της παρουσίας του Χριστού είναι και τα στέφανα. Ειδικώτερα συμβολίζουν το μαρτύριο. Θυμάσθε τους Σαράντα Μάρτυρες μέσα στην παγωμένη λίμνη που τους στεφάνωσε ο Χριστός; Έτσι στεφανώνει τώρα η Εκκλησία τους νεονύμφους, μνημονεύοντας και τον άγιο Προκόπιο, ο οποίος είχε συμβουλεύσει μερικές γυναίκες να μαρτυρήσουν, για να δείξουν την αγάπη τους στον Χριστόν(31). Φορούν λοιπόν στέφανα ο άνδρας και η γυναίκα, για να δείξουν ότι είναι έτοιμοι να γίνουν μάρτυρες χάριν του Χριστού, ο οποίος είναι μαζί τους.

Παντρεύομαι σημαίνει ζω και πεθαίνω για τον Χριστόν. Παντρεύομαι σημαίνει επιθυμώ και διψώ τον Χριστόν.

Ποιοι άλλοι εστεφανούντο; Οι βασιλείς εστέφοντο. Επομένως, τα στέφανα δείχνουν ότι οι σύζυγοι είναι βασιλιάδες και το σπίτι τους βασίλειον, βασίλειον της Εκκλησίας, ένα κομμάτι της Εκκλησίας.

Πότε άρχισε ο γάμος; Όταν ο άνθρωπος αμάρτησε. Προηγουμένως δεν υπήρχε γάμος με την σημερινή έννοια. Όταν, μετά την πτώσι, οι πρωτόπλαστοι έχασαν τον παράδεισο, τότε γνώρισε ο Αδάμ την Εύα(32), και άρχισε ο γάμος. Γιατί; Για να θυμούνται την πτώσι τους και την έξοδό τους από τον παράδεισο και να τον ζητούν. Ο γάμος γίνεται τώρα μία επαναφορά στον πνευματικό παράδεισο, την Εκκλησία του Χριστού. Παντρεύομαι λοιπόν σημαίνει γίνομαι βασιλιάς, γίνομαι πιστό και αληθινό μέλος της Εκκλησίας του Χριστού και εργάζομαι πλέον για την δόξα του.

Τα στέφανα ακόμη δείχνουν την τελική νίκη στην βασιλεία των ουρανών. Όταν ο ιερεύς παίρνη τα στέφανα, λέγει στον Χριστόν: «ανάλαβε τους στεφάνους αυτών εν τη βασιλεία σου»(33) πάρε τα στεφάνια τους επάνω στην βασιλεία σου.

Επομένως, ο γάμος είναι ένας δρόμος• αρχίζει από την γη και τερματίζει στον ουρανό. Είναι μία σύναψις, ένας σύνδεσμος μαζί με τον Χριστόν, που μας βεβαιώνει ότι θα πάμε κάποτε στον ουρανό. Γάμος είναι μία «γέφυρα μετάγουσα τους εκ γης προς ουρανόν»(34). Σαν να λέγη το μυστήριο της Εκκλησίας μας: Πάνω από την αγάπη, πάνω από τον άνδρα σου, πάνω από την γυναίκα σου, πάνω από τα καθημερινά σου γεγονότα, να θυμάσαι ότι προορίζεσαι για τον ουρανό, ότι μπήκες στον δρόμο που πρέπει οπωσδήποτε να σε βγάλη εκεί. Η νύμφη και ο γαμπρός δίνουν τα χέρια τους, τους πιάνει και ο ιερεύς και ακολουθούν γύρω από το τραπέζι χορεύοντας και ψάλλοντας. Αυτό σημαίνει ότι ο γάμος είναι η πορεία, το ταξίδι που θα κατάληξη στον ουρανό, στην αιωνιότητα.

Στον γάμο φαίνονται ότι παντρεύονται δύο. Δεν είναι όμως δύο αλλά τρεις. Παντρεύεται ο άνδρας την γυναίκα και η γυναίκα τον άνδρα, αλλά και οι δύο μαζί υπανδρεύονται τον Χριστόν. Τρεις επομένως λαμβάνουν μέρος στο μυστήριο και τρεις πλέον παραμένουν στην ζωή τους.

Στον χορό τους σέρνει ο ιερεύς, ο τύπος του Χριστού. Αυτό σημαίνει ότι μας άρπαξε ο Χριστός, μας εξηγόρασε(35), μας αιχμαλώτισε, μας έκανε δικούς του. Γι’ αυτό ακριβώς «το μυστήριον τούτο μέγα εστίν»(36).

Την λέξι «μυστήριον» στα λατινικά την απέδωσαν με την λέξι «sacramentum» που σημαίνει όρκος. Δηλαδή ο γάμος είναι όρκος, σύναψις, σύνδεσμος, όπως λέγαμε προηγουμένως. Είναι μόνιμος πλέον δεσμός με τον Χριστόν.

Παντρεύομαι λοιπόν σημαίνει σκλαβώνω την καρδιά μου στον Χριστόν. Εάν θέλης, μπορείς να παντρευθής• εάν θέλης, δεν παντρεύεσαι. Εάν παντρευθής όμως, αυτήν την έννοια έχει ο γάμος στην Εκκλησία σου την Ορθόδοξη, η οποία σε γέννησε. Είμαι παντρεμένος σημαίνει είμαι σκλάβος του Χριστού.


© 2004, ΙΕΡΟ ΚΟΙΝΟΒΙΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΟΡΜΥΛΙΑΣ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ, Εκδ. ΙΝΔΙΚΤΟΣ, Αθήναι 2004.
πηγή-http://www.agionlogoi.com/gerontas-aimilianos-gia-ton-gamo/ 

Γέροντας Παϊσιος – Η φλόγα της αγάπης του Θεού!


- Γέροντα, γιατί δεν αγαπώ τον Θεό όπως έναν άνθρωπο που αγαπώ πολύ και θέλω να είμαι κοντά του;
- Αυτό έρχεται σιγά-σιγά μετά από αγώνα αλλιώς θα έπιαναν φωτιά οι άνθρωποι και θα καίγονταν από την αγάπη του Θεού. Ενώ θα είχε γύρω τους κρύο, θα νόμιζαν ότι φλογίζονται και πολλοί θα έπαιρναν τα βουνά. Ένας στρατιώτης, εν καιρώ πολέμου, άφησε την μονάδα του και ….….έφυγε στο βουνό. Είχε ανάψει τέτοια φλόγα στην καρδιά του που δεν μπορούσε να συγκρατηθή ήθελε να πάη να προσευχηθή. Δεν υπολόγισε τίποτε. Πήγε ,βρήκε μια σπηλιά, μπήκε μέσα και προσευχόταν! Όταν οι άλλοι στρατιώτες βγήκαν στις επιχειρήσεις , τον βρήκαν και τον έπιασαν. «Ανυπότακτος», είπαν. Τον κάλεσε μετά ο διοικητής σε ανάκριση. «Τί είναι αυτό που έκανες;» του λέει. «Καίγομαν ,κύριε διοικητά, καίγομαν για τον Χριστό. Ξέρεις τι θα πη καίγομαν;». «Καλά, κι εγώ δεν καίγομαι;», του λέει ο διοικητής. «Εγώ καίγομαι, κύριε διοικητά, καταλαβαίνετε;», επανέλαβε εκείνος, σαν να έλεγε: « Αν καίγεσαι, φύγε κι εσύ!» Τον βοήθησε όμως ο Θεός και γλίτωσε το στρατοδικείο. Εδώ, εν καιρώ ειρήνης αν φύγη ένας στρατιώτης από τη θέση του, έχει στρατοδικείο, πόσο μάλλον εν καιρώ πολέμου!
- Γέροντα, όταν βρίσκεται κανείς σ’ αυτήν την κατάσταση, υπάρχη θέρμη σε όλο το σώμα;
- Ναι, αλλά περισσότερο στην περιοχή του στήθους. Όταν ανάψη η πνευματική αγάπη, φλογίζεται όλο το στήθος. Όλο το στήθος γίνεται μια φλόγα. Καίγεται ο άνθρωπος από την μεγάλη γλυκειά φλόγα της αγάπης του Θεού, πετάει, αγαπάει με αγάπη πραγματική, μητρική.
Αυτή η εσωτερική φλόγα, την οποία ανάβει ο Ίδιος ο Χριστός με την αγάπη Του, θερμαίνει το σώμα πολύ περισσότερο από την αισθητή φωτιά και έχει την δύναμη να καίη και κάθε σκουπίδι, κάθε κακό λογισμό που πετάει το ταγκαλάκι, καθώς και κάθε κακή επιθυμία και κάθε άσχημη εικόνα. Τότε η ψυχή αισθάνεται και τις θείες ηδονές που δεν συγκρίνονται με καμμιά άλλη ηδονή!
Αχ, αυτή η φλόγα δεν μπήκε ακόμη μέσα σας! Αν ανάψη και φουντώση στην καρδιά σας, δεν θα σας συγκινούν καθόλου πια τα μάταια πράγματα. Εύχομαι να κάψη ο Θεός με την αγάπη Του τις καρδιές σας!

Από το βιβλίο: «ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Ε΄
ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ»
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
«ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Thursday, 27 September 2012

WHY ARE VIGIL LAMPS LIT BEFORE ICONS?


 by St. Nikolai of Ohrid and Zica

First-because our faith is light.  Christ said: I am the light of the world (John 8:12).  The light of the vigil lamp reminds us of that light by which Christ illumines our souls.
Second-in order to remind us of the radiant character of the saint before whose icon we light the vigil lamp, for saints are called sons of light (John 12:36, Luke 16:8).
Third-in order to serve as a reproach to us for our dark deeds, for our evil thoughts and desires, and in order to call us to the path of evangelical light; and so that we would more zealously try to fulfill the commandments of the Saviour: "Let your light so shine before men, that they may see your good works" (Matt. 5:16).
Fourth-so that the vigil lamp would be our small sacrifice to God, Who gave Himself completely as a sacrifice for us, and as a small sign of our great gratitude and radiant love for Him from Whom we ask in prayer for life, and health, and salvation and everything that only boundless heavenly love can bestow.
Fifth-so that terror would strike the evil powers who sometimes assail us even at the time of prayer and lead away our thoughts from the Creator. The evil powers love the darkness and tremble at every light, especially at that which belongs to God and to those who please Him.
Sixth-so that this light would rouse us to selflessness. Just as the oil and wick burn in the vigil lamp, submissive to our will, so let our souls also burn with the flame of love in all our sufferings, always being submissive to God's will.
Seventh-in order to teach us that just as the vigil lamp cannot be lit without our hand, so too, our heart, our inward vigil lamp, cannot be lit without the holy fire of God's grace, even if it were to be filled with all the virtues.  All these virtues of ours are, after all, like combustible material, but the fire which ignites them proceeds from God.
Eighth-in order to remind us that before anything else the Creator of the world created light, and after that everything else in order: And God said, let there be light: and there was light (Genesis 1:3).  And it must be so also at the beginning of our spiritual life, so that before anything else the light of Christ's truth would shine within us.  From this light of Christ's truth subsequently every good is created, springs up and grows in us. 
May the Light of Christ illumine you as well! 

Saint Nikolai Velimirovich